Σελίδες

Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010

Η απάντηση του σ. Ε.Χοτζα στην ομιλια του Μαο Τσε Τουνγκ "ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΕΚΑ ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ" (25 'Απρίλη 1956)

ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΛΛΙΣΤΙΚΟ[1] «ΔΕΚΑΛΟΓΟ» ΤΟΥ ΜΑΟ ΤΣΕ ΤΟΥΝΓΚ
28 Δεκέμβρη 1976
Οι κινέζοι ρεβιζιονιστές, μ' επικεφαλής την ομάδα του Χουά Κούο Φενγκ, η οποία πήρε την εξουσία στην Κίνα με στρατιωτικό πραξικόπημα, δημοσίευσαν αυτή την εβδομάδα ένα ντοκουμέντο του Μάο Τσε Τουνγκ, ένα λόγο από δέκα σημεία («Σχετικά με τις δέκα κυριότερες σχέσεις»), που είχε εκφωνήσει στην πλατιά σύσκεψη του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής, τον Απρίλη του 1956.
Αυτό το ντοκουμέντο έχει γραφτεί πριν από το 8ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, όπου την κυριότερη έκθεση έδωσε ο Λιού Σάο Τσι. Η έκθεση είχε ρεβιζιονιστικό περιεχόμενο. Εμείς που παραβρεθήκαμε στο Συνέδριο, απορέσαμε πώς δόθηκε μια τέτοια έκθεση και πώς δεν καταδικάστηκε τουλάχιστον ούτε αργότερα μαζί με το Λιού Σάο Τσι, που εξαλείφθηκε. Σ' αυτή την έκθεση του 8ου Συνεδρίου αναλύονταν τα προβλήματα σύμφωνα με τις ιδέες του Μάο Τσε Τουνγκ, γι' αυτό και ύστερα από την Πολιτιστική Επανάσταση αυτή η έκθεση θεωρήθηκε σωστή. Αυτό το επιβεβαιώνουν τα δέκα σημεία του μπαλλιστικού «δεκάλογου» του Μάο, τα οποία απαρτίζουν τη μη μαρξιστική, εκλεκτική του στρατηγική και κοσμοαντίληψη.
Αυτά τα δέκα σημεία του Μάο γράφτηκαν και τέθηκαν μετά το 20ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, όπου ο ρεβιζιονιστής και αποστάτης Χρουστσιόφ επετέθηκε ενάντια στο μαρξισμό - λενινισμό και συκοφάντησε και σπίλωσε το Στάλιν. Μ' αυτή την ενέργεια ο Μάο ανέλαβε την πρωτοβουλία, η οποία μπορεί να ήταν συντονισμένη με τους χρουτσοφικούς. Και έτσι ήταν. Ο Χρουστσιόφ είχε ενημερώσει το Μάο για τις ρεβιζιονιστικές του ιδέες και για τις ενέργειες που θα αναλάβαινε. Ο Μάο ήταν σύμφωνος με το Χρουστσιόφ, πράγμα που το είπε δημοσία στη Σύσκεψη της Μόσχας στα 1957, όπου επαίνεσε το Χρουστσιόφ, επετέθηκε στο Στάλιν και επεκρότησε την εξάλειψη από το Χρουστσιόφ της «αντικομματικής ομάδας Μολότωφ και συντροφιά». Έτσι ο Μάο βοήθησε το Χρουστσιόφ. Ήταν σύμφωνος με τη γραμμή του 20ου Συνεδρίου, ήταν ενάντια στο Στάλιν. Το 8ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας ήταν συντονισμένο με τους χρουτσιοφικούς, γιατί οι δύο «κουμπάροι» είχαν τις ίδιες ιδέες. Φυσικά, και ο Χρουστσιόφ έδωσε υποσχέσεις στο Μάο, αλλά δεν τις τήρησε, μόνο τον γέλασε όσο να περάσει το ποτάμι.
Αντικειμενικός σκοπός του Μάο δεν ήταν να βοηθήσει το Χρουστσιόφ, αλλά τον εαυτό του, ώστε η Κίνα να γινόταν η κυριότερη ηγέτρια του κομμουνιστικού κόσμου και ο Μάο να αντικαταστούνε το Στάλιν, που νόμισαν πως τον έθαψαν. Ο Μάο ενήργησε με ταχύτητα για ηγεμονία.
Από μέρους του, ο Χρουστσιόφ ήθελε να βάλει το Μάο Τσε Τουνγκ στη γραμμή του και κάτω από τη δική του διεύθυνση, ναι αλλά εδώ επενέβηκε το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας, το οποίο υπεράσπισε το μαρξισμό - λενινισμό και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας. Άναψε στο Βουκουρέστι η φωτιά της πολεμικής, που το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας τη συνέχισε με «πολυβολισμούς» στη Σύσκεψη των 81 κομμάτων στη Μόσχα. Ο Μάο ήταν υπέρ της κατάσβεσης αυτής της μεγάλης φωτιάς, ήταν ενάντια στην πολεμική. Ήθελε συσκέψεις, ήθελε σοσιαλδημοκρατική συνδιαλλαγή, γιατί και ο ίδιος ήταν σοσιαλδημοκράτης, οπορτουνιστής, ρεβιζιονιστής. Ο Μάο όμως δε μπόρεσε να σβήσει τη φωτιά, ούτε την πολεμική και, βλέποντας ότι δεν κατόρθωσε να εγκαθιδρύσει την ηγεμονία του, άλλαξε στάση. Ο Μάο τέθηκε κάπως «καλύτερα» σε αντισοβιετικές θέσεις και εδώ φαινομενικά ενώθηκε μ' εμάς που καταπολεμούσαμε με συνέπεια το χρουστσιοφικό ρεβιζιονισμό. Αλλά και σ' αυτή την περίοδο έτρεφε ελπίδες προσέγγισης με τους χρουτσοφικούς ρεβιζιονιστές. Από μέρους των κινέζων ηγετών έγιναν τέτοιες απόπειρες, αλλά εμείς εναντιωθήκαμε σ' αυτές.
Όταν έπεσε ο Χρουστσιόφ, οι ελπίδες του Μάο αναφτερώθηκαν. Έστειλε στη Μόσχα τον Τσου, πρότεινε και σε μας να πάμε, αλλά εμείς αρνηθήκαμε αποφασιστικά. Αυτό ήταν φιάσκο για το Μάο Τσε Τουνγκ. Τότε από τη στρατηγική διμέτωπης πάλης, στράφηκε προς τις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Οι πολλές συναντήσεις στη Βαρσοβία ανάμεσα στους κινέζους και τους αμερικάνους πρεσβευτές προετοίμασαν τη μετάβαση του Κίσινγκερ στην Κίνα, ύστερα και του Νίξον.[2]
Η Πολιτιστική Επανάσταση είχε άδοξο τέλος. Αυτή η επανάσταση σταμάτησε μεσοδρομίς, ή, καλύτερα να λέμε, ενίσχυσε την προσωπική θέση του Μάο Τσε Τουνγκ. Τα αριστερά στοιχεία «εξαλείφθηκαν μ' ένα πλήγμα» από τους δεξιούς μ'επικεφαλής το Χουά Κούο Φενγκ. Έτσι θριάμβευσε η ρεβιζιονιστική γραμμή του Μάο και τώρα είδε το φως ο «δεκάλογος» που ταιριάζει στους δεξιούς. Σ' αυτό το «δεκάλογο» δε γίνεται καθόλου λόγος για την παγκόσμια επανάσταση, για τη δικτατορία του προλεταριάτου, για την πάλη των τάξεων και για τη βοήθεια προς τους λαούς που θέλουν τη λευτεριά και αγωνίζονται να απελευθερωθούν.
Αυτό το ντοκουμέντο είναι καθρέφτης των ρεβιζιονιστικών ιδεών του Μάο, ο οποίος είναι για ειρηνική συνύπαρξη και με τις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής, παρόλο που δεν τις αναφέρει καθόλου. Ρίχνω μια γρήγορη ματιά σ' αυτό το ντοκουμέντο, αλλά πρέπει να αναλυθεί καλά.
Τίποτε δεν πρέπει να μας παραξενεύσει όσον αφορά τις αντιμαρξιστικές, πραγματιστικές, φιλελευθερίστικες, πραξικοπηματικές και γεμάτες ζικ -ζακ στάσεις του Μάο Τσε Τουνγκ, του Τσου Εν Αάι, του Τενγκ Χσιάο Πινγκ, του Χουά Κούο Φενγκ και των άλλων κινέζων ρεβιζιονιστών. Οι ιδέες τους αυτές είναι παλιές, πενηντάχρονες, συνυφασμένες με ιδεαλισμό και μυστικισμό και πασαλειμμένες με κόκκινο χρώμα, που τους το αφαιρεί ο ήλιος του μαρξισμού - λενινισμού.
Ένας από τους κυριότερους σκοπούς αυτού του «δεκάλογου» του Μάο είναι να θέσει σύνορο που να χωρίζει αυτόν και το Στάλιν, τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στη Σοβιετική Ένωση και την ιδεολογία που καθοδηγεί την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην Κίνα. Μ' άλλα λόγια, ο Μάο Τσε Τουνγκ θέτει αντιμέτωπες στη μαρξιστική θεωρία τις ιδέες του, θέτει τη «σκέψη Μάο Τσε Τουνγκ», όπως αποκαλούν τώρα οι Κινέζοι αυτές τις λεγόμενες απόψεις, που είναι, λένε, «όμοιες με την ουσιώδη θεωρία του μαρξισμού - λενινισμού», αλλά που στην πραγματικότητα είναι σ'αντίθεση με το μαρξισμό - λενινισμό.
Ο Λένιν έχει προβλέψει τη δράση των οποιωνδήποτε αντιμαρξιστών, είτε του Μάο, των μαοϊκών και άλλων, όταν το 1913, στο έργο του «Οι ιστορικές τύχες της διδασκαλίας του Καρλ Μαρξ», λέει ότι
«Η διαλεκτική της ιστορίας είναι τέτοια, που η θεωρητική νίκη του μαρξισμού υποχρεώνει τους εχθρούς να φορούν το μανδύα των μαρξιστών».[3]
Ο Μάο Τσε Τουνγκ, όπως δείχνει αυτός ο «δεκάλογος», σε πολλά ζητήματα αρχών ήταν από καιρό σ' αντίθεση με την επαναστατική θεωρία και πράξη του μαρξισμού - λενινισμού. Όπως προκύπτει από το «δεκάλογο», από τον καιρό της «Μεγάλης Πορείας», από το Γενάν, είχε αντιμαρξιστικές απόψεις σχετικά με την ηγεμονία της εργατικής τάξης και διακήρυσσε τον ηγετικό ρόλο της αγροτιάς στην επανάσταση. Και τώρα ο Μάο κάνει τον λεγόμενο τρίτο κόσμο «κέντρο και ηγετική δύναμη της επανάστασης», αρνούμενος έτσι τον ηγετικό ρόλο του διεθνούς προλεταριάτου. Οι αντιμαρξιστικές απόψεις του Μάο, που καθρεφτίζονται και σ' αυτό το «δεκάλογο» και που έχουν αποκρυσταλλωθεί στο αποκορύφωμα του κινέζικου απελευθερωτικού αγώνα, όχι μόνο λησμονούν τη διεξαγωγή της πάλης των τάξεων, αλλά διακηρύσσουν ανοιχτά το σβήσιμο της.
Αυτές λοιπόν οι αντιδραστικές και αντεπαναστατικές θέσεις του Μάο διατυπώνονται και στο «δεκάλογο» του έτους 1956. Στα έργα του που εκδόθηκαν σε 4τόμους δεν βρίσκεις ανοιχτά τέτοιες κατάφωρες αντιμαρξιστικές και αντιλενινιστικές θέσεις. Όπως φαίνεται, ο Μάο Τσε Τουνγκ ήταν εκλεκτικός, συγκαλυμμένος ρεβιζιονιστής που πέταξε το προσωπείο αφού συνεννοήθηκε με τους χρουτσοφικούς ρεβιζιονιστές να αφαιρέσουν το φωτοστέφανο του λενινισμού και να επιτεθούν ενάντια στο Στάλιν. Ο Μάο Τσε Τουνγκ, με το προσωπείο του μαρξισμού - λενινισμού, ξεδίπλωσε την ψευτομαρξιστική του θεωρία και η «θεωρία» αυτή «θα καθοδηγούσε απ' εδώ και πέρα το παγκόσμιο προλεταριάτο και την επανάσταση». Εδώ έχει η «σκέψη Μάο Τσε Τουνγκ» την εξαπατητική, μεγαλομανή και δυσφημιστική για το μαρξισμό - λενινισμό πηγή της.
Η «σκέψη Μάο Τσε Τουνγκ» καθοδήγησε και τη «Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση» για να αντιπαρατεθεί προς τη Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, η οποία, μ' άλλα λόγια, για το Μάο είχε «ξεπεραστεί», είχε «απαρχαιωθεί» μαζί με τη θεωρία του Μαρξ και του Λένιν. Οι καιροί άλλαξαν, και έτσι, σύμφωνα μ' αυτόν «ο μαρξισμός χρειαζόταν μια νέα θεωρία» και αυτή η θεωρία ήταν η «σκέψη Μάο Τσε Τουνγκ». Αυτή είναι θεωρία του σύγχρονου ρεβιζιονισμού, η οποία, όπως και η χρουστσοφική, διατηρεί το λενινιστικό προσωπείο. Και οι δύο αυτές παραλλαγές του σύγχρονου ρεβιζιονισμού είναι ένα και το αυτό, είναι αδιαίρετες, το ζήτημα όμως έγκειται στο ποια θα επικρατήσει, η ρεβιζιονιστική παραλλαγή του Χρουστσιόφ, ή εκείνη του Μάο, ανεξάρτητα που και οι δύο βγαίνουν στον ίδιο δρόμο, στο δρόμο του αντιμαρξισμού. Σ'αυτό τον ανταγωνισμό έγκειται το ζήτημα ποιο μεγάλο κράτος θα μπορέσει να κυριαρχήσει πάνω στο άλλο, ποιο θα κάμει το νόμο.
Σ' αυτό το δρόμο και οι δύο έχουν σαν ξεκίνημα τη δυσφήμιση του μεγαλοφυούς έργου του Στάλιν. Οι χρουτσοφικοί κατασυκοφάντησαν το Στάλιν, ενώ ο Μάο επωφελήθηκε απ'αυτή τη δυσφήμιση του Στάλιν, και χρησιμοποίησε εκείνα τα στοιχεία που του χρειάστηκαν για να συγκαλύψει τη ρεβιζιονιστική του γραμμή, να την εκθειάσει σαν μαρξιστική - λενινιστική και για να συγκαλυφθεί καλύτερα με σκοπό να κερδίσει έδαφος έναντι των χρουτσοφικών. Ο Μάο είπε πως 30 τα εκατό το έργο του Στάλιν είναι εσφαλμένο και 70 τα εκατό είναι καλό. Μεγάλος μάστορας των ζυγαριών! Ζύγισε το έργο του Στάλιν με εκείνη την ακρίβεια που μπορεί να ζυγιστούν και οι ντομάτες στον κάμπο !!!
Στο πρώτο σημείο του «δεκάλογου» του Μάο Τσε Τουνγκ εκτίθεται η αντιμαρξιστική θέση της παροχής προτεραιότητας στην ελαφρά βιομηχανία και στη γεωργία και όχι στη βαριά βιομηχανία. Αυτή την κοσιγκινική-ρεβιζιονιστική παρέκκλιση ο Μάο Τσε Τουνγκ την επιχειρηματολογεί με το ότι οι επενδύσεις στη βαριά βιομηχανία είναι μεγάλες και όχι προσοδοφόρες, ενώ η βιομηχανία για κουφέτες και παντούφλες φέρνει έσοδα, είναι πιο προσοδοφόρα. Όσο για τη γεωργία, αυτή παράγει είδη διατροφής του λαού.
Η αντιμαρξιστική θέση του Μάο δεν προωθεί, αλλά φρενάρει την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Η γεωργία και η ελαφρά βιομηχανία δεν μπορεί να αναπτυχθούν με τους απαιτούμενους ρυθμούς, αν δεν αναπτυχθεί η μεταλλουργική βιομηχανία, αν δεν παράγεται χάλυβας, αν δεν παράγονται αργό πετρέλαιο, τρακτέρ, αμαξοστοιχίες, αυτοκίνητα, πλοία, αν δε δημιουργηθεί η χημική βιομηχανία κ.λπ., κ.λπ.
Η ανάπτυξη της βιομηχανίας, κατά το Μάο, είναι μια βιοτεχνική διαδικασία. Η ελαφρά βιομηχανία, που ισχυρίζεται να αναπτύξει ο Μάο, δεν εγείρεται μόνο με τούβλα, με ποδήλατα, με μπασμάδες, με θέρμος και αρώματα που αλήθεια μπορεί να αποδίδουν μερικά έσοδα, αλλά για να τα αγοράσουν αυτά οι άνθρωποι, πρέπει να έχουν αγοραστική δύναμη. Το 1956, η Κίνα σαν χώρα με μεγάλο πληθυσμό, ήταν καθυστερημένη οικονομικά και πολλά καταναλωτικά αγαθά έπρεπε να πουληθούν κάτω του κόστους. Τότε η αποδοτικότητα δεν ήταν μεγάλη.
Ο Μάο στο «δεκάλογο» επικρίνει το Στάλιν και την οικονομική κατάσταση στη Σοβιετική Ένωση. Αλλά «ο ήλιος δε σκεπάζεται με το κόσκινο». Η πραγματικότητα δείχνει πως στη Σοβιετική Ένωση, μέσα σε 24 - 25 χρόνια από την Επανάσταση ως το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, κάτω από την καθοδήγηση του Λένιν και έπειτα του Στάλιν, χάρη σε μια σωστή πολιτική γραμμή, δημιουργήθηκε τέτοια βαριά βιομηχανία που όχι μόνο έδωσε ώθηση στην εσωτερική οικονομία αυτής της πρώτης σοσιαλιστικής χώρας, αλλά και επέτρεψε να αντιμετωπιστεί η επίθεση της τρομερής μηχανής της χιτλερικής Γερμανίας. Ενώ με την οικονομική πολιτική του Μάο, από το 1949 μέχρι τις μέρες μας συμπληρώνονται περίπου 30 χρόνια και πού είναι το βιομηχανικό δυναμικό της Κίνας; Πολύ πίσω! Και γι' αυτό έχει το σφάλμα τάχα η «τετράδα»! Όχι, δεν έχει το σφάλμα η «τετράδα», αλλά η γραμμή του Μάο, όπως το επιβεβαιώνουν οι απόψεις του που εκτίθενται στο «δεκάλογο».
Αλλά πώς μπορούσε να κάμει η μεγάλη σοσιαλιστική Κίνα χωρίς βαριά βιομηχανία; Ασφαλώς, ο Μάο νόμιζε ότι θα τη βοηθούσε η Σοβιετική Ένωση για την οικοδόμηση της βαριάς βιομηχανίας, ή θα γύριζε το φύλλο προς τις αμερικάνικες πιστώσεις. Όταν είδε πως η Σοβιετική Ένωση δεν «πείστηκε» και δεν του έδωσε τη βοήθεια που ζήτησε, ο Μάο άρχισε να χύνει ατσάλι με τις σόμπες που κατασκευάζονταν στα πεζοδρόμια των λεωφόρων ή με μικροφούρνους για χυτοσίδηρο. Η Κίνα έμεινε πίσω, η Κίνα έμεινε χωρίς σύγχρονη τεχνολογία. Είναι αλήθεια πως ο κινέζικος λαός δεν υπόφερνε πια για ψωμί όπως πρώτα, αλλά να φτάσεις στο σημείο να διακηρύξεις, όπως έκαμε ο Μάο, ότι το 1956 ο κινέζικος αγρότης ζούσε καλύτερα από το σοβιετικό κολχόζνικο, τη στιγμή που στην πραγματικότητα ήταν πίσω, αυτό σημαίνει να δυσφημίσεις την κολεκτιβοποίηση της γεωργίας και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση της εποχής του Λένιν και του Στάλιν.
Ο Μάο Τσε Τουνγκ λέει με περιφρόνηση: «Τι σημασία έχει να μιλάς για την ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας; Πρέπει να εξασφαλιστούν στους εργάτες τα μέσα διαβίωσης». Μ' άλλα λόγια, αυτό είναι «η θεωρία του γκουλιάς» του Χρουστσόφ. Και σαν συμπέρασμα ο Μάο στο «δεκάλογο» θέλει να πει πως αυτοί δεν έκαμαν λάθη όπως έχει κάνει τάχα η Σοβιετική Ένωση ή καλύτερα (αυτό όμως δεν το λέει μεγαλόφωνα) ο Λένιν και ο Στάλιν. Αλλά για να συγκαλύψει αυτή την παρέκκλιση, δεν παραλείπει να λέει πως «πρέπει να αναπτύξουμε και τη βαριά βιομηχανία, όμως περισσότερη προσοχή να αφιερώσουμε στη γεωργία και στην ελαφρά βιομηχανία». Η άποψή του αυτή που εφαρμόστηκε κατά πραγματιστικό τρόπο και που άφησε πίσω την Κίνα, έκαμε ώστε να χρειάζονται σ' αυτή δεκάδες χρόνια, ως το 2000, για να μπορέσει κάπως να ξεπεράσει την καθυστέρηση... με τη βοήθεια και τις πιστώσεις του αμερικάνικου κεφαλαίου που της εξασφαλίζει η νέα στρατηγική, Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως η Κίνα μπορεί να στηριχθεί στις δυνάμεις της, διαθέτει μεγάλο ανθρώπινο δυναμικό, διαθέτει επίσης υπολογίσιμο οικονομικό δυναμικό, αλλά έμεινε πίσω λόγω της εσφαλμένης γραμμής της.
Στο δεύτερο σημείο του «δεκάλογου» τίθεται και το ζήτημα πού πρέπει να ανεγερθεί η βιομηχανία, στα παράλια ή στην ενδοχώρα; Ο Μάο λέει πως «περίπου τα 70 τα εκατό όλης της βιομηχανίας μας, ελαφράς και βαριάς, έχουν δημιουργηθεί στις παράκτιες περιοχές και μόνο τα 30 τα εκατό στις περιοχές της ενδοχώρας. Αυτή η μη κανονική κατανομή είναι αποτέλεσμα της ιστορίας». Εννοείται, αυτή η βιομηχανία δημιουργήθηκε από τους ξένους, οι οποίοι είχαν εκεί εκχωρήσεις, απορροφούσαν τις πρώτες ύλες από την ενδοχώρα και στα παράλια έβρισκαν εργάτες σκλάβους. Ο Μάο δίνει σημασία σ' αυτό τον τρόπο ανάπτυξης. Τονίζει πως και στο μέλλον πρέπει να εξακολουθήσει να οικοδομείται στα παράλια και κάνει σχετικά μ' αυτό έναν φανταστικό υπολογισμό πως με τα έσοδα ενός εργοστασίου της ελαφράς βιομηχανίας, «εμείς μπορούμε να κερδίσουμε για να κατασκευάσουμε μέσα σε τέσσερα χρόνια τρία άλλα εργοστάσια ή δύο, ή ένα, ή τουλάχιστον μισό». Αυτό μοιάζει με τη θεωρία του ρεβιζιονιστή Κότσιο Τάσκο, ο οποίος στην Πρώτη Συνδιάσκεψη του Κόμματος στο Λαμπινότ, είπε ότι εμείς «πρέπει να κάνουμε μια επανάσταση με πολύ αίμα, με λίγο αίμα ή, αν είναι δυνατό, με καθόλου αίμα».
Σχετικά μ' αυτό το ζήτημα ο Μάο εξάγει το συμπέρασμα: «Να κατασκευάσουμε βιομηχανία και στα ενδότερα, για να την έχουμε και για καιρό πολέμου».
Αλλά από πού θα έρθει ο πόλεμος; Από τις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής, από την Ιαπωνία, ή από τη Σοβιετική Ένωση; Όπως φαίνεται, ταυτόχρονα ο Μάο σκέφτεται πως ο πόλεμος δε θα έρθει από καμιά μεριά, προπαντός όχι από τη θάλασσα, εφόσον συστήνει να κατασκευαστούν εργοστάσια στα παράλια.
Ο Μάο, όπως φαίνεται, δε σκέφτεται με τι τρόπο πρέπει να μειώσει λίγο τον πληθυσμό στο Νότο και στα Νοτιοανατολικά, για να εποικίσει το βόρειο και το δυτικό τμήμα της χώρας.
Στο τρίτο σημείο του «δεκάλογου» ο Μάο Τσε Τουνγκ προσδιορίζει τις αναλογίες ανάμεσα στις οικονομικές οικοδομήσεις και τα αμυντικά έργα. Όταν λέει πως πρέπει να μειώσουμε τα έξοδα για την άμυνα, φαίνεται ξεκάθαρα πως βασίζεται σε εσφαλμένους προσδιορισμούς. Η κινέζικη άμυνα, σύμφωνα με το Μάο, είναι τάχα πιο ισχυρή από την άμυνα της Σοβιετικής Ένωσης πριν από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Χρουστσόφ διακήρυσσε πως τάχα ο Στάλιν είχε αφήσει τη Σοβιετική Ένωση ανυπεράσπιστη έναντι των χιτλερικών. Αυτή τη συκοφαντία την υιοθετεί και ο Μάο, περηφανευόμενος, πως με τα αεροπλάνα και με τα κανόνια που είχε (και με την ατομική βόμβα που θα του έδινε ο Χρουστσιόφ), η άμυνα της Κίνας ήταν εξασφαλισμένη.
Τα γεγονότα δείχνουν πως η Κίνα έμεινε πίσω. Αυτό είναι συνέπεια της υποτίμησης της βαριάς βιομηχανίας και της στήριξης στους άλλους για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας με μια λαθεμένη στρατιωτική στρατηγική. Τώρα η Κίνα άρχισε να αλλάζει γνώμη για την άμυνα, αλλά, παράλληλα μ' αυτό, άλλαξε και τις συμμαχίες. Έχει πλησιάσει τους Αμερικάνους και αγόρασε απ' αυτούς σύγχρονη πολεμική τεχνολογία.
Στο ίδιο αυτό σημείο του «δεκάλογου», ο Μάο λέει απερίφραστα ότι είναι υπέρ ενός ελαφρού εξοπλισμού, υπέρ της πληρωμής των κινέζων στρατιωτών (σαν μισθοφορικό στρατό) και υπέρ της ελάττωσης του προσωπικού διοίκησης για την οποία δεν έχει γίνει τίποτε, αντίθετα, έχει μετατραπεί σε καρκίνωμα για την Κίνα. Αυτό εμείς το διαπιστώσαμε όταν ήμασταν εκεί το 1956 και μας το είπαν και οι ίδιοι: όλοι οι πρώην στρατιωτικοί του Τσάνγκ Κάι Σεκ ήταν μισθωτοί υπάλληλοι.
Στο τέταρτο σημείο του «δεκάλογου» γίνεται λόγος για τις σχέσεις ανάμεσα στο κράτος, τις μονάδες παραγωγής και τους παραγωγούς. Φυσικά, αυτή τη διοργάνωση κι αυτή την οργανωτική διαίρεση της Κίνας ούτε τη μάθαμε ποτέ και ούτε γνωρίζουμε πώς είναι οι σχέσεις ανάμεσα στο κράτος, τις μονάδες παραγωγής και τους παραγωγούς. Η Κίνα μπορεί και πρέπει να έχει την ιδιομορφία της, επειδή έχει μεγάλη εδαφική έκταση, με πολλές εθνότητες και όχι με δημοκρατίες, αλλά με περιφέρειες. Εμείς ξέραμε πως εκεί υπάρχει δημοκρατικός συγκεντρωτισμός, αλλά το να μην είχαν αρμοδιότητες οι περιφέρειες στις εσωτερικές τους υποδιαιρέσεις και οικονομική ιδιοσυντήρηση στα εργοστάσια, αυτό δε μπορούσαμε να το φανταστούμε. Ο Μάο μας λέει πως στη Σοβιετική Ένωση (εξυπακούεται της εποχής του Στάλιν) υπήρχε μεγάλος γραφειοκρατικός συγκεντρωτισμός, και, σύμφωνα μ' αυτόν, οι σοβιετικές δημοκρατίες είχαν τα χέρια δεμένα. Κατά πόσο αληθεύει αυτό δεν το ξέρουμε, αλλά τόση γραφειοκρατία και τόσος συγκεντρωτισμός, αν όχι περισσότερο απ' όσο υπήρχε στη Σοβιετική Ένωση, υπήρχε και υπάρχει σήμερα και στην Κίνα. Η Κίνα όμως ακολουθεί γραμμή δυσφήμισης της Σοβιετικής Ένωσης της εποχής του Στάλιν και ενεργεί όπως ο Χρουστσόφ. Ο Μάο επιθυμεί να φανεί πιο «μαρξιστής - λενινιστής» διοργανωτής, αλλά, μήπως μ' αυτά που κάνει, βαδίζει στο δρόμο της τιτοϊκής «αυτοδιαχείρισης»;
Ο Μάο στο ίδιο σημείο συγκρίνει το στρατό με το κράτος, δηλαδή ένα όπλο του κράτους το θεωρεί κράτος και το θέτει και πάνω από το κόμμα. Στην πραγματικότητα, στην παλιά Κίνα και σε τούτη τη νέα, ο στρατός έχει παίξει αποφασιστικό ρόλο. Έχει υποστηρίξει μια μερίδα και έχει εξαλείψει μια άλλη.
Ο Μάο εκχυδαΐζει το δημοκρατικό συγκεντρωτισμό και την οικονομική ανεξαρτησία από το κέντρο με ένα γελοίο και απλοϊκό παράδειγμα που σε κάνει ν' απορείς, για το πώς αυτός ο «μεγάλος θεωρητικός» εξηγεί ένα τόσο σημαντικό πολιτικό, ιδεολογικό και οργανωτικό-οικονομικό ζήτημα του σοσιαλισμού με τόση desinvolture;! [4]
Όταν αναφέρεται στην αγροτιά, κι αυτό ο Μάο το κάνει το 1956, οπότε είχαν περάσει μονάχα λίγα χρόνια από την απελευθέρωση, προβάλλει και υπογραμμίζει ότι το σύστημα των κολχόζ και των σοβχόζ στη Σοβιετική Ένωση είναι μια χρεωκοπία, ότι οι αγρότες εκεί καταπιέζονται από τους φόρους, ότι τα προϊόντα τους πληρώνονται φτηνά και άλλα κακά, ενώ στην Κίνα παρά λίγο να πει ότι η αγροτιά ζει σε αφθονία και σε ευτυχία, ότι η παραγωγή είναι άφθονη, πως οι τιμές είναι χαμηλές, ότι η κρατική συσσώρευση είναι ολίγη. Παράξενη ανάλυση! Εμείς έχουμε γνωρίσει οι ίδιοι την κατάσταση τόσο στη Σοβιετική Ένωση, όσο και στην Κίνα, γιατί ήμασταν εκείνα τα χρόνια και στις δύο χώρες, και επομένως αυτά που λέει ο Μάο δεν αποτελούν πραγματικότητα.
Στο σημείο αυτό του «δεκάλογου» η ανάλυση του Μάο για τις σχέσεις κράτος - γεωργία, κομμούνα - μέλη της κομμούνας, για την κατανομή των εσόδων, για το πρόβλημα των επενδύσεων, για το ζήτημα της συσσώρευσης και το βιοτικό επίπεδο των αγροτικών κομμούνων και της πόλης δεν είναι καθόλου μαρξιστική - λενινιστική, δεν είναι ούτε ξεκάθαρος και αντικειμενικός καθρέφτης της κατάστασης, αλλά μόνο επίδειξη της απατηλής «υπεροχής» της κινέζικης γεωργίας έναντι της σοβιετικής γεωργίας. Ο Χρουστσιόφ μας κόπηκε «θεωρητικός της γεωργίας», που θα την έβγαζε «από το βάλτο όπου την είχε μπάσει ο Στάλιν». Και ο Μάο μιμείται αυτόν τον κουλάκο και μεταπράτη.
Αυτό το τόσο σημαντικό πρόβλημα ο Μάο το κλείνει με λόγια που θέλουν να δείξουν πως στην Κίνα τα πάντα πηγαίνουν κατ'ευχήν∙ τη βαριά βιομηχανία τη θέτει σε τρίτη μοίρα, τους αστούς εργοστασιάρχες τους ενσωματώνει στο σοσιαλισμό∙ τα ίδια κηρύσσει και για τους κουλάκους στο χωριό, και όλα να ρυθμίζονται κατά τη μαοϊκή του θεωρία, που είναι, λέει, απόλυτα σωστή, αλάνθαστη! Στην πραγματικότητα αυτές οι ιδέες του Μάο αντιβαίνουν στις ιδέες του Λένιν και του Στάλιν.
Είναι ολοφάνερη τόσο η μεγαλομανία αυτού του ρεβιζιονιστή «κλασσικού» όσο και η δυσφήμιση που κάνει στο έργο του Λένιν και του Στάλιν.
Στο πέμπτο σημείο του «δεκάλογου», όπου γίνεται λόγος για τις σχέσεις ανάμεσα στο κέντρο και τη βάση, ο Μάο Τσε Τουνγκ προσδιορίζει ποιες πρέπει να είναι αυτές οι σχέσεις. Στην Κίνα, αυτό εξαρτάται, φυσικά, από τις αρμοδιότητες που έχει δώσει το κέντρο στη βάση. Όλο αυτό σχετίζεται με τη μεγάλη εδαφική έκταση αυτής της χώρας. Εδώ ο Μάο Τσε Τουνγκ λέει ότι δεν πρέπει να ακολουθηθεί το παράδειγμα της Σοβιετικής Ένωσης στη συγκέντρωση όλων των ζητημάτων στα χέρια των κεντρικών οργάνων, στραγγαλίζοντας την πρωτοβουλία των τοπικών οργάνων, αλλά να καταβληθούν προσπάθειες ώστε αυτά τα όργανα να διευθύνουν κατά τρόπο ανεξάρτητο. Μ' αυτό ο Μάο θέλει να πει ότι οι ομόσπονδες δημοκρατίες στη Σοβιετική Ένωση δεν είχαν καμιά αρμοδιότητα. Αυτό είναι μπλόφα, ψέμα, γιατί, όπως ξέρουμε, οι σοβιετικές δημοκρατίες είχαν τα σχέδια οικονομικής τους ανάπτυξης, τα βιομηχανικά, γεωργικά κ.λπ, φυσικά σε στενή σύνδεση με το κέντρο. Να λες, λοιπόν, πως οι δημοκρατίες στη Σοβιετική Ένωση, όπως μπορεί να συμβαίνει στα διοικητικά διαμερίσματα της Κίνας, δεν είχαν τις αρμοδιότητές τους, σημαίνει να δυσφημείς το σοσιαλισμό που οικοδομήθηκε εκεί στην εποχή του Στάλιν, σημαίνει να προσπαθείς να δείξεις ότι η διοργάνωση, η διεύθυνση, η ιδεολογία και η πολιτική της Κίνας στέκουν πιο ψηλά απ' ότι στη Σοβιετική Ένωση, ότι η λενινιστική πρακτική της οικονομικής οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση δεν είναι σωστή, γιατί αυτή τη λενινιστική πραχτική, σύμφωνα με το Μάο, την είχε διαστρεβλώσει ο Στάλιν! Εμείς όμως ξέρουμε πως ο Στάλιν εφάρμοσε πιστά την οικονομική, οργανωτική και ιδεολογική πολιτική του Λένιν. Ότι σ' όλο αυτό το τεράστιο έργο μπορεί να έγιναν λάθη, αυτό δεν αποκλείεται. Ο ίδιος ο Μάο Τσε Τουνγκ λέει ότι και στην Κίνα έγιναν λάθη, αλλά όταν μιλάει για τη Σοβιετική Ένωση αυτά τα λάθη τα παραφουσκώνει, μάλιστα τα μεγαλώνει σε τέτοιο βαθμό που φαίνεται ανοιχτά ο σκοπός του να δυσφημίσει το σωστό σύστημα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης της εποχής του Στάλιν.
Είναι παράλογο να λες ότι στη Σοβιετική Ένωση δεν υπήρχαν στην εποχή του Στάλιν πρωτοβουλίες από μέρους των τοπικών οργάνων. Μήπως ο Μάο Τσε Τουνγκ μ'αυτή την ομολογία θέλει να ελάχιστοποιήσει και να εξασθενίσει το ρόλο του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και να δικαιολογήσει το δρόμο της τιτοϊκής «αυτοδιαχείρισης»; Εμείς δεν ξεχνάμε τις εκτιμήσεις του Μάο Τσε Τουνγκ για τον Τίτο. Να δεχτείς ότι ο Στάλιν έσφαλε σχετικά με τον Τίτο, αυτό σημαίνει ότι ο Μάο Τσε Τουνγκ επιδοκιμάζει τις μεθόδους «αυτοδιαχείρισης» της γιουγκοσλάβικης οικονομίας, δηλαδή τις μεθόδους της ρεβιζιονιστικής τιτοϊκής «αυτοδιαχείρισης». Ο Μάο θέλει να εφαρμόσει προοδευτικά αυτή την «αυτοδιαχείριση» και στην Κίνα. Δεν παραλείπει να μιλάει και για την ιδιομορφία. Είναι ενδιαφέρον αυτό που λένε οι Κινέζοι πως θέλουν να οικοδομήσουν έναν ιδιόμορφο σοσιαλισμό. Σ' αυτό το ζήτημα συνταυτίζονται με τον Τίτο, ο οποίος, από καιρό τώρα, λογοκοπεί για την οικοδόμηση «ιδιόμορφου σοσιαλισμού». Εδώ δεν πρόκειται μόνο για τον όρο που χρησιμοποιούν οι Κινέζοι, αλλά και για το περιεχόμενο και την εισέλευση της τιτοϊκής πείρας.
Στο έκτο σημείο ο Μάο μιλάει για τις σχέσεις ανάμεσα στην εθνότητα των Χαν και τις μειονοτικές εθνότητες που ζουν στην Κίνα. Στη θεωρία μπορείς να μιλάς όσο θέλεις για ισότητα ανάμεσα στις εθνότητες, αλλά, στην πραγματικότητα, στην Κίνα κυριαρχεί η εθνότητα των Χαν. Στις σχέσεις μεταξύ των εθνοτήτων η εθνότητα Χαν είναι και διατηρεί την υπεροχή, κυριαρχεί και διατάσσει τις άλλες εθνότητες, ανεξάρτητα από τις τετριμμένες και δημαγωγικές φόρμουλες που χρησιμοποιούνται. Στον καιρό του Στάλιν, η κατάσταση στις σχέσεις ανάμεσα στις ρωσικές εθνότητες και τις εθνικές μειονότητες, δεν ήταν όπως ισχυρίζεται ο Μάο. Λάθη υπήρχαν, αλλά όχι όπως τα παρουσιάζει. Στην Κίνα δεν υπάρχει δημοκρατία και ισότητα μεταξύ των εθνοτήτων. Εκεί υπάρχει στρατιωτική δικτατορία, όπως στους παλιούς καιρούς. Η μερίδα εκείνης της εθνότητας που είχε το στρατό με το μέρος της, επέβαλλε τη θέλησή της στις μάζες του λαού και του κόμματος. Συνεπώς επικεφαλής του κόμματος εκεί είναι ο στρατός, επικεφαλής του κράτους επίσης είναι ο στρατός.
Στο έβδομο σημείο, σχετικά με τις σχέσεις ανάμεσα στους κομματικούς και εσωκομματικούς, ο Μάο Τσε Τουνγκ βρίσκεται απόλυτα σε ρεβιζιονιστική και οπορτουνιστική γραμμή. Δε θέτει το κομμουνιστικό κόμμα επικεφαλής, στην ηγεσία· αφήνει να εννοηθεί ότι είναι στην ηγεσία, αλλά θέλει να αναγνωρίζει το μοίρασμα της εξουσίας με τα κόμματα της αστικής τάξης. Ο Μάο, λοιπόν, είναι υπέρ του κομματικού πλουραλισμού στη διεύθυνση του προλεταριακού κράτους. Θεωρεί απαραίτητη την ύπαρξη αυτών των κομμάτων για πολλούς λόγους: για τις κριτικές που μπορεί να κάμουν στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας, για τις πολλές πληροφορίες που μπορεί να έχει απ' αυτές τις κριτικές ώστε να ανακαλύπτει καθετί που οργανώνεται και γίνεται ύπουλα κ.λπ. θεωρεί την ύπαρξη αυτών των κομμάτων σαν καθοριστικό παράγοντα ή, καλύτερα να λέμε, σαν απαραίτητο παράγοντα για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην Κίνα.
Μ' αυτό ο Μάο έρχεται σε αντίθεση με το Λένιν, ο οποίος, φυσικά, δεν επέτρεψε να διευθύνουν το σοβιετικό κράτος άλλα κόμματα, εκτός από το Μπολσεβίκικο Κόμμα. Επομένως, να δεχτείς την εφαρμογή του συστήματος πολλών κομμάτων στην καθοδήγηση, σημαίνει να καθοδηγείσαι από αντιμαρξιστικές ιδεολογικές απόψεις. Στο κεφάλαιο αυτό ο Μάο προσπαθεί να ταυτίσει αυτά τα κόμματα με μερικούς ανθρώπους, με μερικούς ηγέτες, οι οποίοι «είτε κάνουν κάποια κριτική, είτε επιδοκιμάζουν τις αποφάσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας». Εδώ δεν πρόκειται για μερικά δημοκρατικά προοδευτικά άτομα, τα οποία και το Κουμμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης, και το Κόμμα μας και όλα τα άλλα κόμματα τα έχουν δεχτεί στο Μέτωπο, τα έχουν κρατήσει κοντά τους, τα έχουν συμβουλευτεί όταν ήταν αναγκαίο, μα ο Μάο Τσε Τούνγκ νομιμοποιεί την ύπαρξη των αστικών κομμάτων στη διεύθυνση του προλεταριακού κράτους. Μ' αυτή τη θέση του εξηγεί τάχα ότι τα «δημοκρατικά κόμματα είναι προϊόν της ιστορίας» και ότι «καθετί που γεννιέται στην ιστορία, εξαφανίζεται επίσης στην ιστορία». Για τους μαρξιστές - λενινιστές είναι ξεκάθαρο ότι κάθε κόμμα εκπροσωπεί τα συμφέροντα μερικών καθορισμένων τάξεων και στρωμάτων, επομένως τι νόημα έχει να διατηρείς στο σοσιαλισμό τα κόμματα που εκπροσωπούν τα συμφέροντα της αστικής τάξης; Αυτό σημαίνει παραίτηση από την πάλη των τάξεων, παραίτηση από τον αγώνα υπέρ της ηγεμονίας του προλεταριάτου και του κόμματος του.
Κατά το Μάο, αυτά τα λεγόμενα δημοκρατικά κόμματα, μέχρι και το κόμμα του Κουόμιντανγκ, θα εξαφανιστούν, όπως θα εξαφανιστεί και το κομμουνιστικό κόμμα. «Με την εξαφάνιση του κομμουνιστικού κόμματος και της δικτατορίας του προλεταριάτου, εμείς θα είμαστε πολύ ικανοποιημένοι», λέει ο Μάο.
Ο Μάο δεν παραλείπει να πει πως τώρα εμείς δε μπορούμε να κάνουμε χωρίς τη δικτατορία του προλεταριάτου και χωρίς το κόμμα του προλεταριάτου. Αυτό το υπογραμμίζει και λέει ότι το κόμμα πρέπει να γίνει ισχυρό, μάλιστα γι' αυτό αναφέρεται και στο Λένιν, αλλά αυτό το κάνει αφού αμόλησε το δηλητήριο. Ο Λένιν έχει πει πως δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς το κόμμα του προλεταριάτου και χωρίς τη δικτατορία του προλεταριάτου, έχει εξηγήσει και για τι χρησιμεύει αυτή η δικτατορία. Το 1920 ο Λένιν λέει:
« Όποιος εξασθενίζει έστω και λίγο τη σιδερένια πειθαρχία του κόμματος του προλεταριάτου (προπαντός στον καιρό της δικτατορίας του), στην πραγματικότητα βοηθά την αστική τάξη ενάντια στο προλεταριάτο».[5]
Ο Στάλιν επίσης λέει:
«Αρκεί μόνο να κλονιστεί το κόμμα μας, να εξασθενήσει, ώστε αμέσως να κλονιστεί και να εξασθενήσει η δικτατορία του προλεταριάτου».[6]
Στο όγδοο σημείο, στο οποίο μιλάει για τη σχέση ανάμεσα στην επανάσταση και την αντεπανάσταση, ο Μάο Τσε Τουνγκ λέει ότι η δικτατορία του προλεταριάτου είναι αναγκαία για να καταστείλει την αντεπανάσταση και τους αντεπαναστάτες, αλλά δυστυχώς θωπεύει τους αντεπαναστάτες. Ομολογεί πως «στην αρχή σκοτώσαμε μερικούς αντεπαναστάτες, αλλά δεν πρέπει να σκοτώσουμε άλλους, δεν πρέπει να φυλακίσουμε, αυτούς δεν πρέπει να τους δικάσουμε, αλλά να τους πείσουμε, να τους στείλουμε στο χωριό, όπου να διαπαιδαγωγηθούν δουλεύοντας» κ.λπ., κ.λπ. «Εμείς μπορεί να διατηρήσουμε το νόμο της θανατικής ποινής, - λέει ο Μάο - αλλά να μη τον εφαρμόζουμε στην πράξη!» Τι είναι αυτό; Αυτό δεν είναι ταξική πάλη. Μια τέτοια στάση δεν εξαλείφει την αντεπανάσταση, δεν εξαλείφει τις εκμεταλλεύτριες τάξεις.
Σχετικά όμως μ' αυτό, ο Λένιν μεταξύ άλλων μας διδάσκει να φθάσουμε
«... μέχρι την ολοκληρωτική εκδίωξη ή την εξορία των πιο επικίνδυνων και των πιο σκληροτράχηλων εκμεταλλευτών, να οργανώσουμε αυστηρή επιτήρηση πάνω σ' αυτούς, για να καταπολεμήσουμε τις αναπόφευκτες απόπειρες για αντίσταση και για παλινόρθωση της καπιταλιστικής σκλαβιάς, μόνο τα μέτρα αυτού του είδους είναι σε θέση να εξασφαλίσουν την πραγματική καθυπόταξη όλης της τάξης των εκμεταλλευτών». [7]
Από τις θέσεις του «δεκάλογου» του Μάο πρέπει να έχουν συντομευθεί πολλά πράγματα, γιατί μερικούς μήνες ύστερα από το 8ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας ειπώθηκε ρητά πως οι ιδιοκτήτες των εργοστασίων πρέπει να πάρουν πρόσοδο και να είναι υποδιευθυντές τους. Αυτή η άποψη φαίνεται σ' όλη αυτή τη θέση του Μάο Τσε Τουνγκ. Κρατάει τους αντιδραστικούς καπιταλιστές στη διεύθυνση των εργοστασίων που ήταν ιδιοκτησία τους, τους δίνει έσοδα από αυτά τα κρατικοποιημένα εργοστάσιά τους, αλλά που εν μέρει θεωρούνται δικά τους, και λησμονεί πως τα έχουν ανεγείρει και τα έχουν επεκτείνει εκμεταλλευόμενοι το αίμα και τον ιδρώτα των εργατών. Ταξική πάλη λέγεται αυτή; Όχι, δε είναι καθόλου ταξική πάλη. Αυτοί οι πρώην ιδιοκτήτες, σύμφωνα με το Μάο, πρέπει να συγχωνευτούν στην κοινωνία, να μπουν στην κοινωνία, να διαπαιδαγωγηθούν στην κοινωνία. (Δηλαδή να ενσωματωθούν στο σοσιαλισμό. Για ενσωμάτωση του καπιταλισμού στο σοσιαλισμό κάνουν πολύ λόγο σήμερα οι αστοί και οι ρεβιζιονιστές «θεωρητικοί», καθώς και οι τιτοϊκοί, οι «ευρωκομμουνιστές» κ.λπ.). «Αυτό θα είναι πολύ καλό πράγμα, - ομολογεί ο Μάο - για πολλούς λόγους, ένας από τους οποίους είναι ότι εμείς (οι Κινέζοι) θα δώσουμε έτσι ένα καλό παράδειγμα στις άλλες χώρες του κόσμου». («Ωραίο» παράδειγμα για το πώς δεν καταπολεμούνται οι εχθροί του λαού!)
Εντελώς διαφορετικά σκέφτεται ο Λένιν, ο οποίος λέει:
«Και η πάλη ενάντια σ'αυτό το αυθόρμητο κύμα δεν μπορεί να διεξαχθεί μόνο με προπαγάνδα και διαφώτιση, μόνο οργανώνοντας άμιλλα, μόνο διαλέγοντας οργανωτές- η πάλη πρέπει να διεξαχθεί και με εξαναγκασμό».[8]
Και ξανά ο Λένιν, σχετικά μ' αυτό το πρόβλημα, τονίζει:
«... κάθε σκέψη ότι οι καπιταλιστές θα υποταχθούν ειρηνικά στη θέληση της πλειονότητας των εκμεταλλευόμενων, ότι μπορεί να γίνει ειρηνικά, ρεφορμιστικά το πέρασμα στο σοσιαλισμό είναι όχι μόνο η μεγαλύτερη φιλισταϊκή παραφροσύνη, αλλά και άμεση εξαπάτηση των εργατών».[9]
Άλλη άποψη του Μάο είναι ότι, αν εξαφανίσουμε τους καπιταλιστές, θα χάσουμε, λέει, και μια πηγή πληροφόρησης, έτσι που δε θα ξέρουμε τι συμβαίνει στους κόλπους τους. Τι «μεγαλοφυή» συμπεράσματα για το σβήσιμο της πάλης των τάξεων! Για να εφαρμόζαμε κι εμείς μια τέτοια «ταξική πάλη» προσπάθησε να μας πείσει ο Τσου Εν Λάι, ο οποίος μας κατηγορούσε ότι τάχα δε διεξάγαμε ταξική πάλη! Σκοπός ήταν να ιδεί ως ποιο σημείο διεξάγαμε αυτή την πάλη, ήμασταν με τη γραμμή του Μάο Τσε Τουνγκ υπέρ της κατάπαυσης της πάλης των τάξεων, ή με το λενινιστικό και σταλινικό δρόμο υπέρ της σκληρής διεξαγωγής αυτής της πάλης.
Ο Μάο έχει καλλιεργήσει στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας τη λατρεία του και δεν εφάρμοσε τα μεγάλα διδάγματα του μαρξισμού - λενινισμού, ούτε την πάλη των τάξεων, ούτε τη σιδερένια προλεταριακή πειθαρχία, ούτε τη δικτατορία του προλεταριάτου. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας μεγάλωσε και ζυμώθηκε με φιλελευθεριστικούς, ρεφορμιστικούς κανόνες, με δύο και περισσότερες γραμμές. Συνεπώς, οι βασικές θέσεις του μαρξισμού - λενινισμού είναι εικονικές για το Μάο και για το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας.
Άνθρωποι όπως ο Μάο Τσε Τουνγκ κατηγορούν το Στάλιν ότι έχει κάμει δήθεν λάθη σχετικά με την πάλη των τάξεων, ενώ ο ίδιοι δηλώνουν πως στο σοσιαλισμό η πάλη των τάξεων όλο και εξασθενεί συνεχώς. Μάλιστα ο Μάο Τσε Τουνγκ λέει εντελώς ανοιχτά να μη κάνουμε ταξική πάλη, να μη εκτελούμε τους εγκληματίες, να μη τουφεκίζουμε τους επικίνδυνους εχθρούς, να μη φυλακίζουμε κανέναν. Ενώ ο Στάλιν αυτό δεν το έκανε ποτέ. Στην πράξη συνέχισε σκληρά, αποφασιστικά και ως το τέλος την πάλη ενάντια στους εχθρούς του λαού. Ο Μάο Τσε Τουνγκ για να δικαιολογήσει την αντεπανάσταση, για να την υπερασπίσει παραθέτει πέντε - έξι λόγους και μ' αυτούς προσπαθεί «ν'αποδείξει» ότι ο δρόμος του ήταν σωστός, μαρξιστικός - λενινιστικός.
Ο Μάο ισχυρίζεται να εξαλείψει τη βία, τη θανατική ποινή, τα δικαστήρια και τις εισαγγελίες, για να μην τιμωρούνται οι αντεπαναστάτες. Διακηρύσσει μόνο τη διαπαιδαγώγηση και την προπαγάνδα. Πού υπάρχει εδώ η πάλη των τάξεων εκ μέρους του Μάο; Πού υπάρχει η δικτατορία του προλεταριάτου στις απόψεις και στην πρακτική του;
Στο ένατο σημείο ο Μάο μιλάει σχετικά με τις σχέσεις ανάμεσα στο δίκαιο και το άδικο. Σε τι αποβλέπει όταν μιλάει γι' αυτές τις σχέσεις; Κι εδώ ο Μάο προσπαθεί να επιτεθεί ενάντια στο Στάλιν. Λέει ότι «ο Στάλιν τουφέκιζε ανθρώπους για το παραμικρότερο λάθος». Αυτό είναι συκοφαντία. Ο Στάλιν δεν εκτελούσε ανθρώπους για λάθη, αντίθετα, αυτούς που λάθευαν προσπαθούσε να τους διορθώσει και για αυτή την αλήθεια μιλούν τα ντοκουμέντα. Ο Στάλιν προσανατόλιζε να φυλακίζονται ή να κλείνονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης οι κακοποιοί, ή να εκτελούνται οι αντεπαναστάτες, οι προδότες, οι κατάσκοποι και οι άλλοι εχθροί του λαού για εξαιρετικά επικίνδυνα εγκλήματα. Αν δεν το έκανε αυτό, δε μπορούσε να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός στη Σοβιετική Ένωση και ο ίδιος δε μπορούσε να είναι σε λενινιστικό δρόμο. Ο Μάο Τσε Τουνγκ είναι σ'αντίθεση μ'αυτή τη γραμμή. Γενικεύει το ζήτημα και μεταχειρίζεται όμοια τόσο αυτούς που διέπραξαν όχι πολύ επικίνδυνα εγκλήματα, οι οποίοι δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να τουφεκίζονται, όσο και τους αντεπαναστάτες. Ποιος λέει να τουφεκίσουμε αυτούς που δε διέπραξαν σοβαρά εγκλήματα; Κανένας. Αντίθετα, είμαστε υπέρ της αναμόρφωσης τέτοιων ανθρώπων, να τους διορθώνουμε, και έτσι ενεργήσαμε.
Το δέκατο και τελευταίο σημείο του «δεκάλογου» μιλάει για τις σχέσεις μεταξύ της Κίνας και των άλλων χωρών. Αυτές οι σχέσεις, που τις εξηγεί και τις ανάγει σε θέσεις, δεν περικλείουν και πολύ μαρξισμό - απεναντίας είναι οπορτουνιστικές, ρεβιζιονιστικές σχέσεις. Αποβλέπουν στο να μην εφαρμόζει η Κίνα σωστή επαναστατική γραμμή σε βοήθεια του παγκόσμιου προλεταριάτου και της παγκόσμιας επανάστασης, σε βοήθεια των κομμουνιστικών μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων, για να αγωνίζονται μ' επιτυχία ενάντια στην αστική τάξη, ενάντια στον καπιταλισμό και το σύγχρονο ρεβιζιονισμό. Στην πραγματικότητα ο Μάο είναι ένας σύγχρονος ρεβιζιονιστής, όπως και οι σοβιετικοί, οι τιτοϊκοί και οι άλλοι ρεβιζιονιστές.
Σχετικά με την εξωτερική πολιτική της Κίνας, στις περιβόητες θέσεις του Μάο Τσε Τουνγκ αναφέρεται: «Η πολιτική μας είναι να διδαχτούμε από τα θετικά όλων των εθνών και χωρών, να διδαχτούμε απ'ό,τι το καλό υπάρχει στον πολιτικό, οικονομικό, επιστημονικό και τεχνικό τομέα, καθώς και στη λογοτεχνία και την τέχνη». Αυτή είναι όλη η πολιτική του και για να γίνουν αυτά, σύμφωνα με το Μάο Τσε Τουνγκ, πρέπει να αποκατασταθεί η ειρηνική συνύπαρξη (ρεβιζιονιστική) με όλα τα κράτη του κόσμου. Για το Μάο δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα σ' αυτά τα κράτη. Αργότερα ο Μάο Τσε Τουνγκ, παραβλέποντας το οικονομικό-κοινωνικό καθεστώς που υπάρχει στη μια ή στην άλλη χώρα, χωρίζει τον κόσμο σε τρία και είναι υπέρ της στρατηγικής των «τριών κόσμων». Αυτός δεν είναι ενάντια σε κανέναν «κόσμο». Και στον «πρώτο κόσμο», όπου ο Μάο συγκαταλέγει τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και το σοβιετικό σοσιαλιμπεριαλισμό, αύριο μπορεί να είναι ενάντια- σήμερα είναι ενάντια στο σοβιετικό σοσιαλιμπεριαλισμό, αύριο μπορεί να είναι υπέρ. Συνεπώς, κινείται σύμφωνα με τις περιστάσεις, όπως το απαιτούν τα ρεβιζιονιστικά συμφέροντα του κινέζικου κράτους, και δεν ενεργεί με βάση τις μαρξιστικές - λενινιστικές αρχές, δε σκέφτεται ότι πρέπει να καταπολεμηθούν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και να υποστηριχτεί ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των λαών.
Μ' αυτή τη γραμμή ο Μάο Τσε Τουνγκ δε μπορεί να υποστηρίξει τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των λαών. Δημαγωγία μπορεί να κάνει και να δηλώνει πως «εμείς, οι Κινέζοι, είμαστε με τους λαούς του τρίτου κόσμου», αυτά όμως είναι μόνο λόγια. Εφόσον διατυπώνει την τακτική που ανάφερα πιο πάνω, εφόσον είναι με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, με τον οποίο δε θέλει να τα χαλάσει, γιατί πρέπει να «διδαχτεί» απ'αυτόν, να πάρει και πιστώσεις φανερά ή κρυφά, ο Μάο Τσε Τουνγκ δε μπορεί να είναι με τους λαούς του λεγόμενου τρίτου κόσμου, που αγωνίζονται ενάντια στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, δεν μπορεί να τους βοηθήσει να απαλλαγούν από το ζυγό αυτού του ιμπεριαλισμού. Με δημαγωγία προσπαθεί να έρθει σε υπεράσπιση των κρατών που βρίσκονται κάτω από την επιρροή του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού, αλλά αυτό το κάνει για να τα περάσει ή κάτω από την επιρροή της Κίνας, ή κάτω από την επιρροή των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Ακολουθώντας αντιμαρξιστική στρατηγική, ο Μάο δέχτηκε το Νίξον στην Κίνα, πριν αυτή αναγνωριστεί επίσημα από τις ΕΠΑ∙ επίσης δέχτηκε να αφαιρέσει, χάρη της επίσκεψης του αμερικάνου προέδρου, το εμπόδιο του ζητήματος της Ταϊβάν, που είχε στήσει σαν ατσάλινο τείχος για κάθε χώρα που ήθελε να συνάψει διπλωματικές σχέσεις με την Κίνα. Από τότε παρασιώπησε την Ταϊβάν. Μ'αυτό λέει στις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής πως μπορεί να παραμείνουν στην Ταϊβάν, στην Ιαπωνία, στις νήσους Οκινάβα, στη Βιρμανία και αλλού, και πάνω σ'αυτή τη στρατηγική του Μάο η Κίνα και οι σημερινοί κινέζοι ρεβιζιονιστές ηγέτες έχουν στηρίξει την εξωτερική πολιτική τους και την άμυνα. Σίγουρα η κινέζικη ηγεσία πρέπει να έχει αποδεχθεί ότι μπορούν να παραμείνουν οι Αμερικάνοι και στο Νότιο Βιετνάμ και να δοθεί τέλος στον πόλεμο, ώστε οι Βιετναμέζοι να συμφιλιωθούν με τους Αμερικάνους. Γι' αυτό το λόγο πρέπει να προέκυψαν διαφωνίες ανάμεσα στους Κινέζους και τους Βιετναμέζους, οι οποίοι κάποτε δήλωσαν ανοιχτά πως «Εμείς (οι Βιετναμέζοι) δεν επιτρέπουμε σε κανένα άλλο κράτος να αναμιχθεί στις εσωτερικές μας υποθέσεις...».
Ο Μάο Τσε Τουνγκ κατηγορεί το Στάλιν για αριστερό τυχοδιωκτισμό, τον κατηγορεί ότι άσκησε μεγάλες πιέσεις ενάντια στην Κίνα και στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας. Ο Στάλιν πρέπει να μην είχε μεγάλη εμπιστοσύνη στην ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας. Όταν απελευθερώθηκε η Κίνα, ο Στάλιν εξέφρασε την υποψία μήπως η κινέζικη ηγεσία βάδιζε στον τιτοϊκό δρόμο. Ρίχνοντας μια ματιά σ' όλες τις κυριότερες αρχές της ρεβιζιονιστικής γραμμής του Μάο Τσε Τουνγκ, για όλα αυτά που εγείρει ενάντια στον Στάλιν, μπορούμε να πούμε με πλήρη πεποίθηση ότι ο Στάλιν ήταν πραγματικά μεγάλος μαρξιστής-λενινιστής και έχει προβλέψει σωστά προς τα πού βαδίζει η Κίνα, είδε από καιρό ποιες ήταν οι απόψεις του Μάο Τσε Τουνγκ και έβγαλε το συμπέρασμα ότι αυτές οι απόψεις σε πολλές κατευθύνσεις ήταν τιτοϊκές ρεβιζιονιστικές απόψεις, όπως στη διεθνή πολιτική και στην εσωτερική πολιτική, στην πάλη των τάξεων, στη δικτατορία του προλεταριάτου, στην ειρηνική συνύπαρξη ανάμεσα σε χώρες με διαφορετικά κοινωνικά συστήματα κ.λπ.
Δημοσιεύοντας αυτό το «δεκάλογο» ο Χουά Κούο Φενγκ και συντροφιά θέλουν να νομιμοποιήσουν τη ρεβιζιονιστική γραμμή τους, να νομιμοποιήσουν την αντεπαναστατική τους δράση, να νομιμοποιήσουν τη διακοπή της Πολιτιστικής Επανάστασης, γιατί νομίζουν πως έτσι θα ψαρέψουν πιο εύκολα, παρόλο που, όπως έγραψα προηγούμενα, η Πολιτιστική Επανάσταση στην Κίνα δεν ήταν σε επαναστατικές αλλά σε οπορτουνιστικές βάσεις. Ήταν πάλη μιας οπορτουνιστικής ομάδας με επικεφαλής το Μάο Τσε Τουνγκ, ενάντια σε μια άλλη οπορτουνιστική ομάδα με επικεφαλής το Λιου Σάο Τσι, τον Τσου Εν Λάι, τον Τενγκ Χσιάο Πινγκ, τον Πενγκ Τσένγκ κ.λπ., που είχαν σφετεριστεί την εξουσία. Ο Μάο Τσε Τουνγκ διέτρεχε κίνδυνο από την αντίπαλη ομάδα και θα τον πέταζαν στο καλάθι της ιστορίας, όπως πέταξε ο Μάο το Λιου Σάο Τσι. Ο Μάο μπόρεσε να επωφεληθεί από τη λατρεία του που μεσουράνιζε, αν και για λατρεία κατηγορεί τους άλλους σαν κομπορρήμονες. Αυτοί οι κομπορρήμονες, σύμφωνα με το Μάο, είναι ο Στάλιν και συντροφιά. Ο Μάο Τσε Τουνγκ, λοιπόν, επωφελήθηκε από την ξέφρενη λατρεία που καθ'όλη τη ζωή του είχε καλλιεργηθεί για το άτομό του, κινητοποίησε το στρατό, στηρίχθηκε σ' αυτόν και στη σχολική νεολαία και εξαπέλυσε τη λεγόμενη Πολιτιστική Επανάσταση. Όμως εμπόδισε κι αυτή την επανάσταση να αναπτυχθεί ως το τέλος, γιατί έθετε σε κίνδυνο όλα τα οπορτουνιστικά στελέχη που συμμετείχαν στην ομάδα του Λιου Σάο Τσι και του Τσου Εν Λάι, έθετε σε κίνδυνο και τον ίδιο το Μάο Τσε Τουνγκ. Γι' αυτό, ύστερα από ορισμένο χρόνο, έστρεψε το τιμόνι προς άλλη κατεύθυνση, υποστήριξε τους δεξιούς και έδωσε εξουσία στον Τσου Εν Λάι, ο οποίος εκπόνησε και έθεσε σε εφαρμογή τα σχέδιά του.
Κατά την περίοδο αυτή νέα στοιχεία, τα οποία εμφανίστηκαν στην πορεία της Πολιτιστικής Επανάστασης, ιδιαίτερα τα στοιχεία της «τετράδας», που τώρα θεωρούνται «προδότες» από τον Χουά Κούο Φενγκ, έβλεπαν αυτόν τον τρομερό γκρεμό προς τον οποίον οδηγούσαν την Κίνα, και με τον τρόπο και τις μεθόδους τους, που προφανώς δεν ήταν πολύ μελετημένες και ώριμες, ίσως και όχι τόσο σωστές αλλά κάπως επαναστατικές, προσπάθησαν να περιορίσουν αυτή την εχθρική δράση, η οποία οδηγούσε την Κίνα στο σοσιαλιμπεριαλισμό. Μετά το θάνατο του Μάο, οι δεξιοί κατόρθωσαν να πάρουν την εξουσία. Αμέσως, μ' ένα χτύπημα, όπως λένε, πάταξαν τα στοιχεία της αριστεράς και κατέπνιξαν την επανάσταση. Δηλαδή οι αντεπαναστάτες, τους οποίους είχαν μπάσει στην εξουσία και στο κόμμα ο Μάο Τσε Τουνγκ και οι οπαδοί του, κατέπνιξαν την επανάσταση στην Κίνα.
«Σκέψεις για την Κίνα», τομ. 2ος.
ΕΝΒΕΡ ΧΟΤΖΑ - ΔΙΑΛΕΧΤΑ ΕΡΓΑ - ΤΟΜΟΣ 3 - ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΠΛΑΝΗΤΗΣ» - ΣΕΛ. 143 - 161

[1] Μπάλλι = Αντιδραστική οργάνωση στην Αλβανία κατά τον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα.
[2] Ο Νίξον επισκέφτηκε το Πεκίνο στις 21 Φλεβάρη 1972.
[3] Β. I. Λένιν, Άπαντα, τομ. 18ος, σελ. 653, αλβ. έκδ.
[4] Γαλλικά - αφέλεια τρόπων.
[5] Β. I. Λένιν. Άπαντα, τομ. 31ος, σελ. 33, αλβ. έκδ.
[6] I. Β. Στάλιν. Άπαντα, τομ. 7ος, σελ. 347, αλβ. έκδ.
[7] Β. I. Λένιν. Άπαντα, τομ. 31ος σελ. 201, αλβ. έκδ.
[8] Β. I. Λένιν. Άπαντα, τομ. 27ος, σελ. 295, αλβ. έκδ.
[9] Β. I. Λένιν. Άπαντα, τομ. 31ος, σελ. 201, αλβ. έκδ.

Για τις δέκα μεγάλες σχέσεις – Μάο ΤσεΤουνγκ - 25 'Απρίλη 1956





ΜΑΟ ΤΣΕΤΟΥΝΓΚ

ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΕΚΑ ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

 

(25 'Απρίλη 1956)

Μετάφραση από τα γαλλικά

ΜΟΡΦΩΤΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ

AΘHΝA 1977 

 

* * *



Για την απάντηση απο τη μερια του μαρξισμου-λενινισμου δειτε το 

Η απάντηση του σ. Ε.Χοτζα στην ομιλια του Μαο Τσε Τουνγκ "ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΕΚΑ ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ" (25 'Απρίλη 1956)








Λόγος, που εκφωνήθηκε από το σύντροφο Μάο Τσετούνγκ σε μια πλατειά σύνοδο του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας. Στο λόγο αυτό, ο σύντροφος Μάο Τσετούνγκ, χρησιμοποι­ώντας τα μαθήματα που πρόσφερε η πείρα της Σοβιετικής "Ένωσης, κάνει τον απολογισμό της πείρας της χώρας μας, παρουσιάζει μια έκθεση πάνω στης δέκα μεγάλες σχέσεις που παρεμβαίνουν ατή σοσιαλιστική επανάσταση και στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και προβάλλει τις θεμελιώδικες αντιλήψεις για τη γενική γραμμή της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σύμφωνα με την αρχή: Ποσότητα, ταχύτητα, ποιότητα και οικονομία, γραμμή προσαρμοσμένη στις συνθήκες της χώρας μας.
 
 
 
 
Στη διάρκεια των τελευταίων μηνών, το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής άκουσε τους απολογισμούς δράσης που παρουσίασαν τριάντα τέσσερεις τομείς που εξαρτιούνται από τις κεντρικές αρχές και ειδικά οι τομείς της βιομηχανίας, της αγροτικής οικονομίας, των μεταφορών, του εμπορίου και των δημόσιων οικονομικών. Σημειώσαμε μερικά προβλήματα σχετικά με τη σοσιαλιστική οικοδόμηση και το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, που θα μπορούσαν να αναχθούν σε δέκα, δηλαδή σε δέκα μεγάλες σχέσεις.
Τα δέκα προβλήματα που προκύψαν, έχουν σχέση με μια βασική αρχή : να αξιοποιήσουμε όλους τούς θετικούς παράγοντες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας, έτσι ώστε να εξυπηρετήσουν την υπόθεση του σοσιαλισμού. Στο παρελθόν, είναι ακριβώς αυτή η αρχή, της αξιοποίησης όλων των θετικών παραγόντων, που εφαρμόσαμε για να βάλουμε τέλος στην κυριαρχία του ιμπεριαλισμού, της φεουδαρχίας και του γραφειοκρατικού καπιταλισμού, και για να κερδίσουμε τη νίκη της λαϊκοδημοκρατικής επανάσταση. Τώρα, εφαρμόζουμε την ίδια αρχή στη σοσιαλιστική επανάσταση και στην οικοδόμηση ενός σοσιαλιστικού Κράτους. Αλλά, στη δουλειά μας, μπαίνουνε ζητήματα που πρέπει να συζητήσουμε. Εκείνο που πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα είναι οι αδυναμίες και τα λάθη που παρουσιάστηκαν στη διάρκεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης της Σοβιετικής Ένωσης και που αποκαλύφθηκαν τελευταία. Θα θέλαμε να κάνουμε την ίδια παρέκκλιση; Στο παρελθόν, αξιοποιώντας ακριβώς αυτές τις εμπειρίες και τα μαθήματα μπορέσαμε να αποφύγουμε διάφορες παρεκκλίσεις σήμερα θα έπρεπε, ακόμα περισσότερο, να μας χρησιμεύσουν σαν προειδοποίηση, αυτές οι εμπειρίες και τα μαθήματα.
Ποιοι είναι οι θετικοί παράγοντες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας; Στο εσωτερικό, οι εργάτες και οι αγρότες αποτελούν τις κύριες δυνάμεις. Οι ενδιάμεσες δυνάμεις είναι εκείνες που μπορούμε να κερδίσουμε με το μέρος μας. Όσο για τις αντιδραστικές δυνάμεις, παρά το γεγονός ότι είναι αρνητικοί παράγον­τες, πρέπει να κάνουμε σωστά τη δουλειά που επιβάλ­λεται για να μετατρέψουμε, στο μέτρο του δυνατού, αυ­τούς τούς αρνητικούς παράγοντες σε θετικούς παράγον­τες. Στο διεθνές πεδίο πρέπει να ενωθούμε με oλες τις δυνάμεις που μπορούν να ενωθούν μαζί μας, να ουδετεροποιήσουμε τις δυνάμεις που δεν μπορούν να ενωθούν μαζί μας και επίσης να διασπάσουμε τις αντιδραστικές δυνάμεις για να αποκομίσουμε οφέλη απ'αυτό. Γενικά, πρέπει να κινητοποιήσουμε όλες τις δυνάμεις, άμεσες η έμμεσες, για να παλέψουμε με σκοπό να μετατρέψουμε τη χώρα μας σε ένα ισχυρό σοσιαλιστικό Κράτος, θα αναπτύξω τώρα αυτά τα δέκα προβλήματα:
Ι. Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗ ΒΑΡΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΑΠO ΤΗ ΜΙΑ ΠΛΕΥΡΑ ΚΑΙ
ΣΤΗΝ ΕΛΑΦΡΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΑΠ
O ΤΗΝ
ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ
Η βαριά βιομηχανία είναι ο κύριος παράγοντας στην οικοδόμη­ση της χώρας μας. Πρέπει, κατά προτεραιότητα, να αναπτύξουμε την παραγωγή των μέσων παραγωγής, αυτό είναι ξεκαθαρισμένο. Ωστόσο δεν πρέπει, από το λόγο αυτό, να αμελήσουμε την παρα­γωγή των ειδών διατροφής, ειδικά την παραγωγή των δημητρια­κών. Αν δεν έχουμε αρκετά δημητριακά και άλλα είδη πρώτης ανάγκης, δε θα μπορέσουμε καν να ταΐζουμε τούς εργάτες μας. Πώς θα μπορούσε τότε να γίνεται λόγος για ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας; Είναι γι’αυτό που πρέπει να αποκαταστήσουμε μια σωστή σχέση ανάμεσα στη βαριά βιομηχανία από τη μια πλευρά και την ελαφριά βιομηχανία και την αγροτική οικονομία από την άλλη.
Στη ρύθμιση της σχέσης ανάμεσα στη βαριά βιομηχανία από τη μια πλευρά και στην ελαφριά βιομηχανία και την αγροτική οι­κονομία από την άλλη, δεν έχουμε κάνει λάθη αρχής. Τα κατα­φέραμε καλύτερα από ότι η Σοβιετική Ένωση και ορισμένες χώ­ρες της 'Ανατολικής Ευρώπης. Το πρόβλημα που δημιουργήθηκε στη Σοβιετική Ένωση - όπου, για πολύ καιρό, η παραγωγή δημητριακών δεν είχε φτάσει στο επίπεδο-ρεκόρ της προεπανα­στατικής περιόδου-δεν υπάρχει στη χώρα μας, όπως δεν υπάρχουν ούτε και τα σοβαρά προβλήματα που γνωρίζουν ορισμένες από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης σα συνέπεια μιας πολύ μεγάλης ανισορροπίας ανάμεσα στην ανάπτυξη της ελαφριάς βιομηχανίας και στην ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας. Όλες αυτές οι χώρες δώσανε μονόπλευρα το βάρος στη βαριά βιομηχανία σε βάρος της αγροτικής οικονομίας και της ελαφριάς βιομηχανίας, πράγμα που έφερε την έλλειψη εμπορευμάτων στην αγορά και τη νομισματική αστάθεια. Εμείς, δώσαμε περισσότερη σημασία στην αγροτική οικονομία και στην ελαφριά βιομηχανία. Δώσαμε πάντα προσοχή στην αγροτική οικονομία και την αναπτύξαμε, εξασφαλίζοντας έτσι σε ένα αρκετά μεγάλο βαθμό, τις προμήθειες δημητριακών και πρώτων υλών που είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη της βιομηχανίας. Τα είδη καθημερινής κατανάλωσης είναι αρκετά άφθονα στη χώρα μας, οι τιμές και το νόμισμα είναι σταθερά.
Το ζήτημα που μπαίνει σήμερα μπροστά μας, είναι να κάνουμε καινούργιες προσπάθειες για να αναπροσαρμόσουμε όπως πρέπει την αναλογία των επενδύσεων στη βαριά βιομηχανία από τη μια πλευρά και στην αγροτική οικονομία και στην ελαφριά βιομηχανία από την άλλη, έτσι ώστε να αναπτύξουμε ακόμη περισσότερο την αγροτική οικονομία και την ελαφριά βιομηχανία. Αυτό σημαίνει μήπως, ότι δε θα δίνεται πια το βάρος στη βαριά βιομηχανία; Όχι, το βάρος θα δίνεται πάντα σ’αυτόν τον τομέα, που έχει πρωταρχική θέση στις επενδύσεις μας. Αλλά, πρέπει να αυξήσουμε το μερίδιο των επενδύσεων που προορίζονται για την αγροτική οικονομία και για την ελαφριά βιομηχανία.
Τί θα προκύψει από μια τέτοια αύξηση; Πρώτα - πρώτα θα μπορέσουμε να ικανοποιήσουμε καλύτερα τις ανάγκες του λαού και έπειτα, να επιταχύνουμε τη συσσώρευση κεφαλαίων πράγμα που θα επιτρέψει μια καλύτερη και εντατικότερη ανάπτυξη της βαριάς βιομηχανίας. Και η βαριά βιομηχανία μπορεί επίσης να συσσωρεύσει κεφάλαιο, αλλά, στις οικονομικές συνθήκες που γνωρίζει σήμερα η χώρα μας, η συσσώρευση μέσο της ελαφριάς βιομηχανίας και της αγροτικής οικονομίας είναι πιο σημαντική και πιο γρήγορη.
Εδώ μπαίνει ένα ερώτημα: Η επιθυμία σας να αναπτύξετε τη βαριά βιομηχανία είναι ειλικρινής η όχι, είναι έντονη ή μέτρια; Αν η επιθυμία σας δεν είναι ειλικρινής ή είναι μόνο μέτρια, τότε θα βλάψετε την αγροτική οικονομία και την ελαφριά βιομηχανία δίνοντάς τους λιγότερες επενδύσεις. Αν η επιθυμία σας είναι ειλικρινής ή έντονη, τότε πρέπει να δώσετε προσοχή στην αγροτική οικονομία και στην ελαφριά βιομηχανία, με τέτοιο τρόπο που να αυξηθεί η παραγωγή δημητριακών και πρώτων υλών για την ελαφριά βιομηχανία και να πραγματοποιηθεί μια πιο σημαντική συσσώρευση∙ και έτσι θα μπορούμε να επενδύουμε περισσότερα κεφάλαια στη βαριά βιομηχανία.
Για να αναπτύξουμε τη βαριά βιομηχανία μας, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε δύο μέθοδες: η μια μέθοδος συνίσταται στο να ελαττώσουμε την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας και της ελαφριάς βιομηχανίας, η άλλη - στο να την εντείνουμε. Εξετάζοντας τα πράγματα μακροπρόθεσμα, βλέπουμε πώς η πρώτη μέθοδος θα προσφέρει μια περιορισμένη και αργή ανάπτυξη στη βαριά βιομηχανία, ή, τουλάχιστον, όχι σταθερές βάσεις. Αν κάνουμε απολογισμό μετά από μερικές δεκάδες χρόνια, θα δούμε ότι με μια τέτοια μέθοδο δε βγαίνουμε κερδισμένοι. Η δεύτερη μέθοδος θα εξασφαλίσει στη βαριά βιομηχανία μια ανάπτυξη πιο μεγάλη και πιο γρήγορη, και επιπλέον, ικανοποιώντας τις ανάγκες του λαού, θα επιτρέψει στη βαριά βιομηχανία να αναπτυχθεί σε πιο σταθερές βάσεις. 


ΙΙ. Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΛΙΑΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΚΑΙ
ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Η βιομηχανία μας είχε συγκεντρωθεί στις παραλιακές περιοχές. Εννοούμε εδώ το Λιαονίνγκ, το Χοπέϊ, το Πεκίνο, το Τιεν-τσίν, το 'Ανατολικό Χονάν, το Χανγτόνγκ, το Ανχουέϊ, το Κιανγκ-σού, τη Σαγκάη, το Τσεκιάνγκ, το Φουκιέν, το Κουάνγκτονγκ και το Κουανγκσί. Περίπου τα 70 στα εκατό της ελαφριάς βιομηχανίας, καθώς και της βαριάς βιομηχανίας της χώρας μας βρίσκονται στις παραλιακές περιοχές και μόνο τα 30 στα εκατό στο εσωτερικό της χώρας. Είναι μια αλόγιστη κατάσταση που κληρονομήσαμε από την ιστορία. Οι βιομηχανικές βάσεις των παραλιακών περιοχών πρέπει να αξιοποιηθούν ολοκληρωτικά. Ωστόσο, για να πετύχουμε μια πιο ισόρροπη κατανομή της βιομηχανίας, πρέπει να αναπτύξουμε ορμητικά τη βιομηχανία στο εσωτερικό της χώρας. Όσον άφορα τη σχέση ανάμεσα στη βιομηχανία των παραλιακών περιοχών και στη βιομηχανία του εσωτερικοί της χώρας και εδώ δεν έχουμε διαπράξει σοβαρά λάθη. Μόνο αυτά τα τελευταία χρόνια, σα συνέπεια μιας ορισμένης υποτίμησης της παραλιακής βιομηχανίας, δε δώσαμε μια τόσο μεγάλη προσοχή στην ανάπτυξή της. Πρέπει να διορθώσουμε αυτή την κατάσταση πραγμάτων.
Προηγούμενα, ο πόλεμος συνεχιζόταν στην Κορέα και η διεθνής κατάσταση παράμενε πολύ τεταμένη. Αυτό δε μπορούσε να μη επιδράσει στη στάση μας απέναντι στη βιομηχανία στις παραλιακές περιοχές. Τώρα, που ένας καινούργιος επιθετικός πόλεμος ενάντια στην Κίνα, ή ένας καινούργιος παγκόσμιος πόλεμος δεν πρόκειται, κατά τις εκτιμήσεις μας, να ξεσπάσει σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα και που η περίοδος της ειρήνης θα μπορούσε να διαρκέσει δέκα ή και παραπάνω χρόνια, θα ήταν λαθεμένο να μην αξιοποιήσουμε πέρα για πέρα τη δυνατότητα των εξοπλισμών και το τεχνικό δυναμικό της βιομηχανίας των παραλιακών περιοχών. Ακόμη και στην περίπτωση που η περίοδος της ειρήνης δε διαρκέσει παρά μόνο πέντε χρόνια και όχι δέκα, πρέπει επί τέσσερα χρόνια να αναπτύξουμε σωστά τις βιομηχανίες μας σ’αυτές τις περιοχές και όταν ο πόλεμος ξεσπάσει, τον πέμπτο χρόνο, θα τις μεταφέρουμε αλλού. Σύμφωνα με τα γνωστά δεδομένα, η κατασκευή μιας επιχείρησης ελαφριάς βιομηχανίας, καθώς και η συσσώρευση κεφαλαίου από ένα τέτοιο εργοστάσιο, γίνεται συνήθως πολύ σύντομα∙ αφού μπει σε λειτουργία μπορούμε να κερδίσουμε σε τέσσερα χρόνια το κεφάλαιο που είχε επενδυθεί σ'αυτό το εργοστάσιο και ακόμη μπορούμε να συγκεντρώσουμε τα χρήματα που θα επέτρεπαν να κατασκευάσουμε τρία καινούργια εργοστάσια η δύο, η ένα, η τουλάχιστον μισό εργοστάσιο. Γιατί να μη εκμεταλλευτούμε μια τόσο καλή εύκαιρα; Το να πιστεύουμε ότι η ατομική βόμβα βρίσκεται κιόλας πάνω από το κεφάλι μας και ότι θα πέσει από στιγμή σε στιγμή, είναι μία εκτίμηση της κατάστασης που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, και η παθητική στάση, που θα απέρρεε από δω, απέναντι στις βιομηχανίες των παραλιακών περιοχών, θα ήταν λαθεμένη.
Αυτό δεν πάει να πει ότι πρέπει να εγκαταστήσουμε όλα τα καινούργια εργοστάσια στις παραλιακές περιοχές. Τα περισσότερα απ’αυτά πρέπει να εγκατασταθούν στο εσωτερικό της χώρας, έτσι ώστε η κατανομή της βιομηχανίας να γίνει σιγά-σιγά πιο ισόρροπη, πράγμα που έξαλλου θα ευνοούσε τις προετοιμασίες μπροστά στην πρόβλεψη ενός πολέμου. Σ'αυτό δεν χωράει καμιά αμφιβολία. Αλλά μπορούμε επίσης να κατασκευάσουμε στις ακτές εργοστάσια και ορυχεία, που μερικά από αυτά θα μπορούσαν να είναι μεγάλου μεγέθους. Όσον αφορά τη διεύρυνση και την ανασυγκρότηση των επιχειρήσεων της ελαφριάς βιομηχανίας όπως και της βαριάς βιομηχανίας που υπάρχουν στις παραλιακές περιοχές, έχουμε κάνει μερικά πράγματα σ'αυτή την κατεύθυνση και στο μέλλον πρέπει να συνεχίσουμε δραστήρια τις προσπάθειες μας.
Αν αξιοποιήσουμε πλήρως και αναπτύξουμε τις παλιές βάσεις της βιομηχανίας στις παραλιακές περιοχές, θα είμαστε σε ακόμα καλύτερη θέση για να δώσουμε μια ώθηση και να υποστηρίξουμε τη βιομηχανία στο εσωτερικό της χώρας. Αν υιοθετήσουμε μια παθητική στάση απέναντι στις παραλιακές βιομηχανίες, αυτό θα εμποδίσει τη γρήγορη ανάπτυξη των βιομηχανιών στο εσωτερικό. Λοιπόν, εδώ, μπαίνει πάλι το ερώτημα: έχετε πραγματικά την επιθυμία να αναπτύξετε τη βιομηχανία στο εσωτερικό της χώρας; Αν αυτή η επιθυμία είναι ειλικρινής και όχι επιφανειακή, θα πρέπει να χρησιμοποιήσετε και να αναπτύξετε ακόμη περισσότερο τις παραλιακές βιομηχανίες, προπάντων την ελαφριά βιομηχανία. 

III. Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ
ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ

Δε μπορούμε να κάνουμε δίχως εθνική άμυνα. Στην παρούσα στιγμή η αμυντική μας δύναμη είναι κιόλας αρκετά σημαντική. Σαν αποτέλεσμα του πολέμου αντίστασης στην αμερικανική επίθεση και της βοήθειας στην Κορέα, καθώς και σαν αποτέλεσμα μιας πολύχρονης εκπαίδευσης και σταθεροποίησης, ο στρατός μας δυνάμωσε και έγινε πιο ισχυρός από ότι ήταν ο Κόκκινος Στρατός της Σοβιετικής "Ένωσης την παραμονή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και έπειτα βελτιώθηκε ο εξοπλισμός του. Η βιομηχανία μας της εθνικής άμυνας άρχισε να οικοδομείται. Από τότε που ο Παν Κου χώρισε τον Ουρανό από τη Γη, δεν ήμασταν ποτέ ικανοί να κατασκευάσουμε αεροπλάνα ή αυτοκίνητα∙ τώρα αρχίζουμε να κατασκευάζουμε απ’αυτά.
Δεν έχουμε ακόμα ατομική βόμβα. Στο παρελθόν, δεν είχαμε ούτε αεροπλάνα, ούτε κανόνια∙ είναι με κεχρί και τουφέκια που νικήσαμε το γιαπωνέζικο ιμπεριαλισμό και τον Τσάνγκ Κάϊ-σέκ. Είμαστε πιο δυνατοί από άλλοτε και θα γίνουμε ακόμη πιο δυνατοί. Θα έχουμε όχι μόνο περισσότερα αεροπλάνα και κανόνια, άλλα και την ατομική βόμβα. Στο σημερινό κόσμο, αν δε θέλουμε να εγκαταλειφθούμε στην καταστροφή, δε μπορούμε να κάνουμε δίχως αυτό το όπλο. Πώς, επομένως να ενεργήσουμε; Ο πιο σίγουρος τρόπος είναι να μειώσουμε σε ένα προσαρμοσμένο ποσοστό το μερίδιο των στρατιωτικών και διοικητικών δαπανών και να αυξήσουμε τις πιστώσεις που προορίζονται για την οικονομική οικοδόμηση. Η οικοδόμηση της εθνικής άμυνας θα μπορέσει να πραγματοποιήσει μεγαλύτερες προόδους μόνο αν η οικονομική οικοδόμηση αναπτύσσεται πιο γρήγορα.
Το 1950, στην τρίτη ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής που είχε εκλεγεί στο 7ο συνέδριο του Κόμματος, είχαμε κιόλας θέσει το καθήκον για την απλοποίηση των κρατικών οργανισμών και για την ελάττωση των διοικητικών και στρατιωτικών δαπανών, ξεκινώντας από την εκτίμηση ότι αυτό αποτελούσε έναν από τούς τρεις όρους που έπρεπε να εκπληρώσουμε για να πετύχουμε μια ριζική καλυτέρευση της νομισματικής και οικονομικής κατάστασης της χώρας. Κατά την περίοδο του πρώτου πεντάχρονου σχεδίου, οι στρατιωτικές και διοικητικές δαπάνες έφτασαν στα 30 στα εκατό του συνόλου του κρατικού προϋπολογισμού. Πρόκειται για μια πολύ μεγάλη αναλογία. Κατά τη διάρκεια του δεύτερου πεντάχρονου σχεδίου, πρέπει να ελαττώσουμε τις δαπάνες αυτές στα 20 στα εκατό περίπου, έτσι ώστε να ελευθερώσουμε περισσότερα κεφάλαια που θα χρησιμεύσουν για την κατασκευή περισσότερων εργοστασίων και την παραγωγή περισσότερων μηχανών. Ύστερα από ένα ορισμένο διάστημα, θα έχουμε όχι μόνο πολλά αεροπλάνα και πολλά κανόνια, αλλά πιθανόν επίσης και την ατομική βόμβα μας.
Εδώ μπαίνει ξανά το ερώτημα: Έχετε πραγματική και πολύ ζωηρή επιθυμία να αποχτήσετε την ατομική βόμβα, ή πρόκειται για μια χαλαρή επιθυμία χωρίς μεγάλη ένταση; Αν η επιθυμία σας είναι πραγματική, πολύ ζωηρή, τότε πρέπει να ελαττώσετε το μερίδιο των στρατιωτικών και διοικητικών δαπανών για να κάνετε μεγαλύτερες επενδύσεις στον τομέα της οικονομικής οικοδόμησης. Αν η επιθυμία σας γι' αυτό δεν είναι πραγματική, ούτε πολύ ζωηρή, τότε προσαρμοστείτε με την παλιά ρουτίνα. Πρόκειται για ένα θέμα στρατηγικού προσανατολισμού, καλά θα έκανε η Στρατιωτική επιτροπή να το εξετάσει.
Θα ήταν καλό, σήμερα, να αποστρατεύσουμε όλους τούς στρατιώτες μας; Όχι βέβαια επειδή υπάρχουν ακόμα εχθροί που μας πιέζουν και μας περικυκλώνουν. Πρέπει να ενισχύσουμε την εθνική μας άμυνα και, για να το πετύχουμε αυτό, πρέπει πρώτα-πρώτα να δυναμώσουμε την οικονομική μας οικοδόμηση. 



IV. ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ, ΣΤΙΣ ΜΟΝΑΔΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ
ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥΣ

Πρέπει να ρυθμίσουμε σωστά τις σχέσεις ανάμεσα στο κράτος από τη μια πλευρά, στα εργοστάσια και στους συνεταιρισμούς αγροτικής παραγωγής από την άλλη πλευρά∙ ανάμεσα στα εργοστάσια και στους συνεταιρισμούς από τη μια πλευρά, τούς παραγωγούς από την άλλη πλευρά. Για να το πετύχουμε αυτό, πρέπει να μη φροντίζουμε μόνο για το ένα στοιχείο, άλλα να παίρνουμε υπόψη μας ταυτόχρονα, τα συμφέροντα του κράτους, της ομάδας και του άτομου, με άλλα λόγια, όπως λέγαμε συχνά στο παρελθόν: «να λογαριάζουμε τις ανάγκες του στρατού όσο και τις ανάγκες του πληθυσμού» και «να λογαριάζουμε τα δημόσια συμφέροντα όσο και τα ιδιωτικά συμφέροντα». Παίρνοντας υπόψη την πείρα της Σοβιετικής Ένωσης όπως και τη δικιά μας πείρα, πρέπει, στο μέλλον, να δώσουμε μια καλύτερη λύση στο πρόβλημα αυτό.
Ας πάρουμε την περίπτωση των εργατών. Μαζί με την αύξηση της παραγωγικότητάς τους, πρέπει να βελτιώνονται προοδευτικά οι συνθήκες εργασίας τους και να ανεβαίνει βαθμιαία η συλλογική ευημερία τους. Εμείς πάντα εκτιμήσαμε το στύλ της απλής ζωής και της σκληρής πάλης και είμαστε ενάντια στο να μπαίνει πάνω απ’όλα το ατομικό και υλικό συμφέρον∙ παράλληλα έχουμε πάντα υποστηρίξει τη φροντίδα για τις συνθήκες ζωής των μαζών και τον αγώνα ενάντια στη γραφειοκρατία που αδιαφορεί για την ευημερία των μαζών. Μαζί με την ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας στο σύνολό της, πρέπει να αναπροσαρμόζουμε αντίστοιχα και τους μισθούς. Σχετικά μ'αυτό, μόλις αποφασίσαμε μια ορισμένη αύξηση και αυτή η αύξηση θα γίνει προπαντός στη βάση, προς όφελος των εργατών, με σκοπό να ελαττώσουμε τις διαφορές ανάμεσα στους υψηλότερους και στους χαμηλότερους μισθούς. Γενικά, οι μισθοί στη χώρα μας δεν είναι υψηλοί, αλλά καθώς ο βαθμός απασχόλησης έχει αυξηθεί και οι τιμές παραμένουν χαμηλές και σταθερές και σα συνέπεια άλλων συνθηκών, η ζωή των εργατών καλυτέρευσε αισθητά. Στο προλεταριακό καθεστώς, οι εργάτες έχουν πάντα εκδηλώσει μια πολύ υψηλή πολιτική συνείδηση και ένα πολύ μεγάλο ενθουσιασμό για τη δουλειά. Όταν, στο τέλος του περασμένου χρόνου, η Κεντρική Επιτροπή έκανε έκκληση για την πάλη ενάντια στο δεξιό συντηρητισμό, οι εργατικές μάζες, ανταποκρίθηκαν θερμά στην έκκληση αυτή και - πράγμα εξαιρετικό - ξεπέρασαν μέσα σε τρεις μήνες σκληρής πάλης, το σχέδιο για το φετινό πρώτο τρίμηνο. Εμείς πρέπει να διαδώσουμε αυτό το πνεύμα τους της σκληρής πάλης∙ πρέπει επίσης να αφιερώσουμε μεγαλύτερη προσοχή στη λύση των καυτών προβλημάτων που συναντούν στη δουλειά τους και στην καθημερινή τους ζωή.
Εδώ θα σταθώ στο ζήτημα της αυτονομίας των εργοστασίων κάτω από την ενιαία καθοδήγηση. Δε μου φαίνεται σωστό να συγκεντρώνονται όλα στα χέρια των κεντρικών, επαρχιακών ή δημοτικών αρχών, χωρίς να αφήνονται στα εργοστάσια ούτε δικαιώματα, ούτε ελευθερία δράσης, ούτε οφέλη, όσον άφορα το ζήτημα να ξέρουμε σε ποιές αναλογίες θα πρέπει να απολαμβάνουν δικαιώματα και οφέλη οι κεντρικές, οι επαρχιακές ή δημοτικές αρχές και τα εργοστάσια, αντίστοιχα δεν έχουμε μεγάλη πείρα και πρέπει να μελετήσουμε παραπέρα το ζήτημα αυτό. Από άποψη αρχής η συγκεντροποίηση και η αυτονομία συγκροτούν μια ενότητα αντιθέτων∙ η συγκεντροποίηση είναι αναγκαία άλλα και η αυτονομία επίσης είναι αναγκαία. Για παράδειγμα, είμαστε τώρα σε συνεδρίαση, να η συγκεντροποίηση. Αλλά, όταν τελειώσει η συνεδρίαση, μερικοί θα πάνε για βόλτα, άλλοι για να διαβάσουν, άλλοι για να φάνε, αυτό είναι η αυτονομία. Αν συνεχίζαμε για αόριστο διάστημα αυτή τη συνεδρίαση αντί να τη διακόψουμε για να δοθεί στον καθένα αυτονομία, οι παραβρισκόμενοι δε θα πέθαιναν στο τέλος; Αν αυτό ισχύει για το κάθε άτομο, το ίδιο ισχύει και για τα εργοστάσια και για τις άλλες μονάδες παραγωγής. Κάθε μονάδα παραγωγής πρέπει να έχει μία ορισμένη αυτονομία συνδεδεμένη με την συγκεντροποίηση. Μόνο έτσι θα μπορεί να αναπτύσσεται ακόμα πιο ορμητικά.
Ας μιλήσουμε τώρα για τους αγρότες. Οι σχέσεις μας μαζί τους ήταν πάντα καλές, αλλά στο ζήτημα των δημητριακών έχουμε κάνει ένα λάθος. Το 1954, ενώ πλημμύρες είχαν προκαλέσει μια πτώση της παραγωγής σε μερικές περιοχές της χώρας, αυξήσαμε την αγορά δημητριακών κατά 3,5 εκατομμύρια τόνους. Σα συνέπεια της πτώσης της παραγωγής και της αύξησης των αγορών δημητριακών, την τελευταία άνοιξη σε πολλά μέρη, όλος σχεδόν ο κόσμος μιλούσε για το πρόβλημα των δημητριακών και σε κάθε σχεδόν σπίτι μιλούσαν για ενιαία πούληση. Οι αγρότες, παραπονιόντουσαν και ακούγαμε πολλά μουρμουρητά μέσα και έξω από το Κόμμα. Μερικά άτομα υπερβάλλουν σκόπιμα και εκμεταλλεύονται την περίπτωση για να μας επιτεθούν, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι και εμείς δεν έχουμε αδυναμίες. Εξαιτίας της έλλειψης βαθιών ερευνών και της άγνοιας της πραγματικής κατάστασης αυξήσαμε τις αγορές μας σε δημητριακά κατά 3,5 εκατομμύρια τόνους, αυτό ήταν ένα λάθος. Καθώς ανακαλύψαμε το λάθος μας, ελαττώσαμε το 1955 τις αγορές μας σε δημητριακά κατά 3,5 εκατομμύρια τόνους και εφαρμόσαμε ένα μέτρο, που το αποκαλέσαμε «τριπλός καθορισμός» - καθορισμός του ύψους της παραγωγής, των αγορών και της πούλησης - επί πλέον είχαμε και μια καλή σοδειά. Χάρη σ’αυτή την ελάττωση των αγορών, στην όποια προστέθηκε και μία αύξηση της παραγωγής, τα αποθέματα δημητριακών στους αγρότες αυξήθηκαν κατά 10 εκατομμύρια τόνους. Ακόμη και οι αγρότες που προηγούμενα είχανε εκφράσει παράπονα δήλωσαν· «Το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι πραγματικά καλό». Αυτό το μάθημα πρέπει να το θυμάται ολόκληρο το Κόμμα.
Στη Σοβιετική Ένωση οι αγρότες πιέζονται υπερβολικά. Με μέτρα όπως αυτό που είναι γνωστό με την ονομασία της υποχρεωτικής παράδοσης, προαφαιρείται ένα πολύ μεγάλο μέρος της σοδειάς τους και σε τιμές εξαιρετικά χαμηλές. Συσσωρεύοντας κεφάλαιο με αυτό τον τρόπο παγώνουν σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό τον ενθουσιασμό των αγροτών για την παραγωγή. Θέλετε μία κότα να γέννα πολλά αυγά, αλλά δεν της δίνετε σπόρους να φάει. Θέλετε το άλογό σας να τρέχει καλά, άλλα χωρίς να τρώει σανό. Υπάρχει τέτοια λογική στον κόσμο!
Η δική μας πολιτική απέναντι στους αγρότες είναι διαφορετική από αυτή που ακολουθείται στη Σοβιετική Ένωση. Εμείς παίρνουμε υπόψη ταυτόχρονα και τα συμφέροντα του Κράτους και τα συμφέροντα των αγροτών. Ο αγροτικός μας φόρος παρέμεινε πάντα σχετικά χαμηλά. Στην ανταλλαγή βιομηχανικών προϊόντων και αγροτικών προϊόντων η πολιτική που ακολουθούμε είναι το να ελαττώνουμε τις διαφορές, το να ανταλλάσσουμε προϊόντα σε ίσες αξίες ή σχεδόν ίσες. Ασκούμε την ενιαία αγορά των αγροτικών προϊόντων σε μια κανονική τιμή και έτσι οι αγρότες δεν δέχονται καμιά φθορά. Εξ άλλου, οι τιμές αγοράς ανεβαίνουν βαθμιαία. Για τα βιομηχανικά προϊόντα που προμηθεύουμε στους αγρότες, ασκούμε μια πολιτική χαμηλού κέρδους και αυξανόμενης πούλησης, σταθεροποίησης ή κατάλληλης μείωσης των τιμών. Προμηθεύοντας δημητριακά στους αγρότες των περιοχών που δεν έχουν επάρκεια σιτηρών προσφέρουμε συνήθως μία μικρή επιχορήγηση. Παρ’όλα αυτά αν αφηνόμασταν στην αμέλεια, θα ήταν δυνατό να κάνουμε τέτοια ή αλλιώτικα λάθη. Μιας και σοβαρά λάθη έχουν γίνει στη Σοβιετική Ένωση στο θέμα αυτό, πρέπει να δώσουμε ακόμα πιο μεγάλη σημασία στην αποκατάσταση σωστών σχέσεων ανάμεσα στο Κράτος και στους αγρότες.
Πρέπει επίσης να αποκαταστήσουμε σωστές σχέσεις ανάμεσα στους συνεταιρισμούς και στους αγρότες. Όσον άφορα το εισόδημα των συνεταιρισμών, πρέπει να ορίσουμε σωστά το μερίδιο απ’αυτό που αναλογεί στο κράτος, το μερίδιο απ'αυτό που αναλογεί στο συνεταιρισμό και το μερίδιο απ’αυτό που αναλογεί στους αγρότες και να καθορίσουμε όπως πρέπει τον τρόπο κατανομής του. Ο,τι κρατούν οι συνεταιρισμοί είναι άμεσα στην υπηρεσία των αγροτών. Τα έξοδα παραγωγής είναι απαραίτητα, εννοείται, αλλά και τα έξοδα διαχείρισης είναι επίσης απαραίτητα. Η συλλογική συσσώρευση κεφαλαίου υπηρετεί τη διευρυμένη αναπαραγωγή ενώ τα κεφάλαια της δημόσιας ευημερίας υπηρετούν την καλυτέρευση των υλικών όρων ζωής των αγροτών. Πρέπει όμως να συζητήσουμε με τους αγρότες για να καθορίσουμε μια ορθολογική αναλογία ανάμεσα στις πιστώσεις που διατίθενται για διάφορες χρήσεις. Τα έξοδα παραγωγής και τα έξοδα διαχείρισης πρέπει να χρησιμοποιηθούν με ένα πνεύμα οικονομίας. Το Κεφάλαιο της συλλογικής συσσώρευσης και το κεφάλαιο της δημόσιας ευημερίας, πρέπει να παραμείνουν σε ορισμένα όρια∙ δεν πρέπει να ελπίζουμε να πραγματοποιήσουμε όλα τα καλά μέσα σε ένα χρόνο μόνο.
Εκτός από περιπτώσεις φυσικών συμφορών, πρέπει να δρούμε με τέτοιο τρόπο, ώστε πάνω στη βάση της αύξησης της αγροτικής παραγωγής το 90 % των μελών των συνεταιρισμών να παίρνουν κάθε χρόνο ένα εισόδημα ανώτερο από εκείνο του προηγουμένου χρόνου και τα 10 % από αυτούς να μπορούν να διατηρήσουν το δικό τους εισόδημα στο ίδιο επίπεδο∙ σε περίπτωση μείωσης του εισοδήματος πρέπει, όσο γίνεται πιο γρήγορα, να παίρνονται τα κατάλληλα μέτρα για τη διόρθωση της κατάστασης.
Συνοπτικά, είναι ανάγκη να λογαριάζουμε ταυτόχρονα τα συμφέροντα του κράτους και των εργοστασίων, του κράτους και των εργατών, των εργοστασίων και των εργατών, του κράτους και των συνεταιρισμών, του κράτους και των αγροτών, των συνεταιρισμών και των αγροτών. Δεν πρέπει να παίρνουμε υπόψη μόνο το ένα στοιχείο. Το να φροντίζουμε μόνο για το ένα στοιχείο, οποίο και αν είναι αυτό, είναι επιζήμιο για το σοσιαλισμό, τη δικτατορία του προλεταριάτου. Αυτό είναι ένα σημαντικό πρόβλημα που ενδιαφέρει τα έξη εκατοντάδες εκατομμύρια των κατοίκων μας. Οφείλουμε να το εξηγούμε ακούραστα σε όλο το Κόμμα και σε όλο το λαό. 

V. Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΤΟΠΙΚΕΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΙΣ

Η σχέση ανάμεσα στις κεντρικές αρχές και στις τοπικές διοικήσεις αποτελεί επίσης μια αντίθεση. Για να λύσουμε αυτή την αντίθεση πρέπει τώρα να φροντίσουμε να επεκτείνουμε κάπως την εξουσία των τοπικών διοικήσεων, να παραχωρήσουμε σ’αυτές περισσότερη αυτονομία και να δώσουμε σ’αυτές τη δυνατότητα να αναπτύσσουν περισσότερες δραστηριότητες με την προϋπόθεση ότι θα ενισχυθεί η ενιαία καθοδήγηση των κεντρικών αρχών. Αυτό μας ευνοεί περισσότερο στην οικοδόμηση ενός ισχυρού σοσιαλιστικού κράτους.
Στη χώρα μας, που έχει ένα έδαφος τόσο εντεταμένο, ένα πληθυσμό τόσο πολυάριθμο και συνθήκες τόσο πολύπλοκες, δύο πηγές πρωτοβουλίας, αυτή της κεντρικής διοίκησης και εκείνη των τοπικών άρχων, αξίζουν πολύ περισσότερα από μια μοναδική πηγή. Δεν πρέπει, όπως έκανε η Σοβιετική Ένωση, να τα συγκεντρώσουμε όλα στα χέρια της κεντρικής αρχής, ούτε και να ασκούμε ένα πολύ άκαμπτο έλεγχο, επάνω στις τοπικές διοικήσεις, χωρίς να αφήνουμε σ'αυτές κανένα περιθώριο πρωτοβουλίας.
Οι κεντρικές αρχές θέλουν να αναπτύξουν τη βιομηχανία, αυτό θέλουν επίσης και οι τοπικές αρχές. Οι ίδιες οι βιομηχανίες που εξαρτιούνται άμεσα από τις κεντρικές αρχές ζητούν τη συνδρομή των τοπικών διοικήσεων. Όσο για την αγροτική οικονομία και το εμπόριο αυτά πρέπει ακόμα περισσότερο, να στηρίζονται στις ίδιες τις δικές τους προσπάθειες. Με λίγα λόγια, για να δώσουμε μια ώθηση στη σοσιαλιστική οικοδόμηση, είναι απαραίτητο να αφήσουμε τις τοπικές αρχές να πάρουνε πρωτοβουλίες. Για να εδραιώσουν την εξουσία τους, οι κεντρικές αρχές οφείλουν να παίρνουν υπόψη τα τοπικά συμφέροντα.
Σήμερα, δεκάδες χέρια επεμβαίνουν στις υποθέσεις των τοπικών αρχών και αυτό δυσκολεύει τη διαχείρησή τους. Όταν δημιουργείται ένα υπουργείο, θέλει να κάνει την επανάσταση και γι’αυτό εκδίδει εντολές. Μιας και δεν μπορούν να απευθύνουν τις εντολές αυτές στις επαρχιακές κομματικές επιτροπές και στις επαρχιακές λαϊκές επιτροπές, τα υπουργεία έρχονται σε απευθείας επαφή με τα επαρχιακά τμήματα και τα δημοτικά γραφεία και τους δίνουν κάθε μέρα εντολές. Καθώς λένε ότι οι εντολές προέρχονται από την κεντρική εξουσία, παρόλο που ούτε η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος, ούτε το Συμβούλιο των Κρατικών Υποθέσεων γνωρίζουν τίποτε σχετικό, αυτές ασκούν μια μεγάλη πίεση στις τοπικές διοικήσεις. Υπάρχει ένας τέτοιος σωρός από έντυπα στατιστικής να συμπληρωθούν που γίνεται μια πραγματική συμφορά. Οφείλουμε να αλλάξουμε αυτή την κατάσταση πραγμάτων.
Πρέπει να ευνοήσουμε ένα στύλ δουλειάς που να βασίζεται στις διαβουλεύσεις με τις τοπικές διοικήσεις. Κατά τη διεξαγωγή των υποθέσεων, η Κεντρική Επιτροπή πρέπει να ζητάει πάντα τη γνώμη των τοπικών οργανισμών. Δεν πρέπει ποτέ να εκδίδει εντολές στα τυφλά, χωρίς προηγούμενα να ακούσει τη γνώμη των τοπικών οργανισμών. Ελπίζουμε, ότι όλα τα υπουργεία και τα τμήματα που εξαρτιούνται από τις κεντρικές αρχές θα πάρουν αυτό υπόψη τους. Θα πρέπει να συμβουλεύονται τις τοπικές διοικήσεις για τις υποθέσεις που τις αφορούν, πριν εκδώσουν εντολές.
Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε τα τμήματα της κεντρικής διοίκησης σε δυο κατηγορίες. Αυτά που ανήκουν στην πρώτη κατηγορία είναι σε θέση να επεκτείνουν την εξουσία τους ως τις επιχειρήσεις, αλλά τα όργανα διαχείρισης και οι επιχειρήσεις που έχουν εγκαταστήσει σε διάφορες περιοχές πρέπει να ελέγχονται από τις τοπικές διοικήσεις. Αυτά που ανήκουν στην άλλη κατηγορία έχουν σαν καθήκον να διατυπώνουν τις καθοδηγητικές αρχές και να επεξεργάζονται σχέδια δουλειάς, ενώ στους τοπικούς οργανισμούς πέφτει η υποχρέωση να διαχειρίζονται υποθέσεις και να τις ρυθμίζουν.
Το να αποκαταστήσουμε μια σωστή σχέση ανάμεσα στις κεντρικές αρχές και στις τοπικές διοικήσεις αυτό είναι ένα πρόβλημα σπουδαίας σημασίας για μία μεγάλη χώρα και για ένα μεγάλο κόμμα σαν τη δική μας χώρα και σαν το δικό μας Κόμμα. Είναι ένα πρόβλημα στο όποιο ορισμένες καπιταλιστικές χώρες δίνουν επίσης μια μεγάλη σημασία. Παρ'όλο που το καθεστώς τους είναι ριζικά διαφορετικό από το δικό μας, η πείρα που έχουν αποκτήσει στην ανάπτυξή τους, αξίζει να μελετηθεί. Για να μιλήσουμε για τη δική μας πείρα, το σύστημα των μεγάλων διοικητικών περιοχών που εφαρμόσαμε αμέσως μετά την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας, επιβαλλόταν. Ωστόσο, το σύστημα αυτό, παρουσίαζε ελαττώματα που αργότερα τα εκμεταλλεύτηκε η αντικομματική συμμαχία Κάο-Γιάο, σε ένα βαθμό. Πιο ύστερα, αποφασίστηκε να καταργηθεί αυτό το σύστημα. Έτσι ώστε οι επαρχίες να εξαρτιούνται άμεσα από την κεντρική εξουσία, και αυτό ήταν σωστό. Αλλά αυτό οδήγησε στην κατάργηση της απαραίτητης αυτονομίας των τοπικών διοικήσεων και το αποτέλεσμα δεν ήταν τόσο καλό. Το Σύνταγμά μας προβλέπει τη συγκέντρωση της νομοθετικής εξουσίας στην κεντρική διοίκηση. Ωστόσο, ανάλογα με τη συγκεκριμένη κατάσταση και τις απαιτήσεις της δουλειάς, οι τοπικές διοικήσεις μπορούν να διατυπώνουν κανόνες, να καθιερώνουν κανονισμούς και να παίρνουν μέτρα με την προϋπόθεση, ότι δε θα έρχονται σε αντίθεση με την πολιτική της κεντρικής διοίκησης και αυτό δεν απαγορεύεται καθόλου από το Σύνταγμα. Έχουμε ανάγκη από ενότητα. Έχουμε επίσης ανάγκη από εξειδίκευση. Για να οικοδομήσουμε ένα ισχυρό σοσιαλιστικό Κράτος, πρέπει να εξασφαλίσουμε στην κεντρική εξουσία μια ενεργητική ενιαία καθοδήγηση, να έχουμε ένα ενιαίο σχέδιο και μια ενιαία πειθαρχία για όλη τη χώρα. Κάθε χτύπημα ενάντια σ’αυτή την απαραίτητη ενότητα είναι απαράδεκτο. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να ενθαρρύνουμε όσο γίνεται περισσότερο το πνεύμα πρωτοβουλίας των τοπικών διοικήσεων, κάθε περιοχή πρέπει να εξειδικεύει τα καθήκοντά της, έτσι που να ανταποκρίνονται στις δικές της συνθήκες. Αυτή η εξειδίκευση δεν έχει καμιά σχέση με εκείνη τύπου Κάο Κάνγκ. Είναι απαραίτητη για τα συμφέροντα του συνόλου και για το δυνάμωμα της εθνικής ενότητας.
Υπάρχει ακόμα το πρόβλημα της σχέσης ανάμεσα στις διάφορες τοπικές διοικήσεις. Πρόκειται ουσιαστικά για τη σχέση ανάμεσα στις ανώτερες αρχές και τις κατώτερες βαθμίδες σε τοπική κλίμακα. Αν οι επαρχίες και οι δήμοι έχουν να απευθύνουν αντιρρήσεις στα διάφορα υπουργεία, δεν έχουν οι νομοί, οι περιοχές, οι περιφέρειες και τα διαμερίσματα να προβάλουν τις δικές τους αντιρρήσεις στις επαρχίες και στους δήμους; Η κεντρική εξουσία πρέπει να φροντίζει για την ανάπτυξη της πρωτοβουλίας των επαρχιών και των δήμων. Το ίδιο οι επαρχίες και οι δήμοι πρέπει να φροντίζουν για την αξιοποίηση της πρωτοβουλίας των νομών των περιοχών, των περιφερειών και των διαμερισμάτων. Δεν πρέπει, πουθενά, να επιβάλλουμε πολύ αυστηρούς περιορισμούς. Φυσικά πρέπει να υποδείξουμε στους συντρόφους των κατώτερων βαθμίδων αυτό που οφείλει να είναι ενοποιημένο και να τούς δώσουμε να καταλάβουν, ότι σ’αυτό το σημείο δεν πρέπει να δρουν όπως νομίζουν. Με δύο λόγια, αυτό που μπορεί και πρέπει να είναι ενοποιημένο, οφείλουμε να το ενοποιήσουμε. Αλλά σ'αυτό που δεν μπορεί και δεν πρέπει να ενοποιηθεί, δεν επιτρέπεται να επιβάλουμε την ενοποίηση. Αυτή η νόμιμη αυτονομία και αυτά τα νόμιμα δικαιώματα, οι επαρχίες, οι δήμοι, οι νομοί, οι περιοχές, οι περιφέρειες και τα διαμερίσματα, πρέπει να τα απολαμβάνουν και πρέπει να παλέψουν για να τα αποχτήσουν. Η πάλη για τα δικαιώματα αυτά αφού ξεκινάει από τα συμφέροντα της χώρας στο σύνολό της και όχι από τα συμφέροντα μιας ιδιαίτερης μονάδας, δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν τοπικισμός, σα πνεύμα «ανεξαρτησίας».
Η αμοιβαία σχέση ανάμεσα στις επαρχίες και στους δήμους είναι επίσης μια άποψη της σχέσης ανάμεσα στις διάφορες τοπικές αρχές και πρέπει να τη ρυθμίσουμε με ένα ολοκληρωμένη τρόπο. Η αρχή που ακολουθήσαμε πάντα είναι η ενθάρρυνση της συνειδητοποίησης των συμφερόντων του συνόλου, της αλληλοβοήθειας και της αμοιβαίας υποχώρησης.
Για τη ρύθμιση της σχέσης ανάμεσα στις κεντρικές αρχές και τις τοπικές διοικήσεις και της σχέσης ανάμεσα στις διάφορες τοπικές διοικήσεις, η πείρα μας είναι ακόμα ανεπαρκής, δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Ελπίζουμε, ότι θα μελετήσετε και θα συζητήσετε ευσυνείδητα αυτό το πρόβλημα και ότι θα κάνετε τακτικά τον απολογισμό της πείρας σας, για να αξιοποιήσετε τις επιτυχίες και να υπερνικήσετε τις αδυναμίες. 

VI. Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΧΑΝ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΕΘΝΙΚΕΣ ΜΕIONΟΤΗΤΕΣ
Η πολιτική μας για τη σχέση ανάμεσα στους Χάν και στις εθνικές μειονότητες είναι αρκετά συνετή και έχει στην πράξη την έγκριση των εθνικών μειονοτήτων. Δίνουμε βάρος στην πάλη ενάντια στο σωβινισμό των μεγαλο-Χάν. Όσο για τον τοπικό εθνικισμό πρέπει επίσης να καταπολεμηθεί αλλά, γενικά, δεν βρίσκεται εδώ η ουσία.
Οι εθνικές μας μειονότητες έχουν ένα αρκετά μικρό πληθυσμό, αλλά ζούνε σε εκτεταμένες περιοχές. Από δημογραφική άποψη, οι Χάν αντιπροσωπεύουν τα 94 %, δηλαδή τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της χώρας. Αν ασκούσαν το σωβινισμό των μεγαλο-Χάν και τις διακρίσεις απέναντι στις εθνικές μειονότητες, αυτό θα ήταν πολύ κακό. Και ποιός κατοικεί το μεγαλύτερο μέρος εδάφους; Οι εθνικές μειονότητες, που κατέχουν τα 50 % ως 60 % του συνολικού εδάφους. Λέμε ότι η Κίνα κατέχει ένα εκτεταμένο έδαφος, πλούσιες πηγές και ένα μεγάλο πληθυσμό∙ στην πραγματικότητα, είναι οι Χάν που έχουν ένα «μεγάλο πληθυσμό» και είναι οι μειονότητες που διαθέτουν «ένα εκτεταμένο έδαφος και πλούσιες πηγές», τουλάχιστο σε ότι άφορα το υπέδαφος είναι πιθανόν αυτές που διαθέτουν «πλούσιες πηγές».
Οι εθνικές μειονότητες έχουν συμβάλλει όλες στην ανάπτυξη της ιστορίας της Κίνας. Αν ο πληθυσμός είναι μεγάλος στους Χαν, αυτό οφείλεται στην ανάμιξη πολλών εθνοτήτων που συντελέστηκε στη διάρκεια μιας μακρόχρονης περιόδου. Στο παρελθόν, οι αντιδραστικοί δυνάστες, προπαντός εκείνοι που προέρχονταν από τους Χάν, είχαν ορθώσει κάθε λογής φραγμούς ανάμεσα στις διάφορες εθνότητες της χώρας μας και κακομεταχειρίζονταν τις μειονότητες. Δεν είναι εύκολο να εξαλείψουμε γρήγορα τις συνέπειες αυτής της κατάστασης, ούτε ακόμη και στις εργαζόμενες μάζες. Γι’αυτό ακριβώς πρέπει να αναπτύξουμε ανάμεσα στα στελέχη και στις λαϊκές μάζες, μία πλατειά και παρατεταμένη διαπαιδαγώγηση για το θέμα της προλεταριακής εθνικής πολιτικής. Είναι αναγκαίο επίσης να εξετάζουμε τακτικά τη σχέση ανάμεσα στους Xαν και στις εθνικές μειονότητες. Μια τέτοια εξέταση έγινε εδώ και δύο χρόνια, τώρα χρειάζεται μια καινούργια. Αν η σχέση είναι αντικανονική, πρέπει να τη διορθώσουμε ευσυνείδητα, αντί να ικανοποιούμαστε με ωραία λόγια.
Πρέπει να μελετήσουμε προσεχτικά ποιό σύστημα οικονομικής διαχείρισης και ποιό χρηματιστικό σύστημα θα ταίριαζαν καλύτερα στις περιοχές των εθνικών μειονοτήτων.
Πρέπει να βοηθήσουμε ειλικρινά και δραστήρια τις μειονότητες να αναπτύξουν την οικονομική οικοδόμηση και την πολιτιστική οικοδόμηση. Στη Σοβιετική Ένωση, η σχέση ανάμεσα στη ρώσικη εθνότητα και στις μειονότητες είναι πολύ αντικανονική, και αυτό πρέπει να μας χρησιμεύσει σα μάθημα. Ο αέρας στην ατμόσφαιρα, τα δάση πάνω στη γη, τα πλούτη στο υπέδαφος όλα αυτά είναι εξίσου σημαντικοί παράγοντες, απαραίτητοι στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Αλλά, κανένας υλικός παράγοντας δε μπορεί να αξιοποιηθεί και να χρησιμοποιηθεί παρά μόνο με τη μεσολάβηση του ανθρώπινου παράγοντα. Πρέπει να αποκαταστήσουμε καλές σχέσεις ανάμεσα στους Χάν και στις εθνικές μειονότητες και να εδραιώσουμε την ενότητα όλων των εθνοτήτων μας, για να συνενώσουμε τις προσπάθειες μας στην οικοδόμηση της μεγάλης σοσιαλιστικής μας πατρίδας. 


VII. Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΜΗ
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ

Τελικά τι είναι το καλύτερο, να έχουμε μόνο ένα κόμμα η πολλά; Όπως μας φαίνεται, είναι προτιμότερο να έχουμε πολλά κόμματα. Έτσι ήταν στο παρελθόν, και έτσι μπορεί να είναι στο μέλλον. Πρόκειται για τη μακρόχρονη συνύπαρξη και τον αμοιβαίο έλεγχο.
Στη χώρα μας υπάρχουν ακόμα πολλά δημοκρατικά κόμματα που ιδρύθηκαν κατά τη διάρκεια του αντιστασιακού πολέμου ενάντια στην Ιαπωνία και της πάλης ενάντια στον Τσάνγκ Κάϊ-σέκ και αποτελούνται κύρια από στοιχεία της εθνικής αστικής τάξης και των διανοουμένων της. Στο σημείο αυτό η χώρα μας διαφέρει από τη Σοβιετική Ένωση. Διατηρήσαμε σκόπιμα τα δημοκρατικά κόμματα, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να εκφράζονται και εφαρμόζοντας απέναντι τους μια πολιτική ενότητας και πάλης. Πρέπει να ενωθούμε με όλες τις δημοκρατικές προσωπικότητες που, καλοπροαίρετα, μας κάνουν παρατηρήσεις. Πρέπει να εξακολουθήσουμε να αξιοποιούμε τον ενθουσιασμό των ατόμων που, είναι εμψυχωμένοι από πατριωτισμό, και που ανήκανε στους στρατιωτικούς και πολιτικούς κύκλους του Κουόμινγκτανγκ, όπως ο Βέι Λί-Χουάνγκ και ο Βένγκ Βέν- χάο. Όσο και για εκείνους ακόμα που εξαπολύουν βρισιές ενάντια μας, όπως ο Λόνγκ Γιούν, ο Λιάνγκ Τσού-μινγκ, ο Πένγκ Γί-χού και οι παρόμοιοι μ’αυτούς, πρέπει να τούς εξασφαλίσουμε την καθημερινή ζωή επιτρέποντάς τους ταυτόχρονα να μας κακολογούν. Αν οι κατηγορίες τους είναι αβάσιμες, τις αναιρούμε στην αντίθετη περίπτωση τις παίρνουμε υπόψη μας. Αυτό είναι πιο ωφέλιμο στο Κόμμα, στο λαό και στο σοσιαλισμό.
Μιας και υπάρχουν ακόμα στην Κίνα τάξεις και η πάλη των τάξεων, δεν μπορεί παρά να υπάρξει μια αντιπολίτευση, με τη μια ή την άλλη μορφή. Παρά το γεγονός, ότι τα δημοκρατικά κόμματα και οι εξωκομματικές δημοκρατικές προσωπικότητες έχουν δηλώσει όλοι πώς αποδέχονται την καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, πολλά άτομα στους κόλπους των κομμάτων αυτών και ανάμεσα στις προσωπικότητες αυτές στην πραγματικότητα βρίσκονται, σ’αυτό ή στον άλλο βαθμό, στην αντιπολίτευση. Για ζητήματα όπως «να κάνουμε την επανάσταση ως το τέλος», το κίνημα αντίστασης στην αμερικανική επίθεση και της βοήθειας στην Κορέα, η αγροτική μεταρρύθμιση, πήραν θέση ταυτόχρονα και υπέρ και κατά. Σήμερα ακόμα, έχουν επιφυλάξεις για την καταστολή των αντεπαναστατών. Είπαν όλοι ότι το Κοινό πρόγραμμα ήταν η ίδια η τελειότητα, για να πετύχουν ώστε να μη έχουμε ένα Σύνταγμα σοσιαλιστικού τύπου∙ αλλά όταν το Σύνταγμα συντάχθηκε, όλοι σηκώσανε το χέρι για να το επιδοκιμάσουν. Τα πράγματα εξελίσσονται συχνά στο αντίθετο τους και το ίδιο συμβαίνει με τη στάση των δημοκρατικών κομμάτων σχετικά με πολλά προβλήματα. Βρίσκονται στην αντιπολίτευση και δε βρίσκονται∙ περνούν συχνά από την αντιπολίτευση στη μη-αντιπολίτευση.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα και τα δημοκρατικά κόμματα είναι όλα προϊόντα της ιστορίας. Και κάθε δημιουργία της ιστορίας πρέπει να εξαφανιστεί μέσα στην πορεία της ιστορίας. Έτσι, το Κομμουνιστικό Κόμμα θα εξαφανιστεί μια μέρα το ίδιο όπως θα εξαφανιστούν και τα δημοκρατικά κόμματα. Και θα είναι αυτό λυπηρό; Όχι. Πιστεύω, ότι τότε θα είμαστε πολύ ικανοποιημένοι γι’αυτό. Αν μια ωραία μέρα, δε θα έχουμε ανάγκη από το Κομμουνιστικό Κόμμα, ούτε και από τη δικτατορία του προλεταριάτου, μου φαίνεται, ότι αυτό θα είναι πραγματικά καλό. Το καθήκον μας είναι ακριβώς να επιταχύνουμε την εξαφάνιση τους. Αυτή είναι μια άποψη που έχουμε κιόλας εκφράσει πολλές φορές.
Αλλά σήμερα, το προλεταριακό κόμμα και η δικτατορία του προλεταριάτου είναι απολύτως αναγκαία και πρέπει να συνεχίσουν να δυναμώνουν. Αλλιώτικα δεν θα ήταν δυνατό να καταστείλουμε τούς αντεπαναστάτες, να αντισταθούμε στον ιμπεριαλισμό, να οικοδομήσουμε το σοσιαλισμό, ούτε και να τον εδραιώσουμε, ακόμα κι αν τον είχαμε οικοδομήσει. Η θεωρία του Λένιν για το προλεταριακό κόμμα και τη δικτατορία του προλεταριάτου δεν είναι καθόλου «ξεπερασμένη», όπως ισχυρίζονται ορισμένοι. H δικτατορία του προλεταριάτου δε μπορεί να ασκείται παρά μόνο με μια πολύ μεγάλη δύναμη εξαναγκασμού. Πρέπει, ωστόσο, να εναντιωθούμε στη γραφειοκρατία και στη διόγκωση των κρατικών οργάνων. Προτείνω να απλοποιηθούν πολύ όλοι οι κομματικοί και κυβερνητικοί οργανισμοί και να μειωθεί ο όγκος τους κατά τα δύο τρίτα, προσέχοντας ταυτόχρονα να μην πεθάνει άνθρωπος και να μην εμποδιστεί η διεξαγωγή της δουλειάς από αυτό.
Ωστόσο, να απλοποιήσουμε τούς κομματικούς και κυβερνητικούς οργανισμούς δεν σημαίνει, ότι δε θέλουμε πια δημοκρατικά κόμματα. Ελπίζω, ότι θα διεξάγετε καλά τη δουλειά του ενιαίου μετώπου, με τρόπο τέτοιο που να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας με τα κόμματα αυτά και να αξιοποιήσουμε όσο γίνεται πιο πολύ τον ενθουσιασμό τους για να υπηρετήσουν το σοσιαλισμό. 

VIII. Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Τί παράγοντα αντιπροσωπεύει η αντεπανάσταση; Είναι ένας παράγοντας αρνητικός, ένας παράγοντας ανατρεπτικός, μια δύναμη που εναντιώνεται στο θετικό παράγοντα. Μπορούν να μεταμορφωθούν οι αντεπαναστάτες; Είναι ευκολονόητο, ότι μερικοί από αυτούς, οι αδιάλλακτοι, δε μπορούν να μεταμορφωθούν. Αλλά, στις συνθήκες της χώρας μας οι περισσότεροι από αυτούς θα μεταμορφωθούν σε διάφορους βαθμούς. Επειδή υιοθετήσαμε μια σωστή πολιτική απέναντι στους αντεπαναστάτες, πολλοί απ’αυτούς μεταμορφώθηκαν και δεν εναντιώνονται πια στην επανάσταση. Μερικοί απ' αυτούς έχουν μάλιστα προσφέρει και κάποιες υπηρεσίες.
Πρέπει να υπογραμμίσουμε τα παρακάτω σημεία:
Πρώτο, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η καταστολή των αντεπαναστατών το 1951—1952 ήταν αναγκαία. Μερικοί νομίζουν ότι δεν ήταν απαραίτητη. Η άποψη αυτή είναι λαθεμένη.
Τα μέτρα που μπορούν να παρθούν απέναντι στους αντεπαναστάτες είναι η εκτέλεση, η φυλάκιση, η επίβλεψη και η απελευθέρωση. Όλος ο κόσμος ξέρει τι σημαίνει εκτέλεση. Η φυλάκιση, είναι η κράτηση με σκοπό την αναδιαπαιδαγώγηση μέσο της δουλειάς. Η επίβλεψη, είναι η αναδιαπαιδαγώγηση στους κόλπους της κοινωνίας κάτω από τον έλεγχο των μαζών. Η απελευθέρωση σημαίνει ότι, γενικά, δε συλλαμβάνουμε εκείνους που η σύλληψη τους δεν είναι τελείως αναγκαία και ότι απολύουμε εκείνους που, μετά τη σύλληψη τους, έδειξαν μία καλή συμπεριφορά. Είναι αναγκαίο να αντιμετωπίζουμε τους αντεπαναστάτες με τρόπο που να διαφέρει από τον έναν στον άλλο, ανάλογα με την κάθε περίπτωση.
Δε θα σταθώ εδώ παρά στο θέμα της εκτέλεσης. Έχουμε εκτελέσει ένα αριθμό ανθρώπων στη διάρκεια του κινήματος για την καταστολή των αντεπαναστατών. Ποιοί ήταν αυτοί οι άνθρωποι; Ήταν αντεπαναστατικά στοιχεία με μεγάλο χρέος αίματος να ξεπληρώσουν και που τους μισούσαν βαθειά οι άνθρωποι του λαού. Σε μια μεγάλη επανάσταση που αφορά εξακόσια εκατομμύρια άτομα, αν δεν είχαμε εξουδετερώσει τους «Τυράννους της Ανατολής» και τους «Τυράννους της Δύσης» δε θα μπορούσε να ορθωθεί ο λαός. Χωρίς αυτή την καταστολή, ο λαός δεν θα επιδοκίμαζε την πολιτική επιείκειας που ακολουθούμε σήμερα. Υπάρχουν τώρα ορισμένοι άνθρωποι, που έχοντας ακούσει να λέγεται ότι ο Στάλιν είχε λαθεμένα δώσει εντολή να εκτελεστούν μερικά άτομα, ισχυρίζονται ότι και εμείς έχουμε εκτελέσει άδικα αυτά τα αντεπαναστατικά στοιχεία. Αυτή η άποψη δεν είναι σωστή. Το να επιβεβαιώσουμε σήμερα ολοκληρωτικά ότι ήταν σωστό να γίνουν αυτές οι εκτελέσεις, έχει μια πρακτική σημασία.
Δεύτερο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι υπάρχουν ακόμα αντεπαναστάτες, αλλά ο αριθμός τους μειώθηκε κατά πολύ. Το ξεκαθάρισμα των αντεπαναστατών που κάναμε μετά την υπόθεση Χου Φένγκ ήταν αναγκαίο. Πρέπει να συνεχίσουμε την καταδίωξη εκείνων που παραμένουν κρυμμένοι. Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι υπάρχει ακόμα ένας μικρός αριθμός αντεπαναστατών, που επιδίδονται σε κάθε λογής υπονομευτικές δραστηριότητες. Π.χ. σκοτώνουν βόδια, βάζουν φωτιά στα δημητριακά, κάνουν σαμποτάζ στα εργοστάσια, κλέβουν πληροφορίες και γράφουν στους τοίχους αντιδραστικά συνθήματα. Επομένως, είναι λαθεμένο το να πούμε, ότι εξαλείφτηκαν όλοι οι αντεπαναστάτες και ότι μπορούμε να κοιμούμαστε ήσυχα. Όσο καιρό θα υπάρχει η ταξική πάλη στην Κίνα και στον κόσμο, δε θα πρέπει ποτέ να χαλαρώσουμε την επαγρύπνησή μας. Ωστόσο, είναι επίσης λάθος το να πούμε, ότι οι αντεπαναστάτες είναι ακόμα πάρα πολλοί.
Τρίτο, στη διάρκεια της καταστολής των αντεπαναστατών στην κοινωνία, πρέπει από δω και πέρα να κάνουμε όσο γίνεται λιγότερες συλλήψεις και εκτελέσεις. Ωστόσο επειδή αυτοί οι αντεπαναστάτες είναι οι εχθροί που καταπιέζουν άμεσα τους ανθρώπους του λαού και μισούνται θανάσιμα απ'τους ανθρώπους του λαού, πρέπει να εκτελέσουμε μερικούς από αυτούς. Την πλειοψηφία απ’αυτούς πρέπει να τούς εμπιστευθούμε στους αγροτικούς συνεταιρισμούς που θα πρέπει να αναλάβουν να τούς κάνουν να συμμετέχουν στην παραγωγή κάτω από επίβλεψη και να τούς αναδιαπαιδαγωγήσουν με τη δουλειά. Όμως δε μπορούμε ακόμα να δηλώσουμε ότι καμιά εκτέλεση πια δε θα γίνει και η ποινή του θανάτου δε μπορεί να καταργηθεί.
Τέταρτο, διενεργώντας την εκκαθάριση των αντεπαναστατών στους κομματικούς και κυβερνητικούς οργανισμούς, στα σχολεία και στις μονάδες του στρατού, πρέπει να ακολουθήσουμε σταθερά την αρχή που είχε καθοριστεί στο Γενάν: καμιά εκτέλεση, όχι σύλληψη, στις περισσότερες περιπτώσεις. Όσον άφορα τούς αντεπαναστάτες, για τούς οποίους υπάρχουν αναμφισβήτητες αποδείξεις, είναι οι ενδιαφερόμενοι οργανισμοί που πρέπει να ξεκαθαρίζουν τις περιπτώσεις τους∙ άλλα οι υπηρεσίες δημόσιας ασφάλειας δε θα τούς συλλαμβάνουν, οι δικαστικές αρχές δε θα ασκούν δίωξη ενάντιά τους και τα δικαστήρια δεν θα δικάζουν. Πάνω από το 90 % των αντεπαναστατών θ'αντιμετωπιστούν με αυτόν τον τρόπο, είναι αυτό που λέμε «όχι συλλήψεις, στις περισσότερες περιπτώσεις». Όσον άφορα την ποινή του θανάτου, δεν θα επιβάλλεται σε κανένα.
Ποιοι είναι οι άνθρωποι που δε θα εκτελεστούν; Άτομα σαν το Χου Φένγκ, τον Πάν Χάν-νιέν, το Ζάο Τσού-τσέ και ακόμα και εγκληματίες πολέμου που φυλακίστηκαν, όπως ο αυτοκράτορας Που Γι και ο Κάνγκ Τσέχ. Αν δεν εκτελέστηκαν δεν είναι καθόλου επειδή τα εγκλήματά τους δεν άξιζαν την ποινή του θανάτου, αλλά επειδή δεν θα είχαμε κανένα όφελος αν τούς εκτελούσαμε. Αν εκτελούσαμε έναν απ'αυτούς θα ήμασταν υποχρεωμένοι να συγκρίνουμε την περίπτωση του με μια άλλη, με μια τρίτη και έτσι σε συνέχεια και το επακόλουθο θα ήταν να πέσουν πολλά κεφάλια. Αυτός είναι ο πρώτος λόγος. Ο δεύτερος είναι ότι κινδυνεύουμε να εκτελέσουμε άτομα κατά λάθος. Η ιστορία μαρτυράει ότι όταν ένα κεφάλι έχει πέσει, δε μπορεί να ξαναμπεί στη θέση του, δεν είναι σαν το πράσο που ξαναμεγαλώνει κάθε φορά που το κόβουμε. Αν κάνουμε λάθος κόβοντας ένα κεφάλι, δεν υπάρχει κανένας τρόπος να διορθώσουμε το λάθος, ακόμα και αν το θέλουμε. Ο τρίτος λόγος, είναι ότι κινδυνεύουμε να καταστρέψουμε αποδείξεις. Για να προβούμε στη λήψη κατασταλτικών μέτρων ενάντια σε αντεπαναστάτες, πρέπει να έχουμε αποδείξεις. Ένας αντεπαναστάτης αποτελεί, στις περισσότερες περιπτώσεις, μια ζωντανή μαρτυρία ενάντια σε έναν άλλο∙ αν υπάρχουν περιπτώσεις που πρέπει να ξεκαθαριστούν, θα μπορούσαμε να πάρουμε απ’αυτόν πληροφορίες. Αν εκτελέσετε αυτόν τον αντεπαναστάτη, δεν θα βρείτε μάλλον ποτέ πια αποδείξεις. Αυτό δε μπορεί να υπηρετήσει παρά μόνο την αντεπανάσταση και όχι την επανάσταση. Ο τέταρτος λόγος είναι ότι η εκτέλεσή τους δε μπορεί να συμβάλει στην αύξηση της παραγωγής, στην ανύψωση του επιπέδου της επιστήμης, στην εξάλειψη των «τεσσάρων συμφορών», στο δυνάμωμα της εθνικής άμυνας, ούτε και στην ανάκτηση της Ταϊβάν. Εκτελώντας τους, αποχτάτε ένα κακό όνομα, το όνομα εκείνου που σκοτώνει τούς αιχμάλωτους πολέμου, πράγμα που θεωρούνταν πάντα ντροπή. Ένας άλλος ακόμα λόγος, είναι ότι οι αντεπαναστάτες στους κόλπους των οργανισμών είναι διαφορετικοί από αυτούς που βρίσκονται στην κοινωνία. Αυτοί οι τελευταίοι πέφτουν μ’όλο το βάρος τους στις πλάτες του λαού, ενώ οι αντεπαναστάτες στους κόλπους των οργανισμών, που δεν έχουν τόσο άμεσες σχέσεις με τις λαϊκές μάζες, είναι αντικείμενο του γενικού μίσους, άλλα δεν έχουν πολλούς ιδιαίτερους εχθρούς. Τι κακό θα μπορούσε να προκύψει αν δεν εκτελούσαμε κανένα από αυτά τα άτομα; Αυτοί που είναι ικανοί για χειρωνακτική δουλειά, ας αναδιαπαιδαγωγηθούν μέσο της δουλειάς. Όσο για εκείνους που δεν είναι ικανοί, θα τεθούν κάτω από τη φροντίδα του κράτους. Οι αντεπαναστάτες είναι απορρίμματα, παράσιτα, αλλά έτσι και τούς πάρουμε στα χέρια μας, μπορούμε να τους κάνουμε έτσι ώστε να προσφέρουν κάποια υπηρεσία στο λαό.
Άραγε, πρέπει να βγάλουμε ένα νόμο για την κατάργηση της ποινής του θανάτου για τους αντεπαναστάτες στους οργανισμούς; Πρόκειται για μια πολιτική που εφαρμόζεται προς τα μέσα, δεν είναι ανάγκη να τη βγάλουμε στη δημοσιότητα. Αλλά στην πράξη, θα προσπαθήσουμε να την εφαρμόσουμε. Ας υποθέσουμε, ότι κάποιος πετάει μια βόμβα σ'αυτή την αίθουσα και σκοτώνει όλο τον κόσμο, ή το μισό, ή το ένα τρίτο των παρευρισκομένων, τι θα λέγατε, πρέπει ή δεν πρέπει να τον εκτελέσουμε; Βέβαια και πρέπει να εκτελεστεί.
Το να εφαρμόζουμε την πολιτική που συνίσταται στο να μην εκτελούμε κανένα στη διάρκεια της εξάλειψης των αντεπαναστατών στους οργανισμούς, δεν μας εμποδίζει να υιοθετήσουμε μια σταθερή στάση απέναντι τους. Εξ άλλου, μια τέτοια πολιτική θα μας βοηθήσει να μην πέσουμε σε ανεπανόρθωτα λάθη και θα μας επιτρέπει να διορθώνουμε τα λάθη που θα έχουμε κάνει. Αυτή μπορεί να συντελέσει, ώστε να καθησυχάσει πολύς κόσμος και να βοηθήσει για να αποφευχθεί η δυσπιστία ανάμεσα στους συντρόφους του Κόμματος. Το να μη σκοτώνουμε τούς ανθρώπους επιφέρει την ανάγκη να τους θρέφουμε. Πρέπει να δώσουμε σε όλους τούς αντεπαναστάτες τη δυνατότητα να κερδίσουν το ψωμί τους και την ευκαιρία να ξαναμπούν στο σωστό δρόμο. Μια τέτοια στάση ωφελεί την υπόθεση του λαού και θα έχει ένα ευνοϊκό αντίκτυπο στον κόσμο.
Για την καταστολή των αντεπαναστατών, παραμένουν σκληρά καθήκοντα να εκπληρωθούν και δεν πρέπει να επιτρέψουμε καμιά χαλάρωση. Συνεχίζοντας την καταστολή των αντεπαναστατών που είναι κρυμμένοι στην κοινωνία, πρέπει ταυτόχρονα, από δω και πέρα να εξακολουθήσουμε να εντοπίζουμε όλους τούς αντεπαναστάτες που διείσδυσαν στους οργανισμούς, στα σχολεία και στις μονάδες του στρατού. Πρέπει οπωσδήποτε να χαράξουμε μια καθαρή διακριτική γραμμή ανάμεσα σε μας και στους εχθρούς μας. Αν αφήνουμε εχθρούς να διεισδύουν στις γραμμές μας, μέχρι και στα καθοδηγητικά μας όργανα, αυτό αποτελεί ένα πάρα πολύ σοβαρό κίνδυνο για την υπόθεση του σοσιαλισμού και τη δικτατορία του προλεταριάτου! Αυτό όλος ο κόσμος το καταλαβαίνει καλά. 

ΙΧ. Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ Σ' ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΩΣΤΟ ΚΑΙ Σ’ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ
ΛΑΘΕΜΕΝΟ

Είναι αναγκαίο να κάνουμε μια σαφή διάκριση ανάμεσα σ'αυτό που είναι σωστό και σ’αυτό που είναι λαθεμένο, τόσο στο εσωτερικό του Κόμματος, όσο και έξω από το Κόμμα. Πώς πρέπει να μεταχειριζόμαστε τούς συντρόφους που έχουν κάνει λάθη; Αυτό είναι ένα σημαντικό πρόβλημα. Η σωστή στάση απέναντι τους πρέπει να συνίσταται στην εφαρμογή της αρχής «να διδασκόμαστε από τα λάθη του παρελθόντος για να τα αποφεύγουμε στο μέλλον και να θεραπεύουμε την αρρώστια για να σώσουμε τον άνθρωπο», για να τούς βοηθήσουμε να διορθώσουν τα λάθη τους και να τούς επιτρέψουμε να συνεχίσουν την επανάσταση. Άλλοτε, όταν οι δογματικοί, με επικεφαλής το Βάνγκ Μίνγκ, κρατούσαν στα χέρια τους την καθοδήγηση, το Κόμμα μας, υιοθετώντας τα άσχημα που υπήρχαν στην πρακτική του Στάλιν, έκανε λάθη σ'αυτό το ζήτημα. Στην κοινωνία, κρατούσαν σε απόσταση τις ενδιάμεσες δυνάμεις και στους κόλπους του Κόμματος, δεν επέτρεπαν στους συντρόφους να διορθώνουν τα λάθη τους και να συνεχίζουν να κάνουν την επανάσταση.
Η πραγματική ιστορία του Αχ Κιού: είναι ένα καλό μυθιστόρημα. Συμβουλεύω στους συντρόφους που το έχουνε διαβάσει, να το ξαναδιαβάσουνε και σ’αυτούς που δεν το έχουν διαβάσει, να το διαβάσουν προσεχτικά. Ο Λού Σίν περιγράφει εκεί ειδικά ένα καθυστερημένο και πολιτικά ασυνείδητο αγρότη. Συγκεκριμένα σε ένα κεφάλαιο που έχει τίτλο «Απαγορεύεται να κάνουμε την επανάσταση» διηγείται πώς ο ξένος Ψευτο-διάβολος απαγορεύει στον Αχ Κιού να κάνει την επανάσταση. Στην πραγματικότητα, αυτό που ο Αχ Κιού ονόμαζε επανάσταση δεν ήταν τίποτα άλλο από το να κλέψει κάτι, το ίδιο όπως οι άλλοι. Αλλά ακόμη και μια τέτοια επανάσταση απαγορευότανε σ'αυτόν από τον ξένο Ψευτο-Διάβολο. Κατά τη γνώμη μου υπήρχαν εδώ άνθρωποι που στο σημείο αυτό έμοιαζαν πολύ με αυτόν τον ξένο Ψευτο-Διάβολο. Απαγόρευαν στα άτομα που είχαν διαπράξει λάθη να κάνουν την επανάσταση, δεν έκαναν διάκριση ανάμεσα σ’αυτά τα στοιχεία και στους αντεπαναστάτες και έφτασαν στο σημείο να εκτελέσουν και μερικούς από αυτούς. Επιβάλλεται να θυμόμαστε αυτό το μάθημα. Είναι κακό να απαγορεύουμε στους εξωκομματικούς ανθρώπους να κάνουν την επανάσταση, όπως και να απαγορεύουμε στους συντρόφους του Κόμματος που διέπραξαν λάθη, να τα διορθώσουν.
Για τούς συντρόφους που έχουν κάνει λάθη, μερικοί λένε, ότι πρέπει να εξετάσουμε αν θέλουν να τα διορθώσουν. Κατά τη γνώμη μου, αντί να μείνουμε στη θέση του παρατηρητή, θα πρέπει να τούς βοηθήσουμε να διορθωθούν. Με άλλα λόγια, πρέπει να τούς παρακολουθούμε και να τούς βοηθούμε. Ο άνθρωπος πάντα έχει ανάγκη από βοήθεια. Αυτό ισχύει για τα άτομα που δεν έχουν κάνει λάθη και ακόμη περισσότερο γι’αυτούς που διέπραξαν λάθη. Φαίνεται, ότι ο άνθρωπος δεν είναι αλάνθαστος, υπόκειται, άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο, σε λάθη. Όταν κάποιος κάνει λάθος, πρέπει να τον βοηθήσουμε. Το να περιοριζόμαστε στο να τον παρακολουθούμε αποτελεί μια παθητική στάση. Είναι απαραίτητο να δημιουργούμε όλες τις προϋποθέσεις για να τον βοηθήσουμε να διορθωθεί. Πρέπει να υπάρξει μια καθαρή διάκριση ανάμεσα σ’αυτό που είναι σωστό και σ' αυτό που είναι λαθεμένο, γιατί η διαπάλη πάνω σε κάθε ζήτημα αρχής μέσα στο Κόμμα είναι μια αντανάκλαση της ταξικής πάλης που διεξάγεται μέσα στην κοινωνία, σ'αυτό δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία. Το να απευθύνουμε ανάλογα με την κάθε περίπτωση τις κατάλληλες και καλά θεμελιωμένες κριτικές στους συντρόφους που έχουν κάνει λάθη, ακόμα και να διεξάγουμε μια αναγκαία πάλη εναντίον τους, αυτό είναι κανονικό και έχει σκοπό να τούς βοηθήσει να διορθώσουν τα λάθη τους. Το να χαιρόμαστε για την αποτυχία τους, αντί να τούς συμπαραστεκόμαστε, αυτό είναι μια σεχταριστική στάση.
Για να κάνουμε την επανάσταση είναι πάντα καλύτερο να έχουμε όσο γίνεται περισσότερα άτομα. Αλλά, αν εξαιρέσουμε τον ασήμαντο αριθμό εκείνων που επιμένουν στα λάθη τους και αρνούνται να βελτιωθούν παρ'όλες τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις, η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων που έχουν κάνει λάθη, μπορούν να διορθωθούν. Όπως και ένα άτομο που πέρασε τον τύφο, από κει και πέρα είναι ανοσοποιημένο, αυτά που έχουν κάνει λάθη θα μπορούν να κάνουν λιγότερα στο μέλλον, εφόσον διδάχτηκαν από τα λάθη αυτά. Αντίθετα, αυτοί που δεν έχουν κάνει λάθη, μπορούν πιο εύκολα να κάνουν, γιατί έχουν μια τάση αλαζονείας. Ας προσέξουμε καλά: πολλές φορές μια υπερβολική αυστηρότητα απέναντι σ’αυτούς που έχουν διαπράξει λάθη, στρέφεται ενάντια σε μας τους ίδιους. Ο Κάο Κάνγκ σήκωσε μια πέτρα με σκοπό να χτυπήσει, αλλά τελικά προκάλεσε την ίδια τη δική του πτώση. Δείχνοντας καλές προθέσεις απέναντι σ' αυτούς που έχουν κάνει λάθη, μπορούμε να κερδίσουμε τούς ανθρώπους και να τούς ενώσουμε μαζί μας. Ένα από τα κριτήρια για να δούμε αν κάποιος τρέφει καλές ή κακές προθέσεις απέναντι στους συντρόφους που έχουν κάνει λάθη, είναι να δούμε αν τούς βοηθάει, ή αν δείχνει εχθρότητα απέναντι τους.
«Να διδασκόμαστε από τα λάθη του παρελθόντος, για να τα αποφεύγουμε στο μέλλον και να θεραπεύουμε την αρρώστια, για να σώσουμε τον άνθρωπο», τέτοια είναι η αρχή για την πραγματοποίηση της ενότητας όλου του Κόμματος, πρέπει, λοιπόν, να την εφαρμόσουμε σταθερά. 

Χ. Η ΣΧΕΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ

Έχουμε ρίξει το σύνθημα που καλεί να διδασκόμαστε από τις άλλες χώρες και νομίζω πως είναι σωστό που το κάναμε αυτό. ΟΙ καθοδηγητές ορισμένων χωρών δε θέλουν, ούτε τολμούν να διατυπώσουν ένα τέτοιο σύνθημα. Θα έπρεπε γι’αυτό να είχαν λίγο κουράγιο και να εγκαταλείψουν την αλαζονεία.
Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι κάθε έθνος έχει τα ισχυρά σημεία, του, αλλιώτικα πώς θα μπορούσε να υπάρχει και να αναπτύσσεται; Από την άλλη πλευρά, κάθε έθνος έχει και τα αδύνατα σημεία του. Μερικοί φαντάζονται ότι ο σοσιαλισμός είναι το αποκορύφωμα της τελειότητας και ότι δεν παρουσιάζει κανένα ελάττωμα. Όχι βέβαια! Πρέπει να παραδεχτούμε, ότι κάθε πράγμα έχει και τα ισχυρά σημεία του και τα αδύνατα σημεία του. Οι γραμματείς των πυρήνων του Κόμματός μας, οι επικεφαλής των λόχων και των τμημάτων ξέρουν όλοι να καταγράφουν στα σημειωματάριά τους τον απολογισμό της καθημερινής εμπειρίας τους κάτω από δύο όψεις — τη θετική και την αρνητική. Αφού όλοι ξέρουν ότι υπάρχουν δύο όψεις, γιατί εμείς να μιλούμε μόνο για την μια; Οι δύο όψεις θα υπάρχουν ακόμα και ύστερα από δέκα χιλιάδες χρόνια. Στο μέλλον, όπως και σήμερα, κάθε πράγμα θα έχει αμετάβλητα δύο όψεις, το ίδιο ισχύει και για κάθε άτομο. Με δύο λόγια, υπάρχουν πάντα δύο όψεις και όχι μόνο μια. Το να λέμε ότι υπάρχει μόνο μια όψη, σημαίνει, ότι έχουμε συνειδητοποιήσει μόνο το μέρος και όχι το σύνολο.
Η πολιτική μας συνίσταται στο να διδασκόμαστε από τα ισχυρά σημεία όλων των χωρών και εθνών, να διδασκόμαστε από κάθε τι το πραγματικά καλό που έχουν στους τομείς της πολιτικής, της οικονομίας, της επιστήμης, της τεχνικής, της λογοτεχνίας και της τέχνης. Αλλά πρέπει να διδασκόμαστε με έναν τρόπο αναλυτικό και κριτικό και όχι τυφλά. Και ούτε να αντιγράφουμε το κάθε τί και να το εφαρμόζουμε μηχανιστικά. Εννοείται, ότι δεν πρέπει να μιμούμαστε τις αδυναμίες τους και τα ελαττώματά τους.
Ακριβώς μια τέτοια στάση οφείλουμε να υιοθετήσουμε και απέναντι στην πείρα της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών. Από έλλειψη καθαρών αντιλήψεων σ’αυτό το πρόβλημα, μερικοί από μας έφτασαν στο να μιμηθούν τα αδύνατα σημεία τους. Όταν τα μιμήθηκαν αυτά, θεωρώντας τους εαυτούς τους σπουδαίους, αυτοί από τούς οποίους τα πήραν ,τα είχαν πια αποβάλει, και τελικά αναγκάστηκαν να κάνουν επικίνδυνες ακροβασίες για να ξανάρθουν στις θέσεις τους, όπως ο Σουέν Βού-κονγκ, ο βασιλιάς των πιθήκων. Π.χ. μερικοί λέγαν ότι είχαμε διαπράξει λάθος αρχής ιδρύοντας το υπουργείο Πολιτισμού και το Γραφείο Κινηματογράφου, για το λόγο ότι η Σοβιετική Ένωση είχε ένα υπουργείο Κινηματογράφου και ένα Γραφείο Πολιτισμού. Δεν περιμένανε ότι, λίγο καιρό μετά, η Σοβιετική Ένωση θα δημιουργούσε, όπως και εμείς, ένα Υπουργείο Πολιτισμού. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν αναλύουν ποτέ τίποτα και που πάνε με «όλους τούς ανέμους». Αν μια μέρα ο άνεμος φυσάει από τα βόρεια, αυτοί ακολουθούν το βόρειο άνεμο, αν την άλλη μέρα ο άνεμος φυσήξει από τα δυτικά αυτοί θα ακολουθήσουν το δυτικό άνεμο. Αν αργότερα ο άνεμος φυσήξει πάλι από τα βόρεια, αυτοί θα ακολουθήσουν και πάλι το βόρειο άνεμο. Επειδή δεν έχουν προσωπική γνώμη, περνάνε συχνά από τη μια άκρη στην άλλη.
Αυτοί, που στη Σοβιετική Ένωση, εκθείαζαν το Στάλιν ανεβάζοντάς τον ως τα σύννεφα ξαφνικά τον έριξαν πιο χαμηλά και από τη γη. Στη χώρα μας, υπάρχουν μερικοί που έκαναν το ίδιο: Η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματός μας υποστηρίζει ότι οι αρετές και τα λάθη του Στάλιν είναι στην αναλογία των επτά προς τρία και ότι ο Στάλιν παραμένει ένας μεγάλος μαρξιστής. Ξεκινώντας από αυτή ακριβώς την εκτίμηση, γράψαμε το άρθρο με τον τίτλο «Για την ιστορική πείρα της δικτατορίας του προλεταριάτου». Η τέτοια εκτίμηση είναι πολύ σωστή. Ο Στάλιν έκανε μερικά λάθη σε σχέση με την Κίνα. Εδώ βρίσκεται η πηγή του «αριστερού» τυχοδιωκτισμού του Βάνγκ Μίνγκ, προς το τέλος του Δεύτερου επαναστατικού εμφύλιου πολέμου και του δεξιού του οπορτουνισμού στην αρχή του Αντιστασιακού πολέμου ενάντια στην Ιαπωνία. Κατά την περίοδο του Απελευθερωτικού Πολέμου, ο Στάλιν, στην αρχή, δεν μας άφηνε να κάνουμε την επανάσταση, υποστηρίζοντας ότι ένας εμφύλιος πόλεμος θα απειλούσε να καταστρέψει το κινέζικο έθνος. Έπειτα, όταν ο πόλεμος ξέσπασε, έδειξε σκεπτικισμό απέναντί μας. Όταν κερδίσαμε τον πόλεμο, υποψιάστηκε, ότι επρόκειτο για μια νίκη όπως εκείνη του Τίτο και, το 1949 και το 1950, άσκησε μία πολύ μεγάλη πίεση πάνω μας. Αλλά, παρ’όλα αυτά, εμείς δεν παύουμε να θεωρούμε, ότι οι αρετές και τα λάθη του Στάλιν, είναι στην αναλογία των επτά προς τρία. Αυτή είναι μια στάση αμερόληπτη.
Στον τομέα των κοινωνικών επιστήμων και του μαρξισμού-λενινισμού, θα εξακολουθήσουμε να μελετούμε με επιμέλεια τις σωστές θέσεις που διατύπωσε ο Στάλιν. Αυτό που πρέπει να μάθουμε, είναι εκείνο που αποτελεί μέρος της γενικής αλήθειας. Και επί πλέον, οφείλουμε οπωσδήποτε να συνδέσουμε τη μελέτη μας με την κινέζικη πραγματικότητα. Αν εφαρμόζαμε μηχανιστικά κάθε λέξη ακόμα και του Μαρξ, αυτό θα ήταν καταστροφικό! Η θεωρία μας είναι η σύνδεση της γενικής αλήθειας του μαρξισμού-λενινισμού με τη συγκεκριμένη πρακτική της κινέζικης επανάστασης. Μέσα στο κόμμα μας μερικοί, σε μια δοσμένη στιγμή, εφάρμοσαν το δογματισμό, και εμείς τότε το κριτικάραμε αυτό. Παρ’όλα αυτά, ο δογματισμός παραμένει ακόμα. Στους ακαδημαϊκούς ή στους οικονομικούς κύκλους, επιζούν ακόμα εκδηλώσεις του δογματισμού.
Όσον άφορα τις φυσικές επιστήμες, έχουμε εδώ αρκετή καθυστέρηση και οφείλουμε να καταβάλουμε εντελώς ιδιαίτερες προσπάθειες για να διδαχτούμε από τις άλλες χώρες. Ωστόσο, πρέπει και εδώ επίσης να διδαχτούμε με ένα πνεύμα κριτικό και όχι τυφλά. Όσο για την τεχνική, πιστεύω, ότι το καλύτερο για μας είναι καταρχήν, στις περισσότερες περιπτώσεις, να την υιοθετήσουμε όπως είναι, μιας και μας λείπουν οι γνώσεις σ’αυτόν τον τομέα. Αλλά, γι’αυτά που κιόλας ξέρουμε δεν είναι ανάγκη να δρούμε μ' αυτό τον τρόπο.
Πρέπει να απορρίψουμε και να κριτικάρουμε αποφασιστικά το σάπιο σύστημα και τη σάπια ιδεολογία της αστικής τάξης των ξένων χωρών. 'Αλλά, αυτό δε μας εμποδίζει να διδαχθούμε από τις προχωρημένες επιστήμες και την προχωρημένη τεχνική των καπιταλιστικών χωρών, καθώς και από αυτό που είναι επιστημονικό στη διαχείριση των επιχειρήσεων. Στις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες, οι επιχειρήσεις έχουν μια υψηλή απόδοση με ένα περιορισμένο προσωπικό και υπερέχουν επιχειρηματικά. Από όλα αυτά, εμείς πρέπει να διδαχτούμε ευσυνείδητα, στο φως των αρχών μας, έτσι ώστε να καλυτερέψουμε τη δουλειά μας. Τώρα, αυτοί που είχαν μάθει αγγλικά δεν τα μελετούν πια, οι επιστημονικές θέσεις μας δεν μεταφράζονται πια στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, η γιαπωνέζικα έτσι ώστε να ανταλλάσσονται με εκείνες των άλλων χωρών. Και αυτό είναι επίσης μια στάση που δείχνει προκατάληψη. Το να απορρίπτουμε συνολικά και χωρίς ανάλυση τις επιστήμες, την τεχνική και την κουλτούρα των άλλων χωρών, καθώς και - όπως το είπα παραπάνω - το να υιοθετούμε χωρίς ανάλυση ο,τι προέρχεται από το εξωτερικό, δεν αποτελεί μια μαρξιστική στάση. Αυτό είναι βλαβερό για την υπόθεσή μας.
Νομίζω, ότι η Κίνα έχει δύο αδύνατα σημεία που είναι ταυτόχρονα και ισχυρά σημεία:
Πρώτο, η χώρα μας υπήρξε μια αποικία, μια μισοαποικία και όχι μια ιμπεριαλιστική χώρα, ήταν πάντα θύμα της ξένης καταπίεσης. Έχει μια βιομηχανία και μια αγροτική οικονομία σε μικρό βαθμό αναπτυγμένες, ένα τεχνικό και επιστημονικό επίπεδο χαμηλό. Εκτός από την απέραντη έκταση του εδάφους μας και τις πλούσιες φυσικές πηγές μας, το μεγάλο αριθμό του πληθυσμού μας, μια μακρόχρονη ιστορία, το Όνειρο της Κόκκινης Βίλλας στη λογοτεχνία, κτλ., είμαστε, σε πολλά σημεία, κατώτεροι από τις άλλες χώρες και δεν έχουμε λόγο να είμαστε υπεροπτικοί. Ωστόσο, επειδή ήμασταν σκλάβοι τόσον πολύ καιρό, μερικοί από μας έχουν διαπεραστεί από το αίσθημα ότι η χώρα μας είναι σε όλα τα πράγματα κατώτερη από τις άλλες χώρες.
Με το κεφάλι σκυμμένο μπροστά στους ξένους μοιάζουν του Κιά Κουέϊ στο Ναό του Φαμέν που, όταν τον παρακαλέσανε να καθίσει, είπε, ότι είχε συνηθίσει να στέκεται όρθιος και ότι δεν ήθελε να καθίσει. Πρέπει λοιπόν να ανεβάσουμε την ενεργητικότητα και να αυξήσουμε την αυτοπεποίθηση του έθνους. Πρέπει να κάνουμε έτσι ώστε να ακτινοβολήσει το πνεύμα της περιφρόνησης για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, που είχαμε προωθήσει στη διάρκεια του κινήματος αντίστασης στην αμερικάνικη επίθεση και τη βοήθεια στην Κορέα.
Δεύτερο, η επανάσταση μας έγινε αργά. Παρ’όλο που η επανάσταση του 1911 ανέτρεψε τον αυτοκράτορα πριν το κάνουν αυτό στη Ρωσία, δεν υπήρχε ακόμα τότε κομμουνιστικό κόμμα και η επανάσταση κατέληξε σε αποτυχία. Η λαϊκή επανάσταση δε θριάμβευσε παρά μόνο το 1949, τριάντα χρόνια και πάνω μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση. Και σ’αυτό το σημείο, δεν υπάρχει λόγος να είμαστε και τόσο υπερήφανοι για τον εαυτό μας. Η Σοβιετική Ένωση διαφέρει από τη χώρα μας: 1) Η τσαρική Ρωσία ήταν μια ιμπεριαλιστική χώρα. 2) Γνώρισε έπειτα την Οκτωβριανή Επανάσταση. Ακριβώς γι' αυτό πολλοί Σοβιετικοί είναι υπεροπτικοί και καυχησιάρηδες.
Τα δυο αδύνατα σημεία μας είναι επίσης και τα ισχυρά μας σημεία. Είπα, ότι ήμασταν «φτωχοί» και «στερημένοι από το κάθε τί». «Φτωχοί» επειδή δεν έχουμε μεγάλη βιομηχανία και επειδή η αγροτική οικονομία μας δεν είναι ακόμα τόσο αναπτυγμένη. «Στερημένοι, από το κάθε τι» όμοια με λευκό φύλλο χαρτί, επειδή το πολιτιστικό και επιστημονικό μας επίπεδο δεν είναι υψηλό. Ωστόσο, αν το δούμε από την άποψη των προοπτικών της ανάπτυξης, αυτό δεν είναι κακό. Επειδή οι φτωχοί θέλουν να κάνουνε την επανάσταση, ενώ είναι δύσκολο για τους πλούσιους να κάνουν το ίδιο. Οι χώρες που έχουν ένα υψηλό επιστημονικό και τεχνικό επίπεδο, είναι πολύ αλαζονικές. Εμείς είμαστε σα μια λευκή κόλλα χαρτί, είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται για να γράψουμε πάνω του.
Κατά συνέπεια, αυτά τα δύο σημεία, τόσο το ένα, όσο και το άλλο παρουσιάζουν πλεονεκτήματα για μας. Ακόμη και όταν στο μέλλον, η χώρα μας αποχτήσει ευημερία και γίνει ισχυρή, θα πρέπει πάντα να διατηρούμε την επαναστατική μας θέση να παραμένουμε μετριόφρονες και συνετοί, να διδασκόμαστε από τούς άλλους και να προφυλασσόμαστε από την αλαζονεία. Οφείλουμε να διδαχτούμε από τούς άλλους όχι μόνο κατά την περίοδο του πρώτου πεντάχρονου σχεδίου, αλλά επίσης και μετά από πολλές δεκάδες πεντάχρονα σχέδια. Θα πρέπει να το κάνουμε ακόμα και ύστερα από δέκα χιλιάδες χρόνια. Τί κακό υπάρχει σ' αυτό;
Μίλησα για δέκα προβλήματα. Αυτές οι δέκα σχέσεις είναι επίσης αντιθέσεις. Ο κόσμος είναι όλο αντιθέσεις. Χωρίς αντιθέσεις, δεν υπάρχει κόσμος. Το καθήκον μας είναι να λύνουμε σωστά αυτές τις αντιθέσεις. Θα μπορέσουμε μέσα στην πρακτική, να δώσουμε σ'αυτές τις αντιθέσεις μια εντελώς ικανοποιητική λύση; Οφείλουμε, σχετικά μ'αυτό να προετοιμαστούμε για δύο ενδεχόμενα. Και έπειτα, λύνοντας αυτές τις αντιθέσεις, θα έχουμε αναπόφευκτα να αντιμετωπίσουμε καινούργιες αντιθέσεις, καινούργια προβλήματα. Αλλά, όπως το έχουμε πει πολλές φορές, ο δρόμος είναι ελικοειδής, το μέλλον είναι λαμπρό. Θα προσπαθήσουμε να κινητοποιήσουμε όλους τούς θετικούς παράγοντες, άμεσους ή έμμεσους - μέσα και έξω από το Κόμμα, μέσα και έξω από τη χώρα, για να κάνουμε τη χώρα μας ένα ισχυρό σοσιαλιστικό κράτος.