Σελίδες

Σάββατο 23 Απριλίου 2016

ΓΙΑ ΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ - Ι.Β. ΣΤΑΛΙΝ

ΓΙΑ ΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ

Το αφιερώνω στην οργάνωση τον Λένινγκραντ τον ΚΚ της ΕΣΣΔ (Μη).

Ι. ΣΤΑΛΙΝ




Περιεχόμενα


1. Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ

2. ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΣΤΟ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟ

3. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ”ΔΙΑΡΚΟΥΣ“ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

4. Η ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΧΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ

5. ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΚΑΙ Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΙΧΤΑΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ

6. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΧΩΡΑ

7. Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ








Ι

Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ

Στη μπροσούρα «Για τις βάσεις του λενινισμού», δίνεται ο γνωστός ορισμός του λενινισμού που, όπως φαίνεται, έχει πια πολιτογραφηθεί. Ο ορισμός αυτός λέει:

«Ο λενινισμός είναι ο μαρξισμός της εποχής του ιμπεριαλισμού και της προλεταριακής επανάστασης. Ακριβέστερα: ο λενινισμός είναι η θεωρία και η ταχτική της προλεταριακής επανάστασης γενικά η θεωρία και η ταχτική της διχτατορίας του προλεταριάτου ειδικά».

Είναι σωστός αυτός ο ορισμός;

Νομίζω ότι είναι σωστός. Είναι σωστός, πρώτα, γιατί δείχνει σωστά τις ιστορικές ρίζες του λενινισμού και τον χαραχτηρίζει σα μαρξισμό της εποχής του ιμπεριαλισμού, σ’ αντίθεση με μερικούς κριτικούς του Λένιν, που νομίζουν λαθεμένα, ότι ο λενινισμός εμφανίστηκε ύστερα απ' τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Είναι σωστός, δεύτερο, γιατί τονίζει σωστά το διεθνή χαραχτήρα του λενινισμού, σ’ αντίθεση με τους σοσιαλδημοκράτες, που θεωρούν ότι ο λενινισμός μπορεί να εφαρμοστεί μονάχα στις εθνικές ρωσικές συνθήκες. Είναι σωστός, τρίτο, γιατί τονίζει σωστά την οργανική σύνδεση του λενινισμού με τη διδασκαλία του Μαρξ και τον χαραχτηρίζει σα μαρξισμό της εποχής του ιμπεριαλισμού, σ’ αντίθεση με μερικούς κριτικούς του λενινισμού, που δεν τον θεωρούν σαν παραπέρα ανάπτυξη του μαρξισμού, μα μονάχα σαν αποκατάσταση του μαρξισμού και σαν εφαρμογή του στη ρούσικη πραγματικότητα.

Όλα αυτά φαίνεται πως δε χρειάζονται ιδιαίτερα σχόλια.

Παρ’ όλα αυτά στο κόμμα μας υπάρχουν, όπως φαίνεται, πρόσωπα που θεωρούν ότι είναι απαραίτητο να δόσουν κάπως διαφορετικά τον ορισμό του λενινισμού. Να, λογουχάρη, ο Ζινόβιεφ νομίζει ότι:

«Ο λενινισμός είναι ο μαρξισμός της εποχής των ιμπεριαλιστικών πολέμων και της παγκόσμιας επανάστασης, πού άρχισε άμεσα στη χώρα όπου επικρατεί η αγροτιά» (Η υπογράμμιση είναι του Ζινόβιεφ, Ι. Στάλιν).

Τι μπορούν να σημαίνουν οι λέξεις, που είναι υπογραμμισμένες από το Ζινόβιεφ; Τι σημαίνει να μπάσουμε στον ορισμό του λενινισμού την καθυστέρηση της Ρωσίας, τον αγροτικό της χαραχτήρα;

Σημαίνει να μετατρέψουμε το λενινισμό από διεθνή προλεταριακή διδασκαλία σε προϊόν της ρούσικης ιδιομορφίας.

Σημαίνει να χύνεις νερό στο αυλάκι του Μπάουερ και του Καούτσκι, που ισχυρίζονται ότι ο λενινισμός είναι ακατάλληλος για άλλες καπιταλιστικά περισσότερο αναπτυγμένες χώρες.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι το αγροτικό ζήτημα έχει για τη Ρωσία την πιο μεγάλη σημασία και ότι η χώρα μας είναι αγροτική. Ποια σημασία όμως μπορεί νάχει αυτό το γεγονός για το χαραχτηρισμό των βάσεων του λενινισμού; Μήπως ο λενινισμός έχει δημιουργηθεί μονάχα πάνω στο έδαφος της Ρωσίας και για τη Ρωσία και όχι πάνω στο έδαφος του ιμπεριαλισμού και για τις ιμπεριαλιστικές χώρες γενικά; Μήπως τα έργα του Λένιν, όπως: «Ο ιμπεριαλισμός», το «Κράτος και επανάσταση», «Η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Καούτσκι», ο «”Αριστερισμός” παιδική αρρώστια κλπ», έχουν σημασία μονάχα για τη Ρωσία και όχι για όλες τις ιμπεριαλιστικές χώρες γενικά; Μήπως ο λενινισμός δεν είναι η γενίκευση της πείρας του επαναστατικού κινήματος όλων των χωρών; Μήπως οι βάσεις της θεωρίας και της ταχτικής του λενινισμού δεν είναι κατάλληλες, δεν είναι υποχρεωτικές για τα προλεταριακά κόμματα όλων των χωρών; Μήπως ο Λένιν δεν είχε δίκιο όταν έλεγε ότι «ο μπολσεβικισμός είναι κατάλληλος σαν υπόδειγμα ταχτικής για όλους»; (Βλ. Λένιν, Άπαντα,τόμ. XXIII, σελ. 386) (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν). Μήπως ο Λένιν δεν είχε δίκιο όταν μιλούσε για τη «διεθνή σημασία της Σοβιετικής εξουσίας και των βάσεων της μπολσεβίκικης θεωρίας και ταχτικής»; (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV σελ. 171-172) (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν). Μήπως δεν είναι σωστά τα παρακάτω, λογουχάρη, λόγια του Λένιν;

«Σε σύγκριση με τις προχωρημένες χώρες, η διχτατορία του προλεταριάτου πρέπει αναπόφευχτα στη Ρωσία να διαφέρει σε μερικές ιδιομορφίες, εξαιτίας της πολύ μεγάλης πισοδρόμησης και του μικροαστικού χαραχτήρα της χώρας μας. Οι βασικές όμως δυνάμεις και οι βασικές μορφές της κοινωνικής οικονομίας στη Ρωσία είναι οι ίδιες, όπως και οποιαδήποτε άλλη καπιταλιστική χώρα, έτσι που οι ιδιομορφίες αυτές μπορούν ν' αφορούν μονάχα αυτό που δεν αποτελεί το κύριο σ’ αυτήν». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIV, σελ. 508).

Αν όμως όλα αυτά είναι σωστά δε βγαίνει άραγε ότι ο ορισμός του λενινισμού, που έδοσε ο Ζινόβιεφ, δε μπορεί να θεωρείται σωστός;

Πως να συμβιβάσουμε αυτόν τον εθνικά περιορισμένο ορισμό του λενινισμού με το διεθνισμό;

Περιεχόμενα


II

ΤΟ ΚΥΡΙΟ ΣΤΟ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟ

Στη μπροσούρα «Για τις βάσεις του λενινισμού» λέγεται:

«Μερικοί νομίζουν ότι το βασικό στο λενινισμό είναι το αγροτικά ζήτημα, ότι η αφετηρία του λενινισμού είναι το ζήτημα της αγροτιάς, ο ρόλος της, το ειδικό της βάρος. Αυτό δεν είναι καθόλου σωστό. Το βασικό ζήτημα στο λενινισμό, η αφετηρία του, δεν είναι το αγροτικό ζήτημα, αλλά το ζήτημα της διχτατορίας του προλεταριάτου, των όρων της κατάχτησής της, των όρων της στερέωσής της. Το αγροτικό ζήτημα, το ζήτημα του συμμάχου του προλεταριάτου στον αγώνα του για την εξουσία, είναι παραγωγό ζήτημα».

Είναι σωστή αυτή η θέση;

Νομίζω ότι είναι σωστή. Η θέση αυτή πηγάζει ολοκληρωτικά απ' τον ορισμό του λενινισμού. Πραγματικά, αν ο λενινισμός είναι η θεωρία και η ταχτική της προλεταριακής επανάστασης και αν το βασικό περιεχόμενο της προλεταριακής επανάστασης είναι η διχτατορία του προλεταριάτου, τότε είναι ξεκάθαρο ότι το κύριο στο λενινισμό είναι το ζήτημα της διχτατορίας του προλεταριάτου, της επεξεργασίας αυτού του ζητήματος, της θεμελίωσης και της συγκεκριμενοποίησής του.

Παρ’ όλα αυτά, ο Ζινόβιεφ δε συμφωνεί όπως φαίνεται μ’ αυτή τη θέση. Στο άρθρο του «Στη μνήμη του Λένιν» γράφει:

«το ζήτημα του ρόλου της αγροτιάς είναι όπως έχω πια πει, το βασικό ζήτημα του μπολσεβικισμού, του λενινισμού» (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν).

Η θέση αυτή του Ζινόβιεφ, όπως βλέπετε, πηγάζει ολοκληρωτικά από τον εσφαλμένο ορισμό για το λενινισμό, που δόθηκε απ' αυτόν τον ίδιο. Γι’ αυτό είναι λαθεμένη, όπως λαθεμένος είναι και ο ορισμός του για το λενινισμό.

Είναι σωστή η θέση του Λένιν, ότι η διχτατορία του προλεταριάτου αποτελεί «το βασικό περιεχόμενο της προλεταριακής επανάστασης»; (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIII, σελ. 337). Είναι χωρίς συζήτηση σωστή. Είναι σωστή η θέση ότι ο λενινισμός είναι η θεωρία και η ταχτική της προλεταριακής επανάστασης; Νομίζω ότι είναι σωστή. Και τι βγαίνει απ’ αυτά; Απ’ αυτά βγαίνει πως το βασικό ζήτημα του λενινισμού, η αφετηρία του, το θεμέλιο του, είναι το ζήτημα της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Μήπως δεν είναι σωστό ότι το ζήτημα του ιμπεριαλισμού, το ζήτημα για τον αλματικό χαραχτήρα της ανάπτυξης του ιμπεριαλισμού, το ζήτημα για τη νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα, το ζήτημα για το κράτος του προλεταριάτου, το ζήτημα για τη σοβιετική μορφή αυτού του κράτους, το ζήτημα για το ρόλο του κόμματος στο σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου, το ζήτημα για τους δρόμους της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού - μήπως δεν είναι σωστό ότι όλα αυτά τα ζητήματα τα επεξεργάστηκε ίσα-ίσα ο Λένιν; Μήπως δεν είναι σωστό ότι αυτά ακριβώς τα ζητήματα αποτελούν τη βάση, το θεμέλιο της ιδέας της διχτατορίας του προλεταριάτου; Μήπως δεν είναι σωστό ότι χωρίς την επεξεργασία αυτών των βασικών ζητημάτων, θάταν ακατανόητη η επεξεργασία του αγροτικού ζητήματος απ’ την άποψη της διχτατορίας του προλεταριάτου;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Λένιν ήταν γνώστης του αγροτικού ζητήματος. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αγροτικό ζήτημα, σα ζήτημα συμμάχου του προλεταριάτου, έχει την πιο μεγάλη σημασία για το προλεταριάτο και ότι αποτελεί συστατικό μέρος του βασικού ζητήματος της διχτατορίας του προλεταριάτου. Μα μήπως δεν είναι ξεκάθαρο, ότι αν δεν έμπαινε μπροστά στο λενινισμό το βασικό ζήτημα της διχτατορίας του προλεταριάτου, δε θα υπήρχε και το παράγωγο ζήτημα του συμμάχου του προλεταριάτου, το ζήτημα της αγροτιάς; Μήπως δεν είναι ξεκάθαρο ότι αν δεν έμπαινε μπροστά στο λενινισμό το πραχτικό ζήτημα της κατάχτησης της εξουσίας απ' το προλεταριάτο, δε θα έμπαινε και το ζήτημα της συμμαχίας με την αγροτιά;

Ο Λένιν δε θάταν αυτός που αναμφισβήτητα είναι, δηλ. ο πιο μεγάλος ιδεολόγος του προλεταριάτου, αλλά θάταν ένας απλός «αγροτικός φιλόσοφος», όπως όχι σπάνια τον παριστάνουν οι μικροαστοί φιλόλογοι του εξωτερικού, αν επεξεργαζόταν το αγροτικό ζήτημα, όχι πάνω στη βάση της θεωρίας και της ταχτικής της διχτατορίας του προλεταριάτου, μα χωρίς να πάρει υπόψη αυτή τη βάση, έξω απ' αυτή τη βάση.

Ένα απ' τα δύο:

Ή το αγροτικό ζήτημα είναι το κύριο στο λενινισμό και τότε ο λενινισμός δεν είναι κατάλληλος, δεν είναι υποχρεωτικός για τις καπιταλιστικά αναπτυγμένες χώρες, για τις χώρες που δεν είναι αγροτικές.

Ή το κύριο στο λενινισμό είναι η διχτατορία του προλεταριάτου και τότε ο λενινισμός είναι η διεθνής διδασκαλία των προλετάριων όλων των χωρών, που είναι κατάλληλη και υποχρεωτική για όλες, χωρίς εξαίρεση, τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων και των χωρών που είναι καπιταλιστικά αναπτυγμένες.

Εδώ πρέπει να διαλέξουμε.

Περιεχόμενα


III

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ”ΔΙΑΡΚΟΥΣ“ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Στη μπροσούρα «Για τις βάσεις του λενινισμού», η «θεωρία της διαρκούς επανάστασης» εχτιμιέται σα «θεωρία», που υποτιμά το ρόλο της αγροτιάς. Στη μπροσούρα αυτή λέγεται:

«Ο Λένιν πολεμούσε τους οπαδούς της “διαρκούς“ επανάστασης όχι για το ζήτημα της διάρκειας, γιατί και ο ίδιος ο Λένιν ήταν υπέρ της άποψης της διαρκούς επανάστασης, μα γιατί υποτιμούσαν το ρόλο της αγροτιάς που είναι η μεγαλύτερη εφεδρεία του προλεταριάτου».

Ο χαραχτηρισμός αυτός για τους ρώσους «οπαδούς της διαρκούς επανάστασης» θεωρούνταν ως τον τελευταίο καιρό γενικά παραδεχτός. Παρ’ όλο όμως που ήταν γενικά σωστός, δε μπορεί ωστόσο να θεωρείται εξαντλητικός. Η συζήτηση του 1924, απ' τη μια μεριά, και η επισταμένη ανάλυση των έργων του Λένιν, απ' την άλλη, έδειξαν ότι το λάθος των ρώσων «οπαδών της διαρκούς επανάστασης» δεν ήταν μονάχα η υποτίμηση του ρόλου της αγροτιάς, μα και η υποτίμηση των δυνάμεων και των ικανοτήτων του προλεταριάτου να ηγηθεί της αγροτιάς και η έλλειψη πίστης στην ιδέα της ηγεμονίας του προλεταριάτου.

Γι’ αυτό στη μπροσούρα μου «Η Οχτωβριανή Επανάστασή και η ταχτική των ρώσων κομμουνιστών» (Δεκέμβρης 1924) πλάταινα αυτόν το χαραχτηρισμό και τον αντικατάστησα μέ άλλον ακόμα πληρέστερο. Να τι λέγεται σ’ αυτή τη μπροσούρα για το ζήτημα αυτό:

«Ως τώρα τόνιζαν συνήθως τη μια πλευρά της θεωρίας της “διαρκούς επανάστασης” : την έλλειψη πίστης στις επαναστατικές δυνατότητες του αγροτικού κινήματος.

Τώρα, για νάμαστε δίκαιοι, αυτή η πλευρά πρέπει να συμπληρωθεί με μιαν άλλη, με την έλλειψη πίστης στις δυνάμεις και τις ικανότητες του προλεταριάτου της Ρωσίας».

Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι ο λενινισμός ήταν ή είναι ενάντια στην ιδέα της χωρίς εισαγωγικά διαρκούς επανάστασης, που τη διακήρυξε ο Μαρξ την πέμπτη δεκαετία του περασμένου αιώνα. Αντίθετα. Ο Λένιν ήταν ο μόνος μαρξιστής, που σωστά κατάλαβε και ανάπτυξε την ιδέα της διαρκούς επανάστασης. Η διαφορά του Λένιν από τους «οπαδούς της διαρκούς επανάστασης» πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, συνίσταται στο γεγονός ότι οι «οπαδοί της διαρκούς επανάστασης» διαστρέβλωσαν την ιδέα της διαρκούς επανάστασης του Μαρξ, τη μετάτρεψαν σε άψυχη σχολαστική σοφία, ενώ ο Λένιν την πήρε στην καθαρή της μορφή και την έκανε μια απ' τις βάσεις της θεωρίας του για την επανάσταση. Πρέπει να θυμόμαστε ότι η ιδέα της μετεξέλιξης της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε σοσιαλιστική επανάσταση, που δόθηκε απ' το Λένιν, ήδη από τα 1905, είναι μια μορφή ενσάρκωσης της μαρξιστικής θεωρίας για τη διαρκή επανάσταση. Να τι έγραφε ο Λένιν γι’ αυτό το ζήτημα ακόμα απ' το 1905:

«Απ' τη δημοκρατική επανάσταση θ’ αρχίσουμε αμέσως να περνούμε, και μάλιστα στο μέτρο των δυνάμεών μας, στο μέτρο των δυνάμεων του συνειδητού και οργανωμένου προλεταριάτου, θ’ αρχίσουμε να περνούμε στη σοσιαλιστική επανάσταση. Είμαστε υπέρ της αδιάκοπης επανάστασης. Δε θα σταματήσουμε στα μισά του δρόμου. . .

Χωρίς να πέφτουμε στον τυχοδιωχτισμό, χωρίς να απαρνούμαστε την επιστημονική μας συνείδηση, χωρίς να κυνηγούμε τη φτηνή δημοτικότητα, μπορούμε να λέμε και λέμε μονάχα ένα πράγμα: μ' όλες μας τις δυνάμεις θα βοηθήσουμε όλη την αγροτιά να κάνει τη δημοκρατική επανάσταση, για να γίνει ευκολότερο σε μας, στο κόμμα του προλεταριάτου, να περάσουμε όσο το δυνατό πιο γρήγορα στο καινούργιο και ανώτερο καθήκον, στη σοσιαλιστική επανάσταση». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ.VIII, σελ. 186 -187).

Και να τι γράφει ο Λένιν πάνω ο’ αυτό το θέμα δεκάξι χρόνια αργότερα, ύστερα απ’ την κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο:

«Οι Καούτσκι, Χίλφερντινγκ, Μάρτοφ, Τσερνόφ, Χίλκβιτ. Λονγκέ, Μακντόναλντ, Τουράτι και άλλοι ήρωες του “2 1/2“ μαρξισμού, δε μπόρεσαν να καταλάβουν. . . τη σχέση ανάμεσα στην αστικοδημοκρατική και την προλεταριακή σοσιαλιστική επανάσταση. Η πρώτη μετεξελίσσεται στη δεύτερη. Η δεύτερη λύνει παράλληλα και τα ζητήματα της πρώτης. Η δεύτερη σταθεροποιεί το έργο της πρώτης. Ο αγώνας και μόνο ο αγώνας αποφασίζει κατά πόσο θα κατορθώσει η δεύτερη να εξελιχθεί από την πρώτη». (Βλ. Λένιν, Άπαντα XXVII, σελ. 26). (Η υπογράμμιση δική μου. I. Στάλιν).

Επισύρω ιδιαίτερα την προσοχή στο πρώτο τσιτάτο, που πάρθηκε από το άρθρο του Λένιν: «Η στάση των σοσιαλδημοκρατών στο αγροτικό κίνημα», που δημοσιεύτηκε την 1η του Σεπτέμβρη του 1905. Το υπογραμμίζω για κείνους, που εξακολουθούν ακόμα να ισχυρίζονται ότι ο Λένιν έφτασε δήθεν στην ιδέα της μετεξέλιξης της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε σοσιαλιστική επανάσταση, δηλαδή στην ιδέα της διαρκούς επανάστασης, ύστερα απ' το ξέσπασμα του ιμπεριαλιστικού πολέμου, περίπου το 1916. Το τσιτάτο αυτό δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι οι άνθρωποι αυτοί πλανιένται οικτρά.

Περιεχόμενα


IV

Η ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΧΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της προλεταριακής επανάστασης, σε διάκριση απ' την αστική επανάσταση;

Η διαφορά ανάμεσα στην προλεταριακή επανάσταση και στην αστική επανάσταση θα μπορούσε να συνοψιστεί σε πέντε βασικά σημεία.

1. Η αστική επανάσταση αρχίζει συνήθως όταν υπάρχουν πια περισσότερο ή λιγότερο έτοιμες οι μορφές του καπιταλιστικού καθεστώτος, που αναπτυχτήκαν και ωρίμασαν πριν απ' την έναρξη της επανάστασης μέσα στους κόλπους της φεουδαρχικής κοινωνίας, Ενώ η προλεταριακή επανάσταση αρχίζει όταν λείπουν ολότελα ή σχεδόν ολότελα οι έτοιμες μορφές του σοσιαλιστικού καθεστώτος.

2. Το βασικό καθήκον της αστικής επανάστασης είναι να πάρει την εξουσία και να την προσαρμόσει στην υπάρχουσα αστική οικονομία, ενώ το βασικό καθήκον της προλεταριακής επανάστασης είναι, αφού πάρει την εξουσία, να οργανώσει την καινούργια, τη σοσιαλιστική οικονομία.

3. Η αστική επανάσταση τελειώνει συνήθως με την κατάληψη της εξουσίας, ενώ για την προλεταριακή επανάσταση η κατάληψη της εξουσίας αποτελεί μονάχα την αρχή της και η εξουσία χρησιμοποιείται σα μοχλός για το μετασχηματισμό της παλιάς οικονομίας και για την οργάνωση της καινούργιας.

4. Η αστική επανάσταση περιορίζεται στο ν’ αντικαταστήσει στην εξουσία τη μια ομάδα εκμεταλλευτών με μιαν άλλη ομάδα εκμεταλλευτών και, χάρη σ’ αυτό, δεν είναι υποχρεωμένη να συντρίψει την παλιά κρατική μηχανή, ενώ η προλεταριακή επανάσταση σαρώνει απ' την εξουσία όλες τις ομάδες των εκμεταλλευτών και βάζει στην εξουσία τον ηγέτη όλων των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων, την τάξη των προλετάριων, και γι’ αυτό δε μπορεί να τα βγάλει πέρα χωρίς τη συντριβή της παλιάς κρατικής μηχανής και χωρίς την αντικατάστασή της με μια καινούργια.

5. Η αστική επανάσταση δε μπορεί να συσπειρώσει γύρω απ' την αστική τάξη, για μια κάπως μακρόχρονη περίοδο τα εκατομμύρια των εργαζομένων και των εκμεταλλευομένων μαζών,ακριβώς γιατί είναι εργαζόμενοι και εκμεταλλευόμενοι. Ενώ η προλεταριακή επανάσταση μπορεί και πρέπει να συνδέσει τις μάζες αυτές με το προλεταριάτο σε μια μακρόχρονη συμμαχία, ακριβώς γιατί είναι εργαζόμενες και εκμεταλλευόμενες μάζες, αν θέλει να εκπληρώσει το βασικό της καθήκον, τη στερέωση της εξουσίας του προλεταριάτου και την ανοικοδόμητοι της νέας σοσιαλιστικής οικονομίας.

Να μερικές βασικές θέσεις του Λένιν πάνω σ’ αυτό το ζήτημα:

«Μια απ' τις βασικές διάφορες - λέει ο Λένιν—ανάμεσα στην αστική και τη σοσιαλιστική επανάσταση, συνίσταται στο γεγονός, ότι για την αστική επανάσταση, που ξεπηδά από το φεουδαρχισμό, δημιουργούνται βαθμιαία μέσα στους κόλπους του παλιού καθεστώτος οι νέες οικονομικές οργανώνεις, που μεταβάλλουν σιγά-σιγά όλες τις πλευρές της φεουδαρχικής κοινωνίας. Μπροστά στην αστική επανάσταση έμπαινε μονάχα ένα καθήκον: να σαρώσει, να πετάξει, να συντρίψει όλα τα δεσμά της παλιάς κοινωνίας. Κάθε αστική επανάσταση που εκπληρώνει αυτό το καθήκον, εκπληρώνει όλα όσα απαιτούνται απ' αυτήν: δυναμώνει την ανάπτυξη του καπιταλισμού. Ολότελα διαφορετική είναι η θέση της σοσιαλιστικής επανάστασης. Όσο πιο καθυστερημένη είναι η χώρα που υποχρεώθηκε, λόγω των ζίκ-ζάκ της ιστορίας, ν' αρχίσει τη σοσιαλιστική επανάσταση, τόσο δυσκολότερο είναι γι’ αυτήν το πέρασμα απ' τις παλιές καπιταλιστικές, στις σοσιαλιστικές σχέσεις. Και στα καθήκοντα της καταστροφής προστίθενται καινούργια καθήκοντα, τα οργανωτικά, που η δυσκολία τους είναι πρωτάκουστη». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXII, σελ. 315.

«Αν - συνεχίζει ο Λένιν - η λαϊκή δημιουργικότητα της ρούσικης επανάστασης, που είχε αποχτήσει τη μεγάλη πείρα του 1905, δε δημιουργούσε τα Σοβιέτ ακόμα από το Φλεβάρη του 1917, τότε αυτά σε καμία περίπτωση δε θα μπορούσαν να πάρουν την εξουσία τον Οχτώβρη, γιατί η επιτυχία εξαρτιόταν μονάχα από την ύπαρξη έτοιμων πια οργανωτικών μορφών του κινήματος, που να αγκαλιάζουν εκατομμύρια ανθρώπους. Η έτοιμη αυτή μορφή ήταν τα Σοβιέτ. Και οι λαμπρές εκείνες επιτυχίες πού μας ανάμεναν στο πολιτικό πεδίο, εκείνη η ασταμάτητη θριαμβευτική πορεία που τη ζήσαμε όλοι μας, όλα αυτά έγιναν γιατί υπήρχε έτοιμη η καινούργια μορφή της πολιτικής εξουσίας, και δεν μας έμενε παρά μερικά διατάγματα να μετατρέψουμε την εξουσία των Σοβιέτ απ' την εμβρυώδη κατάσταση που βρισκόταν τους πρώτους μήνας της επανάστασης, στη νόμιμα αναγνωρισμένη μορφή που κατοχυρώνεται ατό Ρωσικό κράτος, στη Ρωσική Σοβιετική Δημοκρατία» (Βλ. στον ίδιο τόμο, σελ. 315).

«Υπολείπονταν ακόμα - λέει ο Λένιν - δυο, σε τεράστιο βαθμό δύσκολα καθήκοντα, που η λύση τους με κανέναν τρόπο δε θα μπορούσε ν’ αποτελέσει μια τέτια θριαμβευτική πορεία, σαν και κείνη που η επανάστασή μας σημείωσε στους πρώτους της μήνες». (Βλ. στον ίδιο τόμο, σελ. 315).

«Πρώτα, ήταν τα καθήκοντα της εσωτερικής οργάνωσης, που μπαίνουν μπροστά σε κάθε σοσιαλιστική επανάσταση. Η διάφορα της σοσιαλιστικής επανάστασης από την αστική επανάσταση, βρίσκεται ίσα-ίσα στο γεγονός, ότι στην αστική επανάσταση υπάρχουν έτοιμες οι μορφές των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων, ενώ η Σοβιετική εξουσία - η προλεταριακή - δε βρίσκει τέτιες έτοιμες σχέσεις, αν δεν υπολογίσουμε τις πιο αναπτυγμένος μορφές του καπιταλισμού, που στην ουσία έχουν αγκαλιάσει ένα μικρό μέρος από τις κορυφές της βιομηχανίας και έχουν θίξει ελάχιστα τη γεωργία. Η οργάνωση της λογιστικής υπηρεσίας, ο έλεγχος στις μεγάλες επιχειρήσεις, η μετατροπή όλου του κρατικού οικονομικού μηχανισμού σε μια ενιαία μεγάλη μηχανή, σε οικονομικό οργανισμό, που να δουλεύει έτσι, ώστε εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι να καθοδηγούνται από ένα σχέδιο, να ποιο είναι το γιγάντιο οργανωτικό καθήκον που πέφτει στους ώμους μας. Με τις σημερινές συνθήκες δουλιάς το καθήκον αυτό με κανέναν τρόπο δε μπορούσε να λυθεί με μια γιούργια, μ’ ένα “αέρα" ακριβώς όπως καταφέρναμε και λύναμε τα καθήκοντα του εμφύλιου πολέμου». (Βλ. στον ίδιο τόμο, σελ. 316).

« Η δεύτερη απ' τις δυο τεράστιες δυσκολίες... είναι το διεθνές ζήτημα. Αν μπορέσαμε τόσο εύκολα να ξεμπερδέψουμε με τις συμμορίες του Κερένσκι, αν τόσο εύκολα δημιουργήσαμε μιαν εξουσία σε μας, αν χωρίς τον παραμικρότερο κόπο αποχτήσαμε το διάταγμα για την κοινωνικοποίηση της γης και για τον εργατικό έλεγχο, αν τόσο εύκολα τα πετύχαμε όλα αυτά, αυτό έγινε μονάχα γιατί οι ευνοϊκές συνθήκες που διαμορφώθηκαν για μας, μας προστάτευσαν για λίγο χρονικό διάστημα απ' το διεθνή ιμπεριαλισμό. Μ’ όλη την ισχύ του κεφαλαίου του, με την καλά οργανωμένη πολεμική τεχνική του, που αποτελεί μια πραγματική δύναμη, ένα πραγματικό φρούριο του διεθνούς κεφαλαίου, ο διεθνής ιμπεριαλισμός σε καμιά περίπτωση και με κανένα όρο δε μπορούσε να ζει πλάι στη Σοβιετική Δημοκρατία, και λόγω της αντικειμενικής του κατάστασης και λόγω των οικονομικών συμφερόντων της καπιταλιστικής τάξης που τον ενσαρκώνει. Δε μπορούσε να ζει λόγω των εμπορικών δεσμών και των διεθνών οικονομικών σχέσεων. Η σύγκρουση εδώ είναι αναπόφευκτη. Εδώ η μεγαλύτερη δυσκολία της ρούσικης επανάστασης, το μεγαλύτερό της ιστορικό πρόβλημα είναι η ανάγκη να λύσει τα διεθνή καθήκοντα, η ανάγκη να προκαλέσει τη διεθνή επανάσταση». (Βλ. στον ίδιο τόμο, σελ. 317).

Αυτός είναι ο εσωτερικός χαραχτήρας και το βασικό νόημα της προλεταριακής επανάστασης.·

Μπορεί άραγε να γίνει ένας τέτιος ριζικός μετασχηματισμός του παλιού αστικού καθεστώτος χωρίς μια βίαιη επανάσταση, χωρίς τη διχτατορία του προλεταριάτου;

Είναι ξεκάθαρο ότι δε μπορεί. Το να πιστεύει κανείς ότι μια τέτια επανάσταση μπορεί να γίνει ειρηνικά, μέσα στα πλαίσια της αστικής δημοκρατίας, που είναι προσαρμοσμένη στην κυριαρχία της αστικής τάξης, σημαίνει ή ότι τρελάθηκε και έχασε το νόημα των λογικών ανθρώπινων εννοιών, ή ότι αρνείται ξετσίπωτα και ανοιχτά την προλεταριακή επανάσταση.

Η θέση αυτή πρέπει να τονιστεί με τόσο μεγαλύτερη δύναμη και κατηγορηματικότητα, γιατί έχουμε να κάνουμε με την προλεταριακή επανάσταση που νίκησε, για την ώρα, σε μια χώρα που είναι περικυκλωμένη από εχθρικές καπιταλιστικές χώρες και γιατί έχουμε να κάνουμε με την αστική τάξη που δε μπορεί να μην την υποστηρίζει το διεθνές κεφάλαιο.

Να γιατί ο Λένιν λέει ότι: «Η απελευθέρωση της καταπιεζόμενης τάξης είναι αδύνατη όχι μονάχα χωρίς τη βίαιη επανάσταση, μα και χωρίς τη συντριβή του μηχανισμού της κρατικής εξουσίας που τον έχει δημιουργήσει η κυρίαρχη τάξη». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXI, σελ. 373).

«Ας εκφραστεί πρώτα, μέσα στις συνθήκες της διατήρησης της ατομικής ιδιοχτησίας, δηλ. μέσα στις συνθήκες της διατήρησης της εξουσίας και του ζυγού του κεφαλαίου η πλειοψηφία του πληθυσμού υπέρ του κόμματος του προλεταριάτου και τότε μονάχα το κόμμα μπορεί και πρέπει να πάρει την εξουσία - λένε οι μικροαστοί δημοκράτες, οι πραγματικοί υπηρέτες της αστικής τάξης που αυτοαποκαλούνται “σοσιαλιστές». (Βλ. Λένιν , Άπαντα, τόμ. XXIV, σελ. 647). (Η υπογράμμιση δίκη μου, Ι. Στάλιν)

Ενώ εμείς λέμε: «Ας ανατρέψει πρώτα το επαναστατικό προλεταριάτο την κεφαλαιοκρατία, ας τσακίσει πρώτα το ζυγό του κεφαλαίου, ας συντρίψει τον αστικό κρατικό μηχανισμό, - και τότε το προλεταριάτο θα μπορέσει να καταχτήσει γρήγορα με το μέρος του τη συμπάθεια και την υποστήριξη της πλειοψηφίας των εργαζομένων μη προλεταριακών μαζών ικανοποιώντας τες σε βάρος των εκμεταλλευτών». (Βλ. στο ίδιο).

«Για να κερδίσει το προλεταριάτο με το μέρος του την πλειοψηφία του πληθυσμού - συνεχίζει ο Λένιν—πρέπει, πρώτα, ν’ ανατρέψει την αστική τάξη και να πάρει στα χέρια του την κρατική εξουσία, πρέπει, δεύτερο, να εγκαθιδρύσει τη Σοβιετική εξουσία κάνοντας συντρίμμια τον παλιό κρατικό μηχανισμό, υποσκάφτοντας έτσι με μιας την κυριαρχία, το κύρος, την επιροή της αστικής τάξης και των μικροαστών συμβιβαστών, μέσα στις μη προλεταριακές εργαζόμενες μάζες. Πρέπει, τρίτο, να τσακίσει οριστικά την επιροή της αστικής τάξης και των μικροαστών συμβιβαστών μέσα στην πλειοψηφία των μη προλεταριακών εργαζομένων μαζών, με την επαναστατική ικανοποίηση των οικονομικών αναγκών τους, σε βάρος των εκμεταλλευτών». (Βλ. στον ίδιο τόμο, σελ. 641).

Αυτά είναι τα χαραχτηριστικά γνωρίσματα της προλεταριακές επανάστασης.

Ποια είναι, σε σχέση μ’ αυτά, τα βασικά χαραχτηριστικά γνωρίσματα της διχτατορίας του προλεταριάτου, αν παραδεχτούμε ότι η διχτατορία του προλεταριάτου είναι το βασικό περιεχόμενο της προλεταριακής επανάστασης;

Να ο πιο γενικός ορισμός της διχτατορίας του προλεταριάτου που δίνει ο Λένιν:

«Η διχτατορία του προλεταριάτου δεν είναι το τέλειωμα της ταξικής πάλης, μα συνέχισή της με νέες μορφές. Η διχτατορία του προλεταριάτου είναι η ταξική πάλη του προλεταριάτου, που νίκησε και πήρε στα χέρια του την πολιτική εξουσία, ενάντια στην αστική τάξη που νικήθηκε, μα που δεν εξοντώθηκε, δεν εξαφανίστηκε, δεν έπαυσε να προβάλλει αντίσταση, που δυνάμωσε την αντίστασή της».(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIV, σελ. 311).

Αντικρούοντας αυτούς που συγχέουν τη διχτατορία του προλεταριάτου με την «παλλαϊκή», «την εκλεγμένη απ' όλους» εξουσία, με την «αταξική» εξουσία, ο Λένιν γράφει:

«Η τάξη, που πήρε στα χέρια της την πολιτική κυριαρχία, την πήρε έχοντας συναίσθηση πως την παίρνει μόνη της. Αυτό περιλαβαίνεται στην έννοια της διχτατορίας του προλεταριάτου. Και η έννοια αυτή τότε μονάχα έχει νόημα, όταν μια τάξη ξέρει πως μονάχη αυτή παίρνει στα χέρια της την πολιτική εξουσία και δεν ξεγελά ούτε τον εαυτό της, ούτε τους άλλους με φλυαρίες για “παλλαϊκή, εκλεγμένη απ' όλους, αγιασμένη απ' όλο το λαό“ εξουσία». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVI, σελ. 286).

Αυτό δε σημαίνει ωστόσο ότι η εξουσία της μιας τάξης, της τάξης των προλετάριων, που δεν τη μοιράζεται και δε μπορεί να τη μοιράζεται με τις άλλες τάξεις, δεν έχει ανάγκη για την πραγματοποίηση των σκοπών της από τη βοήθεια, από τη συμμαχία των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων μαζών των άλλων τάξεων. Αντίθετα. Η εξουσία αυτή, η εξουσία της μιας τάξης, μπορεί να στερεωθεί και να πραγματοποιηθεί ως το τέλος μονάχα με μια συμμαχία ιδιαίτερης μορφής ανάμεσα στην τάξη των προλετάριων και στις εργαζόμενες μάζες των μικροαστικών τάξεων και πριν απ' όλα στις εργαζόμενες μάζες της αγροτιάς.

Τι είναι αυτή η ιδιαίτερης μορφής συμμαχία, σε τι συνίσταται ; Μήπως η συμμαχία αυτή με τις εργαζόμενες μάζες των άλλων, μη προλεταριακών, τάξεων αντιφάσκει γενικά στην ιδέα της διχτατορίας μιας μονάχα τάξης;

Αυτή η ιδιαίτερης μορφής συμμαχία συνίσταται στο ότι η καθοδηγητική της δύναμη είναι το προλεταριάτο. Αυτή η ιδιαίτερης μορφής συμμαχία συνίσταται στο ότι καθοδηγητής του κράτους, καθοδηγητής στο σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου είναι ένα κόμμα, το κόμμα του προλεταριάτου, το κόμμα των κομμουνιστών, που δε μοιράζεται και δε μπορεί να μοιράζεται την καθοδήγηση με τα άλλα κόμματα.

Όπως βλέπετε η αντίφαση εδώ είναι μονάχα φαινομενική.

«Η διχτατορία του προλεταριάτου - λέει ο Λένιν - είναι ιδιαίτερη μορφή ταξικής συμμαχίας ανάμεσα στο προλεταριάτο, την πρωτοπορία των εργαζομένων, και στα πολυάριθμα μη προλεταριακά στρώματα των εργαζομένων (μικροαστική τάξη, μικροί νοικοκυραίοι, αγροτιά, διανόηση κλπ) ή στην πλειοψηφία τους, ιδιαίτερη μορφή συμμαχίας ενάντια στο κεφαλαίο, συμμαχίας που σκοπό έχει την ολοκληρωτική ανατροπή του κεφαλαίου, την πλήρη κατάπνιξη της αντίστασης της αστικής τάξης και τη ματαίωση κάθε απόπειρας παλινόρθωσης από μέρος της, είναι συμμαχία που σκοπό έχει την οριστική δημιουργία και τη σταθεροποίηση του σοσιαλισμού. Είναι ένα ιδιαίτερο είδος συμμαχίας, που διαμορφώνεται μέσα σε μιαν ιδιαίτερη κατάσταση και συγκεκριμένα μέσα στην κατάσταση του λυσσασμένου εμφύλιου πολέμου, είναι συμμαχία των σταθερών οπαδών του σοσιαλισμού με τους ταλαντευόμενους συμμάχους τους, κάποτε με τους “ουδέτερους" (και τότε από συμφωνία για πάλη, η συμμαχία γίνεται συμφωνία για ουδετερότητα), είναι συμμαχία ανάμεσα σε τάξεις που δεν είναι όμοιες οικονομικά, πολίτικα, κοινωνικά, πνευματικά». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ XXIV σελ. 311), (Η υπογράμμιση δίκη μου, Ι. Στάλιν).

Σε μια απ’ τις εισηγήσεις του για την καθοδηγητική δουλιά ο Κάμενεφ καταπολεμώντας αυτή την αντίληψη για τη διχτατορία του προλεταριάτου λέει:

«Η διχτατορία δεν είναι συμμαχία μιας τάξης με μιαν άλλη» (Η υπογράμμιση δίκη μου, Ι. Στάλιν).

Νομίζω πως ο Κάμενεφ έχει υπόψη του πριν απ' όλα ένα σημείο της μπροσούρας μου: «Η Οχτωβριανή Επανάσταση και η ταχτική των ρώσων κομμουνιστών», που λέει:

«Η διχτατορία του προλεταριάτου δεν είναι μια απλή κυβερνητική κορυφή, “μαστορικά" “διαλεγμένη" απ' το προσεχτικό χέρι του “έμπειρου στρατηλάτη" και που “στηρίζεται λογικά“ σ’ αυτά ή σ’ εκείνα τα στρώματα του πληθυσμού. Η διχτατορία του προλεταριάτου είναι ταξική συμμαχία του προλεταριάτου και των εργαζομένων μαζών της αγροτιάς για την ανατροπή του κεφαλαίου, για την οριστική νίκη του σοσιαλισμού, με τον όρο ότι καθοδηγητική δύναμη αυτής της συμμαχίας θα είναι το προλεταριάτο».

Υποστηρίζω απόλυτα αυτή τη διατύπωση της διχτατορίας του προλεταριάτου, γιατί νομίζω πως συμπίπτει πέρα για πέρα με την αμέσως πιο πάνω διατύπωση του Λένιν.

Έχω τη γνώμη πως η δήλωση του Κάμενεφ ότι «Η διχτατορία δεν είναι συμμαχία μιας τάξης με μιαν άλλη», που δίνεται με τόσο κατηγορηματική μορφή, δεν έχει τίποτα το κοινό με τη λενινιστική θεωρία της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Έχω τη γνώμη πως έτσι μπορούν να μιλούν μονάχα οι άνθρωποι που δεν κατάλαβαν το νόημα της ιδέας της συνένωσης, της ιδέας της συμμαχίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς, της ιδέας της ηγεμονίας του προλεταριάτου σ’ αυτή τη συμμαχία.

Έτσι μπορούν να μιλούν μονάχα οι άνθρωποι που δεν κατάλαβαν τη λενινιστική θέση ότι:

«Μονάχα η συμφωνία με την αγροτιά μπορεί να σώσει τη σοσιαλιστική επανάσταση της Ρωσίας, ώσπου ν’ αρχίσει η επανάσταση στις άλλες χώρες». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVI, σελ. 238), (Η υπογράμμιση δίκη μου, Ι. Στάλιν).

Έτσι μπορούν να μιλούν μονάχα οι άνθρωποι που δεν κατάλαβαν τη θέση του Λένιν ότι:

«Η ανώτατη αρχή της διχτατορίας είναι η υποστήριξη της συμμαχίας του προλεταριάτου με την αγροτιά, για να μπορέσει το προλεταριάτο να διατηρήσει τον καθοδηγητικό ρόλο και την κρατική εξουσία». (Βλ. στον ίδιο τόμο, σελ. 460).(Η υπογράμμιση δίκη μου, Ι. Στάλιν).

Τονίζοντας έναν απ' τους σπουδαιότερους σκοπούς της δικτατορίας, το σκοπό της συντριβής των εκμεταλλευτών. ο Λένιν λέει:

«Η επιστημονική έννοια της διχτατορίας δε σημαίνει τίποτα άλλο παρά την εξουσία που δεν περιορίζεται από τίποτα, από κανένα νόμο και από κανέναν απόλυτα κανόνα και που στηρίζεται άμεσα στη βία». . .«διχτατορία σημαίνει - πάρτε το μια για πάντα είδηση κύριοι καντέ - απεριόριστη εξουσία που στηρίζεται στη δύναμη και όχι στο νόμο. Στη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου κάθε νικηφόρα εξουσία μπορεί νάναι μονάχα διχτατορία». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 441-436).

Με τη βία φυσικά δεν εξαντλείται η διχτατορία του προλεταριάτου, παρ’ όλο που χωρίς βία δεν υπάρχει διχτατορία.

«Η διχτατορία - λέει ο Λένιν - δε σημαίνει μονάχα βία, παρ' όλο που είναι αδύνατη χωρίς τη βία, σημαίνει επίσης οργάνωση της εργασίας και μάλιστα οργάνωση ανώτερη απ' την προηγούμενη». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIV, σελ. 305).

«Η διχτατορία του προλεταριάτου. . . δεν είναι μονάχα βία πάνω στους εκμεταλλευτές, και ακόμα δεν είναι κυρίως βία. Η οικονομική βάση αυτής της επαναστατικής βίας, η εγγύηση της ζωτικότητας και της επιτυχίας της, είναι το γεγονός ότι το προλεταριάτο εκπροσωπεί και πραγματοποιεί έναν ανώτερο τύπο κοινωνικής οργάνωσης της εργασίας σε σύγκριση με τον καπιταλισμό. Εδώ βρίσκεται η ουσία. Αυτή είναι η πηγή της δύναμης και η εγγύηση για το αναπόφευχτο της πλήρους νίκης του κομμουνισμού». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIV, σελ. 335-336).

«Η κύριά της ουσία (δηλαδή της διχτατορίας, I. Στάλιν) βρίσκεται στην οργάνωση και στην πειθαρχία του πρωτοπόρου τμήματος των εργαζομένων, της εμπροσθοφυλακής τους, του μοναδικού ηγέτη τους, του προλεταριάτου. Σκοπός του είναι να δημιουργήσει το σοσιαλισμό, να εξαλείψει το χωρισμό της κοινωνίας σε τάξεις, να κάνει όλα τα μέλη της κοινωνίας εργαζόμενους, να αφαιρέσει το έδαφος για κάθε εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Αυτό το σκοπό δε μπορεί να τον πραγματοποιήσει με μιας. Χρειάζεται μιαν αρκετά μακρόχρονη μεταβατική περίοδο απ' τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, γιατί η αναδιοργάνωση της παραγωγή, είναι δύσκολο πράγμα, γιατί χρειάζεται καιρός για να γίνουν ριζικές αλλαγές σόλους τους τομείς τις ζωής και γιατί η τεράστια δύναμη της συνήθειας που κλίνει προς το μικροαστικό και το αστικό νοικοκυριό, μπορεί να υπερνικηθεί μονάχα με μακρόχρονο, επίμονο αγώνα. Γι’ αυτό ακριβώς ο Μαρξ μιλούσε για μια ολόκληρη περίοδο διχτατορίας του προλεταριάτου, σαν περίοδο μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό» . (Βλ. στον ίδιο τόμο, σελ. 314).

Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Από δω βγαίνουν οι τρεις βασικές πλευρές της διχτατορίας του προλεταριάτου:

1. Χρησιμοποίηση της εξουσίας του προλεταριάτου για την κατάπνιξη των εκμεταλλευτών, για την άμυνα της χώρας, για τη στερέωση των δεσμών με τους προλετάριους των άλλων χωρών, για την ανάπτυξη και τη νίκη της επανάστασης σ’ όλες τις χώρες.

2. Χρησιμοποίηση της εξουσίας του προλεταριάτου για την οριστική απόσπαση των εργαζομένων και εκμεταλλευόμενων μαζών απ' την αστική τάξη, για τη στερέωση της συμμαχίας του προλεταριάτου μ’ αυτές τις μάζες, για το τράβηγμα αυτών των μαζών στο έργο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης, για την κρατική καθοδήγηση αυτών των μαζών απ' το προλεταριάτο.

3. Χρησιμοποίηση της εξουσίας του προλεταριάτου για την οργάνωση του σοσιαλισμού, για την εξάλειψη των τάξεων, για το πέρασμα στη χωρίς τάξεις κοινωνία, στην κοινωνία χωρίς κράτος.

Η διχτατορία του προλεταριάτου είναι η συνένωση και των τριών αυτών πλευρών. Καμιά απ' αυτές τις πλευρές δε μπορεί να θεωρηθεί σαν το μοναδικό χαραχτηριστικό γνώρισμα της διχτατορίας του προλεταριάτου και, αντίστροφα, αρκεί να λείπει έστω και ένα απ' αυτά τα γνωρίσματα για να πάψει η διχτατορία του προλεταριάτου νάναι διχτατορία μέσα στις συνθήκες του καπιταλιστικού περίγυρου. Γι’ αυτό δε μπορούμε να αποκλείσουμε καμιά απ' αυτές τις τρεις πλευρές, χωρίς να κινδυνεύσουμε να διαστρεβλώσουμε την έννοια της διχτατορίας του προλεταριάτου. Μόνο και οι τρεις αυτές πλευρές, παρμένες μαζί, μας δίνουν την πλήρη και ολοκληρωμένη έννοια της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Η διχτατορία του προλεταριάτου έχει τις δικές της περιόδους, τις δικές της ιδιαίτερες μορφές, διάφορες μέθοδες δουλιάς. Στην περίοδο του εμφύλιου πολέμου χτυπά ιδιαίτερα στα μάτια η βίαιη πλευρά της διχτατορίας. Απ' αυτό όμως δε βγαίνει καθόλου ότι στην περίοδο του εμφύλιου πολέμου δε γίνεται καμιά ανοικοδομητική δουλιά. Χωρίς ανοικοδομητική δουλιά είναι αδύνατο να διεξαχθεί ο εμφύλιος πόλεμος. Αντίθετα, στην περίοδο της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού χτυπά ιδιαίτερα στα μάτια η ειρηνική, οργανωτική, εκπολιτιστική δουλιά της διχτατορίας, η επαναστατική νομιμότητα κλπ. Απ' αυτό όμως πάλι δε βγαίνει καθόλου ότι έλλειψε ή ότι μπορεί να λείπει στην περίοδο της ανοικοδόμησης η βίαιη πλευρά της διχτατορίας. Τα όργανα της καταπίεσης, ο στρατός και οι άλλες οργανώσεις, είναι το ίδιο απαραίτητα τώρα, στην περίοδο της ανοικοδόμησης, όπως και στην περίοδο του εμφύλιου πολέμου. Χωρίς την ύπαρξη αυτών των οργάνων είναι αδύνατη μια κάπως εξασφαλισμένη ανοικοδομητική δουλιά της διχτατορίας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι η επανάσταση νίκησε, για την ώρα μονάχα, σε μια χώρα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι όσο θα υπάρχει η καπιταλιστική περικύκλωση, θα υπάρχει και ο κίνδυνος της επέμβασης, με όλες τις συνέπειες που απορρέουν απ’ αυτό τον κίνδυνο.

Περιεχόμενα


V

ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΚΑΙ Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΔΙΧΤΑΤΟΡΙΑΣ ΤΟΤ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ

Πιο πάνω μίλησα για τη διχτατορία τον προλεταριάτου από την άποψη της ιστορικής της ανάγκης, από την άποψη του ταξικού της περιεχομένου, από την άποψη της κρατικής της φύσης, και τέλος, από την άποψη των δικών της καθηκόντων καταστροφής και δημιουργίας, που πραγματοποιούνται στη διάρκεια μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου, που ονομάζεται περίοδος της μετάβασης απ' τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.

Τώρα πρέπει να μιλήσουμε για τη διχτατορία του προλεταριάτου από την άποψη της συγκρότησής της, από την άποψη του «μηχανισμού» της, από την άποψη του ρόλου και της σημασίας των «λουριών μεταβίβασης», των «μοχλών», και της«διευθύνουσας δύναμης», που στο σύνολό τους αποτελούν «το σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου» (Λένιν) και που με τη βοήθειά τους πραγματοποιείται η καθημερινή εργασία της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Τι είναι αυτά τα «λουριά μεταβίβασης», ή οι «μοχλοί» στο σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου; Ποια είναι αυτή η διευθύνουσα δύναμη; Σε τι χρειάζονται;

Οι μοχλοί και τα λουριά μεταβίβασης είναι αυτές οι ίδιες οι μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου, που χωρίς τη βοήθειά τους είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί η διχτατορία.

Η διευθύνουσα δύναμη είναι το πρωτοπόρο εκείνο τμήμα του προλεταριάτου, η εμπροσθοφυλακή του, που είναι η βασική καθοδηγητική δύναμη της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Τα λουριά μεταβίβασης, οι μοχλοί και η διευθύνουσα δύναμη είναι απαραίτητα για το προλεταριάτο, γιατί χωρίς αυτά θα βρισκόταν, στον αγώνα του για τη νίκη, στη θέση ενός άοπλου στρατού που αντιμετωπίζει το οργανωμένο και εξοπλισμένο κεφάλαιο. Οι οργανώσεις αυτές είναι απαραίτητες στο προλεταριάτο, γιατί χωρίς αυτές θα δοκίμαζε αναπόφευχτη ήττα στον αγώνα του για την ανατροπή της αστικής τάξης, στον αγώνα του για τη στερέωση της εξουσίας του, στον αγώνα του για την ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού. Η συστηματική βοήθεια αυτών των οργανώσεων και η διευθύνουσα δύναμη της πρωτοπορίας είναι απαραίτητες, γιατί χωρίς αυτούς τους ορούς είναι αδύνατη μια κάπως μακρόχρονη και στέρεη διχτατορία του προλεταριάτου.

Ποιες είναι αυτές οι οργανώσεις;

Είναι, πρώτα, τα επαγγελματικά συνδικάτα των εργατών με τις διακλαδώσεις τους στο κέντρο και στις επαρχίες, με τη μορφή μιας ολόκληρης σειράς από παραγωγικές, εκπολιτιστικές, διαπαιδαγωγικές και άλλες οργανώσεις. Οι οργανώσεις αυτές συνενώνουν τους εργάτες όλων των επαγγελμάτων. Οι οργανώσεις αυτές δεν είναι κομματικές οργανώσεις. Τα επαγγελματικά συνδικάτα μπορούν να ονομαστούν καθολική οργάνωση της εργατικής τάξης που κυριαρχεί στη χώρα μας. Είναι σχολειό του κομμουνισμού. Αναδείχνουν απ' τους κόλπους τους τους καλύτερους ανθρώπους για καθοδηγητική δουλιά σ’ όλους τούς τομείς της διακυβέρνησης. Πραγματοποιούν τη σύνδεση ανάμεσα στα πρωτοπόρα και στα καθυστερημένα στοιχεία μέσα στην εργατική τάξη. Συνδέουν τις εργατικές μάζες με την πρωτοπορία της εργατικής τάξης.

Είναι, δεύτερο, τα Σοβιέτ με τις πολυάριθμες διακλαδώσεις τους στο κέντρο και στις επαρχίες, με τη μορφή των διοικητικών, οικονομικών, στρατιωτικών, εκπολιτιστικών και άλλων κρατικών οργανώσεων, μαζί με τις απειράριθμες αυτοτελείς μαζικές ενώσεις των εργαζομένων, που περιβάλλουν αυτές τις οργανώσεις και τις συνδέουν με τον πληθυσμό. Τα Σοβιέτ είναι μαζική οργάνωση όλων των εργαζομένων της πόλης και του χωριού. Δεν είναι οργάνωση κομματική. Τα Σοβιέτ είναι άμεση έκφραση της διχτατορίας του προλεταριάτου. Μέσω των Σοβιέτ εφαρμόζονται όλα τα μέτρα για το δυνάμωμα της διχτατορίας τού προλεταριάτου και για την ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού. Μέσω των Σοβιέτ πραγματοποιείται η κρατική καθοδήγηση της αγροτιάς από το προλεταριάτο. Τα Σοβιέτ συνενώνουν τα εκατομμύρια των εργαζομένων με την πρωτοπορία του προλεταριάτου.

Είναι τρίτο, οι συνεταιρισμοί όλων των ειδών με όλες τις διακλαδώσεις τους.

Ο συνεταιρισμός είναι μια μαζική οργάνωση των εργαζομένων, οργάνωση όχι κομματική, που τους συνενώνει πριν άπ’ όλα σαν καταναλωτές και με την πάροδο του χρόνου και σαν παραγωγούς, (αγροτικοί συνεταιρισμοί). Ο συνεταιρισμός αποχτά ιδιαίτερη σημασία ύστερα απ' τη στερέωση της διχτατορίας του προλεταριάτου, στην περίοδο της πλατιάς ανοικοδόμησης. Διευκολύνει τη σύνδεση της πρωτοπορίας του προλεταριάτου με τις μάζες της αγροτιάς και δημιουργεί τη δυνατότατα να τραβηχτούν οι αγρότες στο δρόμο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης.

Είναι τέταρτο, η Ένωση της νεολαίας. Η Ένωση της νεολαίας είναι μαζική οργάνωση της εργατικής και της αγροτικής νεολαίας, οργάνωση όχι κομματική, μα που συνορεύει με το κόμμα. Για καθήκον της έχει να βοηθά το κόμμα στο έργο της διαπαιδαγώγησης της νέας γενιάς στο πνεύμα του σοσιαλισμού. Δίνει νέες εφεδρείες για όλες τις υπόλοιπες μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου, σ’ όλους τους τομείς της διακυβέρνησης. Η Ένωση της νεολαίας απόχτησε ιδιαίτερη σημασία ύστερα απ’ τη στερέωση της διχτατορίας του προλεταριάτου στην περίοδο της πλατιάς εκπολιτιστικής και διαπαιδαγωγικής δουλιάς του προλεταριάτου.

Είναι τέλος το κόμμα του προλεταριάτου, η πρωτοπορία του. Η δύναμή του έγκειται στο γεγονός ότι συγκεντρώνει όλους τους καλύτερους ανθρώπους του προλεταριάτου απ' όλες τις μαζικές του οργανώσεις. Η αποστολή του είναι να συντονίζει τη δουλιά όλων χωρίς εξαίρεση των μαζικών οργανώσεων του προλεταριάτου και να κατευθύνει τη δράση τους προς ένα σκοπό, προς το σκοπό της απελευθέρωσης του προλεταριάτου. Και είναι απόλυτα απαραίτητο να τις συντονίζει και να τις κατευθύνει πάνω στη γραμμή ενός σκοπού, γιατί χωρίς αυτό είναι αδύνατη η ενότητα της πάλης του προλεταριάτου, γιατί χωρίς αυτό είναι αδύνατο να καθοδηγηθούν οι προλεταριακές μάζες στον αγώνα τους για την εξουσία, στον αγώνα τους για την ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού. Μονάχα όμως η πρωτοπορία του προλεταριάτου, το κόμμα του, είναι ικανό να συνενώνει και να κατευθύνει τη δουλιά των μαζικών οργανώσεων του προλεταριάτου. Μονάχα το κόμμα του προλεταριάτου, μονάχα το κόμμα των κομμουνιστών είναι ικανό να εκπληρώσει αυτό το ρόλο του βασικού καθοδηγητή μέσα στο σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Γιατί;

«Πρώτα, γιατί το κόμμα είναι το σημείο συγκέντρωσης των καλύτερων στοιχείων της εργατικής τάξης, που συνδέονται άμεσα με τις εξωκομματικές οργανώσεις του προλεταριάτου και που πολύ συχνά τις καθοδηγούν. Δεύτερο, γιατί το κόμμα, σα σημείο συγκέντρωσης των καλύτερων ανθρώπων της εργατικής τάξης, είναι το καλύτερο σχολειό για την κατάρτιση ηγετών της εργατικής τάξης, για να είναι ικανοί να καθοδηγούν όλες τις μορφές οργάνωσης της τάξης τους. Τρίτο, γιατί το κόμμα, σαν το καλύτερο σχολειό ηγετών της εργατικής τάξης, είναι με την πείρα και το κύρος του η μοναδική οργάνωση, που είναι ικανή να συγκεντρώσει τη διεύθυνση της πάλης του προλεταριάτου και να μετατρέψει έτσι όλες τις εξωκομματικές οργανώνεις της εργατικής τάξης, σε εξυπηρετικά όργανα και λουριά μεταβίβασης που συνδέουν το κόμμα με την τάξη». (Βλ.«Για τις βάσεις του λενινισμού»).

Το κόμμα είναι η βασική καθοδηγητική δύναμη στο σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου.

«Το κόμμα είναι η ανώτατη μορφή ταξικής ένωσης του προλεταριάτου» (Λένιν).

Έτσι, τα επαγγελματικά συνδικάτα, σα μαζική οργάνωση του προλεταριάτου, που συνδέει το κόμμα με την τάξη, πριν απ' όλα στον παραγωγικό τομέα. Τα Σοβιέτ, σα μαζική οργάνωση των εργαζομένων, που συνδέει το κόμμα μαζί τους, πριν απόλα στον κρατικό τομέα. Οι συνεταιρισμοί, σαν μαζική οργάνωση κυρίως της αγροτιάς, που συνδέει το κόμμα με τις αγροτικές μάζες, πριν απ' όλα στον οικονομικό τομέα, στον τομέα που τραβά την αγροτιά στη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση. Η Ένωση της νεολαίας, σα μαζική οργάνωση της εργατικής και της αγροτικής νεολαίας, που έχει αποστολή να διευκολύνει την πρωτοπορία του προλεταριάτου στη σοσιαλιστική διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς και στην προετοιμασία των νέων εφεδρειών. Και τέλος, το κόμμα, σα βασική κατευθυντήρια δύναμη στο σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου, που έχει αποστολή να καθοδηγεί όλες αυτές τις μαζικές οργανώσεις - αυτή είναι γενικά η εικόνα του «μηχανισμού» της διχτατορίας, η εικόνα του «συστήματος της διχτατορίας του προλεταριάτου».

Χωρίς το κόμμα, σα βασική καθοδηγητική δύναμη, είναι αδύνατη μια κάπως μακρόχρονη και σταθερή διχτατορία του προλεταριάτου.

Έτσι, μιλώντας με τα λόγια του Λένιν, «έχουμε γενικά και συνολικά, ένα τυπικά μη κομμουνιστικό, ευλύγιστο και σχετικά πλατύ, πολύ ισχυρό, προλεταριακό μηχανισμό, που με τη βοήθειά του το κόμμα είναι στενά συνδεμένο με την τάξη και με τη μάζα και που με τη βοήθειά του και κάτω από την καθοδήγηση του κόμματος πραγματοποιείται η διχτατορία της τάξης». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 192).

Αυτό φυσικά δε σημαίνει ότι το κόμμα μπορεί ή πρέπει να υποκαταστήσει τα επαγγελματικά συνδικάτα, τα Σοβιέτ και τις άλλες μαζικές οργανώσεις. Το κόμμα πραγματοποιεί τη διχτατορία του προλεταριάτου. Δεν την πραγματοποιεί όμως άμεσα, αλλά με τη βοήθεια των επαγγελματικών συνδικάτων, με τα Σοβιέτ και με τις διακλαδώσεις τους. Χωρίς αυτά τα «λουριά μεταβίβασης», θάταν αδύνατη μια κάπως σταθερή διχτατορία.

*Δε μπορεί - λέει ο Λένιν - να πραγματοποιηθεί η διχτατορία χωρίς μερικά “λουριά μεταβίβασης" απ' την εμπροσθοφυλακή στη μάζα της πρωτοπόρας τάξης και απ' αυτή στη μάζα των εργαζομένων... Το κόμμα, για να εκφραστούμε έτσι, συγκεντρώνει μέσα του την πρωτοπορία του προλεταριάτου, κι αυτή η πρωτοπορία πραγματοποιεί τη διχτατορία του προλεταριάτου. Κι αν δεν υπάρχει ένα τέτιο θεμέλιο, όπως τα επαγγελματικά συνδικάτα, δε μπορεί να πραγματοποιηθεί η διχτατορία, δε μπορεί να εκπληρωθούν οι κρατικές λειτουργίες. Πρέπει όμως να ασκούνται με τη βοήθεια μιας σειράς ιδιαίτερων ιδρυμάτων επίσης κάποιου νέου τύπου, και συγκεκριμένα: με τη βοήθεια του Σοβιετικού μηχανισμού». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXIV, σελ. 65 και 64) (Η υπογράμμιση δικιά μου, Ι. Στάλιν).

Σαν ανώτατη έκφραση του καθοδηγητικού ρόλου του κόμματος λχ., στη χώρα μας, στη Σοβιετική Ένωση, στη χώρα της διχτατορίας του προλεταριάτου, πρέπει ν’ αναγνωριστεί το γεγονός ότι ούτε ένα σοβαρό πολιτικό ή οργανωτικό ζήτημα δε λύνεται σε μας, απ' τις σοβιετικές και τις άλλες μαζικές οργανώσεις μας, χωρίς τις καθοδηγητικές υποδείξεις του κόμματος. Μ’ αυτή την έννοια θα μπορούσαμε να πούμε ότι η διχτατορία του προλεταριάτου είναι στην ουσία «διχτατορία» της πρωτοπορίας του, «διχτατορία» του κόμματός του, σαν βασικής καθοδηγητικής δύναμης του προλεταριάτου. Να τι είπε ο Λένιν για το ζήτημα αυτό στο IΙο συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς:

«Ο Τέννερ λέει πως είναι υπέρ της διχτατορίας του προλεταριάτου, μα πως τη διχτατορία του προλεταριάτου δεν τη φαντάζεται ακριβώς έτσι όπως τη φανταζόμαστε εμείς. Λέει ότι εμείς με τη διχτατορία του προλεταριάτου εννοούμε στην ουσία τη διχτατορία της οργανωμένης και συνειδητής μειοψηφίας του. Και πραγματικά στην εποχή του καπιταλισμού, όταν οι εργατικές μάζες υποβάλλονται σε αδιάκοπη εκμετάλλευση και δεν μπορούν ν’ αναπτύξουν τις ανθρώπινες ικανότητές τους, το πιο χαραχτηριστικό γεγονός για τα εργατικά πολίτικα κόμματα είναι ίσα-ίσα τό γεγονός ότι δε μπορούν ν’ αγκαλιάσουν παρά μονάχα τη μειοψηφία της τάξης τους. Το πολιτικό κόμμα μπορεί να συνενώσει μονάχα τη μειοψηφία της τάξης ακριβώς όπως οι πραγματικά συνειδητοί εργάτες σε κάθε καπιταλιστική κοινωνία αποτελούν μονάχα τη μειοψηφία όλων των εργατών. Γι’ αυτό είμαστε αναγκασμένοι να παραδεχτούμε, ότι μονάχα αυτή η συνειδητή μειοψηφία μπορεί να καθοδηγήσει τις πλατιές εργατικές μάζες και να τις τραβά από πίσω της. Και αν ο σ. Τέννερ λέει πως είναι εχθρός του κόμματος, μα ταυτόχρονα παραδέχεται ότι η μειοψηφία των καλύτερα οργανωμένων και περισσότερο επαναστατών εργατών πρέπει να δείχνει το δρόμο σ’ όλο το προλεταριάτο, τότε εγώ λέω πως στην πραγματικότητα δεν ύπαρχοι διαφορά ανάμεσά μας». (Βλ. Λένιν, Άπαντα,τόμ. XXV, σελ. 347) (Η υπογράμμιση δικιά μου, Ι. Στάλιν)..

Μήπως αυτό σημαίνει ωστόσο, ότι ανάμεσα στη διχτατορία του προλεταριάτου και στον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος (τη «διχτατορία» του κόμματος) μπορούμε να βάλουμε το σημείο της εξίσωσης, ότι μπορούμε να συνταυτίσουμε την πρώτη με τη δεύτερη, ότι μπορούμε να αντικαταστήσουμε την πρώτη με τη δεύτερη; Φυσικά δε σημαίνει αυτό. Φυσικά δε μπορούμε. Να λχ., ο Σόριν λέει ότι «η διχτατορία του προλεταριάτου είναι διχτατορία του κόμματός μας». (Βλ. «Η διδασκαλία του Λένιν για το κόμμα», σελ. 95). Αυτή η θέση όπως βλέπετε, συνταυτίζει τη «διχτατορία του κόμματος» με τη διχτατορία του προλεταριάτου. Μήπως μπορούμε να παραδεχτούμε σα σωστή αυτή τη συνταύτιση και να εξακολουθούμε να μένουμε πάνω στο έδαφος του λενινισμού; Όχι, δε μπορούμε. Και να γιατί:

Πρώτο. Στο τσιτάτο απ’ το λόγο του Λένιν στο 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που αναφέραμε πιο πάνω, ο Λένιν δε συνταυτίζει καθόλου τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος με τη διχτατορία του προλεταριάτου. Μιλά μόνο για το γεγονός ότι «μονάχα η συνειδητή μειοψηφία (δηλαδή το κόμμα, I. Στάλιν), μπορεί να καθοδηγεί τις πλατιές εργατικές μάζες και να τις τραβά από πίσω του», ότι ακριβώς μ’ αυτή την έννοια, «με τη διχτατορία του προλεταριάτου εννοούμε στην ουσία (Η υπογράμμιση δικιά μου, Ι. Στάλιν) τη διχτατορία της οργανωμένης και συνειδητής μειοψηφίας του». Όταν λέμε «στην ουσία» δε σημαίνει ακόμα ότι λέμε «ολοκληρωτικά». Συχνά λέμε ότι το εθνικό ζήτημα είναι στην ουσία ζήτημα αγροτικό. Και αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Αυτό όμως δε σημαίνει ακόμα ότι το εθνικό ζήτημα συμπίπτει με το αγροτικό ζήτημα, ότι το αγροτικό ζήτημα στην έκτασή του είναι ίσο με το εθνικό, ότι το αγροτικό ζήτημα συνταυτίζεται με το εθνικό ζήτημα. Δεν είναι ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι το εθνικό ζήτημα στην έκτασή του είναι πιο πλατύ και πιο πλούσιο από το αγροτικό ζήτημα. Το ίδιο, σε αναλογία μ’ αυτό, πρέπει να πούμε για τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος και για τη διχτατορία του προλεταριάτου. Αν το κόμμα πραγματοποιεί τη διχτατορία του προλεταριάτου, και μ’ αυτή την έννοια η διχτατορία του προλεταριάτου είναι στην ουσία «διχτατορία» του κόμματός του, αυτό δε σημαίνει ακόμα ότι η «διχτατορία του κόμματός» (ο καθοδηγητικός ρόλος) είναι ταυτόσημη με τη διχτατορία του προλεταριάτου, ότι στην έκτασή της η πρώτη εξισώνεται με τη δεύτερη. Δεν είναι ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι η διχτατορία του προλεταριάτου στην έκτασή της είναι πιο πλατιά και πιο πλούσια απ' τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος. Το κόμμα πραγματοποιεί τη διχτατορία του προλεταριάτου, μα πραγματοποιεί τη διχτατορία του προλεταριάτου και όχι μια οποιαδήποτε άλλη διχτατορία. Όποιος συνταυτίζει τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος με τη διχτατορία του προλεταριάτου, αντικαθιστά τη διχτατορία του προλεταριάτου με τη «διχτατορία» του κόμματος.

Δεύτερο. Καμιά σοβαρή απόφαση των μαζικών οργανώσεων του προλεταριάτου δεν παίρνεται χωρίς τις καθοδηγητικές υποδείξεις από μέρους του κόμματος. Αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Μα μήπως σημαίνει αυτό ότι η διχτατορία του προλεταριάτου εξαντλείται με τις καθοδηγητικές υποδείξεις του κόμματος; Μήπως σημαίνει αυτό ότι οι καθοδηγητικές υποδείξεις του κόμματος μπορούν γι’ αυτό το λόγο να συνταυτιστούν με τη διχτατορία του προλεταριάτου; Φυσικά δε σημαίνει αυτό. Η διχτατορία του προλεταριάτου αποτελείται από τις καθοδηγητικές υποδείξεις του κόμματος, συν την πραγματοποίηση αυτών των υποδείξεων απ' τις μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου, συν την εφαρμογή τους στη ζωή από τον πληθυσμό. Εδώ, όπως βλέπετε, έχουμε να κάνουμε με μια ολόκληρη σειρά από μεταβατικά και ενδιάμεσα σκαλοπάτια, που δεν αποτελούν καθόλου μικρής σημασίας στοιχεία της διχτατορίας του προλεταριάτου. Συνεπώς, ανάμεσα στις καθοδηγητικές υποδείξεις του κόμματος και στην εφαρμογή τους στη ζωή, βρίσκεται η θέληση και η δράση των καθοδηγουμένων, η θέληση και η δράση της τάξης, η προθυμία (ή η απροθυμία) της να υποστηρίξει αυτές τις υποδείξεις, η επιδεξιότητα (ή η αδεξιότητά) της να εφαρμόσει αυτές τις υποδείξεις, η επιδεξιότητα (ή η αδεξιότητά) της να τις εφαρμόσει έτσι ακριβώς όπως το απαιτεί η κατάσταση. Δε χρειάζεται ν’ αποδείξουμε ότι το κόμμα παίρνοντας στα χέρια του την καθοδήγηση, δε μπορεί να μην παίρνει υπόψη του τη θέληση, την κατάσταση, το επίπεδο της συνείδησης των καθοδηγουμένων, δε μπορεί να αφήσει έξω από το λογαριασμό τη θέληση, την κατάσταση και το επίπεδο της συνείδησης της τάξης του. Γι’ αυτό όποιος συνταυτίζει τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος με τη διχτατορία του προλεταριάτου, αντικαθιστά τη θέληση και τη δράση της τάξης με τις υποδείξεις του κόμματος.

Τρίτο. «Η διχτατορία του προλεταριάτου - λέει ο Λένιν - είναι η ταξική πάλη του προλεταριάτου που νίκησε και πήρε στα χέρια του την πολιτική εξουσία». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIV, σελ. 311). Με τι μπορεί να εκφράζεται αυτή η ταξική πάλη; Μπορεί να εκφράζεται με μια σειρά από ένοπλες ενέργειες του προλεταριάτου ενάντια στις επιθέσεις της γκρεμισμένης αστικής τάξης ή ενάντια στην επέμβαση της ξένης αστικής τάξης. Μπορεί να εκφράζεται με τον εμφύλιο πόλεμο, αν η εξουσία του προλεταριάτου δεν έχει ακόμα στερεωθεί. Μπορεί να εκφράζεται με την πλατιά οργανωτική και ανοικοδομητική εργασία του προλεταριάτου, με το τράβηγμα των πλατιών μαζών σ’ αυτή την εργασία, ύστερα απ' τη στερέωση της εξουσίας. Σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις δρόν πρόσωπο είναι το προλεταριάτο σαν τάξη. Ποτέ το κόμμα, ποτέ μονάχο του ένα κόμμα, δεν οργάνωσε όλες αυτές τις ενέργειες αποκλειστικά με τις δικές του τις δυνάμεις, χωρίς την υποστήριξη της τάξης. Συνήθως, μονάχα καθοδηγεί αυτές τις ενέργειες και τις καθοδηγεί στο βαθμό που έχει την υποστήριξη της τάξης. Γιατί το κόμμα δε μπορεί να συμπίπτει με την τάξη, δε μπορεί να την αντικαθιστά. Γιατί το κόμμα παρ’ όλο το σοβαρό, καθοδηγητικό του ρόλο, παραμένει πάντα μέρος της τάξης. Γι’ αυτό οποίος συνταυτίζει τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος με τη διχτατορία του προλεταριάτου, αντικαθιστά την τάξη με το κόμμα.

Τέταρτο. Το κόμμα πραγματοποιεί τη διχτατορία του προλεταριάτου. «Το κόμμα είναι η πρωτοπορία του προλεταριάτου που κυβερνά άμεσα, είναι ο καθοδηγητής». (Λένιν). Μ’ αυτή την έννοια παίρνει το κόμμα την εξουσία και κυβερνά τη χώρα. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι το κόμμα πραγματοποιεί τη διχτατορία του προλεταριάτου δίχως να παίρνει υπ’ όψη την κρατική εξουσία, χωρίς την κρατική εξουσία. Ότι το κόμμα κυβερνά τη χώρα χωρίς να παίρνει υπ’ όψη του τα Σοβιέτ, όχι μέσω των Σοβιέτ. Αυτό ακόμα δε σημαίνει ότι το κόμμα μπορεί να συνταυτιστεί με τα Σοβιέτ, με την κρατική εξουσία. Το κόμμα είναι ο πυρήνας της εξουσίας. Όμως δεν είναι και δε μπορεί να συνταυτιστεί με την κρατική εξουσία. «Σαν κόμμα που κυβερνά - λέει ο Λένιν - δεν μπορούσαμε να μη συγχωνεύσουμε τα σοβιετικά “ανώτατα όργανα με τα κομματικά “ανώτατα όργανα“. Στη χώρα μας είναι και θα παραμείνουν συγχωνευμένα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVI σελ. 208). Αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Όμως ο Λένιν δεν ήθελε καθόλου μ’ αυτό να πει ότι τα σοβιετικά μας ιδρύματα στο σύνολό τους, λχ ο στρατός μας, οι μεταφορές μας, τα οικονομικά ιδρύματα μας κλπ, είναι ιδρύματα του κόμματός μας, ότι το κόμμα μας μπορεί ν’ αντικαταστήσει τα Σοβιέτ και τις διακλαδώσεις τους, ότι το κόμμα μπορεί να συνταυτιστεί με την κρατική εξουσία. Ο Λένιν πολλές φορές έλεγε ότι «το σύστημα των Σοβιέτ είναι διχτατορία του προλεταριάτου», «ότι η Σοβιετική εξουσία είναι διχτατορία του προλεταριάτου». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIV, σελ. 14-15), μα ποτέ δεν είπε ότι το κόμμα είναι κρατική εξουσία, ότι τα Σοβιέτ και το κόμμα είναι το ίδιο πράγμα. Το κόμμα, έχοντας εκατοντάδες χιλιάδες μέλη, καθοδηγεί τα Σοβιέτ και τα παρακλάδια τους στο κέντρο και στις επαρχίες, που αγκαλιάζουν δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους, κομματικούς και εξωκομματικούς, μα δε μπορεί και δεν πρέπει να τα αντικαταστήσει. Να γιατί ο Λένιν λέει ότι «τη διχτατορία την πραγματοποιεί το οργανωμένο στα Σοβιέτ προλεταριάτο, που το καθοδηγεί το Κομμουνιστικό Κόμμα των Μπολσεβίκων», ότι «όλη η δουλιά του κόμματος γίνεται μέσω των Σοβιέτ που συνενώνουν τις εργαζόμενες μάζες ανεξάρτητα από επάγγελμα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 192 και 193). Ότι η διχτατορία «πρέπει να πραγματοποιείται. . . μέσω του σοβιετικού μηχανισμού». (Βλ Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVI, σελ.64). Γι’ αυτό οποίος συνταυτίζει τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος με τη διχτατορία του προλεταριάτου, αντικαθιστά τα Σοβιέτ, δηλαδή την κρατική εξουσία, με το κόμμα. (Η υπογράμμιση δική μου, Ι. Στάλιν).

Πέμπτο. Η έννοια της διχτατορίας του προλεταριάτου είναι έννοια κρατική. Η διχτατορία του προλεταριάτου περικλείνει υποχρεωτικά μέσα της την έννοια της βίας. Χωρίς βία δεν υπάρχει διχτατορία, αν την εννοούμε τη διχτατορία με την ακριβή σημασία αυτής της λέξης. Ο Λένιν χαραχτηρίζει τη διχτατορία του προλεταριάτου σαν «εξουσία που στηρίζεται άμεσα στη βία». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XIX, σελ. 315). Γι’ αυτό όταν μιλούνε για διχτατορία του κόμματος απέναντι στην τάξη των προλετάριων και τη συνταυτίζουνε με τη διχτατορία του προλεταριάτου, είναι σα να λένε ότι το κόμμα πρέπει νάναι απέναντι στην τάξη του, όχι μονάχα καθοδηγητής, όχι μονάχα αρχηγός και δάσκαλος, μα και ένα είδος κρατική εξουσία,που χρησιμοποιεί βία πάνω της. Γι’ αυτό όποιος συνταυτίζει τη «διχτατορία του κόμματος» με τη διχτατορία του προλεταριάτου, ξεκινά σιωπηρά απ' το ότι το κύρος του κόμματος μπορεί να στηριχτεί στη βία, πράγμα παράλογο και ολότελα ασυμβίβαστο με το λενινισμό. Το κύρος του κόμματος στηρίζεται στην εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης. Η εμπιστοσύνη όμως της εργατικής τάξης δεν αποχτιέται με τη βία - με τη βία θανατώνεται μονάχα - αλλά με τη σωστή θεωρία του κόμματος, με τη σωστή πολιτική του κόμματος, με την αφοσίωση του κόμματος προς την εργατική τάξη, με τη σύνδεσή του με τις μάζες της εργατικής τάξης, με την προπαρασκευή του και με την ικανότητά του να πείθει τις μάζες για την ορθότητα των συνθημάτων του.

Τι βγαίνει απ' όλα αυτά;

Απ' αυτά βγαίνει ότι:

1. ο Λένιν χρησιμοποιεί τη λέξη διχτατορία του κόμματος όχι με την ακριβή σημασία αυτής της λέξης («εξουσία πού στηρίζεται στη βία»), μα με τη μεταφορική έννοια, με την έννοια της καθοδήγησης.

2. Όποιος συνταυτίζει την καθοδήγηση του κόμματος με τη διχτατορία του προλεταριάτου, διαστρεβλώνει το Λένιν, γιατί αποδίδει λαθεμένα στο κόμμα λειτουργίες εξάσκησης βίας πάνω στην εργατική τάξη, σα σύνολο.

3. Όποιος αποδίδει στο κόμμα ανύπαρχτες σ’ αυτό λειτουργίες άσκησης βίας πάνω στην εργατική τάξη, καταπατεί τις στοιχειώδεις απαιτήσεις των σωστών αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στην πρωτοπορία και στην τάξη, ανάμεσα στο κόμμα και στο προλεταριάτο.

Έτσι φτάσαμε άμεσα στο ζήτημα των αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στο κόμμα και στην τάξη, ανάμεσα ατούς κομματικούς και στους εξωκομματικούς μέσα στην εργατική τάξη.

Ο Λένιν καθορίζει τις αμοιβαίες αυτές σχέσεις σαν «αμοιβαία εμπιστοσύνη» ανάμεσα στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης και στην εργατική μάζα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVI, σελ. 235). (Η υπογράμμιση δική μου, Ι. Στάλιν).

Τι σημαίνει αυτό;

Αυτό σημαίνει, πρώτα, ότι το κόμμα οφείλει να αφουγκράζεται με προσοχή τη φωνή των μαζών, ότι οφείλει να παρακολουθεί με προσοχή το επαναστατικό ένστικτο των μαζών, ότι οφείλει να μελετά την πραχτική της πάλης των μαζών, ελέγχοντας μ’ αυτήν την ορθότητα της πολιτικής του, ότι οφείλει συνεπώς, όχι μονάχα να διδάσκει, μα και να διδάσκεται απ' τις μάζες.

Αυτό σημαίνει, δεύτερο, ότι το κόμμα οφείλει μέρα με τη μέρα να καταχτά την εμπιστοσύνη των προλεταριακών μαζών, ότι οφείλει με την πολιτική και τη δουλιά του να εξασφαλίζει την υποστήριξη των μαζών, ότι οφείλει όχι να διατάζει, μα πριν απ' όλα να πείθει, διευκολύνοντας τις μάζες να γνωρίσουν με την ίδια τους την πείρα την ορθότητα της πολιτικής του κόμματος, ότι οφείλει, συνεπώς, νάναι καθοδηγητής, ηγέτης, δάσκαλος της τάξης του.

Η παράβαση αυτών των όρων σημαίνει καταπάτηση των σωστών αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στην πρωτοπορία και την τάξη, υπόσκαψη της «αμοιβαίας εμπιστοσύνης», παράλυση και της ταξικής και της κομματικής πειθαρχίας.

«Τώρα ασφαλώς όλοι σχεδόν βλέπουν - λέει ο Λένιν - ότι οι μπολσεβίκοι δε θα κρατιούνταν στην εξουσία, όχι 2 1/2, χρόνια, μα ούτε 2 1/2 μήνες, χωρίς την πιο αυστηρή, πραγματικό σιδερένια πειθαρχία στο κόμμα μας, χωρίς την απόλυτη και απεριόριστη υποστήριξη του κόμματος απ’ όλη τη μάζα της εργατικής τάξης, δηλ. από καθετί που υπάρχει σ’ αυτή λογικό, τίμιο, γεμάτο αυταπάρνηση, με επιροή και ικανό να οδηγήσει ή να τραβήξει μαζί του τα καθυστερημένα στρώματα». (Βλ, Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 173).

«Η διχτατορία του προλεταριάτου - λέει παρακάτω ο Λένιν - είναι ένας επίμονος αγώνας αιματηρός και αναίμαχτος, βίαιος και ειρηνικός, στρατιωτικός και οικονομικός, παιδαγωγικός και διοικητικός, εναντία στις δυνάμεις και τις παραδόσεις της παλιάς κοινωνίας. Η δύναμη της συνήθειας εκατομμυρίων και δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων είναι η πιο τρομερή δύναμη. Δίχως ένα κόμμα σιδερένιο κι ατσαλωμένο στον αγώνα, δίχως ένα κόμμα που νάχει την εμπιστοσύνη κάθε τίμιου στοιχείου που ύπαρχοι στη δοσμένη τάξη, δίχως ένα κόμμα που να ξέρει να παρακολουθεί τις διαθέσεις των μαζών και να επιδρά πάνω τους, είναι αδύνατο να διεξαχθεί με επιτυχία ένας τέτιος αγώνας». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 190).

Πως όμως αποχτά το κόμμα αυτή την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη της τάξης; Πως διαμορφώνεται η απαραίτητη για τη διχτατορία του προλεταριάτου σιδερένια πειθαρχία; Πάνω σε ποιο έδαφος αναπτύσσεται;

Να τι λέει ο Λένιν πάνω σ’ αυτό το ζήτημα:

«Με τι κρατιέται η πειθαρχία στο επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου; Με τι ελέγχεται, με τι δυναμώνει; Πρώτα, με τη συνειδητότητα της προλεταριακής πρωτοπορίας και με την αφοσίωσή της στην επανάσταση, με την αντοχή, την αυτοθυσία και τον ηρωισμό της. Δεύτερο, με την ικανότητά της να συνδέεται, να πλησιάζει και, αν θέλετε, να συγχωνεύεται ως ένα ορισμένο βαθμό με την πιο πλατιά μάζα των εργαζομένων (Η υπογράμμιση δική μου, Ι. Στάλιν). και πρώτ’ απ’ όλα με την προλεταριακή, μα ακόμα και με τη μη προλεταριακή εργαζόμενη μάζα. Τρίτο,με την ορθότητα της πολιτικής καθοδήγησης, που πραγματοποιείται απ' αυτή την πρωτοπορία, με την ορθότητα της πολιτικής στρατηγικής και ταχτικής, με τον όρο ότι οι πιο πλατιές μάζες έχουν πειστεί με την ίδια τους την πείρα για την ορθότητα αυτή. Χωρίς αυτούς τους όρους δε μπορεί να πραγματοποιηθεί η πειθαρχία μέσα σ’ ένα επαναστατικό κόμμα, πραγματικά ικανό να είναι το κόμμα της πρωτοπόρας τάξης, που έχει για καθήκον ν’ ανατρέψει την κεφαλαιοκρατία και να μετασχηματίσει ολόκληρη την κοινωνία. Χωρίς αυτούς τους όρους οι προσπάθειες για δημιουργία πειθαρχίας μετατρέπονται αναπόφευχτα σε σαπουνόφουσκα, σε κούφια φρασεολογία, σε θεατρινισμό. Απ' την άλλη μεριά όμως, οι όροι αυτοί δε μπορούν να εμφανιστούν με μιας. Δημιουργούνται μονάχα με τη μακρόχρονη δουλιά και με τη σκληρή πείρα. Η δημιουργία τους διευκολύνεται μονάχα απ' τη σωστή επαναστατική θεωρία που, με τη σειρά της, δεν είναι δόγμα, άλλα διαμορφώνεται τελικά μονάχα σε στενή σύνδεση με την πραχτική του πραγματικά μαζικού και πραγματικά επαναστατικού κινήματος». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV. σελ. 174).

Και παρακάτω:

«Για την επιτυχία της νίκης εναντία στον καπιταλισμό απαιτούνται σωστές αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στο καθοδηγητικό Κομμουνιστικό Κόμμα, την επαναστατική τάξη, το προλεταριάτο - και στη μάζα, δηλαδή, στο σύνολο των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων. Μονάχα το Κομμουνιστικό Κόμμα, αν είναι πραγματικά πρωτοπορία της επαναστατικής τάξης, αν περικλείνει μέσα του όλους τους καλύτερους εκπροσώπους της, αν αποτελείται από πέρα για πέρα συνειδητούς και αφομοιωμένους κομμουνιστές, που έχουν διαπαιδαγωγηθεί και ατσαλωθεί με την πείρα της επίμονης επαναστατικής πάλης, μονάχα αν αυτό το κόμμα κατορθώσει να συνδεθεί αδιάρρηχτα με όλη τη ζωή της τάξης του και μέσω της τάξης, με όλη τη μάζα των εκμεταλλευομένων και να εμπνεύσει σ' αυτήν την τάξη και σ' αυτήν τη μάζα πλήρη εμπιστοσύνη (Η υπογράμμιση δική μου, Ι. Στάλιν) μονάχα ένα τέτιο κόμμα είναι ικανό να καθοδηγήσει το προλεταριάτο στον πιο αμείλιχτο, αποφασιστικό, τελευταίο αγώνα, ενάντια σ’ όλες τις δυνάμεις του καπιταλισμού. Απ' την άλλη μεριά, μονάχα κάτω από την καθοδήγηση ενός τέτιου κόμματος, το προλεταριάτο είναι ικανό ν' αναπτύξει όλη την ισχύ της επαναστατικής του εφόδου και να εκμηδενίσει την αναπόφευχτη απάθεια και ακόμα την αντίσταση της μικρής μειοψηφίας της διεφθαρμένης απ' τον καπιταλισμό εργατικής αριστοκρατίας, των παλιών τρεϊντγιουνιονιστών και συνεταιριστών ηγετών κλπ, είναι ικανό ν’ αναπτύξει όλη τη δύναμή του, που είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη από το ποσοστό του πληθυσμού που αντιπροσωπεύει, εξαιτίας της οικονομικής συγκρότησης της καπιταλιστικής κοινωνίας». ((Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV σελ. 315).

Απ αυτά τα τσιτάτα βγαίνει ότι:

1. Το κύρος του κόμματος και η σιδερένια πειθαρχία μέσα στην εργατική τάξη, που είναι απαραίτητη για τη διχτατορία του προλεταριάτου, δε στηρίζονται στο φόβο ή στα «απεριόριστα» δικαιώματα του κόμματος, μα στην εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης στο κόμμα, στην υποστήριξη του κόμματος από μέρους της εργατικής τάξης.

2 Η εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης στο κόμμα δεν αποχτιέται με μιας και με τη χρησιμοποίηση βίας σε βάρος της εργατικής τάξης, μα με τη μακρόχρονη δουλιά του κόμματος μέσα στις μάζες, με τη σωστή πολιτική του κόμματος, με την ικανότητα του κόμματος να πείθει τις μάζες με την ίδια τους την πείρα για την ορθότητα της πολιτικής του, με την ικανότητα του κόμματος να εξασφαλίζει την υποστήριξη της εργατικής τάξης και να οδηγεί τις μάζες της εργατικής τάξης.

3. Χωρίς τη σωστή πολιτική του κόμματος, που ενισχύεται με την πείρα της πάλης των μαζών και χωρίς την εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης δεν υπάρχει και δε μπορεί να υπάρχει πραγματική καθοδήγηση του κόμματος.

4. Το Κόμμα και η καθοδήγησή του, αν έχουν την εμπιστοσύνη της τάξης και αν αυτή η καθοδήγηση είναι πραγματική καθοδήγηση, δε μπορούν να αντιπαρατάσσονται στη διχτατορία του προλεταριάτου, γιατί χωρίς την καθοδήγηση του κόμματος («διχτατορία» του κόμματος), που έχει την εμπιστοσύνη της εργατικής τάξης, είναι αδύνατη μια κάπως σταθερή διχτατορία του προλεταριάτου.

Χωρίς αυτούς τους όρους, το κύρος του κόμματος και η σιδερένια πειθαρχία είναι η κούφια φράση, ή αλαζονεία και τυχοδιωχτισμός.

Δεν πρέπει να αντιπαραθέτουμε τη διχτατορία του προλεταριάτου στην καθοδήγηση («διχτατορία») του κόμματος. Δεν πρέπει, γιατί η καθοδήγηση του κόμματος είναι το κύριο στη διχτατορία του προλεταριάτου, αν έχουμε υπόψη μας μια κάπως σταθερή και πλήρη διχτατορία, και όχι μια τέτια όπως ήταν λ.χ. η Παρισινή Κομμούνα, που δεν αποτελούσε ούτε πλήρη, ούτε σταθερή διχτατορία. Δεν πρέπει, γιατί η διχτατορία του προλεταριάτου και η καθοδήγηση του κόμματος ακολουθούν, για να εκφραστούμε έτσι, στη δουλιά τους την ίδια γραμμή, δρουν στην ίδια κατεύθυνση.

«και μόνο το να βάζεις το ζήτημα - λέει ο Λένιν - “διχτατορία του κόμματος ή διχτατορία της τάξης; διχτατορία (κόμμα) των αρχηγών ή διχτατορία (κόμμα) των μαζών;" δείχνει την πιο απίθανη και χωρίς διέξοδο σύγχυση της σκέψης... Σ' όλους είναι γνωστό ότι οι μάζες χωρίζονται σε τάξεις... ότι τις τάξεις τις καθοδηγούν συνήθως και στις περισσότερες περιπτώσεις, τουλάχιστο στις σύγχρονες πολιτισμένες χώρες, τα πολίτικα κόμματα, ότι τα πολίτικα κόμματα κατά γενικό κανόνα διοικούνται από λίγο ή πολύ σταθερές ομάδες προσώπων που έχουν το μεγαλύτερο κύρος και τη μεγαλύτερη επιροή, που είναι έμπειρα και που εκλέγονται στις πιο υπεύθυνες υπηρεσίες, από πρόσωπα που λέγονται αρχηγοί... το να φτάσεις ύστερα απ’ αυτό... στην αντιπαράθεση γενικά της διχτατορίας των μαζών στη διχτατορία των αρχηγών, αποτελεί γελοία ανοησία και παραλογισμό». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 187 και 188).

Αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Αυτή όμως η σωστή θέση ξεκινά απ' την προϋπόθεση ότι υπάρχουν σωστές αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στην πρωτοπορία και στις εργατικές μάζες, ανάμεσα στο κόμμα και στην τάξη. Ξεκινά απ' την προϋπόθεση ότι οι αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στην πρωτοπορία και στη τάξη παραμένουν, ας πούμε, κανονικές, παραμένουν μέσα στα πλαίσια της «αμοιβαίας εμπιστοσύνης».

Τι θα γίνει λοιπόν αν καταπατηθούν οι σωστές αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στην πρωτοπορία και στην τάξη, οι σχέσεις«αμοιβαίας εμπιστοσύνης» ανάμεσα στο κόμμα και στην τάξη; Τι θα γίνει αν το κόμμα το ίδιο αρχίσει μ’ αυτόν ή εκείνον τον τρόπο ν’ αντιπαρατίθεται στην τάξη, παραβιάζοντας τις βάσεις των σωστών αμοιβαίων σχέσεων με την τάξη, καταπατώντας τις βάσεις της «αμοιβαίας εμπιστοσύνης»; Είναι δυνατές γενικά τέτιες περιπτώσεις; Ναι, είναι δυνατές. Είναι δυνατές:

1) αν το κόμμα αρχίζει να στηρίζει το κύρος του μέσα στις μάζες, όχι στη δουλιά του και στην εμπιστοσύνη των μαζών, μα στα «απεριόριστα» δικαιώματά του,

2) αν η πολιτική του κόμματος είναι ξεκάθαρα λαθεμένη και το κόμμα δε θέλει να αναθεωρήσει και να διορθώσει το λάθος του,

3) αν γενικά η πολιτική του κόμματος είναι σωστή, μα οι μάζες δεν είναι ακόμα έτοιμες να την αφομοιώσουν και το κόμμα δε θέλει ή δε μπορεί να ενεργήσει έτσι, που να δόσει στις μάζες τη δυνατότητα να πεισθούν με την ίδια τους την πείρα για την ορθότητα της πολιτικής του κόμματος.

Η ιστορία του κόμματός μας μας δίνει μια ολόκληρη σειρά από τέτιες περιπτώσεις. Οι διάφορες παρατάξεις και ομάδες (φράξιες) μέσα στο κόμμα μας έπεφταν και διαλύονταν, γιατί παραβίαζαν έναν απ' τους τρεις αυτούς ορούς και κάποτε και τους τρεις μαζί.

Απ’ αυτό όμως βγαίνει, ότι η αντιπαράθεση της διχτατορίας του προλεταριάτου στη «διχτατορία» (καθοδήγηση) του κόμματός δε μπορεί να θεωρείται σωστή, παρά μονάχα στις παρακάτω περιπτώσεις:

1) αν με την έννοια διχτατορία του κόμματος απέναντι στην εργατική τάξη δεν εννοούμε τη διχτατορία με την κυριολεχτική σημασία αυτής της λέξης («εξουσία, που στηρίζεται στη βία»), μα την καθοδήγηση του κόμματος, που αποκλείει τη βία ενάντια στην τάξη σα σύνολο, ενάντια στην πλειοψηφία της, όπως ακριβώς την εννοεί και ο Λένιν,

2) αν το κόμμα έχει τα δεδομένα για νάναι πραγματικός καθοδηγητής της τάξης, δηλαδή αν η πολιτική του κόμματος είναι σωστή, αν αυτή η πολιτική ανταποκρίνεται στα συμφέροντα της τάξης,

3) αν η τάξη, αν η πλειοψηφία της τάξης, δέχεται αυτή την πολιτική, την αφομοιώνει, πείθεται χάρη ατή δουλιά του κόμματος για την ορθότητα της πολιτικής του, αν έχει εμπιστοσύνη στο κόμμα και το υποστηρίζει.

Η παράβαση αυτών των όρων προκαλεί αναπόφευχτα τη σύγκρουση ανάμεσα στο κόμμα και στην τάξη, τη διάσπαση ανάμεσά τους, την αντιπαράθεσή τους.

Μπορούμε άραγε να επιβάλουμε στην τάξη την καθοδήγηση του κόμματος με τη βία; Όχι, δε μπορούμε. Οπωσδήποτε μια τέτια καθοδήγηση δε μπορεί νάναι κάπως μακρόχρονη. Το κόμμα, αν θέλει να παραμένει κόμμα του προλεταριάτου, πρέπει να ξέρει ότι είναι πριν απ' όλα και κυρίως καθοδηγητής, ηγέτης, δάσκαλος της εργατικής τάξης. Δε μπορούμε να ξεχνούμε τα σχετικά μ’ αυτό το ζήτημα λόγια του Λένιν, στη μπροσούρα του «Κράτος και επανάσταση»:

«Ο Μαρξισμός διαπαιδαγωγώντας το εργατικό κόμμα, διαπαιδαγωγεί την πρωτοπορία του προλεταριάτου, που είναι ικανή να πάρει την εξουσία και να οδηγήσει όλο το λαό στο σοσιαλισμό, να κατευθύνει και να οργανώσει το καινούργιο σύστημα, νάναι δάσκαλος, καθοδηγητής, ηγέτης (Η υπογράμμιση δική μου, Ι. Στάλιν) όλων των εργαζόμενων και εκμεταλλευόμενων στο έργο της οργάνωσης της κοινωνικής ζωής τους, χωρίς την αστική τάξη και ενάντια στην αστική τάξη». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ.XXI, σελ. 386).

Μπορούμε άραγε να θεωρούμε το κόμμα πραγματικό καθοδηγητή της τάξης, αν η πολιτική του είναι λαθεμένη, αν η πολιτική του έρχεται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της τάξης; Φυσικά δε μπορούμε. Σε τέτιες περιπτώσεις, το κόμμα, αν θέλει να παραμένει καθοδηγητής, πρέπει ν’ αναθεωρήσει την πολιτική του, πρέπει να διορθώσει την πολιτική του, πρέπει να παραδεχτεί το λάθος του και να το διορθώσει. Για την επιβεβαίωση αυτής της θέσης θα μπορούσαμε ν’ αναφερθούμε ακόμα και σ’ ένα τέτιο γεγονός απ' την ιστορία του κόμματός μας, όπως είναι η περίοδος της κατάργησης της υποχρεωτικής παράδοσης των σιτηρών, όταν οι εργατικές και αγροτικές μάζες εκδήλωναν ανοιχτά τη δυσαρέσκειά τους με την πολιτική μας και όταν το κόμμα μας αναθεώρησε τίμια και ανοιχτά την πολιτική του. Να τι είπε τότε, στο 10ο συνέδριο, ο Λένιν, για την κατάργηση της υποχρεωτικής παράδοσης των σιτηρών και για την εφαρμογή της νέας οικονομικής πολιτικής:

«Δεν πρέπει να προσπαθούμε να κρύψουμε τίποτα, μα πρέπει να το πούμε ανοιχτά, ότι η αγροτιά είναι δυσαρεστημένη με τη μορφή των σχέσεων που καθιερώθηκε μαζί της στη χώρα μας, ότι δεν θέλει αυτή τη μορφή των σχέσεων και ότι δεν πρόκειται να ζήσει στο έξης έτσι. Αυτό είναι αδιαφιλονίκητο. Η θέλησή της αυτή εκφράστηκε με τρόπο ξεκάθαρο. Και η θέληση αυτή είναι θέληση της τεράστιας μάζας του εργαζόμενου πληθυσμού. Αυτό πρέπει να το έχουμε υπόψη μας και είμαστε αρκετά συνετοί πολιτικοί για να πούμε ανοιχτά: μπρος, ας αναθεωρήσουμε την πολιτική μας απέναντι στην αγροτιά». (Βλ. Λένιν , Άπαντα, τόμ. XXVI, σελ. 238), (Η υπογράμμιση δική μου, Ι. Στάλιν).

Μήπως πρέπει να νομίζουμε ότι το κόμμα είναι υποχρεωμένο να αναλάβει την πρωτοβουλία και την καθοδήγηση στην οργάνωση των αποφασιστικών ενεργειών των μαζών, μόνο για το λόγο ότι η πολιτική του είναι γενικά σωστή, αν η πολιτική αυτή δεν έχει ακόμα την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη της τάξης, λχ. εξαιτίας της πολιτικής της καθυστέρησης, αν το κόμμα δεν κατόρθωσε ακόμα να πείσει την τάξη για την ορθότητα της πολιτικής του, γιατί δεν ωρίμασαν λ.χ., ακόμα τα γεγονότα; Όχι, δεν πρέπει. Σε τέτιες περιπτώσεις το κόμμα αν θέλει νάναι πραγματικός καθοδηγητής, πρέπει να ξέρει να περιμένει, είναι υποχρεωμένο να πείσει τις μάζες για την ορθότητα της πολιτικής του, είναι υποχρεωμένο να βοηθήσει τις μάζες να πειστούν με την ίδια τους την πείρα για την ορθότητα αυτής της πολιτικής.

«Αν το επαναστατικό κόμμα - λέει ο Λένιν - δεν έχει την πλειοψηφία μέσα στα πρωτοπόρα τμήματα των επαναστατικών τάξεων και μέσα στη χώρα, δε μπορεί ούτε λόγος να γίνεται για εξέγερση». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXI, σελ. 282).

«Χωρίς ν’ αλλάξουν οι απόψεις της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης είναι αδύνατη η επανάσταση, αυτή η αλλαγή όμως δημιουργιέται με την πολιτική πείρα των μαζών». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 221).

«Η προλεταριακή πρωτοπορία έχει καταχτηθεί ιδεολογικά. Αυτό είναι το κύριο. Χωρίς αυτό δε μπορούμε να κάνουμε ούτε το πρώτο βήμα προς τη νίκη. Απ' αυτού όμως ως τη νίκη είναι ακόμα αρκετά μακριά. Δε μπορούμε να νικήσουμε μονάχα με την πρωτοπορία. Το να ρίξουμε στην αποφασιστική μάχη μονάχα την πρωτοπορία, εφόσον όλη η τάξη, εφόσον οι πλατιές μάζες δεν πήραν ακόμα τη θέση είτε της άμεσης υποστήριξης της πρωτοπορίας, είτε τουλάχιστον της ευμενούς ουδετερότητας απέναντί της και δεν εκδήλωσαν πλήρη ανικανότητα να βοηθήσουν τον αντίπαλό της, δε θα ήταν μονάχα ανοησία, μα και έγκλημα. Για να μπορέσει όμως πραγματικά όλη η τάξη, για να μπορέσουν πραγματικά οι πλατιές εργαζόμενες και από το κεφάλαιο καταπιεζόμενες μάζες να πάρουν μια τέτια θέση, δε φτάνουν μονάχα η προπαγάνδα και η ζύμωση. Για να γίνει αυτό απαιτείται η πολιτική πείρα αυτών των ίδιων των μαζών». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, στον ίδιο τόμ. σελ. 228).

Είναι γνωστό ότι το κόμμα μας ενήργησε ακριβώς μ’ αυτό τον τρόπο στην περίοδο που μεσολάβησε απ' τις θέσεις του Απρίλη του Λένιν, ως την Οχτωβριανή εξέγερση του 1917. Και κέρδισε την εξέγερση, ακριβώς γιατί ενήργησε σύμφωνα μ' αυτές τις υποδείξεις του Λένιν.

Αυτοί είναι βασικά οι οροί των σωστών αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στην πρωτοπορία και στην τάξη.

Τι σημαίνει να καθοδηγείς όταν η πολιτική του κόμματος είναι σωστή και δεν καταπατιούνται οι σωστές σχέσεις ανάμεσα στην πρωτοπορία και στην τάξη;

Να καθοδηγείς κάτω από τέτιες συνθήκες σημαίνει να ξέρεις να πείθεις τις μάζες για την ορθότητα της πολιτικής του κόμματος, να ρίχνεις και να πραγματοποιείς τέτια συνθήματα, που φέρνουν τις μάζες κοντά στις θέσεις του κόμματος και που τις διευκολύνουν να γνωρίσουν με την ίδια τους την πείρα την ορθότητα της πολιτικής του κόμματος, ν’ ανεβάζεις τις μάζες ως το επίπεδο της συνείδησης του κόμματος και να εξασφαλίζεις έτσι την υποστήριξη των μαζών, την προθυμία τους για τον αποφασιστικό αγώνα.

Γι’ αυτό η μέθοδος της πειθούς είναι η βασική μέθοδος καθοδήγησης της τάξης απ το κόμμα.

«Αν σήμερα στη Ρωσία - λέει ο Λένιν - ύστερα από 2 1/2 χρόνια πρωτοφανείς νίκες ενάντια στην αστική τάξη της Ρωσίας και της Αντάντ, βάζαμε σαν όρο εγγραφής στα επαγγελματικά συνδικάτα την “αναγνώριση της διχτατορίας”, θα κάναμε μια ανοησία, θα φθείραμε την επιροή μας στις μάζες, θα βοηθούσαμε τους μενσεβίκους. Γιατί όλο το καθήκον των κομμουνιστών είναι να ξέρουν να πείθουν τους καθυστερημένους, να ξέρουν να δουλεύουν ανάμεσά τους κι όχι να απομονώνονται απ’ αυτούς με επινοημένα παιδιακίστικα ”αριστερά” συνθήματα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 197).

Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι το κόμμα είναι υποχρεωμένο να πείσει ως τον τελευταίο άνθρωπο όλους τους εργάτες και ότι μονάχα ύστερα απ' αυτό μπορεί να καταπιαστεί με τη δράση, ότι μονάχα ύστερα απ' αυτό μπορεί ν’ αρχίσει τη δράση. Καθόλου. Αυτό σημαίνει μονάχα ότι το κόμμα προτού τραβήξει για τις αποφασιστικές πολιτικές ενέργειες, τρέπει να εξασφαλίσει, με μια μακρόχρονη επαναστατική εργασία, την υποστήριξη της πλειοψηφίας των εργατικών μαζών ή τουλάχιστον την ευμενή ουδετερότητα της πλειοψηφίας της τάξης. Σ’ αντίθετη περίπτωση δε θα έχει καμιά έννοια η λενινιστική θέση, ότι η κατάχτηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης με το μέρος του κόμματος αποτελεί απαραίτητο όρο για τη νικηφόρα επανάσταση.

Και τι θα γίνει με τη μειοψηφία αν δε θέλει, αν δε συμφωνεί να υποταχθεί θεληματικά στη θέληση της πλειοψηφίας; Μπορεί άραγε το κόμμα, πρέπει άραγε το κόμμα, όταν έχει με το μέρος του την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας, να αναγκάσει τη μειοψηφία να υποταχθεί στη θέληση της πλειοψηφίας; Ναι, μπορεί και πρέπει. Η καθοδήγηση εξασφαλίζεται με τη μέθοδο της πειθούς των μαζών, σα βασική μέθοδος επίδρασης του κόμματος πάνω στις μάζες. Αυτό όμως δεν αποκλείει, μα προϋποθέτει τον εξαναγκασμό, αν αυτός ο εξαναγκασμός, στηρίζεται στην εμπιστοσύνη και στην υποστήριξη του κόμματος από την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, αν τον εφαρμόσουμε στη μειοψηφία, αφού πρώτα θάχουμε κατορθώσει να πείσουμε την πλειοψηφία. Θάπρεπε να θυμόμαστε τις διαφωνίες που υπήρχαν στο κόμμα μας πάνω στο ζήτημα αυτό στην περίοδο της συζήτησης για τα συνδικάτα. Που βρισκόταν τότε το λάθος της αντιπολίτευσης, το λάθος της Τσεκτράν; (Τσεκτράν=Κεντρική Επιτροπή της συνδικαλιστικής ένωσης των εργατών των σιδηροδρόμων και των υδάτινων μεταφορών. Ιδρύθηκε το Σεπτέμβρη του 1920). Μήπως στο γεγονός ότι η αντιπολίτευση θεωρούσε τότε δυνατό τον εξαναγκασμό; Όχι, όχι σ’ αυτό. Το λάθος της αντιπολίτευσης βρισκόταν τότε στο γεγονός ότι ενώ δεν ήταν σε θέση να πείσει την πλειοψηφία για την ορθότητα των θέσεων της, και αφού έχασε την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας, άρχισε ωστόσο να εφαρμόζει τον εξαναγκασμό, άρχισε να επιμένει να «περάσουν από κόσκινο» εκείνοι που είχαν την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας.

Να τι είπε τότε ο Λένιν στο 10ο συνέδριο του κόμματος, στο λόγο του για τα επαγγελματικά συνδικάτα:

«Για να αποκατασταθούν οι αμοιβαίες σχέσεις, η αμοιβαία εμπιστοσύνη ανάμεσα στην πρωτοπορία της εργατικής τάξης και στην εργατική μάζα, θάπρεπε, αν η Τσεκτράν έκανε λάθος ,... θάπρεπε, το λάθος αυτό να διορθωθεί.

Όταν όμως αρχίζουν να υποστηρίζουν αυτό το λάθος, τότε το λάθος αυτό γίνεται πηγή πολιτικού κινδύνου... Αν δεν είχαμε κάνει στον ανώτατο, με την έννοια της δημοκρατίας, δυνατό βαθμό, αυτό που χρειάζεται για να υπολογίσουμε τις διαθέσεις που εξέθεσε εδώ ο Κουτούζοφ, θα φτάναμε στην πολιτική χρεωκοπία. Πριν απ’ όλα, πρέπει να πείθουμε και ύστερα να χρησιμοποιούμε τον εξαναγκασμό. Πρέπει με κάθε θυσία στην αρχή να πείθουμε και ύστερα να χρησιμοποιούμε τον εξαναγκασμό. Δε μπορέσαμε να πείσουμε τις πλατιές μάζες και παραβιάσαμε τις σωστές σχέσεις τής πρωτοπορίας με τις μάζες». (Βλ. Λένιν , Άπαντα, τόμ. XXVI, σελ. 235), (Η υπογράμμιση δική μου, Ι. Στάλιν).

Το ίδιο λέει ο Λένιν στη μπροσούρα του «Για τα επαγγελματικά συνδικάτα».

«Τότε εφαρμόζαμε σωστά και μ’ επιτυχία τον εξαναγκασμό, όταν κατορθώναμε προηγούμενα να του δημιουργήσουμε σα βάση την πειθώ».(Βλ. στον ίδιο τόμο, σελ. 74).

Και αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Γιατί χωρίς αυτούς τους ορούς δεν είναι δυνατή καμιά καθοδήγησή. Γιατί μονάχα έτσι μπορεί να εξασφαλιστεί η ενότητα δράσης μέσα στο κόμμα, αν πρόκειται για το κόμμα, και η ενότητα δράσης της τάξης, αν πρόκειται για την τάξη σα σύνολο. Χωρίς αυτούς τους όρους προκαλείται η διάσπαση, ο διαμελισμός, η αποσύνθεση στις γραμμές της εργατικής τάξης.

Αυτές είναι γενικά οι βάσεις της σωστής καθοδήγησης του κόμματος..

Κάθε άλλη αντίληψη για την καθοδήγηση είναι συνδικαλισμός, αναρχισμός, γραφειοκρατισμός και ότι άλλο θέλετε, μονάχα μπολσεβικισμός και λενινισμός δεν είναι.

Δεν πρέπει να αντιπαραθέτουμε τη διχτατορία του προλεταριάτου στην καθοδήγηση («διχτατορία») του κόμματος, αν υπάρχουν σωστές αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στο κόμμα και στην εργατική τάξη, ανάμεσα στην πρωτοπορία και στις εργατικές μάζες. Απ’ αυτό όμως βγαίνει πως ακόμα περισσότερο δεν πρέπει να συνταυτίζουμε το κόμμα με την εργατική τάξη, την καθοδήγηση («διχτατορία») του κόμματος με τη διχτατορία της εργατικής τάξης. Στηριζόμενος πάνω στη βάση ότι δεν πρέπει να αντιπαραθέτουμε τη «διχτατορία» του κόμματος στη διχτατορία του προλεταριάτου ο Σόριν έφτασε στο λαθεμένο συμπέρασμα ότι η «διχτατορία του προλεταριάτου είναι η διχτατορία του κόμματός μας». Ο Λένιν, όμως, δε λέει μονάχα ότι είναι απαράδεχτη μια τέτια αντιπαράθεση. Λέει ταυτόχρονα πως είναι απαράδεχτη η αντιπαράθεση «της διχτατορίας των μαζών στη διχτατορία των αρχηγών». Μπορούμε άραγε τώρα πάνω σ’ αυτή τη βάση να συνταυτίσουμε τη διχτατορία των αρχηγών με τη διχτατορία του προλεταριάτου; Ακολουθώντας αυτόν το δρόμο θάμαστε υποχρεωμένοι να πούμε ότι «η διχτατορία του προλεταριάτου είναι διχτατορία των αρχηγών μας». Και όμως σ’ αυτήν ακριβώς την ανοησία μας οδηγεί ουσιαστικά η πολιτική της συνταύτισης της «διχτατορίας» του κόμματος με τη διχτατορία του προλεταριάτου...

Ποια είναι η άποψη του Ζινόβιεφ πάνω σ’ αυτό το ζήτημα;

Ο Ζινόβιεφ στην ουσία υποστηρίζει αυτή την ίδια άποψη της συνταύτισης της «διχτατορίας» του κόμματος με τη διχτατορία του προλεταριάτου που υποστηρίζει και ο Σόριν, με τη διαφορά όμως ότι ο Σόριν εκφράζεται πιο ανοιχτά και με μεγαλύτερη σαφήνεια, ενώ ο Ζινόβιεφ «κλωθογυρίζει». Για να πειστούμε αρκεί να πάρουμε το παρακάτω κομμάτι απ' το βιβλίο του Ζινόβιεφ «Λενινισμός»:

«Τι είδους καθεστώς υπάρχει στην Ένωση των ΕΣΣΔ - λέει ο Ζινόβιεφ - απ’ την άποψη του ταξικού του περιεχομένου; Είναι διχτατορία του προλεταριάτου. Ποιο είναι το άμεσο ελατήριο της εξουσίας στην ΕΣΣΔ; Ποιος πραγματοποιεί την εξουσία της εργατικής τάξης; Το Κομμουνιστικό Κόμμα! Μ’ αυτή την έννοια στη χώρα μας υπάρχει διχτατορία του κόμματος (Η υπογράμμιση δική μου, Ι. Στάλιν). Ποια είναι η νομική μορφή της εξουσίας στην ΕΣΣΔ; Ποιος είναι ο καινούργιος τύπος κρατικού καθεστώτος που δημιούργησε η Οχτωβριανή Επανάσταση; Είναι το Σοβιετικό σύστημα. Το ένα καθόλου δεν αντιτίθεται στο άλλο».

Το γεγονός ότι το ένα δεν αντιτίθεται στο άλλο είναι φυσικά σωστό αν με την έννοια της διχτατορίας του προλεταριάτου απέναντι στην εργατική τάξη στο σύνολό της, εννοούμε την καθοδήγηση του κόμματος. Πως μπορούμε όμως να βάλουμε πάνω σ’ αυτή τη βάση το σημείο εξίσωσης ανάμεσα στη διχτατορία του προλεταριάτου και στη «διχτατορία» του κόμματος, ανάμεσα στο σοβιετικό σύστημα και στη «διχτατορία»του κόμματος; Ο Λένιν συνταύτιζε το σύστημα των Σοβιέτ, με τη διχτατορία του προλεταριάτου, και είχε δίκιο, γιατί τα Σοβιέτ, τα Σοβιέτ μας είναι οργανώσεις που συσπειρώνουν τις εργαζόμενες μάζες γύρω απ' το προλεταριάτο και κάτω απ’ την καθοδήγηση του κόμματος. Όμως πότε, που, σε ποιο έργο του έβαλε ο Λένιν το σημείο της εξίσωσης ανάμεσα στη «διχτατορία» του κόμματος και στη διχτατορία του προλεταριάτου, ανάμεσα στη «διχτατορία» του κόμματος και στο σύστημα των Σοβιέτ, όπως κάνει τώρα ο Ζινόβιεφ; Όχι μονάχα η καθοδήγηση («διχτατορία») του κόμματος, μα ούτε και η καθοδήγηση («διχτατορία») των αρχηγών δεν αντιφάσκει στη διχτατορία του προλεταριάτου. Μήπως πάνω σ’ αυτή τη βάση δε θα θελήσει κανείς να διακηρύξει ότι η χώρα μας είναι χώρα της διχτατορίας του προλεταριάτου, δηλαδή χώρα της διχτατορίας του κόμματος, δηλαδή χώρα της διχτατορίας των αρχηγών; Και όμως σ’ αυτήν ακριβώς την ανοησία μας οδηγεί η «αρχή» της συνταύτισης της «διχτατορίας» του κόμματος με τη διχτατορία του προλεταριάτου, που ύπουλα και δειλά μας αναπτύσσει ο Ζινόβιεφ.

Στα πολυάριθμα έργα του Λένιν κατόρθωσα να σημειώσω μονάχα πέντε περιπτώσεις, όπου ο Λένιν θίγει στα πεταχτά το ζήτημα της διχτατορίας του κόμματος.

Η πρώτη περίπτωση είναι στην πολεμική του ενάντια στους εσέρους και τους μενσεβίκους, όπου λέει:

«Όταν μας κατηγορούν για διχτατορία ενός κόμματος και μας προτείνουν, όπως ακούσατε, το ενιαίο σοσιαλιστικό μέτωπο, λέμε: “Ναι, διχτατορία ενός κόμματος! Είμαστε υπέρ αυτής της διχτατορίας και δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε αυτό το έδαφος, γιατί το κόμμα αυτό είναι το κόμμα που στη διάρκεια δεκάδων χρόνων κατάχτησε τη θέση της πρωτοπορίας όλου του εργοστασιακού και βιομηχανικού προλεταριάτου"». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXIV, σελ. 423).

Η δεύτερη περίπτωση είναι το «Γράμμα προς τους εργάτες και τους αγρότες, με αφορμή τη νίκη ενάντια στον Κολτσάκ»,όπου λέει:

«Φοβερίζουν τους αγρότες (κυρίως οι μενσεβίκοι και οι εσέροι, όλοι, ακόμα και οι “αριστεροί” τους) με το σκιάχτρο “της διχτατορίας ενός κόμματος”, του κόμματος των μπολσεβίκων-κομμουνιστών. Στο παράδειγμα του Κολτσάκ οι αγρότες έμαθαν να μη φοβούνται το σκιάχτρο. Είτε διχτατορία (δηλαδή σιδερένια εξουσία) των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών, είτε διχτατορία της εργατικής τάξης». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIV, σελ. 436).

Η τρίτη περίπτωση είναι ο λόγος του Λένιν στο 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς στην πολεμική του ενάντια στον Τένερ. Το λόγο αυτό τον ανάφερα πιο πάνω.

Η τέταρτη περίπτωση είναι μερικές γραμμές στην μπροσούρα «Παιδική αρρώστια». Τα σχετικά τσιτάτα έχουν αναφερθεί πιο πάνω.

Και η πέμπτη περίπτωση είναι το πρόχειρο σχέδιο της διχτατορίας του προλεταριάτου, που δημοσιεύτηκε στην ΙΙΙη Λενινιστική Συλλογή, όπου υπάρχει ο υπότιτλος «Η διχτατορία ενός κόμματος». (Βλ. «Λενινιστική Συλλογή» III, σελ. 497).

Πρέπει να σημειώσουμε ότι στις δυο απ' τις πέντε περιπτώσεις, στην τελευταία και στη δεύτερη περίπτωση, τις λέξεις «διχτατορία ενός κόμματος», ο Λένιν τις βάζει μέσα σε εισαγωγικά, υπογραμμίζοντας ξεκάθαρα τη μη κυριολεχτική, τη μεταφορική έννοια αυτής της διατύπωσης.

Πρέπει ακόμα να σημειώσουμε πως σ ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις ο Λένιν με την έννοια «διχτατορία του Κόμματος» απέναντι στην εργατική τάξη δεν εννοεί τη διχτατορία στην κυριολεχτική σημασία της λέξης («εξουσία, που στηρίζεται στη βία»), μα την καθοδήγηση του κόμματος.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σε κανένα απ' τα βασικά και τα δευτερεύοντα έργα του, όπου ο Λένιν πραγματεύεται ή απλώς αναφέρει τη διχτατορία του προλεταριάτου και το ρόλο του κόμματος στο σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου, δεν υπάρχει ούτε υπαινιγμός για το ότι «Η διχτατορία του προλεταριάτου είναι διχτατορία του κόμματός μας». Αντίθετα, κάθε σελίδα, κάθε γραμμή αυτών των έργων, βροντοφωνάζει ενάντια σ’ αυτή τη διατύπωση. (Βλ. «Κράτος και επανάσταση», «Η Προλεταριακή Επανάσταση και ο αποστάτης Καούτσκι», «Παιδική αρρώστια» κλπ).

Ακόμα πιο χαραχτηριστικό είναι το γεγονός ότι στις θέσεις του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς για το ρόλο του πολιτικού κόμματος, που η επεξεργασία τους είχε γίνει με την άμεση καθοδήγηση του Λένιν και που ο Λένιν πολλές φορές τις επικαλούνταν στους λόγους του, σαν υπόδειγμα σωστής διατύπωσης του ρόλου και των καθηκόντων του κόμματος, δε βρίσκουμε ούτε μια, κυριολεχτικά ούτε μια λέξη για τη διχτατορία του κόμματος.

Τι δείχνουν όλα αυτά;

Δείχνουν πως:

α) ο Λένιν δε θεωρούσε τη διατύπωση «διχτατορία του κόμματος» άμεμπτη, ακριβή και γι’ αυτό στα έργα του χρησιμοποιείται πάρα πολύ αραιά και κάποτε μέσα σ’ εισαγωγικά,

β) στις λίγες περιπτώσεις που αναγκάστηκε ο Λένιν στην πολεμική του ενάντια ατούς αντίπαλους να μιλήσει για διχτατορία του κόμματος, μιλούσε συνήθως για τη «διχτατορία ενός κόμματος», δηλαδή για το γεγονός ότι το κόμμα μας βρίσκεται στην εξουσία μόνο του, ότι δε μοιράζεται την εξουσία με άλλα κόμματα, εξηγώντας πάντα πως με την έννοια διχτατορία του κόμματος απέναντι στην εργατική τάξη πρέπει να εννοούμε την καθοδήγηση του κόμματος, τον καθοδηγητικό του ρόλο,

γ) σ’ όλες τις περιπτώσεις (και οι περιπτώσεις αυτές ήταν χιλιάδες), που ο Λένιν θεωρούσε απαραίτητο να καθορίσει επιστημονικά το ρόλο του κόμματος στο σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου, μιλούσε αποκλειστικά για τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος σχετικά με την εργατική τάξη,

δ) γι’ αυτό ακριβώς ο Λένιν δε «σκέφτηκε» να περιλάβει στη βασική απόφαση για το ρόλο του κόμματος - έχω υπόψη μου την απόφαση του 2ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς - τη διατύπωση «διχτατορία του κόμματος»,

ε) δεν έχουν δίκιο απ' την άποψη του λενινισμού, και είναι πολιτικά μύωπες, οι σύντροφοι εκείνοι που συνταυτίζουν ή προσπαθούν να συνταυτίσουν τη «διχτατορία» του κόμματος και συνεπώς και τη «διχτατορία των αρχηγών» - με τη διχτατορία του προλεταριάτου, γιατί παραβαίνουν έτσι τους ορούς για τις σωστές αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στην πρωτοπορία και στην τάξη.

Δε μιλώ πια για το γεγονός ότι η διατύπωση «διχτατορία του κόμματος», όταν την πάρουμε χωρίς τις επιφυλάξεις που υποδείξαμε πιο πάνω, μπορεί να μας δημιουργήσει μια ολόκληρη σειρά από κινδύνους και πολιτικές ελλείψεις στην πραχτική μας δουλιά. Η διατύπωση αυτή, αν την πάρουμε χωρίς επιφυλάξεις, φαίνεται σαν να ψιθυρίζει:

α) στις εξωκομματικές μάζες: μη τολμάτε να φέρετε αντιρρήσεις, μη τολμάτε να συζητάτε γιατί το κόμμα μπορεί να τα κάνει όλα, γιατί έχουμε διχτατορία του κόμματος.

β) στα κομματικά στελέχη: ενεργείτε πιο τολμηρά, πιέστε πιο γερά, μπορείτε και να μην ακούτε τη φωνή των εξωκομματικών μαζών - έχουμε διχτατορία του κόμματος,

γ) στους ηγέτες του κόμματος: μπορείτε να επιτρέψετε στον εαυτό σας την πολυτέλεια κάποιας αυτοϊκανοποίησης, μπορείτε ίσως ακόμα και να καμαρώνετε λιγάκι, γιατί έχουμε διχτατορία του κόμματος και «συνεπώς» και διχτατορία των αρχηγών.

Καλό είναι να υπενθυμίζουμε αυτούς τους κινδύνους ακριβώς τώρα στην περίοδο της ανόδου της πολιτικής δραστηριότητας των μαζών, τώρα που έχει ιδιαίτερη άξια για μας η ικανότητα του κόμματος να αφουγκράζεται προσεχτικά τη φωνή των μαζών, τώρα που η προσεχτική μέριμνα για τις ανάγκες των μαζών αποτελεί τη βασική επιταγή του κόμματος μας, τώρα που απαιτείται απ' το κόμμα ιδιαίτερη περίσκεψη και ιδιαίτερη ευλυγισία στην πολιτική, τώρα που ο κίνδυνος του κομπασμού είναι ένας απ' τους πιο σοβαρούς κινδύνους που ορθώνεται μπροστά στο κόμμα, στο έργο της σωστής καθοδήγησης των μαζών.

Δε μπορεί να μη θυμηθούμε τα χρυσά λόγια που μας είπε ο Λένιν στο 11ο συνέδριο του κόμματός μας:

«Μέσα στη λαϊκή μάζα εμείς (οι κομμουνιστές, Ι. Στάλιν) είμαστε παρ’ όλα αυτά μια σταγόνα στον ωκεανό και μπορούμε να κυβερνούμε μονάχα τότε, όταν εκφράζουμε σωστά αυτό που νιώθει ο λαός. Χωρίς αυτό, το Κομμουνιστικό Κόμμα δε μπορεί να οδηγήσει το προλεταριάτο και το προλεταριάτο δε μπορεί να οδηγήσει τις μάζες, και όλη η μηχανή ξεχαρβαλώνεται». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVII, σελ. 256).

«Να εκφράζουμε σωστά αυτό που νιώθει ο λαός», αυτός ακριβώς είναι ο απαραίτητος όρος, που εξασφαλίζει στο κόμμα τον τιμητικό ρόλο της βασικής καθοδηγητικής δύναμης μέσα στο σύστημα της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Περιεχόμενα



VI

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΧΩΡΑ

Στη μπροσούρα «Για τις βάσεις του λενινισμού» (Απρίλης 1924, πρώτη έκδοση) υπάρχουν δυο διατυπώσεις για το ζήτημα της νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα. Η πρώτη διατύπωση λέει:

«Πριν, θεωρούσαν ότι είναι αδύνατη η νίκη της επανάστασης σε μια χώρα, υποθέτοντας ότι για τη νίκη ενάντια στην αστική τάξη χρειάζεται η κοινή δράση των προλετάριων όλων των προοδευμένων χωρών, ή τουλάχιστο της πλειοψηφίας αυτών των χωρών. Τώρα αυτή η άποψη δεν ανταποκρίνεται πια στην πραγματικότητα. Τώρα πρέπει να ξεκινούμε απ' τη δυνατότητα μιας τέτιας νίκης, γιατί ο ανισόμετρος και αλματικός χαραχτήρας της ανάπτυξης των διαφόρων καπιταλιστικών χωρών μέσα στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού, η ανάπτυξη των καταστρεπτικών αντιθέσεων μέσα στον ιμπεριαλισμό, που οδηγούν σε αναπόφευχτους πολέμους, η ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος σ' όλες τις χώρες του κόσμου, όλα αυτά κάνουν όχι μονάχα δυνατή, μα και αναγκαία τη νίκη του προλεταριάτου σε ξεχωριστές χώρες». (Βλ. «Για τις βάσεις του λενινισμού»).

Η θέση αυτή είναι απόλυτα σωστή και δε χρειάζονται σχόλια. Κατευθύνεται ενάντια στη θεωρία των σοσιαλδημοκρατών που θεωρούν ουτοπία το πάρσιμο της εξουσίας απ' το προλεταριάτο σε μια χώρα, χωρίς την ταυτόχρονη νικηφόρα επανάσταση σ' άλλες χώρες.

Όμως στη μπροσούρα «Για τις βάσεις του λενινισμού» υπάρχει και δεύτερη διατύπωση. Εκεί λέγεται (Πρόκειται για τη πρώτη έκδοση):

«Με το να γκρεμίσεις όμως την εξουσία της αστικής τάξης και με το να εγκαθιδρύσεις την εξουσία του προλεταριάτου σε μια χώρα, δε σημαίνει ακόμα ότι εξασφαλίζεις την πλήρη νίκη του σοσιαλισμού. Έχεις ακόμα μπροστά σου το κύριο καθήκον του σοσιαλισμού: την οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής. Μπορεί όμως να λυθεί αυτό το καθήκον, μπορεί να επιτευχθεί η οριστική νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα χωρίς τις κοινές προσπάθειες των προλετάριων μερικών προχωρημένων χωρών; Όχι, είναι αδύνατο. Για την ανατροπή της αστικής τάξης αρκούν οι προσπάθειες μιας χώρας. Αυτό μας το δείχνει η ιστορία της επανάστασής μας. Για την οριστική νίκη του σοσιαλισμού, για την οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής, δεν είναι πια αρκετές οι προσπάθειες μιας χώρας, ιδιαίτερα μιας τέτιας αγροτικής χώρας, σαν τη Ρωσία. Γι' αυτό χρειάζονται οι προσπάθειες των προλετάριων μερικών προχωρημένων χωρών». (Βλ. «Για τις βάσεις του λενινισμού», πρώτη έκδοση).

Η δεύτερη διατύπωση κατευθυνόταν ενάντια στους ισχυρισμούς των κριτικών του λενινισμού, ενάντια στους τροτσκιστές, που δήλωναν ότι αν δε νικήσει η επανάσταση σ' άλλες χώρες η διχτατορία του προλεταριάτου σε μια χώρα δε μπορεί «να αντέξει ενάντια στη συντηρητική Ευρώπη».

Κατά τούτο - μονάχα όμως κατά τούτο - η διατύπωση αυτή ήταν τότε (Απρίλης 1924) επαρκής και αναμφισβήτητα έφερε ορισμένο όφελος.

Αργότερα όμως, όταν μέσα στο κόμμα υπερνικήθηκε η κριτική του λενινισμού σ’ αυτό το ζήτημα και όταν στην ημερήσια διάταξη μπήκε ένα καινούργιο ζήτημα, το ζήτημα για τη δυνατότητα της ανοικοδόμησης μιας πλέριας σοσιαλιστικής κοινωνίας με τις δυνάμεις της χώρας μας, χωρίς βοήθεια απ' έξω, η δεύτερη διατύπωση ήταν πια ξεκάθαρα ανεπαρκής και γι’ αυτό λαθεμένη.

Σε τι συνίσταται η ανεπάρκεια αυτής της διατύπωσης;

Η ανεπάρκειά της συνίσταται στο γεγονός ότι συνδέει σ’ ένα ζήτημα δυο διαφορετικά ζητήματα: το ζήτημα για τη δυνατότητα της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού με τις δυνάμεις μιας χώρας, στο οποίο πρέπει να δοθεί καταφατική απάντηση, και το ζήτημα για το αν η χώρα της διχτατορίας του προλεταριάτου μπορεί να θεωρεί τον εαυτό της απόλυτα εξασφαλισμένο από μια επέμβαση, και συνεπώς απ' την παλινόρθωση του παλιού καθεστώτος, χωρίς τη νικηφόρα επανάσταση σε μια σειρά άλλες χώρες, στο οποίο πρέπει να δοθεί αρνητική απάντηση. Δε μιλώ πια για το γεγονός ότι η διατύπωση αυτή μπορεί να δώσει αφορμή να σκεφθεί κανείς πως είναι αδύνατη η οργάνωση της σοσιαλιστικής κοινωνίας με τις δυνάμεις μιας χώρας, πράγμα που φυσικά δεν είναι σωστό.

Πάνω σ’ αυτή τη βάση, τροποποίησα και διόρθωσα αυτή τη διατύπωση στη μπροσούρα μου «Η Οχτωβριανή Επανάσταση και η ταχτική των ρώσων κομμουνιστών» (Δεκέμβρης 1924), χωρίζοντας το ζήτημα αυτό σε δυο ζητήματα: στο ζήτημα για την πλέρια εξασφάλιση από μια παλινόρθωση του αστικού καθεστώτος και στο ζήτημα για τη δυνατότητα της ανοικοδόμησης μιας πλέριας σοσιαλιστικής κοινωνίας σε μια χώρα. Αυτό το πετύχαμε, πρώτα με την ερμηνεία της «πλέριας νίκης του σοσιαλισμού» σαν «πλέρια εξασφάλιση από την παλινόρθωση του παλιού καθεστώτος», που είναι δυνατή μονάχα «με τις κοινές προσπάθειες των προλετάριων μερικών χωρών», και δεύτερο, με την διακήρυξη, με βάση τη μπροσούρα του Λένιν «Για τους συνεταιρισμούς», της αναμφισβήτητης αλήθειας, ότι έχουμε όλα όσα είναι απαραίτητα για την ανοικοδόμηση μιας πλέριας σοσιαλιστικής κοινωνίας. (Βλ. «Η Οχτωβριανή Επανάσταση και η ταχτική των ρώσων κομμουνιστών») ( Η νέα αυτή διατύπωση του ζητήματος αντικατέστησε την παλιά διατύπωση στις κατοπινές εκδόσεις της μπροσούρας «Για τις βάσεις του λενινισμού». )

Η νέα αυτή διατύπωση του ζητήματος μπήκε στη βάση της γνωστής απόφασης της XIV κομματικής Συνδιάσκεψης «Για τα καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του Ρούσικου Κομμουνιστικού Κόμματος (μπ.)», που εξετάζει το ζήτημα της νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα σε σχέση με τη σταθεροποίηση του καπιταλισμού (Απρίλης 1925) και που θεωρεί δυνατή και απαραίτητη την ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού με τις δυνάμεις της χώρας μας.

Τη χρησιμοποίησα ακόμα σα βάση στη μπροσούρα μου «Για τα αποτελέσματα των εργασιών της XIV κομματικής Συνδιάσκεψης», που εκδόθηκε αμέσως ύστερα απ' την XIV κομματική Συνδιάσκεψη, το Μάη του 1925.

Σχετικά με την τοποθέτηση του ζητήματος, για τη νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα, στη μπροσούρα αυτή λέγεται:

«Η χώρα μας παρουσιάζει δυο ομάδες αντιθέσεων. Η μια ομάδα αντιθέσεων είναι οι εσωτερικές αντιθέσεις, που υπάρχουν ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αγροτιά (εδώ πρόκειται για την ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια χώρα, Ι. Στάλιν ). Η άλλη ομάδα αντιθέσεων είναι οι εξωτερικές αντιθέσεις, που υπάρχουν ανάμεσα στη χώρα μας, σα χώρα του σοσιαλισμού, και σόλες τις υπόλοιπες χώρες, σα χώρες του καπιταλισμού ( εδώ πρόκειται για την οριστική νίκη του σοσιαλισμού, Ι. Στάλιν)» ... «Όποιος συγχέει την πρώτη ομάδα των αντιθέσεων, που υπερνικούνται απόλυτα με τις προσπάθειες μιας χώρας, με τη δεύτερη ομάδα των αντιθέσεων που απαιτούν για τη λύση τους τις προσπάθειες των προλετάριων μερικών χωρών, κάνει το πιο χοντροκομμένο λάθος απέναντι στο λενινισμό, αυτός ή τάχει μπερδεμένα ή είναι αδιόρθωτος οπορτουνιστής».(Βλ. Στάλιν, «Για τα αποτελέσματα των εργασιών της XIV κομματικής Συνδιάσκεψης»).

Για το ζήτημα της νίκης του σοσιαλισμού στη χώρα μας η μπροσούρα λέει:

«Μπορούμε να ανοικοδομήσουμε το σοσιαλισμό και θα τον ανοικοδομήσουμε μαζί με την αγροτιά, κάτω από την καθοδήγηση της εργατικής τάξης»... γιατί «με τη διχτατορία του προλεταριάτου στη χώρα μας υπάρχουν ,... όλα τα δεδομένα που είναι απαραίτητα για να ανοικοδομηθεί μια πλέρια σοσιαλιστική κοινωνία, υπερνικώντας όλες τις εσωτερικές δυσχέρειες, γιατί μπορούμε και πρέπει να τις υπερνικήσουμε με τις δικές μας δυνάμεις». (Βλ. στην ίδια μπροσούρα).

Για το ζήτημα όμως της οριστικής νίκης του σοσιαλισμού η μπροσούρα λέει:

«Η οριστική νίκη του σοσιαλισμού είναι η απόλυτη εξασφάλιση από κάθε απόπειρα επέμβασης και συνεπώς και παλινόρθωσης, γιατί μια κάπως σοβαρή απόπειρα επέμβασης μπορεί να γίνει μονάχα με μια σοβαρή υποστήριξη απ’ τα έξω, μονάχα με την υποστήριξη του διεθνούς κεφαλαίου. Γι’ αυτό η υποστήριξη της επανάστασής μας απ' τους εργάτες όλων των χωρών, και ακόμα περισσότερο, η νίκη αυτών των εργατών, έστω και σε μερικές χώρες, αποτελεί τον απαραίτητο όρο για την πλέρια εξασφάλιση της πρώτης νικήτριας χώρας από κάθε απόπειρα επέμβασης και παλινόρθωσης, αποτελεί τον απαραίτητο όρο για την οριστική νίκη του σοσιαλισμού»· (Βλ. στο ίδιο βιβλίο).

Μου φαίνεται ότι αυτό είναι ξεκάθαρο.

Είναι γνωστό ότι με το ίδιο πνεύμα αναλύεται το ζήτημα αυτό στη μπροσούρα μου «Ερωτήσεις και απαντήσεις» (Ιούνης 1925) και στον πολιτικό απολογισμό της ΚΕ στό XIV Συνέδριο του ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ (Δεκέμβρης 1925).

Αυτά είναι τα γεγονότα.

Νομίζω ότι τα γεγονότα αυτά είναι γνωστά σ' όλους και στον καθένα, ακόμα και στο Ζινόβιεφ.

Αν τώρα, δυο χρόνια σχεδόν ύστερα απ' την ιδεολογική πάλη μέσα στο κόμμα και ύστερα απ' την απόφαση που πάρθηκε στη XIV Συνδιάσκεψη του Κόμματος (Απρίλης 1925), ο Ζινόβιεφ νομίζει ότι μπορεί στον τελικό λόγο του στο XIV Συνέδριο του Κόμματος (Δεκέμβρης 1925), να ανασύρει την παλιά, τελείως ανεπαρκή διατύπωση απ' την μπροσούρα του Στάλιν, που γράφηκε τον Απρίλη του 1924 - σα βάση για τη λύση του λυμένου πια ζητήματος της νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα - αυτό το ιδιόμορφο φέρσιμο του Ζινόβιεφ δείχνει μονάχα ότι στο ζήτημα αυτό τα μπέρδεψε οριστικά. Το να τραβάς το κόμμα προς τα πίσω, όταν αυτό έχει πια τραβήξει μπροστά, το να παρακάμπτεις την απόφαση της XIV κομματικής Συνδιάσκεψης, ύστερα απ' την επικύρωσή της απ' την Ολομέλεια της ΚΕ, σημαίνει ότι βούλιαξες χωρίς καμιά ελπίδα μέσα στις αντιφάσεις, ότι δεν πιστεύεις στο έργο της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού, ότι ξέφυγες απ' το δρόμο του Λένιν και υπογράφεις την ήττα σου.

Τι θα πει δυνατότητα της νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα;

Θα πει ότι είναι δυνατό να λυθούν οι αντιθέσεις ανάμεσα στο προλεταριάτο και στην αγροτιά με τις εσωτερικές δυνάμεις της χώρας μας, ότι είναι δυνατό να καταληφθεί η εξουσία απ' το προλεταριάτο και να χρησιμοποιηθεί αυτή η εξουσία για την ανοικοδόμηση μιας πλέριας σοσιαλιστικής κοινωνίας στη χώρα μας, με τη συμπάθεια και την υποστήριξη των προλετάριων των άλλων χωρών, μα χωρίς την προκαταβολική νίκη της προλεταριακής επανάστασης σ’ άλλες χώρες.

Χωρίς μια τέτια δυνατότητα, η ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού είναι ανοικοδόμηση χωρίς προοπτικές, ανοικοδόμηση χωρίς την πεποίθηση ότι θα ανοικοδομηθεί ο σοσιαλισμός. Δε μπορούμε ν’ ανοικοδομούμε το σοσιαλισμό, αν δεν είμαστε βέβαιοι πως μπορεί ν’ ανοικοδομηθεί, αν δεν είμαστε βέβαιοι πως η τεχνική καθυστέρηση της χώρας μας δεν είναι ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ανοικοδόμηση μιας πλέριας σοσιαλιστικής κοινωνίας. Η άρνηση αυτής της δυνατότητας σημαίνει έλλειψη πίστης στο έργο της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού, απομάκρυνση απ' το λενινισμό.

Τι θα πει, είναι αδύνατη η πλέρια, η οριστική νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα χωρίς τη νίκη της επανάστασης σ’ άλλες χώρες;

Θα πει ότι δεν είναι δυνατή η απόλυτη εξασφάλιση από την επέμβαση, συνεπώς και απ' την παλινόρθωση του αστικού καθεστώτος, χωρίς τη νίκη της επανάστασης τουλάχιστο σε μια σειρά από χώρες. Η άρνηση αυτής της αναμφισβήτητης θέσης σημαίνει απομάκρυνση απ' το διεθνισμό, απομάκρυνση άπ’ το λενινισμό.

«Ζούμε - λέει ο Λένιν - όχι μονάχα σ' ένα κράτος, μα και μέσα σ’ ένα σύστημα από κράτη, και η ύπαρξη της Σοβιετικής Δημοκρατίας πλάι στα ιμπεριαλιστικά κράτη είναι ακατανόητη για πολύν καιρό. Τελικά θα νικήσει είτε το ένα, είτε το άλλο. Ως που νάρθει όμως αυτό το τέλος, είναι αναπόφευχτες μια σειρά από τις πιο φοβερές συγκρούσεις ανάμεσα στη Σοβιετική Δημοκρατία και ατά αστικά κράτη. Αυτό σημαίνει, ότι η κυρίαρχη τάξη, το προλεταριάτο, αν θέλει να κυριαρχεί και αν πρόκειται να κυριαρχήσει, πρέπει να το αποδείξει αυτό και με τη στρατιωτική του οργάνωση». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXIV, σελ. 122).

«Έχουμε μπροστά μας - λέει ο Λένιν σ' άλλο μέρος - μια κάποια ισορροπία, που είναι στον ανώτατο βαθμό ασταθής, μα που είναι παρ' όλα αυτά αναμφίβολη και αδιαφιλονίκητη. Δεν ξέρω αν θα βαστάξει πολύν καιρό, και νομίζω πως δε μπορούμε να το ξέρουμε αυτό. Γι' αυτό απαιτείται από μέρους μας η πιο μεγάλη προσοχή. Και η πρώτη επιταγή της πολιτικής μας, το πρώτο δίδαγμα που απορρέει απ' την κυβερνητική μας δράση ενός χρόνου, το δίδαγμα που πρέπει να το κάνουν χτήμα τους όλοι οι εργάτες και οι αγρότες, είναι ότι πρέπει νάμαστε σε επιφυλακή, να θυμόμαστε ότι μας περιβάλλουν άνθρωποι, τάξεις, κυβερνήσεις, που εκδηλώνουν ανοιχτά το πιο μεγάλο μίσος απέναντί μας. Πρέπει να θυμόμαστε ότι μια τριχίτσα μας χωρίζει πάντα από μια οποιαδήποτε επιδρομή». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXVII, σελ. 117).

Μου φαίνεται ότι αυτό είναι ξεκάθαρο.

Πως βλέπει ο Ζινόβιεφ το ζήτημα της νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα;

Ακούστε:

«Με την έννοια, οριστική νίκη του σοσιαλισμού, πρέπει να εννοούμε τουλάχιστον: 1) την εξάλειψη των τάξεων και συνεπώς, 2) την κατάργηση της διχτατορίας της μιας τάξης, και στη δοσμένη περίπτωση, της διχτατορίας του προλεταριάτου» . . . «Για να το ξεκαθαρίσουμε με περισσότερη ακρίβεια - λέει παρακάτω ο Ζινόβιεφ - πως έχει το ζήτημα στην ΕΣΣΔ το 1925, πρέπει να διακρίνουμε δυο πράγματα: 1) την εξασφαλισμένη δυνατότητα ν' ανοικοδομήσουμε το σοσιαλισμό: μια τέτια δυνατότητα ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού μπορεί φυσικά νάναι πέρα για πέρα νοητή και στα πλαίσια μιας χώρας, και 2) την οριστική ανοικοδόμηση και σταθεροποίηση του σοσιαλισμού, δηλαδή την πραγματοποίηση του σοσιαλιστικού καθεστώτος, της σοσιαλιστικής κοινωνίας».

Τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά;

Ότι με την έννοια οριστική νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα, ο Ζινόβιεφ δεν εννοεί την εξασφάλιση από την επέμβαση και την παλινόρθωση, μα τη δυνατότητα ανοικοδόμησης τής σοσιαλιστικής κοινωνίας. Με την έννοια, νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα, ο Ζινόβιεφ εννοεί μια τέτια ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού, που δε μπορεί και δεν πρέπει να οδηγήσει στην ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού. Ανοικοδόμηση στα κουτουρού, χωρίς προοπτικές, μια ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού χωρίς τη δυνατότητα ν’ ανοικοδομηθεί η σοσιαλιστική κοινωνία. Αυτή είναι η θέση του Ζινόβιεφ.

Να ανοικοδομήσουμε το σοσιαλισμό χωρίς τη δυνατότητα να τον ανοικοδομήσουμε, να ανοικοδομούμε ξέροντας ότι δε θα τον ανοικοδομήσουμε. Να σε τι ασυναρτησίες κατάληξε ο Ζινόβιεφ.

Αυτό όμως είναι χλευασμός, και όχι λύση του ζητήματος!

Να ακόμα μια περικοπή απ' τον τελικό λόγο του Ζινόβιεφ στο XIV Συνέδριο του Κόμματος:

«Κοιτάξτε, λόγου χάρη, που κατάληξε ο σ. Γιακόβλεφ στην τελευταία κομματική συνδιάσκεψη του νομού Κουρσκ: “Μπορούμε – ρωτά - άραγε σε μια χώρα που είναι απ' όλες τις μεριές κυκλωμένη απ' τους καπιταλιστές εχθρούς, μπορούμε άραγε μέσα σε τέτιες συνθήκες ν' ανοικοδομήσουμε το σοσιαλισμό σε μια χώρα;” και απαντά: “Στηριζόμενοι σ' όσα είπαμε, έχουμε το δικαίωμα να πούμε ότι όχι μονάχα ανοικοδομούμε το σοσιαλισμό, αλλά ότι παρ' όλο που είμαστε για την ώρα μόνοι μας, παρ' όλο που είμαστε για την ώρα η μοναδική στον κόσμο σοβιετική χωρά, το μοναδικό σοβιετικό κράτος, θα τον ανοικοδομήσουμε αυτόν, το σοσιαλισμό" (“Πράβδα του Κουρσκ", άρ. 279, 8 του Δεκέμβρη 1925). Μήπως είναι λενινιστική αυτή η τοποθέτηση του ζητήματος, μήπως δεν μυρίζει στενό εθνικιστικό πνεύμα;» (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν).

Έτσι, σύμφωνα με τα λόγια του Ζινόβιεφ, βγαίνει ότι, αν παραδέχεσαι τη δυνατότητα της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα, σημαίνει ότι στέκεσαι στην άποψη του περιορισμένου εθνικού πνεύματος, και αν αρνείσαι αυτή τη δυνατότητα, σημαίνει ότι στέκεσαι στην άποψη του διεθνισμού.

Αν όμως αυτό είναι σωστό, αξίζει τότε ο κόπος γενικά να κάνεις αγώνα για να νικήσεις τα καπιταλιστικά στοιχεία στην οικονομία μας; Μήπως δε βγαίνει απ' αυτό ότι η νίκη αυτή είναι αδύνατη;

Συνθηκολόγηση μπρος στα καπιταλιστικά στοιχεία της οικονομίας μας, να που μας οδηγεί η εσωτερική λογική των επιχειρημάτων του Ζινόβιεφ.

Κι αυτήν την ασυναρτησία, που δεν έχει τίποτα το κοινό με το λενινισμό, μας τη σερβίρει ο Ζινόβιεφ σα «διεθνισμό», σαν «εκατό τα εκατό λενινισμό»!

Βεβαιώνω ότι στο σοβαρότατο ζήτημα της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού, ο Ζινόβιεφ απομακρύνεται απ' το λενινισμό και γλιστρά στην άποψη του μενσεβίκου Σουχάνοφ.

Ας στραφούμε στο Λένιν. Να τι λέει για τη νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα, πριν ακόμα απ' την Οχτωβριανή Επανάσταση, τον Αύγουστο του 1915:

«Η ανισόμετρη οικονομική και πολιτική ανάπτυξη είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού. Απ' εδώ βγαίνει, ότι είναι δυνατή η νίκη του σοσιαλισμού στην αρχή σε μερικές, η ακόμα και σε μια, χωριστά παρμένη, καπιταλιστική χώρα. Το νικηφόρο προλεταριάτο αυτής της χώρας, αφού απαλλοτριώσει τους καπιταλιστές και αφού οργανώσει τη σοσιαλιστική παραγωγή στη χώρα του, θα ξεσηκωνόταν ενάντια στον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο, παίρνοντας μαζί του τις καταπιεζόμενες τάξεις των άλλων χωρών, ανάβοντας σ' αυτές εξεγέρσεις ενάντια στους καπιταλιστές, χρησιμοποιώντας, σε περίπτωση ανάγκης, ακόμα και τη στρατιωτική δύναμη ενάντια στις τάξεις των εκμεταλλευτών και τα κράτη τους». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XVIII, σελ. 232-233, (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν).

Τι σημαίνει η υπογραμμισμένη από μας, φράση του Λένιν: «αφού οργανώσει τη σοσιαλιστική παραγωγή στη χώρα του»; Σημαίνει ότι το προλεταριάτο της νικήτριας χώρας μπορεί και πρέπει, ύστερα απ' την κατάληψη της εξουσίας, να οργανώσει στη χώρα του τη σοσιαλιστική παραγωγή. Και τι σημαίνει «να οργανώσεις τη σοσιαλιστική παραγωγή»; Σημαίνει να ανοικοδομήσεις τη σοσιαλιστική κοινωνία. Δεν είναι ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι αυτή η σαφής και ξεκάθαρη θέση του Λένιν δε χρειάζεται παραπέρα σχόλια. Σ’ αντίθετη περίπτωση, θάταν ακατανόητες οι εκκλήσεις του Λένιν για την κατάληψη της εξουσίας απ' το προλεταριάτο, τον Οχτώβρη του 1917.

Η ξεκάθαρη αυτή θέση του Λένιν, όπως βλέπετε, διαφέρει όσο η γη απ’ τον ουρανό, απ' τη μπερδεμένη κι αντιλενινιστική «θέση» του Ζινόβιεφ, ότι μπορούμε ν’ ανοικοδομούμε το σοσιαλισμό «στα πλαίσια μιας χώρας» χωρίς τη δυνατότητα να τον ανοικοδομήσουμε.

Αυτό το είπε ο Λένιν το 1915, πριν απ' την κατάληψη της εξουσίας απ' το προλεταριάτο. Ίσως όμως ν’ άλλαξε, τις αντιλήψεις του ύστερα απ' την πείρα της κατάληψης της εξουσίας, ύστερα απ' το 1917; Ας δούμε τι λέει στη μπροσούρα του «Για τους συνεταιρισμούς», που την έγραψε το 1923:

«Πραγματικά - λέει ο Λένιν - Η εξουσία του κράτους πάνω σ’ όλα τα μεγάλα μέσα παραγωγής, η εξουσία του κράτους στα χέρια του προλεταριάτου, η συμμαχία αυτού του προλεταριάτου με τα πολλά εκατομμύρια τους μικρούς και τους πολύ μικρούς αγρότες, η εξασφάλιση της καθοδήγησης της αγροτιάς απ' αυτό το προλεταριάτο κλπ, μήπως όλα αυτά δεν είναι ότι χρειάζεται για να μπορέσουμε με το συνεταιρισμό και μόνο με το συνεταιρισμό, που πριν τον θεωρούσαμε μικροεμπορευματική επιχείρηση και που από ορισμένη πλευρά έχουμε δίκιο να τον θεωρούμε τέτιον, ακ11όμα και τώρα στην περίοδο της ΝΕΠ, μήπως όλα αυτά δεν είναι ότι χρειάζεται για ν’ ανοικοδομήσουμε την πλέρια σοσιαλιστική κοινωνία;

Αυτό δεν είναι ακόμα ανοικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας, μα είναι ότι χρειάζεται και ότι είναι αρκετό γι’ αυτήν την ανοικοδόμηση». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXVII, οελ. 392), (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν)

Μ’ άλλα λόγια: μπορούμε και πρέπει να ανοικοδομήσουμε την πλήρη σοσιαλιστική κοινωνία, γιατί έχουμε στη διάθεσή μας ότι χρειάζεται και είναι αρκετό γι’ αυτήν την ανοικοδόμηση.

Μου φαίνεται πως είναι δύσκολο να εκφραστεί κανείς σαφέστερα.

Συγκρίνετε αυτή την κλασική θέση του Λένιν με την αντιλενινιστική απάντηση του Ζινόβιεφ στον Γιακόβλεφ, και θα καταλάβετε ότι ο Γιακόβλεφ επανέλαβε μονάχα τα λόγια του Λένιν για τη δυνατότητα της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα, ενώ ο Ζινόβιεφ όταν τάσσεται ενάντια σ’ αυτή τη θέση και χτυπά τον Γιακόβλεφ, ξεφεύγει απ' το Λένιν και παίρνει την άποψη του μενσεβίκου Σουχάνοφ, την άποψη ότι είναι αδύνατη η ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού στη χώρα μας, λόγω της τεχνικής καθυστέρησής της.

Άγνωστο παραμένει μονάχα το γεγονός, για ποιο λόγο πήραμε την εξουσία τον Οχτώβρη του 1917, αν δεν υπολογίζαμε ν’ ανοικοδομήσουμε το σοσιαλισμό;

Δεν έπρεπε να πάρουμε την εξουσία τον Οκτώβρη του 1917, να σε τι συμπεράσματα μας οδηγεί η εσωτερική λογική της επιχειρηματολογίας του Ζινόβιεφ.

Βεβαιώνω παραπέρα, ότι στο σοβαρότατο ζήτημα της νίκης του σοσιαλισμού, ο Ζινόβιεφ τάχθηκε ενάντια στις ξεκάθαρες αποφάσεις του κόμματός μας, που κατοχυρώθηκαν στη γνωστή απόφαση της XIV κομματικής Συνδιάσκεψης «Για τα καθήκοντα της Κομμουνιστικής Διεθνούς και του ΡΚΚ(μπ.) σε σχέση με την ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ της ΚΔ».

Ας πάρουμε αυτή την απόφαση. Να τι λέγεται εκεί για τη νίκη του σοσιαλισμού σε μια χώρα:

«Η ύπαρξη δυο απ' ευθείας αντίθετων κοινωνικών συστημάτων, προκαλεί μια διαρκή απειλή καπιταλιστικού αποκλεισμού, άλλων μορφών οικονομικής πίεσης, ένοπλης επέμβασης, παλινόρθωσης. Η μοναδική εξασφάλιση της οριστικής νίκης του σοσιαλισμού, δηλαδή η εξασφάλιση απ' την παλινόρθωση είναι συνεπώς η νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση σε μια σειρά χώρες . . .»

«Ο λενινισμός μας διδάσκει ότι η οριστική νίκη του σοσιαλισμού με την έννοια της πλέριας εξασφάλισης από κάθε παλινόρθωση των αστικών σχέσεων, είναι δυνατή μονάχα σε διεθνή κλίμακα» . . . «Απ’ αυτό δεν απορρέει καθόλου ότι είναι αδύνατη η ανοικοδόμηση της πλέριας σοσιαλιστικής κοινωνίας σε μια τόσο καθυστερημένη χώρα, όπως η Ρωσία, χωρίς την “κρατική βοήθεια” (Τρότσκι) των πιο αναπτυγμένων από τεχνικοοικονομική άποψη χωρών». (Βλ. την απόφαση), (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν).

Βλέπετε ότι η απόφαση ερμηνεύει την οριστική νίκη του σοσιαλισμού σαν εξασφάλιση απ' την επέμβαση και την παλινόρθωση, σε απόλυτη αντίθεση με την ερμηνεία που δίνει ο Ζινόβιεφ στο βιβλίο του «Λενινισμός».

Βλέπετε ότι η απόφαση παραδέχεται τη δυνατότητα της ανοικοδόμησης της πλέριας σοσιαλιστικής κοινωνίας σε μια τόσο καθυστερημένη χώρα όπως είναι η Ρωσία, χωρίς την «κρατική βοήθεια» των τεχνικοοικονομικά πιο αναπτυγμένων χωρών, σε απόλυτη αντίθεση με τον αντίθετο ισχυρισμό του Ζινόβιεφ στην απάντησή του στο Γιακόβλεφ, στον τελικό λόγο του στο XIV Συνέδριο του Κόμματος.

Πως να το ονομάσουμε αυτό, αν όχι πάλη του Ζινόβιεφ ενάντια στις αποφάσεις της XIV Συνδιάσκεψης του Κόμματος;

Φυσικά, οι κομματικές αποφάσεις τυχαίνει καμιά φορά να μην είναι αναμάρτητες. Τυχαίνει οι κομματικές αποφάσεις να περιέχουν λάθη. Μιλώντας γενικά, μπορούμε να υποθέσουμε ότι η απόφαση της XIV Συνδιάσκεψης του Κόμματος περιέχει επίσης μερικά λάθη. Πιθανόν ο Ζινόβιεφ να θεωρεί τη δοσμένη απόφαση λαθεμένη. Τότε όμως πρέπει να το πει αυτό καθαρά καί ανοιχτά, όπως ταιριάζει σ’ ένα μπολσεβίκο. Ωστόσο για κάποιο λόγο δεν το κάνει αυτό ο Ζινόβιεφ. Προτίμησε και διάλεξε έναν άλλο δρόμο, το δρόμο της απ' τα νώτα επίθεσης ενάντια στην απόφαση της XIV Συνδιάσκεψης του Κόμματος, αποσιωπώντας την απόφαση αυτή και χωρίς να κάνει και την ελάχιστη ανοιχτή κριτική της απόφασης. Όπως φαίνεται, ο Ζινόβιεφ νομίζει ότι με το δρόμο αυτό, θα πετύχει καλύτερα το σκοπό του. Και ο σκοπός του είναι ένας: να «καλυτερέψει» την απόφαση και να διορθώσει «λιγάκι» το Λένιν. Δε χρειάζεται ν’ αποδείξουμε ότι ο Ζινόβιεφ γελιέται ατούς υπολογισμούς του.

Από που απορρέει το λάθος του Ζινόβιεφ; Ποια είναι η ρίζα αυτού του λάθους;

Η ρίζα αυτού του λάθους βρίσκεται κατά τη γνώμη μου στην πεποίθηση του Ζινόβιεφ ότι η τεχνική καθυστέρηση της χώρας μας είναι ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ανοικοδόμηση μιας πλέριας σοσιαλιστικής κοινωνίας, πως το προλεταριάτο δε μπορεί να ανοικοδομήσει το σοσιαλισμό, εξ αιτίας τής τεχνικής καθυστέρησης της χώρας μας. Ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ δοκίμασαν κάποτε να εμφανιστούν μ’ αυτά τα επιχειρήματα σε μια απ' τις συνεδριάσεις της ΚΕ του Κόμματος, πριν απ’ την κομματική Συνδιάσκεψη του Απρίλη. Μα πήραν την απάντηση που έπρεπε. Αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και υποτάχτηκαν τυπικά στην αντίθετη άποψη, στην άποψη της πλειοψηφίας της ΚΕ. Και ενώ υποτάχτηκαν τυπικά σ’ αυτήν, ο Ζινόβιεφ όλο τον καιρό συνέχιζε την πάλη εναντία σ’ αυτή την άποψη. Να τι λέει γι' αυτό το «επεισόδιο» στην ΚΕ του ΚΚ τής ΕΣΣΔ (μπ), η Κομματική Επιτροπή της Μόσχας στην «απάντησή» της στο γράμμα της κομματικής συνδιάσκεψης του νομού του Λένινγκραντ:

«Δεν είναι πολύς καιρός που ο Κάμενεφ κι ο Ζινόβιεφ υποστήριξαν στο Πολιτικό Γραφείο την άποψη ότι, δήθεν εμείς δε θα μπορέσουμε να τα βγάλουμε πέρα με τις εσωτερικές δυσκολίες, εξ αίτιας της τεχνικής και οικονομικής καθυστέρησής μας, αν δε μας σώσει η διεθνής επανάσταση. Εμείς όμως, μαζί με την πλειοψηφία της ΚΕ, νομίζουμε ότι μπορούμε να ανοικοδομήσουμε το σοσιαλισμό, ότι τον ανοικοδομούμε και θα τον ανοικοδομήσουμε παρά και ενάντια στην τεχνική μας καθυστέρηση. Νομίζουμε ότι η ανοικοδόμηση αυτή θα γίνεται φυσικά πολύ σιγότερα, απ’ ότι θα γινόταν στις συνθήκες της παγκόσμιας νίκης, παρ' όλα αυτά όμως τραβούμε και θα τραβούμε μπροστά. Έχουμε ακόμα τη γνώμη ότι η άποψη του Κάμενεφ και του Ζινόβιεφ εκφράζει την έλλειψη πίστης στις εσωτερικές δυνάμεις της εργατικής μας τάξης και των αγροτικών μαζών που την ακολουθούν. Έχουμε τη γνώμη ότι η άποψη αυτή αποτελεί απομάκρυνση απ' τη λενινιστική θέση». (Βλ. «Απάντηση»).

Το ντοκουμέντο αυτό δημοσιεύτηκε στον τύπο, τις μέρες των πρώτων συνεδριάσεων του XIV Συνεδρίου του κόμματος. Ο Ζινόβιεφ είχε βέβαια τη δυνατότητα να μιλήσει ενάντια σ’ αυτό το ντοκουμέντο ακόμα στο Συνέδριο. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ δε βρήκαν επιχειρήματα ενάντια σ’ αυτή τη βαριά κατηγορία, που έγινε ενάντιά τους από την Κομματική Επιτροπή της Μόσχας. Μήπως είναι τυχαίο αυτό; Νομίζω ότι δεν είναι τυχαίο. Η κατηγορία όπως φαίνεται βρήκε το στόχο. Ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ «απάντησαν» στην κατηγορία αυτή με τη σιωπή τους, γιατί δεν είχαν τι «ν’ αντιπαρατάξουν» σ’ αυτήν.

Η νέα αντιπολίτευση θίχτηκε, γιατί κατηγορούν το Ζινόβιεφ για έλλειψη πίστης στο έργο της νίκης της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης στη χώρα μας. Όταν όμως ο Ζινόβιεφ ύστερα απ’ ένα ολόκληρο χρόνο συζήτησης του ζητήματος της νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα, ύστερα απ' το γεγονός ότι η άποψή του απορίφτηκε απ' το ΠΓ της ΚΕ (Απρίλης 1925), ύστερα απ' το γεγονός ότι είχε διαμορφωθεί πια μια καθορισμένη γνώμη του κόμματος πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, που κατοχυρώθηκε στη γνωστή απόφαση της XIV Συνδιάσκεψης του κόμματος (Απρίλης 1925), όταν ύστερα απ' όλα αυτά ο Ζινόβιεφ αποφασίζει να εκδηλωθεί στο βιβλίο του “Λενινισμός” (Σεπτέμβρης1925), ενάντια στην άποψη του κόμματος, όταν μετά επαναλαμβάνει τα λόγια αυτά στο XIV Συνέδριο του κόμματος, τότε πως να τα εξηγήσουμε όλα αυτά, αυτό το πείσμα, αυτή την επιμονή στην υπεράσπιση του λάθους του, αν όχι με το γεγονός ότι ο Ζινόβιεφ έχει μολυνθεί, έχει μολυνθεί ανεπανόρθωτα μέ την έλλειψη πίστης στο έργο της νίκης της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης στη χώρα μας;

Του Ζινόβιεφ του αρέσει να ερμηνεύει αυτή του την έλλειψη πίστης σα διεθνισμό. Από πότε όμως η απομάκρυνση απ' το λενινισμό, σ’ ένα κεφαλαιώδες ζήτημα του λενινισμού, ερμηνεύεται στη χώρα μας σα διεθνισμός;

Δε θάναι σωστότερο να πούμε ότι όχι το κόμμα, αλλά ο Ζινόβιεφ αμαρτάνει εδώ απέναντι ατό διεθνισμό και στη διεθνή επανάσταση; Γιατί, τι άλλο είναι η χώρα μας «που χτίζει το σοσιαλισμό», αν όχι η βάση της παγκόσμιας επανάστασης; Μπορεί όμως να είναι πραγματική βάση της παγκόσμιας επανάστασης, αν είναι ανίκανη ν’ ανοικοδομήσει τη σοσιαλιστική κοινωνία; Μπορεί τάχα να παραμείνει το μεγαλύτερο κέντρο που ελκύει τους εργάτες όλων των χωρών, όπως αναμφίβολα είναι τώρα, αν είναι ανίκανη να πετύχει τη νίκη ενάντια στα καπιταλιστικά στοιχεία της οικονομίας μας, τη νίκη της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης; Νομίζω ότι δε μπορεί. Δε βγαίνει μήπως απ’ αυτά ότι η έλλειψη πίστης στη νίκη της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης, το κήρυγμα αυτής της έλλειψης πίστης, οδηγεί στη μείωση του γοήτρου της χώρας μας σα βάσης της παγκόσμιας επανάστασης, και ότι η μείωση του γοήτρου της χώρας μας οδηγεί στην εξασθένιση του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος; Με τι εκφοβίζουν τους εργάτες για να τους απομακρύνουν από μας, οι κ.κ. σοσιαλδημοκράτες; Με το κήρυγμα ότι «οι ρώσοι δε θα κάνουν τίποτα». Με τι χτυπούμε τώρα τους σοσιαλδημοκράτες και προσελκύουμε σε μας ολόκληρα καραβάνια από εργατικές αντιπροσωπείες και δυναμώνουμε έτσι τις θέσεις του κομμουνισμού σ’ όλον τον κόσμο; Με τις επιτυχίες μας στην ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού. Μήπως δεν είναι ξεκάθαρο ύστερα απ' όλα αυτά, ότι όποιος κηρύττει την έλλειψη πίστης στις επιτυχίες μας, στην ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού, βοηθάει έμμεσα τους σοσιαλδημοκράτες, εξασθενίζει την ορμή του διεθνούς επαναστατικού κινήματος, απομακρύνεται αναπόφευχτα απ' το διεθνισμό;...

Βλέπετε ότι η υπόθεση με το «διεθνισμό» του Ζινόβιεφ δε στέκει διόλου καλύτερα απ' τον «εκατό τα εκατό λενινισμό» του στο ζήτημα της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα.

Γι’ αυτό πολύ σωστά ενήργησε το XIV Συνέδριο του κόμματος, χαρακτηρίζοντας τις απόψεις της νέας αντιπολίτευσης σαν «έλλειψη πίστης στο έργο της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού» «και σαν διαστρέβλωση του λενινισμού».

Περιεχόμενα


VII

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΝΙΚΗ

ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗΣ


Νομίζω, ότι η έλλειψη πίστης στη νίκη της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης, είναι το βασικό λάθος της νέας αντιπολίτευσης. Το λάθος αυτό είναι κατά τη γνώμη μου βασικό, γιατί απ' αυτό πηγάζουν όλα τα υπόλοιπα λάθη της νέας αντιπολίτευσης. Τα λάθη της νέας αντιπολίτευσης στο ζήτημα της ΝΕΠ, του κρατικού καπιταλισμού, της φύσης της σοσιαλιστικής μας βιομηχανίας, του ρόλου των συνεταιρισμών στη διχτατορία του προλεταριάτου, των μεθόδων πάλης ενάντια στους κουλάκους, του ρόλου και του ειδικού βάρους της μεσαίας αγροτιάς - όλα αυτά τα λάθη είναι παράγωγα του βασικού λάθους της αντιπολίτευσης, της έλλειψης πίστης στη δυνατότητα της ανοικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας με τις δυνάμεις της χώρας μας.

Τι θα πει έλλειψη πίστης στη νίκη της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης στη χώρα μας;

Θα πει, πριν απ’ όλα, έλλειψη πεποίθησης στο γεγονός ότι οι βασικές μάζες της αγροτιάς, λόγω ορισμένων συνθηκών που υπάρχουν στην εξέλιξη της χώρας μας, μπορούν να τραβηχτούν στο έργο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης.

Θα πει, δεύτερο, έλλειψη πεποίθησης στο γεγονός, ότι το προλεταριάτο της χώρας μας, που έχει στη διάθεσή του τις ανώτερες διευθυντικές θέσεις της λαϊκής οικονομίας είναι ικανό να τραβήξει τις βασικές μάζες της αγροτιάς στο έργο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης.

Απ’ αυτές τις θέσεις ξεκινά σιωπηρά η αντιπολίτευση στο σχέδιό της για τους δρόμους της ανάπτυξής μας, αδιάφορο αν το κάνει συνειδητά ή ασυνείδητα.

Μπορούμε να τραβήξουμε τη βασική μάζα της σοβιετικής αγροτιάς στο έργο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης;

Στη μπροσούρα «Για τις βάσεις του λενινισμού» υπάρχουν δυο βασικές θέσεις σχετικά με το ζήτημα αυτό:

1. - «Δεν πρέπει να συγχέουμε την αγροτιά της Σοβιετικής Ένωσης με την αγροτιά της Δύσης. Η αγροτιά που πέρασε από το σχολείο τριών επαναστάσεων, που πάλαιψε ενάντια στον τσάρο και την αστική εξουσία, μαζί με το προλεταριάτο και με επικεφαλής το προλεταριάτο, η αγροτιά που πήρε τη γη και την ειρήνη από τα χέρια της προλεταριακής επανάστασης και έγινε χάρη σ’ αυτό εφεδρεία του προλεταριάτου - η αγροτιά αυτή δε μπορεί παρά να διαφέρει από την αγροτιά που πάλαιψε στον καιρό της αστικής επανάστασης με επικεφαλής τη φιλελεύθερη αστική τάξη, που πήρε τη γη από τα χέρια αυτής της αστικής τάξης, και που, χάρη σ’ αυτό, έγινε εφεδρεία της αστικής τάξης. Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι η σοβιετική αγροτιά, που συνήθισε να εχτιμά την πολιτική φιλία και την πολιτική συνεργασία με το προλεταριάτο και που χρωστά τη λευτεριά της σ’ αυτή τη φιλία και σ’ αυτή τη συνεργασία, δε μπορεί παρά ν’ αποτελεί εξαιρετικά κατάλληλο υλικό για την οικονομική συνεργασία με το προλεταριάτο.».

2. - «Δεν πρέπει να συγχέουμε την αγροτική οικονομία της Ρωσίας με την αγροτική οικονομία της Δύσης. Εκεί η ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας ακολουθεί το συνηθισμένο δρόμο του καπιταλισμού, μέσα στις συνθήκες της βαθιάς διαφοροποίησης της αγροτιάς, με τα μεγάλα χτήματα και τα ιδιωτικο-καπιταλιστικά λατιφούντια στον ένα πόλο και με την εξαθλίωση, τη φτώχια και τη μισθωτή δουλεία στον άλλο (Λατιφούντια λέγαν στην αρχαία Ρώμη τα μεγάλα αγροχτήματα των δουλοχτητών, όπου δούλευαν εκατοντάδες δούλοι, Σημ. Μετ.). Γι’ αυτό, το ξεχαρβάλωμα και η αποσύνθεση είναι εκεί πέρα για πέρα φυσικά φαινόμενα. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο στη Ρωσία. Στη χώρα μας η ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας δε μπορεί ν’ ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο, έστω και μονάχα γιατί η ύπαρξη της Σοβιετικής εξουσίας και η εθνικοποίηση των βασικών εργαλείων και μέσων παραγωγής δεν επιτρέπουν μια τέτια ανάπτυξη. Στη Ρωσία η ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας πρέπει ν’ ακολουθήσει έναν άλλο δρόμο, το δρόμο της συνεταιριστικής οργάνωσης των εκατομμυρίων μικρών και μεσαίων αγροτών, το δρόμο της ανάπτυξης μαζικών συνεταιρισμών στο χωριό, που το κράτος τους υποστηρίζει δίνοντάς τους προνομιακές πιστώσεις. Ο Λένιν, στα άρθρα του για τους συνεταιρισμούς, έδειξε σωστά πως η ανάπτυξη της αγροτικές οικονομίας στη χώρα μας πρέπει ν’ ακολουθήσει έναν καινούργιο δρόμο, το δρόμο που θα της επιτρέψει να τραβήξει με τους συνεταιρισμούς την πλειοψηφία των αγροτών στη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, το δρόμο που μπάζει βαθμιαία στην αγροτική οικονομία τις αρχές του κολλεχτιβισμού, πρώτα στον τομέα της κατανάλωσης και ύστερα στον τομέα της παραγωγής των αγροτικών προϊόντων... »... «Δεν είναι καν ανάγκη να αποδείξουμε πως η τεράστια πλειοψηφία της αγροτιάς θ’ ακολουθήσει πρόθυμα αυτόν τον καινούργιο δρόμο ανάπτυξης, στέλνοντας κατά διαβόλου το δρόμο των ιδιωτικο-καπιταλιστικών λατιφούντιων και της μισθωτής δουλείας, το δρόμο της αθλιότητας και της καταστροφής».

Είναι σωστές αυτές οι θέσεις;

Νομίζω ότι και οι δυο αυτές θέσεις είναι σωστές και αδιαφιλονίκητες για όλη την ανοικοδομητική μας περίοδο μέσα στις συνθήκες της ΝΕΠ.

Οι θέσεις αυτές είναι μονάχα έκφραση των γνωστών θέσεων του Λένιν για τη συμμαχία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, για το τράβηγμα των αγροτικών νοικοκυριών στο σύστημα της σοσιαλιστικής ανάπτυξης της χώρας, για το γεγονός ότι το προλεταριάτο πρέπει να τραβήξει για το σοσιαλισμό μαζί με τις βασικές μάζες της αγροτιάς, για το γεγονός ότι η οργάνωση των εκατομμυρίων μαζών της αγροτιάς στους συνεταιρισμούς αποτελεί το μεγάλο δρόμο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης στο χωριό, γιατί με την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής μας βιομηχανίας «η απλή ανάπτυξη των συνεταιρισμών, είναι για μας ταυτόσημη με την ανάπτυξη του σοσιαλισμού»(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVII, σελ. 396).

Πραγματικά, ποιο δρόμο μπορεί και πρέπει ν’ ακολουθήσει η ανάπτυξη του αγροτικού νοικοκυριού στη χώρα μας;

Το αγροτικό νοικοκυριό δεν είναι καπιταλιστικό νοικοκυριό. Το αγροτικό νοικοκυριό, αν πάρουμε υπόψη μας τη συντριπτική πλειοψηφία των αγροτικών νοικοκυριών, είναι μικροεμπορευματικό νοικοκυριό. Και τι θα πει μικροεμπορευματικό αγροτικό νοικοκυριό; Θα πει νοικοκυριό, που βρίσκεται στο σταυροδρόμι του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού. Μπορεί να αναπτυχθεί και προς την πλευρά του καπιταλισμού, όπως γίνεται σήμερα στις καπιταλιστικές χώρες, και προς την πλευρά του σοσιαλισμού, όπως πρέπει να γίνει σε μας, στη χώρα μας, μέσα στις συνθήκες της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Από που πηγάζει αυτή η αστάθεια, αυτή η μη αυτοτέλεια του αγροτικού νοικοκυριού; Πως εξηγείται;

Εξηγείται με το σκόρπισμα των αγροτικών νοικοκυριών, με την ανοργανωσιά τους, με την εξάρτησή τους απ' την πόλη, απ' τη βιομηχανία, απ' το πιστωτικό σύστημα, απ' το χαραχτήρα της εξουσίας της χώρας και τέλος με την πασίγνωστη θέση, ότι το χωριό ακολουθεί και είναι υποχρεωμένο ν’ ακολουθεί την πόλη, τόσο από υλική, όσο και από πολιτιστική άποψη.

Ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης του αγροτικού νοικοκυριού, σημαίνει ανάπτυξη, που συνοδεύεται από μια βαθύτατη διαφοροποίηση της αγροτιάς, με μεγάλα λατιφούντια στον ένα πόλο και με μαζική εξαθλίωση στον άλλο πόλο. Ένας τέτιος δρόμος ανάπτυξης είναι αναπόφευχτος στις καπιταλιστικές χώρες, γιατί το χωριό, το αγροτικό νοικοκυριό, βρίσκεται σε εξάρτηση απ' την πόλη, απ' τη βιομηχανία, απ' τη συγκεντρωμένη στις πόλεις πίστη, απ' το χαραχτήρα της εξουσίας. Στην πόλη όμως βασιλεύει η αστική τάξη, η καπιταλιστική βιομηχανία, το καπιταλιστικό πιστωτικό σύστημα, η καπιταλιστική κρατική εξουσία.

Μήπως είναι υποχρεωτικός αυτός ο δρόμος ανάπτυξης των αγροτικών νοικοκυριών στη χώρα μας, οπού η πόλη έχει τελείως διαφορετική φυσιογνωμία, όπου η βιομηχανία βρίσκεται στα χέρια του προλεταριάτου, όπου οι μεταφορές, το πιστωτικό σύστημα, η κρατική εξουσία κτλ, είναι συγκεντρωμένα στα χέρια του προλεταριάτου, όπου η εθνικοποίηση της γης είναι γενικός νόμος της χώρας; Φυσικά δεν είναι υποχρεωτικός. Αντίθετα. Ακριβώς, γιατί η πόλη είναι ο καθοδηγητής του χωριού και σε μας στην πόλη βασιλεύει το προλεταριάτο, που κρατά στα χέρια του όλες τις διευθυντικές θέσεις της λαϊκής οικονομίας, ακριβώς γι' αυτό τα αγροτικά νοικοκυριά είναι υποχρεωμένα ν’ ακολουθήσουν στην εξέλιξή τους άλλο δρόμο, το δρόμο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης.

Ποιος είναι αυτός ο δρόμος;

Ο δρόμος αυτός είναι ο δρόμος της μαζικής οργάνωσης σε συνεταιρισμούς των εκατομμυρίων αγροτικών νοικοκυριών, σε συνεταιρισμούς όλων των ειδών, ο δρόμος της συνένωσης των σκόρπιων αγροτικών νοικοκυριών γύρω από τη σοσιαλιστική βιομηχανία, ο δρόμος της διάδοσης των αρχών του κολλεχτιβισμού μέσα στην αγροτιά, στην αρχή στον τομέα της κατανάλωσης των αγροτικών προϊόντων και του εφοδιασμού των αγροτικών νοικοκυριών με προϊόντα της πόλης, και ύστερα στον τομέα της αγροτικής παραγωγής.

Κι όσο τραβάμε παραπέρα, τόσο περισσότερο ο δρόμος αυτός γίνεται αναπόφευκτος μέσα στις συνθήκες της διχτατορίας του προλεταριάτου, γιατί η οργάνωση σε συνεταιρισμούς στον τομέα της κατανάλωσης, η οργάνωση σε συνεταιρισμούς στον τομέα του εφοδιασμού και τέλος η οργάνωση σε συνεταιρισμούς στον τομέα της πίστωσης και της παραγωγής (αγροτικές συντροφιές), είναι ο μοναδικός δρόμος για το ανέβασμα της ευημερίας του χωριού, το μοναδικό μέσο για τη σωτηρία των πλατιών μαζών της αγροτιάς από την αθλιότητα και την καταστροφή.

Λένε, ότι η αγροτιά στη χώρα μας απ' τη θέση της δεν είναι σοσιαλιστική, και ότι γι’ αυτό είναι ανίκανη για σοσιαλιστική εξέλιξη. Φυσικά είναι σωστό ότι η αγροτιά απ' τη θέση της δεν είναι σοσιαλιστική. Όμως αυτό δεν είναι επιχείρημα ενάντια στην ανάπτυξη των αγροτικών νοικοκυριών στο δρόμο του σοσιαλισμού, αν είναι αποδειγμένο ότι το χωριό ακολουθεί την πόλη και ότι στην πόλη κυβερνά η σοσιαλιστική βιομηχανία. Και τον καιρό της Οχτωβριανής επανάστασης επίσης, η αγροτιά απ' τη θέση της δεν ήταν σοσιαλιστική και δεν ήθελε καθόλου να εγκαθιδρυθεί στη χώρα μας ο σοσιαλισμός. Επιδίωκε τότε κυρίως την κατάργηση της εξουσίας των τσιφλικάδων, το τέλειωμα του πολέμου, την αποκατάσταση της ειρήνης. Παρ’ όλα αυτά όμως ακολούθησε τότε το σοσιαλιστικό προλεταριάτο. Γιατί; Γιατί η ανατροπή της αστικής τάξης και η κατάληψη της εξουσίας απ' το σοσιαλιστικό προλεταριάτο ήταν τότε ο μοναδικός δρόμος για να βγει απ' τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ο μοναδικός δρόμος για ν’ αποκατασταθεί η ειρήνη. Γιατί δεν υπήρχε και δεν μπορούσε να υπάρχει τότε άλλος δρόμος. Γιατί το κόμμα μας κατόρθωσε τότε να ψηλαφίσει, να βρει εκείνο το βαθμό της συνένωσης και της υποταγής των ιδιαίτερων συμφερόντων της αγροτιάς (ανατροπή των τσιφλικάδων, ειρήνη) στα γενικά συμφέροντα της χώρας (διχτατορία του προλεταριάτου), που αποδείχτηκε ότι τον παραδέχτηκε η αγροτιά και ότι είναι προς συμφέρον της. Και η αγροτιά, παρ’ όλο που δεν ήταν σοσιαλιστική, ακολούθησε τότε το σοσιαλιστικό προλεταριάτο.

Το ίδιο πρέπει να πούμε για τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση στη χώρα μας, για το τράβηγμα της αγροτιάς στο κανάλι αυτής της ανοικοδόμησης. Η αγροτιά απ’ τη θέση της δεν είναι σοσιαλιστική. Όμως οφείλει να μπει και θα μπει υποχρεωτικά στο δρόμο της σοσιαλιστικής εξέλιξης, γιατί δεν υπάρχουν και δε μπορεί να υπάρχουν άλλοι δρόμοι για να σωθεί η αγροτιά απ' την αθλιότητα και την καταστροφή, εχτός απ' τη συμμαχία με το προλεταριάτο, απ' τη συμμαχία με τη σοσιαλιστική βιομηχανία, εχτός απ' το τράβηγμα του αγροτικού νοικοκυριού στο γενικό κανάλι της σοσιαλιστικής ανάπτυξης, με τη μαζική οργάνωση της αγροτιάς σε συνεταιρισμούς.

Γιατί ακριβώς με τη μαζική οργάνωση σε συνεταιρισμούς της αγροτιάς;

Γιατί στη μαζική οργάνωση σε συνεταιρισμούς «βρήκαμε εκείνο το βαθμό της συνένωσης του ατομικού συμφέροντος, του ιδιωτικού εμπορικού συμφέροντος, της παρακολούθησης και του ελέγχου του απ' το κράτος, το βαθμό της υποταγής του στα γενικά συμφέροντα» (Λένιν), που τον παραδέχεται η αγροτιά και συμφέρει στην αγροτιά και που εξασφαλίζει στο προλεταριάτο τη δυνατότητα να τραβήξει τη βασική μάζα της αγροτιάς στο έργο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης. Ακριβώς επειδή συμφέρει στην αγροτιά να οργανώσει την κατανάλωση των εμπορευμάτων της και τον εφοδιασμό του νοικοκυριού της με μηχανές μέσω του συνεταιρισμού, ακριβώς γι’ αυτό πρέπει ν’ ακολουθήσει και θ’ ακολουθήσει το δρόμο της μαζικής οργάνωσης σέ συνεταιρισμούς.

Τι σημαίνει όμως μαζική οργάνωση σε συνεταιρισμούς των αγροτικών νοικοκυριών με κυρίαρχη τη σοσιαλιστική βιομηχανία;

Σημαίνει απομάκρυνση του μικροεμπορευματικού αγροτικού νοικοκυριού απ' τον παλιό καπιταλιστικό δρόμο, που οδηγεί στη μαζική καταστροφή της αγροτιάς και πέρασμα σε καινούργιο δρόμο ανάπτυξης, στο δρόμο της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης.

Να γιατί ο αγώνας για τον καινούργιο δρόμο ανάπτυξης του αγροτικού νοικοκυριού, ο αγώνας για το τράβηγμα της βασικής μάζας της αγροτιάς ατό έργο της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού, είναι το άμεσο καθήκον του κόμματός μας.

Γι’ αυτό το XIV Συνέδριο του ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ ενήργησε πολύ σωστά, όταν αποφάσιζε ότι:

«Μέσα στις συνθήκες που αναπτύσσεται η οικονομική καθοδήγηση από τη σοσιαλιστική κρατική βιομηχανία, από τα κρατικά πιστωτικά ιδρύματα και από τις άλλες διευθυντικές θέσεις, που βρίσκονται στα χέρια του προλεταριάτου, ο βασικός δρόμος της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού στο χωριό, συνίσταται στο να τραβηχτεί στη συνεταιριστική οργάνωση η βασική μάζα της αγροτιάς και στο να εξασφαλιστεί γι' αυτήν την οργάνωση η σοσιαλιστική ανάπτυξη, χρησιμοποιώντας, υπερνικώντας και εκτοπίζοντας τα καπιταλιστικά της στοιχεία». (Βλ. Απόφαση του Συνεδρίου πάνω στον απολογισμό της ΚΕ).

Το πιο μεγάλο λάθος της καινούργιας αντιπολίτευσης βρίσκεται στο γεγονός ότι δεν πιστεύει σ’ αυτό το νέο δρόμο εξέλιξης της αγροτιάς, δε βλέπει ή δεν καταλαβαίνει όλο το αναπόφευχτο αυτού του δρόμου, μέσα στις συνθήκες της διχτατορίας του προλεταριάτου. Και δεν το καταλαβαίνει, γιατί δεν πιστεύει στη νίκη της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης στη χώρα μας, δεν πιστεύει στην ικανότητα του προλεταριάτου μας να οδηγήσει την αγροτιά στο δρόμο του σοσιαλισμού.

Απ' εδώ πηγάζει η μη κατανόηση του διπλού χαραχτήρα της ΝΕΠ, η μεγαλοποίηση των αρνητικών πλευρών της ΝΕΠ και η ερμηνεία της ΝΕΠ κυρίως σαν υποχώρηση.

Απ' εδώ πηγάζει η μεγαλοποίηση του ρόλου των καπιταλιστικών στοιχείων της οικονομίας μας και η μείωση του ρόλου των μοχλών της σοσιαλιστικής μας ανάπτυξης (σοσιαλιστική βιομηχανία, πιστωτικό σύστημα, συνεταιρισμοί, εξουσία του προλεταριάτου κλπ).

Απ' εδώ πηγάζει και η μη κατανόηση της σοσιαλιστικής φύσης της κρατικής μας βιομηχανίας και η αμφιβολία για την ορθότητα του συνεταιριστικού σχεδίου του Λένιν.

Απ' εδώ πηγάζει η μεγαλοποίηση της διαφοροποίησης στο χωριό, ο πανικός μπρος στους κουλάκους, η μείωση του ρόλου του μεσαίου αγρότη, οι απόπειρες να ματαιώσουν την πολιτική του κόμματος για την εξασφάλιση σταθερής συμμαχίας με το μεσαίο αγρότη, και γενικά, η ταλάντευση απ' το ένα μέρος στο άλλο, στο ζήτημα της πολίτικης του κόμματος ατό χωρίο.

Απ' εδώ πηγάζει η μη κατανόηση εκείνης της τεράστιας δουλιάς του κόμματος για το τράβηγμα των εκατομμυρίων μαζών των εργατών και των αγροτών στην ανοικοδόμηση της βιομηχανίας και της αγροτικής οικονομίας, στην αναζωογόνηση των συνεταιρισμών και των Σοβιέτ, στη διακυβέρνηση της χώρας στην πάλη ενάντια στο γραφειοκρατισμό, στην πάλη για την καλυτέρεψη και την αλλαγή του κρατικού μας μηχανισμού που χαραχτηρίζει την καινούργια περίοδο της ανάπτυξής μας και που χωρίς αυτήν δεν είναι νοητή καμιά σοσιαλιστική ανοικοδόμηση.

Απ' εδώ πηγάζει η απελπισία και η σύγχυση μπροστά στις δυσκολίες της ανοικοδόμησής μας, η αμφιβολία για τη δυνατότητα της εκβιομηχάνισης της χώρας μας, οι απαισιόδοξες φλυαρίες για τον εκφυλισμό του κόμματος κλπ.

Σ’ αυτούς, στους αστούς, όλα πάνε λίγο-πολύ καλά, ενώ σε μας, στους προλετάριους, όλα πάνε λίγο-πολύ άσχημα. Αν δεν προλάβει η επανάσταση στη Δύση, η υπόθεσή μας χάθηκε. Αυτός είναι ο γενικός τόνος της νέας αντιπολίτευσης, που είναι, κατά τη γνώμη μου, τόνος λικβιταριστικός, και που η αντιπολίτευση, ποιος ξέρει γιατί (ίσως για να μας διασκεδάσει), τον παρουσιάζει για «διεθνισμό».

Η ΝΕΠ είναι καπιταλισμός, λέει η αντιπολίτευση. Η ΝΕΠ είναι κυρίως υποχώρηση, λέει ο Ζινόβιεφ. Φυσικά, όλα αυτά δεν είναι σωστά. Στην πραγματικότητα η ΝΕΠ είναι η πολιτική του κόμματος, που επιτρέπει την πάλη των σοσιαλιστικών και των καπιταλιστικών στοιχείων και αποβλέπει στη νίκη των σοσιαλιστικών στοιχείων ενάντια στα καπιταλιστικά. Στην πραγματικότητα η ΝΕΠ άρχισε μονάχα με υποχώρηση, που είναι όμως έτσι υπολογισμένη, ώστε στην πορεία της υποχώρησης να ανασυγκροτήσουμε τις δυνάμεις και να περάσουμε στην επίθεση. Στην πραγματικότητα βρισκόμαστε κιόλας στην επίθεση εδώ και μερικά χρόνια και βρισκόμαστε στην επίθεση μ’ επιτυχία, αναπτύσσοντας τη βιομηχανία μας, αναπτύσσοντας το σοβιετικό εμπόριο, απωθώντας το ιδιωτικό κεφάλαιο.

Ποιο είναι όμως το νόημα της θέσης ότι η ΝΕΠ είναι καπιταλισμός, ότι η ΝΕΠ είναι κυρίως υποχώρηση; Από που προέρχεται αυτή η θέση;

Προέρχεται από τη λαθεμένη υπόθεση ότι στη χώρα μας συντελείται τώρα μια απλή αποκατάσταση του καπιταλισμού, μια απλή «επιστροφή» του καπιταλισμού. Μονάχα με την υπόθεση αυτή μπορούμε να εξηγήσουμε τις αμφιβολίες της αντιπολίτευσης σχετικά με τη σοσιαλιστική φύση της βιομηχανίας μας. Μονάχα μ’ αυτή την υπόθεση μπορούμε να εξηγήσουμε τον πανικό της αντιπολίτευσης μπροστά στους κουλάκους. Μονάχα μ’ αυτή την υπόθεση μπορούμε να εξηγήσουμε τη βιασύνη με την οποία η αντιπολίτευση γαντζώθηκε απ’ τους μη σωστούς αριθμούς της διαφοροποίησης της αγροτιάς. Μονάχα μ’ αυτή την υπόθεση μπορούμε να εξηγήσουμε την ιδιαίτερη λησμοσύνη της αντιπολίτευσης σχετικά με το γεγονός ότι ο μεσαίος αγρότης είναι στη χώρα μας η κεντρική μορφή της αγροτικής οικονομίας. Μονάχα μ’ αυτή την υπόθεση μπορούμε να εξηγήσουμε την υποτίμηση του ειδικού βάρους του μεσαίου αγρότη και τις αμφιβολίες σχετικά με το συνεταιριστικό σχέδιο του Λένιν. Μονάχα μ’ αυτή την υπόθεση μπορούμε να «εξηγήσουμε» την έλλειψη πίστης της νέας αντιπολίτευσης στον καινούργιο δρόμο ανάπτυξης του χωριού, στο δρόμο του τραβήγματος του χωριού στη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση.

Στην πραγματικότητα στη χώρα μας δε συντελείται τώρα ένα μονόπλευρο προτσές αποκατάστασης του καπιταλισμού, αλλά ένα διπλό προτσές ανάπτυξης του καπιταλισμού και ανάπτυξης του σοσιαλισμού, ένα αντιφατικό προτσές πάλης των σοσιαλιστικών στοιχείων με τα καπιταλιστικά στοιχεία, ένα προτσές υπερνίκησης των καπιταλιστικών στοιχείων απ' τα σοσιαλιστικά στοιχεία. Αυτό είναι στον ίδιο βαθμό αδιαφιλονίκητο, τόσο για την πόλη, όπου η βάση του σοσιαλισμού είναι η κρατική βιομηχανία, όσο και για το χωριό, όπου βασικός κρίκος της σοσιαλιστικής ανάπτυξης είναι ο μαζικές συνεταιρισμός, που συνδέεται στενά με τη σοσιαλιστική βιομηχανία.

Η απλή αποκατάσταση του καπιταλισμού είναι αδύνατη έτσι, και μονάχα γιατί η εξουσία στη χώρα είναι προλεταριακή, γιατί η μεγάλη βιομηχανία βρίσκεται στα χέρια του προλεταριάτου, γιατί οι μεταφορές και η πίστη βρίσκονται στη διάθεση του προλεταριακού κράτους.

Η διαφοροποίηση δε μπορεί να πάρει τις προηγούμενες διαστάσεις, ο μεσαίος αγρότης παραμένει η βασική μάζα της αγροτιάς και ο κουλάκος δεν μπορεί ν’ αποκτήσει την προηγούμενη δύναμή του, έστω και μονάχα γιατί η γη στη χώρα μας είναι εθνικοποιημένη, γιατί έχει αποσυρθεί απ’ την κυκλοφορία (δηλ. ούτε πουλιέται ούτε αγοράζεται. Σημ. Μετ.) και γιατί η εμπορική, πιστωτική, φορολογική και συνεταιριστική πολιτική μας αποβλέπει στον περιορισμό των εκμεταλλευτικών τάσεων των κουλάκων, στο ανέβασμα της ευημερίας των πιο πλατιών μαζών της αγροτιάς και στην εξομάλυνση των αντιθέσεων στο χωριό. Δε μιλώ και για το γεγονός ότι η πάλη ενάντια στους κουλάκους γίνεται τώρα στη χώρα μας, όχι μονάχα πάνω στην παλιά γραμμή, πάνω στη γραμμή της οργάνωσης της φτωχολογιάς ενάντια στους κουλάκους, μα και πάνω στη νέα γραμμή, πάνω στη γραμμή της στερέωσης της συμμαχίας του προλεταριάτου και της φτωχολογιάς με τις μεσαίες μάζες της αγροτιάς ενάντια στους κουλάκους. Το γεγονός ότι η αντιπολίτευση δεν καταλαβαίνει το νόημα και τη σημασία της πάλης ενάντια στους κουλάκους πάνω σ’ αυτή τη νέα γραμμή, το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει ακόμα μια φορά ότι η αντιπολίτευση γλιστρά στον παλιό δρόμο ανάπτυξης του χωριού, στο δρόμο της καπιταλιστικής του ανάπτυξης, όταν οι κουλάκοι και η φτωχολογιά αποτελούσαν τις βασικές δυνάμεις του χωριού, ενώ ο μεσαίος αγρότης «έλιωνε».

Ο συνεταιρισμός είναι παραλλαγή του κρατικού καπιταλισμού, λέει η αντιπολίτευση, επικαλούμενη το έργο του Λένιν «Ο φόρος σε είδος», και για το λόγο αυτό δεν πιστεύει στη δυνατότητα της χρησιμοποίησης του συνεταιρισμού σαν βασικό κρίκο για τη σοσιαλιστική ανάπτυξη. Και εδώ η αντιπολίτευση κάνει ένα χοντροκομμένο λάθος. Μια τέτια ερμηνεία του συνεταιρισμού ήταν αρκετή και ικανοποιητική το 1921, όταν γράφτηκε«Ο φόρος σε είδος», όταν δεν είχαμε αναπτυγμένη σοσιαλιστική βιομηχανία, όταν ο Λένιν θεωρούσε τον κρατικό καπιταλισμό σαν δυνατή βασική μορφή της οικονομίας μας, και εξέταζε το συνεταιρισμό σε συνδυασμό με τον κρατικό καπιταλισμό. Αυτή όμως η ερμηνεία είναι τώρα πια ανεπαρκής και ιστορικά ξεπερασμένη γιατί οι καιροί άλλαξαν από τότε, η σοσιαλιστική βιομηχανία αναπτύχθηκε στη χώρα μας, ο κρατικός καπιταλισμός δε ρίζωσε στο βαθμό που επιθυμούσαμε και οι συνεταιρισμοί, που αγκαλιάζουν σήμερα πάνω από δέκα εκατομμύρια μέλη, άρχισαν να συνδέονται στενά με τη σοσιαλιστική βιομηχανία.

Πως αλλιώς να εξηγήσουμε το γεγονός ότι δυο χρόνια ύστερα απ' το «Φόρο σε είδος», το 1923, ο Λένιν άρχισε να βλέπει το συνεταιρισμό διαφορετικά, και θεωρούσε ότι «ο συνεταιρισμός μέσα στις συνθήκες μας συμπίπτει απόλυτα με το σοσιαλισμό»; (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVII, σελ. 396).

Πως αλλιώς να το εξηγήσουμε αυτό αν όχι με το γεγονός ότι στα δυο αυτά χρόνια η σοσιαλιστική βιομηχανία κατόρθωσε κιόλας ν’ αναπτυχθεί, ενώ ο κρατικός καπιταλισμός δε ρίζωσε στο βαθμό που έπρεπε, πράγμα που έκανε το Λένιν να εξετάζει το συνεταιρισμό όχι πια σε συνδυασμό με τον κρατικό καπιταλισμό, μα σε συνδυασμό με τη σοσιαλιστική βιομηχανία;

Άλλαξαν οι συνθήκες ανάπτυξης των συνεταιρισμών. Έπρεπε ν’ αλλάξει και ο τρόπος εξέτασης του ζητήματος των συνεταιρισμών.

Να, λόγου χάρη, μια αξιοσημείωτη περικοπή απ' τη μπροσούρα του Λένιν «Για τους συνεταιρισμούς» (1923), που ρίχνει φως σ’ αυτό το ζήτημα:

«Στον κρατικό καπιταλισμό οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις διαφέρουν απ' τις κρατικοκαπιταλιατικές, πρώτα σαν ιδιωτικές επιχειρήσεις και δεύτερο σαν κολλεχτιβίστικες (Σημ. Μετ. συλλογικός). Στο σημερινό μας καθεστώς οι συνεταιριστικός επιχειρήσεις διαφέρουν απ' τις ιδιωτικοκαπιταλιοτικές επιχειρήσεις, σαν επιχειρήσεις κολλεχτιβίστικες, μα διαφέρουν απ' τις σοσιαλιστικός επιχειρήσεις, αν στηρίζονται στη γη και αν τα μέσα παραγωγής ανήκουν στο κράτος, δηλαδή στην εργατική τάξη». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVII, σελ. 396), (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν).

Στη μικρή αυτή περικοπή λύνονται δυο μεγάλα ζητήματα: Πρώτα, το ζήτημα ότι «το καθεστώς που υπάρχει σε μας» δεν είναι κρατικός καπιταλισμός και δεύτερο ότι οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις σε συνδυασμό με «το καθεστώς μας» «δεν διαφέρουν» απ' τις σοσιαλιστικές επιχειρήσεις.

Νομίζω πως είναι δύσκολο να εκφραστεί κανείς σαφέστερα.

Να και μια άλλη περικοπή απ' την ίδια μπροσούρα του Λένιν:

«Η απλή ανάπτυξη του συνεταιρισμού είναι για μας ταυτόσημη (εκτός απ' τις ”μικρές” εξαιρέσεις που υποδείξαμε πιο πάνω), με την ανάπτυξη του σοσιαλισμού και ταυτόχρονα είμαστε αναγκασμένοι ν' αναγνωρίσουμε τη ριζική αλλαγή όλης της άποψής μας για το σοσιαλισμό». (Βλ. στο ίδιο).

Είναι ολοφάνερο ότι στην μπροσούρα «Για τους συνεταιρισμούς» έχουμε να κάνουμε με μια καινούργια εχτίμηση των συνεταιρισμών, που δε θέλει να την παραδεχτεί η νέα αντιπολίτευση και που την αποσιωπά προσεχτικά, παρά τα γεγονότα, παρά την ολοφάνερη αλήθεια, παρά το λενινισμό.

Άλλο πράγμα ο συνεταιρισμός παρμένος σε συνδυασμό με τον κρατικό καπιταλισμό, κι άλλο πράγμα ο συνεταιρισμός παρμένος σε συνδυασμό με τη σοσιαλιστική βιομηχανία.

Απ' αυτά ωστόσο δεν πρέπει να βγάζουμε το συμπέρασμα, ότι ανάμεσα στο «Φόρο σε είδος» και στη μπροσούρα «Για τους συνεταιρισμούς» υπάρχει κάποια άβυσσος. Αυτό φυσικά δεν είναι σωστό. Αρκεί ν’ αναφέρουμε, λογουχάρη, το παρακάτω απόσπασμα απ' το «Φόρο σε είδος» για ν’ αντιληφθούμε αμέσως την αδιάρηχτη σύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στο «Φόρο σε είδος» και στη μπροσούρα «Για τους συνεταιρισμούς», στο ζήτημα της εχτίμησης των συνεταιρισμών. Νάτο:

«Το πέρασμα απ' τις εκχωρήσεις στο σοσιαλισμό, είναι πέρασμα από μια μορφή μεγάλης παραγωγής σ’ άλλη μορφή μεγάλης παραγωγής. Το πέρασμα απ' το συνεταιρισμό μικρών νοικοκυριών στο σοσιαλισμό, είναι πέρασμα από τη μικρή παραγωγή στη μεγάλη, δηλ. ένα πιο πολύπλοκο πέρασμα, μα γι’ αυτό ικανό ν’ αγκαλιάσει, στην περίπτωση που θα πετύχει, πιο πλατιές μάζες του πληθυσμού, ικανό να ξεριζώσει τις πιο βαθιές και πιο ανθεχτικές ρίζες των παλιών, προσοσιαλιστικών, μα ακόμα και προκαπιταλιστικών σχέσεων, που είναι πιο επίμονες με την έννοια της αντίστασης σε κάθε “νεωτερισμό"». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVI, σελ. 337).

Απ' το τσιτάτο αυτό φαίνεται, ότι ο Λένιν, ακόμα απ' την εποχή που γράφτηκε ο «Φόρος σε είδος», όταν δεν είχαμε ακόμα αναπτυγμένη σοσιαλιστική βιομηχανία, θεωρούσε δυνατή τη μετατροπή του συνεταιρισμού, σε περίπτωση επιτυχίας, σε ισχυρό μέσο πάλης ενάντια στις «προσοσιαλιστικές» και συνεπώς και ενάντια στις καπιταλιστικές σχέσεις. Νομίζω πως αυτή ακριβώς η σκέψη ήταν που χρησίμευσε ύστερα σαν αφετηρία στη μπροσούρα του «Για τους συνεταιρισμούς».

Και τι βγαίνει απ’ όλα αυτά;

Απ’ εδώ βγαίνει όμως ότι η νέα αντιπολίτευση δεν εξετάζει το ζήτημα του συνεταιρισμού μαρξιστικά, μα μεταφυσικά. Εξετάζει το συνεταιρισμό, όχι σαν ιστορικό φαινόμενο, παρμένο σε συνδυασμό με τα άλλα φαινόμενα, λχ, σε συνδυασμό με τον κρατικό καπιταλισμό (το 1921) ή με τη σοσιαλιστική βιομηχανία (το 1923), μα σαν κάτι το διαρκές και για πάντα δοσμένο, σαν «πράγμα αυτό καθ’ αυτό».

Απ' εδώ πηγάζει το λάθος της αντιπολίτευσης στο ζήτημα του συνεταιρισμού, απ' εδώ πηγάζει κι η· έλλειψη πίστης στην εξέλιξη του χωριού προς το σοσιαλισμό μέσω του συνεταιρισμού, απ' εδώ και το γλίστρημα της αντιπολίτευσης στον παλιό δρόμο, στο δρόμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης του χωριού.

Αυτή είναι γενικά η θέση της νέας αντιπολίτευσης στα πραχτικά ζητήματα της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης.

Το συμπέρασμα είναι ένα: η γραμμή της αντιπολίτευσης, αν έχει γραμμή, οι ταλαντεύσεις και οι δισταγμοί της αντιπολίτευσης, η έλλειψη πίστης στο έργο μας και η σύγχυσή της μπροστά στις δυσκολίες, οδηγούν στη συνθηκολόγηση μπροστά στα καπιταλιστικά στοιχεία της οικονομίας μας. Γιατί, αν η ΝΕΠ είναι κυρίως υποχώρηση, αν η σοσιαλιστική φύση της κρατικής βιομηχανίας μπορεί ν’ αμφισβητηθεί, αν ο κουλάκος είναι σχεδόν παντοδύναμος, αν δεν ελπίζουμε πολλά απ' τους συνεταιρισμούς, αν ο ρόλος του μεσαίου αγρότη πέφτει προοδευτικά, αν ο καινούργιος δρόμος ανάπτυξης του χωριού είναι αμφίβολος, αν το κόμμα σχεδόν εκφυλίζεται και η επανάσταση στη Δύση δεν είναι τόσο κοντά, τι απομένει ύστερα απ' όλα αυτά στο οπλοστάσιο της αντιπολίτευσης, που υπολογίζει να στηριχτεί στον αγώνα ενάντια στα καπιταλιστικά στοιχεία της οικονομίας μας; Δε μπορεί να πάει κανείς στη μάχη μονάχα με τη «Φιλοσοφία της εποχής» «Φιλοσοφία της εποχής» είναι ο τίτλος ενός αντικομματικού άρθρου του Ζινόβιεφ, που γράφτηκε στα 1925. Κρητική αυτού του άρθρου: Βλ. Ι. Στάλιν, Άπαντα, τομ. VII, σελ 375-378. Σημ. Μετ.).

Είναι ξεκάθαρο ότι το οπλοστάσιο της νέας αντιπολίτευσης δεν είναι αξιοζήλευτο, Αν γενικά μπορούμε να το ονομάσουμε οπλοστάσιο. Το οπλοστάσιο αυτό δεν είναι για αγώνα. Κι ακόμα περισσότερο για τη νίκη.

Είναι ξεκάθαρο ότι το κόμμα θα χανόταν «στο άψε σβήσε» αν άρχιζε τον καυγά με τέτιο οπλοστάσιο. Θα αναγκαζόταν απλούστατα να συνθηκολογήσει μπρος στα καπιταλιστικά στοιχεία της οικονομίας μας.

Γι’ αυτό το XIV Συνέδριο του κόμματος ενήργησε πέρα για πέρα σωστά όταν αποφάσιζε ότι «ο αγώνας για τη νίκη της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης στην ΕΣΣΔ είναι το βασικό καθήκον του κόμματός μας», ότι ένας απ' τους απαραίτητους όρους για τη λύση αυτού του καθήκοντος είναι «η πάλη ενάντια στην έλλειψη πίστης στο έργο της ανοικοδόμησης του σοσιαλισμού στη χώρα μας και ενάντια στις προσπάθειες να θεωρούμε τις επιχειρήσεις μας, που είναι επιχειρήσεις «συνεπούς σοσιαλιστικού τύπου» (Λένιν), σαν επιχειρήσεις «κρατικο-καπιταλιστικές», ότι «τέτια ιδεολογικά ρεύματα κάνουν αδύνατη τη συνειδητή σχέση των μαζών προς την ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού γενικά και προς τη σοσιαλιστική βιομηχανία ειδικά, και είναι ικανά μονάχα να βάλουν φρένο στην ανάπτυξη των σοσιαλιστικών στοιχείων της οικονομίας και να διευκολύνουν την πάλη του ιδιωτικού κεφαλαίου ενάντια στα στοιχεία αυτά», ότι «το Συνέδριο θεωρεί γι’ αυτό απαραίτητη την πλατιά διαπαιδαγωγική εργασία, για την υπερνίκηση αυτών των διαστρεβλώσεων του λενινισμού». (Βλ. Απόφαση πάνω στον απολογισμό της ΚΕ του ΚΚ (μπ.)της ΕΣΣΔ).

Η ιστορική σημασία του XIV συνεδρίου του ΚΚ (μπ.) της ΕΣΣΔ βρίσκεται στο γεγονός ότι μπόρεσε να ξεσκεπάσει ως τη ρίζα τα λάθη της νέας αντιπολίτευσης, ότι απόρριψε την έλλειψη πίστης και τη γκρίνια της, ότι χάραξε με σαφήνεια και με ακρίβεια το δρόμο για την παραπέρα πάλη για το σοσιαλισμό, ότι έδοσε στο κόμμα την προοπτική για τη νίκη και εξόπλισε έτσι το προλεταριάτο με την ατράνταχτη πίστη στη νίκη της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης.

25 του Γενάρη 1926


Περιεχόμενα


(Ζητήματα Λενινισμού, σελ. 136, Εκδοτικο της ΚΕ του ΚΚΕ)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου