Σελίδες

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

ΓΙΑ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΣΤΑΛΙΝ - Η ΑΛΒΑΝΙΚΗ ΘΕΣΗ








ΝΑ ΞΕΣΚΕΠΑΣΤΟΥΝ ΩΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
 


ΟΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ  ΜΑΝΟΥΒΡΕΣ


ΤΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΟΥ Ν. ΧΡΟΥΣΤΣΙΟΦ 



ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΛΕΓΟΜΕΝΗ ΠΑΛΗ 



 ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ «ΠΡΟΣΩΠΟΛΑΤΡΙΑ»



* * *

ΓΙΑ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ

 
ΣΤΑΛΙΝ


Η ΑΛΒΑΝΙΚΗ ΘΕΣΗ


* * *



Β' ΕΚΔΟΣΗ
“ΠΟΡΕΙΑ “ 1975





Το κείμενο αυτής της έκδοσης κυκλοφόρησε στα ελληνικά στη Λ.Δ. ’Αλβανίας, με τον τίτλο: «Να ξεσκεπαστούν ως το τέλος οι επικίνδυνες μανούβρες της ομάδας του Ν Χρουστσιόφ σχετικά με τη λεγόμενη πάλη ενάντια στην «προσωπολατρία».









ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΕΚΔΟΤΗ

Οι εκδόσεις «ΠΟΡΕΙΑ» με αυτή τους την έκδοση παρουσιάζουν την αλβανική άποψη πάνω στο ζήτημα Στάλιν. 'Όπως είναι γνωστό, ζήτημα Στάλιν μπήκε στο 20ό Συνέδριο του Κ.Κ.Σ.Ε. στα 1956 Απο τον Ν. Χρουστσιόφ. ’Από τότε και μέχρι σήμερα, η εχτίμηση της προσφοράς του I. Β. ΣΤΑΛΙΝ στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Σ.Ε. και στην παγκόσμια επανάσταση, αποτελεί όχι μόνο κεντρικό πρόβλημα, αλλά και σημείο διαχωρισμού των κομμουνιστών και γενικότερα των αριστερών δυνάμεων.
Το κείμενο αυτής της έκδοσης κυκλοφόρησε στα ελληνικά στη Λ.Δ. Αλβανίας, με τον τίτλο: «Να ξεσκεπαστούν ως το τέλος οι επικίνδυνες μανούβρες της ομάδας του Ν Χρουστσιόφ σχετικά με τη λεγόμενη πάλη ενάντια στην «προσωπολατρία».
Δίνοντάς το σήμερα σαν ανάτυπο από την αλβανική έκδοση στο πλατύ ελληνικό κοινό, πιστεύουμε, πως κάνουμε μια σημαντική προσφορά προς τη σωστή τοποθέτηση και την αντικειμενική εχτίμηση του ζητήματος.



*  *  *




Πάλι και πάλι, μ’ επιμονή και με λυσσαλέο μίσος, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ και κείνοι που την ακολουθούν επανέρχονται στις αχαλίνωτες επιθέσεις τους κατά του I. Β. Στάλιν και στο λεγόμενο ζήτημα της πάλης ενάντια στην «προσωπολατρία». Τον τελευταίο καιρό τέτοιες επιθέσεις περιέχουν η έκθεση που έδωσε ο Μ. Σουσλόφ στην ολομέλεια της ΚΈ του ΚΚΣΕ του Φλεβάρη 1964, οι λόγοι του Ν. Χρουστσιόφ κατά την τελευταία επίσκεψη του στην Ουγγαρία, ο ρεβιζιονιστικός τύπος της ηγεσίας του ΚΚ Γαλλίας, καθώς και άλλα υλικά των σύγχρονων ρεβιζιονιστών.
Στα ντοκουμέντα αυτά γίνονται επιθέσεις σε δύο κύριες κατευθύνσεις:
Από τη μια μεριά, σ’ αυτά τα ντοκουμέντα επαναλαβαίνονται και «συμπληρώνονται» με «καινούργια στοιχεία» οι τερατώδικες κατηγορίες και συκοφαντίες κατά του Στάλιν, δανεισμένες απ’ την τροτσκιστική και την πιο αντιδραστική αστική προπαγάνδα. Ο I. Β. Στάλιν παρομοιάζεται στην πραγματικότητα με διχτάτορες τέτοιους, όπως ο Ιβάν ο Τρομερός, ο Ναπολέων, ο Κερένσκι, ο Πεταίν και άλλοι, όλη η περίοδος της ηγεσίας του χαρακτηρίζεται σαν περίοδος «μαζικών διώξεων», επικράτησης των «μεθόδων της βίας και της καταπίεσης», «απάνθρωπου καθεστώτος», περίοδος που στη Σοβιετική 'Ένωση «πέθαιναν της πείνας» κλπ. και, με ιστορικούς παραλληλισμούς και διάφορους ελιγμούς, η σοβιετική κοινωνία παρουσιάζεται στην πραγματικότητα, σαν κληρονόμος των καταπιεστικών, αντιλαϊκών και αιματηρών καθεστώτων του Ιβάν του Τρομερού, του Μπορίς Γκοντουνόφ, των τσάρων της Ρωσίας και του Κερένσκι.
Από την άλλη μεριά, γίνεται συκοφαντική επίθεση ενάντια στα μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα, όπως το ΚΚ της Κίνας και το ΚΕΑ, ότι δήθεν υπερασπίζονται και εφαρμόζουν στις χώρες τους την «προσωπολατρία» και τις «εγκληματικές μέθοδές» της — την τρομοκρατία, την κατάπνιξη της δημοκρατίας, τη δίωξη και εξόντωση των «αντιδογματικών κομμουνιστών» κλπ. Μάλιστα γίνεται προσπάθεια να «αποδειχτεί θεωρητικά» ότι δήθεν, μένοντας στις θέσεις της «προσωπολατρίας» και εξ αιτίας των εξτρεμιστικών μικροαστικών επιρροών, τα κόμματα αυτά απομακρύνθηκαν τάχα απ’ το μαρξισμό - λενινισμό και γλίστρησαν σε «δογματικές», «σεχταριστικές», «τυχοδιωκτικές», «φιλοπόλεμες», «εθνικιστικές», «σωβινιστικές», «ρατσιστικές» θέσεις κλπ., κλπ.
Οι κατηγορίες αυτές είναι τόσο τριμμένες και τόσο χοντροειδείς που δεν αξίζει να χάσεις καιρό για ν’ απαντήσεις σ’ αυτές. Και δεν είναι καθόλου σκοπός μας να κάνομε πολεμική με τέτοιους παραλογισμούς. Στο άρθρο αυτό θέτομε καθήκον να αποκαλύψομε τι πραγματικοί αντικειμενικοί σκοποί κρύβονται πίσω απ’ τον εκκωφαντικό θόρυβο που ξεσήκωσαν πάλι η προδοτική ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ και κείνοι που βαδίζουν πίσω απ’ το ρεβιζιονιστικό άρμα της, σχετικά με το λεγόμενο ζήτημα της «πάλης ενάντια στην προσωπολατρία».



Η ΠΑΛΗ ΤΟΥ Ν. ΧΡΟΥΣΤΣΙΟΦ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ «ΠΡΟΣΩΠΟΛΑΤΡΙΑ» ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΜΕΣΟ ΓΙΑ ΝΑ ΚΡΥΨΕΙ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΣΕΙ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΥ
Οι μαρξιστές - λενινιστές ήταν πάντα και είναι οι πιο αποφασισμένοι και οι πιο συνεπείς αντίπαλοι κατά της προσωπολατρίας, μ’ οποιαδήποτε μορφή κι αν εκδηλώνεται, γιατί η προσωπολατρία κατ’ αρχή αντιτίθεται στη βασική θέση της μαρξιστικής διδασκαλίας σχετικά με τον καθοριστικό ρόλο των λαϊκών μαζών στην ιστορία, γιατί προξενεί μεγάλη πραχτική ζημιά στο επαναστατικό κίνημα της εργατικής τάξης και στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Σε μια απ’ τις επιστολές του ο Μαρξ έγραφε ότι αυτός και ο Ένγκελς μπήκαν για πρώτη φορά στον μυστικό σύνδεσμο των κομμουνιστών «...με τον όρο να απορρίπτονταν απ’ το καταστατικό κάθε τι που βοηθεί τη μυστικιστική υποταγή μπροστά στους παράγοντες...». (Κ. Μαρξ και Φ. Ενγκελς, Άπαντα, έκδ. στη ρωσική. 1935, τόμος XXVI, σελ. 488). Σφοδρή πάλη ενάντια σε κάθε είδους εκδηλώσεις της προσωπολατρίας έκαμε ο Β. I. Λένιν. Επίσης ο I. Β. Στάλιν, επανειλημμένα, εκφράστηκε αποφασιστικά ενάντια στην εξιδανίκευση των ιδιαίτερων ατόμων, ενάντια στη μεγαλομανία των ηγετών και την απόσπασή τους απ’ τις μάζες. «Ο Λένιν μας διδάσκει, - λέγει ο I.Β. Στάλιν, - ότι πραγματικοί μπολσεβίκοι ηγέτες μπορούν να είναι μόνον ηγέτες τέτοιοι που ξέρουν όχι μόνο να διδάσκουν τους εργάτες και τους αγρότες, μα και να διδάσκονται απ’ αυτούς». (Τ. Β. Στάλιν, Ζητήματα του Λενινισμού, έκδ. στη ρωσική, 1939. σελ. 505). Ενώ σε μια επιστολή προς τον Σιατουνόφσκι, ο I. Β. Στάλιν έγραφε: «Μιλάτε για την «αφοσίωσή» Σας απέναντι μου... εγώ θα Σάς συμβούλευα να πετάξετε πέρα την «αρχή» της αφοσίωσης απέναντι ιδιαιτέρων ατόμων. Αυτό δεν είναι μπολσεβίκικο. Να είστε πιστός απέναντι της εργατικής τάξης, του κόμματός της, του κράτους της. Αυτό είναι πράγμα αναγκαίο και καλό. Μα μη το μπερδεύετε αυτό με την αφοσίωση απέναντι των ιδιαιτέρων ατόμων, που είναι κούφιες και άχρηστες αρλούμπες άρρωστου διανοούμενου» (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, έκδ. στην αλβανική, τόμ. 13, σελ. 19).
Το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας τήρησε και τηρεί πάντοτε πιστά τα διδάγματα του μαρξισμού - λενινισμού σχετικά με το απαραίτητο της πάλης κατά της προσωπολατρίας. Μα, ταυτόχρονα, το ΚΕΑ τήρησε τα σπουδαία λενινιστικά διδάγματα σχετικά με το απαραίτητο της πάλης κατά της προσωπολατρίας. Μα, ταυτόχρονα, το ΚΕΑ τήρησε τα σπουδαία λενινιστικά διδάγματα σχετικά με το ρόλο των ηγετών της εργατικής τάξης, που έχουν κύρος κι εχτίμηση στις μάζες, που είναι στενά συνδεδεμένοι μ’ αυτές, που ενσαρκώνουν τη σκέψη, τη σύνεση και τους πόθους τους, που υπερασπίζουν πιστά τα συμφέροντά τους και είναι ικανοί να τις καθοδηγήσουν με επιτυχία στην πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού και για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Γι' αυτό, αντικρούοντας αποφασιστικά κάθε εκδήλωση της προσωπολατρίας, το κόμμα μας αντικρούει επίσης κάθε προσπάθεια για την άρνηση του ρόλου των επαναστατών ηγετών της εργατικής τάξης, ακόμα πιο πολύ για τη δυσφήμηση και την εξάλειψή τους. Αυτό είναι ζήτημα αρχών.
Ο I. Στάλιν ήταν μεγάλος επαναστάτης καθοδηγητής, ο όποιος έχει εξέχουσες ιστορικές αρετές για το σοβιετικό λαό και τη διεθνή εργατική τάξη, γι' αυτό είχε υψηλό κύρος. Και αν στη δράση του σαν καθοδηγητής παρατηρήθηκαν, όπως λένε οι ρεβιζιονιστές, εκδηλώσεις προσωπολατρίας, γι' αυτό πρέπει να φέρουν μεγάλη ευθύνη και άνθρωποι τέτοιοι όπως ο Ν. Χρουστσόφ και ο Α. Μικογιάν, οι οποίοι τις ήξεραν και, παρ’ όλα αυτά, όχι μόνο δεν τις κριτίκαραν, μα απεναντίας, εξυμνούσαν τον Στάλιν, αποκαλώντας τον «πατέρα, συνετό δάσκαλο, μεγαλοφυή καθοδηγητή του κόμματος, του σοβιετικού λαού και των εργαζομένων όλου του κόσμου» (Χρουστσιόφ), «μεγαλοφυΐα του σοσιαλισμού», «μεγαλοφυή αρχιτέκτονα της κομμουνιστικής κοινωνίας», «κληρονόμο και μεγάλο συνεχιστή του έργου του Λένιν», «σημερινό Λένιν», στα έργα του όποιου «η μαρξιστική - λενινιστική φιλοσοφία που μεταμορφώνει τον κόσμο έφτασε στο αποκορύφωμά της» (Μικογιάν), «κορυφαίο της επιστήμης», «μεγαλοφυΐα της ανθρωπότητας» (Σουσλόφ) κλπ., κλπ. ’Έτσι έγραφαν και μιλούσαν ο Ν. Χρουστσιόφ και οι σύντροφοί του όταν ζούσε ο Στάλιν, πράγμα που μαρτυρεί ότι ήταν υποκριτές και καμουφλαρισμένοι προδότες.
Η εντελώς χωρίς αρχές στάση του Ν. Χρουστσιόφ απέναντι στο Στάλιν φαίνεται καθαρά και σε αρκετές αντιφατικές δηλώσεις του μετά το θάνατο του Στάλιν, μάλιστα μετά το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, όπου, όπως είναι γνωστό, ο Ν. Χρουστσιόφ «αποκήρυξε» τον I. Στάλιν, κατηγορώντας τον συκοφαντικά για βαρύτατα λάθη και βδελυρά εγκλήματα.
Στις 6 Απρίλη τρέχοντος έτους, μιλώντας σε συλλαλητήριο στο Μίσκολτς της Ουγγαρίας, ο Ν. Χρουστσιόφ επετέθηκε σφοδρά με τον πιο κυνικό τρόπο σε κείνους «που θέλουν να αναστήσουν το πτώμα του Στάλιν, που θέλουν να στηρίζονται όχι στις ιδέες του μαρξισμού - λενινισμού, όχι στην εμπιστοσύνη και τη φιλία μεταξύ των λαών, μα στο τσεκούρι και το μαχαίρι». Είπε: «Σύμφωνα με μια λαϊκή παράδοση, τον πεθαμένο πρέπει να τον βγάζουν από το σπίτι με τα πόδια μπροστά για να μη γυρίσει πια. Εμείς βγάλαμε το Στάλιν από το σπίτι μας και κανείς δεν θα τον φέρει πια. Κείνοι που τον θέλουν, ας τον πάρουν στο σπίτι τους, αν τους αρέσει η δυσωδία του πτώματος». Ενώ στο λόγο που εκφώνησε στην πρεσβεία της Λ.Δ. της Κίνας στη Μόσχα στις 17 Γενάρη 1957 ο Ν. Χρουστσιόφ έλεγε ότι «Το όνομα του Στάλιν είναι αξεχώριστο απ’ το μαρξισμό - λενινισμό. Γι’ αυτό καθένας από μας, τα μέλη του ΚΚΣΕ, επιθυμεί να σταθεί πιστός στην υπόθεση του μαρξισμού - λενινισμού, στην υπόθεση της πάλης για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, όπως στάθηκε πιστός στην υπόθεση αυτή ο Στάλιν». Επίσης, στο λόγο που εκφώνησε σε μια δεξίωση στην πρεσβεία της Λ.Δ. της Βουλγαρίας στη Μόσχα στις 18 Φλεβάρη 1957, ο Χρουστσιόφ είπε: «Ο Στάλιν εξυπηρέτησε πιστά τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, την υπόθεση του μαρξισμού - λενινισμού και μεις δεν θα δώσομε το Στάλιν στους εχθρούς».
Δεν είναι ξεκάθαρο, λοιπόν, ότι με την άγρια επίθεσή της ενάντια στο Στάλιν, το όνομα του όποιου είναι αξεχώριστο απ’ το μαρξισμό - λενινισμό, η ομάδα αποστατών του Ν. Χρουστσιόφ προσπαθεί «Να βγάλει απ’ το σπίτι της» ακριβώς το μαρξισμό - λενινισμό, ενώ τα αδερφά κόμματα που υπερασπίζουν, με βάση τις αρχές, τις ιδέες και το έργο του Στάλιν, υπερασπίζουν έτσι το μαρξισμό - λενινισμό απ’ τον χρουστσιοφικό ρεβιζιονισμό;
Σε τι είδους «αρχές» στηρίζεται η λεγόμενη «πάλη κατά της προσωπολατρίας» που κάνει η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ, αυτό αποδείχνεται καθαρά και από το γεγονός ότι οι σοβιετικοί ηγέτες καλλιεργούν και διαδίδουν με όλα τα μέσα και τους τρόπους τη λατρεία του Νικήτα Χρουστσιόφ, ο οποίος ανακηρύχτηκε «ειδικός», «πατέρας» και «σκαπανέας» όλων των κλάδων, αρχίζοντας απ’ την καλλιέργεια του καλαμποκιού, τη χοιροτροφία, τα διάφορα λιπάσματα και τα ορυχεία, ως τη λογοτεχνία και την τέχνη, τη στρατιωτική στρατηγική, τους πυραύλους και τις κοσμικές πτήσεις! Στην προπαγάνδα των ρεβιζιονιστών ο Ν. Χρουστσιόφ γίνεται κάθε μέρα και πιο πολύ «ο ήρωας» και «η διάσημη προσωπικότητα» του εμφυλίου πολέμου, «ο αληθινός στρατηλάτης» των αποφασιστικών μαχών και μετώπων του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, το πρόσωπο που ενσαρκώνει και κρατεί στο χέρι την τύχη της παγκόσμιας ειρήνης κλπ., κλπ. Κάποτε στο 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, ο Ν. Χρουστσιόφ είχε κριτικάρει «πολύ κατ’ αρχήν» τον I. Στάλιν γιατί κατείχε τα ιθύνοντα πόστα και στο κόμμα και στο κράτος, χαρακτηρίζοντας αυτό σαν μια απ’ τις σαφέστερες εκδηλώσεις της προσωπολατρίας. Ενώ αργότερα έκαμε το παν ως που συγκέντρωσε στα χέρια του, εκτός απ’ το πόστο του πρώτου γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΣΕ, και το πόστο του προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου της ΕΣΣΔ.
Δημιουργείται ένας αντιφατικός καθρέφτης, ο οποίος είναι ξεκάθαρη έκφραση της εντελώς χωρίς αρχές γραμμής του Ν. Χρουστσιόφ: απ’ τη μια μεριά, θεωρεί το Στάλιν διάσημο επαναστάτη και μαρξιστή - λενινιστή, ενώ από την άλλη ρίχνει εναντίον του την πιο βρώμικη λάσπη· από τη μια μεριά, κριτικάρει με μεγάλο θόρυβο την «προσωπολατρία» του Στάλιν, ενώ από την άλλη καλλιεργεί ακατάσχετα την προσωπολατρία του· από τη μια μεριά, λέει ότι ο Στάλιν έκανε μόνο λάθη και εμπόδιζε τη δουλειά (οι ιστορικές επιτυχίες του σοβιετικού λαού κείνη την περίοδο τάχα καταχτήθηκαν, λοιπόν, χωρίς καθοδήγηση, αυθόρμητα, μάλιστα σ’ αντίθεση με τις ενέργειες της ηγεσίας), ενώ απ’ την άλλη, προπαγανδίζεται με μεγάλο θόρυβο ότι τώρα τίποτε το σπουδαίο δεν γίνεται και δεν μπορεί να γίνει χωρίς την «πρωτοβουλία», τη «φροντίδα», την «άμεση συμμετοχή», τις προσωπικές «οδηγίες» και «κατευθύνσεις» του Ν. Χρουστσόφ· από τη μια μεριά, ο Χρουστσιόφ κηρύσσει την «πλατιά ανάπτυξη της δημοκρατίας», τη «συλλογική καθοδήγηση», την «ζωντανή πρωτοβουλία» του καθενός, την «αποκέντρωση», ενώ από την άλλη συγκεντρώνει όλη την εξουσία, στο κόμμα και το κράτος, στα χέρια ενός μόνου ανθρώπου και κάνει μονοπώλιο ολόκληρη τη δουλειά της διεύθυνσης, εκτοπίζοντας όλους τους άλλους κλπ.
Απ’ όλα αυτά βγαίνει καθαρά ότι ο εκκωφαντικός θόρυβος του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του αναφορικά με τη λεγόμενη «πάλη κατά της προσωπολατρίας», δεν είναι άλλο παρά μια φάρσα, μια δημαγωγική μανούβρα. Στην πραγματικότητα ο Ν. Χρουστσιόφ δεν σκοπεύει καθόλου να υπερασπίσει τη γνωστή αρχή των θεμελιωτών του μαρξισμού - λενινισμού σχετικά με το απαραίτητο της αντίκρουσης κάθε είδους προσωπολατρίας. Δεν πρόκειται καθόλου ότι υπήρξε κάποια «προσωπολατρία του Στάλιν», η οποία, δήθεν, είχε γίνει μεγάλη πληγή για το ΚΚΣΕ, για τις σοσιαλιστικές χώρες και για όλο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Το ζήτημα είναι ότι εγείροντας με τόσο θόρυβο την «προσωπολατρία», η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ ακολούθησε και ακολουθεί μερικούς άλλους σκοπούς, για τους οποίους θα σταθούμε λεπτομερειακά στο άρθρο αυτό.
Το γεγονός ότι η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ επανέρχεται και ξαναεπανέρχεται με τόσο μεγάλη επιμονή στην υπόθεση του Στάλιν, μολονότι τώρα πια πέρασαν πάνω από 11 χρόνια από το θάνατό του, μαρτυρεί και πως οι άνθρωποι δεν είναι καθόλου πεπεισμένοι για τις τριμμένες ανοησίες του Χρουστσιόφ κατά του Τ. Στάλιν, πως πείθονται καθημερινά περισσότερο στην πράξη ότι η «νέα γραμμή», που διέδωσε ο Ν. Χρουστσιόφ και η ομάδα του με το σύνθημα του «αντισταλινισμού» είναι γραμμή πέρα για πέρα ρεβιζιονιστική, που έμπασε το κόμμα και τη σοβιετική χώρα σε αδιέξοδο, που έβλαψε βαριά την ενότητα του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, μαρτυρεί ότι το «ζήτημα Στάλιν» έμεινε για την ομάδα του Χρουστσιόφ άλυτο πρόβλημα που την απασχολεί πολύ, αγιάτρευτη πληγή, κόκκαλο που της στάθηκε στο λαιμό και την πνίγει.
Ο θόρυβος γύρω απ’ την «προσωπολατρία» χρειάστηκε και χρειάζεται στους χρουστσιοφικούς ρεβιζιονιστές:
Πρώτο, σαν προπέτασμα καπνού για να δικαιολογήσουν, για να μπάσουν υποχθόνια και για να διαδώσουν σ’ ολόκληρο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα την αντιμαρξιστική, οπορτουνιστική και προδοτική γραμμή τους - τη γραμμή των λεγομένων «ειρηνική συνύπαρξη», «ειρηνική άμιλλα», «ειρηνικό πέρασμα» και «ανθρωπιστικός δημοκρατικός και φιλελεύθερος σοσιαλισμός», που τη δανείστηκαν από τους παλιούς και νέους οπορτουνιστές τύπου Μπερνστάϊν και Καούτσκι, τους δεξιούς σοσιαλιστές και τον αποστάτη Τίτο και που την ανέπτυξε και «τελειοποίησε» παραπέρα η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ. Αυτή είναι στην πραγματικότητα γραμμή συνθηκολόγησης μπροστά στον ιμπεριαλισμό και ένωσης μ’ αυτόν, γραμμή φρεναρίσματος και κατάπνιξης του επαναστατικού και απελευθερωτικού κινήματος των λαών, γραμμή φιλελεύθερου αστικού εκφυλισμού του σοσιαλισμού.
Δεύτερο, για να κλείσουν το στόμα των μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων που υπερασπίζονται τις επαναστατικές ιδέες και το επαναστατικό έργο του I. Β. Στάλιν και αντιτάσσονται στις προδοτικές ενέργειες του Ν. Χρουστσιόφ και των οπαδών του, για να δυσφημήσουν αυτά τα κόμματα και να εξαλείψουν έτσι τα εμπόδια στο ρεβιζιονιστικό δρόμο τους. Ο Χρουστσιόφ χρησιμοποιεί το ζήτημα της «προσωπολατρίας» σαν σκιάχτρο για να κάνει πίεση στα άλλα κόμματα, για να επεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις τους και για να ξεκάνει τους ηγέτες που δεν του αρέσουν.
Τα γεγονότα πιστοποιούν ότι το σύνθημα της πάλης κατά της «προσωπολατρίας» χρησίμευσε πάντοτε στους σύγχρονους ρεβιζιονιστές, μ' επικεφαλής την ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ, για να πετύχουν τους αντεπαναστατικούς σκοπούς τους· με το πρόσχημα της «εξάλειψης των συνεπειών της περιόδου της προσωπολατρίας», έγινε η αποκατάσταση της προδοτικής κλίκας του Τίτο και των άλλων αποστατών· με το δημαγωγικό σύνθημα της «πάλης κατά της προσωπολατρίας» διαδραματίστηκαν τα γεγονότα του 1956 στην Πολωνία, έγινε το αντεπαναστατικό πραξικόπημα στην Ουγγαρία και οργανώθηκε η αντικομματική συνωμοσία στην κομματική συνδιάσκεψη της πόλης των Τιράνων· με το πρόσχημα της «πάλης κατά της προσωπολατρίας και των συνεπειών της», εξαλείφτηκαν οι υγιείς επαναστάτες ηγέτες στη Σοβιετική 'Ένωση και τις άλλες χώρες· με τη μάσκα της «κριτικής της προσωπολατρίας και των συνεπειών της» δυσφημήθηκε το σοβιετικό σοσιαλιστικό καθεστώς και δόθηκαν όπλα στην ιμπεριαλιστική αντίδραση και στους δεξιούς σοσιαλδημοκράτες ηγέτες για να καταπολεμούνε πιο αποτελεσματικά τις ιδέες του επιστημονικού σοσιαλισμού και για να αποπροσανατολίσουν και διασπάσουν το εργατικό κίνημα και τα διάφορα δημοκρατικά και προοδευτικά κινήματα· η κατηγορία για «προσωπολατρία» και για «βάρβαρες μέθοδες προσωπολατρίας» ήταν ένα από τα κύρια «επιχειρήματα» που χρησιμοποίησε ο Ν. Χρουστσιόφ απ’ το βήμα του 22ου Συνεδρίου για να δυσφημήσει και καταδικάσει δημόσια το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας, το οποίο δεν του υποτάχτηκε και αντέκρουσε τη ρεβιζιονιστική και προδοτική γραμμή του, και για να βαθύνει έτσι τη διάσπαση στους κόλπους του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος κλπ., κλπ. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι και τώρα οι επιθέσεις κατά της λεγόμενης «προσωπολατρίας» χρησιμεύουν στην ομάδα αποστατών του Ν. Χρουστσιόφ για την παραπέρα εύρυνση της μεγάλης αντεπαναστατικής συνωμοσίας κατά του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και του σοσιαλιστικού στρατοπέδου.
Μιλώντας στην Πούλια το Νοέμβρη του 1956 στις μέρες της αντεπανάστασης στην Ουγγαρία και μόνο μερικούς μήνες μετά το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, όπου ο Ν. Χρουστσιόφ έδωσε τη διαβόητη «μυστική» έκθεση «Σχετικά με την προσωπολατρία του Στάλιν και τις συνέπειές της», ο αποστάτης Τίτο είχε πει πως δεν πρόκειται μόνο για την προσωπολατρία, μα και για το καθεστώς εκείνο που κατέστησε δυνατή την εμφάνισή της, ότι γι’ αυτό πρέπει να αλλάξει ριζικά το ίδιο το κοινωνικό και κρατικό καθεστώς στη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες. Έτσι ο Τίτο ωθώντας τον να προχωρήσει όσο πιο μακρυά στο δρόμο της υπονόμευσης του σοσιαλισμού, αποκάλυψε τα χαρτιά του Ν. Χρουστσιόφ, έβγαλε στη φόρα τους πραγματικούς σκοπούς του, και συγκεκριμένα: τη χρησιμοποίηση της λεγόμενης «πάλης κατά της προσωπολατρίας και των συνεπειών της» για τη δυσφήμηση του σοβιετικού σοσιαλιστικού συστήματος, για τη δικαιολόγηση της γραμμής του αστικού εκφυλισμού του σοσιαλιστικού καθεστώτος που ακολουθεί μ’ επιμονή η προδοτική ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ.
Κείνη την εποχή, για να κρύψουν τα ίχνη, ο Ν. Χρουστσιόφ και οι προπαγανδιστές του αντέκρουσαν όσο για τα μάτια τον Τίτο. Μα τα κατοπινά γεγονότα απέδειξαν κατά τρόπο αναμφισβήτητο ότι η πάλη της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ κατά της «προσωπολατρίας» του Στάλιν στρέφονταν ακριβώς κατά του σοβιετικού σοσιαλιστικού καθεστώτος, είχε σκοπό να δικαιολογήσει τη «ριζική αλλαγή», με άλλα λόγια, τον εκφυλισμό του καθεστώτος αυτού. Έτσι στην ανοιχτή επιστολή της ΚΕ του ΚΚΣΕ της 14 Ιούλη 1963 αναφέρεται ότι όποιος υπερασπίζει το Στάλιν και το έργο του, υπερασπίζει «εκείνο το καθεστώς, εκείνη την ιδεολογία και ηθική, εκείνες τις μορφές και μέθοδες διεύθυνσης που άνθιζαν στην περίοδο της προσωπολατρίας» (οι υπογραμμίσεις είναι της σύνταξης). Επίσης στο τεύχος του Δεκέμβρη 1963 του περιοδικού του ΚΚ Γαλλίας «Λά νουβέλ κριτίκ», το οποίο αφιερώνεται σχεδόν ολόκληρο στο λεγόμενο ζήτημα της «προσωπολατρίας», μεταξύ των άλλων, αναφέρονται και τέτοιες ουσιώδεις πλευρές του σοσιαλιστικού κοινωνικού καθεστώτος, όπως η ύπαρξη του σοσιαλιστικού κράτους που οδηγεί δήθεν χωρίς άλλο σε γραφειοκρατισμό, η ηγεσία ενός μόνου κόμματος, η συγκεντρωτική διεύθυνση της όλης κοινωνικής ζωής κλπ.
Οι επιθέσεις του Τίτο από καιρό, του Ν. Χρουστσιόφ και όλων των ρεβιζιονιστών οπαδών του σήμερα, στρέφονται επίσης ενάντια στις βάσεις της εξωτερικής πολιτικής του Στάλιν, ενάντια σ’ ολόκληρη τη γραμμή του στις σχέσεις μεταξύ των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων και μεταξύ των σοσιαλιστικών χωρών κλπ.
Πρόκειται, λοιπόν, για ένα γενικό ρεβιζιονισμό όλων των απόψεων και του μαρξιστικού - λενινιστικού επαναστατικού έργου του Στάλιν. Γι’ αυτό είναι σπουδαίο καθήκον των μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων, όλων των πραγματικών κομμουνιστών, για τους οποίους είναι ακριβή η υπόθεση της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού, να ξεσκεπάσουν ανήλεα τις επικίνδυνες μανούβρες της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ σε σύνδεση με τη λεγόμενη «πάλη κατά της προσωπολατρίας» και να αποκαλύψουν τους πραγματικούς σκοπούς της, να απορρίψουν τις συκοφαντικές της κατηγορίες κατά του I. Στάλιν και κατά των μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων, να υπερασπίσουν αποφασιστικά και με βάση τις αρχές, τις ιδέες και το επαναστατικό έργο του I. Β. Στάλιν.



ΣΚΟΠΟΣ ΤΩΝ ΡΕΒΙΖΙΟΝΙΣΤΩΝ ΕΙΝΑΙ Η ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΔΙΧΤΑΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ
Ένας από τους βασικούς στόχους των σύγχρονων ρεβιζιονιστών στις απόπειρές τους να εκφυλίσουν και υπονομεύσουν το σοσιαλιστικό καθεστώς, είναι η δυσφήμηση και εξάλειψη της διχτατορίας του προλεταριάτου. Ορμώντας με τις πιο τερατώδικες συκοφαντίες κατά του Στάλιν και χαρακτηρίζοντας την περίοδο της ηγεσίας του σαν «περίοδο κυριαρχίας της τρομοκρατίας, των εγκλημάτων, των αδικιών, των διώξεων, των στρατοπέδων συγκέντρωσης» κλπ., οι ρεβιζιονιστές στην πραγματικότητα επιτίθενται ενάντια στη διχτατορία του προλεταριάτου, προσπαθούν να την παρουσιάσουν σαν τρομοκρατία, σαν αστυνομικό καθεστώς, σαν άρνηση της δημοκρατίας, σαν καθεστώς που πρέπει να εξαλειφθεί το γρηγορότερο.
Στο ζήτημα αυτό οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές, με τον Ν. Χρουστσιόφ επικεφαλής, βαδίζουν στα ίχνη όλων των οπορτουνιστών και αποστατών της εργατικής τάξης, που πάντα τα κύρια χτυπήματά τους τα κατεύθυναν ακριβώς ενάντια στην διχτατορία του προλεταριάτου, που είναι βασικό ζήτημα του μαρξισμού-λενινισμού, το σύνορο που πάντα χώριζε τους μαρξιστές από τους εχθρούς του μαρξισμού. Να συκοφαντήσεις τη διχτατορία του προλεταριάτου και να βαδίσεις στο δρόμο της εξάλειψής της, θα πει να προδώσεις ανοιχτά την υπόθεση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.
Ο I. Β. Στάλιν, σαν πιστός μαθητής και συνεχιστής του έργου του Λένιν, ήταν ακατάβλητος αγωνιστής για την υπεράσπιση και στερέωση του σοσιαλιστικού καθεστώτος ενάντια στους κάθε είδους εχθρούς, για τη διατήρηση πάντα στο απαιτούμενο ύψος και τη στερέωση της διχτατορίας του προλεταριάτου. Τηρούσε την άποψη ότι «το ζήτημα της διχτατορίας του προλεταριάτου είναι, πριν απ’ όλα, το ζήτημα του βασικού περιεχομένου της προλεταριακής επανάστασης», ότι «η προλεταριακή επανάσταση, η κίνησή της, η δομή της, οι νίκες της γίνονται πραγματικότητα μόνο διά μέσου της διχτατορίας του προλεταριάτου», ότι «η διχτατορία του προλεταριάτου είναι το όπλο της προλεταριακής επανάστασης, το όργανό της, το σοβαρότερο στήριγμά της, που δημιουργήθηκε, πρώτο, για να καταπνίξει την αντίσταση των εκμεταλλευτών που ανατράπηκαν και να εδραιώσει τις νίκες που αποκτήθηκαν· δεύτερο, για να οδηγηθεί ως το τέλος η προλεταριακή επανάσταση, για να οδηγηθεί η επανάσταση μέχρι την πλήρη νίκη του σοσιαλισμού». (Βλέπε: Στάλιν, Άπαντα, άλβ. εκδ. τόμ. 6, σ. 111—112). Η ιστορική πείρα όλων των προλεταριακών επαναστάσεων απόδειξε πως κάθε αδυνάτισμα της διχτατορίας του προλεταριάτου, με οποιοδήποτε πρόσχημα κι αν γίνεται, με το πρόσχημα του «φιλελευθερισμού» ή του «εκδημοκρατισμού», συνοδεύτηκε με πολύ επικίνδυνες συνέπειες για τις τύχες της επανάστασης και του σοσιαλισμού. Το παράδειγμα της τιτικής Γιουγκοσλαβίας και τα αντεπαναστατικά γεγονότα του 1956 στην Ουγγαρία, είναι πολύ τυπικά.
Στον Στάλιν ανήκει η μεγάλη τιμή που αντιμετώπισε με επιτυχία όλες τις μηχανορραφίες και συνωμοσίες των εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών της Σοβιετικής Ένωσης και έκαμε στάχτη και κουρνιαχτό τα σχέδιά τους για την παλινόρθωση του καπιταλισμού. Μόνο με την αποφασιστική και θαρραλέα συντριβή των εχθρών όλων των αποχρώσεων, έγινε δυνατή η υπεράσπιση των ιστορικών νικών της επανάστασης και του σοσιαλισμού, η συντριβή των φασιστικών ορδών στη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου και η επίτευξη λαμπρών επιτυχιών στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.
ΟΙ κατηγορίες του Χρουστσιόφ σε σύνδεση με τα λεγόμενα «εγκλήματα» του Στάλιν προκαλούν δικαιολογημένες υποψίες, είναι πλαστές, τα λεγόμενα «στοιχεία» που αναφέρει ο Ν. Χρουστσιόφ είναι κατασκευασμένα και διαστρεβλωμένα. Φυσικά, στα πλαίσια μιας πλατιάς και πολύχρονης πάλης ενάντια στους πολλούς εχθρούς που ήταν υπολείμματα των εκμεταλλευτριών τάξεων, των διαφόρων αντιμαρξιστικών οργανώσεων και ομάδων, τις όποιες σύντριψε το κόμμα, οι πράχτορες του ιμπεριαλισμού, σταλμένοι μαζικά στη Σοβιετική 'Ένωση, την περιτριγυρισμένη απ’ όλες τις μεριές από τα λυσσασμένα κύματα της καπιταλιστικής θάλασσας, στα πλαίσια της σφοδρής και πολύ περίπλοκης αυτής πάλης μπορεί να έγιναν και μερικά λάθη από τα όργανα της διχτατορίας του προλεταριάτου έναντι μεμονωμένων ατόμων. Όμως μόνο οι ορκισμένοι εχθροί της διχτατορίας του προλεταριάτου και του σοσιαλιστικού καθεστώτος μπορούν να βγάλουν αυτό το συμπέρασμα, ότι η περίοδος της ηγεσίας του Στάλιν χαρακτηρίζονταν τάχα από την τρομοκρατία, την άρνηση της δημοκρατίας, τους διωγμούς, τις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, την αβεβαιότητα για τη ζωή και άλλα τέτοια.
Και γιατί τάχα γι’ αυτά τα λεγόμενα «εγκλήματα», και αν αυτά έχουν συμβεί πραγματικά, κατηγορείται μόνον ο Στάλιν, όταν είναι γνωστό ότι στην πάλη κατά των εχθρών του κόμματος και του σοσιαλισμού, τον υποστήριξαν ανεπιφύλαχτα όλοι οι τότε ηγέτες, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Ν. Χρουστσιόφ; Μάλιστα ο Χρουστσιόφ έδειχνε τότε πολύ μεγάλο ζήλο. Μιλώντας στην κομματική συνδιάσκεψη της περιφέρειας της Μόσχας στις 6 Iούνη 1937, είχε πει: «Το κόμμα μας θα καταπνίξει αλύπητα τη συμμορία των προδοτών, θα εξαλείψει από το πρόσωπο της γης όλο το δεξιό τροτσκιστικό ψοφίμι... Εγγύηση γι’ αυτό είναι η ακλόνητη ηγεσία του καθοδηγητή μας, σύντροφου Στάλιν... θα εξοντώσουμε μέχρι τέλους τους εχθρούς, από τον πρώτο ως τον τελευταίο, και θα σκορπίσομε τη στάχτη τους στον αέρα». Στις 8 Ιούνη 1938, στην 4η κομματική συνδιάσκεψη της περιφέρειας του Κιέβου, ο Χρουστσιόφ είπε επίσης: «Οι γιακίροι, οι μπαλίτσκι, οι λιουμπτσένκοι, οι ζατόνσκοι και λοιποί παλιάνθρωποι ήθελαν να φέρουν στην Ουκρανία τους Πολωνούς πάνες, ήθελαν να φέρουν εδώ τους γερμανο - φασίστες, τους τσιφλικάδες και τους καπιταλιστές... Εξοντώσαμε πολλούς εχθρούς, όμως όχι όλους ακόμα. Γι’ αυτό πρέπει νάχουμε τα μάτια ανοιχτά».
’Έτσι μιλούσε κάποτε ο Ν. Χρουστσιόφ. Ενώ τώρα δρα εντελώς διαφορετικά: έκαψε τη σωρό του Στάλιν και σκόρπισε στον αέρα την τέφρα του, ενώ την «προδοτική συμμορία», το «τροτσκιστικό ψοφίμι», εκείνους που «ήθελαν να φέρουν στη Σοβιετική Ένωση τους τσιφλικάδες και καπιταλιστές, τους γερμανο - φασίστες και τους Πολωνούς πάνες» τους αποκατέστησε και τους σήκωσε στο βάθρο των «μαρτύρων» και των «ηρώων», μάλιστα αποφάσισε να τους εγείρει και μνημείο στη Μόσχα.
Ποια είναι τα «θύματα» που παίρνει από υπεράσπισή του ο Ν. Χρουστσιόφ, εμείς οι αλβανοί τα γνωρίζομε πολύ καλά από την ίδια την πείρα μας. Αποκατέστησε και πήρε υπό υπεράσπιση τον αποστάτη Τίτο και τους συντρόφους του, που ανέπτυξαν και αναπτύσσουν αδιάκοπη εχθρική δραστηριότητα κατά του κόμματος και της χώρας μας και οι οποίοι ήταν οι βασικοί οργανωτές του αντεπαναστατικού πραξικοπήματος στην Ουγγαρία (πράγμα που βγαίνει ξεκάθαρα και από την αλληλογραφία του Χρουστσιόφ με τον Τίτο εκείνη την εποχή). Ο Χρουστσιόφ πήρε υπό υπεράσπιση τον προδότη Ίμρε Νάγκι και τους συντρόφους του. Επέμεινε για την αποκατάσταση του Κώτσι Τζώτζε και πήρε υπό υπεράσπιση τους εχθρούς του κόμματος και του λαού μας, τους πράκτορες του ιμπεριαλισμού και της τιτικής κλίκας, όπως τη Λιρί Γκέγκα και Παναγιώτ Πλιάκου και Σία. Ήταν ακριβώς ο Ν. Χρουστσιόφ εκείνος που διέδωσε το σύνθημα ότι η συνωμοσία που οργάνωσαν κατά της ΛΔ της Αλβανίας οι Γιουγκοσλάβοι ρεβιζιονιστές, οι Έλληνες μοναρχοφασίστες και οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές, σε συνεργασία με μερικούς Αλβανούς προδότες έξω και μέσα στη χώρα, το 1961, ήταν επινοημένη, ότι οι συμμετέχοντες σ’ αυτή που κάθισαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου της λαϊκής δικαιοσύνης, ήταν «πατριώτες και τίμιοι αγωνιστές» και τους οποίους στο 22ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ τους πήρε ανοιχτά υπό υπεράσπιση, κατηγορώντας σαν πράχτορες του ιμπεριαλισμού, πουλημένους για 30 αργύρια όχι αυτούς τους προδότες, μα τους ηγέτες του κόμματος και του κράτους μας.
Παίρνοντας υπό υπεράσπιση τους αποστάτες και τους προδότες, ανακηρύσσοντάς τους «μάρτυρες» και «θύματα του Στάλιν», ο Ν. Χρουστσιόφ στην πραγματικότητα δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο του αποστάτη και του προδότη, γι’ αυτό προσπαθεί να ελιχθεί και να καμουφλαριστεί. Έτσι στο λόγο του μπροστά στους συγγραφείς και καλλιτέχνες στις 8 Μάρτη 1963, ο Ν. Χρουστσιόφ είπε ότι αυτός και τα άλλα ηγετικά στελέχη ήταν σε γνώση των συλλήψεων που γίνονταν στον καιρό του Στάλιν, όμως δε γνώριζαν ότι συλλαμβάνονταν αθώοι. Άλλα αν είναι έτσι, τότε γιατί να μη παραδεχτούμε ότι και ο Στάλιν δε γνώριζε ότι συλλαμβάνονταν αθώοι και ότι κάποιος άλλος έκανε όλα αυτά σε άγνοια του Στάλιν και των άλλων ηγετικών στελεχών. Αλλά πως είναι δυνατό ο Ν. Χρουστσιόφ, πρώην γραμματέας της κομματικής οργάνωσης της Μόσχας, που σύμφωνα μ’ αυτόν, υπόφερε περισσότερο από τις άλλες από την «αυθαιρεσία» και τις «παραβιάσεις της νομιμότητας», να μη γνωρίζει γιατί συλλαμβάνονταν οι άνθρωποι της οργάνωσής του και γιατί δε σήκωσε φωνή ενάντια σ’ αυτές τις «αδικίες»; Και πως είναι δυνατό ένας άνθρωπος τόσο «έξυπνος», «ευφυής», όπως ανακήρυξε τώρα το Χρουστσιόφ η ρεβιζιονιστική προπαγάνδα, να μη καταλάβαινε τίποτε, να μη παρατηρούσε όλη αυτή την «τρομοκρατία», όλη αυτή την ατμόσφαιρα της «κατάπνιξης της δημοκρατίας», της «κατάχρησης της εξουσίας», των «διώξεων» και της «αβεβαιότητας» που τάχα βασίλευαν στο κόμμα και στη χώρα; Που «πετούσε» τόσο καιρό αυτός ο «καθοδηγητής», που τώρα προπαγανδίζει ότι πάντα ζούσε με τις μάζες, ήταν πάντα στενά συνδεδεμένος μαζί τους και γνώριζε καλά τις δουλειές και τα προβλήματα των ανθρώπων;
Βγαίνει ξεκάθαρα πως όλος ο θόρυβος του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του, σχετικά με τα λεγόμενα «εγκλήματα» του Στάλιν, είναι μεγάλη μπλόφα και αναίσχυντη συκοφαντία, που σκοπό έχει να δυσφημήσει το σοσιαλιστικό καθεστώς και τη διχτατορία του προλεταριάτου. Από την άλλη, αν όλα αυτά που λέει ο Χρουστσιόφ θα ήταν αληθινά, τότε αυτό δε μπορούσε να μη το γνώριζαν και ο Χρουστσιόφ, ο Μικογιάν, ο Σουσλόφ κλπ, που βρίσκονταν στην ηγεσία, και παρουσίαζαν τα ζητήματα στο Στάλιν, επομένως αυτοί πρέπει να λογοδοτήσουν και να καταδικαστούν σαν συνένοχοι για τα «εγκλήματα» που αναφέρουν και για ολόκληρη τη βαριά κατάσταση που τάχα είχε δημιουργηθεί στο Κομμουνιστικό κόμμα και σ’ ολόκληρη τη σοβιετική χώρα.
Επιθυμούμε να αναφέρομε εδώ και ένα άλλο γεγονός: Στην απόφαση της ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΣΕ του Ιούλη του 1953 σχετικά με την υπόθεση Μπέρια, λέγεται ότι «Από τότε που ζούσε ο Στάλιν και με τη συμμετοχή του» η ΚΕ του ΚΚΣΕ, στις 4 Δεκέμβρη 1952, πήρε απόφαση «Σχετικά με την κατάσταση στο 'Υπουργείο Κρατικής ’Ασφάλειας», στην οποία τονίζονταν ότι πρέπει να μπει αποφασιστικά τέλος στην έλλειψη ελέγχου πάνω στα όργανα του Υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας και να τεθεί η δουλειά τους στο κέντρο και στη βάση κάτω από τον συνεχή και συστηματικό έλεγχο του κόμματος». Επομένως βγαίνει ξεκάθαρα πως ο Στάλιν, και στα τελευταία χρόνια της ζωής του, όταν, σύμφωνα με τον Χρουστσιόφ, η λατρεία και η αυθαιρεσία του είχαν φτάσει το κατακόρυφο, ήταν αποφασιστικός αντίπαλος της αυθαιρεσίας και ζητούσε την εγκαθίδρυση ελέγχου του κόμματος πάνω στα όργανα της ασφάλειας. Πως συμβιβάζεται αυτό με τις τερατώδικες συκοφαντίες του Χρουστσιόφ κατά του Στάλιν;
Η υποκριτική και προδοτική φυσιογνωμία του Ν. Χρουστσιόφ φαίνεται καθαρά και σε ένα άλλο ζήτημα. Στην ίδια ολομέλεια του Ιούλη του 1953, σε σύνδεση με το ζήτημα του Μπέρια, λέγεται ότι «τις τελευταίες μέρες ανακαλύφτηκαν τα εγκληματικά σχέδια του Μπέρια για να αποκαταστήσει μέσω των πραχτόρων του προσωπικές σχέσεις με τον Τίτο και τον Ράνκοβιτς στη Γιουγκοσλαβία». Αυτό για κείνη την εποχή αποτελούσε μια από τις βαρύτερες κατηγορίες κατά του Μπέρια. Μα τώρα, που ο Ν. Χρουστσιόφ αποκατέστησε όχι μόνο «προσωπικές σχέσεις» με τον Τίτο και τον Ράνκοβιτς, αλλά ενώθηκε και έγινε ένα μ’ αυτούς, αυτό πως να το ονομάσομε; Αν η πράξη του Μπέρια αποτελεί καταδικάσιμη ένοχη, τότε μαζί μ’ αυτόν πρέπει να καταδικαστεί και ο Ν. Χρουστσιόφ, μάλιστα πρέπει να καταδικαστεί ακόμη βαρύτερα, γιατί ο Μπέρια είχε μόνο σχέδια, ενώ ο Χρουστσιόφ εφάρμοσε πλέρια αυτά τα σχέδια.
Εκείνος που υπερασπίζει το Στάλιν και το έργο του, λέγεται στην ανοιχτή επιστολή της ΚΕ του ΚΚΣΕ της 14 Ιούλη 1963, υπερασπίζει το καθεστώς που υπήρχε στον καιρό του Στάλιν. Ενώ στην επιθεώρηση του ΚΚ Γαλλίας «Λά νουβέλ κριτίκ» λέγεται ακόμα πιο ξεκάθαρα: «δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η κατάσταση και η στρουχτούρα της ΕΣΣΔ έκαναν δυνατή τη λατρεία» (Βλέπε τεύχος του Δεκέμβρη 1963 σ. 61). Εκεί λέγεται, επίσης, ότι «η σοβιετική κοινωνία είναι κληρονόμος (άθελα!) μιας κοινωνίας, της οποίας η κρατική δραστηριότητα περιέχει μια παλιά παράδοση αστυνομικής αυθαιρεσίας και τρομοκρατίας. Ο «Ιβάν ο Τρομερός» και ο «Πέτρος ο Μέγας» μαζί με τον «Μπορίς Γκοντουνόφ» και πολλά άλλα έργα είναι πνευματικοί μάρτυρες αυτού του γεγονότος» (σ. 27). Είναι ξεκάθαρο πως κάτι πρέπει ν’ αλλάξει σ’ αυτή τη σοβιετική κοινωνία, που τάχα κληρονόμησε την «αστυνομική αυθαιρεσία» και τις «μέθοδες τρομοκρατίας» από τα προηγούμενα αντιλαϊκά καθεστώτα των τσάρων. Επομένως, πρέπει ν’ αλλάξει το καθεστώς και η στρουχτούρα που υπήρχαν στον καιρό του Στάλιν, δηλ. το καθεστώς της διχτατορίας του προλεταριάτου.
Και σε τι κατεύθυνση πρέπει να γίνουν αυτές οι αλλαγές;
Οι ρεβιζιονιστές ζητούν τη «φιλελευθεροποίηση» του σοσιαλιστικού καθεστώτος. Ακριβώς το σύνθημα της «φιλελευθεροποίησης» έγινε σήμερα η κύρια άποψη στις απόπειρες των εχθρών του σοσιαλισμού για τον εκφυλισμό και την εξάλειψη του σοσιαλιστικού καθεστώτος. Είναι γεγονός ότι ακριβώς κάτω απ’ αυτό το σύνθημα διεξήχθηκε το αντεπαναστατικό πραξικόπημα του 1956 στην Ουγγαρία, ότι η «φιλελευθεροποίηση» είναι το βασικό αίτημα και όρος που θέτουν σήμερα στην ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ και τους ρεβιζιονιστές οπαδούς της σε μερικές άλλες σοσιαλιστικές χώρες οι ιμπεριαλιστές, σαν ανταμοιβή για τη λεγόμενη «ειρηνική συνύπαρξη». Κάτω από το σύνθημα της «φιλελευθεροποίησης», οι ρεβιζιονιστές και οι ιμπεριαλιστές ζητούν ελευθερία δράσης για τους ταξικούς εχθρούς, για τους αντίπαλους του σοσιαλισμού, και η διχτατορία του προλεταριάτου είναι το βασικό εμπόδιο γι’ αυτό. Για τους εχθρούς της τάξης και του σοσιαλισμού, κάτω από οποιαδήποτε μάσκα και ετικέτα κι αν κρύβονται, δεν υπάρχει και δε μπορεί να υπάρχει ούτε ελευθερία, ούτε δημοκρατία στις συνθήκες της διχτατορίας του προλεταριάτου. Ο Στάλιν σαν ακλόνητος μαρξιστής - λενινιστής που ήταν, τήρησε πάντα πιστά τα σοβαρά αυτά διδάγματα του Λένιν.
Τώρα οι ρεβιζιονιστές, με την ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ επικεφαλής, δείχνουν πάντα πιο ανοιχτά ότι ο πραγματικός αντικειμενικός σκοπός τους είναι ακριβώς η εξάλειψη της διχτατορίας του προλεταριάτου. «Κάθε ταξικό κράτος, - λέγει το προαναφερόμενο τεύχος της επιθεώρησης «Λά νουβέλ κριτίκ», - εμπεριέχει την αρχή της θρησκείας του και της λατρείας του» (σ. 5). Αλλά είναι γνωστό πως και η διχτατορία του προλεταριάτου είναι, επίσης, ταξικό κράτος. Επομένως, σύμφωνα με τη λογική των ρεβιζιονιστών προκύπτει ότι η βάση για τη γέννηση της προσωπολατρίας στο σοσιαλισμό υπάρχει στην ίδια την ύπαρξη του ταξικού σοσιαλιστικού κράτους, δηλ. της διχτατορίας του προλεταριάτου, και ότι, κατά συνέπεια, ο κίνδυνος της προσωπολατρίας μπορεί να εξαφανισθεί μόνο με την εξάλειψη της διχτατορίας του προλεταριάτου.
Και να, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ, στο 22ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, κήρυξε το «ξεπέρασμα» της διχτατορίας του προλεταριάτου στην ΕΣΣΔ και τη μετατροπή του σοσιαλιστικού σοβιετικού κράτους σε «παλλαϊκό κράτος». Ενώ οι Γάλλοι ρεβιζιονιστές, στηριζόμενοι σ’ αυτή την «καινούργια δημιουργική ανάπτυξη» του μαρξισμού, αντικατέστησαν τη μαρξιστική - λενινιστική θέση σχετικά με τη διχτατορία του προλεταριάτου με την ορολογία «προσωρινή» διχτατορία του προλεταριάτου. (Βλέπε άρθρο «Διχτατορία του προλεταριάτου», που δημοσιεύτηκε στην «Ούμενιτέ», ημερομ. 23 Μάρτη 1964). Μεταξύ των άλλων, στο άρθρο αυτό αναφέρεται: «Οι ιδρυτές του επιστημονικού σοσιαλισμού έδειξαν πάντα ότι η διχτατορία του προλεταριάτου ήταν μεταβατική περίοδος, επομένως ήταν προσωρινή από την ίδια τη φύση της. Η σοβιετική πείρα έδειξε συγκεκριμένα πως η διχτατορία του προλεταριάτου παραχωρεί τη θέση στο παλλαϊκό κράτος. Για μια χώρα όπως η Γαλλία επιτρέπεται να αναγνωρίσει κανείς ότι η προσωρινή αυτή περίοδος μπορεί να είναι πολύ συντομότερη, ιδιαίτερα χάρη στα χτυπήματα που δόθηκαν τώρα πια στην παγκόσμια αστική τάξη» (υπογράμμιση της σύνταξης). Και τι χρειάστηκε όλο αυτό στους ρεβιζιονιστές ηγέτες του ΚΚ Γαλλίας; Στο προαναφερόμενο άρθρο λέγεται πως, επειδή και οι σοσιαλιστές εκφράστηκαν ακριβώς για μια προσωρινή διχτατορία του προλεταριάτου, αυτό δείχνει ότι «μια προσέγγιση μεταξύ κομμουνιστών και σοσιαλιστών είναι μπορετή, περιλαβαίνοντας και μερικά ιδεολογικά προβλήματα».
Επομένως, οι θέσεις των σύγχρονων ρεβιζιονιστών για την «προσωρινή» διχτατορία του προλεταριάτου και για το «παλλαϊκό κράτος» είναι μεγάλη παραχώρηση αρχών που κάνουν στους αποστάτες και προδότες της εργατικής τάξης - τους δεξιούς σοσιαλδημοκράτες ηγέτες, στην ίδια την ιμπεριαλιστική αστική τάξη. Όχι μάταια όλοι τους χαιρέτισαν με ικανοποίηση τη «φιλελευθεροποίηση» του σοσιαλιστικού καθεστώτος στη ΣΕ και στις άλλες χώρες όπου στην εξουσία βρίσκονται οι ρεβιζιονιστές.
Και στην πραγματικότητα η μετατροπή του σοβιετικού κράτους σε «παλλαϊκό κράτος», που στην ουσία θα πει εξάλειψη της διχτατορίας του προλεταριάτου, είναι μεγάλη προδοσία απέναντι στην υπόθεση του σοσιαλισμού.
Πριν απ’ όλα, αυτό βρίσκεται σε κατάφωρη αντίθεση με τα διδάγματα των ιδρυτών του μαρξισμού - λενινισμού, οι οποίοι τόνισαν με τη μεγαλύτερη σαφήνεια ότι η διχτατορία του προλεταριάτου είναι απαραίτητη «για ολόκληρη την ιστορική περίοδο που χωρίζει τον καπιταλισμό από την αταξική κοινωνία, από τον κομμουνισμό». (Β. I. Λένιν, Άπαντα, άλβ. έκδ., τόμ. 25, σ. 488). και στο δεύτερο πρόγραμμα του ΚΚΣΕ (μπ.), που σύνταξε ο Λένιν, αναφέρεται με τη μεγαλύτερη σαφήνεια ότι: «σε αντίθεση με την αστική δημοκρατία, που αποκρύπτει τον ταξικό χαρακτήρα του κράτους της, η σοβιετική εξουσία παραδέχεται ανοιχτά το αναπόφευκτο του ταξικού χαρακτήρα κάθε κράτους, εφόσον δεν θα έχει εξαλειφθεί πλέρια ο χωρισμός της κοινωνίας σε τάξεις και, μαζί μ’ αυτό και κάθε κρατική εξουσία» (υπογραμμισμένο από τη σύνταξη). Φαίνεται ανοιχτά ότι η θέση του νέου, ρεβιζιονιστικού προγράμματος του ΚΚΣΕ πως «η διχτατορία της εργατικής τάξης παύει να είναι αναγκαία πριν σβήσει το κράτος», πως, κατά συνέπεια, το σοβιετικό κράτος έχασε τον ταξικό του χαρακτήρα και μετατράπηκε σε «παλλαϊκό κράτος», είναι ανοιχτή απομάκρυνση από το μαρξισμό - λενινισμό. Φαίνεται καθαρά ότι οι ρεβιζιονιστές αποπειρώνται να διαστρεβλώσουν και να πλαστογραφήσουν τους κλασσικούς του μαρξισμού - λενινισμού, όταν λένε πως αυτοί τάχα θεωρούσαν αναγκαία τη διχτατορία του προλεταριάτου ως την εξαφάνιση των εκμεταλλευτριών τάξεων και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, δηλ. μόνο για το πρώτο στάδιο της κομμουνιστικής κοινωνίας, ενώ τα λόγια για την αναγκαιότητα της διχτατορίας του προλεταριάτου ως την αταξική κοινωνία — τον κομμουνισμό — τάχα τους διέφυγαν τυχαία και είναι ανακριβείς εκφράσεις (!). Αυτό θυμίζει τους ισχυρισμούς των παλιών ρεβιζιονιστών, του Μπερνστάϊν, του Καούτσκι και Σία, οι οποίοι έλεγαν πως τάχα η ορολογία «διχτατορία του προλεταριάτου» είχε διαφύγει τυχαία του Μαρξ και του Ένγκελς και ότι η ιδέα αυτή δεν έπιανε καμιά σημαντική θέση στις απόψεις τους, ισχυρισμοί τους όποιους ξεσκέπασε με τον πιο ανελέητο τρόπο ο Λένιν. Τα γεγονότα αποδείχνουν ότι οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές με επικεφαλής τον Ν. Χρουστσιόφ, σαν άξιοι μαθητές του Μπερνστάϊν και Καούτσκι, βαδίζουν στον ίδιο δρόμο της πλαστογράφησης του μαρξισμού.
Όπως μας διδάσκει ο μαρξισμός - λενινισμός και όπως το επαληθεύει η καθημερινή ζωή, η διχτατορία του προλεταριάτου είναι απαραίτητη μέχρι την πλήρη νίκη του κομμουνισμού για μια σειρά σοβαρούς λόγους:
Πρώτο, στις σοσιαλιστικές χώρες, περιλαβαίνοντας και τη Σοβιετική Ένωση, υπάρχουν τα υπολείμματα των εκμεταλλευτριών τάξεων που ανατράπηκαν, γιατί εξάλειψη των εκμεταλλευτών σαν τάξη καθόλου δεν θα πει σωματική εξάλειψή τους. Έκτος τούτου, υπάρχουν τα υπολείμματα του καπιταλισμού στη συνείδηση των ανθρώπων, που αποτελούν ευνοϊκό έδαφος για τη γέννηση, σε καθορισμένες συνθήκες, των διαφόρων αντισοσιαλιστικών στοιχείων. Εφόσον υπάρχει ο ιμπεριαλισμός, ο όποιος υποστηρίζει, τροφοδοτεί και υποκινεί το εχθρικό στοιχείο και τις αντισοσιαλιστικές τάσεις στις χώρες του σοσιαλισμού, στις χώρες αυτές είναι αναπότρεπτος ο ταξικός αγώνας και στις συνθήκες αυτές, για να διεξαχθεί με επιτυχία η πάλη για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, είναι απαραίτητη η διχτατορία του προλεταριάτου. Επομένως, κλείνοντας τα μάτια μπροστά στο γεγονός της ταξικής πάλης και εξαλείφοντας τη διχτατορία του προλεταριάτου, η ρεβιζιονιστική ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ ανοίγει το δρόμο στην υπονομευτική δράση του ταξικού εχθρού, των διαφόρων αντισοσιαλιστικών στοιχείων και των πραχτόρων του ιμπεριαλισμού.
Δεύτερο, η διχτατορία του προλεταριάτου είναι απαραίτητη ώσπου να εξασφαλισθεί η τελική νίκη του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, ώσπου να εξαφανισθεί τελικά ο κίνδυνος της παλινόρθωσης του καπιταλισμού. Οι διαβεβαιώσεις του Ν. Χρουστσιόφ πως τώρα πια «ο κίνδυνος της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στη Σοβιετική Ένωση αποκλείεται», δεν έχουν καμιά βάση, είναι μπλόφα. Στην πραγματικότητα ο κίνδυνος της παλινόρθωσης του καπιταλισμού υπάρχει σε κάθε σοσιαλιστική χώρα, χωρίς να εξαιρείται η Σοβιετική 'Ένωση, και ο κίνδυνος αυτός προέρχεται όχι μόνο από τις πιθανές επιθέσεις του ιμπεριαλισμού, αλλά και από το ρεβιζιονισμό, που προσπαθεί να εκφυλίσει το σοσιαλισμό. ’Όχι μόνο το παράδειγμα της τιτικής Γιουγκοσλαβίας, αλλά κυρίως το γεγονός ότι η ρεβιζιονιστική ομάδα του Χρουστσιόφ μπόρεσε να αρπάξει την ηγεσία στη Σοβιετική Ένωση και στο ΚΚΣΕ, δείχνει ξεκάθαρα ότι ο κίνδυνος της παλινόρθωσης του καπιταλισμού διά μέσου του αστικό - φιλελεύθερου εκφυλισμού του σοσιαλιστικού καθεστώτος, είναι σήμερα πραγματικός κίνδυνος. Η εξάλειψη της διχτατορίας του προλεταριάτου από την ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ εξυπηρετεί ακριβώς αυτόν τον προδοτικό σκοπό.
Τρίτο, η διχτατορία του προλεταριάτου είναι απαραίτητη ως την πλήρη οικοδόμηση του κομμουνισμού, εφόσον ακόμη θα υπάρχουν ταξικές διακρίσεις και διαφορές ανάμεσα στο χωριό και την πόλη και ανάμεσα στη διανοητική εργασία και τη χειροναχτική εργασία. Στις συνθήκες αυτές, για να οδηγηθεί η κοινωνία μπροστά προς τον κομμουνισμό, είναι απαραίτητη η καθοδήγηση της εργατικής τάξης και είναι γνωστό ότι η εργατική τάξη ασκεί τον καθοδηγητικό ρόλο της στη σοσιαλιστική κοινωνία, πριν απ' όλα και κυρίως, διά μέσου του κράτους της διχτατορίας του προλεταριάτου και του προλεταριακού κόμματος. Οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές με σκοπό να δυσφημήσουν την ιδέα της διχτατορίας του προλεταριάτου, διαστρεβλώνουν τη μαρξιστική - λενινιστική έννοιά της, στενεύοντάς την και ανάγοντάς την μόνο στη βία. Ενώ ο Λένιν και ο Στάλιν τόνισαν πολλές φορές ότι η διχτατορία του προλεταριάτου δεν είναι μόνο βία, μάλιστα δεν είναι αποκλειστικά βία, αλλά και ιδιαίτερη μορφή της συμμαχίας της εργατικής τάξης με την αγροτιά και με τα άλλα εργαζόμενα στρώματα, κάτω από την καθοδήγηση της εργατικής τάξης, στην πάλη για την οικοδόμηση της αταξικής κομμουνιστικής κοινωνίας. Διχτατορία του προλεταριάτου, γράφει ο Β. I. Λένιν στη μπροσούρα «Μεγάλη πρωτοβουλία», θα πει ότι «μόνο μια καθορισμένη τάξη, ακριβώς οι εργάτες της πόλης, και γενικά οι εργάτες των εργοστασίων, οι βιομηχανικοί εργάτες, είναι σε θέση να καθοδηγήσουν όλη τη μάζα των εργαζομένων και των εκμεταλλευόμενων στην πάλη για την ανατροπή του ζυγού του κεφαλαίου, στο προτσές της ίδιας αυτής ανατροπής, στην πάλη για τη διατήρηση και τη στερέωση αυτής της νίκης, στη δουλειά για τη δημιουργία του νέου κοινωνικού καθεστώτος, του σοσιαλιστικού καθεστώτος σ' ολόκληρο τον αγώνα για την πλήρη εξάλειψη των τάξεων». (Άπαντα, ρωσσ. εκδ., τόμ. 29, σ. 387). Και ακριβώς εδώ, με τη μεγαλύτερη σαφήνεια, ο Λένιν βάζει σε φως ότι η πλήρης εξάλειψη των τάξεων απαιτεί όχι μόνο την εξάλειψη κάθε ατομικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα παραγωγής αλλά και την εξαφάνιση της διαφοράς, τόσο ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, όσο και ανάμεσα στους ανθρώπους της χειρωνακτικής εργασίας και τους ανθρώπους της διανοητικής εργασίας. (Στο ίδιο, σ. 388). Κηρύσσοντας την εξάλειψη της διχτατορίας του προλεταριάτου και τη μετατροπή του σοβιετικού κράτους σε «παλλαϊκό κράτος», η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ υπονομεύει έτσι τον ηγετικό ρόλο της εργατικής τάξης, χωρίς τον οποίο η οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας δεν είναι μπορετή.
Απ’ όλα αυτά βγαίνει ξεκάθαρα πως πίσω από τη λεγόμενη «πάλη κατά της προσωπολατρίας του Στάλιν» κρύβονται οι πραγματικοί σκοποί της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ για να δυσφημήσει και εξαλείψει με κάθε μέσο τη διχτατορία του προλεταριάτου, για να υπονομεύσει έτσι όλο το σοσιαλιστικό καθεστώς.




ΟΙ ΡΕΒΙΖΙΟΝΙΣΤΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΕΚΦΥΛΙΣΟΥΝ ΚΑΙ
ΝΑ ΕΞΑΛΕΙΨΟΥΝ ΤΟ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ
Παράλληλα με τις προσπάθειες για τη δυσφήμηση και την εξάλειψη της διχτατορίας του προλεταριάτου, οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές, μ’ επικεφαλής την ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ, μεταχειρίζονται την «πάλη κατά της προσωπολατρίας του Στάλιν» σαν προπέτασμα καπνού, πίσω απ’ το οποίο κρύβουν τις προσπάθειές τους να εξαλείψουν τα επαναστατικά κόμματα της εργατικής τάξης, να αφαιρέσουν απ’ αυτά το πνεύμα της προλεταριακής κομματικότητας, για να τα εκφυλίσουν σε «αστικά κόμματα της εργατικής τάξης».
Ο I. Β. Στάλιν, σαν συνεπής μαρξιστής, επαναστάτης και πιστός μαθητής του Λένιν, υπεράσπισε και ανέπτυξε παραπέρα τα λενινιστικά διδάγματα, σχετικά με το προλεταριακό κόμμα νέου τύπου, σχετικά με την αναγκαιότητα της καθοδήγησής του τόσο στον επαναστατικό αγώνα της εργατικής τάξης για την ανατροπή του καπιταλισμού και την εγκαθίδρυση της διχτατορίας του προλεταριάτου, όσο και στην πάλη για την περιφρούρηση και το δυνάμωμα της σοσιαλιστικής εξουσίας, για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.
Τόνιζε ότι η νίκη της προλεταριακής επανάστασης, η νίκη της διχτατορίας του προλεταριάτου, δε μπορεί να επιτευχθεί χωρίς το επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου, απαλλαγμένο απ’ τον οπορτουνισμό, αδιάλλαχτο απέναντι στους ανθρώπους του συμβιβασμού και τους συνθηκολόγους, επαναστατικό απέναντι στη μπουρζουαζία και στην κρατική της εξουσία. Τόνιζε, επίσης, ότι τέτοιο κόμμα δε μπορεί να είναι ένα συνηθισμένο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, βουτηγμένο χωρίς ελπίδα σωτηρίας στο βόρβορο του οπορτουνισμού, που ονειρεύεται μόνο «κοινωνικές μεταρρυθμίσεις» μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού καθεστώτος και που φοβάται την επανάσταση. Ένα τέτοιο κόμμα μπορεί να είναι μόνο το κόμμα νέου τύπου, το μαρξιστικό - λενινιστικό κόμμα, το κόμμα της κοινωνικής επανάστασης, ικανό να προπαρασκευάσει το προλεταριάτο για αποφασιστικές συγκρούσεις με τη μπουρζουαζία και να οργανώσει τη νίκη της προλεταριακής επανάστασης. Για την κατάχτηση της νίκης του προλεταριάτου στον επαναστατικό αγώνα, λέγει Ο I. Β. Στάλιν, προκύπτει η απαραίτητη ανάγκη «ενός νέου κόμματος, ενός μαχητικού κόμματος, ενός επαναστατικού κόμματος, αρκετά τολμηρού να οδηγήσει τους προλεταρίους στον αγώνα για την εξουσία, αρκετά δοκιμασμένου να τους προσανατολίσει στις περίπλοκες συνθήκες της επαναστατικής κατάστασης και αρκετά ευκίνητο για να αποφεύγει τις υφάλους στο δρόμο που οδηγεί προς το σκοπό. Χωρίς ένα τέτοιο κόμμα ούτε καν μπορεί να σκεφτεί κανείς για την ανατροπή του ιμπεριαλισμού, για την εγκαθίδρυση της διχτατορίας του προλεταριάτου. Αυτό το νέο κόμμα είναι το κόμμα του λενινισμού» (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, έκδ. στην αλβανική, τόμ. 6, σελ. 174).
Ο I. Στάλιν έβαζε σε φως ότι το επαναστατικό κόμμα χρειάζεται ακόμη περισσότερο στην εργατική τάξη μετά την κατάληψη της εξουσίας, στις συνθήκες της διχτατορίας του προλεταριάτου. Τηρούσε αποφασιστικά τα διδάγματα του μεγάλου Λένιν ότι «η διχτατορία του προλεταριάτου είναι σφοδρή πάλη, αιματηρή και αναίμαχτη, βίαιη και ειρηνική, στρατιωτική και οικονομική, διαπαιδαγωγητική και διοικητική ενάντια στις δυνάμεις και τις παραδόσεις της παλιάς κοινωνίας», ότι «χωρίς ένα κόμμα σιδερένιο και σφυρηλατημένο στον αγώνα, χωρίς ένα κόμμα που να έχει την εμπιστοσύνη όλου του τίμιου στοιχείου που έχει η εν λόγω τάξη, χωρίς ένα κόμμα που να ξέρει να καταλαβαίνει την ψυχική κατάσταση της μάζας και να επιδράει σ’ αυτή, είναι αδύνατο να διεξαχθεί μ’ επιτυχία ο αγώνας αυτός». (Β. I. Λένιν, Άπαντα, έκδ. στην αλβανική, τόμ. 31, σελ. 33). Στηριζόμενος στα διδάγματα του Λένιν, ο Ι. Στάλιν τόνιζε ότι η καθοδήγηση ενός μόνου κόμματος, του μαρξιστικού - λενινιστικού επαναστατικού κόμματος, είναι απαραίτητος όρος για την ύπαρξη της διχτατορίας του προλεταριάτου και για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας - του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Έλεγε ότι «η διχτατορία του προλεταριάτου μπορεί να ασκηθεί μόνο διά μέσου του κόμματος, σαν ιθύνουσα δύναμή της», ότι «η διχτατορία του προλεταριάτου μπορεί να είναι πλήρης μόνο σε περίπτωση που την καθοδηγεί ένα κόμμα, το κόμμα των κομμουνιστών, το οποίο δε μοιράζει και δεν πρέπει να μοιράζει την ηγεσία με άλλα κόμματα». (Ι. Β. Στάλιν, Άπαντα, έκδ. στην αλβανική, τόμ 10, σελ. 97).
Στον Ι. Β. Στάλιν ανήκει η μεγάλη ιστορική αρετή που, μετά το θάνατο του Λένιν, σε αδιάλλαχτη πάλη με τους διάφορους εχθρούς του λενινισμού, διαφύλαξε και δυνάμωσε τη μπολσεβίκικη ενότητα του κόμματος, έδωσε εξέχουσα συμβολή για την ανάπτυξη και την παραπέρα σφυρηλάτηση του κόμματος του Λένιν στη δύσκολη πάλη για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού και για την υπεράσπιση της σοσιαλιστικής πατρίδας απ’ την ιμπεριαλιστική επιδρομή. Ακριβώς με την καθοδήγηση του I. Στάλιν, το ΚΚΣΕ, το ένδοξο κόμμα των μπολσεβίκων, έγινε λαμπρό παράδειγμα και πηγή έμπνευσης για τους κομμουνιστές σ’ όλο τον κόσμο.
Οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές, επιτιθέμενοι αναίσχυντα ενάντια στον I. Στάλιν και στο έργο του, κατευθύνουν τα χτυπήματά τους, πρώτα απ’ όλα ενάντια στη λενινιστική θέση, που υπεράσπισε αποφασιστικά ο Στάλιν, σχετικά με την αναγκαιότητα της καθοδήγησης του μαρξιστικού-λενινιστικού κόμματος στην πάλη της εργατικής τάξης για την ανατροπή του καπιταλισμού και στην περίοδο της οικοδόμησης του Σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Έτσι, στο τεύχος του Δεκέμβρη 1963 του περιοδικού «Λά νουβέλ κριτίκ» (σελ. 14), «εξηγώντας» τα αίτια της γέννησης της «προσωπολατρίας» στη Σοβιετική Ένωση, μεταξύ των άλλων αναφέρεται: «το σοβιετικό κράτος χρειάστηκε να πάρει μια πολύ συγκεντρωτική μορφή... Ο ίδιος αυτός ο συγκεντρωτικός κρατικός μηχανισμός βρίσκονταν υπό την πολιτική διεύθυνση ενός μόνου κόμματος, γιατί το πέρασμα του μηχανισμού του μενσεβίκικου κόμματος και του σοσιαλιστικού - επαναστατικού κόμματος (των εσέρων - Σημ. Σύνταξης) με το μέρος της ένοπλης επέμβασης και κατά συνέπεια, η απαγόρευσή τους απ’ τους πρώτους κιόλας μήνες της επανάστασης κατέστησαν αδύνατη την άσκηση της σοβιετικής εξουσίας υπό τη μορφή ενός καθεστώτος με πολλά κόμματα, όπως ήταν αυτό στους πρώτους μήνες της επανάστασης» (υπογράμμιση απ’ τη Σύνταξη). Φαίνεται καθαρά ότι η ύπαρξη και η καθοδήγηση ενός μόνου κόμματος - του Μπολσεβίκικου Κόμματος - θεωρείται απ’ τους ρεβιζιονιστές σαν ένα δυστύχημα, έστω και αν αυτό επιβλήθηκε και από τις ιστορικές συνθήκες κείνης της εποχής, δυστύχημα το οποίο χρησίμευσε σαν ένα απ’ τα κύρια αίτια για τη γέννηση της «προσωπολατρίας του Στάλιν» στη Σοβιετική Ένωση. Επίσης στο σχέδιο απόφασης για το 17 Συνέδριο του Κ.Κ. Γαλλίας αναφέρεται ανοιχτά ότι το κόμμα αυτό (διάβασε: η ρεβιζιονιστική ηγεσία του) «...απέρριψε την ιδέα πως η ύπαρξη ενός μόνου κόμματος είναι απαραίτητος όρος για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Η ιδέα αυτή, την οποία υπερασπίζονταν ο Στάλιν αποτελούσε μια καταχρηστική γενίκευση των ειδικών συνθηκών στις οποίες διεξήχθηκε η Οχτωβριανή Επανάσταση. Η κατοπινή πείρα αποδείχνει ότι οι κοινοί αντικειμενικοί σκοποί των κομμάτων, που αντιπροσωπεύουν τις εργαζόμενες τάξεις των πόλεων και των χωριών, οδηγούν σε όλο και πιο βαθύτερη ενότητα για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας».
Στο άρθρο μας της 7.4.1964 με τίτλο «Οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές στο δρόμο του σοσιαλδημοκρατικού εκφυλισμού και της συγχώνευσης με τη σοσιαλδημοκρατία», εξηγήσαμε λεπτομερειακά ότι, για να κρύψουν τα ίχνη, οι ρεβιζιονιστές σκόπιμα ανακατεύουν δυο διαφορετικά προβλήματα: το πρόβλημα της αναγκαιότητας της ηγεσίας ενός μόνου κόμματος - του μαρξιστικού κόμματος - στη σοσιαλιστική επανάσταση και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, με το πρόβλημα της ύπαρξης ενός ή πολλών κομμάτων στις συνθήκες του σοσιαλιστικού καθεστώτος. Ο Στάλιν δεν αρνούνταν καθόλου το ενδεχόμενο της ύπαρξης πολλών κομμάτων στις σοσιαλιστικές χώρες, πράγμα που έχει πραγματοποιηθεί σε διάφορες χώρες της λαϊκής δημοκρατίας ακριβώς την εποχή του Στάλιν, ενώ την ύπαρξη ενός μόνου κόμματος στην ΕΣΣΔ την εξηγούσε με τις συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες στις οποίες διεξήχθηκε η σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία, (βλέπε, λόγου χάρη, τη συνομιλία του Στάλιν με την πρώτη αμερικάνικη εργατική αντιπροσωπεία, τόμ. 10). Μα σαν μαρξιστής - λενινιστής με αρχές, ο Στάλιν τόνιζε ότι μόνο υπό την καθοδήγηση ενός κόμματος - του επαναστατικού μαρξιστικού -λενινιστικού κόμματος, μπορεί να διεξαχθεί μ’ επιτυχία η προλεταριακή επανάσταση και να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός, γιατί το προλεταριακό μαρξιστικό κόμμα δε μοιράζει και δεν πρέπει να μοιράζει την ηγεσία με άλλα κόμματα.
Είναι κατανοητά τα μέτρα που προτείνουν οι Γάλλοι ρεβιζιονιστές για ν’ «αποφευχθεί» στο μέλλον η γέννηση της «προσωπολατρίας» και η «καταπάτηση της δημοκρατίας» στη Γαλλία, όταν αυτή θα μπει στο δρόμο του σοσιαλισμού. Μεταξύ αυτών, το περιοδικό «Λά νουβέλ κριτίκ» αναφέρει: «...να ανοιχτεί η προοπτική μιας συμμαχίας μεταξύ των δημοκρατικών κομμάτων ως την εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού και την οικοδόμησή του, με την ενδεχόμενη χρησιμοποίηση των δημοκρατικών μορφών που κληρονομήθηκαν από το παρελθόν, μα που είναι ικανές να λάβουν ένα νέο λαϊκό περιεχόμενο (η βουλή, λόγου χάρη). Αυτό σημαίνει να προπαρασκευάσεις από τώρα κιόλας μερικές απ’ τις πιο αποτελεσματικές εγγυήσεις κατά των πιθανών αποπειρών κατάχρησης της εξουσίας, ή γραφειοκρατικών παρεκκλίσεων σε τούτους ή εκείνους τους ανθρώπους» (σελ. 51—52).
Εμείς και στα προηγούμενα άρθρα μας βάλαμε σε φως ότι μια τέτοια άποψη, που αρνείται την αναγκαιότητα του ηγετικού ρόλου του επαναστατικού μαρξιστικού - λενινιστικού κόμματος και που από καιρό προπαγανδίζεται μεγαλόφωνα από την τιτική κλίκα και από τη ρεβιζιονιστική ηγεσία του ΚΚ Ιταλίας μ’ επικεφαλής τον Π. Τολιάτι, αποσκοπεί στον πλήρη ιδεολογικό και οργανωτικό εκφυλισμό και τη συγχώνευση των κομμουνιστικών κομμάτων με τα «αστικά κόμματα της εργατικής τάξης», όπως είναι τα σημερινά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, πράγμα που αποτελεί μεγάλη προδοσία απέναντι της εργατικής τάξης και της υπόθεσης του σοσιαλισμού. Η σύνδεση που κάνουν τώρα οι ρεβιζιονιστές ανάμεσα στις θέσεις σχετικά με τον ηγετικό ρόλο του μαρξιστικού κόμματος και τη λεγόμενη «προσωπολατρία του Στάλιν», δείχνει με τη μεγαλύτερη σαφήνεια ότι η λυσσαλέα εκστρατεία των ρεβιζιονιστών κατά του I. Στάλιν εξυπηρετεί ακριβώς τους αντιμαρξιστικούς σκοπούς τους για τον εκφυλισμό και την εξάλειψη των επαναστατικών κομμάτων του προλεταριάτου.
Η «νέα δημιουργική ανακάλυψη» του Ν. Χρουστσιόφ σχετικά με τη μετατροπή του κόμματος της εργατικής τάξης στην ΕΣΣΔ σε «κόμμα όλου του λαού», είναι, επίσης, ένας κρίκος στην αλυσίδα της προδοτικής δράσης των σύγχρονων ρεβιζιονιστών για την εξάλειψη των μαρξιστικών προλεταριακών κομμάτων. Αυτό σημαίνει στην πραγματικότητα άρνηση του ηγετικού ρόλου της εργατικής τάξης στην πάλη για κομμουνισμό και είναι σε πλήρη αντίθεση με τα διδάγματα του μαρξισμού - λενινισμού, σύμφωνα με τα οποία «η αναγκαιότητα του πολιτικού κόμματος του προλεταριάτου εξαφανίζεται μόνο με την πλήρη εξάλειψη των τάξεων» (βλέπε την απόφαση σχετικά με το ρόλο του κομμουνιστικού κόμματος στην προλεταριακή επανάσταση, που εγκρίθηκε στο Δεύτερο Συνέδριο της Κομιντέρν, το οποίο διεξήγαγε τις εργασίες υπό την άμεση καθοδήγηση του Λένιν). Στην πραγματικότητα, το κόμμα είναι βαθύτατα ταξική έννοια, γι’ αυτό «υπερταξικό» κόμμα ή «κόμμα όλου του λαού» δε μπορεί να υπάρχει. Όσο υπάρχει ταξική πάλη μεταξύ του σοσιαλισμού και του καπιταλισμού, όσο υπάρχουν οι ταξικές διακρίσεις και οι διαφορές ανάμεσα στην πνευματική και τη χειρωνακτική εργασία, για να οικοδομηθεί μ’ επιτυχία η κομμουνιστική κοινωνία είναι απαραίτητη η διχτατορία του προλεταριάτου και το προλεταριακό κόμμα, σαν ηγετικοί πυρήνες της. Μόνον όταν ο αγώνας μεταξύ του σοσιαλισμού και του καπιταλισμού θα έχει τερματιστεί με τη νίκη του κομμουνισμού σ’ όλο τον κόσμο, όταν θα έχουν εξαλειφτεί οι ταξικές διακρίσεις, καθώς και οι διαφορές μεταξύ της πνευματικής και της χειροναχτικής εργασίας, και όταν η κοινωνία θα έχει αναγράψει στη σημαία της «απ’ τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητες, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες», τότε και μόνο τότε θα μπορεί να γίνει λόγος για σβήσιμο της διχτατορίας του προλεταριάτου και του προλεταριακού κόμματος. Μα τότε η κοινωνία δε θα έχει πια ανάγκη για κανενός είδους κράτος και για κανένα είδους κόμμα «όλου του λαού». Εφόσον δε θα έχουν δημιουργηθεί οι συνθήκες αυτές, κάθε προσπάθεια για να εξαλειφτεί ο προλεταριακός ταξικός χαρακτήρας του σοσιαλιστικού κράτους και του κομμουνιστικού κόμματος έχει σκοπό να εκφυλίσει και να υπονομεύσει το σοσιαλιστικό καθεστώς, να εμποδίσει την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, γι’ αυτό δε μπορεί να θεωρηθεί διαφορετικά παρά σαν προδοσία.
Στο δρόμο της εξάλειψης του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης στην ΕΣΣΔ, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ επιχείρησε μετά το 22ο συνέδριο, και ένα άλλο βήμα: έκαμε την «αναδιοργάνωση» όλου του κόμματος «πάνω σε βάσεις παραγωγής», αιτιολογώντας το αυτό με το πρόσχημα της «συγκεκριμενοποίησης» της καθοδήγησης του κόμματος, της «στενότερης σύνδεσης» της δουλειάς του κόμματος με την πραχτική της κομμουνιστικής οικοδόμησης κλπ. Δημιουργήθηκαν παντού, στην ίδια περιοχή, δυο παράλληλες κομματικές οργανώσεις για τη βιομηχανία και τη γεωργία. Η ουσία όλης αυτής της «αναδιοργάνωσης» είναι η απομάκρυνση των κομματικών οργανώσεων απ’ τα πολιτικά προβλήματα και ο προσανατολισμός όλης της προσοχής τους αποκλειστικά στα καθαρώς οικονομικά ζητήματα, η αντικατάσταση στο κόμμα των πολιτικών ιθυνόντων με καθαρά οικονομικούς ιθύνοντες. Αυτό είναι ανοιχτή απομάκρυνση απ’ τα διδάγματα του μεγάλου Λένιν, ο οποίος τόνισε έντονα ότι στην ταξική κοινωνία, μα ιδιαίτερα στις συνθήκες της διχτατορίας του προλεταριάτου, της σοσιαλιστικής κοινωνίας, «η πολιτική δε μπορεί να μη έχει προτεραιότητα πάνω στην οικονομία. Να κρίνεις διαφορετικά σημαίνει να λησμονήσεις την άλφα - βήτα του μαρξισμού» (Β. I. Λένιν, Άπαντα, έκδ. στη ρωσική, τόμ. 32. σελ. 62). Αυτό σημαίνει ότι κάθε οικονομικό ζήτημα πρέπει να κοιτάζεται με πολιτικό μάτι, πρέπει να υποτάσσεται στους βασικούς αντικειμενικούς σκοπούς της εργατικής τάξης, που εκφράζονται με συμπυκνωμένο τρόπο στην πολιτική της: στο θρίαμβο των σοσιαλιστικών σχέσεων και της οικοδόμησης της αταξικής κομμουνιστικής κοινωνίας, στην πάλη ενάντια στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό για το θρίαμβο του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού σε παγκόσμια κλίμακα. Στις συνθήκες αυτές η εργατική τάξη, για να εκτελέσει μ’ επιτυχία την ιστορική της αποστολή, έχει ανάγκη για μια γερή πολιτική καθοδήγηση και το κομμουνιστικό κόμμα είναι, και δε μπορεί να μη είναι, πρώτα απ’ όλα και κυρίως πολιτικό κόμμα της εργατικής τάξης, το όποιο ακριβώς για το λόγο αυτό διευθύνει την οικονομία και όλο το προτσές της οικοδόμησης του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Ενώ η λεγόμενη «αναδιοργάνωση του κόμματος πάνω στη βάση της παραγωγής» που έκαμε η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ, στην πραγματικότητα επιδιώκει τη μετατροπή του πολιτικού κόμματος της εργατικής τάξης σε μια απλώς οικονομική οργάνωση, πράγμα που ουσιαστικά σημαίνει εξάλειψή του.




ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΧΗΜΑ ΤΗΣ «ΠΑΛΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΟΛΑΤΡΙΑΣ»
ΟΙ ΡΕΒΙΖΙΟΝΙΣΤΕΣ ΑΝΟΙΞΑΝ ΤΙΣ ΘΥΡΕΣ ΣΤΗ ΔΙΕΙΣΔΥΣΗ ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ
Στην ανοιχτή επιστολή της ΚΕ του ΚΚΣΕ της 14 Ιούλη 1963 αναφέρεται ότι οποίος υπερασπίζει το Στάλιν, υπερασπίζει την ιδεολογία που άνθιζε στην περίοδο της προσωπολατρίας. Μα τι ιδεολογία υπήρχε στη Σοβιετική Ένωση την εποχή του Στάλιν; Υπήρχε η ιδεολογία του μαρξισμού - λενινισμού απ’ την οποία καθοδηγούντανε με συνέπεια σ’ όλη τη δράση του το ΚΚ, μ’ επικεφαλής το Στάλιν. Υπήρχε η ιδεολογία του επιστημονικού σοσιαλισμού, η οποία για πρώτη φορά στην ιστορία έγινε πραγματικότητα στη Σοβιετική Ένωση, με την καθοδήγηση του Λένιν και αργότερα του Στάλιν. Αντιτασσόμενη στην ιδεολογία αυτή, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ ανακαλύπτει τη φυσιογνωμία της σαν αποστάτρια του μαρξισμού - λενινισμού και τον πραγματικό σκοπό της να την αντικαταστήσει με το ρεβιζιονισμό και τον οπορτουνισμό.
Ο I. Β. Στάλιν ήταν μεγάλος και ανένδοτος μαχητής ενάντια σ’ οποιεσδήποτε εκδηλώσεις της αστικής ιδεολογίας, ανοιχτές ή καμουφλαρισμένες, σ’ όλα τα πεδία της πνευματικής ζωής. Τηρούσε πιστά τα σοβαρά διδάγματα του Λένιν ότι κάθε χαλάρωση της πάλης κατά της αστικής ιδεολογίας οδηγεί αναπόφευχτα στην αύξηση της επιρροής της πάνω στους εργαζόμενους.
Σαν επαναστάτης συνεπής και πιστός στα ζωτικά συμφέροντα της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μαζών ο I. Β. Στάλιν υπεράσπισε αποφασιστικά τις αρχές του μαρξισμού - λενινισμού και έκαμε σκληρή πάλη ενάντια στους ιδεολογικούς εχθρούς του μαρξισμού - λενινισμού - ενάντια στους νόμιμους μαρξιστές, τους οικονομιστές, τους αναρχικούς, τους μενσεβίκους και τους κάθε είδους οπορτουνιστές μέσα στο κομμουνιστικό και το εργατικό κίνημα, τόσο στη Ρωσία, όσο και έξω απ’ αυτή, στο διεθνή στίβο. «Το Κόμμα μας, - έγραφε ο I. Β. Στάλιν -, δε θα μπορούσε να βγει στον ίσιο δρόμο, δε θα μπορούσε να καταχτήσει την εξουσία και να οργανώσει τη διχτατορία του προλεταριάτου, δε θα μπορούσε να βγει θριαμβευτής απ’ τον εμφύλιο πόλεμο αν θα είχε στις γραμμές τους τους Μαρτόφ και Ντάν, τους Ποτρεσόφ και Άξελροντ» (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 6, σελ. 189, έκδ. στην αλβανική).
Όταν ο θάνατος απόσπασε απ’ τις γραμμές του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος το Β. I. Λένιν, στον I. Β. Στάλιν, σαν καθοδηγητή του κόμματος και του σοβιετικού κράτους, έπεσε το βαρύ και ένδοξο φορτίο να διαφυλάξει απαραβίαστες τις παραγγελίες του Λένιν, να βάλει σ’ εφαρμογή το λενινιστικό σχέδιο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση σε πάλη με τους οπορτουνιστές και τους ρεβιζιονιστές κάθε είδους - τους τροτσκιστές, ζηνοβιεφικούς, μπουχαρινικούς και αστούς εθνικιστές - οι οποίοι ξεσηκώθηκαν κατά της γενικής γραμμής του κόμματος, κατά του λενινισμού. Στην πάλη αυτή αρχών κατά των διαφόρων οπορτουνιστικών αντιλενινιστικών ομάδων ο I. Β. Στάλιν, με σπάνια μαστοριά, υπεράσπισε τις θεμελιώδικες αρχές, τις βάσεις του λενινισμού, τις συγκεκριμενοποίησε, τις πλούτισε και τις ανέπτυξε παραπέρα, γενικεύοντας τη νέα πείρα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση, τη νέα πείρα του διεθνούς κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος. Τα θεωρητικά έργα που έγραφε στην περίοδο αυτή ο I. Β. Στάλιν, όπως «Για τις βάσεις του λενινισμού», «Γύρω απ’ τα ζητήματα του λενινισμού», «Άλλη μια φορά για τη σοσιαλδημοκρατική παρέκκλιση στο κόμμα μας», «Για τη δεξιά παρέκκλιση στο ΚΚ (μπ) της Σοβιετικής Ένωσης», «Γύρω απ’ τα ζητήματα της αγροτικής πολιτικής στην ΕΣΣΔ» κλπ., κατέχουν σπουδαία θέση στο θησαυρό του μαρξισμού - λενινισμού, θέτουν τον I. Β. Στάλιν στις γραμμές των πιο διάσημων μαρξιστών θεωρητικών.
Εκτιμώντας τη βαρύτητα αρχών της πάλης κατά του οπορτουνισμού, ο I. Β. Στάλιν τη θεωρούσε σαν απαραίτητο όρο για την άνοδο της αγωνιστικής ικανότητας του κομμουνιστικού κόμματος και το παραπέρα δυνάμωμά του. «Το Κόμμα δυναμώνει καθαρίζοντας τις γραμμές του από τα οπορτουνιστικά στοιχεία — έγραφε ο I. Β. Στάλιν -. Αυτό είναι απαραίτητη ιστορική αναγκαιότητα, νόμος της ανάπτυξης κάθε επαναστατικού κόμματος, κάθε μαρξιστικού - λενινιστικού κόμματος».
Το δίδαγμα αυτό του I. Β. Στάλιν είναι περισσότερο από επίκαιρο στις μέρες μας. Η πάλη αρχών που διεξάγουν σήμερα τα μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα και όλοι οι επαναστάτες κομμουνιστές ενάντια στο σύγχρονο ρεβιζιονισμό του Ν. Χρουστσιόφ και των οπαδών του, είναι πάλη για τη διαφύλαξη των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων απ’ το σοσιαλδημοκρατικό εκφυλισμό, πάλη για τη δημιουργία κομμάτων νέου τύπου, λενινιστικού τύπου, ικανών να καθοδηγήσουν μ’ επιτυχία τον επαναστατικό αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό, είναι πάλη για το δυνάμωμα και την ανάπτυξη του διεθνούς εργατικού κινήματος στις ατράνταχτες βάσεις του μαρξισμού - λενινισμού.
Στον I. Β. Στάλιν ανήκει μεγάλη τιμή και για την πάλη του αρχών που έκαμε ενάντια στον οπορτουνισμό στο διεθνές κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα, ή όταν ζούσε ο Β. I. Λένιν, ή μετά το θάνατό του, στους κόλπους της Κομιντέρν. Ο I. Β. Στάλιν παρακολούθησε με προσοχή τη δράση των διαφόρων κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων, τα βοήθησε να βρουν τον ορθό μαρξιστικό - λενινιστικό δρόμο, ανακαλύπτοντας και καταπολεμώντας τις παρεκκλίσεις και τις εκδηλώσεις του οπορτουνισμού στις γραμμές τους, όπως ήταν οι περιπτώσεις στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας, στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας και σε άλλα κόμματα.
Μεγάλη αρετή του I. Β. Στάλιν στην κατεύθυνση αυτή ήταν, χωρίς αμφιβολία, και η ανακάλυψη της ρεβιζιονιστικής παρέκκλισης της κλίκας του Τίτο με βάση μια βαθειά επιστημονική μαρξιστική - λενινιστική ανάλυση της κατάστασης στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας. Η ανακάλυψη αυτή του ρεβιζιονιστικού ρεύματος στο έμβρυό του που σήκωσε κεφάλι στη Γιουγκοσλαβία, είχε ιδιαίτερη βαρύτητα, ήταν μεγάλη συμβολή προς όλα τα μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα, για τη διαφύλαξή τους απ’ τις ιδεολογικές παρεκκλίσεις, για το σωστό προσανατολισμό τους στη θεωρία και την πράξη, για την επιτυχή καταπολέμηση του γιουγκοσλάβικου ρεβιζιονισμού, για το δυνάμωσα της ενότητας του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και του διεθνούς κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος με βάση, τον προλεταριακό διεθνισμό.
Η εξέλιξη των γεγονότων στη Γιουγκοσλαβία αφότου δημοσιεύτηκαν οι επιστολές της ΚΕ του ΚΚΣΕ και η Απόφαση του Πληροφοριακού Γραφείου σχετικά με την κατάσταση στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας, η στάση και η διασπαστική και υπονομευτική, αντισοσιαλιστική δράση της κλίκας του Τίτο, τόσο στο θεωρητικό, όσο και στο πολιτικό και το πραχτικό πεδίο, επιβεβαίωσαν πλέρια την ακρίβεια και την ορθότητα των συμπερασμάτων του I. Β. Στάλιν, του Πληροφοριακού Γραφείου και της δήλωσης της Μόσχας, σχετικά με τη ρεβιζιονιστική παρέκκλιση της κλίκας του Τίτο, σχετικά με την προδοσία από μέρους της των συμφερόντων της γιουγκοσλάβικης εργατικής τάξης, του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, του κομμουνιστικού κινήματος και του διεθνούς προλεταριάτου, προς όφελος της βασικής στρατηγικής του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
Όσο ήταν επικεφαλής του Κομμουνιστικού Κόμματος και του Σοσιαλιστικού Κράτους ο I. Στάλιν, εκεί διαφυλάχτηκε καθαρός ο μαρξισμός - λενινισμός, διαφυλάχτηκε καθαρή η σοσιαλιστική ιδεολογία, σε αδιάλλαχτη πάλη με κάθε λογής ξένες αστικές και μη προλεταριακές επιρροές. Μα με την αρπαγή της ηγεσίας του κόμματος και του κράτους απ’ το Ν. Χρουστσιόφ και την ομάδα του, ανοίχτηκαν όλες οι θύρες για την πλατιά διάδοση των κάθε λογής αντιμαρξιστικών και αντισοσιαλιστικών απόψεων, τάσεων και επιρροών σ’ όλο το μέτωπο της πνευματικής ζωής στη Σοβιετική Ένωση.
Σε αρκετά άρθρα και δημοσιεύματα του κόμματός μας και των άλλων μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων έχει διαλευκανθεί τώρα πια λεπτομερώς ότι η λεγόμενη πάλη της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ «κατά της προσωπολατρίας του Στάλιν και των συνεπειών της» χρησιμοποιήθηκε, πρώτα απ’ όλα, για να αποκατασταθούν οι αποστάτες του μαρξισμού όπου κι αν ήταν, αρχίζοντας απ’ τους τροτσκιστές, τους μπουχαρινικούς και τους συντρόφους τους, ως την προδοτική κλίμα του Τίτο. Χρησιμοποιήθηκε για να αναστηθούν και διαδοθούν, τώρα πια σαν «ανακαλύψεις» και «δημιουργικές αναπτύξεις» του μαρξισμού, οι οπορτουνιστικές θεωρίες του Μπερνστάϊν, Καούτσκι, Μπουχάριν, Μπράουντερ, των δεξιών ηγετών της σημερινής σοσιαλδημοκρατίας και της τιτικής κλίκας, ντυμένες μ’ ένα «νέο» χρουστσιοφικό κάλυμμα. Το ζήτημα της προσωπολατρίας χρησιμοποιήθηκε για ν’ αναθεωρηθούν οι θεμελιωδέστερες θέσεις του μαρξισμού - λενινισμού, σχετικά με την πάλη των τάξεων, την επανάσταση, τη διχτατορία του προλεταριάτου, το επαναστατικό κόμμα, σχετικά με τον ιμπεριαλισμό, τον πόλεμο και την ειρήνη, σχετικά με το εθνικό - απελευθερωτικό κίνημα κλπ.
Μα η πλατιά διάδοση του οπορτουνισμού και του ρεβιζιονισμού είναι μόνο η μια πλευρά του ζητήματος. Τώρα, στη Σοβιετική Ένωση και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, όπου η ηγεσία βρίσκεται στα χέρια των ρεβιζιονιστών, γίνονται κάθε μέρα πιο συχνές και πιο ανησυχαστικές οι εκδηλώσεις του αστικού εκφυλισμού στο πεδίο της ιδεολογίας, του πολιτισμού και της τέχνης και στον τρόπο ζωής, πράγμα που προκάλεσε, και δεν μπορούσε να μη προκαλέσει, τη βαθιά ανησυχία και τη διαμαρτυρία, έστω και σιωπηρά, των υγιών ανθρώπων του ιδεολογικού μετώπου, του πολιτισμού και της τέχνης σ’ αυτές τις χώρες.
Προσπαθώντας να κρύψει τα ίχνη, να καμουφλάρει τους πραγματικούς σκοπούς και τις επικίνδυνες συνέπειες της ρεβιζιονιστικής γραμμής της στο πεδίο της πνευματικής ζωής, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ μανουβράρει με διάφορους τρόπους. Προσπαθεί να γεμίσει τη γνώμη των ανθρώπων ότι δήθεν ο Στάλιν εμπόδιζε την ελεύθερη δημιουργική δράση των ανθρώπων του πολιτισμού, των συγγραφέων και καλλιτεχνών, ενώ ο Ν. Χρουστσιόφ άνοιξε τάχα απεριόριστους ορίζοντες δημιουργίας στην κουλτούρα και την τέχνη. Μα είναι γεγονός ότι ακριβώς την εποχή του Στάλιν και με τη μεγάλη φροντίδα του άνθισε το ταλέντο του Γκόρκι, του Μαγιακόφσκι και του Φαντέγιεφ, του Στανισλάβσκι και του Αϊζενστάιν, στην εποχή του δημιουργήθηκαν «Ο Ήρεμος Ντον» και «Ξεχερσωμένη γη», «Πως δενότανε τ’ ατσάλι» και «Νέα Φρουρά», τα φιλμ «Το θωρηκτό Ποτέμκιν» και «Τσαπάγιεφ», καθώς και πολλά άλλα αριστουργήματα της σοβιετικής λογοτεχνίας και τέχνης, βασιζόμενα γερά στις αρχές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού.
Και ποιες είναι οι συνέπειες της «νέας γραμμής» του Ν. Χρουστσιόφ στο πεδίο της λογοτεχνίας και της τέχνης; Αναπόφευκτο γέννημα της ρεβιζιονιστικής αυτής γραμμής είναι οι ταλαντεύσεις, η αστάθεια, η ιδεολογική σύγχυση, η πλατιά διάδοση των τάσεων της ξεπεσμένης αστικής τέχνης στη Σοβιετική Ένωση. Παίρνοντας θάρρος απ’ την χωρίς αρχές και αντιμαρξιστική στάση του Ν. Χρουστσιόφ απέναντι στο I. Στάλιν και το έργο του, μερικοί άνθρωποι κοσμοπολίτες και με πολλές σημαίες στην τσέπη απ’ τις γραμμές των Σοβιετικών συγγραφέων και καλλιτεχνών άρχισαν κι αυτοί με τα μέσα τους μια λυσσαλέα εκστρατεία κατά του έργου του I. Στάλιν και όλης της ιστορικής εποχής που συνδέεται με το όνομά του, μια λυσσαλέα εκστρατεία για τη διόρθωση των «λαθών και των αδυναμιών», για «να ξεπεραστούν οι συνέπειες της προσωπολατρίας του I. Στάλιν», χτυπήθηκε ο μαρξισμός - λενινισμός, η μέθοδος του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, και σα μαύρη σκιά σήκωσε κεφάλι ο ρεβιζιονισμός. Και πραγματικά, μ’ ελαφρή συνείδηση, χωρίς δισταγμούς, βάλθηκε σταυρός σχεδόν σ’ όλη τη σοβιετική λογοτεχνία που είχε δημιουργηθεί στην περίοδο των τριάντα χρόνων της καθοδήγησης του I. Β. Στάλιν. Και όχι μόνο τόσο, μα άρχισαν να αμφισβητούνται και να παρουσιάζονται σε σκοτεινό φως όλα τα μεγαλειώδικα επιτεύγματα της σοβιετικής κοινωνίας, τα οποία εξύμνησε η λογοτεχνία αυτή. Έγιναν επιθέσεις σε πλατιά κλίμακα ενάντια στις θέσεις του Β. I. Λένιν και τις αποφάσεις του κόμματος για την λογοτεχνία και την τέχνη και γενικά έγινε επίθεση ενάντια σ’ όλη τη μαρξιστική - λενινιστική θεωρητική βάση της καλλιτεχνικής δημιουργίας των σοσιαλιστών συγγραφέων και καλλιτεχνών, κηρύσσοντας την αστική ιδέα της ιδεολογικής συνύπαρξης στο πεδίο της τέχνης, της πλέριας ελευθερίας των διαφόρων ρευμάτων στην τέχνη. Στην πραγματικότητα, έπαυσε η πάλη κατά της αστικής ιδεολογίας στην τέχνη, που ήταν ένα από τα σπουδαιότερα χαρακτηριστικά της μαρξιστικής - λενινιστικής κριτικής και αισθητικής, και όποιος ύψωνε φωνή υπεράσπισης του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, υπεράσπισης της κομματικότητας στην τέχνη, χαρακτηρίζονταν «σταλινικός», «δογματικός», «που δεν κατάλαβε το πνεύμα των αποφάσεων του 20ο Συνεδρίου» κλπ. κλπ.
Μα εκεί όπου παύει η πάλη ενάντια στο κακό, εκεί εισχωρεί το κακό, εκεί όπου παύει η πάλη κατά της αστικής ιδεολογίας, εισχωρεί η αστική ιδεολογία. Στην αρχή δισταχτικά, ύστερα με θάρρος ξεφύτρωσαν η αφηρημένη τέχνη και ο φορμαλισμός και τώρα η δουλειά προχώρησε τόσο πολύ που οργανώνονται στη Μόσχα εκθέσεις ζωγραφικής των «σοβιετικών» εκπροσώπων της αφηρημένης τέχνης και του φορμαλισμού. Λησμονήθηκαν οι επαναστατικές παραδόσεις, η ιστορική αισιοδοξία της σοβιετικής λογοτεχνίας, και άρχισαν να εκδίδονται σε μεγάλα τιράζ, 50-100 χιλιάδων αντιτύπων, έργα παρακμής, συκοφαντικά και δυσφημιστικά, όπως το διήγημα του Α. Σολζενίτσιν «Μια μέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς», όπου ουσιαστικά ο συγγραφέας αρνείται την ίδια τη σοβιετική εξουσία. Μάλιστα άλλοι, με το ζήλο τους να επανεξετάσουν και κριτικάρουν όλη την ιστορική περίοδο της ανάπτυξης της Σοβιετικής Ένωσης κάτω απ’ την καθοδήγηση του I. Στάλιν, παρουσιάζοντας την περίοδο αυτή σαν εποχή βίας και εγκλημάτων, όπου οι άνθρωποι διαφορετικά έπρατταν και διαφορετικά σκέφτονταν και ήταν υποχρεωμένοι να κάνουν δίπλευρη ζωή, πήγαν τόσο μακρυά που έθεσαν σε δύσκολη θέση και κείνον τον ίδιο που τους παρακίνησε σ’ αυτόν το δρόμο - το Ν. Χρουστσόφ - και του ζητούσαν λογαριασμό για τα «εγκλήματα» του παρελθόντος.
Αναγκασμένος απ’ την πίεση της υγιούς σοβιετικής καλλιτεχνικής κοινής γνώμης, η οποία άρχισε να αντιστέκεται στις ξένες αυτές τάσεις, ο Ν. Χρουστσιόφ «κριτίκαρε» μερικούς συγγραφείς και καλλιτέχνες που «είχαν υπερβεί τα όρια». Μα η δημαγωγία του Ν. Χρουστσιόφ φαίνεται ολοκάθαρα στο γεγονός ότι, από τη μια μεριά «κριτίκαρε» τους ανθρώπους αυτούς και τα έργα τους, ενώ από την άλλη τους ενεθάρρυνε να γράφουν πάλι όπως πριν, συστήνοντάς τους σαν υπόδειγμα, σαν παράδειγμα που πρέπει να ακολουθούν, έργα του ίδιου ρεύματος, που απομακρύνονται απ’ τις αρχές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού και απ’ τις καλύτερες παραδόσεις της σοβιετικής λογοτεχνίας, που συκοφαντούν το σοσιαλιστικό καθεστώς και διαδίδουν το δηλητήριο της αστικής ιδεολογίας, όπως είναι π.χ. τα ποιήματα του Τβαρντόφσκι «Μακρυά και πιο μακρυά» και «Ο Βασίλι Τιόρκιν στον άλλο κόσμο», το διήγημα του Α. Σολζιενίτσιν «Μια μέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς», μερικά ποιήματα του Ε. Γιεφτουσιένκο, το φιλμ του Γ. Τσιουχράϊ «Καθαρός ουρανός», ή το φιλμ «Ησυχία» και άλλα έργα με εντελώς αντισοσιαλιστικό πνεύμα.
Για τη διείσδυση της αστικής ιδεολογίας στη Σοβιετική Ένωση μιλούν τώρα και πολλά άλλα γεγονότα. Γι’ αυτό μιλούν εκατοντάδες και χιλιάδες «περιηγητές» Αμερικάνοι και απ’ τις άλλες καπιταλιστικές χώρες που επισκέφτονται κάθε χρόνο τη Σοβιετική Ένωση, μιλούν οι πλατιές ανταλλαγές καλλιτεχνών, αθλητών, ανθρώπων του πολιτισμού, επιχειρηματιών, υπουργών και γερουσιαστών, η διάδοση χωρίς κανένα εμπόδιο των δυτικών βιβλίων, εφημερίδων, περιοδικών και φιλμ της κατάπτωσης, η ελεύθερη ανταλλαγή εκπομπών ραδιοφώνου και τηλεόρασης κλπ., κλπ. και όλα αυτά γίνονται τη στιγμή που φράχτηκε ο δρόμος στις πολιτιστικές - καλλιτεχνικές ανταλλαγές με τις σοσιαλιστικές χώρες που στέκουν σε μαρξιστικές - λενινιστικές θέσεις, τη στιγμή που γίνεται το παν για να μη ακούνε οι άνθρωποι τους ραδιοσταθμούς του Πεκίνου και των Τιράνων και εφαρμόστηκε αυστηρή καραντίνα για κάθε υλικό των μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων. ΟΙ συνέπειες της γραμμής αυτής φαίνονται όλο και πιο καθαρά και σε όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις, στους νέους και στις άλλες εργαζόμενες μάζες της Σοβιετικής Ένωσης, όπου η ηθική αποχαλίνωση, η απολιτικότητα, η ακολούθηση του δυτικού τρόπου ζωής, το τρέξιμο πίσω από τα ράκη των περιηγητών, η εξιδανίκευση καθετί του ξένου, η αλητεία, έγιναν προβλήματα τόσο σοβαρά που μπροστά τους δε μπορούν να σιωπήσουν ούτε οι ίδιοι οι σημερινοί ρεβιζιονιστές ηγέτες.
Τέτοιες είναι οι συνέπειες της χρουστσιοφικής γραμμής της ολόπλευρης «ειρηνικής συνύπαρξης» με τον ιμπεριαλισμό, η οποία βάλθηκε σ’ εφαρμογή με το σύνθημα της πάλης κατά της «προσωπολατρίας του Στάλιν». Είναι πολύ εύγλωττες οι δηλώσεις του πρεσβευτή των ΕΠΑ στην ΕΣΣΔ, Φόϊ Κόχλερ, μπροστά στην αμερικάνικη γερουσία ότι τώρα στη Σοβιετική Ένωση δεν παρεμβάλλουν πια θόρυβο στη «Φωνή της Αμερικής» και αυτή ακούεται πολύ καλά, ότι τώρα στη Σοβιετική Ένωση δημοσιεύονται πολύ περισσότερα σπουδαία αμερικάνικα υλικά, ότι οι σοβιετικοί δημοσιογράφοι έχουν επιθυμία να γράφουν όσο πιο πολλά για τη ζωή στις ΕΠΑ και «κατά τρόπο λίγο - πολύ ευνοϊκό για μας» (δηλαδή ευνοϊκό κατά την αντίληψη των εκπροσώπων του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού) κλπ. και στη 1 Ιούνη τ.έ. κατά την υπογραφή της προξενικής σύμβασης μεταξύ ΕΠΑ και ΕΣΣΔ, ο Φόϊ Κόχλερ δήλωσε: «Ελπίζω ότι η σύμβαση αυτή, η οποία πρέπει να είναι ο κώδικας που θα καθορίσει τις προξενικές σχέσεις μας, θα γίνει σύμβολο για την εξασφάλιση της ακόμη μεγαλύτερης ανταλλαγής ανθρώπων, εμπορευμάτων και ιδεών μεταξύ των χωρών μας και κατ’ αυτό τον τρόπο θα αποτελέσει σημαντική συμβολή στην επίτευξη του σκοπού αυτού». Με δίκιο ο Φόϊ Κόχλερ και τ’ αφεντικά του δεν έχουν γιατί να μη είναι ικανοποιημένοι, βλέποντας τις «λαμπρές» συνέπειες του ανοίγματος των θυρών για την πλατιά εισχώρηση της αντιδραστικής αστικής ιδεολογίας στη Σοβιετική Ένωση, καθώς και σε μερικές άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
Κάθε μέρα που περνάει ρίχνει νέο φως σχετικά με τις προσπάθειες των σύγχρονων ρεβιζιονιστών’ να απορρίψουν την επαναστατική διδασκαλία του μαρξισμού - λενινισμού και ν’ ανοίξουν το δρόμο για την άνθιση των διαφόρων ρευμάτων της αστικής ιδεολογίας στις σοσιαλιστικές χώρες. Έτσι στο τεύχος του Δεκέμβρη 1963 του περιοδικού «Λά νουβέλ κριτίκ», αφιερωμένο στις «αντανακλάσεις σχετικά με την προσωπολατρία», μεταξύ των άλλων παρουσιάζεται η ιδέα πως η διάδοση του μαρξισμού στις σοσιαλιστικές χώρες έχει και την αρνητική της πλευρά. Και ποια είναι αυτή; Εκεί αναφέρεται ότι ένα από τα αίτια που επέδρασαν στη γέννηση της «προσωπολατρίας» και στη διάδοση του «δογματισμού» στις σοσιαλιστικές χώρες, είναι οι «κίνδυνοι που παρουσιάζει η κρατική διαπαιδαγώγηση». Σε σύνδεση μ' αυτό δίνεται τούτη η εξήγηση: «Είναι κάλλιστα γνωστά τα πλεονεχτήματα που έχει ο μαρξισμός στις σοσιαλιστικές χώρες: είναι τα ίδια πλεονεχτήματα από τα οποία επωφελούνται στις καπιταλιστικές χώρες... οι διάφορες μορφές της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας. Μα είναι γνωστή επίσης η ακατάλληλη πλευρά: ο κίνδυνος να χρησιμοποιηθεί ο μαρξισμός στο σύστημα της επίσημης παιδείας σαν επίσημος λόγος (υπό το έμβλημα του κύρους αντί της κριτικής επαλήθευσης). Και κατά συνέπεια, ο κίνδυνος να γίνει παραδεχτός απ’ τη λιγότερο προοδευμένη μερίδα των μαζών, μάλλον για την υπόληψή του σαν κυρίαρχη ιδεολογία, παρά για την επιστημονική του αξία. Λιγότερο για το γεγονός ότι είναι αληθής απ’ όσο για το γεγονός ότι διδάσκεται. Εντελώς όμοια όπως η αστική Ιδεολογία, την οποία παραδέχονται σήμερα, πρώτα απ’ όλα, γιατί έχει καθιερωθεί (σελ. 18—19).
Μα τι ζητούν άραγε οι άνθρωποι αυτοί; Μη θέλουν να αφαιρεθεί η μελέτη του μαρξισμού απ’ την κρατική εκπαίδευση στις σοσιαλιστικές χώρες; Ή μη θέλουν να αφεθεί ελεύθερο στις χώρες αυτές και να υποστηριχτεί το κήρυγμα των διαφόρων ρευμάτων της αστικής ιδεολογίας: Είναι αλήθεια πως αυτό δεν είναι κάτι το νέο: ακριβώς αυτό ζητούσαν κάποτε μετά το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ και οι Πολωνοί ρεβιζιονιστές και τ’ αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν: αύξηση της αντίδρασης των κληρικών, μάλιστα και στα κρατικά σχολεία, ένταση της επιρροής της αντιδραστικής και ξεπεσμένης αστικής ιδεολογίας στην ιδεολογία, την τέχνη και την κουλτούρα και, σε στενή σύνδεση μ’ όλα αυτά, τα αντεπαναστατικά γεγονότα του 1956 στην Πολωνία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, λοιπόν, ότι η άρνηση του μαρξισμού, η αντικατάστασή του με το ρεβιζιονισμό, καθώς και το άνοιγμα των θυρών για τη διείσδυση της αστικής ιδεολογίας, αποτελούν μια απ’ τις κύριες πλευρές των προσπαθειών των σύγχρονων ρεβιζιονιστών, με την ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ επικεφαλής, για τον εκφυλισμό του σοσιαλιστικού συστήματος υπό το πρόσχημα της πάλης κατά της «προσωπολατρίας και των συνεπειών της».



Η ΑΝΤΙΣΤΑΛΙΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ ΤΩΝ ΧΡΟΥΣΤΣΙΟΦΙΚΩΝ ΡΕΒΙΖΙΟΝΙΣΤΩΝ
ΕΙΝΑΙ ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΕΚΦΥΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Επανειλημμένα ο Ν. Χρουστσιόφ εξαπέλυσε επιθέσεις και κριτικές κατά του I. Στάλιν, κατηγορώντας τον ότι τάχα δε σκάμπαζε καθόλου από οικονομία, ήταν αποκομμένος από τη ζωή, δε γνώριζε τι συνέβαινε στη Σοβιετική 'Ένωση και ότι αποφάσιζε από το γραφείο για τα οικονομικά ζητήματα κλπ,. κλπ. η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ απέρριψε, σαν ακατάλληλο, ολόκληρο το σύστημα διεύθυνσης της οικονομίας και των κρατικών υποθέσεων που υπήρχε στον καιρό του Στάλιν, ενώ, από την άλλη, καυχάται απεριόριστα με τους «νεωτερισμούς της» στο πεδίο της οικονομικής διεύθυνσης, παρουσιάζοντάς τους σαν την τελευταία λέξη της «δημιουργικής ανάπτυξης» της οικονομικής θεωρίας και πραχτικής του σοσιαλισμού. Μάλιστα στην ανοιχτή επιστολή της ΚΕ του ΚΚΣΕ της 14 Ιούλη 1963 λέγεται ότι οποίος υπερασπίζει τον Στάλιν και το έργο του, υπερασπίζει «εκείνες τις μορφές και μέθοδες διεύθυνσης που άνθιζαν στις συνθήκες της προσωπολατρίας».
Θέλομε να ρωτήσομε: Ποιες ήταν οι μορφές και οι μέθοδες διεύθυνσης στον καιρό του Στάλιν, ποια ήταν η οικονομική πολιτική που ακολουθούσαν το κόμμα και η σοβιετική κυβέρνηση στην περίοδο της ηγεσίας του, ενάντια στις οποίες επιτίθεται και τις απορρίπτει τώρα η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ; Ποιες ήταν οι συνέπειες αυτής της πολιτικής, αυτών των μορφών και μεθόδων διεύθυνσης; Και με τι οικονομική πολιτική, με τι «καινούργιες» μέθοδες και μορφές διεύθυνσης τις αντικατέστησε η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ; Ποια είναι η ουσία αυτών των χρουστσιοφικών «νεωτερισμών» και ποιες είναι οι συνέπειες τους στη σοβιετική οικονομία;
Καθοδηγούμενος πιστά από τα λενινιστικά διδάγματα σχετικά με την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, υπερασπίζοντάς τα σε ανελέητη πάλη με τους εχθρούς του λενινισμού, όπως οι τροτσκιστές και μπουχαρινικοί με την παρέα τους, και αναπτύσσοντάς τα πιο πέρα με βάση τη γενίκευση της πραχτικής πείρας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ, ο I. Β. Στάλιν καθόρισε μια σωστή μαρξιστική - λενινιστική γραμμή και καθοδήγησε με επιτυχία την ιστορική πάλη του Κομμουνιστικού Κόμματος και ολόκληρου του σοβιετικού λαού για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Αυτή ήταν η γραμμή της σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης της χώρας. Ο I. Στάλιν όχι μόνο απέδειξε τη δυνατότητα της πλέριας οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη Ρωσία, την καθυστερημένη και απ’ όλες τις μεριές περιτριγυρισμένη από τα λυσσασμένα κύματα του παγκόσμιου καπιταλισμού, αλλά επεξεργάστηκε και τους δρόμους και μέθοδες της σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης της χώρας, βασιζόμενος στις εσωτερικές δυνάμεις της. Σαν αποτέλεσμα της εφαρμογής αυτής της σωστής γραμμής, κάτω από τη σωστή και αποφασιστική καθοδήγηση του Στάλιν, μέσα σε πολύ σύντομη ιστορική περίοδο, όχι μόνο χωρίς καμιά εξωτερική βοήθεια, αλλά ξεπερνώντας με ηρωισμό όλες τις δυσχέρειες και τα εμπόδια που προκάλεσε η διεθνής μπουρζουαζία, η οποία προσπαθούσε να πνίξει με αποκλεισμούς και «υγειονομικά κορδόνια» τη σοβιετική οικονομία, η Σοβιετική Ένωση δημιούργησε ισχυρή βιομηχανική βάση. Μέσα μόνο σε τρία πεντάχρονα σχέδια, η κάποτε καθυστερημένη και οικονομικά εξαρτημένη από το ξένο κεφάλαιο Ρωσία, έγινε ανεπτυγμένο βιομηχανικό κράτος, με μεγάλη αμυντική δύναμη και εντελώς ανεξάρτητο οικονομικά απ’ τον καπιταλιστικό κόσμο.
Κάτω από τη σωστή καθοδήγηση του Στάλιν, η σοβιετική χώρα πραγματοποίησε το μεγάλο και περίπλοκο ιστορικό καθήκον του μετασχηματισμού των μικρών και διεσπαρμένων αγροτικών νοικοκυριών πάνω σε σοσιαλιστικές βάσεις διά μέσου της κολεκτιβοποίησης της γεωργίας. Αυτό ήταν μια βαθιά επανάσταση στις οικονομικές σχέσεις, που έλυσε τελειωτικά το αγροτικό ζήτημα, έσωσε την αγροτιά από την εκμετάλλευση, την καταστροφή και την εξαθλίωση, ενίσχυσε τη συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά, δημιούργησε γερή σοσιαλιστική βάση για το σοβιετικό κοινωνικό - κρατικό καθεστώς στο χωριό και έθεσε τη σοβιετική γεωργία πάνω στις βάσεις της σύγχρονης μεγάλης παραγωγής. Δεν είναι άλλο παρά αηδιαστική συκοφαντία και απόπειρα δυσφήμησης του κολχόζνικου συστήματος και της ίδιας της ιδέας της κολεκτιβοποίησης της γεωργίας οι δηλώσεις του Ν. Χρουστσιόφ, στο λόγο που εκφώνησε στη σοβιετο-πολωνική συγκέντρωση της 15 Απρίλη 1964 στη Μόσχα, ότι τάχα έμπαζαν διά της βίας τους αγρότες στα κολχόζ, ότι για κανενός είδους «επιτυχίες εκείνο τον καιρό δεν μπορούσε να γίνεται λόγος. γιατί οι άνθρωποι πέθαιναν της πείνας». Αυτό δείχνει πως ο Ν. Χρουστσόφ στέκει πλέρια στο επίπεδο της πιο αντιδραστικής αντικομουνιστικής προπαγάνδας.
Παράλληλα με τη σοσιαλιστική εκβιομηχάνιση και την κολεκτιβοποίηση της γεωργίας, στη Σοβιετική Ένωση, κάτω από την καθοδήγηση του Στάλιν, πραγματοποιήθηκε με επιτυχία η πολιτική επανάσταση, η οποία έβγαλε τις πλατιές λαϊκές μάζες από το σκοτάδι της αμορφωσιάς και έθεσε τη σοβιετική χώρα στις γραμμές των πιο προοδευμένων χωρών στο πεδίο του πολιτισμού, της παιδείας και της επιστήμης.
Είναι εντελώς γελοίες και μόνο περιφρόνηση προκαλούν οι κατηγορίες της ομάδας του Ν. Χρουστσόφ πως ο Στάλιν εμπόδιζε την ανάπτυξη της επιστήμης και της τέχνης στη Σοβιετική Ένωση, ενώ στον Ν. Χρουστσόφ ανήκει τάχα η μεγάλη τιμή που τις έβγαλε από τη στασιμότητα που τις είχε αφήσει ο Στάλιν. Έτσι, λ.χ., κατηγορήθηκε ο Στάλιν πως μπροστά από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο είχε εμποδίσει τις έρευνες για τη δημιουργία της ατομικής βόμβας στη Σοβιετική Ένωση και προπαγανδίζεται μεγαλόφωνα πως στον Ν. Χρουστσόφ ανήκει η τιμή των έξοχων επιτυχιών που πραγματοποιήθηκαν στη Σοβιετική Ένωση στο πεδίο της ατομικής ενέργειας, των πυραύλων, της κατάχτησης του Διαστήματος και σε πολλά άλλα σημαντικά πεδία. Εμείς χαιρόμαστε ειλικρινά και χαιρετίζομε ολόκαρδα τις λαμπρές αυτές νίκες της σοβιετικής επιστήμης και τεχνικής. Όμως η τιμή γι’ αυτές δεν ανήκει καθόλου στον Ν. Χρουστσόφ, παρά τον μεγάλο θόρυβο που γίνεται για να τον παρουσιάσουν σαν «τον πατέρα της τεχνικός των πυραύλων» και «σκαπανέα της κοσμικής εποχής». Με δίκιο οι άνθρωποι ρωτούν: σε ποιες επιστημονικές και τεχνικές βάσεις πραγματοποιήθηκαν οι σημερινές επιτυχίες της σοβιετικής επιστήμης και τεχνικής; Σε ποιες οικονομικές βάσεις έγιναν δυνατές αυτές οι πραγματοποιήσεις, που απαιτούν κολοσσιαίες δαπάνες; Ποιοι επιστήμονες εργάστηκαν για την πραγματοποίηση αυτών των θαυμάτων - οι σπουδαστές του 1956, ή εκείνοι που εργάστηκαν δεκάδες χρόνια στα εργαστήρια και στα επιστημονικά κέντρα της Σοβιετικής Ένωσης; Για τον καθένα είναι ξεκάθαρο πως χωρίς τη γενική οικονομική ανάπτυξη της Σοβιετικός Ένωσης, χωρίς τη δημιουργία πυκνού διχτύου εκπαιδευτικών και επιστημονικών ιδρυμάτων, χωρίς την επιτυχή πραγματοποίηση της πολιτιστικής επανάστασης στη Σοβιετική Ένωση, χωρίς τη σαραντάχρονη πρόοδο όλων των κλάδων της επιστήμης, ούτε καν μπορεί να κατανοηθούν οι σημερινές επιτυχίες της σοβιετικής επιστήμης και τεχνικής, που πραγματικά είναι αποκορύφωμα της δημιουργικός ευφυΐας του ανθρώπου, αλλά, όπως κάθε αποκορύφωμα, ούτε αυτές θα απορούσαν να υπάρξουν χωρίς μια γερή βάση, χωρίς αυτές τις πολύ μεγάλες επιτυχίες που πραγματοποίησε η Σοβιετική Ένωση κάτω από την καθοδήγηση του Στάλιν, ο οποίος έδωσε πολύ σημαντική ιστορική συμβολή στον προσανατολισμό ολόκληρης της χώρας προς την πρόοδο της τεχνικής και της επιστήμης και την κατάρτιση ικανών στελεχών για τους τομείς αυτούς της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Οι ατομικές και υδρογονικές βόμβες δημιουργήθηκαν από τον καιρό του Στάλιν ακόμα, για πρώτη φορά η ατομική ενέργεια χρησιμοποιήθηκε για ειρηνικούς σκοπούς στον καιρό του Στάλιν· και η δουλειά για την παραγωγή των πυραύλων είχε αρχίσει από τον καιρό του Στάλιν.
Ο,τι προσπάθειες κι αν κάνουν οι ρεβιζιονιστές, οι συκοφαντίες και επινοήσεις τους δεν είναι σε θέση να συσκοτίσουν το γεγονός ότι ακριβώς κάτω από τη συνετή μαρξιστική -λενινιστική καθοδήγηση του I. Β. Στάλιν, για πρώτη φορά στην ιστορία έγιναν πραγματικότητα στη Σοβιετική Ένωση τα μεγάλα διδάγματα του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν — οικοδομήθηκε η σοσιαλιστική κοινωνία. Στο Στάλιν ανήκει η έξοχη ιστορική τιμή που στα έργα του γενίκευσε, στη βάση της μαρξιστικής ανάλυσης, τη θεμελιώδικη πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στην ΕΣΣΔ, η οποία είναι φωτεινός φάρος που δείχνει το σωστό δρόμο όλων των χωρών που μπαίνουν στο δρόμο του σοσιαλισμού. Ο Ι. Β. Στάλιν έδωσε επίσης πολύτιμη συμβολή στο θησαυροφυλάκιο του μαρξισμού - λενινισμού σε σύνδεση με τους δρόμους και τα προβλήματα του περάσματος από το σοσιαλισμό στον κομμουνισμό, της οικοδόμησης της αταξικής κομμουνιστικής κοινωνίας.
Όσον αφορά τις μέθοδες του Στάλιν για την καθοδήγηση της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, είναι γνωστό πως αυτές είναι γνωστές μαρξιστικές - λενινιστικές μέθοδες του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, της γερής στήριξης στις πλατιές εργαζόμενες μάζες, της πειθούς και της διαπαιδαγώγησης των ανθρώπων και της κριτικής και αυτοκριτικής. Αυτές είναι οι μορφές και μέθοδες εκείνες διεύθυνσης που ξεσήκωσαν όλο το σοβιετικό λαό και που εξασφάλισαν την οικοδόμηση της πρώτης σοσιαλιστικής κοινωνίας στον κόσμο, την ιστορική νίκη στον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο και το πέρασμα της Σοβιετικής Ένωσης στο δρόμο του κομμουνισμού.
Τέτοια είναι τα γεγονότα. Και τι το «καινούργιο» έφεραν ο Ν. Χρουστσιόφ και η ομάδα του, που ορθώθηκαν κατά της οικονομικής γραμμής της σοσιαλιστικής οικοδόμησης που ακολούθησε ο Στάλιν, κατά των μορφών και μεθόδων διεύθυνσης που εφάρμοζε;
Στα χρόνια που η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ βρίσκεται στην εξουσία, στη Σοβιετική Ένωση πάρθηκαν σειρά μέτρων και έγιναν πολλές «αναδιοργανώσεις» στο πεδίο της οικονομίας, που προπαγανδίζονται με μεγάλο θόρυβο. Στην πραγματικότητα, τα μέτρα αυτά και οι αναδιοργανώσεις, στην ουσία τους, αποτελούν επικίνδυνη διαστρέβλωση των οικονομικών αρχών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και οδηγούν στον εκφυλισμό του σοσιαλιστικού καθεστώτος.
Η γενική τάση των χρουστσιοφικών «αναδιοργανώσεων» στην οικονομία είναι, πριν απ’ όλα, η αποκέντρωση της διεύθυνσης της οικονομίας και το πέρασμα της διεύθυνσης της οικονομίας από τέτοια πολιτικά όργανα, όπως τα σοβιέτ, σε απλά οικονομικά όργανα, όπως είναι τα συμβούλια της λαϊκής οικονομίας. Οι «αναδιοργανώσεις» του Χρουστσιόφ θυμίζουν, από τη μια μεριά, την πείρα της αποκέντρωσης της οικονομίας της γιουγκοσλάβικης ρεβιζιονιστικής κλίκας, το λεγόμενο σύστημα «εργατικής αυτοδιοίκησης», που αυτός εκθείασε στη διάρκεια της τελευταίας επίσημης επίσκεψής του στη Γιουγκοσλαβία το Σεπτέμβρη της περασμένης χρονιάς, εκφράζοντας και την επιθυμία και ετοιμότητα να το μελετήσει και εφαρμόσει στη Σοβιετική Ένωση. Όχι άσκοπα ο δυτικός τύπος έγραψε με ικανοποίηση εκείνες τις μέρες ότι η τιτική Γιουγκοσλαβία χρησιμεύει σαν «λωρίδα διαβίβασης για να περάσουν στην Ανατολή οι οικονομικές ιδέες της Δύσης». Από την άλλη, οι μεταρρυθμίσεις του Χρουστσιόφ θυμίζουν τις απόπειρες των αντιπάλων του Λένιν στα πρώτα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας για να αφαιρέσουν τη διεύθυνση της οικονομίας από το κράτος της διχτατορίας του προλεταριάτου και να την περάσουν στο λεγόμενο «Συνέδριο των παραγωγών». Είναι γνωστό ότι ο Λένιν καταδίκασε με τη μεγαλύτερη δριμύτητα αυτές τις απόψεις, χαρακτηρίζοντάς τες σαν αναρχοσυνδικαλιστικές τάσεις, πολύ επικίνδυνες για τις τύχες του σοσιαλισμού.
Από χρόνια η ομάδα του X. Χρουστσιόφ κάνει μεγάλο θόρυβο σε σύνδεση με το ζήτημα της «υλικής παρότρυνσης» σαν κινητήρια δύναμη της οικοδόμησης του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Η ομάδα του Χρουστσιόφ επανειλημμένα κατηγόρησε τον I. Στάλιν ότι τάχα «παραβίαζε τη σοσιαλιστική αρχή της υλικής παρότρυνσης», μειώνοντας έτσι το ενδιαφέρον των εργαζομένων για την εργασία, κλπ. και σε μια έκθεση που έδωσε στις 28 Φλεβάρη αυτής της χρονιάς σε σύνδεση με την εκτέλεση των αποφάσεων της ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΣΕ για την εντατικοποίηση της γεωργικής παραγωγής, ο Ν. Χρουστσόφ έκαμε τέτοιες κατηγορίες, λέγοντας: «το κόμμα (διάβασε: ο Ν. Χρουστσιόφ - σύντ.) καταδίκασε στην ουσία την αντικολχόζνικη πολιτική τιμών που ακολουθούνταν στον καιρό του Στάλιν, οπότε οι τιμές ήταν τόσο χαμηλές, ώστε τα κολχόζ, με τα χρήματα που έπαιρναν από την πούληση της παραγωγής, δε μπορούσαν να αντισταθμίσουν τις δαπάνες που γίνονταν γι’ αυτή... η δουλειά της πλειοψηφίας των κολχόζνικων στην πραγματικότητα δεν πληρώνονταν». Δεν είναι ανάγκη να σταθούμε πολύ για να αποδείξουμε ότι εδώ έχομε να κάνομε με μια νέα απόπειρα για τη δυσφήμηση του σοσιαλιστικού καθεστώτος στη γενικότητα, του κολχόζνικου συστήματος ιδιαίτερα, γιατί, σύμφωνα με τον Ν. Χρουστσιόφ, συνάγεται ότι το κολχόζνικο χωριό στη Σοβιετική Ένωση ήταν τάχα πραγματική κόλαση, όπου οι άνθρωποι ζούσαν περίπου όμοια όπως στις συνθήκες της δουλείας ή της δουλοπαροικίας, όταν τη δουλειά τους την ιδιοποιούνται οι άλλοι. Αλλά εδώ γεννάται το απλό ερώτημα: αν, όπως λέει ο Χρουστσιόφ, «η δουλειά της πλειοψηφίας των κολχόζνικων στην πραγματικότητα δεν πληρώνονταν», τότε πως ζούσαν οι άνθρωποι αυτοί και οι οικογένειες τους, με τι κρατιούνται στη ζωή; Φαίνεται ξεκάθαρα ότι εδώ έχομε να κάνομε με μια αηδιαστική συκοφαντία, όμως καθόλου έξυπνη.
Στην πραγματικότητα, είναι ακριβώς ο Ν. Χρουστσιόφ και η ομάδα του που διαστρέβλωσαν άσχημα τη σοσιαλιστική αρχή της διανομής σύμφωνα με τη δουλειά, βάζοντας πάνω απ’ όλα το «προσωπικό υλικό συμφέρον». Άφησαν εντελώς στη λήθη την ηθική παρότρυνση, την κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση και τη σοσιαλιστική άμιλλα, σαν μεγάλη δύναμη για την πρόοδο της κοινωνίας προς τον κομμουνισμό, για την κινητοποίηση των εργαζομένων στη δουλειά για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Και στην προαναφερόμενη έκθεση της 28 Φλεβάρη 1964, ο Ν. Χρουστσιόφ είπε ότι για τη δημιουργία της κομμουνιστικής κοινωνίας έχει σημασία σε πρώτη γραμμή ,«να εκμεταλλευτούμε τη μεγάλη δύναμη της υλικής παρότρυνσης», ότι «πρέπει να βαδίζομε θαρραλέα και αποφασιστικά στο δρόμο της υλικής υποκίνησης», ότι για την εκμετάλλευση των εφεδρειών αύξησης της παραγωγής «πρέπει να διαλεχτούν οι άνθρωποι, πρέπει να διδαχτούν και πρέπει να ενδιαφέρονται υλικά», ότι «εκείνοι που πραγματοποίησαν ανώτερα αποτελέσματα... πρέπει να πληρωθούν καλά, και ας είναι αυτό δυόμισυ ή τρεις τωρινοί μισθοί», ότι ακριβώς για να πλησιάσομε στη μέρα που θα οικοδομηθεί ο κομμουνισμός, όταν θα σβήσει το κράτος και θα εξαλειφθεί το χρήμα και κάθε τι θα στηρίζεται στην κομμουνιστική συνείδηση, «πρέπει να ενδιαφερθούμε σήμερα για τις υλικές παροτρύνσεις, για την ενθάρρυνση των ανθρώπων να δώσουν δουλειά με ψηλή αποδοτικότητα», ότι «στην πάλη για τη δημιουργία της οικονομικής βάσης του κομμουνισμού δεν πρέπει να μη υπολογίζεται ο υλικός παράγοντας, δεν έχομε το δικαίωμα να είμαστε ιδεαλιστές φαντασιόπληχτοι, άνθρωποι αποκομμένοι από τη ζωή και που παραγνωρίζομε τα αιτήματα των ανθρώπων», κλπ. κλπ.
Φυσικά, κανείς δεν αρνείται τη βαρύτητα της υλικής παρότρυνσης στη σοσιαλιστική κοινωνία, μάλιστα οι μαρξιστές - λενινιστές εκφράζονται αποφασιστικά κατά της ισόμετρης διανομής στις συνθήκες του σοσιαλισμού, γιατί ένα τέτοιο πράγμα πνίγει την παρότρυνση για δουλειά. Αλλά να στηρίξεις το παν μόνο και μόνο στο ατομικό υλικό συμφέρον θα πει στην πραγματικότητα να απομακρυνθείς από την αρχή της συνταύτισης των ατομικών συμφερόντων με τα κοινωνικά συμφέροντα και της υποταγής των ατομικών συμφερόντων στα κοινωνικά συμφέροντα στο σοσιαλισμό. Αυτό αναπόφευχτα κάνει να ξεχαστεί το κοινωνικό συμφέρον, να μπει το ατομικό συμφέρον πάνω από το κοινωνικό συμφέρον, ωθεί τους ανθρώπους να τρέχουν πίσω από το κέρδος και τον ατομικό πλούτο και να τον προσκυνούν, διαφθείρει τη σοσιαλιστική τους συνείδηση, υποκινεί και ζωογονεί σ’ αυτούς τα υπολείμματα του καπιταλισμού, οδηγεί στη ζωογόνηση των τάσεων του αστικού ατομικισμού και στη γέννηση κάθε είδους παρασιτικών, εκμεταλλευτικών και αντισοσιαλιστικών στοιχείων. Τα γεγονότα αποδείχνουν ότι ακριβώς ένα τέτοιο πράγμα συμβαίνει τώρα και στη Σοβιετική Ένωση. Και πως μπορεί να γίνεται λόγος, στις συνθήκες αυτές, για οικοδόμηση του κομμουνισμού, όταν είναι γνωστό πως η πραγματοποίησή του απαιτεί τη διαπαιδαγώγηση συνείδησης πολύ ανώτερης των εργαζομένων για να δουλέψουν με όλες τους τις ικανότητες χωρίς καμιά οικονομική υποχρέωση, χωρίς έλεγχο στο μέτρο της εργασίας και της κατανάλωσης;
Η θέση του Ν. Χρουστσιόφ για το «ατομικό υλικό συμφέρον» σαν «κινητήρια δύναμη ανάπτυξης της σοσιαλιστικής παραγωγής», σαν «βάση της αύξησης της παραγωγής, της «ανόδου της αποδοτικότητας στη δουλειά», σαν «μεγάλη δύναμη της οικοδόμησης του κομμουνισμού», είναι σε ανοιχτή αντίθεση με τα διδάγματα του μεγάλου Λένιν, που στη γνωστή μπροσούρα του «Η μεγάλη πρωτοβουλία», δείχνοντας τη μεγάλη σημασία των «κομμουνιστικών Σαββάτων» έγραφε: «Ο κομμουνισμός αρχίζει εκεί που εμφανίζεται η γεμάτη αυταπάρνηση φροντίδα των απλών εργατών, που ξεπερνάει τη βαριά δουλειά, για την αύξηση της αποδοτικότητας στη δουλειά, για τη διαφύλαξη κάθε πούντ σταριού, κάρβουνου, σίδερου και άλλων προϊόντων, τα οποία δεν τα παίρνουν ατομικά εκείνος που δουλεύει και ούτε οι «πλησιέστεροι» μα οι «μακρινοί», δηλ. η κοινωνία στην «ολότητα», δεκάδες και εκατομμύρια άνθρωποι, ενωμένοι στην αρχή σε ένα σοσιαλιστικό κράτος και μετά στην Ένωση Σοβιετικών Δημοκρατιών» (υπογραμμισμένο από τη σύνταξη). (Β. I. Λένιν Άπαντα, ρωσ. εκδ., τόμ. 29, σελ. 394). Έχοντας υπόψη ακριβώς αυτό το βασικό χαρακτηριστικό, αυτή την ουσία των «κομμουνιστικών Σαββάτων», ο Λένιν έγραφε: «Αυτό είναι η απαρχή μιας καμπής πιο δύσκολης, πιο ουσιώδικης, πιο βασικής, πιο αποφασιστικής από την ανατροπή της αστικής τάξης, γιατί αυτό είναι νίκη πάνω στη ρουτίνα, την αποδιοργάνωση και τον μικροαστικό της εγωισμό, πάνω σ’ αυτές τις συνήθειες τις οποίες ο καταραμένος καπιταλισμός άφησε κληρονομιά στον εργάτη και στον αγρότη. Όταν η νίκη αυτή εδραιωθεί, τότε και μόνο τότε θα δημιουργηθεί η νέα κοινωνική πειθαρχία, η σοσιαλιστική πειθαρχία, τότε και μόνον τότε θα γίνει αδύνατη η επιστροφή στον καπιταλισμό και ο κομμουνισμός θα γίνει πραγματικά ακατανίκητος». (Στο ίδιο, σ. 379—380).
Ενώ ο Ν. Χρουστσιόφ προσπαθεί ακριβώς να γυρίσει πίσω τη σοβιετική κοινωνία, προς τον καπιταλισμό. Μια από τις συνέπειες της πολιτικής του του «ατομικού υλικού συμφέροντος» και, όπως φαίνεται, ένας από τους βασικούς σκοπούς του, είναι η δημιουργία ενός στρώματος προνομιούχων ανθρώπων, μιας νέας «αριστοκρατίας», η οποία, ξεκινώντας από το στενό συμφέρον της υποστηρίζει τη ρεβιζιονιστική, αντισοσιαλιστική, αντεπαναστατική και εθνικιστική γραμμή του Ν. Χρουστσιόφ και της προδοτικής του ομάδας. Ακριβώς η δημιουργία ενός τέτοιου στρώματος αποτελεί σήμερα την κοινωνική βάση της διάδοσης του ρεβιζιονισμού σε μερικές σοσιαλιστικές χώρες. Πρέπει να μπει σε φως ότι η λεγόμενη αρχή της «ατομικής υλικής παρότρυνσης» στέκει επίσης στη βάση όλου του γιουγκοσλάβικου συστήματος της «εργατικής αυτοδιοίκησης», που, ως γνωστό, είναι μια από τις βασικές κατευθύνσεις της επιστροφής της γιουγκοσλάβικης οικονομίας προς τον καπιταλισμό.
Μα όχι μόνο τόσο. Στην προαναφερόμενη έκθεση της 28 Φλεβάρη, ο Ν. Χρουστσιόφ έκαμε ανοιχτά έκκληση, ώστε για να εφαρμοστεί η αρχή της «υλικής παρότρυνσης» στη γεωργία, να παρθεί η πείρα του συστήματος αμοιβής που μεταχειρίζονται οι αμερικάνοι καπιταλιστές φάρμερς! Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ν. Χρουστσιόφ εκφράζει το θαυμασμό του για το αμερικάνικο σύστημα. Όπως φαίνεται οι ΕΠΑ αποτελούν το ιδεώδες προς το όποιο προσπαθούν να βαδίσουν ο Ν. Χρουστσιόφ και η ομάδα του αποστατών!
Με τις «δημιουργικές ανακαλύψεις» του ο Ν. Χρουστσιόφ εκχυδάισε άσχημα την ιδέα του κομμουνισμού. Σ’ έναν από τους λόγους του κατά την τελευταία επίσκεψη στην Ουγγαρία, έφτασε ως το σημείο να αναγάγει το ιδεώδες του κομμουνισμού και την πάλη για κομμουνισμό στις προσπάθειες να γεμίζει το στομάχι μ' ένα πιάτο γκουλιάς. Είναι ξεκάθαρο ότι μια τέτοια χυδαία και μικροαστική αντίληψη δεν έχει τίποτε το κοινό με τη μαρξιστική -λενινιστική διδασκαλία του επιστημονικού κομμουνισμού και οδηγεί αναπόφευχτα στην απομάκρυνση απ’ τον προλεταριακό διεθνισμό, απ’ την υποστήριξη του επαναστατικού κινήματος στις άλλες χώρες, οδηγεί σ’ έναν στενό εγωισμό και σε εθνικισμό. Όχι μάταια η αμερικάνικη εφημερίδα «Νιού Γιόρκ Τάϊμς», στο φύλλο της 3 Απρίλη 1964 σε άρθρο της σύνταξης με τίτλο «Ο κομμουνισμός γκουλιάς της Μόσχας», έγραφε: «Ο παράδεισός του είναι ακριβές αντίγραφο του αμερικάνικου πολιτικού συνθήματος - δυο αυτοκίνητα σε κάθε γκαράζ και μια κότα σε κάθε τέντζερη». Και πιο κάτω: «Ο Νικολάϊ Μπουχάριν, σοβιετικός θεωρητικός, ο οποίος έκαμε έκκληση στους ρώσους γεωργούς στα χρόνια του 1920 να πλουτίσουν αυξαίνοντας την παραγωγή για τους εργάτες της πόλης, θα είχε παραδεχτεί την τωρινή γραμμή του Χρουστσιόφ. Οι γάλλοι και γερμανοί σοσιαλδημοκράτες του τέλους του XIX αιώνα και των αρχών του XX αιώνα, θα είχαν εγκρίνει επίσης τη γραμμή αυτή, γιατί στο παρελθόν θεωρούσαν σαν πρώτιστο καθήκον τους να παράγουν πολύ περισσότερα για τους εργάτες παρά να απασχολούνταν τόσο πολύ για την ανατροπή των υπαρχόντων ιδρυμάτων με την επανάσταση». Αυτό είναι πολύ ξεκάθαρο και δεν χρειάζεται σχόλια.
’Η ας πάρομε την πολιτική της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ στο πεδίο της γεωργίας. Είναι γνωστό ότι ο Ν. Χρουστσιόφ και οι υποστηριχτές του επετέθηκαν με λύσσα προπαντός και της πολιτικής που ακολουθούσε ο Στάλιν στον τομέα της γεωργίας και πήραν μια σειρά μέτρα στην κατεύθυνση αυτή για να βγάλουν δήθεν την σοβιετική γεωργία απ’ την καθυστέρηση όπου την είχε αφήσει ο Στάλιν. Μεγάλος θόρυβος έγινε ιδιαίτερα γύρω απ’ την ξεχέρσωση νέων εδαφών, τη διάλυση των ΜΤΣ, καθώς και την ανάπτυξη της καλλιέργειας του καλαμποκιού. Οι εμπνευστές των μέτρων αυτών τα προπαγάνδισαν σαν σωτήρια, που θα εξασφάλιζαν το διπλασιασμό της γεωργικής παραγωγής, το φτάσιμο μέσα σε λίγα χρόνια των ΕΠΑ και των άλλων ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών στη γεωργική παραγωγή κατά κεφαλή του πληθυσμού, τη δημιουργία αφθονίας και την ελάττωση των τιμών των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων.
Μα μπορεί να θεωρηθεί άραγε η διάλυση των ΜΤΣ και η πούληση των γεωργικών μηχανών στα κολχόζ σαν μέτρο που βοηθεί για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στο χωριό και για την επιτάχυνση των ρυθμών της προόδου προς τον κομμουνισμό, όπως προσπαθεί να το παρουσιάσει η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ; Ο I. Β. Στάλιν, στο βιβλίο του «Τα οικονομικά προβλήματα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ», το οποίο ο Ν. Χρουστσιόφ χαρακτήρισε στο 19ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ σαν «ανεχτίμητη συμβολή στη θεωρία του μαρξισμού - λενινισμού», που «εξοπλίζει το κόμμα και το σοβιετικό λαό με τη διδασκαλία σχετικά με τους όρους της προπαρασκευής του περάσματος απ’ το σοσιαλισμό στον κομμουνισμό», δικαίως θεωρεί εντελώς λαθεμένο και πολύ επιζήμιο ένα τέτοιο μέτρο, γιατί:
Πρώτο, τα κολχόζ, όσο ισχυρά κι αν είναι από οικονομική άποψη, δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν με τα μέσα τους τη γρήγορη τεχνική πρόοδο στη γεωργία· αυτό μπορεί να το κάνει μόνο το σοσιαλιστικό κράτος. Γι’ αυτό, τόνιζε, να πουλήσεις τους ΜΤΣ στα κολχόζ «σημαίνει να τους προξενήσεις μεγάλες απώλειες και να καταστρέψεις τα κολχόζ, να υπονομεύσεις τη μηχανοποίηση της γεωργίας, να επιβραδύνεις τους ρυθμούς της κολχόζνικης παραγωγής».
Δεύτερο, ένα τέτοιο μέτρο θέτει τα κολχόζ στην προνομιούχα θέση των κατόχων των κυριοτέρων εργαλείων της παραγωγής, πράγμα που δεν το έχουν οι κολεχτίβες των εργαζομένων στις κρατικές επιχειρήσεις. Αυτό δεν προσεγγίζει καθόλου την κολχόζνικη ιδιοκτησία με τη γενική ιδιοχτησία όλου του λαού, μα απεναντίας, την απομακρύνει απ’ αυτή, επομένως εμποδίζει το προτσές του περάσματος απ’ το σοσιαλισμό στον κομμουνισμό.
Τρίτο, το μέτρο αυτό ευρύνει τη σφαίρα δράσης της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, επειδή μια κολοσσιαία ποσότητα εργαλείων της γεωργικής παραγωγής εισέρχεται στην τροχιά της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, πράγμα που επίσης δημιουργεί επιπρόσθετες δυσκολίες για την πρόοδο προς τον κομμουνισμό.
Και τα κατοπινά γεγονότα απέδειξαν ότι ο I. Στάλιν είχε πλέρια δίκιο.
Γεννάται το ερώτημα: ποιες είναι οι «λαμπρές συνέπειες» της πολιτικής της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ στον τομέα της γεωργίας; Να ποια είναι τα γεγονότα:
Στη 1 Ιούνη 1962 η ΚΕ του ΚΚΣΕ και το Υπουργικό Συμβούλιο της ΕΣΣΔ απηύθυναν στο σοβιετικό λαό έκκληση, με την οποία γνωστοποιούσαν ότι οι τιμές της λιανικής πούλησης του κρέατος και των προϊόντων του κρέατος υψώνονται κατά μέσο όρο 30F, ενώ οι τιμές του βουτύρου και των προϊόντων του 25F. Στην έκκληση αυτή αναφέρονταν ότι «το κόμμα και η κυβέρνηση θεωρούν αναγκαίο να μιλήσουν ανοιχτά για τις δυσκολίες που γεννούνται στην εξασφάλιση του πληθυσμού των πόλεων με προϊόντα του κρέατος». Έτσι ο σοβιετικός λαός δοκίμασε πολύ γρήγορα «τα καλά» των μεταρρυθμίσεων του Ν. Χρουστσιόφ. Ένα τέτοιο φιάσκο έπαθε και η πολύκροτη υπόσχεση του Ν. Χρουστσιόφ να πραγματοποιήσει απ’ το 1959—60 την κατάργηση των φόρων απ’ τον πληθυσμό και την ελάττωση της εργάσιμης μέρας χωρίς να ελαττωθούν οι αποδοχές, πράγμα που ως τα σήμερα δεν έχει εφαρμοστεί. Επίσης, φέτος η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ υποχρεώθηκε να αγοράσει πάνω από 10 εκατομμύρια τόννους σιτηρά απ’ τον Καναδά, Αυστραλία, ΕΠΑ και αλλού, για να καλύψει τις ανάγκες της χώρας, πράγμα που είναι φαινόμενο χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία ήταν πάντοτε εξαγωγέας σταριού.
Όπως κι αν δικαιολογείται ο Ν. Χρουστσιόφ, δεν κατορθώνει να κρύψει τις αποτυχίες και την ευθύνη του. Δε μπορεί να τον γλυτώσουν ούτε οι αλλεπάλληλες απαλλαγές των υπουργών της γεωργίας και των άλλων ιθυνόντων στελεχών στο Καζαχστάν, το Ριαζάν κλπ., ούτε οι απόπειρες να επιρριφτεί το φταίξιμο στο σύστημα της τραβοπόλιε και ούτε οι συκοφαντίες κατά του I. Β. Στάλιν. Στην αδιαντροπιά του έφτασε ως το σημείο να πει στην ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος ότι την εποχή του Στάλιν και του Μολότοφ πραγματικά πουλούντανε στάρι στο εξωτερικό, Μα «σε μερικές περιοχές οι άνθρωποι υπόφεραν απ’ την πείνα από έλλειψη σιτηρών, και μάλιστα πέθαιναν». Και αυτό συνέβηκε τάχα ακριβώς το 1947! Μα και η σκανδαλώδικη και κακόβουλη αυτή για την ίδια τη σοβιετική εξουσία δήλωση δεν μπορεί να γλυτώσει το Ν. Χρουστσιόφ. Όλος ο κόσμος γνωρίζει ότι ακριβώς κείνη τη χρονιά στη Σοβιετική Ένωση καταργήθηκε το σύστημα των δελτίων, το όποιο περιόριζε την αγορά ψωμιού από μέρους του πληθυσμού. Είναι επίσης κάλλιστα γνωστό ότι ακριβώς την περίοδο εκείνη η Σοβιετική Ένωση έδωσε βοήθεια στους λαούς των άλλων χωρών που είχαν μπει στο δρόμο του σοσιαλισμού, για να τους γλυτώσει απ’ την πείνα που τους απειλούσε και για να μη απλώσουν το χέρι στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Αυτή ήταν βαθύτατα διεθνιστική στάση, που εμείς οι αλβανοί γνωρίζομε πολύ καλά απ’ την πείρα μας.
Μετά τον πόλεμο, το 1946, στη χώρα μας δημιουργήθηκε πολύ σοβαρή κατάσταση αναφορικά με το πρόβλημα του ψωμιού. Απ’ τη γεωργία είχαν απομακρυνθεί πολλές εργατικές δυνάμεις που υπηρετούσαν εθελοντικά στις γραμμές του Λαϊκού Στρατού, το ένα τρίτο της κτηνοτροφίας καταστράφηκε στο διάστημα του πολέμου· μεγάλες ζημιές έπαθαν προπαντός τα ζώα δουλειάς· η γεωργική χρονιά δεν ήταν καθόλου καλή. Στις συνθήκες αυτές ολόκληρες περιοχές απειλούνταν απ’ την πείνα. Η εσωτερική και η εξωτερική αντίδραση έτριβαν τα χέρια. Μα στις δύσκολες αυτές μέρες η σοβιετική κυβέρνηση, με επικεφαλής τον I. Β. Στάλιν μ’ αίτηση της αλβανικής κυβέρνησης, έδωσε στο λαό μας άμεση βοήθεια σε στάρι, η οποία τον γλύτωσε απ’ την πείνα και έκαμε συντρίμμια τα σχέδια της αντίδρασης. Και αυτό συνέβαινε ένα χρόνο μετά τον πόλεμο εκείνο που προξένησε στη Σοβιετική Ένωση τόσες καταστροφές και μεγάλες απώλειες. Πως είναι δυνατό, λοιπόν, να βοηθήσεις για να γλυτώσεις απ’ την πείνα τους άλλους και ταυτόχρονα ν’ αφήσεις να υποφέρουν, και μάλιστα να πεθάνουν της πείνας οι άνθρωποί σου;
Δύσκολη κατάσταση δημιουργήθηκε στη χώρα μας, αναφορικά με την εξασφάλιση του ψωμιού και του λαού και το 1960, κυρίως εξ αιτίας της μεγάλης πρωτοφανούς για πολλά χρόνια ξηρασίας. Και κείνη τη χρονιά, όπως και πρωτύτερα, η αλβανική κυβέρνηση απευθύνθηκε στη σοβιετική κυβέρνηση για βοήθεια. Μα ποια ήταν η απάντησή της; Στην αρχή μας είπαν ότι δυσκολεύονται να ικανοποιήσουν την αίτηση, παρ’ όλο που, όταν βρίσκονταν για επίσκεψη στην Αλβανία το 1959, ο Ν. Χρουστσιόφ είπε πως «τόσο στάρι όσο χρειάζεται στην Αλβανία το χρόνο, εμάς στη Σοβιετική 'Ένωση μας το τρώνε τα ποντίκια»· αργότερα, όταν η πλευρά μας έκφρασε την ετοιμότητα ν’ αγοράσει με χρήμα την αναγκαία ποσότητα σταριού, μας είπαν ότι θα μπορούσαν να μας πουλήσουν στάρι, αλλά μόνο με χρυσό στο χέρι. Και όταν εμείς δεχτήκαμε να τ’ αγοράσομε με χρυσό, αρνήθηκαν να μας πουλήσουν σιτηρά. Αυτά είναι αποδεδειγμένα με ντοκουμέντα.
Να, τέτοια είναι τα στοιχεία τα οποία μαρτυρούν για δυο διαμετρικά αντίθετες στάσεις: για τη βαθύτατα διεθνιστική στάση του I. Β. Στάλιν και για τη στάση μεταπράτη του χειρίστου είδους του Ν. Χρουστσιόφ, ο οποίος νόμιζε ότι με τέτοιες πιέσεις και απειλές θα μπορούσε να υποτάξει και γονατίσει το κόμμα και το λαό μας.
Είναι πολύ «ενδιαφέροντα» και τα ζίκ - ζάκ του Ν. Χρουστσιόφ, οι ακροβασίες του για να βγει απ’ το αδιέξοδο όπου έμπασε τον εαυτό του με την πολιτική του στη γεωργία. Στην αρχή, σαν γενική γραμμή για την αύξηση της γεωργικής παραγωγής έθεσε την εύρυνση της καλλιεργούμενης επιφάνειας και παρουσίασε το σχέδιο της ξεχέρσωσης νέων εδαφών, για τα οποία δαπανήθηκαν κολοσσιαία μέσα και δυνάμεις. Ενώ στην ολομέλεια του Δεκέμβρη 1963 ο ίδιος ο Χρουστσιόφ έθεσε το ζήτημα: τι είναι πιο συμφερτικό, να ευρυνθεί η καλλιεργούμενη επιφάνεια, ή ν’ αυξηθεί η παραγωγή σιτηρών κατά εχτάρι; Και είπε ότι απ’ τις μελέτες που έγιναν βγαίνει πως «είναι πιο συμφερτικό να κατευθύνεις τα υπάρχοντα μέσα στην ανάπτυξη της χημείας, στην παραγωγή χημικών λιπασμάτων, και όχι στην εύρυνση της καλλιεργούμενης επιφάνειας». Μα αν είναι έτσι, τότε γιατί αυτός ο «μεγάλος ειδικός της γεωργίας» δεν έκαμε από πρωτύτερα τους λογαριασμούς αυτούς, μα καταδίκασε και κήρυξε «αντικομματικούς» κείνους που υπεράσπιζαν την άποψη της ανάπτυξης της χημικής βιομηχανίας για την εντατικοποίηση της γεωργίας; Γιατί δαπανήθηκαν όλα αυτά τα κολοσσιαία μέσα και δυνάμεις, αντί να χρησιμοποιούνταν για την εντατικοποίηση της γεωργίας από μερικά χρόνια πρωτύτερα; Ποιος φταίει γι’ αυτά, ο Στάλιν, το σύστημα της τραβοπόλιε, ή οι «παλιές» μορφές οργάνωσης και διεύθυνσης της γεωργίας;
Ή ας πάρομε και ένα άλλο παράδειγμα. Όλοι θυμούνται πόσο μεγάλος θόρυβος έγινε πριν από μερικά χρόνια στη Σοβιετική Ένωση γύρω απ’ την καλλιέργεια του καλαμποκιού. Το καλαμπόκι έγινε το σύμβολο της ευημερίας και της αφθονίας, το σύμβολο όλων των αγαθών, το κοκκινότριχο άλογο που εξασφάλιζε το φτάσιμο και το ξεπέρασμα των ΕΠΑ στην ανάπτυξη της γεωργικής παραγωγής! Ο Χρουστσιόφ μας βγήκε τότε σαν ο πιο φλογερός λάτρης του καλαμποκιού, σαν ο μεγαλύτερος ειδικός και ο πιο ένθερμος λάτρης του καλαμποκιού, σαν ο μεγαλύτερος ειδικός και ο πιο ένθερμος προπαγανδιστής της καλλιέργειας αυτής. Μα τι συνέβηκε; Σάμπως να μη είχε ειπωθεί και γίνει τίποτε, τώρα ο Ν. Χρουστσιόφ δήλωσε στην ολομέλεια του Δεκέμβρη 1963 ότι «εμείς δεν ορκιζόμαστε ολοζωής σε μια μόνη καλλιέργεια, δεν σκεφτόμαστε να την προσκυνήσουμε. Δεν πρέπει να δώσομε προτεραιότητα σε καμιά καλλιέργεια». Όπως φαίνεται και το καλαμπόκι δεν μπόρεσε να σώσει το Ν. Χρουστσιόφ. Επομένως, ας αφήσομε στην άκρη το καλαμπόκι, ας αφήσομε στην άκρη και τα νέα εδάφη. Η χημεία - να αυτή είναι τώρα το παν, αυτή είναι η σωτηρία!
Μα για την ανάπτυξη της χημικής βιομηχανίας χρειάζονται πολλά μέσα. Για την εξασφάλισή τους ο Ν. Χρουστσιόφ δεν δίστασε να θίξει και την αμυντική ισχύ της Σοβιετικής Ένωσης, ελαττώνοντας τις στρατιωτικές δαπάνες. Τώρα αυτό θεωρείται σαν σωστό μέτρο, και μάλιστα σαν μεγάλο ειρηνικό βήμα της σοβιετικής κυβέρνησης, το όποιο, όπως τόνιζε ο ίδιος ο σοβιετικός τύπος, πάρθηκε ακριβώς σε μια στιγμή, που οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, στη σύνοδο του συμβουλίου του ΝΑΤΟ στο Παρίσι το Δεκέμβρη της περασμένης χρονιάς, αποφάσισαν ν' αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες και να επισπεύσουν την εργασία για τη δημιουργία των πολυμερών πυρηνικών δυνάμεων. Μα ας υπενθυμίσουμε στους αναγνώστες μας πως αιτιολόγησε ο Ν. Χρουστσιόφ πριν από ενάμιση χρόνο την ύψωση των τιμών του κρέατος, των υποπροϊόντων του κρέατος και του βουτύρου. Στην έκκληση προς το σοβιετικό λαό με την ευκαιρία αυτή αναφέρονταν ότι οι τιμές μπορούσαν να μη υψωθούν αν θίγονταν η αμυντική ισχύ της χώρας, μα το κόμμα και η κυβέρνηση δεν μπορούσαν να βαδίσουν στον επικίνδυνο αυτό δρόμο τη στιγμή που οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις τρέφουν και προετοιμάζουν επιθετικά σχέδια κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Με δίκιο γεννάται το ερώτημα: τι συνέβηκε; Πως κείνο που δεν μπορούσε να γίνει στα μέσα του 1962 έγινε δυνατό στα τέλη του 1963; Μήπως τώρα οι ιμπεριαλιστές, μ' επικεφαλής τις ΕΠΑ, παραιτήθηκαν απ’ τις προετοιμασίες για πόλεμο κι απ’ τα επιθετικά τους σχέδια; Όχι, τίποτε δεν άλλαξε. Απεναντίας, με το διαβόητο Σύμφωνο της Μόσχας, με τις χωρίς αρχές παραχωρήσεις και συνδιαλλαγές του Ν. Χρουστσιόφ, ο κίνδυνος πολέμου αυξήθηκε. Μα τότε; Εδώ δεν υπάρχει τίποτε για ν’ απορεί κανείς. Εδώ πρόκειται μόνο για μια εκδήλωση του πραγματισμού του Ν. Χρουστσιόφ που διέπει όλη την πολιτική και την πραχτική του δράση, και ύψιστη αρχή του όποιου είναι ότι το παν είναι καλό, ορθό, αληθές όταν αυτό σε συμφέρει, σού αποκομίζει όφελος και κέρδος στην τωρινή στιγμή.
Θα βάλομε σε φως εδώ και μια άλλη ενδιαφέρουσα «λεπτομέρεια». Κάποτε ο Ν. Χρουστσιόφ «κριτίκαρε δριμύτατα» τους γιουγκοσλάβους ηγέτες, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι οικοδομούσαν το σοσιαλισμό με τα αμερικάνικα δολάρια, και έθετε το ερώτημα: τι είναι τούτος ο σοσιαλισμός που βοηθείται και υποστηρίζεται απ’ τους ιμπεριαλιστές; Ενώ τώρα ο ίδιος ο Ν. Χρουστσιόφ απλώνει το χέρι αδιάντροπα στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Στην ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος του Δεκέμβρη 1963 για τα ζητήματα της ανάπτυξης της χημικής βιομηχανίας, ο Ν. Χρουστσιόφ έθεσε το πρόβλημα των πιστώσεων που μπορεί να πάρει απ’ τις δυτικές χώρες και σε μια συνομιλία που είχε με μια ομάδα αμερικάνους επιχειρηματίες, πρότεινε σ’ αυτούς να επενδύσουν κεφάλαια στη Σοβιετική 'Ένωση δίνοντας συνάμα εγγύηση εξ ονόματος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, ότι απ’ τις επενδύσεις αυτές θα έχουν καλά κέρδη. Κάθε άνθρωπος μπορεί δικαίως να κάμει την ερώτηση που έκαμε κάποτε ο ίδιος ο Χρουστσιόφ: τι είδος κομμουνισμός είναι τούτος που μπορεί να οικοδομηθεί με τη βοήθεια και τις πιστώσεις των καπιταλιστών, με τα αμερικάνικα δολάρια; Η ζήτηση βοηθειών και πιστώσεων απ’ τη Δύση είναι όχι μόνο μεγάλη δυσφήμηση για τη Σοβιετική Ένωση, μα και μεγάλη στροφή προς τα πίσω της σοβιετικής σοσιαλιστικής οικονομίας προς τις ξεπερασμένες μορφές του κρατικού καπιταλισμού που υπήρχαν, και τότε σε πολύ περιορισμένη μορφή, στα πρώτα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας. Και όλα αυτά την εποχή που η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ προπαγανδίζει με μεγάλο θόρυβο την οικοδόμηση των βάσεων της κομμουνιστικής κοινωνίας εντός του 1980.
Είναι γνωστό ότι ο I. Β. Στάλιν, παρ’ όλο που έζησε και εργάστηκε σε μια εποχή που η Σοβιετική Ένωση έπρεπε να ξεπεράσει αναρίθμητες δυσκολίες, σε πλήρη αντίθεση με την τωρινή συνθηκόλογη πολιτική του Ν. Χρουστσιόφ, κράτησε πάντοτε ψηλά την τιμή και το γόητρο της σοβιετικής χώρας και ποτέ δεν άπλωσε το χέρι για ελεημοσύνη στους ιμπεριαλιστές.
Έτσι, τα αναμφισβήτητα γεγονότα αποδείχνουν κάθε μέρα και πιο καθαρά ότι η γραμμή που ακολουθούν μ’ επιμονή ο Ν. Χρουστσιόφ και η ομάδα του αποστατών, με έμβλημα τη λεγόμενη «πάλη κατά της προσωπολατρίας του Στάλιν και των συνεπειών της», είναι στην πραγματικότητα η γραμμή του καπιταλιστικού εκφυλισμού της σοσιαλιστικής οικονομίας στα ίχνη της τιτικής Γιουγκοσλαβίας.




Η ΓΡΑΜΜΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΤΑΛΙΝΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΗΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ,
ΕΙΝΑΙ ΓΡΑΜΜΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Μ’ ΑΥΤΟΝ
Στα διάφορα υλικά της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ και των άλλων ρεβιζιονιστών, όπως στην έκθεση που έδωσε ο Σουσλόφ στην ολομέλεια του Φλεβάρη 1964 της ΚΕ του ΚΚΣΕ, στους λόγους του Ν. Χρουστσιόφ στην Ουγγαρία και στους λόγους που εκφώνησαν οι οπαδοί του στις πομπώδικες τελετές των 70χρονων του Ν. Χρουστσιόφ, επαναλήφθηκαν άλλη μια φορά οι συκοφαντίες και οι ξετσίπωτες επινοήσεις απέναντι της λενινιστικής εξωτερικής πολιτικής της Σοβιετικής Ένωσης που ακολούθησαν ως χθες ο Στάλιν και σήμερα τα κομμουνιστικά κόμματα και οι κυβερνήσεις των σοσιαλιστικών χωρών που στέκουν πιστά στο μαρξισμό - λενινισμό, στην υπόθεση του σοσιαλισμού. «Στο παράδειγμα της τωρινής πολιτικής γραμμής των ηγετών του ΚΚ της Κίνας — αναφέρεται στην έκθεση του Σουσλόφ — το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και οι συνειδητοί εργάτες όλου του κόσμου πείθονται άλλη μια φορά πόσο φαύλη ήταν και μένει η πραχτική της προσωπολατρίας, τι ζημιά προξένησε στα συμφέροντα των λαών, στη μεγάλη υπόθεση της πάλης κατά του ιμπεριαλισμού, γιο το σοσιαλισμό».
Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Με τον τρόπο αυτό η ομάδα αποστατών του Ν. Χρουστσιόφ προσπαθεί να δικαιολογήσει την αντιμαρξιστική εξωτερική πολιτική της, η οποία βλάπτει βαριά τα συμφέροντα των λαών, των σοσιαλιστικών χωρών και της ειρήνης, προσπαθεί να νομιμοποιήσει, ντύνοντας με ψευτομαρξιστικό πέπλο, τις ενέργειές της του παρελθόντος και να ανοίξει το δρόμο για νέες προδοτικές ενέργειες. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο να ξεσκεπαστούν οι μανούβρες αυτές και να φανερωθεί τι κρύβεται πίσω απ’ τις επιθέσεις του Ν. Χρουστσιόφ και των υποστηριχτών του κατά των λεγομένων «συνεπειών της προσωπολατρίας» στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής.
Όπως δείχνει η ίδια η ζωή με πολλά γεγονότα, όσο περνάει ο καιρός, τόσο πιο έντονη γίνεται η ριζική διάκριση μεταξύ των δύο αντιθέτων γραμμών στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής: μεταξύ της μαρξιστικής – λενινιστικής, επαναστατικής και αντιιμπεριαλιστικής γραμμής του I. Β. Στάλιν, και της οπορτουνιστικής, συνθηκολόγας και προδοτικής γραμμής του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του. Οι άνθρωποι βλέπουν κάθε μέρα και πιο καθαρά ότι οι επιθέσεις και οι κατηγορίες κατά του I. Στάλιν και της εξωτερικής πολιτικής που ακολουθούσε, παρουσιάζοντάς τη σαν «άκαμπτη», «δογματική» και «σεχταριστική» πολιτική και τον ίδιο το Στάλιν πότε σαν «αφελή» και «δειλό» απέναντι του ιμπεριαλισμού και πότε σαν «τυχοδιώχτη» και «αδαή» στην πολιτική, δεν είναι άλλο παρά απεχθείς συκοφαντίες.
Στην πραγματικότητα, ο I. Β. Στάλιν ήταν πάντοτε μεγάλος μαχητής κατά του μισητού ταξικού εχθρού - του ιμπεριαλισμού. Σαν πιστός μαθητής του Λένιν και σαν άξιος συνεχιστής του έργου του, ο I. Στάλιν τηρούσε τα λενινιστικά διδάγματα σχετικά με τον ιμπεριαλισμό και πλούτισε και ανέπτυξε παραπέρα τα διδάγματα αυτά σε προσαρμογή με τις νέες συνθήκες και φαινόμενα. Στη βάση μιας βαθιάς και ολόπλευρης ανάλυσης της φύσης και των αντιθέσεων του ιμπεριαλιστικού συστήματος, ο I. Στάλιν έβγαλε μια σειρά σπουδαία διδάγματα αναφορικά με τη στάση απέναντι του ιμπεριαλισμού, με τα ζητήματα του πολέμου, της ειρήνης και της ειρηνικής συνύπαρξης, του επαναστατικού και εθνικο-απελευθερωτικού κινήματος, τα οποία και σήμερα έχουν μεγάλη αξία για όλο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.
Να μη τρέφει κανείς καμιά αυταπάτη απέναντι του ιμπεριαλισμού και των ηγετών του, να τηρεί πάντοτε απέναντι τους ταξική προλεταριακή στάση και υψηλή επαγρύπνηση, - να ποιο ήταν ένα από τα μεγάλα διδάγματα του I. Στάλιν.
Ο ιμπεριαλισμός είναι ορκισμένος και ασυμβίβαστος εχθρός του σοσιαλιστικού συστήματος. «Ο καπιταλιστικός περίγυρος, - έλεγε ο Στάλιν το 1930 - δεν πρέπει να νοηθεί σαν μια απλή γεωγραφική έννοια. Καπιταλιστικός περίγυρος σημαίνει πως γύρω στην ΕΣΣΔ υπάρχουν εχθρικές τάξεις, που είναι έτοιμες να υποστηρίξουν τους ταξικούς μας εχθρούς μέσα στα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης και ηθικά και υλικά, και με οικονομικό αποκλεισμό, και, αν παρουσιαστεί ευκαιρία, με στρατιωτική επέμβαση» (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 12, σελ. 295, έκδ. στην αλβανική). Ο Στάλιν έδειξε με πολλά επιχειρήματα και στοιχεία ότι με την ανάπτυξη και το δυνάμωμα της χώρας του σοσιαλισμού, που στέκει πιστή στην υπόθεση της επανάστασης και του προλεταριακού διεθνισμού, θα αυξηθούν και η έχθρα και η επιθετικότητα του ιμπεριαλισμού απέναντι της. «Να σκέφτεσαι, - τόνιζε - ότι ο διεθνής καπιταλισμός μπορεί ν’ αφήσει σε ησυχία τη σοσιαλιστική χώρα να οικοδομήσει τον κομμουνισμό και μπορεί να στέκει απλός παρατηρητής της διεθνούς εξωτερικός πολιτικής της, σημαίνει να είσαι αφελής και να περάσεις στις θέσεις του αστικού φιλελευθερισμού». Ξεκινώντας από έναν τέτοιο γενικό προσανατολισμό, ο I. Στάλιν καθοδήγησε το κόμμα και το σοβιετικό λαό στο δρόμο του ολόπλευρου δυναμώματος της χώρας, της αδιάκοπης αύξησης της αμυντικής της ισχύς, για ν’ αντιμετωπίσει μ’ επιτυχία κάθε ιμπεριαλιστική επίθεση. Η ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών, πιστοποίησαν αναμφισβήτητα ότι η στάση του Στάλιν στο ζήτημα αυτό ήταν στάση μαρξιστική - λενινιστική, συνετή, ρεαλιστική και διορατική. Δεν μαρτυρούν άραγε για τούτο η επίθεση της χιτλερικής Γερμανίας κατά της Σοβιετικής Ένωσης στα χρόνια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, ή η επίθεση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού κατά της ΛΔ της Κορέας και οι επιθετικές του ενέργειες κατά της Κούβας, καθώς και πολλές άλλες εχθρικές ενέργειες των ιμπεριαλιστών ενάντια στις σοσιαλιστικές χώρες.
'Ο ιμπεριαλισμός, απ’ την ίδια την ουσία του, είναι ανήλεος εκμεταλλευτής των εργαζομένων και των λαών και άγριος εχθρός τους. Ο I. Στάλιν, έτσι όπως ο Β. I. Λένιν, μας διδάσκει ότι ιμπεριαλισμός σημαίνει άμεση αύξηση της εκμετάλλευσης και της βίας επί των ευρύτερων στρωμάτων των εργαζομένων, ότι ο ιμπεριαλισμός είναι «ένα παγκόσμιο σύστημα οικονομικής υποδούλωσης και αποικιακής καταπίεσης της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού της Γης από μια χούφτα «προοδευμένες χώρες» (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 6, σελ. 97, έκδ. στην αλβανική). Ο I. Στάλιν απέρριψε τις προσπάθειες της αστικής προπαγάνδας και των διαφόρων οπορτουνιστών για να ωραιοποιήσουν τον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό, για ν’ αρνηθούν τις βαθιές αντιθέσεις του, για να διαδώσουν αυταπάτες σχετικά με «τα καλά» που μπορεί να φέρει στους λαούς το καπιταλιστικό καθεστώς.
Ο ιμπεριαλισμός απ’ την ίδια τη φύση του είναι πηγή πολέμων και επίθεσης. «Ο καπιταλισμός στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, - λέγει Ο I. Στάλιν - είναι σύστημα τέτοιο που θεωρεί τον πόλεμο νόμιμη μέθοδο για τη λύση των διεθνών αντιθέσεων, νόμιμη μέθοδο αν όχι νομικά, τουλάχιστον ουσιαστικά» (I. Β. Στάλιν, «Συνομιλία με τον πρόεδρο της ένωσης των εφημερίδων «Σκρίπς -Χόβαρντ Νιούς - πέϊπερς» κ. Ρόϊ Χόβαρντ», 1937). Τόνιζε ότι «ο ιμπεριαλισμός δεν μπορεί να ζήσει χωρίς βία και αρπαγή, χωρίς αίμα και χωρίς σφαίρες, γι’ αυτό και τον λένε ιμπεριαλισμό» (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 9, σελ. 192—193, έκδ. στην αλβανική). Ο I. Β. Στάλιν έβαζε σε φως ότι οι ιμπεριαλιστές, κηρύσσοντας τον πασιφισμό, έχουν μόνον ένα σκοπό: «να εξαπατήσουν τις μάζες με πομπώδικες φράσεις για την ειρήνη, για να προετοιμάσουν ένα νέο πόλεμο». (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 6, σελ. 285, έκδ. στην αλβανική). Έλεγε επίσης: «Πολλοί νομίζουν ότι ο ιμπεριαλιστικός πασιφισμός είναι όργανο ειρήνης. Αυτό δεν είναι καθόλου αληθές. Ο ιμπεριαλιστικός πασιφισμός είναι όργανο προετοιμασίας του πολέμου και κάλυψης της προετοιμασίας αυτής με υποκριτικές φράσεις για ειρήνη. Χωρίς έναν τέτοιο πασιφισμό και χωρίς το όργανό του, την Κοινωνία των Εθνών, η προετοιμασία των πολέμων στις τωρινές συνθήκες είναι αδύνατη» (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 11, σελ. 200, έκδ. στην αλβανική).
Ξεκινώντας απ’ τις λενινιστικές αυτές θέσεις ο I. Στάλιν θεωρούσε πολύ σπουδαίο καθήκον του κόμματος και του σοβιετικού κράτους, όλων των κομμουνιστών, το αδιάκοπο ξεσκέπασμα της επιθετικής και εμπρηστικής φύσης του ιμπεριαλισμού, των προσπαθειών και των σχεδίων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για την προετοιμασία και την εξαπόλυση των πολέμων. Στις «Σημειώσεις επί τρεχόντων θεμάτων» (Ιούλης 1927) όταν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις είχαν αρχίσει τις προετοιμασίες για ένα νέο πόλεμο, ο I. Στάλιν έγραφε: «το καθήκον μας είναι να σαλπίσομε συναγερμό σ’ όλες τις χώρες της Ευρώπης, σχετικά με την απειλή νέου πολέμου, να ανεβάσομε την επαγρύπνηση των εργατών και των στρατιωτών των καπιταλιστικών χωρών και να προπαρασκευάσουμε τις μάζες, να τις προπαρασκευάσουμε ακούραστα, για ν’ απαντήσουν μ’ επαναστατική πάλη σ’ όλες τις προσπάθειες των αστικών κυβερνήσεων για την οργάνωση του νέου πολέμου. Το καθήκον μας είναι να καρφώσομε με την πλάτη στον τοίχο όλους εκείνους τους ηγέτες του εργατικού κινήματος, οι οποίοι «θεωρούν» την απειλή νέου πολέμου σαν «φαντασιώδη», οι οποίοι βάζουν σε ύπνο τους εργάτες με πασιφιστικά ψέμματα, οι οποίοι κλείνουν τα μάτια μπροστά στην προετοιμασία του νέου πολέμου απ’ τη μπουρζουαζία, γιατί οι άνθρωποι αυτοί θέλουν να αιφνιδιάσει ο πόλεμος τους εργάτες» (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 9, σελ. 318—319, εκδ. στην αλβανική).
Τέτοια είναι η στάση αρχών του I. Β. Στάλιν απέναντι του ιμπεριαλισμού. Και όχι μόνο στη θεωρία. Σ’ όλη του την πραχτική δράση σαν καθοδηγητής του Κομμουνιστικού Κόμματος και του Σοβιετικού Κράτους, ο I. Β. Στάλιν τήρησε πάντοτε αποφασιστική επαναστατική στάση και συνάμα ελαστική απέναντι του ιμπεριαλισμού: από τη μια μεριά, στάθηκε απέναντι του επάγρυπνος και ατρόμητος, δίνοντάς του, στην κατάλληλη στιγμή, συντριπτικά χτυπήματα· από την άλλη, ήξερε να εκμεταλλευτεί σωστά τις αντιθέσεις στο στρατόπεδο των ιμπεριαλιστών, για να εξασθενίσει τη δύναμή τους και για να δυναμώσει τις θέσεις του σοσιαλισμού.
Τα χρόνια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου της Σοβιετικής Ένωσης, μας δίνουν ένα λαμπρό παράδειγμα της συνετής και επαναστατικής πολιτικής του Στάλιν απέναντι στον ιμπεριαλισμό. Είναι μια χυδαία συκοφαντία οι κατηγορίες του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του ότι δήθεν ο Στάλιν υποτιμούσε τον κίνδυνο της φασιστικής επίθεσης και για το λόγο αυτό προξένησε τάχα κολοσσιαίες απώλειες στο Σοβιετικό Στρατό, ότι ο Στάλιν τήρησε δήθεν στάση «συνθηκόλογη», «γεμάτη φόβο» και ότι ήταν δήθεν έτοιμος να δέχονταν την ήττα κλπ., κλπ. με τις ποταπές αυτές συκοφαντίες και κατηγορίες ρίχνει κάτω όχι μόνο τη μεγάλη ιστορική αξία του Στάλιν σαν στρατηλάτη και μεγάλου καθοδηγητή του Πατριωτικού Πολέμου, που τον οδήγησε στη λαμπρή, κοσμοϊστορικής σημασίας νίκη κατά του φασισμού, μα καταφρονεί και τον ίδιο τον ηρωικό αγώνα του σοβιετικού λαού, ο οποίος αγωνίστηκε δήθεν υπό την ηγεσία ενός «αφελή», «βλάκα» και αδαή», κοροϊδεύει με το αίμα των εκατομμυρίων σοβιετικών ανθρώπων, οι οποίοι πρόσφεραν δήθεν τη ζωή τους στο όνομα ενός «δειλού», «ηττοπαθή» και «συνθηκολόγου». Μα αν ο Στάλιν ήταν πραγματικά τέτοιος, όπως τον περιγράφει ο Ν. Χρουστσιόφ, πως έγινε δυνατό που η Σοβιετική Ένωση άντεξε μ’ επιτυχία στη μεγαλύτερη και βαρύτερη δοκιμασία όλης της ιστορίας της, πως έγινε δυνατή η συντριβή των φασιστικών ορδών και η ύψωση της νικήτριας κόκκινης σημαίας πάνω στο γερμανικό Ράϊχσταγκ και το πιο γελοίο είναι ότι η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ και οι οπαδοί της, προσπαθώντας με κάθε μέσο να αμαυρώσουν τη φυσιογνωμία του Στάλιν, πασχίζουν να παρουσιάσουν το Ν. Χρουστσιόφ σαν «εμπνευστή και διαπρεπή στρατηλάτη του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου» και άλλα τέτοια.
Την ημέρα των 70χρονων της γέννησης του Χρουστσιόφ, οι οπαδοί του στην ηγεσία του κόμματος και του κράτους, στο χαιρετιστήριο που του έστελναν, έγραφαν μεταξύ των άλλων ότι ο Ν. Χρουστσιόφ, στα δύσκολα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, καθοδήγησε άμεσα στα διάφορα μέτωπα τον γεμάτο αυταπάρνηση αγώνα των σοβιετικών στρατιωτών κατά των χιτλερικών καταχτητών, παίρνοντας μέρος με τον πιο ενεργό τρόπο στην κατάστρωση και την πραγματοποίηση των κυριοτέρων στρατιωτικών επιχειρήσεων στις ιστορικές μάχες του Στάλινγκραντ, Κούρσκ, Οριόλ κλπ. Με δίκιο οι άνθρωποι, όταν ακούνε τα εγκώμια που πλέκονται σήμερα για το Χρουστσιόφ σαν στρατηλάτη, διερωτώνται: πως είναι δυνατό που δεν ακούστηκε το όνομα αυτού του «τόσο διαπρεπή καθοδηγητή και στρατηλάτη» στο διάστημα του πολέμου και γιατί άραγε αυτός ο «σιωπηλός ήρωας» έμεινε τόσα χρόνια με το στόμα κλειστό, ενώ τώρα κάνει εκκωφαντικό θόρυβο για τις «ιστορικές αρετές» του;
Παραθέτομαι και ένα άλλο παράδειγμα για να δείξομε ως που φτάνει η ηθική διαφθορά των ρεβιζιονιστών. Το Φλεβάρη τ.ε, σύμφωνα με το ραδιοσταθμό της Μόσχας, ο στρατάρχης Τσουϊκόφ έγραφε στο περιοδικό «Ογκονιόκ»: «Εγώ δεν ένιωσα την επίδραση του Στάλιν στη μάχη αυτή (πρόκειται για τη μάχη του Στάλινγκραντ — Σημ. Σύνταξης), Μα συναντήθηκα συχνά με το Νικήτα Σεργκέγιεβιτς. Του ορκίστηκα ότι δεν θα εγκαταλείπαμε την πόλη. Μερικοί λένε ότι στο βιβλίο μου «η αρχή του δρόμου» εγώ γράφω πολλά για το Χρουστσιόφ και σχεδόν τίποτε για το Στάλιν. Ναι, αυτό είναι αληθές. Έγραψα μόνο κείνο που είναι αληθές, χωρίς καμιά υπερβολή. Έγραψα για την πραγματικότητα». Ενώ σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στην «Πράβντα» στις 2 Φλεβάρη 1953, ο ίδιος στρατάρχης Τσουϊκόφ έγραφε: «Σύμφωνα με το στρατηγικό σχέδιο, και υπό την προσωπική καθοδήγηση του μεγαλοφυούς στρατηλάτη, αρχιστράτηγου της Σοβιετικής Ένωσης, σ. Στάλιν, στις 2 Φλεβάρη 1943 περατώθηκε μ’ επιτυχία η εξόντωση των κυκλωμένων στο Στάλινγκραντ εχθρικών στρατευμάτων. Η γιγαντομαχία που δεν έχει όμοια στην παγκόσμια ιστορία είναι φανερός θρίαμβος της σταλινικής στρατιωτικής επιστήμης, θρίαμβος της στρατηγικής τέχνης του καθοδηγητή και ανώτατου διοικητή μας, σ. Στάλιν, ο οποίος με οξυδέρκεια ανακάλυψε τους σκοπούς του εχθρού και εκμεταλλεύτηκε την αδυναμία της τυχοδιωχτικής στρατηγικής του. Ο σ. Στάλιν επεξεργάστηκε το μεγαλοφυές στρατηγικό σχέδιο για τη συντριβή των γερμανο - φασιστικών στρατευμάτων στο Στάλινγκραντ. Η ουσία του σχεδίου αυτού ήταν να εξαντλούντανε ο εχθρός με μια ενεργό άμυνα, να συντρίβονταν οι ζωντανές δυνάμεις του και τα τεχνικά μέσα και ύστερα να περνούσαμε σε αποφασιστική αντεπίθεση, η οποία έπρεπε να οδηγήσει στην κύκλωση και την ολοκληρωτική συντριβή των εχθρικών στρατευμάτων». Επιτρέψτε μας να σάς ρωτήσουμε, στρατάρχη Τσουϊκόφ: Πότε είπατε την αλήθεια και πότε ψεύδεστε πλαστογραφώντας χοντροειδώς την ιστορική πραγματικότητα που ο ίδιος τη ζητήσατε, — στην εφημερίδα «Πράβντα» το 1953, ή στο περιοδικό «Ογκονιόκ» το 1964, αφού τεθήκατε στην υπηρεσία του αποστάτη Χρουστσιόφ;
Η λάσπη που οι ρεβιζιονιστές πετούν κατά του Στάλιν αμαυρώνει και κηλιδώνει τα ίδια τα πρόσωπά τους. Η ιστορία πιστοποιεί ότι ο I. Β. Στάλιν φάνηκε όχι μόνο ατρόμητος μαχητής κατά του ιμπεριαλισμού, μα και συνετός και διορατικός προλετάριος πολιτικός. Είναι παγκόσμια αναγνωρισμένο το ιστορικό γεγονός, ότι, εκμεταλλευόμενη μαστορικά, τις αντιθέσεις μεταξύ των ίδιων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, η Σοβιετική Ένωση, επικεφαλής της οποίας βρίσκονταν ο I. Στάλιν, όχι μόνο εμπόδισε τη δημιουργία ενός ενιαίου ιμπεριαλιστικού μετώπου, μα και συνεργάστηκε με τις ΕΠΑ και την Αγγλία για τη συντριβή των πιο επιθετικών δυνάμεων του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού κείνη την εποχή - της χιτλερικής Γερμανίας και του ιαπωνικού μιλιταρισμού.
Ο I. Στάλιν, και μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, διαπαιδαγωγούσε το κόμμα, το σοβιετικό λαό και όλους τους επαναστάτες να μη φοβούνται απ’ τον ιμπεριαλιστικό εκβιασμό, μα να στέκουν αλύγιστοι και να παλαίβουν με ακλόνητη πίστη στην αναπόφευχτη νίκη επί του ιμπεριαλισμού. Όταν οι αμερικάνοι ιμπεριαλιστές, εκμεταλλευόμενοι το μονοπώλιό τους σχετικά με το μυστικό του ατομικού όπλου, εφάρμοζαν πολιτική εκβιασμού και «απ’ τις θέσεις της δύναμης» για να φοβίσουν τη Σοβιετική Ένωση, τις χώρες της λαϊκής δημοκρατίας και όλους τους ειρηνόφιλους λαούς, ο I. Στάλιν δήλωσε: «Εγώ δεν θεωρώ την ατομική βόμβα τόσο σοβαρή δύναμη όπως έχουν την τάση να τη θεωρούν μερικοί πολιτικοί ηγέτες. Οι ατομικές βόμβες είναι υπολογισμένες για να φοβίσουν κείνους που έχουν αδύνατα τα νεύρα, μα αυτές δεν μπορεί να κρίνουν την τύχη του πολέμου, γιατί για τούτο είναι εντελώς ανεπαρκείς οι ατομικές βόμβες» (περιοδικό «Μπολσεβίκ», άρ. 17, 1946). Την ακλόνητη στάση μπροστά στις πιέσεις και τον ιμπεριαλιστικό εκβιασμό ο I. Στάλιν τη θεωρούσε σπουδαίο όρο για τη νίκη επί του ιμπεριαλισμού, για το θρίαμβο της υπόθεσης του σοσιαλισμού, της λευτεριάς των λαών και της ειρήνης.
Ταυτόχρονα ο I. Στάλιν δίδασκε ότι για την υπεράσπιση των νικών του σοσιαλισμού και της ειρήνης στον κόσμο πρέπει να δυναμώνει αδιάκοπα η αμυντική ισχύ της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών και πρέπει να αποκρουστεί με τη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα η ιμπεριαλιστική επίθεση. Είναι γεγονός ότι στην περίοδο της ηγεσίας του Στάλιν αυξήθηκε εξαιρετικά η αμυντική ισχύ της σοβιετικής χώρας, η Σοβιετική Ένωση εξοπλίστηκε με τα ισχυρά πυρηνικά όπλα και απόχτησε αναμφισβήτητη υπεροχή επί των δυτικών δυνάμεων σε αυτό το πεδίο. Στην περίοδο του Στάλιν τέθηκαν οι βάσεις για τις παραπέρα επιτυχίες της σοβιετικής επιστήμης και τεχνικής στο πεδίο των πυραύλων και των άλλων σύγχρονων όπλων. Ο Στάλιν σαν επαναστάτης και πραγματικός διεθνιστής έδωσε μεγάλη και ολόπλευρη βοήθεια στις νέες σοσιαλιστικές χώρες για τη δημιουργία, ισχυροποίηση και εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών τους. Ο Κόκκινος Στρατός υπεράσπισε τις χώρες αυτές από τον κίνδυνο της ιμπεριαλιστικής επίθεσης και ήταν σημαντικός παράγοντας που παρέλυσε τις αντεπαναστατικές ενέργειες των τάξεων που ανατράπηκαν από την εξουσία κατά του λαϊκό - δημοκρατικού καθεστώτος.
Παράλληλα με την ακατάβλητη επαναστατική ταχτική έναντι στον ιμπεριαλισμό, παράλληλα με το ξεσκέπασμα της αντιδραστικής, επιθετικής και φιλοπόλεμης φύσης του, ο I. Β. Στάλιν, σαν καθοδηγητής του Κομμουνιστικού Κόμματος και του σοβιετικού κράτους, ακολούθησε αποφασιστικά την πολιτική της ειρήνης και της ειρηνικής συνύπαρξης. Επί τρεις δεκαετίες περίπου ήταν ο εμπνευστής της ειρηνόφιλης εξωτερικής πολιτικής της Σοβιετικής Ένωσης. Απορρίπτοντας τις συκοφαντίες της ιμπεριαλιστικής μπουρζουαζίας πως τάχα το σοσιαλιστικό κράτος αντιτάσσεται στην ειρηνική συνύπαρξη, ο I. Β. Στάλιν τόνιζε ότι «βάση των σχέσεων με τις καπιταλιστικές χώρες είναι η αρχή της συνύπαρξης των δύο αντίθετων συστημάτων». Η πολιτική μας το απέδειξε αυτό πλέρια, έλεγε ο I. Β. Στάλιν ακόμα από το 15ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Και αργότερα, σε πολλές περιπτώσεις, ο Στάλιν επιβεβαίωσε αυτή την ιδέα. Έτσι, στην απάντηση της ανοιχτής επιστολής του Ούιλλιαμς το 1948, έβαζε ξανά σε φως: «η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ φρονεί ότι παρά τις διαφορές στην οικονομία και την ιδεολογία, η συνύπαρξη των δυο αυτών συστημάτων, ο ειρηνικός διακανονισμός των διαφωνιών ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και τις ΕΠΑ, όχι μόνο είναι μπορετός, αλλά και αναπόφευχτα είναι απαραίτητος προς το συμφέρον της γενικής ειρήνης». Στην απάντηση που έδωσε σε μια ομάδα Αμερικανών συνταχτών στις 2 Απρίλη 1952, ο I. Β. Στάλιν ξανατόνιζε: «η ειρηνική συνύπαρξη του καπιταλισμού και του κομμουνισμού είναι πολύ μπορετή αν υπάρχει η αμοιβαία επιθυμία για συνεργασία, η ετοιμότητα για την εκπλήρωση των ανειλημμένων υποχρεώσεων, ο σεβασμός της αρχής της ισοτιμίας και της μη επέμβασης στα εσωτερικά των άλλων κρατών.
Η ειρηνόφιλη αυτή συνεπής πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης, που την ενέπνευσε και καθοδήγησε ο I. Β. Στάλιν, βρήκε τη συγκεκριμένη έκφρασή της σε μεγάλο αριθμό ντοκουμέντων, διαβημάτων, προτάσεων και συγκεκριμένων ενεργειών της σοβιετικής κυβέρνησης, που είναι παγκόσμια γνωστά.
Σαν μεγάλος αγωνιστής για την ειρήνη, ο I. Β. Στάλιν είχε την ακλόνητη πεποίθηση ότι ο παγκόσμιος πόλεμος μπορεί να αποτραπεί, ότι με τις ενωμένες δυνάμεις των λαών είναι δυνατό να αποφευχθεί ο πόλεμος, να εμποδιστούν οι ιμπεριαλιστές στην πραγματοποίηση των αιματηρών σχεδίων τους. «Η ειρήνη θα διαφυλαχθεί και στερεωθεί, — τόνιζε ο I. Β. Στάλιν στη συνέντευξή του με τον ανταποκριτή της «Πράβντα» το Φλεβάρη του 1951 — αν οι λαοί πάρουν στα χέρια τους την υπόθεση της διαφύλαξης της ειρήνης και την υπερασπίσουν ως το τέλος. Ο πόλεμος μπορεί να γίνει αναπόφευκτος αν οι εμπρηστές του πολέμου μπορέσουν να εξαπατήσουν τις λαϊκές μάζες, να τις ξεγελάσουν και τις παρασύρουν σε έναν καινούργιο παγκόσμιο πόλεμο. Επομένως η πλατιά καμπάνια προς υπεράσπιση της ειρήνης, σαν μέσο για το ξεσκέπασμα των εγκληματικών μηχανορραφιών των υποκινητών του πολέμου, έχει τώρα πρωταρχική σημασία».
Τέτοια είναι η επαναστατική μαρξιστική - λενινιστική γραμμή του I. Β. Στάλιν. Ακριβώς εναντίον αυτής της σωστής γραμμής ορθώθηκε η ομάδα αποστατών του Ν. Χρουστσιόφ. Αλλά ποια είναι η στάση της ίδιας ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ σ’ αυτά τα τόσο σημαντικά ζητήματα; Τι πολιτική εφαρμόζει κάτω από το θόρυβο συγκάλυψης της πάλης κατά της «προσωπολατρίας»;
Η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ όχι μόνο παραιτήθηκε από καιρό από το αποφασιστικό και συστηματικό ξεσκέπασμα του ιμπεριαλισμού, αλλά, επί πλέον, μπήκε στο δρόμο της διάδοσης επιβλαβών αυταπατών για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και τις κεφαλές του, αποκοιμίζοντας έτσι την επαγρύπνηση των λαών και προσπαθώντας να τους απομακρύνει από την αποφασιστική πάλη κατά του ιμπεριαλισμού. Ο Αϊζενχάουερ, ο Κέννεντυ, ο Τζόνσον και οι λοιποί ηγέτες του ιμπεριαλισμού ανακηρύχτηκαν από τον Ν. Χρουστσιόφ σαν «συνετοί», «ρεαλιστές» και «ειρηνόφιλοι». Έτσι, και στο λόγο που εκφώνησε στο χημικό κομπινάτ της Μπορσιόντα στην Ουγγαρία, κατά την επίσκεψή του τον Απρίλη αυτής της χρονιάς, ο Ν. Χρουστσιόφ ξανά σήκωσε ψηλά το «αίσθημα ρεαλισμού», το «πνεύμα της γερής λογικής» που τάχα διαπνέει τους ηγέτες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. «Εμένα, - λέει καυχώμενος ο Χρουστσιόφ - με κριτίκαραν επειδή επαίνεσα το λόγο του Κέννεντυ (του Ιούνη 1963 — σύντ.), ο οποίος περιείχε αρκετές ρεαλιστικές κρίσεις». Και συνεχίζοντας να επιμένει στην φιλοϊμπεριαλιστική του στάση, ο Χρουστσιόφ τόνισε πως «ρεαλιστικές κρίσεις σε όφελος της ειρήνης» έκφρασαν επίσης και ο Ντίν Ράσκ, ο πρόεδρος Τζόνσον και ο γερουσιαστής Φουλμπράϊτ. Ο Χρουστσιόφ έχει πει ότι οι ιμπεριαλιστές παραιτήθηκαν πια από την επίθεση κατά των σοσιαλιστικών χωρών και ότι πήραν στα σοβαρά την έκκληση αυτών των χωρών για ειρηνική άμιλλα, κλπ. Συνάγεται, λοιπόν, ότι ο ιμπεριαλισμός άλλαξε τάχα την επιθετική, εκμεταλλευτική και αντιδραστική φύση του.
Ο Ν. Χρουστσιόφ και οι υποστηριχτές του εμμένουν στην άποψη ότι στις συνθήκες της ύπαρξης των πυρηνικών όπλων μαζικής εξόντωσης, αμβλύνονται και περνούν σε δεύτερη μοίρα οι βασικές αντιθέσεις της σημερινής εποχής, ότι όλους τους ανθρώπους, τις τάξεις και τα κράτη τα ενώνει τάχα το κοινό βασικό συμφέρον για την αποφυγή ενός εξοντωτικού πυρηνικού πολέμου, για τη διαφύλαξη της ειρήνης και την ειρηνική συνύπαρξη. Δήλωσαν επανειλημμένα ότι η «ατομική βόμβα δε γνωρίζει ταξική αρχή, άλλα σκοτώνει το ίδιο όπως τους εργάτες και τους καπιταλιστές». Αυτό είναι στην πραγματικότητα το κήρυγμα της προσέγγισης και της συμφιλίωσης των τάξεων των εργαζομένων με τους αστούς εκμεταλλευτές, των καταπιεζόμενων λαών με τους ιμπεριαλιστές αποικιοκράτες, το κήρυγμα της παραίτησης από την πάλη κατά του ιμπεριαλισμού στο όνομα δήθεν της «ειρήνης». Αυτό φαίνεται εντελώς ξεκάθαρα και από το λόγο του Ν. Χρουστσόφ στο Συνέδριο του ΕΣΚ Γερμανίας στις 16 Γενάρη 1963, όπου δήλωσε ότι «ούτε ένα πρόβλημα του επαναστατικού κινήματος της εργατικής τάξης και του εθνικό - απελευθερωτικού κινήματος δεν μπορεί να εξεταστεί τώρα χωρίς να συνδεθεί με την πάλη για την ειρήνη, για την αποτροπή του θερμοπυρηνικού πολέμου». Αυτό στην πραγματικότητα θα πει πως στις συνθήκες της ύπαρξης των θερμοπυρηνικών όπλων, η εργατική τάξη πρέπει να παραιτηθεί από την επανάσταση, οι καταπιεζόμενοι λαοί πρέπει να παραιτηθούν από τους εθνικό - απελευθερωτικούς αγώνες, ενώ οι σοσιαλιστικές χώρες πρέπει να παραιτηθούν από το ξεσκέπασμα του ιμπεριαλισμού και από την αποφασιστική αντίταξη στην ιμπεριαλιστική επίθεση, πρέπει να παραιτηθούν από την υποστήριξη του επαναστατικού αγώνα των λαών. Με άλλους λόγους, όλες οι επαναστατικές δυνάμεις πρέπει να φρεναριστούν, να παραιτηθούν από κάθε τι που μπορεί να εξοργίσει τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές, από το φόβο μήπως ξεσπάσει πυρηνικός πόλεμος.
Όμως τα γεγονότα της καθημερινής ζωής απορρίπτουν τα οπορτουνιστικά κηρύγματα των ρεβιζιονιστών για «συμβιβασμό» των αντιθέσεων και δείχνουν στους λαούς, ότι ο μόνος σωστός δρόμος για την απελευθέρωσή τους και την υπεράσπιση της ειρήνης, είναι ο δρόμος του αποφασιστικού αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Και πραγματικά, ο καπιταλιστικός κόσμος κατατρώγεται σήμερα από βαθιές αντιθέσεις, κοχλάζει από τον αγώνα των λαών ενάντια στον ιμπεριαλισμό με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό επικεφαλής. Γι’ αυτό αναγκάζονται να μιλήσουν ανοιχτά και οι ίδιοι οι ιμπεριαλιστές. Να τι δήλωσε σχετικά μ’ αυτό ένας από τους ανώτατους αμερικανούς επισήμους, ο Τσέστερ Μπόουλς: «Κάθε φορά που ρίχνω τα μάτια σ’ αυτή την υδρόγειο, η σκέψη μου τρέχει σε ένα πρόβλημα. Στο παρελθόν υπήρχαν μόνο τρεις - τέσσερις χώρες που μας προκαλούσαν σκοτούρες, ενώ τώρα υπάρχουν δεκάδες. Η υδρόγειος αυτή πραγματικά μου προκαλεί πονοκέφαλο». Ενώ η εφημερίδα «Γιουνάϊτεντ Στέητς Νιούς έντ Ούόρλντ Ρίπορτ», στο άρθρο «Το άστρο των Ενωμένων Πολιτειών δύει», ομολογεί: «Φαίνεται ξεκάθαρα ότι η αμερικάνικη επιρροή μειώνεται σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Η μικρή Κούβα ή ο Παναμάς δε φοβούνται απ’ όλη αυτή τη δύναμη των Ενωμένων Πολιτειών· η μικρή Γκάνα, επίσης, ακολουθεί αντιαμερικάνικη πολιτική· το Κογκό είναι ξανά επικίνδυνη περιοχή». Το έδαφος καίει τα πόδια των ιμπεριαλιστών παντού όπου αυτοί πατούν. «Στο Νότιο Βιετνάμ, — γράφει η εφημερίδα «Τσικάγκο Τρίμπιουν» —, χτυπούν τους αμερικανούς αξιωματικούς με χειροβομβίδες. Στην αμερικάνικη πρεσβεία στην Κύπρο σκάει μια βόμβα. Στην Γκάνα ο όχλος των ανθρώπων που καταδικάζουν τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό ποδοπατεί την αμερικάνικη σημαία».
Η αντεπαναστατική γραμμή του Ν. Χρουστσιόφ υπαγορεύεται από την επαίσχυντη συνθηκολόγησή του μπροστά στον πυρηνικό εκβιασμό του ιμπεριαλισμού. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ακριβώς οι σοβιετικοί ηγέτες με τον Ν. Χρουστσιόφ επικεφαλής, έγιναν οι πιο ένθερμοι διαδοτές των πυρηνικών εκφοβισμών των ιμπεριαλιστών, με σκοπό να εκφοβίσουν τους λαούς και να τους απομακρύνουν από τον αποφασιστικό επαναστατικό αγώνα κατά του ιμπεριαλισμού. Πολύ ξεκάθαρα μιλάει σχετικά μ’ αυτό η δήλωση του στρατάρχη της ΕΣΣΔ, Α. Γιερεμένκο, που δημοσιεύτηκε στη βουλγάρικη εφημερίδα «Ραμποτνίτσεσκο Ντέλο»: «στην πραγματικότητα ο πόλεμος μπορεί τώρα, να συγκριθεί, όσον αφορά τις συνέπειές του, με τη φοβερότερη καταστροφή, όπως λ.χ. το σκέπασμα της επιφάνειας της Γης με πάγους, Ή όπως η σύγκρουση ανάμεσα στη Γη και τους άλλους μεγάλους ουράνιους πλανήτες».
Συνθηκολογώντας πατόκορφα μπροστά στον ατομικό εκβιασμό του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και περνώντας για το λόγο αυτό στις θέσεις του αστικού εθνικισμού, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ έθεσε στον εαυτό της σαν βασικό ιδεώδες τη βελτίωση με κάθε όρο των σχέσεων με τις ΕΠΑ, την ολόπλευρη προσέγγιση και συνεργασία μαζί τους, και ποδοπατώντας τα ζωτικά συμφέροντα των σοσιαλιστικών χωρών, του επαναστατικού κινήματος και των καταπιεζομένων λαών. Γι’ αυτό μαρτυρούν τα γεγονότα της πραχτικής δραστηριότητας της προδοτικής ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ στη διεθνή σκηνή. Η ομάδα αυτή προσπαθεί να αφοπλίσει τη ΛΔ της Αλβανίας και παίρνει υπό την υπεράσπιση τους προδότες του αλβανικού λαού και τους πράχτορες του ιμπεριαλισμού, σε έναν καιρό που αυτοί, μαζί με την τιτική κλίκα, τους Έλληνες μοναρχοφασίστες και τους πάτρωνες τους, τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, προσπαθούσαν να εφαρμόσουν στη ζωή τη μεγάλη συνωμοσία για την ανατροπή της λαϊκής εξουσίας στην Αλβανία. Η ομάδα αυτή όχι μόνο πάει με το μέρος των ινδών αντιδραστικών σχετικά με τη συνοριακή κινεζο-ινδική διένεξη, μα, παράλληλα με τους αμερικάνους και άγγλους ιμπεριαλιστές, τους εξοπλίζει με υπερηχητικά αεροπλάνα, όπλα και λοιπά μέσα για επιθετικές πράξεις κατά της ΛΔ της Κίνας. Δε δίστασε, μπροστά στην απειλή του Κέννεντυ, να αποσύρει από την Κούβα τους πυραύλους, τους οποίους ο ίδιος είχε στείλει τάχα για την υπεράσπιση της Κούβας από την επίθεση των αμερικανών ιμπεριαλιστών. Ο Ν. Χρουστσιόφ σύναψε το σοβιετο-αμερικανο-αγγλικό Σύμφωνο σχετικά με τη μερική απαγόρευση των πυρηνικών δοκιμών, που είναι μεγάλη απάτη για τους λαούς, σοβαρή απειλή για την ειρήνη, και τώρα κάνει το παν για να έρθει σε συνεννόηση με τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές για τη λεγόμενη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, μέτρα που σκοπό έχουν να εγκαθιδρύσουν το μονοπώλιο των ΕΠΑ και της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ πάνω στα πυρηνικά όπλα και που είναι μεγάλη προδοσία, γιατί βλάπτουν σοβαρά την αμυντική ισχύ των σοσιαλιστικών χωρών, μάλιστα δίνουν τη δυνατότητα στις ΕΠΑ να αποχτήσουν υπεροχή στους πυρηνικούς εξοπλισμούς και απέναντι στην ίδια τη Σοβιετική Ένωση.
Μετά την υπογραφή του διαβόητου Συμφώνου της Μόσχας, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ έκαμε και άλλα βήματα που αποβλέπουν στην κάλυψη της πολιτικής του πολέμου και της επίθεσης του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, στη δημιουργία αυταπατών και στην εξαπάτηση των λαών. Τέτοιους σκοπούς ακολουθεί η σοβιετο-αμερικανική συμφωνία «για τη μείωση της παραγωγής των διασπώμενων υλικών», καθώς και η πρόταση της σοβιετικής κυβέρνησης για τη λεγόμενη παραίτηση από τη χρήση της βίας στην επίλυση των εδαφικών και συνοριακών διαφωνιών, όπου χωρίς σκοπό ο Ν. Χρουστσιόφ δεν κάνει διάκριση ανάμεσα στην ιμπεριαλιστική επίθεση και τις εδαφικές διαφωνίες των συνοριακών ζητημάτων που άφησε εκκρεμή η ιστορία.
Μα ποδοπατώντας τα ζωτικά συμφέροντα των αδερφών σοσιαλιστικών χωρών, φρενάροντας και εμποδίζοντας την αντιιμπεριαλιστική πάλη των λαών χάρη της προσέγγισης με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ βλάπτει και εκθέτει σε σοβαρό κίνδυνο τα ίδια τα συμφέροντα της Σοβιετικής Ένωσης. Ανεξάρτητα απ’ την προδοτική γραμμή της συνθηκολόγησης και της προσέγγισης με τον ταξικό εχθρό, που ακολουθεί μ’ επιμονή η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ, οι βαθιές αντιθέσεις μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης, σαν σοσιαλιστική χώρα, και του ιμπεριαλισμού, μένουν. Οι ιμπεριαλιστές, προπαντός οι αμερικάνοι, μένουν οι πιο άγριοι εχθροί του σοβιετικού λαού, οι οποίοι ποτέ δεν παραιτήθηκαν και δεν θα παραιτηθούν απ’ τις υπονομευτικές και τις επιθετικές ενέργειές τους για να υποτάξουν τη Σοβιετική Ένωση. Γι’ αυτό, ενούμενοι με τους ιμπεριαλιστές κατά των πραγματικών συμμάχων της Σοβιετικής Ένωσης - των σοσιαλιστικών χωρών και του επαναστατικού και εθνικό - απελευθερωτικού κινήματος, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ εξασθενίζει τις θέσεις της Σοβιετικής Ένωσης και βάζει τους σοβιετικούς λαούς μπροστά σε μεγάλους κινδύνους.
Είναι εύλογο να ανατρέξουμε εδώ σε μερικά σπουδαία διδάγματα του I. Β. Στάλιν. Στο λόγο που εκφώνησε στο Πανεπιστήμιο «Σβερντλόφ» στις 9 Ιούνη 1925, αναφερόμενος στον κίνδυνο της απώλειας της διεθνούς επαναστατικής προοπτικής και του γλιστρήματος κατά συνέπεια σε εθνικισμό, ο Στάλιν έλεγε:
«το χαρακτηριστικό γνώρισμα του κινδύνου αυτού είναι η δυσπιστία στη διεθνή προλεταριακή επανάσταση· η δυσπιστία στη νίκη της· η σκεπτικιστική στάση απέναντι του εθνικό - απελευθερωτικού κινήματος των αποικιακών και των εξαρτημένων χωρών· η μη κατανόηση του γεγονότος ότι, χωρίς την υποστήριξη του επαναστατικού κινήματος των άλλων χωρών, η χώρα μας δε θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό· η μη κατανόηση του γεγονότος ότι η νίκη του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα δε μπορεί να είναι οριστική, γιατί η χώρα αυτή δε μπορεί να είναι κατοχυρωμένη απ’ την επέμβαση εφόσον η επανάσταση δε θα έχει νικήσει τουλάχιστον σε μια σειρά χώρες· η μη κατανόηση της στοιχειώδικης απαίτησης του διεθνισμού, κατά την οποία η νίκη του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα δε μπορεί να είναι αυτοσκοπός, μα μέσο για την ανάπτυξη και την υποστήριξη της επανάστασης στις άλλες χώρες.
Αυτός είναι ο δρόμος του εθνικισμού και του εκφυλισμού, ο δρόμος της ολοκληρωτικής εξάλειψης της διεθνιστικής πολιτικής του προλεταριάτου, γιατί οι προσβλημένοι απ’ αυτή την αρρώστια άνθρωποι, δε βλέπουν τη χώρα μας σαν τμήμα του συνόλου, που ονομάζεται παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα, μα σαν αρχή και τέλος του κινήματος αυτού, φρονώντας ότι, χάρη των συμφερόντων της χώρας μας, πρέπει να θυσιαστούν τα συμφέροντα όλων των άλλων χωρών.
Να υποστηρίξομε το απελευθερωτικό κίνημα της Κίνας; Και γιατί; Δεν είναι επικίνδυνο; Δε θα τα χαλάσομε έτσι με τις άλλες χώρες; Δε θα ήταν καλύτερα να δημιουργήσομε και μεις «σφαίρες επιρροής» στην Κίνα μαζί με τις άλλες «προοδευμένες» δυνάμεις και να αποσπάσουμε κάτι απ’ την Κίνα προς όφελός μας; Αυτό είναι και ωφέλιμο, και ακίνδυνο... Να υποστηρίξομε το απελευθερωτικό κίνημα στη Γερμανία; Συμφέρει να διακινδυνεύσουμε; Δε θα ήταν καλύτερα να συνεννοηθούμε με την Αντάντ αναφορικά με τη συνθήκη των Βερσαλλιών και να αποσπάσουμε κάτι υπό μορφή ανταμοιβής;... Να διαφυλάξομε τη φιλία με την Περσία, Τουρκία και Αφγανιστάν; Αξίζει τάχα τον κόπο; Δε θα ήταν καλύτερα να αποκαταστήσουμε «σφαίρες επιρροής» με καμιά απ’ τις μεγάλες δυνάμεις; κλπ. κλπ.
Τέτοιες είναι οι εθνικιστικές «τάσεις» νέου τύπου, που προσπαθούν να καταλύσουν την εξωτερική πολιτική της Οκτωβριανής Επανάστασης και που καλλιεργούν τα στοιχεία του εκφυλισμού.
Αν η πηγή του πρώτου κινδύνου, του κινδύνου του λικβινταρισμού, είναι το δυνάμωμα της αστικής επιρροής στο κόμμα στο πεδίο της εσωτερικής πολιτικής, στο πεδίο της πάλης των καπιταλιστικών στοιχείων και των σοσιαλιστικών στοιχείων της εθνικής μας οικονομίας, τότε σαν πηγή του δεύτερου αυτού κινδύνου, του κινδύνου του εθνικισμού, πρέπει να παρθεί το δυνάμωμα της αστικής επιρροής στο κόμμα στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, στο πεδίο της πάλης των καπιταλιστικών κρατών κατά του κράτους της προλεταριακής διχτατορίας. Δε μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι η πίεση των καπιταλιστικών κρατών επί του κράτους μας, είναι πάρα πολύ μεγάλη, ότι οι λειτουργοί της εξωτερικής μας πολιτικής δε μπορούν να αντέξουν πάντοτε σ’ αυτή την πίεση και ότι ο κίνδυνος περιπλοκών τους κάνει συχνά να πάρουν το δρόμο της ελάχιστης αντίστασης, το δρόμο του εθνικισμού.
Από την άλλη μεριά, είναι ξεκάθαρο ότι μόνο με βάση το συνεπή διεθνισμό, μόνο με βάση την εξωτερική πολιτική της Οχτωβριανής Επανάστασης, η πρώτη θριαμβεύτρια χώρα μπορεί να κρατήσει η ίδια το ρόλο του σημαιοφόρου του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος, γιατί ο δρόμος της ελάχιστης αντίστασης και του εθνικισμού στην εξωτερική πολιτική είναι ο δρόμος της απομόνωσης και της καταστροφής της πρώτης θριαμβεύτριας χώρας.
Να γιατί η απώλεια της προοπτικής της διεθνούς επανάστασης οδηγεί στον κίνδυνο του εθνικισμού και του εκφυλισμού». (I. Β. Στάλιν Άπαντα, εκδ. στην αλβανική, τόμ. 7, σελ. 169—171).
Τα πολύτιμα αυτά διορατικά διδάγματα του I. Β. Στάλιν έχουν πολύ μεγάλη επίκαιρη βαρύτητα για το ξεσκέπασμα της προδοτικής φυσιογνωμίας της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ, η οποία συνθηκολόγησε πέρα για πέρα, μπροστά στην πίεση του ιμπεριαλισμού και βουτήχτηκαν βαθιά στο βόρβορο του εθνικισμού και του σωβινισμού, προξενώντας ανυπολόγιστη ζημιά στα ζωτικά συμφέροντα της ίδιας της Σοβιετικής Ένωσης, του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και ολόκληρου του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος.
Σ’ αντίθεση με τη μαρξιστική - λενινιστική γραμμή του I. Στάλιν, ο οποίος τόνιζε ότι τα κομμουνιστικά κόμματα «πρέπει να εκμεταλλευτούν μέχρι το τέλος όλες τις αντιθέσεις στο στρατόπεδο της μπουρζουαζίας, με σκοπό να καταστραφούν και εξασθενίσουν οι δυνάμεις της, με σκοπό να δυναμώσουν οι θέσεις του προλεταριάτου», (I. Β. Στάλιν, Άπαντα,5τόμ. 7, σελ. 57, εκδ. στην αλβανική), η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ, απεναντίας, βοηθεί τους ιμπεριαλιστές. Αντί να προσπαθεί για την απομόνωση του κύριου εχθρού - του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, ο οποίος δίκαια χαρακτηρίστηκε στη Δήλωση της Μόσχας του 1960 σαν το κυριότερο φρούριο της παγκόσμιας αντίδρασης και διεθνής χωροφύλακας, εχθρός των λαών όλου του κόσμου, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ, με την πολιτική της στον διεθνή στίβο, υποστηρίζει με κάθε τρόπο τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό να υποτάξει πλέρια και να κρατεί υπό έλεγχο τους συνεταίρους του, να διατηρεί την «ενότητα» και την κυριαρχία του στον επιθετικό συνασπισμό του ΝΑΤΟ, ο οποίος έπαθε σοβαρές ρωγμές εξ αιτίας των έντονων αντιθέσεων που ξέσπασαν εκεί, εξ αιτίας των προσπαθειών των ευρωπαϊκών δυνάμεων να ανατρέψουν την υπαγόρευση των ΕΠΑ. Η λεγόμενη «ελαστική πολιτική» της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ δεν είναι άλλο, παρά δημιουργική μανούβρα στην υπηρεσία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
Η αντιμαρξιστική συνθηκόλογη και συμφιλιωτική στάση της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ απέναντι του ιμπεριαλισμού, και προπαντός του αμερικάνικου, οι πασιφιστικές πλάνες που διαδίδει για τις κεφαλές του ιμπεριαλισμού, οι «συμβιβασμοί» της με τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές, κλπ. — όλα αυτά βλάπτουν σοβαρά την υπόθεση της ειρήνης και αυξάνουν τον κίνδυνο του πολέμου γιατί, από τη μια μεριά αποκοιμίζουν την επαγρύπνηση των ειρηνόφιλων λαών και αφήνουν έτσι ελεύθερα τα χέρια των ιμπεριαλιστών να συνεχίσουν ανενόχλητα το αχαλίνωτο κυνηγητό των εξοπλισμών, να προετοιμάσουν και εξοπλίσουν διάφορους επιθετικούς πολέμους και, από την άλλη, φέρνουν διάσπαση στους κόλπους του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και βλάπτουν την αμυντική ισχύ των σοσιαλιστικών χωρών και γενικά του στρατοπέδου, που είναι το κύριο φρούριο της διαφύλαξης της ειρήνης στον κόσμο. Η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ θεωρεί την πάλη των λαών «κούφια και χωρίς αξία λόγια» και εμμένει στην άποψη ότι η τύχη της ειρήνης εξαρτάται απ’ τις συνομιλίες, την «κατανόηση» και τη «συνεννόηση» μεταξύ του Ν. Χρουστσιόφ και του αμερικάνου προέδρου, οι οποίοι έχουν στο χέρι τα θερμοπυρηνικά όπλα. Όλα αυτά δείχνουν ότι η ρεβιζιονιστική ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ απομακρύνθηκε ολοκληρωτικά απ’ το μαρξισμό - λενινισμό, απομακρύνθηκε απ’ τις Δηλώσεις της Μόσχας του 1957 και του 1960, όπου τονίζεται η αναγκαιότητα για το ξεσκέπασμα των ιμπεριαλιστών εμπρηστών του πολέμου και για την κινητοποίηση των λαών στην ενεργό πάλη για την υπεράσπιση της ειρήνης. Έτσι, στη Δήλωσή της Μόσχας του 1960 γίνεται έκκληση: «να παλεύεις για την ειρήνη σήμερα, σημαίνει να δείχνεις πολύ μεγάλη επαγρύπνηση, να ξεσκεπάζεις αδιάκοπα την πολιτική του ιμπεριαλισμού, να παρακολουθείς με μεγάλη προσοχή τις ραδιουργίες και τις μηχανορραφίες των υποκινητών του πολέμου, να κατευθύνεις την ιερή αγανάχτηση των λαών ενάντια σε κείνους που ακολουθούν την πολιτική της εξαπόλυσης πολέμου, σημαίνει να ανεβάζεις ψηλότερα την οργάνωση όλων των ειρηνόφιλων δυνάμεων, να αυξάνεις αδιάκοπα την ενεργό δράση των μαζών για την υπεράσπιση της ειρήνης και να δυναμώνεις τη συνεργασία με όλα τα κράτη που δεν ενδιαφέρονται για νέους πολέμους».
Η αντιμαρξιστική, αντεπαναστατική και προδοτική στάση του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του φαίνεται καθαρά προπαντός σε σύνδεση με τις αντιλήψεις της για την ειρηνική συνύπαρξη. Σε πλήρη αντίθεση με τη λενινιστική αντίληψη της ειρηνικής συνύπαρξης, την οποία τηρούσε πάντοτε πιστά ο I. Β. Στάλιν, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ και οι υποστηριχτές της κήρυξαν την ειρηνική συνύπαρξη «γενική γραμμή της εξωτερικής πολιτικής των σοσιαλιστικών χωρών», μάλιστα και «βάση της στρατηγικής του κομμουνισμού στο τωρινό στάδιο», «βασικό νόμο της ζωής όλης της σημερινής κοινωνίας», «μοναδικό και πιο καλό δρόμο για τη λύση των ζητημάτων ζωτικής σημασίας που στέκουν μπροστά στην κοινωνία», «προϋπόθεση της νίκης της επαναστατικής πάλης των λαών των διαφόρων χωρών», «πιο προοδευμένη μορφή της πάλης των λαών των διαφόρων χωρών ενάντια στον ιμπεριαλισμό, της πάλης όλων των καταπιεζόμενων λαών και εθνών για την εθνική απελευθέρωση» κλπ., κλπ. Μια τέτοια αντίληψη για την ειρηνική συνύπαρξη σημαίνει στην πραγματικότητα άρνηση της πάλης των τάξεων και αντικατάστασή της με την ταξική ειρήνη και την ταξική συνεργασία μεταξύ των εκμεταλλευόμενων και των εκμεταλλευτών, σημαίνει άρνηση της επαναστατικής πάλης και της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης, σημαίνει άρνηση του προλεταριακού διεθνισμού, παραίτηση απ’ την ενεργό και ανεπιφύλαχτη υποστήριξη που οι σοσιαλιστικές χώρες πρέπει να δίνουν στην επαναστατική πάλη της εργατικής τάξης στις καπιταλιστικές χώρες και στον απελευθερωτικό αγώνα των υπόδουλων λαών ενάντια στους ιμπεριαλιστές υποδουλωτές.
Είναι εντελώς γελοίοι, οι ισχυρισμοί των σύγχρονων ρεβιζιονιστών ότι ο Ν. Χρουστσιόφ, πως να πεις, εφεύρε εκ δευτέρου και ανέπτυξε παραπέρα τη λενινιστική ιδέα της ειρηνικής συνύπαρξης στο 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Στην πραγματικότητα διαστρέβλωσε άσχημα την ιδέα του Λένιν, μετατρέποντάς την σε θεωρία και σε πολιτική που ανταποκρίνονται πλέρια στα συμφέροντα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, τόσο για να δέσει τα χέρια των σοσιαλιστικών χωρών, ώστε να μη υποστηρίζουν την επαναστατική αντιιμπεριαλιστική πάλη των λαών, όσο και για ν’ ανοίξει το δρόμο στη λεγόμενη «ειρηνική εξέλιξη» προς τον καπιταλισμό στις σοσιαλιστικές χώρες που ακολουθούν την αλά Χρουστσιόφ «ειρηνική συνύπαρξη». Η ειρηνική συνύπαρξη που κηρύσσει ο Ν. Χρουστσιόφ δεν είναι άλλο, παρά ο αθέρας της τιτικής γραμμής της συγχώνευσης του σοσιαλισμού στον καπιταλισμό. Αυτό το είπε καθαρά, μετά τις συνομιλίες με το Ν. Χρουστσιόφ, ο αποστάτης της γαλλικής εργατικής τάξης, Γκί Μολέ, στη δήλωση που έκαμε στο Τανγιούγκ στις 19 Απρίλη, όταν είπε: «οι απόψεις που εκφράστηκαν θαρραλέα το 1948 σχετικά με πολλούς δρόμους πορείας προς το σοσιαλισμό και σχετικά με την ειρηνική συνύπαρξη, έχασαν τον αιρετικό χαρακτήρα τους. Και η εξέλιξη της Σοβιετικής Ένωσης, την ανάπτυξη της οποίας εμείς μπορέσαμε να διαπιστώσουμε πριν από μερικούς μήνες στη Μόσχα, μαρτυρεί σήμερα και πιστοποιεί τη στάση που μας εξήγησαν πριν από δέκα χρόνια με πεποίθηση και σαφήνεια ο σ. Τίτο και οι άλλοι συνεργάτες τους». Όχι μάταια οι διάφοροι ηγέτες και εκπρόσωποι του ιμπεριαλισμού, οι οποίοι κατάλαβαν κάλλιστα ότι η γραμμή της «ειρηνικής συνύπαρξης» του Ν. Χρουστσιόφ είναι στην πραγματικότητα γραμμή της προσέγγισης και της ένωσης με τον ιμπεριαλισμό, επαινούν τη ρεβιζιονιστική ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ και προσπαθούν να τη βοηθήσουν και να την ωθήσουν όλο και πιο βαθύτερα στην προδοτική αυτή γραμμή.
Τα μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα, οι αληθινοί επαναστάτες κομμουνιστές σ’ όλες τις χώρες ξεσκεπάζουν και απορρίπτουν αποφασιστικά την προδοτική γραμμή του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του, θεωρούν διεθνιστικό καθήκον τους να υπερασπίσουν τη γραμμή της εξωτερικής πολιτικής του I. Β. Στάλιν, σαν μαρξιστική - λενινιστική γραμμή, που ανταποκρίνεται στα ζωτικά συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαών, στην υπόθεση του σοσιαλισμού και της ειρήνης. 



Η ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ Ν. ΧΡΟΥΣΤΣΙΟΦ ΑΝΤΙΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΤΟΝ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΟ ΔΙΕΘΝΙΣΜΟ
ΜΕ ΤΟΝ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΩΒΙΝΙΣΜΟ
Η ομάδα αποστατών του Ν. Χρουστσιόφ, στα πλαίσια της αντισταλινικής εκστρατείας της, πάλι κάνει θόρυβο σε σύνδεση με τις λεγόμενες «σωβινιστικές στάσεις» του Στάλιν απέναντι των αδερφών κομμάτων και των σοσιαλιστικών χωρών. Ο Στάλιν κατηγορείται ότι δήθεν προσπαθούσε να υποτάξει τα κομμουνιστικά κόμματα και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, ότι τα μεταχειρίζονταν από θέσεις ανισοτιμίας, επέβαλε στους άλλους τις απόψεις, τη γραμμή και τις αυθαίρετες αποφάσεις του, επέχτεινε τις ιδεολογικές διαφωνίες στο πεδίο των κρατικών σχέσεων μεταξύ των σοσιαλιστικών κρατών, φτάνοντας μάλιστα μέχρι κολασμούς κατά των διαφόρων ηγετών των αδερφών κομμάτων κλπ. Σε σύνδεση μ’ αυτό οι ρεβιζιονιστές αναφέρονται πρώτα απ’ όλα στη δήθεν «σοβινιστική» στάση του Στάλιν απέναντι της Γιουγκοσλαβίας και της τιτικής κλίκας. Τέτοιες κατηγορίες περιέχει και η έκθεση του Σουσλόφ στην ολομέλεια του Φλεβάρη 1964 της ΚΕ του ΚΚΣΕ, καθώς και άλλα υλικά της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ. Έτσι στο λόγο που εκφώνησε στις 15 Απρίλη τούτης της χρονιάς στη σοβιιετο-πολωνική συγκέντρωση στη Μόσχα, ο Ν. Χρουστσιόφ είπε μεταξύ των άλλων ότι «η προσωπολατρία επέδρασε βαριά στην κατάσταση μιας σειράς αδερφών κομμάτων, και προπαντός στην κατάσταση του ΚΚΣΕ, των πολωνών και των ούγγρων κομμουνιστών», ότι μετά το 20ο Συνέδριο οι σχέσεις μεταξύ των σοσιαλιστικών κρατών «έγιναν στενότερες, φιλικές, εξαλείφτηκαν τα στοιχεία της ανισοτιμίας» κλπ.
Για κάθε άνθρωπο που γνωρίζει τη στάση του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του απέναντι των σοσιαλιστικών χωρών και των αδερφών κομμάτων, που είναι ενήμερος των μεθόδων που χρησιμοποιεί ο Ν. Χρουστσιόφ στις σχέσεις μ’ αυτές τις χώρες και τα κόμματα, είναι φανερό ότι οι παραπάνω κατηγορίες κατά του Στάλιν είναι μια φωτογραφία της ίδιας της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ, ότι ο Ν. Χρουστσιόφ ζητεί να επιρρίψει στον υγιή νου τα φταίγματα του άρρωστου νου.
Το Κόμμα μας δεν έχει δοσμένα για το τι στάση τήρησε ο Στάλιν απέναντι των άλλων αδερφών κομμάτων και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών. Δεν αποκλείεται ότι μπορεί να έγινε και κανένα λάθος, όταν μάλιστα οι σχέσεις μεταξύ των σοσιαλιστικών χωρών είναι (και ακόμη πιο πολύ ήταν την εποχή του Στάλιν) ένα σχετικά νέο φαινόμενο και η πείρα που είχε συγκεντρωθεί ήταν ακόμη λίγη. Μα ο Στάλιν ήταν μαρξιστής - λενινιστής με αρχές και, όταν έκανε λάθος, το αναγνώριζε και έκανε αυτοκριτική. Ωστόσο το κόμμα μας είναι σε γνώση μερικών βασικών στοιχείων και, επιπλέον, έχει και την ιστορική πείρα του:
Πρώτο, όσον αφορά τη βασική κατηγορία της ομάδος του Ν. Χρουστσιόφ ότι δήθεν ο Στάλιν έσφαλε βαριά στο ζήτημα της Γιουγκοσλαβίας, ότι έκαμε μεγάλες αδικίες απέναντι του Τίτο και των συντρόφων του, μάλιστα απέναντι ολόκληρου του γιουγκοσλαβικού λαού, αυτό είναι εντελώς πλαστό. Τι απέδειξαν τα ιστορικά γεγονότα; Απέδειξαν ότι ο Στάλιν και το Πληροφοριακό Γραφείο είχαν πλέρια δίκιο να καταδικάσουν την κλίκα του Τίτο σαν προδότρια του μαρξισμού - λενινισμού και του σοσιαλισμού και επικίνδυνο πραχτορείο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού για τον εκφυλισμό του σοσιαλισμού, για την υπονόμευση και τη διάσπαση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, του διεθνούς κομμουνιστικού και επαναστατικού κινήματος, του απελευθερωτικού κινήματος και των δυνάμεων της ειρήνης. Ακριβώς για το λόγο αυτό η τιτική κλίκα καταδικάστηκε απ’ τα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα όλου του κόσμου στη διάσκεψη της Μόσχας του 1960. Η αποκατάσταση της κλίκας του Τίτο και η πλήρης ένωση μ’ αυτή είναι προδοσία από μέρους του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του των αποστατών.
Δεύτερο, όσον αφορά τις κατηγορίες σύμφωνα με τις οποίες η «προσωπολατρία» προξένησε δήθεν μεγάλες ζημιές και δυσκολίες στην Πολωνία, Ουγγαρία κλπ., η πέτρα που σηκώνει ο Χρουστσιόφ ενάντια στο Στάλιν, πέφτει απάνω στο κεφάλι αυτού του ίδιου. Γιατί είναι καλά γνωστό ότι ακριβώς «στο πνεύμα του 20ο Συνεδρίου του ΚΚΣΕ» και της λεγόμενης «πάλης κατά της προσωπολατρίας του Στάλιν» οργανώθηκαν στις χώρες αυτές οι αντεπαναστατικές ενέργειες του 1956 από ανθρώπους όπως ο Ίμρε Νάγκι και συντροφιά, που διατελούσαν υπό την προστασία της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ. Ο ρεβιζιονισμός - να ποιος επέδρασε βαριά στην κατάσταση των κομμάτων αυτών. Είναι, επίσης, καλά γνωστό ότι ο Ν. Χρουστσιόφ επενέβηκε ωμά στις εσωτερικές υποθέσεις του Επαναστατικού Εργατικού Κόμματος Ουγγαρίας και συνωμότησε μαζί με τον αποστάτη Τίτο στο Μπριόνι για την ανατροπή της ηγεσίας του κόμματος στην Ουγγαρία και για να τεθούν επικεφαλής του τα ρεβιζιονιστικά στοιχεία. Και ποιος κρατεί τώρα απομονωμένους και εξόριστους τους πρώην ηγέτες του ουγγρικού κόμματος ή του ΚΚ Ελλάδας; Ποιος υποκινούσε το Μπάρακ, τον όποιο οι σοβιετικοί ηγέτες θεωρούσαν τον «καλύτερό τους άνθρωπο στην Τσεχοσλοβακία»; Μα ποιος έδωσε άσυλο στον Άνιμπαλ Εσκαλάντε, τον αποστάτη που προσπαθούσε να υπονομεύσει την επαναστατική ηγεσία του κουβανικού λαού και που γι’ αυτό εκδιώχτηκε απ’ την Κούβα; Ας προσπαθήσει η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ ν’ αρνηθεί και ν’ απορρίψει τα γεγονότα αυτά, αν τολμάει.
Τρίτο, το κόμμα μας έχει την πείρα του απ’ τις σχέσεις με την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής 'Ένωσης την εποχή του Στάλιν. Οι σχέσεις αυτές είναι λαμπρό παράδειγμα εφαρμογής στην πράξη των αρχών του προλεταριακού διεθνισμού στις σχέσεις μεταξύ των αδερφών κομμάτων και μεταξύ των αδερφών σοσιαλιστικών χωρών. Ο I. Β. Στάλιν «τήρησε πάντοτε απέναντι του κόμματος και της χώρας μας την πιο αδερφική στάση, τους έδωσε αφειδώλευτη διεθνιστική βοήθεια, μεταχειρίστηκε πάντοτε το κόμμα μας με βάση την ισοτιμία και τον αμοιβαίο σεβασμό, ποτέ δεν επενέβηκε στις εσωτερικές υποθέσεις του και δεν προσπάθησε να του επιβάλει τις απόψεις του. Στις διάφορες συναντήσεις και συνομιλίες με τους ηγέτες του ΚΕΑ, όταν το κόμμα μας ζήτησε τη γνώμη και τις συμβουλές του για τούτα ή εκείνα τα ζητήματα, τόνισε πάντοτε μ’ επιμονή ότι τα λόγια του δεν είναι καθόλου υποχρεωτικά για το κόμμα μας, ότι πρέπει να τα ιδεί με κριτικό μάτι, σύμφωνα με τις συγκεκριμένες συνθήκες μας, και να αποφασίσει μόνο του με βάση την πείρα και την κρίση του. Αυτό είναι εντελώς αντίθετο απ’ την εχθρική, ωμή και σοβινιστική στάση του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του απέναντι του κόμματος και της χώρας μας.
Σ’ αντίθεση με τις επινοήσεις του Ν. Χρουστσιόφ και των ρεβιζιονιστών οπαδών του, όλες οι απόψεις και η δράση του I. Β. Στάλιν δείχνουν πως ήταν ένας μεγάλος διεθνιστής επαναστάτης, ο οποίος έδωσε εξέχουσα συμβολή για την εύρυνση και το δυνάμωμα του παγκόσμιου κομμουνιστικού και επαναστατικού κινήματος, για τη δημιουργία και την ανάπτυξη του σοσιαλιστικού στρατοπέδου.
Ο I. Β. Στάλιν τόνιζε μ’ έμφαση ότι η Σοβιετική Ένωση, σαν η πρώτη χώρα του θριαμβευτή σοσιαλισμού, πρέπει να ακολουθήσει με συνέπεια την επαναστατική διεθνιστική πολιτική, ώστε να εκτελέσει με τιμή την ιστορική αποστολή της σαν ισχυρό στήριγμα της διεθνούς προλεταριακής επανάστασης, αντιμετωπίζοντας κάθε απειλή και εκβιασμό από μέρους του ιμπεριαλισμού. Έλεγε:
«Ένα απ’ τα δυο:
Ή εμείς θα εφαρμόσομε και στο μέλλον την επαναστατική πολιτική, συσπειρώνοντας γύρω στην εργατική τάξη της ΕΣΣΔ τους προλετάριους και τους καταπιεζόμενους όλων των χωρών - και τότε το διεθνές κεφάλαιο θα μας εμποδίσει με κάθε τρόπο στην πορεία μας μπροστά·
Ή θα παραιτηθούμε απ’ την επαναστατική μας πολιτική, θα κάνομε μια σειρά παραχωρήσεις αρχής στο διεθνές κεφάλαιο - και τότε το διεθνές κεφάλαιο, σίγουρα, δε θ’ αρνηθεί «να μας βοηθήσει» στο ζήτημα του εκφυλισμού της σοσιαλιστικής χώρας μας σε μια «συνετή» αστική δημοκρατία», (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 11, σελ. 55—56, έκδ. στην αλβανική).
Ο Στάλιν δε θεώρησε ποτέ εκτελεσμένη την επαναστατική αποστολή του μόνο με τη νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Σοβιετική Ένωση. Η λενινιστική θεωρία της επανάστασης, έλεγε, δεν είναι μόνο η θεωρία της νίκης σε μια ιδιαίτερη χώρα, μα είναι συνάμα και η θεωρία της ανάπτυξης της παγκόσμιας επανάστασης. Γι’ αυτό, τόνιζε ο Στάλιν «η νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα δεν είναι αυτοσκοπός. Η επανάσταση της νικήτριας χώρας δεν πρέπει να θεωρεί τον εαυτό της σαν αυτάρκες μέγεθος, μα σαν στήριγμα, σαν μέσο για την επιτάχυνση της νίκης του προλεταριάτου σ’ όλες τις χώρες ... σαν απαρχή και προϋπόθεση της παγκόσμιας επανάστασης». (I. Β. Στάλιν «Ζητήματα του λενινισμού», σελ. 113—114, έκδ. στην αλβανική).
Από την άλλη μεριά ο Στάλιν τόνιζε ότι η χώρα του νικητή σοσιαλισμού όχι μόνο πρέπει να δώσει βοήθεια και υποστήριξη στο προλεταριάτο και τους λαούς των άλλων χωρών για να επισπευσθεί και διευκολυνθεί η νίκη της επανάστασης σ’ αυτές τις χώρες, μα και αυτή η ίδια έχει ανάγκη για τη βοήθεια και την υποστήριξη της εργατικής τάξης και των λαών των άλλων χωρών για την υπεράσπιση των καταχτήσεων του σοσιαλισμού και για την προώθησή τους. «Θα ήταν λάθος, - είπε Ο Στάλιν στο 19ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ - να φρονούσε κανείς πως το κόμμα μας, το όποιο έχει γίνει μια μεγάλη δύναμη, δεν έχει πια ανάγκη για υποστήριξη. Αυτό δεν είναι αληθές. Το κόμμα μας και η χώρα μας είχαν πάντοτε ανάγκη και θα έχουν ανάγκη για την εμπιστοσύνη, τη συμπάθεια και την υποστήριξη των αδερφών λαών των άλλων χωρών... Εννοείται ότι το κόμμα μας δε μπορεί να το αφήσει αυτό αξεπλήρωτο στα αδερφά κόμματα και πρέπει, από μέρους του, να δώσει υποστήριξη σ’ αυτά, καθώς και στους λαούς τους, στην πάλη τους γι’ απελευθέρωση, στην πάλη τους για τη διαφύλαξη της ειρήνης».
Η παροχή και η λήψη βοήθειας και υποστήριξης είναι καθήκον και ανάγκη για όλες τις σοσιαλιστικές χώρες, είναι ζωντανή έκφραση του προλεταριακού διεθνισμού. Όλη του τη ζωή ο Στάλιν υπεράσπισε και εφάρμοσε στην πράξη αυστηρά τις ορθές αυτές διεθνιστικές αρχές. Τα διδάγματα αυτά του I. Στάλιν έχουν και τώρα μεγάλη επίκαιρη σπουδαιότητα, και ακόμη πιο πολύ σήμερα που ποδοπατήθηκαν απ’ τους σύγχρονους ρεβιζιονιστές, οι οποίοι απομακρύνθηκαν απ’ τις αρχές του προλεταριακού διεθνισμού και γλίστρησαν στις θέσεις του σωβινισμού του μεγάλου κράτους.
Μένοντας πιστός μέχρι τέλους στο επαναστατικό του καθήκον, ο I. Β. Στάλιν, σαν έξοχος καθοδηγητής του διεθνούς επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος, έδωσε μεγάλη συμβολή για την ανάπτυξη και το δυνάμωμά του. Ήταν μια απ’ τις πιο διακεκριμένες και με μεγαλύτερο κύρος προσωπικότητες της Τρίτης Κομμουνιστικής Διεθνούς. Μετά το θάνατο του Λένιν, κράτησε ψηλά τη σημαία του λενινισμού στην Κομμουνιστική Διεθνή και έδωσε μεγάλη βοήθεια για τη μπολσεβικοποίηση των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων, για την κατάρτιση των επαναστατικών στελεχών, την εκπόνηση μιας ορθής στρατηγικής και ταχτικής του διεθνούς εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος. Αν τον Οκτώβρη του 1917 υπήρχε μόνο ένα κομμουνιστικό κόμμα νέου τύπου με 400 χιλιάδες μέλη, το 1928 ο αριθμός των κομμάτων αυξήθηκε σε 46, ενώ των κομμουνιστών σε 1 εκατομμύριο και 860 χιλιάδες, το 1935 ο αριθμός των κομμάτων έφτασε σε 61, ενώ των κομμουνιστών σε 3 εκατομμύρια και 141 χιλιάδες, ενώ μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο υπήρχαν περί τα 70 κόμματα με πάνω από 30 εκατομμύρια μέλη.
Στη διάρκεια και μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής 'Ένωσης, υπό την καθοδήγηση του Στάλιν, βοήθησε τους λαούς και τα κομμουνιστικά κόμματα, στον απελευθερωτικό αγώνα τους ενάντια στο φασισμό και στην παγίωση των νικών που κατέχτησαν στον αγώνα αυτό. Όντας επικεφαλής του ΚΚΣΕ και του σοβιετικού κράτους ο Στάλιν έδωσε μεγάλη συμβολή για τη δημιουργία και το δυνάμωμα του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος και για την αποκατάσταση ορθών αδερφικών σχέσεων μεταξύ των σοσιαλιστικών χωρών, με βάση τις αρχές του μαρξισμού - λενινισμού και του προλεταριακού διεθνισμού.
Όσο διάστημα ήταν επικεφαλής του ΚΚΣΕ και της Σοβιετικής Ένωσης ο Στάλιν, το σοσιαλιστικό στρατόπεδο και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα ήταν ένα ενιαίο σύνολο, ενωμένα και με πλήρη ενότητα σκέψης και δράσης, με ορθή επαναστατική γραμμή. Τώρα γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο για όλους ότι η διάσπαση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος άρχισε ακριβώς τότε που η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ ξεσηκώθηκε κατά του Στάλιν, τότε που σ’ αντίθεση με τη γραμμή που ακολουθούσε το ΚΚΣΕ την εποχή του Στάλιν, η ομάδα αυτή άρχισε να ακολουθεί τη ρεβιζιονιστική γραμμή της και να καταπατεί τους κανόνες και τις αρχές των σχέσεων μεταξύ των σοσιαλιστικών χωρών και των κομμουνιστικών κομμάτων.
Σαν διεθνιστής επαναστάτης και πιστός μαθητής του μεγάλου Λένιν, ο I. Β. Στάλιν στάθηκε πάντοτε αποφασιστικά στις θέσεις της αποτελεσματικής και ανεπιφύλαχτης υποστήριξης του αντιιμπεριαλιστικού εθνικό - απελευθερωτικού αγώνα των υπόδουλων λαών. Καταδικάζοντας τους προδότες ηγέτες της Δεύτερης Διεθνούς, οι οποίοι μόνο με λόγια και τυπικές δηλώσεις υποστήριζαν δήθεν τα δικαιώματα των καταπιεζόμενων λαών, ενώ στην πραγματικότητα έστεκαν με το μέρος των ιμπεριαλιστών καταπιεστών, ο I. Στάλιν έγραφε: «Ο λενινισμός κατέβασε το εθνικό ζήτημα απ’ τις κορυφές των πομπώδικων δηλώσεων στη γη, λέγοντας ότι οι δηλώσεις για “ισοτιμία των εθνών”, χωρίς την ενίσχυση των προλεταριακών κομμάτων με την άμεση υποστήριξη του απελευθερωτικού αγώνα των καταπιεζομένων λαών, είναι κούφιες και απατηλές δηλώσεις. Έτσι το ζήτημα των καταπιεζόμενων εθνών έγινε ζήτημα της υποστήριξης, της βοήθειας, μιας αποτελεσματικής και συνεχούς βοήθειας προς τα καταπιεζόμενα έθνη στον αγώνα τους ενάντια στον ιμπεριαλισμό για την πραγματική ισοτιμία των εθνών, για την ύπαρξή τους σαν ανεξάρτητο κράτος» (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, έκδ. στην αλβανική, τόμ. 6, σελ. 143—144).
Έτσι όπως και ο Λένιν, ο I. Στάλιν θεωρούσε τον εθνικό - απελευθερωτικό αγώνα των υπόδουλων λαών σαν ισχυρή δύναμη που υπονομεύει το ιμπεριαλιστικό σύστημα και σα μεγάλο σύμμαχο της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης. «Οι αποικιακές χώρες, - τόνιζε ο Στάλιν - είναι τα κύρια μετόπισθεν του ιμπεριαλισμού. Η επαναστατικοποίηση των μετόπισθεν αυτών δε μπορεί να μη υπονομεύσει τον ιμπεριαλισμό. Όχι μόνο υπό την έννοια ότι η επαναστατικοποίηση της Ανατολής πρέπει να δώσει αποφασιστική ώθηση στο επαναστατικό κίνημα στη Δύση» (I. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 7, σελ. 231, έκδ. στην αλβανική). Από δω, τόνιζε, προκύπτει και η «απαραίτητη ανάγκη της υποστήριξης, μιας αποφασιστικής και δραστήριας υποστήριξης από μέρους του προλεταριάτου των «κυρίαρχων» εθνών, του εθνικό - απελευθερωτικού κινήματος των καταπιεζομένων και εξαρτημένων λαών». (I. Β. Στάλιν, Άπαντα, τόμ. 6, σελ. 145, έκδ. στην αλβανική).
Ο Στάλιν αφιέρωνε πολύ μεγάλη βαρύτητα στη σύνδεση, τη συμμαχία του επαναστατικού κινήματος της εργατικής τάξης των προοδευμένων χωρών και του εθνικό - επαναστατικού κινήματος των καταπιεζόμενων και εξαρτημένων χωρών. Έβλεπε τα δυο αυτά κινήματα σαν τις δυο κυριότερες δυνάμεις στην πάλη για την κατάρρευση του ιμπεριαλισμού. Τόνιζε ότι: «τα συμφέροντα του προλεταριακού κινήματος στις αναπτυγμένες χώρες και του κινήματος της εθνικής απελευθέρωσης στις αποικίες, απαιτούν την ένωση των δυο αυτών μορφών του επαναστατικού κινήματος σ’ ένα ενιαίο μέτωπο ενάντια στον κοινό εχθρό, ενάντια στον ιμπεριαλισμό» γιατί «η νίκη της εργατικής τάξης στις αναπτυγμένες χώρες και η απελευθέρωση των καταπιεζόμενων λαών απ’ το ζυγό του ιμπεριαλισμού δε μπορεί να πραγματοποιηθούν χωρίς τη δημιουργία και το δυνάμωμα του κοινού επαναστατικού μετώπου». (I. Β. Στάλιν, «Ζητήματα του λενινισμού», σελ. 59, έκδ. στην αλβανική) .
Οι συκοφαντίες και επινοήσεις της ομάδας του Ν. Χρουστσόφ και των οπαδών της, δεν είναι σε θέση να αμαυρώσουν, έστω και λίγο, την εξέχουσα φυσιογνωμία του I. Β. Στάλιν σα μεγάλου διεθνιστή επαναστάτη. Μα τι γραμμή ακολουθεί ο Ν. Χρουστσιόφ, υπό το έμβλημα της «πάλης κατά της προσωπολατρίας», σε σύνδεση με τα προβλήματα των σχέσεων μεταξύ των αδερφών κομμάτων και των σοσιαλιστικών χωρών; Τι στάση τηρεί απέναντι στο επαναστατικό και εθνικό - απελευθερωτικό κίνημα; Ολόκληρη η γραμμή του χαρακτηρίζεται απ’ την αντικατάσταση του προλεταριακού διεθνισμού με τον εθνικισμό και σωβινισμό του μεγάλου κράτους. Ας ανατρέξουμε στα γεγονότα:
1. Με το πρόσχημα ότι στη σημερινή εποχή βαίνουν δήθεν αυξανόμενες οι δυνατότητες του «ειρηνικού περάσματος» στο σοσιαλισμό σε πολλές χώρες του κόσμου και ερμηνεύοντας αυτό το ειρηνικό πέρασμα κατά τρόπο εντελώς οπορτουνιστικό, σαν απόχτηση της πλειοψηφίας στο αστικό κοινοβούλιο, χωρίς να είναι ανάγκη να καταστραφεί συθέμελα η αστική κρατική μηχανή και να αντικατασταθεί με τα όργανα της διχτατορίας του προλεταριάτου, μάλιστα εκφοβίζοντας τους λαούς ότι δήθεν ο μη ειρηνικός δρόμος του περάσματος στο σοσιαλισμό μπορεί να οδηγήσει στην έκρηξη ενόπλων συρράξεων μεταξύ των κρατών ως τον παγκόσμιο θερμοπυρηνικό πόλεμο, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ και οι οπαδοί της αρνούνται στην πραγματικότητα την επανάσταση, παραιτήθηκαν απ’ την υποστήριξη του επαναστατικού κινήματος στις άλλες χώρες. Συνθηκολογώντας μπροστά στον ατομικό εκβιασμό του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και προσπαθώντας με κάθε μέσο για «ειρηνική συνύπαρξη» και «ολόπλευρη συνεργασία» με τις «πλούσιες» και «ισχυρές» ιμπεριαλιστικές χώρες, η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ δε διστάζει να θυσιάσει τα συμφέροντα των εργαζομένων των άλλων χωρών και ανέλαβε σαν σκοπό της να φρενάρει τον επαναστατικό αγώνα. Για τις υπηρεσίες αυτές κέρδισε τη συμπάθεια και την ευγνωμοσύνη των ιμπεριαλιστών, προπαντός των αμερικανών, και «εξαγόρασε» έτσι την «υπόσχεσή» τους για μια εικοσαετή ειρήνη και για να επωφεληθεί απ’ τα «καλά» της συνεργασίας με τις ΕΠΑ και με τις άλλες δυτικές δυνάμεις. Αυτό είναι γνήσιος αστικός εθνικισμός.
2. Διαδίδοντας μ’ επιμονή τις πλάνες ότι δήθεν στη σημερινή εποχή η αποικιοκρατία έχει εξαλειφτεί ολοκληρωτικά, ή σχεδόν ολοκληρωτικά, ότι δήθεν η απελευθέρωση των καταπιεζόμενων λαών μπορεί να επιτευχθεί διά μέσου της «ειρηνικής συνύπαρξης» και του πλήρους και γενικού αφοπλισμού, ότι δήθεν η αποικιοκρατία μπορεί να εξαλειφτεί διά μέσου του ΟΕΕ, ότι μάλιστα οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις θα μπορούσαν να έδιναν μεγάλη βοήθεια για την πρόοδο των οικονομικά καθυστερημένων περιοχών του κόσμου, φοβίζοντας τους λαούς ότι «από κάθε σπινθήρα μπορεί να εκραγεί παγκόσμια πυρκαγιά», - μ’ όλα αυτά η ομάδα του Ν. Χρουστσόφ προσπαθεί να φρενάρει και να σβήσει τον αντιιμπεριαλιστικό εθνικό - απελευθερωτικό αγώνα των υπόδουλων λαών, παραιτήθηκε απ’ την αποφασιστική υποστήριξη του αγώνα αυτού. Και με τις υπηρεσίες αυτές, οι οποίες ανταποκρίνονται πλέρια στους στόχους της «βασικής στρατηγικής» του ιμπεριαλισμού, η ομάδα αποστατών του Ν. Χρουστσιόφ ελπίζει να πετύχει την «ειρηνική συνύπαρξη» με τους ιμπεριαλιστές και τη συνεργασία μαζί τους.
Οι προσπάθειες του Ν. Χρουστσιόφ και των υποστηριχτών του να γεμίσουν τη γνώμη των ανθρώπων ότι δήθεν καθοδηγούνται απ’ τους σκοπούς του «ουμανισμού», ότι δήθεν θέλουν να γλυτώσουν την εργατική τάξη και τους λαούς απ’ την αιματοχυσία και τις «περιττές», «άσκοπες θυσίες», και τον κόσμο απ’ την «ατομική καταστροφή», δεν μπορούν να καλύψουν το γεγονός ότι οι χρουστσιοφικοί ρεβιζιονιστές βουτήχτηκαν βαθιά στο βόρβορο του εθνικισμού, ότι χάρη των στενών συμφερόντων τους ποδοπατούν ξετσίπωτα τα ζωτικά συμφέροντα των λαών.
3. Η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ κατηγόρησε επανειλημμένα τα μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα για το γεγονός ότι τηρούν τη γραμμή της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, κυρίως με τις δυνάμεις τους και της ανεξάρτητης ανάπτυξης της οικονομίας. Οι ρεβιζιονιστές κήρυξαν τη γραμμή αυτή «στενό εθνικισμό», «αυτό-απομόνωση» κλπ. Μάλιστα ο Χρουστσιόφ, στο λόγο που εκφώνησε στο Μίσκολτς της Ουγγαρίας στις αρχές Απρίλη, δήλωσε ότι «μόνο οι τρελοί μπορεί να φρονούν ότι η οικοδόμηση του σοσιαλισμού είναι δυνατή χωρίς την υποστήριξη και τις πηγές της αδερφικής κοινότητας των λαών που διάλεξαν το δρόμο του σοσιαλισμού». Μα πως οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός στην ΕΣΣΔ, όταν δεν υπήρχε ακόμη η σοσιαλιστική κοινότητα; Μήπως με τις βοήθειες και τα δάνεια των ιμπεριαλιστών; Φυσικά, στις συνθήκες που υπάρχει το παγκόσμιο σοσιαλιστικό σύστημα, το σοσιαλιστικό στρατόπεδο, ένας σπουδαίος παράγοντας, που διευκολύνει την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην κάθε μια χώρα και επιταχύνει το ρυθμό της, είναι η αμοιβαία αδερφική βοήθεια με βάση τις αρχές της ισοτιμίας και ανεξαρτησίας, της κάθε σοσιαλιστικής χώρας, της μη επέμβασης του ενός στις εσωτερικές υποθέσεις του άλλου. Ενώ η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ, με το πρόσχημα της «διεθνούς κατανομής της εργασίας» και της «ειδίκευσης», καταπατεί ακριβώς τις αρχές αυτές και προσπαθεί να υποτάξει οικονομικά τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
Επωφελούμενη απ’ το γεγονός ότι η Σοβιετική 'Ένωση είναι η ισχυρότερη από οικονομική άποψη σοσιαλιστική χώρα, η ομάδα του Ν. Χρουστσόφ, διά μέσου του ΟΣΑ και με άλλες μορφές, επιβάλλει στις σοσιαλιστικές χώρες μέτρα τέτοια που θίγουν την οικονομική ανεξαρτησία και την κρατική τους κυριαρχία, όπως είναι η κατάρτιση κοινού σχεδίου και η δημιουργία ενός ενιαίου οργάνου σχεδιοποίησης για όλες τις χώρες - μέλη του ΟΣΑ, οι ενώσεις των διαφόρων τεχνικό - παραγωγικών κλάδων μεταξύ των κρατών, η δημιουργία επιχειρήσεων κοινής ιδιοχτησίας ενός αριθμού κρατών, η δημιουργία οικονομικών μπλοκ μεταξύ των κρατών κλπ. Με τέτοιες μορφές η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ ζητεί να αποσπάσει τους σπουδαιότερους κλάδους της οικονομίας απ’ την εθνική διεύθυνση και να δημιουργήσει «υπερκυβερνητικά» όργανα, με άλλα λόγια, να δημιουργήσει μια «κυβέρνηση επί των κυβερνήσεων» των άλλων σοσιαλιστικών χωρών, πράγμα που είναι ωμή παραβίαση της ανεξαρτησίας τους. Ο λαός μας γνωρίζει καλά τι είναι αυτά τα «μέτρα», γιατί τα δοκίμασε ο ίδιος στη ράχη του πριν απ’ το 1948, όταν η κλίκα αποστατών του Τίτο προσπάθησε να κάνει τη λεγόμενη «μιχτή αλβανο-γιουγκοσλάβικη επιτροπή» μια δεύτερη κυβέρνηση υπεράνω της κυβέρνησης της ΛΔ Αλβανίας. Τέτοια μέτρα είναι γνήσια έκφραση του σωβινισμού του μεγάλου κράτους, όπου έχει βουτηχτεί πατόκορφα η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ. Τα μέτρα αυτά ουσιαστικά δεν έχουν καμιά διαφορά απ’ τις μορφές της «οικονομικής συγχώνευσης» στον καπιταλισμό, όπως είναι π.χ. η «Ευρωπαϊκή Κοινή ’Αγορά», όπου οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις υποτάσσουν τους αδυνατότερους συνεταίρους τους.
Με το πρόσχημα της λεγόμενης «ειδίκευσης», η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ προσπάθησε και προσπαθεί να μετατρέψει την οικονομία μερικών σοσιαλιστικών χωρών σε μια προσθήκη της οικονομίας της Σοβιετικής Ένωσης για την παραγωγή γεωργικών προϊόντων, ή πρώτων υλών. Γι’ αυτό με κάθε μέσο εμποδίζει την ανάπτυξη της βιομηχανίας στις χώρες αυτές, προπαντός των βασικών κλάδων της. Δεν ήταν ο Ν. Χρουστσιόφ εκείνος που κατά την επίσκεψή του στην ’Αλβανία το 1959, δηλώνοντας δημαγωγικά ότι θέλει να δει την Αλβανία έναν «ανθισμένο κήπο», υπέδειξε στο κόμμα και την κυβέρνησή μας να «ειδικεύσουν» ολόκληρη την οικονομία της χώρας στην παραγωγή εσπεριδοειδών και οπωρικών χωρίς να απασχολούνται καθόλου για το ζήτημα των σιτηρών, γιατί το ψωμί για την Αλβανία θα το εξασφάλιζε η Σοβιετική Ένωση; Χρειάστηκε λίγο παραπάνω από ένας χρόνος για να γίνει ολοφάνερο ποιοι ήταν οι σκοποί των «συμβουλών» αυτών του Ν. Χρουστσιόφ, όταν επιδιώκοντας να υποτάξει το κόμμα μας μετά τη διαβόητη σύσκεψη του Βουκουρεστίου, προσπάθησε «να σφίξει το λουρί» του λαού μας, αρνούμενος να του πουλήσει σιτηρά, και να τον αφήσει έτσι να υποφέρει απ’ την πείνα. Μα και εδώ ο Ν. Χρουστσιόφ δε φάνηκε πολύ πρωτότυπος, γιατί στην πραγματικότητα επανέλαβε τις «συμβουλές» εκείνες που έδινε κάποτε στο κόμμα μας η κλίκα του Τίτο για να «ειδικεύσει» όλη την οικονομία της χώρας μας στην καλλιέργεια του λιοτηριού. Και στην προκειμένη περίπτωση έχομε να κάνομε με τον πιο γνήσιο σωβινισμό της ομάδας του Ν. Χρουστσιόφ, ο οποίος βαδίζει πιστά στα ίχνη του «δασκάλου» του — του αποστάτη Τίτο.
Όσον αφορά το ζήτημα της μετατροπής της Αλβανίας σ’ έναν ανθισμένο κήπο, ο λαός μας είναι πεπεισμένος βαθύτατα πως η σοσιαλιστική Αλβανία θα γίνει χωρίς άλλο ανθισμένος κήπος, βαδίζοντας αποφασιστικά στο δρόμο της ανεξάρτητης οικονομικής ανάπτυξης, στηριζόμενη σε πρώτη γραμμή στις δυνάμεις του λαού της, καθώς και στην πραγματικά διεθνιστική βοήθεια των αδερφών σοσιαλιστικών χωρών, όπως είναι η βοήθεια που της είχε δώσει κάποτε η ΕΣΣΔ την εποχή της ηγεσίας του I. Β. Στάλιν και που της δίνει σήμερα η μεγάλη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας.
4. Η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ καταπάτησε και καταπατεί ωμά τους κανόνες και τις αρχές των σχέσεων μεταξύ των αδερφών κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων, που καθορίζονται καθαρά στη Δήλωση της Μόσχας του 1960 - τις αρχές της ισοτιμίας, της ανεξαρτησίας, του αμοιβαίου σεβασμού και των συντροφικών συνεννοήσεων. Δεν είναι ο Χρουστσιόφ κείνος που προσπάθησε να επιβάλει σ’ όλα τα αδερφά κόμματα τη ρεβιζιονιστική και προδοτική γραμμή του και να κάμει τις αποφάσεις ενός κόμματος, όπως είναι, λόγου χάρη, οι αποφάσεις του 20ου και του 22ου συνεδρίου του ΚΚΣΕ, ή η αυθαίρετη καταδίκη του Στάλιν, υποχρεωτικές για όλα τα αδερφά κόμματα; Δεν είναι ο Ν Χρουστσιόφ κείνος που, αρχίζοντας απ’ τη σύσκεψη του Βουκουρεστίου του Ιούνη του 1960, μα προπαντός απ’ τη σύσκεψη της Μόσχας του Νοέμβρη του 1960, εφάρμοσε κατά του κόμματος και της χώρας μας τις πιο αυστηρές οικονομικές και πολιτικές κυρώσεις, μόνο και μόνο γιατί το ΚΕΑ αρνήθηκε να βαδίσει πίσω απ’ το ρεβιζιονιστικό άρμα του;
Η σοβινιστική, εχθρική και ωμή στάση του Ν. Χρουστσιόφ και της ομάδας του απέναντι του κόμματος και της χώρας μας είναι ένα πραγματικό αποκαλυπτικό κατηγορητήριο ενάντια σ’ αυτή τη συμμορία αποστατών. Γι’ αυτό προσπαθούν ν’ αρνηθούν με κάθε μέσο τα γεγονότα και να επιρρίψουν το φταίγμα στο ΚΕΑ για το χάλασμα των σοβιετο-αλβανικών σχέσεων. Έτσι και στην έκθεση του Σουσλόφ στην ολομέλεια του Φλεβάρη 1964 της ΚΕ του ΚΚΣΕ αναφέρεται ότι η κυβέρνηση της ΛΔΑ «χάλασε την πολιτική, οικονομική και στρατιωτική συνεργασία με τη Σοβιετική Ένωση και με τις περισσότερες άλλες σοσιαλιστικές χώρες». Αυτό είναι μια συκοφαντία όχι έξυπνη και εντελώς γελοία. Μήπως έκοψαν οι Αλβανοί τις πιστώσεις προς τη Σοβιετική Ένωση, απέσυραν τους ειδικούς και έδιωξαν τους σοβιετικούς φοιτητές απ’ την Αλβανία; Μήπως έκαμε η Αλβανία οικονομικό και πολιτικό αποκλεισμό της Σοβιετικής Ένωσης; Μήπως απέσυραν οι αλβανοί τα υποβρύχιά τους απ’ τη Σοβιετική Ένωση; Δύσκολο να βρεθεί ομαλός άνθρωπος που να πιστεύει σε τέτοια «θαύματα». Απεναντίας, τώρα ξέρει όλος ο κόσμος πως ήταν ακριβώς η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ που επέχτεινε τις ιδεολογικές διαφωνίες με το ΚΕΑ στο πεδίο των κρατικών σχέσεων, που προσπάθησε να οργανώσει άγριο αποκλεισμό της ΛΔ Αλβανίας, εντελώς παρόμοιο με τον αποκλεισμό του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού κατά της σοσιαλιστικής Κούβας, και που έφτασε ως τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με μια σοσιαλιστική χώρα.
Τέτοια σοβινιστική και εχθρική στάση η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ τήρησε και τηρεί, επίσης, κατά του ΚΚ και της ΛΔ της Κίνας, καθώς και κατά των άλλων μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων και μερικών άλλων σοσιαλιστικών χωρών.
5. Ο Ν. Χρουστσιόφ και η ομάδα του με όλες τις αντιμαρξιστικές απόψεις τους και τις αντιδιεθνιστικές ενέργειές τους, έγιναν οι πιο επικίνδυνοι διασπαστές του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και των διεθνών δημοκρατικών κινημάτων και οργανώσεων. Αναθεωρώντας τα βασικά διδάγματα του μαρξισμού - λενινισμού, υπονόμευσαν τις ίδιες τις βάσεις για μια γερή ενότητα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Ταυτόχρονα, καταπάτησαν και καταπατούν ξετσίπωτα τις κοινές αποφάσεις των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων - τις Δηλώσεις της Μόσχας του 1957 και του 1960 -, καταπάτησαν και καταπατούν ωμά τους μαρξιστικούς - λενινιστικούς κανόνες των σχέσεων μεταξύ των αδερφών κομμάτων και των αδερφών σοσιαλιστικών χωρών, αντικαθιστώντας τον προλεταριακό διεθνισμό με τον σωβινισμό του μεγάλου κράτους, την ισοτιμία και την ανεξαρτησία με την επέμβαση και την υποταγή τη συνεργασία και την αδερφική βοήθεια με τις πιέσεις, τους αποκλεισμούς και τη διακοπή των σχέσεων με αδερφές χώρες, τις συντροφικές συνεννοήσεις με τις συκοφαντικές δημόσιες επιθέσεις, τις αποκηρύξεις και την εχθρική υπονομευτική δράση κατά των αδερφών κομμάτων.
Τον τελευταίο καιρό, στα πλαίσια της διασπαστικής και υπονομευτικής αυτής δράσης, οι χρουστσιοφικοί ρεβιζιονιστές άρχισαν μια νέα σταυροφορία κατά του ΚΚ της Κίνας, του ΚΕΑ και των άλλων μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων, που αποβλέπει στην πλήρη και ανοιχτή διάσπαση στο κομμουνιστικό κίνημα και το σοσιαλιστικό στρατόπεδο και που διεξάγεται, έκτος των άλλων, και με το έμβλημα της πάλης ενάντια στην «προσωπολατρία και τις επιρροές της».
Μα φαίνεται καθαρά κάθε μέρα και πιο πολύ ότι η αντισταλινική γραμμή είναι η γραμμή της προδοσίας του προλεταριακού διεθνισμού, η γραμμή του εθνικού εγωισμού και του σωβινισμού του μεγάλου κράτους, η γραμμή της διάσπασης της ενότητας του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, η γραμμή της προδοσίας των συμφερόντων του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος.



ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΣΤΑΣΗΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΤΑΛΙΝ - ΜΕΓΑΛΟ ΖΗΤΗΜΑ ΑΡΧΗΣ
ΓΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Τέτοιοι είναι οι πραγματικοί σκοποί που κρύβονται πίσω απ’ τον εκκωφαντικό θόρυβο του Ν. Χρουστσιόφ και της προδοτικής ομάδας του, σχετικά με το λεγόμενο ζήτημα της «προσωπολατρίας του Στάλιν». Ξεκινώντας απ’ αυτά, το ΚΕΑ, μαζί με τα άλλα αδερφά κόμματα και τους μαρξιστές - λενινιστές σ’ όλο τον κόσμο, ξεσηκώθηκε σε υπεράσπιση του I. Β. Στάλιν, του έργου και των απόψεών του. Τα κόμματα αυτά ξεκινούν απ’ το γεγονός ότι το ζήτημα της στάσης απέναντι στο Στάλιν, της εκτίμησης των απόψεων και του έργου του δεν είναι ζήτημα συμπάθειας ή αντιπάθειας απέναντι τούτου ή εκείνου του προσώπου, ούτε και είναι μόνο εσωτερική υπόθεση του ΚΚΣΕ. Είναι μεγάλο ζήτημα αρχής με ζωτική σημασία για ολόκληρο το διεθνές κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα.
1. Το ζήτημα του Στάλιν είναι μεγάλο, επίκαιρο και παγκόσμιας σημασίας ζήτημα, γιατί ο I. Β. Στάλιν δεν υπεράσπισε και δεν επεξεργάστηκε κάποια άλλη διδασκαλία, διαφορετική από κείνη των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν. Στην πραγματικότητα, κείνο που ο Ν. Χρουστσόφ και οι οπαδοί του αποκαλούν με περιφρόνηση «σταλινισμό» και προσπαθούν να το κακολογήσουν και απορρίψουν με κάθε μέσο, δεν είναι άλλο παρά ο μαρξισμός - λενινισμός, που τον υπερασπίστηκε ο Στάλιν σε ανήλεη πάλη αρχών με τα πιο διαφορετικά, οπορτουνιστικά και ρεβιζιονιστικά ρεύματα, απ’ τους αναρχικούς και τους αστούς εθνικιστές ως τον Μπουχάριν, Τρότσκι και Τίτο και τον ανέπτυξε παραπέρα στις συγκεκριμένες συνθήκες της οικοδόμησης του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού στη Σοβιετική Ένωση και της παραπέρα ανάπτυξης ολόκληρου του εργατικού, επαναστατικού και αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Οι επιθέσεις κατά του Στάλιν, των ιδεών και του έργου του είναι προσπάθειες για την αντικατάσταση του μαρξισμού - λενινισμού με το ρεβιζιονισμό στη θεωρία και την πράξη. Γι’ αυτό η πάλη γύρω απ’ το ζήτημα του Στάλιν που διεξάγεται μεταξύ των μαρξιστών - λενινιστών και των σύγχρονων ρεβιζιονιστών, είναι στην πραγματικότητα πάλη για τα πραγματικά ζητήματα αρχής: να ακολουθήσουν και στο μέλλον η εργατική τάξη και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα τις αρχές και τα βασικά διδάγματα του μαρξισμού - λενινισμού, τα οποία υπερασπίστηκε, εφάρμοσε και ανέπτυξε με τόση τέχνη και τόλμη ο I. Β. Στάλιν, ή να παραιτηθούν απ’ αυτά και να τα αντικαταστήσουν με τις οπορτουνιστικές ιδέες του Μπερνστάϊν, Καούτσκι, Τρότσκι, Μπουχάριν, των δεξιών σοσιαλιστών, του Τίτο και των άλλων αποστατών, ενάντια στις οποίες πάλεψε ο Στάλιν και που ο Ν. Χρουστσιόφ ζητεί να επιβάλει σ’ όλα τα αδερφά κόμματα με τη μάσκα της «δημιουργικής ανάπτυξης» του μαρξισμού;
2. Σχεδόν 30 χρόνια στη σειρά ο I. Β. Στάλιν στάθηκε επικεφαλής του ΚΚΣΕ και του σοβιετικού σοσιαλιστικού κράτους. Στην περίοδο αυτή, υπό την καθοδήγηση του Στάλιν, η Σοβιετική Ένωση εκτέλεσε το μεγάλο ιστορικό άλμα - οικοδόμησε τη σοσιαλιστική κοινωνία, μετατράπηκε σε ισχυρό σοσιαλιστικό κράτος με σύγχρονη βιομηχανία, με ανεπτυγμένη κολχόζνικη γεωργία, με υψηλό επίπεδο ανάπτυξης της παιδείας, της μόρφωσης, της επιστήμης και τεχνικής, με μεγάλη αμυντική ισχύ, η οποία, στα χρόνια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, συνέτριψε την κολοσσιαία στρατιωτική μηχανή της χιτλερικής Γερμανίας, και ο σοβιετικός λαός επιδόθηκε μ’ επιτυχία στη δουλειά για την οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Στην περίοδο της ηγεσίας του Στάλιν ο σοσιαλισμός έδρεψε και άλλες νίκες κοσμοϊστορικής σημασίας, βγήκε απ’ τα πλαίσια ενός μόνου κράτους και έγινε παγκόσμιο σύστημα, δημιουργήθηκε το ισχυρό σοσιαλιστικό στρατόπεδο και οι σοσιαλιστικές χώρες, βαδίζοντας στο δρόμο της Σοβιετικής Ένωσης και με την αφειδώλευτη διεθνιστική βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης, επικεφαλής της οποίας έστεκε ο Στάλιν, κατέχτησαν σοβαρές και ολόπλευρες επιτυχίες στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Συκοφαντώντας τον Στάλιν, χαρακτηρίζοντας όλη την περίοδο της ηγεσίας του περίοδο «κυριαρχίας της τρομοκρατίας» και «βαριών παραβιάσεων της σοσιαλιστικής νομιμότητας» κλπ., οι ρεβιζιονιστές προσπαθούν να κακολογήσουν, να πλαστογραφήσουν και να απορρίψουν την ιστορική πείρα της διχτατορίας του προλεταριάτου και της σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής οικοδόμησης στη Σοβιετική Ένωση στην περίοδο της ηγεσίας του Στάλιν. Γι’ αυτό η πάλη γύρω απ’ το ζήτημα του Στάλιν που διεξάγεται μεταξύ των μαρξιστών - λενινιστών και των σύγχρονων ρεβιζιονιστών, είναι στην πραγματικότητα πάλη γύρω απ’ το ζωτικό ζήτημα, το βαθύτατα ζήτημα αρχής: να ακολουθηθεί και στο μέλλον πιστά η βασική ιστορική πείρα της Σοβιετικής Ένωσης και του ΚΚΣΕ, ο δρόμος που έδειξεν ο Λένιν και ο Στάλιν, ή οι λαοί που παλεύουν για το θρίαμβο του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού να μπουν σ’ έναν άλλο δρόμο, στο δρόμο της προδοσίας και του εκφυλισμού του σοσιαλισμού, στο δρόμο της παλινόρθωσης του καπιταλισμού, όπου ζητεί να τους παρασύρει ο Ν. Χρουστσόφ και η ομάδα του;
3. Το ζήτημα του I. Β. Στάλιν είναι μεγάλο, παγκόσμιας σημασίας ζήτημα αρχής, γιατί, επίσης, ο I. Β. Στάλιν, δεκάδες χρόνια, ήταν επικεφαλής όλου του διεθνούς κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος. Στη διάρκεια της ιστορικής αυτής περιόδου, εφαρμόζοντας τα διδάγματα του Λένιν και με την καθοδήγηση του Στάλιν, το παγκόσμιο κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα αναπτύχθηκε σε πλάτος και σε βάθος, σε πολλές χώρες ιδρύθηκαν μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα, πολλά κόμματα μπολσεβικοποιήθηκαν, έπαιξαν σοβαρό ρόλο στον αγώνα κατά του φασισμού, για το θρίαμβο των λαϊκών επαναστάσεων, αναπτύχθηκαν και σφυρηλατήθηκαν πολλά ηγετικά μαρξιστικά - λενινιστικά στελέχη, επιτεύχθηκε μια ατσάλινη μαρξιστική - λενινιστική ενότητα ολόκληρου του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. Η πάλη γύρω απ’ το ζήτημα του Στάλιν που διεξάγεται μεταξύ των μαρξιστών - λενινιστών και των σύγχρονων ρεβιζιονιστών, είναι στην πραγματικότητα πάλη για το μεγάλο ζήτημα αρχής: να συνεχιστεί και στο μέλλον ο δρόμος του Λένιν και του Στάλιν, ο δρόμος της ανάπτυξης και της εύρυνσης του επαναστατικού κινήματος κατά της μπουρζουαζίας και του ιμπεριαλισμού στις μητροπόλεις και τις αποικίες, ο δρόμος της αδιάρρηκτης ενότητας του διεθνούς κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος και του παγκόσμιου σοσιαλιστικού στρατοπέδου πάνω στη βάση των αρχών του μαρξισμού - λενινισμού και του προλεταριακού διεθνισμού, ή να εγκαταλειφτεί η ιστορική αυτή πείρα και τα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα να μπουν στο δρόμο της εθνικής απομόνωσης, ή του σωβινισμού του μεγάλου κράτους, στο δρόμο της διάσπασης, του εκφυλισμού και της συνθηκολόγησης μπροστά στον ιμπεριαλισμό και την αστική ιδεολογία;
4. Εγείροντας τεχνητά και εξογκωμένα το ζήτημα της λεγόμενης πάλης κατά της «προσωπολατρίας του Στάλιν», η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ καταπάτησε ανοιχτά τη λενινιστική διδασκαλία, αναφορικά με τις σχέσεις μεταξύ των μαζών, της τάξης, του κόμματος και των ηγετών, αντέταξε την ηγεσία στις μάζες, το συγκεντρωτισμό στη δημοκρατία, το χρησιμοποίησε για να απειλήσει και υποτάξει όλους εκείνους που δεν υπακούνε στην υπαγόρευσή της, για να χτυπήσει και εξαλείψει τα επαναστατικά στελέχη και τους πιστούς στο μαρξισμό - λενινισμό ηγέτες στη χώρα της και στα αδερφά κόμματα, για να επεμβαίνει ωμά στις εσωτερικές υποθέσεις τους. Γι’ αυτό το ξεσκέπασμα της χρουστσιοφικής μπλόφας για τη λεγόμενη «πάλη κατά της προσωπολατρίας του Στάλιν» δε σχετίζεται καθόλου με το ζήτημα ότι δήθεν κάποιος υπερασπίζει την προσωπολατρία και κάποιος παλεύει εναντίον της, όπως προσπαθεί να παρουσιάσει το ζήτημα η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ. Στην πραγματικότητα, εδώ πρόκειται για το σπουδαίο ζήτημα αρχής: να υπερασπιστούν οι λενινιστικές αρχές αναφορικά με τις σχέσεις μεταξύ των μαζών, της τάξης, του κόμματος και των ηγετών, απαραίτητες για κάθε κόμμα που επιθυμεί να είναι ένα πραγματικό αγωνιστικό επιτελείο του προλεταριάτου και του επαναστατικού του κινήματος· να υπερασπιστούν οι επαναστάτες ηγέτες, όπως ήταν ο I. Β. Στάλιν, απ’ τις επιθέσεις και τις συκοφαντίες των εχθρών και των αποστατών τύπου Χρουστσιόφ και Τίτο· να καταπολεμηθεί η επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις των αδερφών κομμάτων, οι προσπάθειες να υπαγορευτεί και επιβληθεί σ’ αυτά ποιους πρέπει να έχουν καθοδηγητές και ποιους πρέπει να εξαφανίσουν, ή ν' ανοιχτεί ο δρόμος στον αναρχισμό, στην αποδιοργάνωση και την εξασθένιση του κόμματος και του κράτους της διχτατορίας του προλεταριάτου, πράγμα που βάζει σε κίνδυνο ολόκληρη την υπόθεση της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού· να νομιμοποιηθούν τα αντεπαναστατικά πραξικοπήματα των σφετεριστών και των καριεριστών, των προδοτών και των εχθρών του κομμουνισμού, τους οποίους προσπαθεί να φέρει παντού στην εξουσία, στο παράδειγμά του, ο Ν. Χρουστσιόφ.
Η επίθεση κατά του I. Β. Στάλιν ήταν το πρώτο προδοτικό βήμα του Ν. Χρουστσιόφ που στρέφονταν ενάντια στο μαρξισμό - λενινισμό, ενάντια στο διεθνές κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα, ενάντια στην ίδια την ένδοξη Σοβιετική Ένωση, τις καταχτήσεις και το γόητρό της. Και το πρώτο βήμα συνοδεύτηκε από πολλά άλλα βήματα, σαν αποτέλεσμα των όποιων ο χρουστσοφικός ρεβιζιονισμός μετατράπηκε σε ολόκληρο σύστημα, επικυρωμένο στο νέο πρόγραμμα του ΚΚΣΕ, έγινε η μεγαλύτερη απειλή που γνώρισε μέχρι σήμερα η ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, ο πιο άγριος και ο πιο επικίνδυνος εχθρός της υπόθεσης του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού, που υπονόμευσε την ενότητα του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και του παγκόσμιου επαναστατικού και απελευθερωτικού κινήματος, που έφερε και φέρνει ανυπολόγιστες ζημιές στην υπόθεση του σοσιαλισμού, της επανάστασης, της εθνικής ανεξαρτησίας, της δημοκρατίας και της ειρήνης στον κόσμο. Γι’ αυτό να ξεσκεπάσεις το Ν. Χρουστσιόφ και τη ρεβιζιονιστική ομάδα του, να υπερασπίσεις αποφασιστικά τον I. Β. Στάλιν και το έργο του, σημαίνει να υπερασπίσεις το μαρξισμό - λενινισμό, να υπερασπίσεις το σοσιαλιστικό στρατόπεδο και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, να υπερασπίσεις τη Σοβιετική Ένωση και τις ιστορικές καταχτήσεις των σοβιετικών λαών, να υπερασπίσεις την επανάσταση, να υπερασπίσεις την υπόθεση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού. Αυτό είναι σήμερα πρώτιστο καθήκον για όλους τους επαναστάτες, για όλους τους πραγματικούς μαρξιστές - λενινιστές.
Όπως οι ηγέτες της Δεύτερης Διεθνούς Μπερνστάϊν και Καούτσκι άρχισαν την προδοσία τους απορρίπτοντας τον Μαρξ και τον Ένγκελς, όπως οι τροτσκιστές, οι μπουχαρινικοί και ζηνοβιεφικοί άρχισαν την προδοσία τους απορρίπτοντας το Λένιν, έτσι και η ομάδα του Ν. Χρουστσιόφ και οι οπαδοί της άρχισαν την προδοσία τους απορρίπτοντας το Στάλιν. Η ιστορία επαναλαβαίνεται, μα οι σημερινοί ρεβιζιονιστές δεν πρέπει να λησμονούν ότι επαναλαβαίνονται όχι μόνο οι πράξεις, μα και οι συνέπειες τους. Αυτούς τους αναμένει η ίδια τύχη που είχαν και όλοι οι πρόδρομοί τους. Η ήττα τους αργά ή γρήγορα, είναι αναπόφευχτη: ο μαρξισμός - λενινισμός θα θριαμβεύσει ενάντια σ’ όλους τους εχθρούς και τους προδότες.