Σελίδες

Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2016

Ενβέρ Χότζα - ΝΑ ΔΙΑΦΥΛΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΑΣ ΙΣΧΥΡΗ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΝΑΙ ΒΑΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ -- 3 Γενάρη 1957


ΝΑ ΔΙΑΦΥΛΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΑΣ ΙΣΧΥΡΗ
ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΝΑΙ ΒΑΣΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

Από την έκθεση στην συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΕΑ “Για τις συνομιλίες που έγιναν στην Μόσχα ανάμεσα στην αντιπροσωπεία του ΚΕΑ και των ηγετών του ΚΚΣΕ”.i


3 Γενάρη 1957


Σε αυτή την συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου νομίζουμε ότι πρέπει να κάνουμε έκθεση για τα αποτελέσματα των συνομιλιών της αντιπροσωπείας μας με την ηγεσία του ΚΚΣΕ.
Πρώτα – πρώτα επιθυμώ να τονίσω ότι, όπου και αν πήγαμε, εκδηλώθηκε μεγάλη αγάπη και εμπιστοσύνη στο Κόμμα μας.
Η υποδοχή μας άρχισε στην Οδησσό όπου συναντήσαμε και είχαμε κατά διαστήματα συζητήσεις με εκείνους που ήρθαν να μας καλωσορίσουν. Αλλά φυσικά, αυτό που είναι σημαντικό είναι οι συνομιλίες που είχαμε με τους συντρόφους του Προεδρείου της ΚΕ του ΚΚΣΕ στις οποίες εκθέσαμε τις απόψεις του Κόμματός μας διεξοδικά και λεπτομερειακά, σύμφωνα με τις οδηγίες Πολιτικού Γραφείου μας.
Από την αρχή ακόμα της συζήτησής μας με τους Σοβιετικούς ηγέτες τους ζητήσαμε, μέσα στα πλαίσια της δυνατότητας, να μας εξηγήσουν την διεθνή κατάσταση η οποία προέκυψε πρόσφατα. Ιδιαίτερα, τους είπαμε ότι θέλαμε να συζητήσουμε τρία ζητήματα, ονομαστικά, τα ζητήματα της Γιουγκοσλαβίας, της Ουγγαρίας και της Πολωνίας. Όπως συμφωνήσαμε στο Γραφείο, διατυπώσαμε τις απόψεις του ΚΕΑ για αυτά τα ζητήματα, για το πως τα ερμηνεύει αυτά, τι στάση κράτησε και τι στάση σκοπεύει να κρατήσει για αυτά στο μέλλον. Τονίσαμε ότι είχαμε επίσης και προτάσεις για αυτά τα ζητήματα.
Πριν μπούμε στην ουσία των ζητημάτων για τα οποία πήγαμε στην Μόσχα, είπαμε στους Σοβιετικούς ηγέτες γιατί θέλουμε εξηγήσεις από αυτούς. Τονίσαμε τι είναι η ΕΣΣΔ για τον λαό μας και το Κόμμα μας και ότι στενοχωριόμαστε που δεν έχουμε ίδιες απόψεις με τις δικές τους σε ορισμένα ζητήματα αρχής. Αλλά δεν μπορούσαμε να σιωπούμε, χωρίς να εκφράζουμε τις απόψεις μας. Δεν φοβόμασταν να δείχνουμε στους κοινούς μας εχθρούς εκείνη την δίκαιη και ειλικρινή θέση του Κόμματός μας προς το ΚΚΣΕ και την ΕΣΣΔ.
Εκφράζοντας την αγάπη που ο λαός μας και το Κόμμα μας τρέφει για την Σοβιετική Ένωση, τους είπαμε ότι στις συνομιλίες μας με αυτούς θα μιλούσαμε σαν σύντροφοι, σαν Μαρξιστές, σαν διεθνιστές, χωρίς διπλωματικές κοσμιότητες, και τονίσαμε ότι έτσι, όσοι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους Μαρξιστές – Λενινιστές, πρέπει να αντιμετωπίζουν την Σοβιετική Ένωση. Νομίζουμε ότι όποιος προσπαθεί να κρύψει την αγάπη του για την Σοβιετική Ένωση, από φόβο ότι οι ιμπεριαλιστές μπορεί να τον κατηγορήσει ότι είναι δορυφόρος της, είναι λάθος, επειδή είναι το ίδιο για τους ιμπεριαλιστές είτε εκφράζεις τις απόψεις σου ανοιχτά είτε πλαγίως υπέρ της ΕΣΣΔ – αυτοί ωστόσο θα σε κατηγορούν ότι “εξαρτάσαι από την Σοβιετική Ένωση”. Ορισμένοι, που φοβούνται ότι μπορεί να κατηγορηθούν ως εξαρτώμενοι από την Σοβιετική Ένωση και δεν μιλούν ειλικρινά για αυτό το ζήτημα, το κάνουν για να κρύψουν τον αντιμαρξισμό τους, όχι τον διεθνισμό τους. Οπότε, είναι χειρότερο αν κάποιου η πραγματική του στάση κρύβεται επειδή αυτή η σταση προκαλεί μεγαλύτερη ζημιά.
Νομίζουμε ότι πάντα, αλλά ιδιαίτερα τώρα, η ΕΣΣΔ πρέπει να προστατευτεί από όλους και με όλες τις δυνάμεις τους. Το λέμε αυτό, όχι επειδή η ΕΣΣΔ είναι αδύναμη και επειδή έχουμε ανάγκη την βοήθειά της, αλλά επειδή, σε αυτή την κατάσταση, η αμοιβαία βοήθεια είναι τόσο ουσιαστική όσο ποτέ, οπότε νομίζουμε ότι αυτό είναι ένα κρίσιμο κύριο ζήτημα. Όταν υπερασπίζουμε την ΕΣΣΔ, θεωρούμε ότι έχουμε υπερασπίσει το Κόμμα μας και τον λαό μας, έχουμε υπερασπίσει τον Μαρξισμό – Λενινισμό, τον σοσιαλισμό. Κατά συνέπεια, τονίσαμε ότι θα ανοίγαμε τις καρδιές μας στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης και θα μιλούσαμε με ειλικρίνεια για οτιδήποτε, γιατί σε ποιον άλλον μπορούσαμε να μιλήσουμε για τις στεναχώριες μας και τις δυσκολίες μας, για τις απόψεις μας, σωστές ή λάθος, ευχάριστες ή δυσάρεστες, επειδή αυτά τα ζητήματα που συνέβαιναν ήταν ιδιαίτερης σημασίας για το Κόμμα μας και την χώρα μας. Το λέμε αυτό, όχι επειδή η χώρα μας παίζει κανένα μεγάλο ρόλο στα διεθνή ζητήματα, επειδή είναι μικρή, αλλά πρέπει να παίρνουμε υπόψη την θέση της Αλβανίας, η οποία είναι πολύ λεπτή. Άρα, όταν το Κόμμα μας κρατά αυτές τις στάσεις και εάν κάνουμε λάθος, πρέπει να μας ειπωθεί ανοιχτά και να πειστούμε για το γιατί.
Αυτά είπαμε, και μπήκαμε στο θέμα των συνομιλιών.
Είπαμε στους Σοβιετικούς ηγέτες ότι το Κόμμα μας και ο λαός μας ενδιαφέρονται για όλα τα ζητήματα του στρατοπέδου μας. Ενδιαφερόμαστε επίσης για τα άλλα γεγονότα που συμβαίνουν στον κόσμο, αλλά θέλουμε περισσότερο να μιλήσουμε για ζητήματα που αφορούν ορισμένες χώρες του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με το Σύμφωνο της Βαρσοβίας.
Φυσικά, η χώρα μας παίζει μικρό ρόλο στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας, όμως, ως μέλη αυτού του Συμφώνου δικαιούμαστε να πούμε πως νομίζουμε αναγκαίο ότι πρέπει να πληροφορούμαστε για το κάθε τι. Το λέμε αυτό επειδή θέλουμε να γνωρίζουμε πως συνέβη και δεν πληροφορηθήκαμε καθόλου για αυτά τα γεγονότα πουβσυνέβησαν στην Ουγγαρία και αλλού, όταν είναι σημαντικού διεθνούς χαρακτήρα και έχουν σχέση με το σοσιαλιστικό μας στρατόπεδο. Λέμε ότι κρατηθήκαμε σε απομόνωση και χωρίς πληροφορίες. Η πολύ μικρή πληροφόρηση που μας δόθηκε δεν είναι τίποτα παραπάνω από τα τηλεγραφήματα που αντάλλαξαν οι Σοβιετικοί με τον Τίτο. Είμαστε της γνώμης ότι δε θάταν λάθος να είχαμε και εμείς επίσης καλύτερη πληροφόρηση.
Λέγοντας αυτά, εκφράσαμε επίσης και την άποψη ότι υπό τέτοιες συνθήκες έπρεπε να είχε συγκληθεί η Συμβουλευτική Πολιτική Επιτροπή του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Το λέμε αυτό επειδή όλες αυτές οι πολιτικές στάσεις και τα μέτρα που πάρθηκαν υπό τέτοιες κρίσιμες και πολύπλοκες συνθήκες δεν φαίνονται σε μας να είναι συνεπή, και θάταν καλύτερα να γίνονταν διαβουλεύσεις. Αν έγιναν τέτοιες διαβουλεύσεις ανάμεσα στην Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης και στα άλλα κόμματα, ενώ το Κόμμα μας εξαιρέθηκε, αυτό δεν είναι καθόλου σωστό και θα το αποκαλέσουμε λάθοςii. Στηρίζουμε αυτόν τον ισχυρισμό στα λόγια του Σεπίλοφ που είπε ότι αυτά τα ζητήματα συζητήθηκαν σε συνόδους και διαβουλεύσεις.
Το Κόμμα μας είναι της γνώμης ότι στις παρούσες συνθήκες επιβάλλεται να έχουμε όλοι την ίδια θέση, αλλιώς μπορεί να γίνουν λάθη, επειδή μερικοί μπορεί να προχωρούν βιαστικά, άλλοι μπορεί να είναι πιο συγκρατημένοι και ακόμα άλλοι μπορεί να μην κάνουν καμιά κίνηση καθόλου. Εάν δεν συμβουλευτούμε ο ένας τον άλλο για την κοινή στάση που πρέπει να κρατήσουμε, ο εχθρός θα μπορούσε να σκεφτεί ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ μας, και η πραγματικότητα δεν παρουσιάζεται όπως πρέπει να είναι, ότι είμαστε ισχυροί και ενωμένοι, με ταυτόσημες απόψεις, πράγμα που μας ενώνει ακόμα περισσότερο και μας κάνει ακόμα πιο ισχυρούς. Επομένως, γιατί δεν πρέπει να δείχνουμε την δύναμή μας, γιατί δεν πρέπει να βγαίνουμε προς τα έξω με ταυτόσημες απόψεις, γιατί δεν πρέπει να συμβουλευόμαστε ο ένας τον άλλον;
Σε σχέση με αυτά τα γεγονότα τους είπαμε: “Επιτρέψτε μας να εκφράσουμε τις απόψεις του Κόμματός μας. Θέλουμε να αρχίσουμε την συζήτησή μας με το Γιουγκοσλάβικο ζήτημα, επειδή είναι μεγάλης σπουδαιότητας για τον σοσιαλισμό, για την ενότητα του στρατοπέδου μας και ιδιαίτερα για τις δυο μας χώρες”.
Τονίσαμε λεπτομερειακά στην Σοβιετική ηγεσία τις σχέσεις του Κόμματός μας και του λαού μας με την Γιουγκοσλαβία. Αλλά τους ζητήσαμε: “Ζητούμε την υπομονή σας ενώ θα εξετάσουμε αυτά τα ζητήματα πάλι. Αυτά που σκοπεύουμε να πούμε είναι καλά θεμελιωμένα, πραγματικά, τεκμηριωμένα και δεν υπαγορεύονται από πάθος, όπως μπορεί να σκεφτούν κάποιοι. Δεν είναι υποκειμενικές απόψεις, ή ζητήματα τοπικού χαρακτήρα, αλλά πολύ πολύπλοκα ζητήματα αρχής που νομίζουμε αφορούν το σοσιαλιστικό στρατόπεδο”.
Μιλήσαμε στους Σοβιετικούς συντρόφους για την οργάνωση φράξιας, που ήταν το αποτέλεσμα της δουλειάς του Βέλιμιρ Στόϊνιτς, Κότσι Τζότζε και άλλων, για την ευθύνη των Τιτοϊκών στην αυτοκτονία του Νάκο Σπίρου, για την δίωξη των συντρόφων στην 8η Ολομέλεια, για την εξάλειψη άλλων συντρόφων της ηγεσίας φυλάσσοντας μυστικά αρχεία εις βάρος τους, το στόχο τους που ήταν να μετατρέψουν την Αλβανία σε αποικία τους, για τα σαμποτάζ στις πετρελαιοπηγές, στην γεωργία και το εμπόριο, αποκαλύψαμε σε αυτούς την αληθινή φύση των Αλβανο – Γιουγκοσλαβικών κοινών εταιριών, τις προθέσεις των Γιουγκοσλάβων στο σχεδιασμό, στην νομισματική ισοτιμία, στην απομάκρυνση των τελωνιακών φραγμών, στην απαγόρευση να διατηρούμε σχέσεις με άλλες χώρες εκτός από την Γιουγκοσλαβία· τους είπαμε πως αντέδρασαν οι Γιουγκοσλάβοι εναντίον μας όταν συνάψαμε ένα σύμφωνο με την ΕΣΣΔ και την Βουλγαρία κοκ. Έπειτα αναφέραμε σε αυτούς ότι όλα αυτά είχαν σαν στόχο την προσάρτηση της Αλβανίας στην Γιουγκοσλαβία, και τους δείξαμε το έγγραφο του Μπόρις Κίντριτς που μιλά για την θεώρηση της Αλβανίας ως “7η Δημοκρατία”.
Έπειτα μιλήσαμε για τις στρατιωτικά μας σύμφωνα, για τους στόχους των Γιουγκοσλάβων να εξαλείψουν την χώρα μας μέσω της κοινής διοίκησης, στρατευμάτων, την εφαρμογή των Γιουγκοσλάβικων στρατιωτικών κανόνων και κανονισμών στο στρατό μας, μέσω καμπάνιας εναντίον μου, του Μεχμέτ Σιέχου και του Ίσνι Κάπο, μέσω της ανάπτυξης Γιουγκοσλάβικων μεραρχιών στην Αλβανία για να καταργήσουν το Κόμμα και την ανεξαρτησία της χώρας μας. Και αυτό αργότερα επιβεβαιώθηκε: η επίθεση ενάντια στην Αλβανία πραγματοποιήθηκε από τις προβοκάτσιες των Ελλήνων μοναρχοφασιστών τον Αύγουστο του 1949. Ο στρατός μας αντιμετώπισε αυτή την επίθεση ηρωικά.
Νομίζουμε ότι ο στόχος αυτής της Γιουγκοσλάβικης προετοιμασίας δεν ήταν μόνο ο αφανισμός της χώρας μας αλλά και η εξαπόλυση μια μεγάλης προβοκάτσιας διεθνούς χαρακτήρα. Αυτό επιβεβαιώνεται από το ότι οι Γιουγκοσλάβοι και η Ελληνική κυβέρνηση υπέγραψαν συμφωνία που έσκαβε τον τάφο του δημοκρατικού στρατού. Έτσι, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια μεγάλη διεθνή μηχανορραφία.
Συνδέουμε επίσης αυτά τα θέματα με τα λόγια του Γκόσνιακiii που παραδέχτηκε με τα ίδια του τα λόγια ότι οι Γιουγκοσλάβοι συγκέντρωσαν στρατό στα σύνορα με την Ουγγαρία με σκοπό να επέμβουν· είπαμε στους Σοβιετικούς συντρόφους ότι το Κόμμα μας τους θεωρεί μεγάλους προβοκάτορες σε διεθνές επίπεδο, επειδή μια πράξη αυτού του είδους σήμαινε πόλεμο αφού θα παραβίαζε το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και αναγκαστικά θα εμπλεκόμασταν σε πόλεμο μαζί τους για την επέμβαση τους στην Ουγγαρία.
Το Κόμμα μας είναι της γνώμης ότι η στάση μας και τα μετρά που πήραμε σε σχέση με αυτό το ζήτημα ήταν σωστά και ότι έπρεπε να προφυλαχτεί, επειδή, αφού προετοιμάζονταν για τέτοια προβοκάτσια διεθνούς επιπέδου, ίδια προβοκάτσια μπορούσε να επαναληφθεί ενάντια στην χώρα μας και εκτός από αυτό, η Τιτοϊκή κλίκα φιλοξενεί αριθμό Αλβανών φασιστών στην Γιουγκοσλαβία. Δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο οι Γιουγκοσλάβοι μπορεί μια μέρα να βάλουν αυτούς τους προδότες λαθραία μέσα στη χώρα μας και μετά να επέμβει ο Γιουγκοσλάβικος στρατός με πρόσχημα να σώσει τον σοσιαλισμό στην Αλβανία.
Ο Γκόσνιακ ζητά εξοπλισμούς από την Σοβιετική Ένωση. Είμαστε της γνώμης ότι δεν πρέπει οι Γιουγκοσλάβοι να προμηθευτούν κανένα εξοπλισμό, γιατί θάταν πράγματι τραγικό να βλέπουμε τον Αλβανικό λαό να σκοτώνεται από Σοβιετικής κατασκευής τανκς και αεροπλάνα. Η Γιουγκοσλαβία ζητά όπλα να υπερασπίσει τον εαυτό της, αλλά από ποιον; Γνωρίζουν ότι το στρατόπεδό μας δεν θα τους επιτεθεί. Πρέπει να φοβούνται τις καπιταλιστικές χώρες. Τότε, αν συμβαίνει αυτό, ας ξεκόψουν τις σχέσεις τους πλέρια με αυτές και το στρατόπεδό μας θα τους προμηθεύσει όπλα. Αλλά το Κόμμα μας είναι της γνώμης ότι αυτοί θέλουν αυτά τα όπλα για να τα χρησιμοποιήσουν εναντίον μας, επειδή ο Τίτο είναι σε συμμαχία με τους ιμπεριαλιστές μέσω του λεγόμενου Βαλκανικού Συμφώνου. Αγωνίζεται ενάντια σε όλα τα κόμματά μας, με το ΚΚΣΕ, με το Κόμμα μας, ήταν και συνεχίζει να είναι ενάντια σε όλα τα κομμουνιστικά κόμματα. Αυτά τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η Τιτοϊκή κλίκα συνδέεται με τους ιμπεριαλιστές και όλες αυτές οι στάσεις είναι μπλόφα, ένας τρόπος να κερδίσει χρόνο.
Τους είπαμε γιατί υποστηρίζουμε πλέρια την Απόφαση του Πληροφοριακού Γραφείου, γιατί έχουμε την άποψη ότι είναι απόλυτα σωστά όλα όσα λέγονταν σε αυτήν την Απόφαση για την Γιουγκοσλαβία· για μας τα ζητήματα που θίγονταν στην Απόφαση ήταν σωστά θεμελιωμένα, εμείς γευτήκαμε την πλήρη δράση τους σε βάρος μας.
Όμως, τους είπαμε ότι είμαστε υπέρ της βελτίωσης των σχέσεών μας με την Γιουγκοσλαβία, αλλά μόνο σύμφωνα με την Μαρξιστική – Λενινιστική γραμμή. Το Κόμμα μας, όμως, είναι της γνώμης ότι έγιναν λάθη αρχής σε σχέση με αυτό. Αντί να κάνουν αυτοκριτική για τα σοβαρά τους λάθη, οι Γιουγκοσλάβοι προχωρούν στον ίδιο λανθασμένο δρόμο και γίνονται παραχωρήσεις σε αυτούς.
Αλλά τι συνέβη κάνοντας αυτές τις παραχωρήσεις; Έγιναν ακόμα πιο αλαζονικοί, δίνοντας την λανθασμένη εντύπωση ότι δεν έκαναν λάθη iv. Απλώσαμε τα χέρια μας με ειλικρίνεια στους Γιουγκοσλάβους, αλλά σε όλη την διάρκεια αυτής της περιόδου συνέχισαν να μας προσβάλλουν και να μας δυσφημούν. Έγραψαν αμέτρητα άρθρα και εξέδωσαν γελοιογραφίες εναντίον μας και συνεχίζουν να προσπαθούν να μπάσουν στην Αλβανία τους πράκτορές τους όπως πριν. Τα κάνουν όλα αυτά, εκμεταλλευόμενοι το δρόμο της συμφιλίωσης που ακολουθείται με αυτούς .
Στη πορεία της συζήτησής μας, τους εξηγήσαμε πως η Γιουγκοσλάβικη ηγεσία εκμεταλλεύτηκε το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ και το ζήτημα της προσωπολατρίας του Στάλιν. Μιλήσαμε για το 3ο Συνέδριο του Κόμματός μας όπου το Γιουγκοσλάβικο ζήτημα τέθηκε σύμφωνα με την συμβουλή της Σοβιετικής ηγεσίας, φυσικά χωρίς την αποδοχή της αποκατάστασης του Κότσι Τζότζε ή των Γιουγκοσλάβικων ενεργειών εναντίον μας, αλλά δεχόμενοι την βελτίωση των σχέσεων σε κρατικό επίπεδο. Στο θέμα αυτό δείξαμε υπομονή και ψυχραιμία. Εκτός αυτού οι Γιουγκοσλάβοι συνέχισαν και οργάνωσαν συνωμοσίες ενάντια στο κράτος μας και το Κόμμα μας. Συνεπώς, έχουν τους ίδιους σκοπούς όπως κάποτε είχαν πριν το 1948 για την Αλβανία. Σε αυτή την περίπτωση, αναφέραμε σύντομα την Κομματική συνδιάσκεψη της πόλης των Τιράνων, όπως επίσης την ομάδα πρακτόρων, Ντάλι Ντρέου, Λίρι Γκέκα και Πέτρο Μπουλάτι, την ομιλία του Τίτο στην Πούλα, τις επιθέσεις του Βέντιτςv και τι έκαναν οι Γιουγκοσλάβοι μετά από αυτές τις επιθέσεις. Για αυτά τα ζητήματα πήραμε μέτρα, είπαμε στους Σοβιετικούς συντρόφους. Απαντήσαμε στον Τίτο. Κατά την γνώμη μας, η απάντηση που του στείλαμε ήταν αρκετά σκληρή, αλλά ήταν σωστή. Άξιζαν τέτοια απάντηση για όλα όσα μας έκαναν.
Έπειτα εξηγήσαμε ποια είναι η στάση του Κόμματός μας και του λαού μας κάτω από αυτές τις δύσκολες συνθήκες. Όταν μιλήσαμε στον λαό μας με ειλικρίνεια για την αντι-μαρξιστική στάση που κράτησαν οι Γιουγκοσλάβοι ηγέτες, ήταν σε πλήρη αλληλεγγύη με το Κόμμα μας και ενώθηκαν στενά γύρω του. Οι πρόσφατες εκλογές για τα Λαϊκά Συμβούλια είναι παράδειγμα αυτής της ενότητας. Αποτέλεσαν παραπέρα ένδειξη των στενών δεσμών που υπάρχουν ανάμεσα στο Κόμμα μας και τον λαό μας, πως ενωμένος τσάκισε τις αντι-Μαρξιστικές μηχανορραφίες των Γιουγκοσλάβων. Ήταν οι πρώτες εκλογές που έγιναν με ψηφοδέλτια.
Μιλήσαμε επίσης στους Σοβιετικούς ηγέτες για το ζήτημα της Κοσόβας. Τους είπαμε ότι ο Αλβανικός πληθυσμός στην Γιουγκοσλαβία είναι πολύ μεγάλος. Σε σχέση με αυτό το ζήτημα, το Κόμμα μας κράτησε διεθνιστική στάση με υπομονή και ψυχραιμία, επειδή οι Γιουγκοσλάβικη ηγεσία, που είναι αντι-Μαρξιστική, εθνικιστική και σωβινιστική, ακολουθεί προς τους Αλβανούς της Κοσόβας πολιτική χειρότερη ακόμα και από αυτή που ακολουθούσαν οι Σέρβοι μονάρχες. Τους δείξαμε πόσο κτηνώδεις και αιμοδιψείς ήταν οι Γιουγκοσλάβοι στην Κοσόβα. Δολοφόνησαν χιλιάδες Κοσοβάρους Αλβανούς, ακόμα και μέσα από τα σύνορά μας, χαρακτηρίζοντάς τους Μπαλίστες. Εάν δεν πήγαινε ο Εθνικός Απελευθερωτικός Στράτος μας στην Γιουγκοσλαβία το 1944, θα γινόταν ακόμα πιο μεγάλη αιματοχυσία εκεί, αλλά οι μεραρχίες μας εμπόδισαν να γίνει κάτι τέτοιο. Αυτή την πολιτική εξολόθρευσης την λέμε γενοκτονία. Οι Αλβανοί της Κοσόβας δεν δολοφονήθηκαν μόνο, φυλακίστηκαν ή σκόρπησαν σε άλλες περιοχές της Γιουγκοσλαβίας, αλλά η κλίκα του Τίτο διαπράττει άλλα τερατώδη εγκλήματα εναντίον τους, διώχνοντάς τους στην Τουρκιά, πράγμα που ούτε ακόμα και ο Τσαλδάρης δεν έκανε, επειδή όταν οι Έλληνες καταδίωξαν τους Αλβανούς της Τσαμουριάς το 1945, τους οδήγησαν κατα μήκος των συνόρων μας, όπου οι Γιουγκοσλάβοι τους έδιωξαν μακριά από την πατρίδα τους. Σε σχέση με αυτό το ζήτημα, είπαμε στους Σοβιετικούς ηγέτες ότι κρατήσαμε σωστή στάση και το τονίσαμε ότι αυτό ήταν πολύ σοβαρό ζήτημα και πρέπει να σταματήσει.
Προς το τέλος της ομιλίας μας για το Γιουγκοσλάβικο ζήτημα τελειώνοντας τους είπαμε ότι, σύμφωνα με στοιχεία, το Κόμμα μας ήταν της γνώμης ότι τον Τίτο και την κλίκα του δεν πρέπει τους εμπιστευόμαστε καθόλου, επειδή είναι αντι-Μαρξιστές, Τροτσκιστές και αντι-Λενινιστές. Ήθελαν να εξαλείψουν τον σοσιαλισμό και το στρατόπεδό μας, ήθελαν να υπονομεύσουν την ενότητα της διεθνούς εργατικής τάξης προς το συμφέρον του ιμπεριαλισμού.
Μέτα αυτό το κλείσιμο, τονίσαμε την στάση μας προς την Γιουγκοσλαβία λέγοντας: “Δεν θα διακάψουμε τις σχέσεις μας, αλλά θα προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε τις κρατικές και εμπορικές σχέσεις μέσα στις σωστές Μαρξιστικές – Λενινιστικές γραμμές. Όμως, σε καμιά περίπτωση δεν θα έχουμε κομματικούς δεσμούς με αυτούς, γιατί δεν είναι κομμουνιστές. Θα προστατευτούμε ενάντια στις προβοκάτσιες τους, διατηρώντας την ψυχραιμία μας· θα υπερασπίσουμε το Κόμμα μας και την χώρα μας και θα παλέψουμε ενάντια σε οποιεσδήποτε προσπάθειες της Τιτοϊκής κλίκας να αποδυναμώσουν την κατάσταση στη χώρα μας και θα απαντήσουμε σε κάθε πρόκληση που θα κάνουν εναντίον μας μέσω του τύπου.”
Τώρα θα σας δώσω μερικές πληροφορίες για το τι συζητήσαμε σε σχέση με το Ουγγρικό ζήτημα.
Τους είπαμε ότι αυτό το ζήτημα μας προκάλεσε μεγάλη ανησυχία επειδή η Ουγγαρία ήταν φίλη σύμμαχος χώρα, και ότι εκτός από άλλους λόγους, η Γιουγκοσλαβία φέρνει μεγάλο μέρος της ευθύνης για την οργάνωση της αντεπανάστασης στην Ουγγαρία. Τους είπαμε επίσης τις εντυπώσεις που είχαμε για το Ουγγρικό Κόμμα Εργασίας, το οποίο τονίσαμε και στους συντρόφους της Κεντρικής Επιτροπής του Ουγγρικού Κόμματος. Τονίσαμε ότι αποκοπήκαμε πλέρια από την πληροφόρηση για τα γεγονότα που συνέβησαν στην Ουγγαρία.
Μετά μιλήσαμε για τον Σοβιετικό Στρατό. Συμφωνούμε ότι ο Σοβιετικός Στρατός έπρεπε να επέμβει στην Ουγγαρία και ότι θάταν καλύτερα να είχε γίνει αυτό νωρίτερα. Έπειτα τους είπαμε τι νομίζουμε για το Ουγγρικό ζήτημα, για τον Ράκοσι και τον Γκέρο, αλλά τονίζοντας ότι υπήρχαν πολλά που δεν γνωρίζαμε, ότι δεν ήμασταν επαρκώς πληροφορημένοι για να κρίνουμε σε τι βαθμό ήταν υπεύθυνοι. Αλλά είπαμε ότι μας ήταν απίστευτο που ο Καντάρ αποκάλεσε τον Ράκοσι και τον Γκέρο κλίκα εγκληματιών όταν γνωρίζαμε ότι αυτοί δεν ήταν κάτι τέτοιο, αλλά ήταν διεθνιστές, αφοσιωμένοι στην Σοβιετική Ένωση και τον κομμουνισμό. Δεν γνωρίζαμε εάν έκαναν λάθη στο βαθμό που πρέπει να θεωρούνταν εγκληματίες. Από την άλλη, δεν γνωρίζαμε ότι, από οικονομικής σκοπιάς, η Ουγγαρία βρίσκονταν σε σοβαρή κατάσταση (και οι Σοβιετικοί ηγέτες παραδέχτηκαν ότι η οικονομική κατάσταση στην Ουγγαρία δεν ήταν άσχημη).
Δεν συμφωνούμε με την ανάλυση του Τίτο για το Ουγγρικό ζήτημα, επειδή νομίζουμε ότι οι Γιουγκοσλάβοι συμμετείχαν στην οργάνωση της αντεπανάστασης. Πως άρχισαν αυτήν την αντεπαναστατική δουλειά; Με βάση την δικιά μας πείρα, νομίζουμε ότι πρώτα – πρώτα, οι Γιουγκοσλάβοι προσπάθησαν να δυσφημίσουν τον Ράκοσι για να δυσφημήσουν την πολιτική και οικονομική γραμμή του, όπως επίσης, μαζί με αυτόν, και το σύστημα της λαϊκής δημοκρατίας στην Ουγγαρία, να αποσπάσουν την Ουγγαρία από το στρατόπεδό μας, από την Σοβιετική Ένωση και να την θέσουν σε δήθεν ουδέτερες θέσεις καταρχάς, και τελικά, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, να την προσδέσουν στον ιμπεριαλισμό. Όλα αυτά στόχευαν να βάλουν την Ουγγαρία και άλλες χώρες στον Γιουγκοσλάβικο δρόμο, έτσι ώστε η Γιουγκοσλαβία να γίνονταν ο ηγέτης αυτών των χωρών που θα γίνονταν η σιταποθήκη της Γιουγκοσλαβίας, όπως ακριβώς στόχευαν να κάνουν με την Αλβανία. Οπότε, η τακτική των Γιουγκοσλάβων δεν άλλαξε και πρέπει να θεωρηθεί σαν εχθρική ενέργεια από την μεριά τους η υπονόμευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου. Τους είπαμε ότι εκείνα τα πράγματα δεν μπορεί να συνέβησαν τυχαία, αλλά ήταν καλά προετοιμασμένα και οργανωμένα από τα πριν.
Τους είπαμε επίσης το τι σκεφτόμασταν για τον Καντάρ και την κυβέρνησή του. Η στάση μας προς αυτόν ήταν προσεκτική. Μιλήσαμε σταράτα για την κυβέρνησή του, αλλά αν έδινε αποδείξεις, θα βλέπαμε τι θα κάναμε, και μπορεί να αλλάζαμε την στάση μας προς αυτήν. Τους είπαμε επίσης ποια ήταν η στάση μας προς τον Ίμρε Νάγκι, προς το Σύμφωνο της Βαρσοβίας κλπ.
Μετά την Ουγγαρία μιλήσαμε για το Πολωνικό ζήτημα. Τους είπαμε ότι, ως μη καλά πληροφορημένοι για την κατάσταση εκεί και λόγω έλλειψης πληροφόρησης, κρατήσαμε πολύ επιφυλακτική στάση προς την Πολωνία. Στην διάρκεια του περασμένου Οκτώβρη λάβαμε μόνο ένα τηλεγράφημα και ένα ανακοινωθέν για την πολύπλοκη κατάσταση που προέκυψε στην Πολωνία. Έπειτα είπαμε για τις εντυπώσεις μας από την σύνοδο του Οικονομικού Συμβουλίου, από την ομιλία του Τσιράνκιεβιτς. Ρωτήσαμε τους Σοβιετικούς συντρόφους: “Πως είναι δυνατόν για μια ηγεσία να είναι Μαρξιστικοί – Λενινιστική όταν έρχεται στην εξουσία μέσω ενός αντισοσιαλιστικού, φιλοιμπεριαλιστικού κινήματος με συνθήματα ενάντια στην Σοβιετική Ένωση, όπως έκανε η Πολωνική ηγεσία με επικεφαλής τον Γκομούλκα; Αυτό μας φαίνεται απίστευτο. Ας δούμε ποιος είναι ο Γκομούλκα. Γνωρίζουμε ότι έκανε όλα εκείνα τα λάθη για τα οποία φυλακίστηκε.” Τους παρακαλέσαμε να μας πουν πως ήρθαν τα πράγματα έτσι, επειδή δεν λάβαμε κανένα νέο για αυτά. Τους είπαμε ότι στη Πολωνία άνοιξαν πλατιά οι πόρτες των φυλακών, ελευθερώθηκαν οι εγκληματίες, δόθηκε ελευθερία δράσης στην Πολωνική Εκκλησία, η θρησκεία διδάσκεται στα σχολεία την στιγμή που δεν διδάσκονταν ακόμα και σε πολλά αστικά κράτη. Μιλήσαμε για τις αντισοσιαλιστικές τάσεις στην Πολωνία, κλπ. Στο τέλος τους είπαμε ξανά ποιος ήταν ο Γκομούλκα, από όσα γνωρίζαμε, και που πήγαινε η Πολωνία και ότι υποπτευόμασταν ότι έπαιρνε το δρόμο του Τίτο.
Οι Σοβιετικοί σύντροφοι τα άκουγαν όλα αυτά με πολύ προσοχή. Αφού μιλήσαμε, ακούσαμε τι είχαν να πουν, διακοπτοντάς τους όταν ήταν ανάγκη με τις ερωτήσεις μας ή για να επαναλάβουμε τις δικές μας απόψεις.
Μιλώντας ο Χρουτσόφ για τις σχέσεις μας με την Γιουγκοσλαβία, μας είπε να είμαστε προσεκτικοί και ψύχραιμοι. Απαντήσαμε ότι προσπαθήσαμε και συνεχίζουμε να προσπαθούμε να είμαστε ψύχραιμοι, άλλα δεν θα ανεχόμασταν την δράση των Τιτοϊκών πρακτόρων. Το είπαμε αυτό επειδή η κλίκα του ποτέ δεν σταμάτησε αυτού του είδους την δράση εναντίον μας. Όλοι οι πράκτορες των Γιουγκοσλάβων που έδρασαν ήθελαν να ξεφορτωθούν το Κόμμα μας και την λαϊκή μας εξουσία, ή τουλάχιστον σύμφωνα με αυτούς, να μας αναγκάσουν να πάρουμε σκληρά διοικητικά μέτρα βάζοντας στην φυλακή όσο είναι δυνατό περισσότερους έτσι ώστε να δημιουργούνταν μια ατμόσφαιρα έντασης στη χώρα μας. Αυτή ήταν τακτική που εφαρμόστηκε από τους Γιουγκοσλάβους.
Είχαμε και έχουμε στο νου μας, το ζήτημα των διοικητικών μέτρων και προσπαθούμε να κάνουμε την αναγκαία διαφοροποίηση, χρησιμοποιώντας πρώτα – πρώτα την πειθώ με το λαό μας και τα διοικητικά μετρά με τους εχθρούς όπως με τους Γιουγκοσλάβους πράκτορες.
Ας δούμε το ζήτημα των Dali Ndreu and Liri Gega. Με αυτούς τους δυο το φλιτζάνι ξεχείλισε και είπα στους Σοβιετικούς ηγέτες όλη τους την ιστορία. Ήταν πράκτορες του Τίτο αλλά απέτυχαν στην αποστολή τους, γιατί συνελήφθησαν στα σύνορα και δεν μπορούσαν να ξεφύγουν. Εάν είχαν περάσει στην Γιουγκοσλαβία, θα ήταν πολύ επικίνδυνο, επειδή ο Dali Ndreu ήταν και στρατηγός του στρατού μας και γνώριζε πολλά τα οποία θα μεγάλωναν τις δυνατότητες των Γιουγκοσλάβων να οργανώσουν μια επίθεση εναντίον μας. Οπότε, πως μπορούσαμε να μη πάρουμε μέτρα εναντίον τέτοιων πρακτόρων;
Επίσης καταπιαστήκαμε με τον Χρουτσόφ με τα οικονομικά ζητήματα, όπως τα συζητήσαμε στο Πολιτικό μας Γραφείο, όπως επίσης και το ζήτημα της κατάργησης του συστήματος των κουπονιώνvi και το ζήτημα της πίστωσης.
Ως αναφορά την Γιουγκοσλαβία, όταν μιλήσαμε με το Σουσλόφ, είπε: “Σε σχέση με την τελευταία στάση της ηγεσίας της Ένωσης Κομμουνιστών Γιουγκοσλαβίας, η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΣΕ ετοιμάζει να στείλει μια επιστολή σε αυτήν, η οποία, μετά την έγκριση του Προεδρείου της Κεντρικής Επιτροπής, θα σταλεί και σε σας, για πληροφόρηση”.
Έπειτα μας ρώτησαν για ένα έγγραφο που ένα μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας έδωσε δήθεν στους Γιουγκοσλάβους. Αυτή η λάθος πληροφορία τους δόθηκε από τον Τίτο, αλλά τους είπαμε ότι αυτό ήταν συκοφαντία και καθόλου αλήθεια. Οι Σοβιετικοί σύντροφοι έμειναν κατάπληκτοι για αυτό και είπαν: “Θα το επισημάνουμε στο γράμμα που θα στείλουμε στον Τίτο”.
Ανάμεσα στα άλλα ρωτήσαμε επίσης: “Γιατί ο Ράκοσι και ο Γκέρο αποκαλούνται κλίκα εγκληματιών και βοηθά αυτό την ενότητα όλων των Ούγγρων Κομμουνιστών;” Στην απάντησή του, ο Σουσλόφ είπε: “Τα λάθη του Ράκοσι και του Γκέρο δημιούργησαν σοβαρή κατάσταση στο Κόμμα και μέσα στον λαό στην Ουγγαρία. Αυτά τα λάθη ήταν τόσο σοβαρά που δημιούργησαν μεγάλη δυσαρέσκεια μέσα στο λαό και στους κομμουνιστές”.
Όμως, εφόσον αυτά τα λόγια δεν φαίνονταν πολύ πειστικέά, ζητήσαμε να μάθουμε συγκεκριμένα ποια ήταν τα λάθη του Ράκοσι και του Γκέρο. Ο Σουσλόφ απάντησε σε αυτό το ερώτημα, λέγοντας: “Δεν ήταν συνδεδεμένοι με τις μάζες, δεν γνώριζαν την κατάστασή τους, δεν εργάστηκαν συστηματικά για την σταθεροποίηση του Κόμματος και για την εφαρμογή όλων των των Λενινιστικών κανόνων. Παρά την συμβουλή που τους δώσαμε, έκαναν λάθη στο πεδίο της οικονομίας. Έπειτα, σε σχέση με το εθνικό ζήτημα, η αντίδραση έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αφύπνιση των σωβινιστικών αισθημάτων του λαού, επειδή υπάρχουν πολλοί Ούγγροι στην Ρουμανία, στην Γιουγκοσλαβία και στην Τσεχοσλοβακία και αυτό έκανε πιο εύκολη την σοβινιστική δουλειά των αντιδραστικών. Υπήρχαν επίσης μεγάλες αδυναμίες στην πολιτική και ιδεολογική διαπαιδαγώγηση όπως επίσης και σοβαρές παραβιάσεις της σοσιαλιστικής νομιμότητας”. Ζητήσαμε ξανά εάν ήταν δυνατόν να δώσουν ένα παράδειγμα. Τότε ο Σουσλόφ έδωσε τον Ράϊκ σαν “παράδειγμα”, λέγοντας: “Αποκαλέστηκε κατάσκοπος χωρίς έγγραφα που να το αποδεικνύουν”.
Έπειτα θέσαμε το άλλο ερώτημα: “Αυτά τα ζητήματα συζητήθηκαν με τον Ράκοσι, τον συμβούλεψαν για αυτά που μας λέτε;” Αυτοί απάντησαν: “Ο Ράκοσι ποτέ δεν δέχεται συμβουλή”.
Ένα άλλο θέμα που ρωτήσαμε ήταν αυτό: “Μπορείτε να μας πείτε τι είδους άνθρωπος είναι ο Καντάρ;” Αυτοί απάντησαν: “Ο Καντάρ είναι ο πιο θετικός άνθρωπος μέσα στους Ούγγρους συντρόφους. Δεν είναι άνθρωπος του Τίτο και έχει τώρα την υποστήριξη του Σοβιετικού στρατού, και βαθμιαία η κατάσταση θα σταθεροποιείται”. Έπειτα συμβούλεψαν να γράψουμε για αυτόν στον Αλβανικό τύπο, γιατί δεν γράψαμε κάτι για τον Καντάρ! Δεν δεχθήκαμε αυτή την ιδέα και τους είπαμε ότι δεν συμφωνούμε με αυτή την εκτίμηση του Καντάρ που συνδέονταν με τον προδότη Ίμρε Νάγκι. Από όσο μπορούσαμε να καταλάβουμε, η άποψή τους ήταν ότι ο Καντάρ έπρεπε να υποστηριχτεί επειδή, σύμφωνα με αυτούς, ο Τίτο ήταν ενάντια στην κυβέρνησή του.
Τελικά, στο θέμα της Ουγγαρίας οι Σοβιετικοί σύντροφοι μας είπαν: “Τα γεγονότα στην Ουγγαρία ήταν μεγάλη έκπληξη για μας. Το ζήτημα έπρεπε να λυθεί όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, ήταν αδύνατον να γίνουν διαβουλεύσεις με τα άλλα κόμματα.” Εδώ παρενέβην με την ερώτηση: “ Πως μπόρεσε να βρεθεί χρόνος για διαβούλευση με τον Τίτο; Δεν ήταν δυνατόν να βρείτε αρκετό χρόνο για να μας πληροφορήσετε;”. Είπαν: “Δεν συμβουλευτήκαμε τον Τίτο για τον Καντάρ. Του είπαμε μόνο ότι δεν υπήρχε περιθώριο για κυβέρνηση του Νάγκι”. Έπειτα τονίσαμε ότι στο γράμμα των Σοβιετικών ηγετών αναφέρετε ότι είχαν συνομιλίες με την Ουγγρική ηγεσία και τους ρωτήσαμε πως εξηγείται αυτό. Απάντησε ο Πονομαριόφ, λέγοντας: “Ναι, αυτό υπάρχει στο γράμμα,” και με αυτό έκλεισε το Ουγγρικό ζήτημα.
Παρόμοια, ως αναφορά την Πολωνία θέσαμε το ερώτημα: “Τι μπορείτε να μας πείτε για την ενέργεια του Γκομούλκα να απολήσει τόσο πολύ καλούς αξιωματικούς, φίλους της Σοβιετικής Ένωσης, οι οποίοι τέθηκαν υπό διωγμό;” Σε σχέση με αυτό, ο Σουσλόφ είπε: “Ο Γκομούλκα στηρίζεται σε ανθρώπους τους οποίους γνωρίζει και δεν πρόκειται να κατηγορήσουμε αυτόν για όλα όσα συνέβησαν. Ακόμα και πριν τον Γκομούλκα, όπως και τώρα υπήρχαν επιζήμια στοιχεία στην Πολωνία” (αναφερόμενος στους Τσιράνκιεβιτς, Μοράβσκι και Ζαμπρόφσκιvii.)
Όταν ρωτήσαμε πως μπορούν να εξηγηθούν οι αντισοβιετικές απόψεις και τα συνθήματα στην Πολωνία, ο Σουσλόφ μας είπε: “Αυτά συνέβησαν αυθόρμητα. Η κατάσταση ήταν πολύ οξυμένη και ο Γκομούλκα κάνει βήματα για την σταθεροποίησή της”. Ως παράδειγμα ανέφερε την αντικατάσταση των επιζήμιων στοιχείων στα ηγετικά όργανα του κόμματος με “παλιούς και αξιόπιστους συντρόφους,” για παράδειγμα, ο προηγούμενος πρώτος γραμματέας της Κομματικής Επιτροπής της πόλης της Βαρσοβίας ξανατοποθετήθηκε στη θέση του. Το ίδιο πράγμα έγινε και στα άλλα ηγετικά όργανα του κόμματος.
Μετά από αυτά κάναμε μια άλλη ερώτηση: “Πως πρέπει να κρίνουμε την δήλωση του Γκομούλκα για την Εκκλησιά και την γεωργία;” Ο Σουσλόφ απάντησε: “Ο Γκομούλκα ήρθε στην εξουσία όταν οι δυνάμεις της αντίδρασης είχαν κερδίσει θέσεις και η ηγεσία έχασε τον έλεγχο του τύπου. Αυτή η στάση που κρατήθηκε από τον Πολωνικό τύπο δεν ήταν έμπνευση του Γκομούλκα. Δεν συμφωνούμε με πολλά που συμβαίνουν εκεί, αλλά είναι γεγονός ότι ο Γκομούλκα κρατά σωστή στάσηviii, υπέρ του σοσιαλιστικού στρατοπέδου και προσπαθεί να προωθήσει την φιλία με την Σοβιετική Ένωση. Μας προσφέρει το χέρι του, άρα δεν πρέπει να τον σπρώξουμε προς στους Γιουγκοσλάβους, αλλά πρέπει να τον βοηθήσουμε να πάρει την εξουσία στα χέρια του. Όσο αναφορά την Εκκλησιά, αυτός είναι ελιγμός πριν τις εκλογές, κατά συνέπεια, αυτοί δίνουν δήθεν ελευθεριά στο σύνολο του ιερατείου.” Τους είπαμε ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν σωστό και μας φαινόταν πολύ επικίνδυνο.
Τελικά, ο Σουσλόφ μας είπε: “Είναι αλήθεια ότι δεν έχουμε έρθει στην Αλβανία, επειδή δεν υπάρχει στη χώρα σας κάποιο επείγον ζήτημα που δεν μπορεί να περιμένει, αλλά μη νομίζετε ότι σας ξεχάσαμε. Ο Χρουτσόφ και ο Μαλένκοφ πήγαν σε όλες τις λαϊκές δημοκρατίες και θα έρθει σίγουρα η στιγμή που θα επισκεφτούμε την χώρα σας”.
Θέλω να σας πω επίσης για ορισμένες παρατηρήσεις που κάναμε στους Σοβιετικούς συντρόφους σε σχέση με την λάθος στάση του Σοβιετικού Πρέσβη στα Τίρανα, Κρίλοφ.
Πρώτο, τους είπαμε ότι στην 39η Επέτειο της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης οργανώθηκε στα Τίρανα μια μαζική διαδήλωση από πενήντα με εξήντα χιλιάδες κόσμο. Το προσωπικό της Σοβιετικής Πρεσβείας πληροφορήθηκε εγκαίρως για αυτή την εκδήλωση. Αλλά τι συνέβη; Ο λαός που έλαβε μέρος σε αυτή την διαδήλωση περίμενε για πάνω από τριάντα λεπτά μπροστά από την Σοβιετική Πρεσβεία, αλλά κανένας από το προσωπικό της δεν βγήκε έξω. Ήταν έθιμο, σε τέτοιες περιπτώσεις, των προηγούμενων πρεσβευτών, όπως των Τσουβάκιν και Λεβίτσκιν, να εμφανίζονται στο μπαλκόνι της Πρεσβείας και να χαιρετούν τους διαδηλωτές, αλλά ο Κρίλοφ δεν έκανε κάτι τέτοιο. Ωστόσο, αντιπροσωπεία των μαζών πήγε στην Σοβιετική Πρεσβεία να εκφράσει τα χαιρετιστήριά της λόγω της περίστασης. Η αντιπροσωπεία είχε επικεφαλής τους γραμματείς της Κομματικής Επιτροπής των Τιράνων και άλλους συντρόφους. Ο Κρίλοφ παρίστανε τον άρρωστο και δεν βγήκε έξω μέχρι που οι διαδηλωτές είχαν φύγει.
Όταν ο Μεχμέτ Σιέχου ανάφερε αυτό το ζήτημα με συντροφικό τρόπο στον Κρίλοφ, ο τελευταίος είπε: “Δεν συμφωνώ με τέτοιες συγκεντρώσεις επειδή μπορεί να υπάρχουν εχθρικά στοιχεία ανάμεσα στο πλήθος.” Αλλά ο Μεχμέτ Σιέχου σωστά απάντησε ότι στις συγκεντρώσεις που είναι οργανωμένες από το Κόμμα μας τίποτα δεν μπορούσε να συμβεί, επειδή ήταν ο λαός που έπαιρνε μέρος στις εκδηλώσεις μας και δε υπήρχε χώρος εκεί για εχθρούς. Ακόμα, ο Πρέσβης επέμενε στις δικιά του λανθασμένη άποψη.
Δεύτερο, τονίσαμε μια άλλη στιγμή, που πιστεύω ότι οι σύντροφοι θα θυμούνται: Ακριβώς την ίδια μέρα που η Λαϊκή Βουλή επρόκειτο να συνεδριάσει και ήταν να μιλήσει ο Πρωθυπουργός, ο Κρίλοφ σχεδίασε να επισκεφτεί την Κορτς για να “δει την καμπάνια σποράς”. Αν και είχε ήδη ειδοποιηθεί, του το υπενθυμίσαμε ξανά, ζητώντας τον να τιμήσει με την παρούσα του τις εργασίες της Λαϊκής Βουλής. Αλλά τι απάντησε ο Κρίλοφ; Μας είπε: “Λοιπόν, τώρα που ο πρώτος γραμματέας αυτής της επαρχίας που είναι αντιπρόσωπος στην Λαϊκή Βουλή θα είναι στα Τίρανα, θα αναβάλω το ταξίδι μου στην Κορτς”. Αυτό σημαίνει ότι ανέβαλε το ταξίδι του επειδή ο πρώτος γραμματέας δεν θα βρίσκονταν στην Κορτς, όχι επειδή επρόκειτο να συνεδριάσει η Λαϊκή Βουλή.
Τρίτο, όταν έγινε μια επίσημη συνάντηση στο Λαϊκό Θέατρο για τον γιορτασμό της 29ης Νοεμβρίου, ο Κρίλοφ άφησε το θεωρείο που κρατήθηκε για τον εκπρόσωπο της ΕΣΣΔ και πήγε σε αυτό του Κινέζου Πρέσβη, καθήσμενος πίσω από αυτόν. Κανείς δεν είδε τον Σοβιετικό Πρεσβευτή, την στιγμή που όλοι οι ξένοι αντιπρόσωποι φάνηκαν παρόντες. Θεωρούμε επίσης αυτή τη στάση ως σοβαρό λάθος.
Την επόμενη μέρα παρευρεθήκαμε στο επίσημο γεύμα που οργανώθηκε από την Κεντρική Επιτροπή στην μνήμη της επετείου της απελευθέρωσης και, ως συνήθως παραχωρήσαμε την τιμητική θέση στον Σοβιετικό πρέσβη, σύμφωνα με την παράδοση που δημιουργήθηκε στη χώρα μας για τους εκπροσώπους του Σοβιετικού λαού. Παρ' όλα αυτά, ο Κρίλοφ κάθισε στο πιο απομακρυσμένο άκρο του τραπεζιού. Προσπαθήσαμε να τον βάλουμε να καθίσει στην κεφαλή και τελικά συμφώνησε, με την προϋπόθεση να πήγαινε μαζί του ο Πρύτανηςix του διπλωματικού σώματος. Του είπαμε πάλι ότι αυτή η θέση κρατήθηκε για τον Σοβιετικό Πρέσβη, ενώ ο Πρύτανης του διπλωματικού σώματος θα κάθονταν όπως όλοι οι άλλοι εκπρόσωποι του διπλωματικού σώματος. Ταλαιπωρηθήκαμε να τον πείσουμε να πάρει αυτή τη θέση, που την δέχτηκε απρόθυμα, παίρνοντας μαζί του και τον Πρύτανη του διπλωματικού σώματος. Το δείπνο προσφωνήθηκε από τους συντρόφους Χάτζι Λέσι και Μεχμέτ Σιέχου. Συνήθως ο Σοβιετικός Πρέσβης κάνει πρόποση στις τελετές μας, ενώ ο Κρίλοφ δεν έκανε καμιά πρόποση σε αυτό το δείπνο. Η πρόποση έγινε από τον Πρύτανη του διπλωματικού σώματος που είπε δυο λέξεις.
Όταν ο Κρίλοφ έφυγε, σχεδόν διέταξε τον Κινέζο πρέσβη να πάει μαζί του. Ο Κινέζος Πρέσβης του είπε να μη βιάζεται, γιατί ήταν πολύ νωρίς ακόμα, αλλά ο Κρίλοφ επέμενε. Έφυγε πολύ νωρίς, και χωρίς να ανταλλάξει χειραψία ούτε με τον Πρωθυπουργό και τους άλλους συντρόφους, με το πρόσχημα ότι “είχε δουλειά την επόμενη μέρα”. Αλλά δεν ήταν αυτός ο λόγος.
Φυσικά, λυπηθήκαμε που κράτησε τέτοια στάση ο Κρίλοφ. Τα λάθη του είχαν μια συνέχεια, αποτελούσαν γραμμή. Νομίζουμε ότι μια τέτοια στάση από την πλευρά του εκπροσώπου της ΕΣΣΔ ήταν πολύ σοβαρή.
Όταν απαριθμήσαμε αυτά τα ζητήματα, ο Σουσλόφ έμεινε άναυδος και αναρωτήθηκε γιατί αυτός ο άνθρωπος τα έκανε όλα αυτά. Μετά από αυτό ο Κρίλοφ αμέσως επέστρεψε στην Μόσχα.
Τώρα θα πω λίγα λόγια για το δείπνο προς τιμή της αντιπροσωπείας του Κόμματός μας στην βίλα “Γκόρκι”, που παρευρίσκονταν όλοι οι σύντροφοι του Προεδρείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Χρουτσόφ μας πληροφόρησε ότι θα συναντιόμασταν εκεί να συζητήσουμε και ταυτόχρονα να παίρναμε το δείπνο μας.
Όταν σερβιρίστηκε το δείπνο, πριν ακόμα να γίνει πρόποση, ο Χρουτσόφ είπε: “Η Μεσόγειος πρέπει να είναι δικιά μας, κάτω από τον ελέγχο μας και ότι είχε σχέση με αυτά θα υλοποιούνταν μέσω της Αλβανίας όπου θα δημιουργήσουμε ισχυρές βάσεις υποβρυχίων, επειδή η Αλβανία είναι μικρή αλλά μεγάλης στρατηγικής σημασίας. Με την δημιουργία στρατιωτικών βάσεων στην Αλβανία, θα είναι υπό στενή παρακολούθησηx όλη η Μεσόγειος, όλες οι κινήσεις αεροσκαφών κλπ.” Ο Χρουτσόφ επέμενε έντονα σε αυτό το ζήτημα και μετά, κάνοντας πρόποση, μίλησε για την ανάγκη σωστής εκτίμησης της κατάστασης που εξελίσσονταν στον κόσμο.
Μετά την πρόποση μιλήσαμε για την επίσκεψη του Χρουτσόφ στην Αλβανία. Όλοι οι σύντροφοι της Σοβιετικής ηγεσίας πήραν μέρος στην συζήτηση. Πολλοί από αυτούς είπαν αστειευόμενοι: “Γιατί δεν κάνουμε μια συνεδρίαση του Προεδρείου στην Αλβανία;” Όλοι απάντησαν ότι δεν είχαν καμιά αντίρρηση, ακόμα και για την συνεδρίαση του Προεδρείουxi.
Όταν ο Μολότοφ πήρε τον λόγο για πρόποση, ανάμεσα στα άλλα, είπε: “Ανήκω στην κατηγορία των ανθρώπων που, πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν έδινα σημασία στην Αλβανία. Τώρα ο λαός μας είναι περήφανος να έχει ένα τέτοιο μαχητικό φίλο. Η Αλβανία και η φιλία μας με αυτήν είναι συμβολικής και διεθνούς σημασίας. Η Σοβιετική Ένωση έχει πολλούς φίλους, αλλά δεν είναι όλοι ίδιοι. Η Αλβανία είναι ο καλύτερος φίλος της Σοβιετικής Ένωσης. Ας πιούμε αυτή την πρόποση στο να έχει η ΕΣΣΔ τέτοιους αποφασιστικούς και πιστούς φίλους όπως την Αλβανία!”
Εγώ και ο Ίσνι κάναμε προπόσεις επίσης σε αυτό το δείπνο.
Η αντιπροσωπεία μας έπειτα προσκλήθηκε στην συνεδρίαση του Προεδρείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, που γινόταν για οικονομικά ζητήματαxii. Οι Σοβιετικοί σύντροφοι μας είπαν ότι αυτή ήταν η πρώτη φορά που εκπρόσωποι αδελφού κόμματος έπαιρναν μέρος στη σύνοδο την Ολομέλειάς τους.
Μπορούμε να θεωρήσυμε την πρόσκληση να πάρουμε μέρος σε αυτήν την Ολομέλεια σαν απάντηση στην διαμαρτυρία μας που δεν ζήτησαν την γνώμη μας για το Ουγγρικό ζήτημα.
Όταν ο Χρουτσόφ μίλησε στην Ολομέλεια για την Γιουγκοσλαβία, ο καθένας έστρεψε τα μάτια του προς εκεί που καθόμασταν και χαμογελούσε. Αυτό δείχνει ότι γνώριζαν την σωστή μας στάση προς την Γιουγκοσλαβία, την πάλη που διεξήγαμε ενάντια στους Τιτοϊκούς· όμως, οι υποχωρήσεις τους και οι μαλακή στάση που συνεχίζουν να κρατούν προς την Τιτοϊκή κλίκα δεν έχει την συμπάθειά μας.
Με δυο λόγια, ποια συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε από την επίσκεψη της αντιπροσωπείας του Κόμματός μας στην Μόσχα;
Η έγνοια του Κόμματός μας και της ηγεσίας του για όλα αυτά τα γεγονότα δεν χάθηκε. Είναι σημαντικό που η ηγεσία του Κόμματός μας κράτησε σωστή στάση σε αυτά τα ζητήματα. Φυσικά, αυτό δεν θα μας κάνει να πάρουν τα μυαλά μας αέρα, αλλά αποτελεί ικανοποίηση για το Κόμμα μας ότι, για όλες αυτές τις πολύ δύσκολες καταστάσεις, μπόρεσε να κρατήσει αταλάντευτη Μαρξιστική – Λενινιστική στάση για τον σοσιαλισμό και τον κομμουνισμό. Αποτελεί ικανοποίηση για την δουλειά του Κόμματος μας, που με την στάση του συμφωνούν οι Σοβιετικοί Σύντροφοι.
Ένα άλλο ζήτημα πολύ μεγάλης σημασίας είναι το γεγονός ότι, σε αυτές τις εξαιρετικά σημαντικές στιγμές, η ενότητά μας στην Κεντρική Επιτροπή και στο Πολίτικο Γραφείο είναι ακλόνητη, έχουμε σταθερές θέσεις αρχής, ασχοληθήκαμε σε βάθος με τα ζητήματα που επιβάλουν οι καιροί, κάναμε σωστή εκτίμηση των θετικών και αρνητικών τους πλευρών, χωρίς καμιά ταλάντευση. Αυτή η ενότητα σκέψης και δράσης αντανακλάται σε όλο το Κόμμα μας. Αυτή είναι η μεγαλύτερη, σημαντικότερη και αποφασιστική νίκη. Ας φυλάξουμε αυτή την ενότητα ισχυρή, γιατί είναι ζωτική για μας.
Στη διάρκεια των στιγμών που περνάμε, ο λαός μας συνδέθηκε πιο στενά με το Κόμμα του και έχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σε αυτό. Όχι μόνο τα μέλη του κόμματος, αλλά όλοι οι εργαζόμενοι εγκρίνουν τις αποφάσεις του Μαρξιστικού – Λενινιστικού Κόμματός μας. Αυτό ισχυροποίησε παραπέρα την ενότητα του λαού γύρω από το Κόμμα και κέρδισε το Κόμμα μας αξιοσέβαστη θέση μέσα στις γραμμές των άλλων κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων του στρατοπέδου μας.
Αλλά δεν θα επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να παρασυρθούμε από αυτά και να επαναπαυτούμε στις δάφνες μας. Αυτή η κατάσταση μας καλεί για πάλη ενάντια στους ταξικούς εχθρούς, ενάντια στους Γιουγκοσλάβους Τιτοϊκούς και άλλα στοιχεία εχθρικά στον Μαρξισμό – Λενινισμό. Κατά συνέπεια, πρέπει να επαγρυπνούμε πάντα και να είμαστε καλά προετοιμασμένοι να δίνουμε αποφασιστικά χτυπήματα στους εχθρούς του κομμουνισμού, ιδιαίτερα στους εχθρούς της χώρας μας. Ας εκδώσουμε τα ντοκουμέντα για να ξεσκεπαστεί όλη της δράση του εχθρού και των Γιουγκοσλάβων ηγετών, των διασπαστών και υπονομευτών του Μαρξισμού – Λενινισμού. Ας ανεβάσουμε την ιδεολογία του Κόμματός μας σε υψηλότερο επίπεδο, αν και υπό αυτές τις περιστάσεις αποδεικνύεται ότι είναι σε πολύ υψηλό πολιτικό επίπεδο και κατανοεί τις εξελίξεις των παγκόσμιων γεγονότων πολύ καλά.
Έργα, τόμ. 14
Ενβέρ Χότζα, Διαλεχτά Έργα, Τομ.2, σελ 631- 654

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
i Σύμφωνα με την συζήτηση και την απόφαση που πάρθηκε στην συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΕΑ που έγινε στις 13 Νοεμβρίου 1956, πήγε στην Μόσχα αντιπροσωπεία του ΚΕΑ με επικεφαλής τον σύντροφο Ενβέρ Χότζα. Η αντιπροσωπεία του ΚΕΑ συζήτησε με τους Σοβιετικούς ηγέτες πολιτικά ζητήματα σε σχέση με γεγονότα που συνέβησαν μετά το 20ο Συνέδριο, το ζήτημα της Γιουγκοσλαβίας, την αντεπανάσταση στην Ουγγαρία και την κατάσταση στην Πολωνία. Στην διάρκεια των συζητήσεων οι Σοβιετικοί ηγέτες εμφανίστηκαν να προσπαθούν να ρίξουν τους τόνους και να δικαιολογήσουν τα λάθη τους και την οπορτουνιστική τους στάση. Δεν έλειψε η πίεση και η αλαζονεία από την πλευρά του Χρουτσόφ για να σταματήσει την σωστή κριτική του ΚΕΑ, αλλά ο σύντροφος Ενβέρ Χότζα, ατάραχος, θαρραλέα συνέχισε να εκθέτει στους Σοβιετικούς ηγέτες τις απόψεις του ΚΕΑ. Αυτό εξόργισε την κλίκα του Χρουτσόφ που προσπάθησε να εξευμενίσει την αντιπροσωπεία του ΚΕΑ με κολακείες και υποσχέσεις για οικονομική βοήθεια.
ii Τα στοιχεία έδειξαν ότι ο Χρουτσόφ δεν ήθελε την διαβούλευση με το ΚΕΑ επειδή γνώριζε πάνω – κάτω την στάση του ΚΕΑ προς την Γιουγκοσλάβικη ηγεσία. Ταυτόχρονα, είχε βρει κοινή γλώσσα με τον Τίτο, με τον οποίο συνεργάζονταν στενά και συντόνιζαν τις δουλείες τους οι οποίες στην ουσία ήταν αντεπαναστατικές. Οπότε, για παράδειγμα, η Σοβιετική ηγεσία δεν ήταν λιγότερο υπεύθυνη από ότι η κλίκα του Τίτο στο σχεδιασμό της αντεπανάστασης στην Ουγγαρία, και μετά την ήττα της, προσπάθησαν με κάθε τρόπο να καλύψουν τα σοβαρά τους λάθη και σφάλματα.


iii Γραμματέας του Κράτους για την Άμυνα της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (ΟΛΔΓ) ο οποίος στις 23 Νοεμβρίου 1956 δήλωσε ότι στην διάρκεια των γεγονότων στην Ουγγαρία, συγκεντρώθηκαν Γιουγκοσλάβικα στρατεύματα στα Ουγγρικά σύνορα, έτοιμα να επέμβουν.
iv Σε αυτή την κατεύθυνση, ήταν μεγάλη η επίδραση και της στάσης του Χρουτσόφ, που, όταν πήγε στην Γιουγκοσλαβία τον Μάιο του 1955, χωρίς την έγκριση των άλλων κομμάτων, δεχόμενος να κάνει βαθιά υπόκλιση στον Τίτο, δηλώνοντας ότι “σοβαρά λάθη διαπράχτηκαν ενάντια στο ΚΚΓ και τους Γιουγκοσλάβους ηγέτες” (!)
v Υφυπουργός του Κράτους για τις Εξωτερικές Υποθέσεις της ΟΛΔΓ, ο οποίος, στην διάρκεια της αντεπανάστασης στην Ουγγαρία, δήλωσε στους Βούλγαρους, Αλβανούς, Τσεχοσλοβάκους και άλλους ανταποκριτές τύπου ότι αυτό που συνέβαινε στην Ουγγαρία επρόκειτο να εμφανιστεί και σε άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
vi Τον Οκτώβρη του 1957, στην βάση των επιτυχιών που πραγματοποιήσαμε, το σύστημα κουπονιών καταργήθηκε εντελώς, και οι τιμές μειώθηκαν. Η πλήρης κατάργηση του συστήματος κουπονιών και η μετάβαση στο ελεύθερο, χωρίς περιορισμούς εμπόριο, με ενιαίες κρατικές τιμές, έγινε σημαντικός παράγοντας για δικαιότερη κατανομή της κοινωνικής παραγωγής στη βάση της σοσιαλιστικής αρχής της ποιότητας και ποσότητας της εργασίας.
vii Πρώην μέλη του Πολιτικού Γραφείου του Ενιαίου Κόμματος Εργαζομένων της Πολωνίας, ρεβιζιονιστικά στοιχεία.
viii Ο χρόνος έδειξε την ορθότητα της πρόβλεψης του Κόμματός μας οι ο Γκομούλκα ήταν ρεβιζιονιστής· αργότερα αφού τον έστυψαν σαν σαν λεμονί οι Σοβιετικοί ρεβιζιονιστές τον πετάξαν στο καλάθι των αχρήστων.
ix Σε αυτή την περίπτωση πρύτανης του διπλωματικού σώματος ήταν ο Ούγγρος Πρέσβης.
x Η κατοπινή εξέλιξη των γεγονότων επιβεβαίωσε το σκοπό των Χρουστσοφικών ρεβιζιονιστών να χρησιμοποιήσουν την Αλβανία σαν σημείο στρατηγικής σημασίας για τα σοσιαλιμπεριαλιστικά τους σχέδια στη Μεσόγειο.
xi Όλα αυτά ήταν γελοίοι ελιγμοί της Σοβιετικής ηγεσίας για να ικανοποιήσει την αντιπροσωπεία του ΚΕΑ που, σύμφωνα με αυτούς, θα έκανε τεμενάδες και θα σταματούσε να κριτικάρει τις λανθασμένες θέσεις της Χρουτσοφικής κλίκας. Τέτοιοι ελιγμοί συνεχίστηκαν και αργότερα επίσης, από την ομάδα του Χρουτσόφ προς το ΚΕΑ. Ιδιαίτερα όταν είδε ότι δεν έβγαινε τίποτα με τις απειλές της ελπίζοντας ότι το ΚΕΑ θα παραιτούνταν από την “πεισματάρικη στάση του” και θα υποτάσσονταν στην υπαγόρευσή της, αυτή η ομάδα άρχισε να χρησιμοποιεί άλλους τρόπους για να πετύχει τους σκοπούς της και ένας από αυτούς τους τρόπους, σκέφτηκε, ήταν η οικονομική βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης, χωρίς την οποία, πίστευε ο Χρουτσόφ, η Αλβανία δεν θα μπορούσε να κάνει ούτε βήμα! Ένας από αυτούς τους ελιγμούς ήταν η απαλλαγή από τις πιστώσεις που η Σοβιετική Ένωση χορήγησε στην ΛΔΑ από την απελευθέρωσή της μέχρι το 1955. Όπως αποδείχθηκε αργότερα, η Σοβιετική Ένωση δεν το έκανε αυτό λόγω πραγματικής φιλίας και στη βάση των αρχών του προλεταριακού διεθνισμού. Από την άλλη, το ΚΕΑ, η κυβέρνηση της ΛΔΑ και όλος ο Αλβανικός λαός θεώρησαν αυτή την στάση όχι ως ελεημοσύνη, αλλά ως αδελφική και διεθνιστική βοήθεια από τον Σοβιετικό λαό προς ένα αδελφό λαό και σοσιαλιστική χώρα. Αλλά ούτε οι απειλές ούτε “τα δώρα” κλόνισαν την αποφασιστικότητα της Μαρξιστικής – Λενινιστικής ηγεσίας του ΚΕΑ στην υπεράσπιση της επαναστατικής του γραμμής μέχρι τέλους.
xii Αυτή η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΣΕ εξέτασε την πραγματοποίηση του σχεδίου του 1956 και τα καθήκοντα για το 1957.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου