Σελίδες

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017

Η ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗΣ – ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΑ


Καθ. ΣΤΕΦΑΝΑΚ ΠΟΛΛΟ



Η ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗΣ – ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗΣ

ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΑ



(Από το “ΚΕΑ - ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ-ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥ ΕΝΒΕΡ ΧΟΤΖΑ” - ΤΙΡΑΝΑ – 1984, 3-4 Οκτωβρίου, 1983, Εκδοτικός Οίκος “8 Νοέμβρη”, σελ. 240 – 267)


Το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας και ο ηγέτης του, Σύντροφος Ενβέρ Χότζα, έμειναν αφοσιωμένοι μέχρι τέλους στο πνεύμα και την επαναστατική ουσία του Μαρξισμού – Λενινισμού, πάντα θεωρούσαν την Μαρξιστική – Λενινιστική θεωρία της σοσιαλιστικής επανάστασης πυξίδα και ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης σε όλη τους της επαναστατική δράση. Την ανάπτυξαν με δημιουργικό τρόπο στην πράξη της δημοκρατικής, αντιιμπεριαλιστικής και, μετά, σοσιαλιστικής επανάστασής τους και με τις αναλύσεις τους, εκτιμήσεις και θεωρητικές γενικεύσεις των σημερινών διεθνών γεγονότων και φαινομένων. Ταυτόχρονα, την υπερασπίστηκαν ενάντια στην γενική επίθεση της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης και των σύγχρονων ρεβιζιονιστών. Σε αυτή την πάλη για την εφαρμογή και υπεράσπιση της θεωρίας της επανάστασης, το Κόμμα και ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα την ανέπτυξαν παραπέρα, εμπλουτίζοντάς την με θέσεις και συμπεράσματα βγαλμένα από την εφαρμογή της στην πράξη της επανάστασης στην χώρα μας και σε άλλες χώρες στον κόσμο. Η εθνική και διεθνής πείρα σε αυτό το πεδίο αναλύεται και θεωρητικά συνοψίζεται σε πολλούς τόμους των Έργων του Συντρόφου Ενβέρ Χότζα και ιδιαίτερα στα σημαντικά Έργα του των τελευταίων χρόνων. Είναι σημαντική συνεισφορά στην Μαρξιστική – Λενινιστική σκέψη και ισχυρό όπλο στην επαναστατική πάλη για κοινωνική και εθνική απελευθέρωση.
Η μεγάλη συνεισφορά του Κόμματός μας στην εφαρμογή, υπεράσπιση και ανάπτυξη της Λενινιστικής θεωρίας της επανάστασης μπορεί να γίνει αντιληπτή στις δυο θεμελιώδεις πλευρές της: στην διεξαγωγή της δημοκρατικής και αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης και της σοσιαλιστικής επανάστασης στην Αλβανία και στην ανάλυση του σημερινού ιμπεριαλισμού και στην μελέτη των ζητημάτων της επαναστατικής στρατηγικής και τακτικής.


* * *
Ο Αντιφασιστικός Εθνικός Απελευθερωτικός Πόλεμος και η μετατροπή του σε λαϊκή επανάσταση, η μετάβαση από την δημοκρατική και αντιιμπεριαλιστική επανάσταση στην σοσιαλιστική επανάσταση και η επιτυχή της εξέλιξη είναι ενσάρκωση της δημιουργικής εφαρμογής των διδαγμάτων του ΜαρξισμούΛενινισμού για την διαρκή επανάσταση και τον ρόλο σε αυτήν των αντικειμενικών και υποκειμενικών παραγόντων, για το εθνικό και αγροτικό ζήτημα, για την ταξική πάλη και το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας, για τον λαϊκό παρτιζάνικο πόλεμο και την ένοπλη εξέγερση,για τις συμμαχίες σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, κλπ.
Η συγκεκριμένες, εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες σε όλα τα στάδια της επανάστασης μας επέβαλαν πρωτότυπες λύσεις των προβλημάτων και νέες μορφές οργάνωσης του πλαισίου της γενικής Μαρξιστικής – Λενινιστικής γραμμής που τήρησε την απόλυτη προτεραιότητα των βασικών συμφερόντων της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μαζών και την προοπτική της σοσιαλιστικής επανάστασης. Από την ανάλυση του Συντρόφου Ενβέρ Χότζα αυτών των σταδίων και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους στην χώρα μας και από τα συμπεράσματα που έβγαλε σε αυτή την βάση ξεπροβάλει καθαρά η μεγάλη και νέα επαναστατική πείρα, σημαντικής θεωρητικής και πρακτικής αξίας, που το Κόμμα μας συνεισέφερε στο θησαυροφυλάκιο του Μαρξισμού – Λενινισμού.
Η φασιστική κατάληψη της χώρας και ο αγώνας για εθνική απελευθέρωση έφερε αντιμέτωπο το Κόμμα με αριθμό θεωρητικών και πρακτικών προβλημάτων πολιτικού, οργανωτικού και στρατιωτικού χαραχτήρα από την λύση των οποίων εξαρτιόταν η τύχη του αγώνα και της επανάστασης. Η απελευθέρωση της χώρας και η ίδρυση της λαϊκής εξουσίας απόδειξαν καλύτερα ότι αυτές οι λύσεις ήταν σωστές, ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της χώρας και στις απαιτήσεις των καιρών.
Η διατύπωση του προγράμματος του Κόμματος μετά την ίδρυσή του έθεσε το ζήτημα του καθορισμού του χαραχτήρα του πολέμου που, από την πλευρά του, εξαρτιόταν από τον καθορισμό της κύριας αντίθεσης που δημιουργήθηκε μετά την φασιστική κατάληψη. Σε αυτή την περίπτωση ήταν άχρηστα έτοιμα σχέδια και μοντέλα. Αμέσως από την αρχή ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα απόρριψε τις λανθασμένες απόψεις μερικών κομμουνιστών που καλούσαν για την οργάνωση, όχι Εθνικού Απελευθερωτικού Πολέμου, αλλά για σοσιαλιστική επανάσταση, μετά την δημιουργία του Αλβανικού προλεταριάτου και την αύξησή του χάρη στην καπιταλιστική ανάπτυξη που θα έφερνε ο φασισμός. Σε αυτή την νέα κατάσταση, ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα είπε, “. . . οι εσωτερικές ταξικές αντιθέσεις περάσαν σε δεύτερη μοίρα και οι εξωτερικές αντιθέσεις, εκείνες ανάμεσα στον Αλβανικό λαό που αγωνίζεται για την λευτεριά του, την ανεξαρτησία και κυριαρχία, και τους Ιταλούς και Γερμανούς καταχτητές της χώρας μας, έγιναν η κύρια αντίθεση”i. Έτσι, ο πόλεμος είχε αντιφασιστικό εθνικό απελευθερωτικό χαραχτήρα. Όμως, το Κόμμα δεν μπορούσε να ήταν υπέρ οποιουδήποτε εθνικού πολέμου και ακόμα λιγότερο υπέρ ενός αστικού εθνικού κινήματος, όπως συνέβη στο παρελθόν, όταν οι επιτυχίες των λαϊκών μαζών και οι καταχτήσεις τους εξαλείφονταν από τους άλλους. Από την αρχή έδωσε στον πόλεμο για ανεξαρτησία δημοκρατικό περιεχόμενο που εκφράστηκε στην πρώτη Απόφαση που έβαζε το αίτημα για “. . . μια λαϊκή δημοκρατική κυβέρνηση σε μια Αλβανία απελευθερωμένη από τον φασισμόii. Τηρώντας αυστηρά και μέχρι τέλους το αίτημα για πόλεμο εθνικής απελευθέρωσης, το Κόμμα, με την συνετή πολιτική του, γνώριζε πως να βαθαίνει βαθμιαία το κοινωνικό του περιεχόμενο όλο και περισσότερο, κάθε μέρα που περνούσε, δίνοντας στον πόλεμο τον χαραχτήρα λαϊκής επανάστασης που προετοίμασε το έδαφος για την δημιουργία της δικτατορίας της προλεταριάτου αμέσως μετά της απελευθέρωση της χώρας.
Στην εποχή του με το ζήτημα αυτό ασχολήθηκε θεωρητικά ο Β.Ι. Λένιν που επεξεργάστηκε την θέση ότι η αστικοδημοκρατική επανάσταση μπορεί και πρέπει να μετατραπεί σε προλεταριακή επανάσταση.
Στην Αλβανία αυτή η άποψη βρήκε την δημιουργική εφαρμογή της στις συνθήκες κατάχτησης από ξένους και του αγώνα για εθνική απελευθέρωση. Από το 1943 ακόμα, ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα ξεκαθάρισε: “Σήμερα το ΚΚΑ μάχεται επικεφαλής του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ή του κοινού μετώπου ενάντια στους καταχτητές), για την απελευθέρωση της χώρας και για μια νέα δημοκρατική Αλβανία. Αυτή είναι η πρώτη φάση του αγώνα μας. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα δεν θα δουλεύουμε και δεν θα προετοιμάσουμε την δεύτερη φάση. Η πρώτη φάση είναι η προετοιμασία για την διχτατορία του προλεταριάτου”iii.
Η συνύφανση των εθνικών με τα κοινωνικά καθήκοντα, που μετέτρεψαν το εθνικό απελευθερωτικό κίνημα σε λαϊκή επανάσταση, δεν έγινε αμέσως, αλλά βαθμιαία, στην πορεία του πολέμου, μέσω πολιτικών μεθόδων, τακτικών και δομών που είναι ένας πρωτότυπος και επιτυχής συνδυασμός της θεωρίας με την συγκεκριμένη πραγματικότητα της Αλβανίας.
Αμέσως από την αρχή το Κόμμα ξεκαθάρισε ότι η εθνική και κοινωνική απελευθέρωση μπορεί να επιτευχθεί μέσω του ένοπλου αγώνα, μέσω της επαναστατικής βίας ενάντια στους ξένους καταχτητές και τους συνεργάτες τους. Αυτός ήταν ο πόλεμος ενός μικρού λαού ενάντια σε ισχυρούς εχθρούς. Είναι αλήθεια ότι σε αυτό το πεδίο υπήρχαν λαμπρές παραδόσεις από το παρελθόν όταν ο λαούς μας δεν δίστασε να ξεσηκωθεί ακόμα και μόνος ενάντια στο καθεστώς ολόκληρης αυτοκρατορίας και στην αντι-Αλβανική πολιτική του συνασπισμού μεγάλων κρατών. Και ακριβώς όπως στο παρελθόν, και τώρα επίσης, δεν κατάφεραν η πίεση και τα “επιχειρήματα” να μας πείσουν να κρατήσουμε στάση αναμονής, να χαρίσουμε το ανθρώπινο δυναμικό και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές μιας φτωχής χώρας, αφού δήθεν θα μας έφερναν την λευτεριά οι μεγάλοι που πολεμούσαν ενάντια στον φασισμό. Και αν το Κόμμα διάλεξε τον δρόμο της ασυμβίβαστης ένοπλης πάλης, το έκανε όχι μόνο από ιστορική εμπειρία, από θεωρητικές εκτιμήσεις και από το διεθνιστικό του καθήκον, αλλά και από το ότι ήξερε καλά ότι μόνο στην πορεία της ένοπλης πάλης που καθοδηγούνταν από αυτό, και όχι τα παρασκηνιακά πολιτικά παζαρέματα, θα έβγαζαν στο προσκήνιο τις επαναστατικές δυνάμεις του έθνους που θάταν το κύριο στήριγμα της ανεξάρτητης Αλβανικής λαϊκής δημοκρατίας, θα πραγματοποιούνταν η πολιτική ενότητα του λαού, θα δημιουργούνταν οι ένοπλες δυνάμεις που δεν θα υπηρετούσαν μόνο την απελευθέρωση της χώρας αλλά επίσης και την υπεράσπιση των καταχτήσεων της επανάστασης, θα δημιουργούνταν τα όργανα της εξουσίας χωρίς τα οποία ήταν αδιανόητη η οικοδόμηση της νέας Αλβανίας. Από αυτή την άποψη, το εθνικό απελευθερωτικό κίνημα του λαού μας είναι μοντέλο για την λύση των βασικών ζητημάτων που τίθενται από την πάλη για λευτεριά και ανεξαρτησία, η οποία δημιουργεί, ταυτόχρονα, τις προϋποθέσεις των μελλοντικών βαθιών κοινωνικοπολιτικών μετασχηματισμών. Η ασυμβίβαστη ένοπλη πάλη ενάντια στους ξένους καταχτητές ήταν ο θεμέλιος λίθος για τις κοινωνικές τάξεις και στρώματα της χώρας και ήταν ο καταλύτης εμφάνισης της πραγματικής τους πολιτικής φυσιογνωμίας, του πατριωτισμού τους ή του αντιπατριωτισμού τους, της δημοκρατικότητάς τους ή της αντιδημοκρατικότητάς τους. Δεν ήταν τυχαίο ότι το Κόμμα επέμενε στην αναγκαιότητα της συμμετοχής στην ένοπλη πάλη σαν προϋπόθεση της συνεργασίας του με το Κομπεντάρ και το Λεγκαλιτέτι. Και πραγματικά, το ότι απέφυγαν να παλέψουν και τελικά ευθυγραμμίστηκαν ανοιχτά με τους καταχτητές ήταν ένα ισχυρό και πειστικό επιχείρημα για την προδοσία των συμφερόντων της Πατρίδας και του λαού από την μεριά των μεγάλων γαιοκτημόνων, της μεγάλης αστικής τάξης και της πλούσιας αγροτιάς.
Το γεγονός ότι οι βασικές εκμεταλλεύτριες τάξεις ενώθηκαν με το καθεστώς κατοχής και καταστράφηκαν μαζί με αυτό ήταν ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που βοήθησε στην μετατροπή του Εθνικού Απελευθερωτικού Πολέμου σε λαϊκή επανάσταση. Όμως, αυτή η μετατροπή δεν μπορεί να κατανοηθεί χωρίς την δράση, χωρίς τον ρόλο και την καθοριστική σε αυτήν, των υποκειμενικών παραγόντων και, πρώτα – πρώτα, του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η λαϊκή επανάσταση δεν μπορούσε να αναπτυχθεί και να συνεχιστεί μέχρι τέλους, στην ίδρυση της διχτατορίας του προλεταριάτου, χωρίς την διορατικότητα της ΜαρξιστικήςΛενινιστικής πολιτικής του Κόμματος, χωρίς την εξαιρετική βοήθεια του ηγέτη του, του Συντρόφου Ενβέρ Χότζα.
Πρώτα, έπρεπε να εξασφαλιστεί η καθοδήγηση του λαού και της επανάστασης από την εργατική τάξη και το Κόμμα της. Στις συνθήκες της χώρας μας αυτό το ζήτημα ήταν δύσκολο και πολύπλοκο και είχε τις ιδιαίτερες θεωρητικές και πρακτικές πλευρές του.
Η εργατική τάξη ήταν μικρή αριθμητικά, αλλά ήταν η πιο προοδευτική τάξη από την άποψη της κοινωνική της θέσης, είχε κάποια εμπειρία οργάνωσης και πάλης ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και στον φασισμό. Καμιά άλλη τάξη, εκτός από την εργατική τάξη, δεν ήταν σε θέση να επωμισθεί την ιστορική αποστολή να μπει επικεφαλής του πολέμου. Και έφερε σε πέρας αυτό το καθήκον μέσω της εμπροσθοφυλακής του, του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η επιβεβαίωση αυτού του ρόλου οφείλονταν στο ότι το Κόμμα τοποθέτησε την ιδεολογία της εργατικής τάξης, την πραγματοποίηση των εθνικών της και κοινωνικών της πόθων, που ήταν ίδιοι με εκείνους ολόκληρου του λαού, στα θεμέλια του προγράμματός του και όλης του της δράσης.
Ωστόσο, η εργατική τάξη και το Κόμμα της δεν μπορούσαν να φέρουν σε πέρας μόνοι τους την επανάσταση, χωρίς συμμάχους. Στα χρόνια του πολέμου ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα τόνισε ότι αυτή “. . . δεν είναι πάλη στελεχών, αλλά πάλη των πλατιών μαζών που εμπνέονται και καθοδηγούνται από το Κόμμαiv. Σε αυτή την περίπτωση, επίσης, το Κόμμα έπρεπε να βρει τους πιο κατάλληλους τρόπους να συνδεθεί με αυτές, να τι κινητοποιήσει και να τις καθοδηγήσει στον πόλεμο.
Μένοντας πιστό στον εθνικό απελευθερωτικό χαραχτήρα του πολέμου, το Κόμμα προέτρεψε όλες τις πατριωτικές δυνάμεις της χώρας, χωρίς διάκριση τάξεων ή πολιτικών πεποιθήσεων, να πάρουν μέρος σε αυτόν. Ανάμεσα στους συμμάχους της εργατικής τάξης, είχε στο μυαλό του πρώτα την αγροτιά, που ήταν η μεγαλύτερη τάξη αριθμητικά, με μεγάλες πατριωτικές και δημοκρατικές προοπτικές. “Στις συνθήκες της χώρας μας”, είπε ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα, “ο πόλεμος θα κερδηθεί από εκείνη την τάξη που έχει στο πλευρό της την αγροτιάv. Η εργατική τάξη και η αγροτιά θα έδιναν η μια ότι έλλειπε στην άλλη. Μέσω του Κόμματός της, η εργατική τάξη θα έδινε στην αγροτιά την πολιτική, ιδεολογική, και οργανωτική καθοδήγησή της και η αγροτιά θα έδινε στην εργατική τάξη και στο εθνικό απελευθερωτικό κίνημα την μαζική φυσική δύναμή της.
Η τοποθέτηση της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς κάτω από την σημαία του Κομμουνιστικού Κόμματος είναι μια από τις πιο σημαντικές σελίδες του Εθνικού Απελευθερωτικού Πολέμου. Ήταν το αποτέλεσμα εντατικής και ποικιλόμορφης δουλειάς από την μεριά του Κόμματος μέσω των κομμουνιστών και πατριωτών, όχι για να αφυπνίσουν τα πατριωτικά αισθήματα στην αγροτιά, που ποτέ δεν έλειπαν, αλλά για να ξεσκεπάσουν την αντικομμουνιστική δημαγωγία και προπαγάνδα του Μπαλί Κομπεντάρ και Λεγκαλιτέτι που, στηριζόμενες στους πλούσιους αγρότες και χρησιμοποιώντας ανθρώπους με επιρροή, κατάφεραν να εξαπατήσουν μέρος του αγροτικού πληθυσμού. Με την ακούραστη δουλειά της καμπάνιας και με την γενναιότητα που έδειξε στις συγκρούσεις με τον εχθρό, το Κόμμα έπεισε την αγροτιά για την ορθότητα της γραμμής του και την μετέτρεψε από εφεδρεία της αστικής τάξης, όπως ήταν στα προηγούμενα απελευθερωτικά κινήματα και όπως ήθελαν να συνεχίσει να είναι το Μπαλί Κομπεντάρ και το Λεγκαλιτέτι, σε εφεδρεία της εργατικής τάξης. Η ύπαιθρος έγινε η κύρια βάση και η αγροτιά η κύρια δύναμη του απελευθερωτικού πολέμου. Έτσι στην πορεία του αγώνα μπήκαν τα θεμέλια της συμμαχίας της εργατικής τάξης με την αγροτιά και έγινε πράξη μια από τις βασικές αρχές της Λενινιστικής θεωρίας της επανάστασης, που είχε αποφασιστική σημασία για την τελική νίκη. Όμως, το Κόμμα, και εδώ έγκειται μια από τις ικανότητες τις δικές του και του Συντρόφου Ενβέρ Χότζα, δεν είδε την αγροτιά κύρια ως στρατό του κινήματος, αλλά την διαπαιδαγώγησε και την έκανε μεγάλη και συνειδητή βαθιά πολιτική και ιδεολογική δύναμη από τις γραμμές της οποίας στρατολόγησε χιλιάδες κομμουνιστές και εκπαίδευσε στρατιωτικά στελέχη που μπήκαν επικεφαλής στις μονάδες του Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού.
Ξεχωριστό χαραχτηριστικό της δουλειάς του Κόμματος για την εδραίωση στενών δεσμών με τις μάζες ήταν η κινητοποίηση και οργάνωση της νεολαίας και των γυναικών στον πόλεμο, ένα από τα κύρια καθήκοντα που έβαλε το ίδιο το Κόμμα από τις πρώτες μέρες της ίδρυσής του.
Η ιστορία απόδειξε ότι σε όλα τα επαναστατικά κινήματα του λαού μας η νεολαία ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή της μάχης και οι γυναίκες πάντα στάθηκαν στο πλευρό των ανδρών. Αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις μπορούσαν και έπρεπε να γίνουν ισχυρό στήριγμα του αγώνα και της επανάστασης, ακόμα περισσότερο τώρα που βρίσκονταν επικεφαλής ένα Μαρξιστικό – Λενινιστικό κόμμα. Το Κόμμα είχε ακλόνητη πίστη στον ηρωισμό τους και στις δυνατότητές τους, τους οργάνωσε και τους ανέθεσε δύσκολα και ένδοξα καθήκοντα, ενώ η νεολαία και οι γυναίκες είδαν στον ηγέτη του αγώνα την ενσάρκωση των ευγενέστερων ιδανικών τους για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση.
Στις συνθήκες της χώρας μας ιδιαίτερο ρόλο έπαιξε η σχολική νεολαία, η πλειοψηφία της οποίας προέρχονταν μέσα από τις γραμμές της μικρής και μεσαίας αστικής τάξης της πόλης και των πλούσιων αγροτών. Αμέσως από την αρχή το Κόμμα εκτίμησε τον πατριωτισμό της και την δράση της, την μπόλιασε με την επαναστατική του ιδεολογία και την οδήγησε στην δραστήρια συμμετοχή της στον αγώνα. Ως το πιο μορφωμένο μέρος της νεολαίας, έγινε ακούραστος προπαγανδιστής της γραμμής του Κόμματος μέσα στις πλατιές μάζες του λαού και ένα μέσο μεταφοράς της επιρροής του Κόμματος στο κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο άνηκαν, στο στρώμα της μικρής και μεσαίας αστικής τάξης της πόλης το οποίο προσχώρησε στο εθνικό απελευθερωτικό κίνημα ή, τουλάχιστον, δεν αντιτάσσονταν σε αυτό.
Είναι γνωστό ότι οι οργανωτικές δυνατότητες της καθοδήγησης παίζουν σημαντικό ρόλο στον πόλεμο και την επανάσταση. Το Κόμμα και ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα ξεχώρισαν ως εξαιρετικοί οργανωτές που ήξεραν όχι μόνο να δημιουργούν οργανώσεις που θα γίνονταν οι στυλοβάτες του πολέμου, αλλά και να τις δώσουν περιεχόμενο που να ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις της επανάστασης. Επίσης επεξεργάστηκαν τις θεωρητικές βάσεις των βασικών δομών του πολέμου.
Μια από αυτές ήταν το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο, η καλύτερη και πιο αποτελεσματική δομή που φτιάχτηκε από το Κόμμα για την πολιτική ενότητα του λαού μας. Η πρωτοτυπία αυτής της πλατιάς μαζικής οργάνωσης βρίσκεται στο ότι το Μέτωπο δεν ήταν συνασπισμός κομμάτων, ότι στα θεμέλια του βρίσκεται η συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά, ότι εκπροσωπούσε όλες τις πατριωτικές και δημοκρατικές δυνάμεις της χώραςχωρίς διάκριση ως προς το θρήσκευμα, την περιοχή ή τις απόψειςυπό την καθοδήγηση του Κόμματος, του Κομμουνιστικού Κόμματος της Αλβανίας.
Ξεκινώντας από την Λενινιστική θέση ότι το θεμελιώδες πρόβλημα κάθε επανάστασης είναι εκείνο της κρατικής εξουσίας, το Κόμμα και ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα σύνδεσαν στενά τον Εθνικό Απελευθερωτικό Πόλεμο με την κατάληψη της κρατική εξουσίας από τις επαναστατικές λαϊκές μάζες. Η γραμμή που ακολούθησε για την δημιουργία της νέας κρατικής εξουσίας και τις μορφές πραγματοποίησής της βασίζονταν και στις ιστορικές παραδόσεις του εργατικού μας κινήματος και στις εθνικές παραδόσεις του λαού μας, ενώ το περιεχόμενό της επιβλήθηκε από το νέο συσχετισμό των τάξεων που δημιουργήθηκε στην πορεία του πολέμου και με σκοπό να φέρει τον λαό στην εξουσία.
Στα γραπτά του καιρού του πολέμου και αργότερα ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα προσδιόρισε ξεκάθαρα τις ιδιαιτερότητες της νέας επαναστατικής εξουσίας. Δημιουργήθηκαν τα εθνικά απελευθερωτικά συμβούλια, ως όργανα του πολέμου και της επανάστασης και βάσεις του δημοκρατικού καθεστώτος, επέκτειναν την δράση τους σε ολόκληρη την χώρα και εδραιώθηκαν στην διάρκεια του πολέμου ενάντια στους καταχτητές και τους προδότες και το αντιδραστικό τους καθεστώς όπως επίσης και στην πορεία της δουλειάς για την επίλυση των επειγόντων διοικητικών ζητημάτων που έβαζε η εποχή τότε. Η πορεία της εδραίωσης της νέας κρατικής εξουσίας και το γκρέμισμα του παλιού καθεστώτος συνεχίστηκε για μερικά χρόνια. Μέσω των βασικών σταδίων αυτής της πορείας – Πέζα, Λαμπινότ, Πρεμετή, Μπεράτvi,που ολοκληρωθήκαν με την απελευθέρωση της χώρας, “. . . εκπληρώθηκε η επιθυμία του λαού για την μετάβαση ολόκληρης της κρατικής εξουσίας στα χέρια του, την δημιουργία του νέου Αλβανικού κράτους, την οικοδόμηση της νέας λαϊκοδημοκρατικής Αλβανίαςvii, λέει ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα.
Η λαϊκή εξέγερση επέβαλε την δημιουργία του Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού για να τσακίσει τις ένοπλες δυνάμεις και την κρατική εξουσία των καταχτητών και των συνεργατών τους. Ακριβώς όπως τα κρατικά όργανα, το Κόμμα δημιούργησε, μεγάλωσε και διαπαιδαγώγησε τις ένοπλες μονάδες της επανάστασης στην πορεία του αγώνα, στην φωτιά των μαχών με τον εχθρό. Αυτός ήταν νέος στρατός, με ηθικά και πολιτικά χαραχτηριστικά που αντανακλούσαν τον βαθύ λαϊκό χαραχτήρα του πολέμου και της επανάστασης, στρατός με προορισμό όχι μόνο την εθνική αλλά και την κοινωνική απελευθέρωση. Η πηγή που μεγάλωνε αριθμητικά τις γραμμές αυτού του στρατού με μαχητές, που τον συντηρούσε και τον βοηθούσε σε όλες τις περιστάσεις ήταν ο λαός. Ο Εθνικός Απελευθερωτικός Στράτος διατήρησε μέχρι τέλους τον επιθετικό του χαραχτήρα, εκπλήρωσε με επιτυχία τις απαιτήσεις του παρτιζάνικου αγώνα και δημιούργησε τους διοικητές του και τους πολιτικούς επίτροπους του από τις γραμμές του, από εκείνους που απόδειξαν ότι είναι οι γενναιότεροι και οι πιο ικανοί στις μάχες με τον εχθρό. Σε αντίθεση με ότι έγινε στο παρελθόν, όταν μετά την νίκη επί του εχθρού, οι αρχηγοί της αστικής τάξης έστελναν τους μαχητές του λαού στα σπίτια τους έτσι ώστε να είναι σε θέση να δημιουργήσουν άλλο στρατό με ηθικά και πολιτικά χαρακτηριστικά της τάξης τους, το Κόμμα δεν διέλυσε τον Εθνικό Απελευθερωτικό Στρατό μετά την Απελευθέρωση, τον διατήρησε και τον δυνάμωσε έτσι ώστε να έχει ένα ισχυρό και αναντικατάστατο στήριγμα για την υπεράσπιση των νικών που επιτεύχθηκαν και την αδιάκοπη εξέλιξη της επανάστασης.
Το νέο, βαθύ αντιιμπεριαλιστικό και λαϊκό, δημοκρατικό περιεχόμενο που πήρε ο Εθνικός Απελευθερωτικός Πόλεμος αντανακλούνταν στην εξωτερική πολιτική, στις σχέσεις με αυτούς που συμμετείχαν στον αντιφασιστικό συνασπισμό όπου το Κόμμα εφάρμοσε επίσης τα ταξικά του κριτήρια. Ενώ παρέμεινε με συνέπεια στο πλευρό της Αγγλο-Σοβιετο-Αμερικάνικης αντιφασιστικής συμμαχίας, το Κόμμα κράτησε διαφοροποιημένη στάση προς αυτήν, κλίνοντας καθαρά υπέρ της Σοβιετικής Ένωσης και όλες εκείνες τις προοδευτικές δυνάμεις που τα καθήκοντα του αντιφασιστικού πολέμου τα συνέδεαν με τα καθήκοντα των κοινωνικών μετασχηματισμών. Ενώ η Σοβιετική Ένωση καθοδηγούμενη από τον Ι.Β. Στάλιν ήταν υπέρ της λαϊκής μας επανάστασης όχι μόνο ως στρατιωτικός σύμμαχος, αλλά επίσης και ως ταξικός σύμμαχος που σήκωσε το κύριο βάρος του πολέμου, χωρίς καθόλου να χάνει από το μάτια της την επαναστατική προοπτική. Η Βρετανία και οι Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπως προκύπτει ξεκάθαρα από το βιβλίο του Συντρόφου Ενβέρ Χότζα “Ο Αγγλο-Αμερικάνικος Κίνδυνος για την Αλβανία”, αποκάλυψαν την ιμπεριαλιστική τους φύση και ανοιχτά ή καλυμμένα υπονόμευαν το κίνημα που καθοδηγούσε το ΚΚΑ με σκοπό την επαναφορά του προηγούμενου αντιλαϊκού καθεστώτος.
Ο Εθνικός Απελευθερωτικός Πόλεμος έθεσε για λύση επίσης και ένα από τα πιο δύσκολα και οξυμένα ζητήματα – όπως το εθνικό ζήτημα, γενικά και ιδιαίτερα το ζήτημα του Κοσόβου στις Αλβανο-Γιουγκοσλάβικες σχέσεις. Ο χειρισμός και η λύση αυτών των ζητημάτων δεν επέβαλε αποκλειστικά και μόνο την εφαρμογή της δημιουργικής εφαρμογής των αρχών του ιστορικού υλισμού στο εθνικό ζήτημα, άλλα επίσης και την εξάλειψη, σε αυτή την βάση, του αρνητικού ιστορικού εμποδίου που έμεινε στις σχέσεις μεταξύ του Αλβανικού λαού και των Γιουγκοσλάβων γειτόνων, τόσο περισσότερο όσο αυτό το εμπόδιο το εκμεταλλεύονταν οι φασίστες και οι ντόπιοι προδότες για να παρουσιάζονται οι ίδιοι με της σημαία της εθνικής ένωσης. Η πλατφόρμα του Κόμματός μας, όπως προκύπτει από το βιβλίο του Συντρόφου Ενβέρ Χότζα “Οι Τιτοϊκοί”, είναι αποτέλεσμα της άποψης ότι την ευθύνη για τα κληρονομημένα μίση από το παρελθόν την είχαν οι Σέρβοι και οι Μαυροβούνιοι και, αργότερα, οι Γιουγκοσλάβοι μονάρχες, όχι ο λαός, ότι ο διαμελισμός της Αλβανίας το 1913 ήταν μια μεγάλη ιστορική αδικίαviii, ότι η “μεγάλη Αλβανίακάτω από τον φασισμό δεν ήταν η λύση του εθνικού ζητήματος, αλλά μια άπατη των ναζιφασιστών για τους σκοπούς της δικιάς τους πολιτικής. Στην βάση αυτών των απόψεων το Κόμμα βρήκε τη σωστή λύση σε αυτό το πρόβλημα: μόνο ο συνεχής πόλεμος ενάντια στους φασίστες οδηγούσε στην λύση του εθνικού ζητήματος που συστατικό του μέρος ήταν και η επανόρθωση της ιστορικής αδικίας εφαρμόζοντας και για τον Αλβανικό πληθυσμό της Γιουγκοσλαβίας, το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης μέχρι τον αποχωρισμό.
Όπως είναι γνωστό, η πλατφόρμα του Κόμματός μας στο εθνικό ζήτημα, αν και ήταν δίκαιη, αρχιακή και ανταποκρίνονταν στα ζωτικά συμφέροντα του αντιφασιστικού πολέμου των δυο γειτονικών χωρών και είχε σκοπό να μετατρέψει την Κοσόβα από μακροχρόνιο μήλο της έριδας σε περιοχή επικύρωσης της φιλίας μεταξύ των λαών και της αδελφοσύνης τους στον αγώνα, απορρίφτηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας που δεν κληρονόμησε μόνο την σωβινιστική παράδοση της Μεγαλο-Σέρβικης αστικής τάξης, αλλά την έκανε επίσης και κανονική γραμμή της πολιτικής του.
Οι σημαντικές κοινωνικο-πολιτικές διεργασίες που αναπτύχθηκαν στην διάρκεια του πολέμου και τον έδωσαν τον χαραχτήρα λαϊκής επανάστασης δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την αδιάκοπη εξέλιξη της επανάστασης. Η νίκη της αντιφασιστικής, αντιφεουδαρχικής, αντιιμπεριαλιστικής και δημοκρατικής επανάστασης σημάδεψε την έναρξη της σοσιαλιστικής επανάστασης και με την υιοθέτηση του πρώτου Συντάγματος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλβανίας “. . . ολοκληρώθηκε ητο προτσές της πολιτικής οργάνωσης του καθεστώτος της λαϊκής δημοκρατίας ως κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου”ix.
Η σοσιαλιστική επανάσταση, ως διαρκής επανάσταση που αναπτύσσεται μέσω άγριας ταξικής πάλης στην βάση και στο εποικοδόμημα, σημείωσε νέα εποχή στην ιστορία της χώρας, εποχή στην οποία το Κόμμα άνοιξε νέους δρόμους και μονοπάτια για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας.


* * *
Το Κόμμα πάντα έβλεπε την νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης στην χώρα μας σαν συστατικό μέρος τους παγκόσμιου επαναστατικού προτσές. Για το ίδιο ο πόλεμος για το σπάσιμο των αλυσίδων του ιμπεριαλιστικού συστήματος είναι διεθνιστικού χαραχτήρα, αποτελεί ενιαίο και, ταυτόχρονα, πολυποίκιλο επαναστατικό προτσές του οποίου συστατικά μέρη είναι όχι μόνο η σοσιαλιστική επανάσταση, άλλα επίσης και οι εθνικο-δημοκρατικές, αντιιμπεριαλιστικές, αντιαποικιακές και εθνικοαπελευθερωτικές επαναστάσεις.
Έτσι το Κόμμα δεν μπορούσε να μείνει αδρανές στον μεγάλο ιδεολογικό πόλεμο για την αρχιακή και αποφασιστική υπεράσπιση του ΜαρξισμούΛενινισμού γενικά και ειδικότερα της ΜαρξιστικήςΛενινιστικής θεωρίας της σοσιαλιστικής επανάστασης ενάντια στην μετωπική επίθεση του παγκόσμιου καπιταλισμού και του σύγχρονου ρεβιζιονισμού.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με την ρωμαλέα και εξαιρετική άνοδο του επαναστατικού κινήματος της εργατικής τάξης και των λαών σ’ όλο τον κόσμο, οι επιθέσεις της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης κλιμακώθηκαν και έγιναν πιο λυσσαλέες και, μετά την ρεβιζιονιστική προδοσία, ξέσπασε σαν χιονοστιβάδα μια νέα αντισοσιαλιστική συμμαχία με μια χωρίς προηγούμενο ιδεολογική σταυροφορία για την συσκότιση της προοπτικής της επανάστασης και την παρεμπόδιση με κάθε τρόπο του ξεσπάσματός της.
Για την απόρριψη της αναγκαιότητας της σοσιαλιστικής επανάστασης η αστική τάξη και οι ρεβιζιονιστές ιδεολόγοι ακολούθησαν τα βήματα των προγόνων τους, εκμεταλλευόμενοι τις δήθεν “ριζικές αλλαγές των συνθηκών” έτσι ώστε να παρουσιάσουν την Λενινιστική θεωρία της επανάστασης σαν ξεπερασμένη και που δεν ταιριάζει στις νέες συνθήκες, στην “καταναλωτική κοινωνία”, “στην νέα βιομηχανική κοινωνία” και “στην κοινωνία της τεχνικο-επιστημονικής επανάστασης”.
Στο Κόμμα Εργασίας της Αλβανίας έπεσε το βαρύ καθήκον, αλλά επίσης και η μεγάλη τιμή, να αντιταχθεί αυτό το ίδιο σε αυτήν την αστικο-ρεβιζιονιστική χιονοστιβάδα και να επιβεβαιώσει ξανά με την δύναμη της λογικής του και με επιστημονικά επιχειρήματα την καθολική άξια της Μαρξιστικής – Λενινιστικής θεωρίας της επανάστασης, να ξεσκεπάσει όλες τις διαστρεβλώσεις αυτής της θεωρίας και να αποκαλύψει τους αντεπαναστατικούς, σοβινιστικούς και ηγεμονικούς σκοπούς που κρύβονταν πίσω από αυτές [τις διαστρεβλώσεις] και, ταυτόχρονα, να επιβεβαιώσει ακόμα μια φορά την αποφασιστικότητα να βαδίσει στον Λενινιστικό δρόμο σαν απολύτως αναγκαία προϋπόθεση επιτυχίας οποιουδήποτε επαναστατικού κινήματος της εποχής μας.
Το ζήτημα τέθηκε αν οι θέσεις των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν και Στάλιν για τον ιμπεριαλισμό και την προλεταριακή επανάσταση ίσχυαν ή όχι στην εποχή μας, επίσης, αν οι αλλαγές που έγιναν στον σύγχρονο κόσμο ακύρωσαν ή την έκαναν ακόμα αναγκαία την επανάσταση για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας σε σοσιαλιστική, αν μπορούσε να γίνει με ειρηνικό τρόπο ή ήταν αναγκαία η επαναστατική βία.
Στο έργο του “Ιμπεριαλισμός και Επανάσταση” και άλλα κείμενα ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα κάνει μια επιστημονική ανάλυση της σημερινής πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής πραγματικότητας των καπιταλιστικών και ρεβιζιονιστικών χωρών. Αποκαλύπτει τις βαθιές αντιθέσεις ανάμεσα στην εργασία και το κεφάλαιο, ανάμεσα στους λαούς και τον ιμπεριαλισμό, όπως επίσης τις ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις που συνεχίζουν να υπάρχουν και δρουν με ένταση στην εποχή μας.
Πράγματι, ο παγκόσμιος καπιταλισμός υπέστη αλλαγές, ιδιαίτερα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα διαπραγματεύεται διεξοδικά ιδιαίτερα τα νέα χαρακτηριστικά, μορφές και εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς του ιμπεριαλισμού, όπως την παραπέρα συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και την ανάπτυξη του κρατικού μονοπωλιακού καπιταλισμού, διακρατικές ενώσεις όπως η Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά, η Κομεκόν, κλπ, ο νεο-αποικισμός και οι πολυεθνικές εταιρείες σαν στηρίγματά του, η πόλωση των κύριων δυνάμεων της εκμετάλλευσης, η επιθετικότητα και πόλεμος με την εμφάνιση οι δυο ιμπεριαλιστικές υπερδυνάμεις, οι φασιστικές τάσεις που εκδηλώνονται σε έναν αριθμό χωρών, κλπ. Αυτά τα νέα φαινόμενα όχι μόνο άλλαξαν την εκμεταλλευτική, αντιδραστική και επιθετική φύση του ιμπεριαλισμού, αλλά αντίθετα πήραν μεγάλες διαστάσεις οι πιο αρνητικές πλευρές του και οι πιο καταστροφικές του τάσεις και τον έκαναν πιο αντιλαϊκό, πιο αντεπαναστατικό και πιο πολεμοκάπηλο. Όχι μόνο δεν οδήγησαν και δεν μπόρεσαν να οδηγήσουν στην ενσωμάτωση του καπιταλισμού στο σοσιαλισμό, αλλά έκαναν την επανάσταση ως το μόνο μέσο και δρόμο για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας προς την κατεύθυνση του σοσιαλισμού, ακόμα πιο αναγκαία, απόλυτα απαραίτητη.
Ξεκινώντας από αυτή την ανάλυση, ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα φτάνει στο συμπέρασμα ότι “. . . ο ιμπεριαλισμός στις μέρες μας διατηρεί πλέρια εκείνα τα ίδια χαρακτηριστικά που περιέγραψε ο Λένιν, . . . ο Λενινιστικός ορισμός της εποχής μας ως εποχή του ιμπεριαλισμού και των προλεταριακών επαναστάσεων ισχύει αμετάβλητοςx.
Το Κόμμα μας και ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα έκαναν μεγάλη συνεισφορά στην ανάλυση και θεωρητική συνόψιση των συνεπειών που έφερε η όξυνση των βασικών αντιθέσεων του σημερινού παγκόσμιου καπιταλισμού. Πρόκειται για το ζήτημα της σοβαρής οικονομικής και εμπορικής, πολιτικής και στρατιωτικής, ιδεολογικής και ηθικής κρίσης που σάρωσε τον καπιταλιστικό και ρεβιζιονιστικό κόσμο, τράνταξε τα θεμέλια της βάσης και του εποικοδομήματός του και βάθαινε την γενική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος ακόμα περισσότερο. Αυτή η κρίση μεγάλωσε πολύ την δυσαρέσκεια των λαών που βρήκε την έκφρασή της στις μαζικές απεργίες των εργαζομένων, στα διάφορα κινήματα και εκδηλώσεις λαϊκής διαμαρτυρίας, στις ένοπλες εξεγέρσεις, κλπ. Αυτή η κρίση, όπως τονίζει ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα, τράβηξε μέσα στην δίνη του τις κυρίαρχες τάξεις, τα μονοπώλια, τις κυβερνήσεις, τα κόμματα, τις διεθνείς συμμαχίες, τους οικονομικούς, πολιτικούς και στρατιωτικούς συνασπισμούς. Δημιούργησε στον κόσμο επαναστατική κατάσταση που δεν μπορεί να ξεπεραστεί ή να κατασταλεί ούτε με την καπιταλιστική οικονομία και τις πολιτικές αναδιοργανώσεις και την κούρσα των εξοπλισμών και τις ολόπλευρες πολεμικές προετοιμασίες, ούτε με τα κηρύγματα των αστών και ρεβιζιονιστών ιδεολόγων, επειδή πηγάζει από το ίδιο το εκμεταλλευτικό και καταπιεστικό καπιταλιστικό σύστημα.
Στη βάση αυτής της ανάλυσης του σημερινού παγκόσμιου προτσές και ξεκινώντας από την Λενινιστική θεωρία, το 7ο Συνέδριο του Κόμματος διατύπωσε την θέση ότι “Ο κόσμος βρίσκεται σε ένα στάδιο που η υπόθεση της επανάστασης και της εθνικής απελευθέρωσης των λαών δεν είναι μόνο προσδοκία και μελλοντικό όραμα, αλλά ζήτημα που ζητά λύσηxi.
Αυτό το σημαντικό συμπέρασμα του Κόμματός μας βάζει συγκεκριμένο επίκαιρο καθήκον και ανοίγει ξεκάθαρη προοπτική όχι μόνο για την σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά και για την δημοκρατική, αντιιμπεριαλιστική και εθνικοαπελευθερωτική επανάσταση, δηλαδή, για όλα εκείνα τα κινήματα που επιτίθενται στις δομές του καπιταλισμού και βοηθούν στην επιτάχυνση των επαναστατικών προτσές.
Αυτή η θέση απορρίπτει όλες εκείνες τις αστικές και ρεβιζιονιστικές απόψεις που, μέσω της συνειδητής διαστρέβλωσης της αντικειμενικής πραγματικότητας, προσπαθούν να αποδείξουν ότι δεν υπάρχουν οι συνθήκες για την επανάσταση, αφού η εργατική τάξη, όπως ισχυρίζονται οι Ευρωκομουνιστές, αποπρολεταριοποιήθηκε και μετατράπηκε σε “συνδιαχειριστή” των επιχειρήσεων· αφού ο τωρινός κόσμος, όπως διακηρύσσουν οι Τιτοϊκοί, προχωρά δήθεν αυθόρμητα προς τον σοσιαλισμό· αφού κάθε σπίθα επανάστασης, όπως λένε οι Χρουτσοφικοί, μπορεί να πυροδοτήσει παγκόσμιο πόλεμο, οπότε δήθεν η ειρηνική συνύπαρξη είναι παγκόσμια στρατηγική αρχή· αφού δεν υπάρχει καθόλου επαναστατική κατάσταση στον κόσμο, την θέση της επανάστασης και των απελευθερωτικών πολέμων, όπως ισχυρίζονται οι Κινέζοι ρεβιζιονιστές, πρέπει να την πάρει ο αγώνας ενάντια στην απειλή του Σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού, κλπ.
Τονίζοντας τους αντικειμενικούς παράγοντες της σημερινής επαναστατικής κατάστασης, το Κόμμα μας δεν ξέχασε τις υποκειμενικές προϋποθέσεις που είναι τόσο αναγκαίες για το ξέσπασμα της επανάστασης και, ακόμα περισσότερο, για την επίτευξη της νίκης. Και ανάμεσα σε αυτές τις υποκειμενικές προϋποθέσεις, είναι σπουδαιότατα η ηγεμονία του προλεταριάτου στην επανάσταση, η καθοδήγηση του Μαρξιστικού – Λενινιστικού κόμματός του και, μαζί με αυτό, ο καθορισμός της επαναστατικής του στρατηγικής και τακτικής.
Τα διδάγματα του Κόμματός μας και του Συντρόφου Ενβέρ Χότζα για την ΜαρξιστικήΛενινιστική ηγεσία και την προετοιμασία της για την επανάσταση παίρνει μια ιδιαίτερη μεγάλη σημασία εάν λάβουμε υπόψη το ότι ο ρεβιζιονισμός επηρέασε και διέλυσε κυρίως αυτή την ηγεσία, τα επαναστατικά κόμματα της εργατικής τάξης, πρώταπρώτα, αρνούμενος ταυτόχρονα τον ηγεμονικό ρόλο αυτής της τάξης στην επανάσταση.
Αυτά τα διδάγματα περιλαμβάνουν μεγάλη σειρά ζητημάτων στα οποία το Κόμμα μας έδωσε επαρκείς λύσεις σύμφωνες με την Λενινιστική θεωρία της επανάστασης και τις συγκεκριμένες συνθήκες διαφορετικών χωρών, στηριζόμενο στην πείρα του πολλών ετών. Ανάμεσα σε αυτά τα ζητήματα, το κυριότερο είναι εκείνο που συνδέεται με την οικοδόμηση του ίδιου του προλεταριακού κόμματος “. . . χωρίς το οποίο η επανάσταση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, η εθνική απελευθερωτική πάλη δεν μπορεί να διεξαχθεί σωστά μέχρι τέλους και η αστικοδημοκρατική επανάσταση δεν μπορεί να προχωρήσει σε βάθος και να μετατραπεί σε προλεταριακή επανάσταση”xii, όπως επίσης το ζήτημα του τραβήγματος της εργατικής τάξης σε καθημερινές οικονομικές και πολιτικές ενέργειες που ανεβάζουν την ταξική της συνείδηση, δυναμώνουν την οργάνωση και ενότητά της , την συνδέουν με τις άλλες μάζες και την τοποθετούν επικεφαλής τους.
Ένα από το πιο σημαντικά, αλλά επίσης και πιο λεπτά και οξυμένα ζητήματα της επαναστατικής στρατηγικής είναι εκείνο της εξασφάλισης των εσωτερικών και εξωτερικών συμμάχων, της χρησιμοποίησης της επαναστατικής τάσης της αγροτιάς, της νεολαίας και των άλλων λαϊκών στρωμάτων ως μεγάλες εφεδρείες της επανάστασης, απελευθερωμένοι από τις σοσιαλδημοκρατικές, ρεβιζιονιστικές και αναρχικές επιρροές, έχοντας σαν καθοδηγητικό νήμα την προτεραιότητα σε κάθε περίπτωση της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Με αυτές τις δυνάμεις, είπε ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα στο 8ο Συνέδριο του Κόμματος, οι κομμουνιστές “. . . οικοδομούν κοινές συμμαχίες σε διάφορα ζητήματα και για καθορισμένους στόχους”xiii, και “Σε κάθε συμμαχία και μέτωπο το κόμμα περιφρουρεί την δικιά του αυτοτέλεια ακόμα και όταν, για αντικειμενικούς λόγους, δεν καθοδηγεί το ίδιο το μέτωπο”xiv.
Το Κόμμα μας έκανε πλέρια θεωρητική τεκμηριωμένη υπεράσπιση, η οποία επίσης υποστηρίζεται από όλη την ιστορία της ανθρωπότητας, της άποψη της επανάστασης μέσω της βίας που, σύμφωνα με την έκφραση του Λένιν “. . . είναι η βάση ολόκληρης της θεωρίας των Μαρξ και Ένγκελς”xv. Κυρίως για αυτό τον λόγο αυτή η πλευρά της Μαρξιστικής θεωρίας της επανάστασης ήταν και συνεχίζει να είναι η πιο ενοχλητική για την αστούς και τους ρεβιζιονιστές και, άρα, η πιο αμφισβητήσιμη από την μεριά τους. Έχουν γεμίσει τον κόσμο με τις “θεωρίες” τους που υποτίθεται ότι αποδεικνύουν πως, λόγω των ριζικών αλλαγών που έγιναν στον κόσμο, τα ζητήματα της επανάστασης μπορούν και πρέπει να λυθούν με τον ειρηνικό τρόπο. Και για αυτό βγαίνουν με τις συνταγές τους για “ειρηνικό οικονομικό ανταγωνισμό”, “πλήρη και γενικό αφοπλισμό”, “μετάβαση στον σοσιαλισμό μέσω κοινωνικών μεταρρυθμίσεων μέσα στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος ή με τον κοινοβουλευτικό δρόμο”, κλπ.
Συνοψίζοντας την εθνική και διεθνή επαναστατική πείρα, ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα απόδειξε ότι, όσο ο ιμπεριαλισμός όχι μόνο δεν άλλαξε τον χαραχτήρα του, αλλά, αντίθετα, ύψωσε στον κύβο τις πιο τερατώδεις πλευρές του, η επανάσταση μέσω της βίας παραμένει ο γενικός νόμος της σημερινής παγκόσμιας εξέλιξης. Αντί να καταθέσει τα όπλα της, η αστική τάξη δυναμώνει συνέχεια τον μηχανισμό καταπίεσης και βίας ενάντια στους λαούς. Μάλιστα, είναι η πρώτη που καταφεύγει στη βία και την χρησιμοποιούν κάθε μέρα για να καταστείλει την αντίσταση των λαών. Αυτό αναγκάζει την εργατική τάξη και τις μάζες να πάρουν τα όπλα, να απαντήσουν με επαναστατική βία στην αντιδραστική βία, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες στον κόσμο σήμερα.
“Το Μαρξιστικό – Λενινιστικό κομμουνιστικό κόμμα”, λέει ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα, “δεν φοβάται τον εμφύλιο πόλεμο, στον οποίο οδηγεί τα πράγματα η άγρια καταπίεση και η βία της αστικής τάξης . . . Η επαναστατική πάλη του προλεταριάτου πρέπει να κατευθύνεται στην βίαιη κατάληψη της κρατικής εξουσίας”xvi. Τα φασιστικά πραξικοπήματα στην Ινδονησία και την Χιλή είναι πειστική απόδειξη της χρεοκοπίας των ρεβιζιονιστικών θεωριών του ειρηνικού και κοινοβουλευτικού δρόμου μετάβασης στον σοσιαλισμό.
Το Κόμμα και ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα έδωσαν ιδιαίτερη προσοχή στην ανώτερη μορφή επαναστατικής βίας – την ένοπλη εξέγερση, που έγινε σημαντικό φαινόμενο των καιρών μας. Δεν είναι τυχαίο ότι το 8ο Συνέδριο του Κόμματός μας τόνισε την εξαιρετικά σοβαρή στάση των Μαρξιστών – Λενινιστών προς αυτήν. Ποτέ δεν παίζουν με την ένοπλη εξέγερση, αλλά την βάζουν στην ημερήσια διάταξη όταν η επαναστατική κατάσταση είναι εντελώς ώριμη.
Η Μαρξιστική – Λενινιστική αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος βοηθά στην καταπολέμηση και των μηδενιστικών στάσεων και, από την άλλη, και εκείνων των στάσεων που προέρχονται από τον μικροαστικό τυχοδιωκτισμό. Μόνο στο φως αυτής της αντιμετώπισης μπορεί κάποιος να δει την ζημιά που προκαλούν οι Μαοϊκές απόψεις για “την περικύκλωση της πόλης άπω το χωριό” και την άποψη της ένοπλης εξέγερσης ως εν συνεχές και χωρίς προοπτικές προτσές ή οι ψευτο-Μαρξιστικές θεωρίες που αρνούνται τον αποφασιστικό ρόλο των λαϊκών μαζών στον αγώνα και την καθοδήγηση του Μαρξιστικού – Λενινιστικού κόμματος. Η θέση του Κόμματός μας που θεωρεί την στενή σύνδεση του αγώνα ανάμεσα στην πόλη και το χωριό κάτω από την καθοδήγηση της εργατικής τάξης και του επαναστατικού της κόμματος σαν τη βάση της ένοπλης πάλης διαψεύδει την Κινέζικη ρεβιζιονιστική θεωρία που βλέπει την ύπαιθρο σαν την μοναδική βάση της ένοπλης εξέγερσης, ενώ αφήνει στην άκρη την πόλη που την βλέπει κάστρο της αντιδραστικής αστικής τάξης.


* * *
Η δημοκρατική και αντιιμπεριαλιστική και σοσιαλιστική επανάσταση στην χώρα μας, όπως επίσης όλη η σημερινή παγκόσμια εξέλιξη αποδεικνύουν την ορθότητα και εγκυρότητα της Λενινιστικής θεωρίας της σοσιαλιστικής επανάστασης που υπερασπίστηκε και ανέπτυξε το Κόμμα μας και ο Σύντροφος Ενβέρ Χότζα. Η ιστορία επιφόρτισε τα Μαρξιστικά – Λενινιστικά κόμματα και δυνάμεις με την ένδοξη αποστολή να κρατήσουν ψηλά την σημαία της πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό, τον σοσιαλιμπεριαλισμό, την αποικιοκρατία, την σημαία της εθνικής ανεξαρτησίας, της δημοκρατίας, του σοσιαλισμού και της ειρήνης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αργά ή γρήγορα αυτή η πάλη θα νικήσει. Το μέλλον ανήκει στην επανάσταση.


iΕνβέρ Χότζα, Έργα, Τομ. 36, σελ. 329-330, Αλβ. Εκδ
iiΕνβέρ Χότζα, Έργα, Τομ. 1, σελ. 27, Τίρανα 1983, δεύτερη Αλβ. Εκδ
iiiΕνβέρ Χότζα, Έργα, Τομ. 1, σελ. 248, Τίρανα 1983, δεύτερη Αλβ. Εκδ
ivΕνβέρ Χότζα, Έργα, Τομ. 1, σελ. 293, Τίρανα 1983, δεύτερη Αλβ. Εκδ
vΕνβέρ Χότζα, Έργα, Τομ. 17, σελ. 434, Αλβ. Εκδ
viΓίνεται αναφορά στο Συνέδριο στην Πέζα (16 Σεπτέμβρη 1942) που δημιούργησε το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο και έβαλε τα θεμέλια της λαϊκής εξουσίας· Στο 2ο Εθνικοαπελευθερωτικό Συνέδριο στο Λαμπινότ (4-9 Σεπτέμβρη 1943) που έκανε συγκεκριμένη και σταθεροποίησε την δημοκρατική λαϊκή εξουσία σαν την μόνη πολιτική εξουσία στην Αλβανία, μέχρι στο Αντιφασιστικό Συνέδριο στην Πρεμετή (24-28 Μαϊού 1944) που έβαλε τα θεμέλια του νεου Αλβανικού κράτους της λαϊκής δημοκρατίας και την 2η Σύνοδο του Αντιφασιστικού Εθνικοαπελευτερωτικού Συμβουλίου στο Μπεράτ (20-23 Οκτωβρίου 1944) που δημιούργησε την Δημοκρατική Κυβέρνηση της Αλβανίας.
viiΕνβέρ Χότζα, Έργα, Τομ. 36, σελ. 336, Αλβ. Εκδ
viiiΣτην Σύνοδο του Λονδίνου των Πρεσβευτών το 1913, οι περιοχές της Αλβανίας χρησιμοποιήθηκαν από τις Μεγάλες Δυνάμεις σαν κουπόνια εμπορίου για την ικανοποίηση των σοβινιστικών ορέξεων των γειτονικών χωρών και των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που βρίσκονταν από πίσω τους. Οι περιοχές του Μετοχιού, της Κοσόβας και των Αλβανικών περιοχών της Μακεδονίας αποκόπηκαν από τον κορμό της Αλβανίας και πέρασαν κάτω από τον ξένο ζυγό της Σερβίας και του Μαυροβουνίου. Πάνω από το μισό του Αλβανικού πληθυσμού έμεινε έξω από τα σύνορα της Αλβανίας.
ixΙστορία του ΚΕΑ, σελ. 202, Τίρανα 1981, δεύτερη Αλβ. Εκδ.
xΕνβέρ Χότζα, Ιμπεριαλισμός και Επανάσταση, σελ. 70, Αγγλ. Εκδ.
xiΕνβέρ Χότζα, Έκθεση στο 7ο Συνέδριο του ΚΕΑ, σελ. 159, Αγγλ. Εκδ.
xiiΕνβέρ Χότζα, Ο Ευρωκομμουνισμός είναι Αντικομμουνισμός, σελ. 253, Αγγλ. Εκδ.
xiiiΕνβέρ Χότζα, Έκθεση στο 8ο Συνέδριο του ΚΕΑ, σελ. 263, Αγγ. Εκδ.
xivΕνβέρ Χότζα, Έκθεση στο 8ο Συνέδριο του ΚΕΑ, σελ. 264, Αγγ. Εκδ.
xvΒ.Ι. Λένιν, Διαλεχτά Έργα, τομ. 25, σελ. 473, Αλβ. Εκδ.
xviΕνβέρ Χότζα, Ο Ευρωκομμουνισμός είναι Αντικομμουνισμός, σελ. 259-260, Αγγλ. Εκδ.

1 σχόλιο: