Σελίδες

Σάββατο 9 Απριλίου 2016

Για τις Βάσεις του Λενινισμού - Ι.Β. Στάλιν



ΓΙΑ ΤΙΣ ΒΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ

Ι.Β. Στάλιν



ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΒΕΡΝΤΛΟΦ ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ 1924

Τις αφιερώνω στη στρατολογία προς τιμήν τον Λένιν

Ι. ΣΤΑΛΙΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγη

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ

Η ΜΕΘΟΔΟΣ

Η ΘΕΩΡΙΑ

1. Η σημασία της θεωρίας.

2. Η κριτική της θεωρίας του αυθόρμητου ή ο ρόλος της πρωτοπορίας στο κίνημα

3. Η θεωρία της προλεταριακής επανάστασης


Η ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ

1. Η διχτατορία του προλεταριάτου σαν όργανο της προλεταριακής επανάστασης.

2. Η διχτατορία του προλεταριάτου σαν κυριαρχία του προλεταριάτου πάνω στην αστική τάξη

3. Η Σοβιετική εξουσία σαν κρατική μορφή της διχτατορίας του προλεταριάτου.


ΤΟ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

1. Η τοποθέτηση του ζητήματος

2. Η αγροτιά στο διάστημα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης.

3. Η αγροτιά στο διάστημα της προλεταριακής επανάστασης

4. Η αγροτιά ύστερα από τη στερέωση της Σοβιετικής εξουσίας.


ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

1. Η τοποθέτηση του ζητήματος

2. Το απελευθερωτικό κίνημα των καταπιεζόμενων λαών και η προλεταριακή επανάσταση


ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑΧΤΙΚΗ

1. Η στρατηγική και η ταχτική σαν επιστήμη της διεύθυνσης της ταξικής πάλης του προλεταριάτου

2. Οι σταθμοί της επανάστασης και η στρατηγική

3. Η άνοδος και η ύφεση του κινήματος και η ταχτική

4. Η στρατηγική διεύθυνση

5. Η ταχτική διεύθυνση

6. Ρεφορμισμός και επαναστατισμός


ΤΟ ΚΟΜΜΑ

1. Το κόμμα σαν πρωτοπόρο τμήμα της εργατικής τάξης

2. Το κόμμα σαν οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης

3. Το κόμμα σαν ανώτατη μορφή της ταξικής οργάνωσης του προλεταριάτου

4. Το κόμμα σαν όργανο της διχτατορίας του προλεταριάτου

5. Το κόμμα σαν ενότητα θέλησης ασυμβίβαστης με την ύπαρξη ομάδων

6. Το κόμμα δυναμώνει όταν ξεκαθαρίζεται απ’ τα οππορτουνιστικά στοιχεία

ΤΟ ΣΤΥΛ ΣΤΗ ΔΟΥΛΙΑ

















Οι βάσεις του λενινισμού - το θέμα είναι μεγάλο. Για να το εξαντλήσεις θα χρειαζόταν ολόκληρο βιβλίο. Κάτι περισσότερο, θα χρειαζόταν ολόκληρη σειρά από βιβλία. Γι’ αυτό οι διαλέξεις μου δε μπορούν, φυσικά, να είναι μια εξαντλητική έκθεση του λενινισμού. Στην καλύτερη περίπτωση, μπορούν νάναι μόνο μια συμπυκνωμένη περίληψη των βάσεων του λενινισμού. Παρ' όλα αυτά, νομίζω πως θάναι ωφέλιμο να κάνω αυτή την περίληψη, για να δώσω μερικά βασικά σημεία, που είναι απαραίτητα σαν αφετηρία για μια αποτελεσματική μελέτη του λενινισμού.

Το να εκθέσεις τις βάσεις του λενινισμού, δε θα πει, ακόμα, να εκθέσεις τις βάσεις της κοσμοθεωρίας του Λένιν. Όσον αφορά την έχτασή τους, η κοσμοθεωρία του Λένιν και οι βάσεις του λενινισμού, δεν είναι το ίδιο πράγμα. ο Λένιν είναι μαρξιστής και η βάση της κοσμοθεωρίας του είναι βέβαια ο μαρξισμός. Απ’ αυτό όμως δε βγαίνει καθόλου το συμπέρασμα, πως για να δόσεις μιαν έκθεση του λενινισμού, πρέπει ν’ αρχίσεις από την έκθεση των βάσεων του μαρξισμού. Το να εκθέσεις το λενινισμό σημαίνει, να εκθέσεις εκείνο το ιδιαίτερο και το καινούργιο, που υπάρχει στα έργα του Λένιν, εκείνο που έδωσε ο Λένιν στο κοινό θησαυροφυλάκιο του μαρξισμού και που φυσικά, συνδέεται με τ’ όνομά του. Και μόνο μ’ αυτή την έννοια θα μιλήσω στις διαλέξεις μου για τις βάσεις του λενινισμού.

Τι είναι λοιπόν ο λενινισμός;

Μερικοί λένε πως ο λενινισμός είναι η εφαρμογή του μαρξισμού στις ιδιόμορφες συνθήκες της ρούσικης πραγματικότητας. Ο ορισμός αυτός έχει μια δόση από την αλήθεια, απέχει όμως πολύ από το να εξαντλεί όλη την αλήθεια. Είναι σωστό ότι ο Λένιν εφάρμοσε το μαρξισμό στη ρούσικη πραγματικότητα, και τον εφάρμοσε μαστορικά. Αν όμως ο λενινισμός ήταν μόνο η εφαρμογή του μαρξισμού στις ιδιόμορφες συνθήκες της Ρωσίας, τότε θα ήταν ένα καθαρά εθνικό, και μόνο εθνικό, ένα καθαρά ρωσικό, και μόνο ρωσικό φαινόμενο. Όμως εμείς ξέρουμε ότι ο λενινισμός δεν είναι μόνο ρωσικό φαινόμενο, αλλά διεθνές φαινόμενο που έχει τις ρίζες του σ' όλη τη διεθνή εξέλιξη. Γι’ αυτό νομίζω πως ο ορισμός αυτός είναι μονόπλευρος.

Άλλοι λένε πως ο λενινισμός είναι η αναβίωση των επαναστατικών στοιχείων του μαρξισμού του 1840-1850, σε διάκριση από το μαρξισμό των κατοπινών χρόνων, που είχε τάχα γίνει μετριοπαθής, μη επαναστατικός. Αν παραβλέψουμε αυτό τον ανόητο και χυδαίο χωρισμό της διδασκαλίας του Μαρξ σε δυο μέρη, σε επαναστατικό και σε μετριοπαθή, τότε θα πρέπει να παραδεχτούμε πως ακόμα και σ’ αυτό τον ολότελα ανεπαρκή και μη ικανοποιητικό ορισμό υπάρχει μια δόση από την αλήθεια. Αυτή η δόση από την αλήθεια είναι ότι ο Λένιν πραγματικά ξαναζωντάνεψε το επαναστατικό περιεχόμενο του μαρξισμού, που το είχαν καταχωνιάσει οι οπορτουνιστές της ΙΙης Διεθνούς. μα αυτό είναι μόνο ένα μέρος από την αλήθεια. Όλη η αλήθεια για το λενινισμό βρίσκεται στο γεγονός ότι ο λενινισμός όχι μονάχα ξαναζωντάνεψε το μαρξισμό, μα έκανε ακόμα ένα βήμα προς τα μπρος, αναπτύσσοντας παραπέρα το μαρξισμό, μέσα στις καινούργιες συνθήκες του καπιταλισμού και της ταξικής πάλης του προλεταριάτου.

Τι είναι λοιπόν τελικά ο λενινισμός;

Ο λενινισμός είναι ο μαρξισμός της εποχής του ιμπεριαλισμού και της προλεταριακής επανάστασης. Ακριβέστερα: ο λενινισμός είναι η θεωρία και η ταχτική της προλεταριακής επανάστασης γενικά, η θεωρία και η ταχτική της διχτατορίας του προλεταριάτου ειδικά. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς έδρασαν στην προεπαναστατική περίοδο (έχουμε υπόψη μας την προλεταριακή επανάσταση), όταν δεν υπήρχε ακόμα αναπτυγμένος ιμπεριαλισμός, στην περίοδο που οι προλετάριοι προετοιμάζονταν για επανάσταση, στην περίοδο που η προλεταριακή επανάσταση δεν είχε γίνει ακόμα άμεσα και πραχτικά αναπόφευκτη. Ο Λένιν όμως, μαθητής του Μαρξ και του Ένγκελς, έδρασε στην περίοδο του αναπτυγμένου ιμπεριαλισμού, στην περίοδο που αναπτύσσονταν η προλεταριακή επανάσταση, όταν η προλεταριακή επανάσταση είχε κιόλας νικήσει σε μια χώρα, όταν είχε συντρίψει την αστική δημοκρατία και είχε εγκαινιάσει την εποχή της προλεταριακής δημοκρατίας, την εποχή των Σοβιέτ.

Να γιατί ο λενινισμός είναι η παραπέρα ανάπτυξη του μαρξισμού.

Τονίζουν συνήθως τον εξαιρετικά μαχητικό, τον εξαιρετικά επαναστατικό χαραχτήρα του λενινισμού. Αυτό είναι πέρα για πέρα σωστό. Αυτή όμως η ιδιομορφία του λενινισμού εξηγείται με δυο αίτιες: Πρώτα, γιατί ο λενινισμός βγήκε από την προλεταριακή επανάσταση και δε μπορεί παρά να φέρει τη σφραγίδα της. Δεύτερο, γιατί αναπτύχθηκε και δυνάμωσε μέσα στις συγκρούσεις με τον οππορτουνισμό της ΙΙης Διεθνούς, στην πάλη ενάντιά του, που ήταν και είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να πετύχει ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ανάμεσα στο Μαρξ και τον Ένγκελς από το ένα μέρος, και στο Λένιν από το άλλο, μεσολαβεί μια ολόκληρη περίοδος όπου κυριαρχούσε αδιαίρετα ο οππορτουνισμός της ΙΙης Διεθνούς και ότι ο αμείλιχτος αγώνας ενάντιά του, δε μπορούσε παρά να αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα καθήκοντα του λενινισμού.

[Επιστροφή στην Περιεχόμενα]

I

ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ

Ο Λενινισμός αναπτύχθηκε και διαμορφώθηκε μέσα στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού, όταν οι αντιθέσεις του καπιταλισμού είχαν φτάσει στο ακρότατο σημείο, όταν η προλεταριακή επανάσταση είχε γίνει ζήτημα άμεσης πραχτικής δράσης, όταν η παλιά περίοδος της προετοιμασίας της εργατικής τάξης για την επανάσταση τέλειωσε και πέρασε στην καινούργια περίοδο της άμεσης εφόδου ενάντια στον καπιταλισμό.

Ο Λένιν ονόμαζε τον ιμπεριαλισμό «καπιταλισμό που πεθαίνει». Γιατί; Γιατί ο ιμπεριαλισμός οδηγεί τις αντιθέσεις του καπιταλισμού ως το ανώτατο σημείο, ως τα ακρινά όρια του που ύστερα απ’ αυτά αρχίζει η επανάσταση. Απ' αυτές τις αντιθέσεις πρέπει να θεωρούνται σαν σπουδαιότερες οι τρεις παρακάτω:

η πρώτη αντίθεση, είναι η αντίθεση ανάμεσα στην εργασία και το κεφάλαιο. Ο ιμπεριαλισμός είναι η παντοδυναμία των μονοπωλιακών τράστ και συνδικάτων, των τραπεζών και της χρηματιστικής ολιγαρχίας στις βιομηχανικές χώρες. Στην πάλη με αυτή την παντοδυναμία οι συνηθισμένες μέθοδες της εργατικής τάξης - επαγγελματικά συνδικάτα και συνεταιρισμοί, κοινοβουλευτικά κόμματα και κοινοβουλευτική πάλη – αποδείχτηκαν τελείως ανεπαρκείς. Ή πρέπει να αφεθείς στο έλεος του κεφαλαίου, να φυτοζωείς όπως πρώτα και να πάρεις τον κατήφορο, ή ν’ αρπάξεις ένα καινούργιο όπλο. Ήτοι βάζει το ζήτημα ο ιμπεριαλισμός μπροστά στα εκατομμύρια του προλεταριάτου. Ο ιμπεριαλισμός οδηγεί την εργατική τάξη στην επανάσταση.

η δεύτερη αντίθεση, είναι η αντίθεση ανάμεσα στις διάφορες χρηματιστικές ομάδες και στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις στην πάλη τους για πηγές πρώτων υλών, για ξένα εδάφη. Ο ιμπεριαλισμός είναι εξαγωγή κεφαλαίου στις πηγές πρώτων υλών, λυσσασμένος αγώνας για τη μονοπωλιακή κατοχή αυτών των πηγών, αγώνας για το ξαναμοίρασμα του μοιρασμένου πια κόσμου, αγώνας που διεξάγουν με ιδιαίτερη μανία οι νέες χρηματιστικές ομάδες και δυνάμεις που ζητούν μια «θέση κάτω από τον ήλιο», ενάντια στις παλιές ομάδες και δυνάμεις που κρατούν γερά όσα έχουν αρπάξει. Ο λυσσασμένος αυτός αγώνας ανάμεσα στις διάφορες ομάδες των καπιταλιστών, έχει τούτο το αξιοσημείωτο, ότι περικλείνει σαν αναπόφευκτο στοιχείο τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους, τους πολέμους για την κατάχτηση ξένων εδαφών. Το γεγονός αυτό είναι με τη σειρά του αξιοσημείωτο, γιατί οδηγεί στην αμοιβαία εξασθένιση των ιμπεριαλιστών, στην εξασθένιση των θέσεων του καπιταλισμού γενικά, γιατί φέρνει πιο κοντά τη στιγμή της προλεταριακής επανάστασης, γιατί οδηγεί στην πραχτική ανάγκη αυτής της επανάστασης. Προς Περιεχόμενα

η τρίτη αντίθεση, είναι η αντίθεση ανάμεσα στη χούφτα των κυρίαρχων «πολιτισμένων» εθνών και στις εκατοντάδες εκατομμύρια των αποικιακών και εξαρτημένων λαών του κόσμου. Ο ιμπεριαλισμός είναι η πιο ξετσίπωτη εκμετάλλευση και η πιο απάνθρωπη καταπίεση των εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων του πληθυσμού των απέραντων αποικιών και των εξαρτημένων χωρών. Η απόσπαση υπερκερδών - αυτός είναι ο σκοπός αυτής της εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Ο ιμπεριαλισμός όμως, εκμεταλλευόμενος αυτές τις χώρες, είναι υποχρεωμένος να φτιάχνει εκεί σιδηροδρόμους, φάμπρικες και εργοστάσια, βιομηχανικά και εμπορικά κέντρα. Και τα αναπόφευκτα αποτελέσματα από αυτή την «πολιτική» είναι: η εμφάνιση της τάξης των προλετάριων, η γέννησή μιας ντόπιας διανόησης, το ξύπνημα της εθνικής συνείδησης, το δυνάμωμα του απελευθερωτικού κινήματος. Αυτό το δείχνει ολοφάνερα το δυνάμωμα του επαναστατικού κινήματος σ’ όλες, χωρίς εξαίρεση, τις αποικίες και τις εξαρτημένες χώρες. Το γεγονός αυτό είναι σπουδαίο για το προλεταριάτο, γιατί υποσκάφτει στη ρίζα τους τις θέσεις του καπιταλισμού, και μετατρέπει έτσι τις αποικίες και τις εξαρτημένες χώρες από εφεδρείες του ιμπεριαλισμού σε εφεδρείες της προλεταριακής επανάστασης.

Αυτές είναι γενικά οι κύριες αντιθέσεις του ιμπεριαλισμού, που μετάτρεψαν τον παλιό καπιταλισμό που «άνθιζε», σε καπιταλισμό που πεθαίνει.

Η σημασία του ιμπεριαλιστικού πολέμου, που ξέσπασε πριν δέκα χρόνια, βρίσκεται ανάμεσα στ’ άλλα και στο γεγονός ότι συγκέντρωσε όλες αυτές τις αντιθέσεις σ’ ένα κόμπο και τις έριξε στην πλάστιγγα επιταχύνοντας και διευκολύνοντας τις επαναστατικές μάχες του προλεταριάτου.

Μ’ άλλα λόγια, ο ιμπεριαλισμός δεν οδήγησε μόνο στο γεγονός ότι η επανάσταση έγινε πραχτικά αναπόφευχτη, μα και δημιούργησε τις ευνοϊκές συνθήκες για την άμεση έφοδο ενάντια στα φρούρια του καπιταλισμού.

Αυτή ήταν η διεθνής κατάσταση που γέννησε το λενινισμό. Καλά όλα αυτά, θα μας πουν, μα τι θέση έχει εδώ η Ρωσία, που δεν ήταν και δεν μπορούσε νάναι η κλασική χώρα του ιμπεριαλισμού; Τι σχέση έχει μ’ αυτά ο Λένιν, που δούλεψε πριν απ’ όλα στη Ρωσία και για τη Ρωσία; Γιατί ακριβώς η Ρωσία έγινε η εστία του λενινισμού, η πατρίδα της θεωρίας και της ταχτικής της προλεταριακής επανάστασης;

Γιατί η Ρωσία ήταν ο κόμπος όλων αυτών των αντιθέσεων του ιμπεριαλισμού.

Γιατί η Ρωσία εγκυμονούσε την επανάσταση περισσότερο από κάθε άλλη χώρα και έτσι μόνο αυτή ήταν σε θέση να λύσει τις αντιθέσεις αυτές με επαναστατικό δρόμο.

Ας αρχίσουμε από το γεγονός ότι η τσαρική Ρωσία ήταν η εστία κάθε λογής καταπίεσης - και καπιταλιστικής, και αποικιακής, και στρατιωτικής - στην πιο απάνθρωπη και πιο βάρβαρη μορφή της. Ποιος δεν ξέρει πως στη Ρωσία η παντοδυναμία του κεφαλαίου έσμιγε με το δεσποτισμό του τσαρισμού, η επιθετικότητα του ρωσικού εθνικισμού με τις φρικαλεότητες του τσαρισμού σε βάρος των μη ρωσικών λαών, η εκμετάλλευση ολόκληρων περιοχών της Τουρκίας, της Περσίας, της Κίνας, με το άρπαγμα αυτών των περιοχών απ’ τον τσαρισμό με καταχτητικό πόλεμο; Ο Λένιν είχε δίκιο όταν έλεγε ότι ο τσαρισμός είναι ένας «στρατιωτικο-φεουδαρχικός ιμπεριαλισμός». Ο τσαρισμός αποτελούσε το σημείο όπου συγκεντρώνονταν οι πιο αρνητικές πλευρές του ιμπεριαλισμού, υψωμένες στο τετράγωνο.

Παρακάτω. η τσαρική Ρωσία ήταν η μεγαλύτερη εφεδρεία του δυτικού ιμπεριαλισμού, όχι μονάχα με την έννοια πως άφηνε ελεύθερη την είσοδο στο ξένο κεφάλαιο, που κρατούσε στα χέρια του τόσο αποφασιστικούς τομείς της λαϊκής οικονομίας της Ρωσίας, όπως τις καύσιμες ύλες και τη μεταλλουργία, μα και με την έννοια ότι η Ρωσία μπορούσε να προμηθεύει στους ιμπεριαλιστές της Δύσης εκατομμύρια στρατιώτες. Θυμηθείτε το ρωσικό στρατό των 12 εκατομμυρίων που έχυνε το αίμα του στα ιμπεριαλιστικά μέτωπα, για να εξασφαλίσει ιλιγγιώδη κέρδη στους αγγλογάλλους καπιταλιστές.

Ακόμα, ο τσαρισμός δεν ήταν μονάχα το μαντρόσκυλο του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Ευρώπη, μα και ο πράχτορας του δυτικού ιμπεριαλισμού, για να εισπράττει με τη βία από τον πληθυσμό εκατοντάδες εκατομμύρια τόκους για τα δάνεια που του έδιναν στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στο Βερολίνο και στις Βρυξέλλες.

Τέλος, ο τσαρισμός ήταν ο πιο πιστός σύμμαχος του δυτικού ιμπεριαλισμού για το μοίρασμα της Τουρκίας, της Περσίας, της Κίνας κλπ. Ποιος δεν ξέρει πως ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος διεξήχθηκε από τον τσαρισμό σε συμμαχία με τους ιμπεριαλιστές της Αντάντ και πως η Ρωσία ήταν ένας ουσιαστικός παράγοντας σ’ αυτόν τον πόλεμο;

Να γιατί τα συμφέροντα του τσαρισμού και του δυτικού ιμπεριαλισμού μπλέκονταν μεταξύ τους και, σε τελευταία ανάλυση, συγχωνεύονταν στο ενιαίο κουβάρι των συμφερόντων του ιμπεριαλισμού. Μπορούσε τάχα ο ιμπεριαλισμός της Δύσης να το πάρει απόφαση ότι έχασε ένα τόσο ισχυρό στήριγμα στην Ανατολή και μια τόσο πλούσια εφεδρεία δυνάμεων και μέσων, σαν την παλιά τσαρική, αστική Ρωσία, χωρίς να επιχειρήσει με όλες του τις δυνάμεις να διεξάγει θανάσιμο αγώνα ενάντια στην επανάσταση της Ρωσίας, για να υπερασπίσει και να διατηρήσει τον τσαρισμό; Φυσικά δε μπορούσε!

Απ’ αυτά όμως βγαίνει πως όποιος ήθελε να χτυπήσει τον τσαρισμό, σήκωνε αναπόφευχτα το χέρι του ενάντια στον ιμπεριαλισμό, όποιος ξεσηκωνόταν ενάντια στον τσαρισμό, έπρεπε να ξεσηκωθεί και ενάντια στον ιμπεριαλισμό, γιατί όποιος θ’ ανάτρεπε τον τσαρισμό, έπρεπε να ανατρέψει και τον ιμπεριαλισμό, αν πραγματικά σκεφτόταν όχι μονάχα να τσακίσει τον τσαρισμό, μα και να τον αποτελειώσει πέρα για πέρα. Έτσι, η επανάσταση ενάντια στον τσαρισμό πλησίαζε πολύ στην επανάσταση ενάντια στον ιμπεριαλισμό, στην προλεταριακή επανάσταση κι έπρεπε να μετεξελιχθεί σ' αυτήν.

Στο μεταξύ στή Ρωσία φούντωνε η πιο μεγάλη λαϊκή επανάσταση με επικεφαλής το πιο επαναστατικό προλεταριάτο του κόσμου, που είχε στη διάθεσή του ένα τόσο σοβαρό σύμμαχο σαν την επαναστατική αγροτιά της Ρωσίας. Χρειάζεται μήπως να αποδείξουμε ότι μια τέτια επανάσταση δε μπορούσε να σταματήσει στη μέση του δρόμου, ότι σε περίπτωση επιτυχίας έπρεπε να τραβήξει παραπέρα, υψώνοντας τη σημαία της εξέγερσης ενάντια στον ιμπεριαλισμό; Προς Περιεχόμενα

Να γιατί η Ρωσία έπρεπε να γίνει ο κόμπος των αντιθέσεων του ιμπεριαλισμού, όχι μονάχα με την έννοια ότι οι αντιθέσεις αυτές φανερώνονταν ευκολότερα ακριβώς στη Ρωσία, επειδή είχαν εκεί εξαιρετικά αποκρουστικό και ανυπόφορο χαραχτήρα, και όχι μονάχα γιατί η Ρωσία ήταν σπουδαιότατο στήριγμα του Δυτικού ιμπεριαλισμού, που συνέδεε το χρηματιστικό κεφάλαιο της Δύσης με τις αποικίες της Ανατολής, μα και γιατί μόνο στη Ρωσία υπήρχε εκείνη η πραγματική δύναμη, που ήταν ικανή να λύσει τις αντιθέσεις του ιμπεριαλισμού με επαναστατικό δρόμο.

Απ’ αυτά όμως βγαίνει, ότι η επανάσταση της Ρωσίας δε μπορούσε παρά να γίνει προλεταριακή, δε μπορούσε παρά από τις πρώτες κιόλας μέρες της ανάπτυξής της, να πάρει διεθνή χαραχτήρα, δε μπορούσε παρά να συγκλονίσει έτσι τις ίδιες τις βάσεις του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού.

Μπορούσαν τάχα οι ρώσοι κομμουνιστές μέσα σε μια τέτια κατάσταση, να περιοριστούν στη δουλιά τους στα στενά εθνικά πλαίσια της ρούσικης επανάστασης; Και βέβαια όχι! Αντίθετα, όλη η κατάσταση, τόσο η εσωτερική (βαθιά επαναστατική κρίση), όσο και η εξωτερική (πόλεμος), τους έσπρωχναν να βγουν στη δράση τους απ’ αυτά τα πλαίσια, να μεταφέρουν την πάλη στο διεθνή στίβο, να ξεσκεπάσουν τη σαπίλα του ιμπεριαλισμού, να δείξουν ότι η χρεωκοπία του καπιταλισμού είναι αναπόφευχτη, να τσακίσουν το σοσιαλσωβινισμό και το σοσιαλπασιφισμό και τέλος να ανατρέψουν στη δικιά τους τη χώρα τον καπιταλισμό και να σφυρηλατήσουν για το προλεταριάτο ένα καινούργιο όπλο πάλης, τη θεωρία και την ταχτική της προλεταριακής επανάστασης, για να διευκολύνουν τους προλετάριους όλων των χωρών στο έργο της ανατροπής του καπιταλισμού. Οι ρώσοι κομμουνιστές δε μπορούσαν να ενεργήσουν διαφορετικά, γιατί ακολουθώντας μονάχα αυτόν το δρόμο ήταν δυνατό να υπολογίζουν σε ορισμένες αλλαγές στη διεθνή κατάσταση, που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν τη Ρωσία από την παλινόρθωση του αστικού καθεστώτος.

Να γιατί η Ρωσία έγινε η εστία του λενινισμού και ο αρχηγός των ρώσων κομμουνιστών, ο Λένιν, ο δημιουργός του.

Με τη Ρωσία και με το Λένιν «συνέβηκε» ο,τι πάνω κάτω είχε συμβεί στη Γερμανία με τους Μαρξ-Ένγκελς στα 1840-1850. Η Γερμανία εγκυμονούσε τότε την αστική επανάσταση, οπως ακριβώς η Ρωσία στις Αρχές του 20ού αιώνα. Ο Μαρξ έγραφε τότε στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο»:

«Οι Κομμουνιστές στρέφουν την κύρια προσοχή τους στη Γερμανία γιατί η Γερμανία βρίσκεται στις παραμονές μιας αστικής επανάστασης, γιατί η Γερμανία θα κάνει αυτή την επανάσταση μέσα σε πιο προχωρημένες συνθήκες του ευρωπαϊκού πολιτισμού γενικά, με πολύ πιο αναπτυγμένο προλεταριάτο από την Αγγλία του 17ου και τη Γαλλία του 18ου αιώνα. Η Γερμανική αστική επανάσταση επομένως δεν μπορεί παρά να είναι μονάχα το άμεσο προοίμιο της προλεταριακής επανάστασης».

Με άλλα λόγια, το κέντρο του επαναστατικού κινήματος μετατοπιζότανε στη Γερμανία.

Ζήτημα είναι αν μπορεί κανείς να αμφιβάλει, ότι αυτό ακριβώς το γεγονός, που τονίζει ο Μαρξ στο πιο πάνω απόσπασμα, ήταν πιθανότατα η αιτία ότι η Γερμανία ίσα-ίσα έγινε η πατρίδα του επιστημονικού σοσιαλισμού, και οι αρχηγοί του γερμανικού προλεταριάτου, Μαρξ και Ένγκελς, οι δημιουργοί του.

Το ίδιο πρέπει να πούμε, μα σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό, για τη Ρωσία στις Αρχές του 20ού αιώνα. Η Ρωσία στην περίοδο αυτή βρισκότανε στις παραμονές της αστικής επανάστασης και έπρεπε να κάνει αυτή την επανάσταση μέσα σε ακόμα πιο προχωρημένες συνθήκες στην Ευρώπη και με πιο αναπτυγμένο προλεταριάτο από τη Γερμανία (χωρίς να γίνεται λόγος για την Αγγλία και τη Γαλλία). Κι όλα τα στοιχεία έδειχναν πως η επανάσταση αυτή θα γινόταν το προζύμι και ο πρόλογος της προλεταριακής επανάστασης. Δε μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο το γεγονός ότι ο Λένιν ακόμα το 1902, τον καιρό που μόλις άρχιζε η ρούσικη επανάσταση, έγραφε στη μπροσούρα του «Τι να κάνουμε;» τα προφητικά αυτά λόγια:

«Η ιστορία έβαλε τώρα μπροστά μας (δηλ. στους ρώσους μαρξιστές I. Σταλιν) ένα άμεσο καθήκον, που είναι το πιο επαναστατικό, απ’ όλα τα πιο άμεσα καθήκοντα του προλεταριάτου οποιασδήποτε άλλης χώρας...» «η πραγματοποίηση του καθήκοντος αυτού, η καταστροφή του πιο ισχυρού προμαχώνα όχι μονάχα της ευρωπαϊκής, μα και της ασιατικής αντίδρασης, θα έκανε το ρωσικό προλεταριάτο πρωτοπορεία του διεθνούς επαναστατικού προλεταριάτου».(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ.IV, σελ.382)
(Ας σημειωθεί ότι όλες οι παραπομπές στα έργα του Λένιν αφορούν τη 4η ρωσική έκδοση των Απάντων του Λένιν, που έγινε από το Ινστιτούτο Μαρξ – Ένγκελς – Λένιν της Μόσχας, Σημ. Μετ.)

Μ’ άλλα λόγια, το κέντρο του επαναστατικού κινήματος έπρεπε να μετατοπιστεί στη Ρωσία.

Είναι γνωστό ότι η πορεία της επανάστασης στη Ρωσία δικαίωσε πέρα για πέρα την πρόβλεψη αυτή του Λένιν.

Είναι τάχα παράξενο ύστερα απ όλα αυτά ότι η χώρα που έκανε μια τέτια επανάσταση και που έχει ένα τέτιο προλεταριάτο, έγινε η πατρίδα της θεωρίας και της ταχτικής της προλεταριακής επανάστασης;

Είναι τάχα παράξενο γεγονός ότι ο αρχηγός αυτού του προλεταριάτου, ο Λένιν, έγινε ταυτόχρονα ο δημιουργός ατής της θεωρίας και αυτής της ταχτικής και ο αρχηγός του διεθνούς προλεταριάτου;

Επιστροφή στην Περιεχόμενα

II

Η ΜΕΘΟΔΟΣ

Είπα πιο πάνω πως ανάμεσα στο Μαρξ και τον Ένγκελς από το ένα μέρος και στο Λένιν από το άλλο, μεσολαβεί μια ολόκληρη περίοδος κυριαρχίας του οππορτουνισμού της ΙΙης Διεθνούς. Για την ακρίβεια πρέπει να προσθέσω ότι δεν πρόκειται εδώ για την τυπική κυριαρχία του οππορτουνισμού, αλλά μόνο για την πραγματική του κυριαρχία. Τυπικά, επικεφαλής της ΙΙης Διεθνούς βρίσκονταν oι «πιστοί» μαρξιστές, οι «ορθόδοξοι», όπως ο Καούτσκι και άλλοι. Στην πραγματικότητα όμως, η βασική δουλιά της ΙΙης Διεθνούς διεξαγόταν πάνω στη γραμμή του οπορτουνισμού. Οι οππορτουνιστές προσαρμόζονταν στην αστική τάξη λόγω της μικροαστικής τους φύσης που έκλινε προς τις προσαρμογές. Οι «ορθόδοξοι» προσαρμόζονταν με τη σειρά τους στους οππορτουνιστές για το συμφέρον τής διατήρησης της ενότητας» με τους οππορτουνιστές και για το συμφέρον της «ειρήνης μέσα στο κόμμα». Tο αποτέλεσμα ήταν η κυριαρχία του οππορτουνισμού, γιατί η αλυσίδα που συνένωνε την πολιτική της αστικής τάξης με την πολιτική των «ορθόδοξων» ήταν συνεχής.

Ήταν η περίοδος μιας σχετικά ειρηνικής ανάπτυξης του καπιταλισμού, η προπολεμική, σα να λέμε, περίοδος, όταν οι καταστρεπτικές αντιθέοεις του ιμπεριαλισμού δεν είχαν ακόμα προλάβει να εκδηλωθούν πέρα για πέρα, όταν οι οικονομικές απεργίες των εργατών και τα επαγγελματικά συνδικάτα αναπτύσσονταν λίγο πολύ «κανονικά», όταν ο εκλογικός αγώνας και οι κοινοβουλευτικές ομάδες σημείωναν «ιλιγγιώδεις» επιτυχίες, όταν οι νόμιμες μορφές πάλης ανεβάζονταν ως τα ουράνια και όταν νόμιζαν πως με τη νομιμότητα θα «σκοτώσουν» τον καπιταλισμό, όταν, με λίγα λόγια, τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς πάχαιναν και δεν ήθελαν να σκεφτούν στα σοβαρά για την επανάσταση, για τη διχτατορία του προλεταριάτου, για την επαναστατική διαπαιδαγώγηση των μαζών.

Αντί μια ολοκληρωμένη θεωρία, είχαμε αντιφατικές θεωρητικές θέσεις και κομμάτια της θεωρίας αποσπασμένα από τη ζωντανή επαναστατική πάλη των μαζών και μεταβλημένα σε σαθρά δόγματα. Φυσικά, για τα μάτια, θυμούνταν τη θεωρία του Μαρξ, μα μονάχα για να ευνουχίσουν το ζωντανό επαναστατικό της πνεύμα. Προς Περιεχόμενα

Αντί μια επαναστατική πολιτική, είχαμε μαραζωμένο μικροαστισμό και νηφάλιο πολιτικαντισμό, κοινοβουλευτική διπλωματία και κοινοβουλευτικούς συνδυασμούς. Φυσικά, για τα μάτια, ψηφίζονταν «επαναστατικές» αποφάσεις και συνθήματα, μα μονάχα για να μπούν στο χρονοντούλαπο.

Αντί να διαπαιδαγωγούν και να μορφώνουν το κόμμα με τη σωστή επαναστατική ταχτική, πάνω στη βάση των ίδιων του των λαθών, απόφευγαν προσεχτικά τα φλέγοντα ζητήματα, τα έπνιγαν, τα σκέπαζαν. Φυσικά, για τα μάτια, δεν αρνούνταν να συζητήσουν τα φλέγοντα ζητήματα, μα μόνο για να πάρουν κάποια «ελαστική» απόφαση.

Να ποια ήταν η φυσιογνωμία της ΙΙης Διεθνούς, η μέθοδος της δουλιάς της, το οπλοστάσιό της.

Στο μεταξύ πλησίαζε η καινούργια περίοδος των ιμπεριαλιστικών πολέμων και των επαναστατικών συγκρούσεων του προλεταριάτου. Οι παλιές μέθοδες πάλης αποδείχνονταν ολοφάνερα ανεπαρκείς και ανίσχυρες μπροστά στην παντοδυναμία του χρηματιστικού κεφαλαίου.

Ήταν απαραίτητο να αναθεωρηθεί όλη η δουλιά της ΙΙης Διεθνούς, όλη η μέθοδος της δουλιάς της, να ξεριζωθεί ο μικροαστισμός, η στενοκεφαλιά, ο πολιτικαντισμός, η αποστασία, ο σοσιαλσωβινισμός και ο σοσιαλπασιφισμός. Ήταν απαραίτητο να ελεγχθεί ολόκληρο το οπλοστάσιο της ΙΙης Διεθνούς, να πεταχτεί καθετί το σκουριασμένο και το παλιό, να σφυρηλατηθούν καινούργια όπλα. Δίχως μια τέτια προκαταρκτική δουλιά, θάταν άσκοπο ν’ αρχίσουμε τον πόλεμο με τον καπιταλισμό. Δίχως αυτό, το προλεταριάτο κινδύνευε να βρεθεί όχι αρκετά εξοπλισμένο ή και απλούστατα άοπλο, μπροστά στις νέες επαναστατικές συγκρούσεις.

Στο λενινισμό έλαχε η τιμή να κάνει το γενικό έλεγχο και τη γενική εκκαθάριση της κόπρου του Αυγείου της ΙΙης Διεθνούς.

Να μέσα σε ποιες συνθήκες γεννήθηκε και σφυρηλατήθηκε η μέθοδος του λενινισμού.

Σε τι συνίστανται οι απαιτήσεις αυτής της μεθόδου;

Πρώτο: Στον έλεγχο των θεωρητικών δογμάτων της ΙΙης Διεθνούς μέσα ατή φωτιά της επαναστατικής πάλης των μαζών, μέσα στη φωτιά της ζωντανής πραχτικης, δηλ., στην αποκατάσταση της παραβιασμένης ενότητας ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη, εξάλειψη της διάσπασης που υπήρχε ανάμεσα τους, γιατί μονάχα έτσι μπορεί να δημιουργηθεί ένα πραγματικά προλεταριακό κόμμα, εξοπλισμένο με την επαναστατική θεωρία.

Δεύτερο: Στον έλεγχο της πολίτικης των κομμάτων της ΙΙης Διεθνούς, όχι σύμφωνα με τα συνθήματα και τις αποφάσεις τους (που δεν πρέπει να τις πιστεύουμε), μα σύμφωνα με τα έργα τους, σύμφωνα με τις πράξεις τους, γιατί μονάχα έτσι μπορεί κανείς να καταχτήσει την εμπιστοσύνη των προλεταριακών μαζών και να είναι άξιος αυτής της εμπιστοσύνης.

Τρίτο: Στην αναδιοργάνωση όλης της κομματικής δουλιάς με νέο επαναστατικό τρόπο, στο πνεύμα της διαπαιδαγώγησης και της προετοιμασίας των μαζών για την επαναστατική πάλη, γιατί μονάχα έτσι μπορούν να προετοιμαστούν οι μάζες για την προλεταριακή επανάσταση.

Τέταρτο: Στην αυτοκριτική των προλεταριακών κομμάτων, στη μόρφωση και διαπαιδαγώγησή τους με τα ίδια τους τα λάθη, γιατί μονάχα έτσι μπορούν να διαπαιδαγωγηθούν πραγματικά στελέχη και πραγματικοί ηγέτες του κόμματος.

Αυτή είναι η βάση και η ουσία της μεθόδου του λενινισμού.

Πως εφαρμοζόταν η μέθοδος αυτή στην πράξη;

Οι οππορτουνιστές της ΙΙης Διεθνούς έχουν μια σειρά θεωρητικά δόγματα, που κόλλησαν πάνω σ’ αυτά και που περιστρέφονται γύρω τους. Ας πάρουμε μερικά απ’ αυτά.

Πρώτο δόγμα: σχετικά με τις συνθήκες της κατάληψης της εξουσίας απ' το προλεταριάτο. Οι οππορτουνιστές ισχυρίζονται πως το προλεταριάτο δε μπορεί και δεν πρέπει να πάρει την εξουσία αν δεν αποτελεί το ίδιο την πλειοψηφία μέσα στη χώρα. Κανενός είδους αποδείξεις δε φέρνουν γι’ αυτό, γιατί δεν είναι δυνατό να δικαιολογήσουν, ούτε θεωρητικά, ούτε πραχτικά αυτή την παράλογη θέση. Ας παραδεχτούμε πως έτσι είναι, απαντά ο Λένιν στους κυρίους της ΙΙης Διεθνούς. Αν όμως δημιουργηθεί μια τέτια ιστορική κατάσταση (πόλεμος, αγροτική κρίση, κλπ.), μέσα στην οποία το προλεταριάτο, που αποτελεί τη μειοψηφία του πληθυσμού, έχει τη δυνατότητα να συσπειρώσει γύρω του την τεράστια πλειοψηφία των εργαζομένων μαζών, γιατί τότε να μην πάρει την εξουσία; Γιατί το προλεταριάτο να μην επωφεληθεί από μια ευνοϊκή διεθνή και εσωτερική κατάσταση για να σπάσει το μέτωπο του κεφαλαίου και να επιταχύνει τη γενική λύση; Μήπως ο Μαρξ δεν έλεγε ακόμα από το 1850-1860, ότι η υπόθεση της προλεταριακής επανάστασης στη Γερμανία θα πήγαινε «περίφημα» αν ήταν δυνατό να υποστηριχτεί, «ας πούμε, από μια δεύτερη έκδοση του πολέμου των χωρικών»; Μήπως δεν είναι πασίγνωστο πως οι προλετάριοι της Γερμανίας ήταν τότε σχετικά λιγότεροι από τους προλετάριους, λογουχάρη της Ρωσίας στα 1917; Μήπως η πείρα της ρωσικής προλεταριακής επανάστασης δεν απόδειξε ότι το αγαπημένο αυτό δόγμα των ηρώων της ΙΙης Διεθνούς, δεν έχει καμιά ζωτική σημασία για το προλεταριάτο; Μήπως δεν είναι ολοφάνερο ότι η πείρα τη επαναστατικής πάλης των μαζών ανατρέπει και τσακίζει το σαθρό αυτό δόγμα; Προς Περιεχόμενα

Δεύτερο δόγμα. το προλεταριάτο δε μπορεί να κρατηθεί στην εξουσία αν δε διαθέτει επαρκή αριθμό έτοιμων πολιτισμένων και διοικητικά διαπαιδαγωγημένων στελεχών, ικανών να οργανώσουν τη διακυβέρνηση της χώρα. Πρέπει πρώτα να φτιάξουμε τέτια στελέχη μέσα στις συνθήκες του καπιταλισμού κι υστέρα να πάρουμε την εξουσία. Ας παραδεχτούμε πως είναι έτσι, απαντά ο Λένιν. Μα γιατι να μην αντιστρέψουμε το πρόβλημα έτσι, ώστε να πάρουμε πρώτα την εξουσία, για να δημιουργήσουμε ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη του προλεταριάτου και ύστερα να τραβήξουμε μπρος με γιγάντια βήματα, για ν’ ανεβάσουμε το εκπολιτιστικό επίπεδο των εργαζομένων μαζών, για να καταρτίσουμε πολυάριθμα καθοδηγητικά και διοικητικά στελέχη από τους εργάτες; Μήπως η ρωσική πείρα δεν απέδειξε ότι τα καθοδηγητικά στελέχη που προέρχονται απ’ τους εργάτες αναπτύσσονται κάτω από την προλεταριακή εξουσία εκατό φορές πιο γρήγορα και πιο σίγουρα παρά κάτω από την εξουσία του κεφαλαίου; Μήπως δεν είναι ολοφάνερο ότι η πραχτική της επαναστατικής πάλης των μαζών τσακίζει αμείλιχτα και αυτό το θεωρητικό δόγμα των οππορτουνιστών;

Τρίτο δόγμα. Η μέθοδος της γενικής πολιτικής απεργίας είναι απαράδεχτη για το προλεταριάτο, γιατί είναι θεωρητικά αστήριχτη (βλέπε την κριτική του Ένγκελς), πραχτικά επικίνδυνη (μπορεί να διαταράξει την κανονική πορεία της οικονομικής ζωής της χώρας, και να αδειάσει τα ταμεία των επαγγελματικών συνδικάτων), γιατί δε μπορεί να αντικαταστήσει τις κοινοβουλευτικές μορφές πάλης, που είναι η κύρια μορφή της ταξικής πάλης του προλεταριάτου. Καλά, απαντούν oι λενινιστές, μα πρώτα ο Ένγκελς δεν κατάκρινε κάθε γενική απεργία, αλλά μονάχα ένα ορισμένο είδος γενικής απεργίας, τη γενική οικονομική απεργία των αναρχικών, που οι αναρχικοί την πρότειναν στη θέση της πολιτικής πάλης του προλεταριάτου. Τι σχέση όμως μπορεί να έχει αυτό με τη μέθοδο της γενικής πολιτικής απεργίας; Δεύτερο, που και ποιος απόδειξε ότι η κοινοβουλευτική μορφή πάλης είναι η κύρια μορφή πάλης του προλεταριάτου; Μήπως η ιστορία του επαναστατικού κινήματος δε μας δείχνει ότι η κοινοβουλευτική πάλη είναι μονάχα σχολειό και βοηθητικό μέσο για την οργάνωση της εξωκοινοβουλευτικής πάλης του προλεταριάτου και ότι τα βασικά προβλήματα του εργατικού κινήματος στον καπιταλισμό λύνονται δυναμικά, με την άμεση πάλη των προλεταριακών μαζών, με τη γενική τους απεργία, με την εξέγερσή τους; Τρίτο, που το βρήκαν το ζήτημα της αντικατάστασης της κοινοβουλευτικής πάλης με τη μέθοδο της γενικής πολιτικής απεργίας; Που και πότε προσπάθησαν οι οπαδοί της γενικής πολιτικής απεργίας ν’ αντικαταστήσουν τις κοινοβουλευτικές μορφές πάλης με τις εξωκοινοβουλευτικές μορφές πάλης; Τέταρτο, μήπως η επανάσταση στη Ρωσία δεν έδειξε ότι η γενική πολιτική απεργία είναι το μεγαλύτερο σχολειό για την προλεταριακή επανάσταση και αναντικατάστατο μέσο για την κινητοποίηση και την οργάνωση των πλατιών μαζών του προλεταριάτου στις παραμονές της εφόδου ενάντια στα φρούρια του καπιταλισμού; Τι δουλιά έχουν εδώ οι μικροαστικές κλάψες για διατάραξη της κανονικής πορείας της οικονομικής ζωής και για τα ταμεία των επαγγελματικών συνδικάτων; Μήπως δεν είναι ολοφάνερο ότι η πραχτική της επαναστατικής πάλης τσακίζει κι αυτό το δόγμα των οππορτουνιστών;

Κτλ. Κτλ.

Να γιατί ο Λένιν έλεγε ότι «η επαναστατική θεωρία δεν είναι δόγμα», ότι «διαμορφώνεται τελικά μόνο σε στενή σύνδεση με την πραχτική ενός πραγματικά μαζικού και πραγματικά επαναστατικού κινήματος» («Παιδική αρρώστια»), γιατί η θεωρία πρέπει να εξυπηρετεί την πραχτική, γιατί «η θεωρία πρέπει ν’ απαντά στα ερωτήματα που βάζει η πραχτική» («Φίλοι του λαού»), γιατί πρέπει να ελέγχεται από τα δεδομένα της πραχτικής.

Όσον αφορά τα πολιτικά συνθήματα και τις πολιτικές αποφάσεις των κομμάτων της ΙΙης Διεθνούς, φτάνει να θυμηθούμε την ιστορία του συνθήματος «πόλεμος στον πόλεμο», για να καταλάβουμε όλη την υποκρισία και όλη τη σαπίλα της πολιτικής πραχτικής αυτών των κομμάτων, που κρύβουν το αντεπαναστατικό τους έργο με πομπώδικα επαναστατικά συνθήματα και αποφάσεις. 'Όλοι θυμούνται την πομπώδικη δήλωση της ΙΙης Διεθνούς στο συνέδριο της Βασιλείας που απειλούσε τους ιμπεριαλιστές μ’ όλες τις φρίκες μιας εξέγερσης και με το φοβερό σύνθημα «πόλεμος στον πόλεμο», αν θα τολμούσαν ν’ αρχίσουν τον πόλεμο. Ποιος όμως δε θυμάται ότι λίγο αργότερα, λίγο πριν αρχίσει ο πόλεμος, η απόφαση της Βασιλείας μπήκε στο χρονοντούλαπο και ρίχτηκε άλλο σύνθημα στους εργάτες: το σύνθημα να αλληλοεξοντώνονται για τη δόξα της καπιταλιστικής πατρίδας; (Το συνέδριο της I I Διεθνούς στη Βασιλεία έγινε στις 24-25 του Νοέμβρη 1912. Το συνέδριο αυτό είχε κληθεί με αφορμή το Βαλκανικό πόλεμο και των απειλή του παγκόσμιου πολέμου. Στο συνέδριο εξετάστηκε μόνο ένα ζήτημα: Η διεθνής κατάσταση και οι κοινές ενέργειες ενάντια στον πόλεμο. Στο Μανιφέστο του, το συνέδριο καλούσε τους εργάτες να χρησιμοποιήσουν την οργάνωση και τη δύναμη του προλεταριάτου, στον επαναστατικό αγώνα ενάντια στον κίνδυνο του πολέμου, να κηρύξουν «πόλεμο στον πόλεμο», Σημ. Μετ.) Μήπως δεν είναι ξεκάθαρο ότι τα επαναστατικά συνθήματα και οι αποφάσεις δεν αξίζουν πεντάρα, αν δεν ενισχύονται από έργα; Φτάνει να παραβάλουμε τη λενινιστική πολιτική για τη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο, με την προδοτική πολιτική της ΙΙης Διεθνούς στο διάστημα του πολέμου, για να καταλάβουμε όλη την προστυχιά των πολιτικάντηδων του οππορτουνισμού, όλο το μεγαλείο της μεθόδου του λενινισμού. Δε μπορώ να μην αναφέρω εδώ ένα κομμάτι από το βιβλίο του Λένιν«Η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Καούτσκι», όπου ο Λένιν μαστιγώνει αλύπητα την οππορτουνιστική προσπάθεια του ηγέτη της ΙΙης Διεθνούς Κ. Καούτσκι, να κρίνει τα κόμματα όχι απ’ τα έργα τους, μα από τα συνθήματα και τις αποφάσεις που υπάρχουν μονάχα στα χαρτιά:

«O Καούτσκι κανει μια τυπική μικροαστική, φιλισταϊκή πολιτική, όταν φαντάζεται... ότι το ρίξιμο ενός συνθήματος μεταβάλλει τάχα την υπόθεση. Όλη η ιστορία της αστικής δημοκρατίας ξεσκεπάζει αυτή την αυταπάτη: Οι αστοί δημοκράτες για να ξεγελάσουν το λαό πάντα έριχναν και πάντα ρίχνουν ο,τι λογής «συνθήματα» θέλεις. Όμως το ζήτημα είναι να ελέγξεις την ειλικρίνειά τους, να παραβάλεις τα λόγια με τα έργα , να μην ικανοποιείσαι με τις ιδεαλιστικές ή τσαρλατάνικες φράσεις, μα να αναζητάς το πραγματικό ταξικό περιεχόμενο».(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIII σελ. 377).

Δε μιλώ πια για το φόβο που νιώθουν τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς μπρος στην αυτοκριτική, για τους τρόπους που χρησιμοποιούν για να συγκαλύπτουν τα λάθη τους, για να σκεπάζουν τα φλέγοντα ζητήματα, να κρύβουν τις ελλείψεις τους με την επίδειξη μιας ψεύτικης πραγματικότητας, ότι όλα πάνε εντάξει, πράγμα που αμβλύνει τη ζωντανή σκέψη και φρενάρει το έργο της επαναστατικής διαπαιδαγώγησης του κόμματος με βάση τα ίδια του τα λάθη, για τους τρόπους αυτούς που τούς ειρωνεύτηκε και τους καυτηρίασε ανοιχτά ο Λένιν. Να τι γράφει ο Λένιν για την αυτοκριτική των προλεταριακών κομμάτων στο βιβλίο του «Η Παιδική αρρώστια»:

«Η στάση ενός πολιτικού κόμματος μπροστά στα λάθη του είναι ένα από τα σπουδαιότερα και ασφαλέστερα κριτήρια για την σοβαρότητα του κόμματος και για την εκπλήρωσή στην πράξη των υποχρεώσεών του απέναντι στην τάξη του και στις εργαζόμενες μάζες. Να παραδέχεται ανοιχτά το λάθος του, να αποκαλύπτει τις αίτιες του, να αναλύει την κατάσταση που το γέννησε, να εξετάζει προσεκτικά τα μέσα για να το διορθώσει, αυτό είναι το γνώρισμα ενός σοβαρού κόμματος, αυτό θα πει εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, αυτό θα πει διαπαιδαγώγηση και μόρφωση της τάξης και έπειτα της μάζας». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV σελ.200). Προς Περιεχόμενα

Μερικοί λένε ότι η αποκάλυψη των λαθών του και η αυτοκριτική είναι επικίνδυνες για το κόμμα, γιατί μπορεί να χρησιμοποιηθούν από τους αντίπαλους ενάντια στο κόμμα του προλεταριάτου. Τέτιου είδους αντιρρήσεις ο Λένιν δεν τις θεωρούσε σοβαρές αλλά ολότελα λαθεμένες. Να τι έλεγε για το ζήτημα αυτό το 1904, όταν το κόμμα μας ήταν ακόμα μικρό κι ασήμαντο, στο βιβλίο του «Ένα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω»:

«Αυτοι (δηλαδή οι αντίπαλοι των μαρξιστών, I. Στάλιν) χαιρεκακούν και σαρκάζουν όταν βλέπουν τις διαφωνίες μας. Θα προσπαθήσουν, φυσικά, ορισμένα μέρη της μπροσούρας μου, που αφορούν τις αδυναμίες και τις ελλείψεις του κόμματός μας, να τα αποσπάσουν από τη συνοχή τους και να τα χρησιμοποιήσουν για τους σκοπούς τους. Οι Ρώσοι μαρξιστές όμως, είναι αρκετά μπαρουτοκαπνισμένοι για να μην ταράζονται από τέτια ψιλοτσιμπήματα και για να συνεχίζουν, παρ’ όλα αυτά, να κάνουν αυτοκριτική και να ξεσκεπάζουν αμείλιχτα τις αδυναμίες τους, που θα ξεπεραστούν, αναπόφευχτα και σίγουρα με την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. VI σελ. 161).

Αυτά είναι γενικά τα χαραχτηριστικά γνωρίσματα της μεθόδου του λενινισμού.

Αυτό που μας δίνει η μέθοδος του Λένιν υπήρχε βασικά στη διδασκαλία του Μαρξ, που, σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Μαρξ, είναι «στην ουσία της κριτική και επαναστατική». Αυτό ακριβώς το κριτικό και επαναστατικό πνεύμα διαπνέει από την αρχή ως το τέλος τη μέθοδο του Λένιν. Δε θάταν όμως σωστό να νομίζουμε, ότι η μέθοδος του Λένιν είναι άπλή αποκατάσταση εκείνου που έδωσε ο Μαρξ. Στην πραγματικότητα η μέθοδος του Λένιν δεν είναι μονάχα η αποκατάσταση, μα και η συγκεκριμενοποίηση και η παραπέρα ανάπτυξη της κριτικής και επαναστατικής μεθόδου του Μαρξ, της υλιστικής διαλεχτικής του.

[Επιστροφή στην Περιεχόμενα]

ΙΙΙ

Η ΘΕΩΡΙΑ

Από το θέμα αυτό θα πιάσω τρία ζητήματα:

α) τη σημασία της θεωρίας για το προλεταριακό κίνημα,

β) την κριτική της «θεωρίας» του αυθόρμητου και

γ) τη θεωρία της προλεταριακής επανάστασης.

1. Η σημασία της θεωρίας. Μερικοί νομίζουν ότι ο λενινισμός είναι η υπεροχή της πραχτικής μπρος στη θεωρία, με την έννοια ότι το κυριότερο στο λενινισμό είναι η εφαρμογή των μαρξιστικών θέσεων στην πράξη, η «εκπλήρωση» αυτών των θέσεων και ότι, όσον αφορά τη θεωρία, ο λενινισμός δείχνει τάχα κάποια αφροντισιά απέναντί της. Είναι γνωστό ότι ο Πλεχάνοφ πολλές φορές είχε ειρωνευτεί την «αφροντισιά» του Λένιν για τη θεωρία και κυρίως για τη φιλοσοφία. Είναι ακόμα γνωστό, ότι πολλοί σημερινοί πραχτικοί λενινιστές δεν πολυαγαπούν τη θεωρία, κυρίως λόγω της τεράστιας πραχτικής δουλιάς που η κατάσταση τους υποχρεώνει να διεξάγουν. Είμαι υποχρεωμένος να δηλώσω ότι, αυτή η κάτι παραπάνω από παράξενη γνώμη για το Λένιν και το λενινισμό είναι ολότελα λαθεμένη, δεν ανταποκρίνεται καθόλου στην πραγματικότητα και ότι η τάση των πραχτικών να αποφεύγουν τη θεωρία είναι αντίθετη προς όλο το πνεύμα του λενινισμού και εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους για την υπόθεσή μας.

Η θεωρία είναι η πειρα του εργατικού κινήματος όλων των χωρών, παρμένη στη γενική της μορφή. Φυσικά η θεωρία χάνει το περιεχόμενό της αν δε συνδέεται με την επαναστατική πραχτική, ακριβώς όπως και η πραχτική γίνεται τυφλή, αν ο δρόμος της δε φωτίζεται από την επαναστατική θεωρία. Η θεωρία όμως μπορεί να μετατραπεί σε τεράστια δύναμη του εργατικού κινήματος, αν διαμορφώνεται σε αδιάρρηχτη σύνδεση με την επαναστατική πραχτική, γιατί αυτή και μόνο αυτή μπορεί να δώσει στο κίνημα τη βεβαιότητα, τη δύναμη του προσανατολισμού και την κατανόηση της εσωτερικής σχέσης των γεγονότων που γίνονται γύρω μας, γιατί αυτή και μονάχα αυτή μπορεί να βοηθήσει την πραχτική να καταλάβει όχι μόνο πως και προς τα που κινούνται οι τάξεις σήμερα, μα και πως και πρός τα που θα κινηθούν στο κοντινό μέλλον. Ο Λένιν ήταν εκείνος που έλεγε και επαναλάβαινε δεκάδες φορές τη γνωστή θέση ότι:

«Χωρίς επαναστατική θεωρία δε μπορεί να υπάρχει επαναστατικό κίνημα» (Η υπογράμμιση δική μου. Ι. Στάλιν) (Βλ. Λένιν , Άπαντα, τόμ. IV, σελ. 380).

Ο Λένιν καταλάβαινε καλύτερα από κάθε άλλον τη μεγάλη σημασία που έχει η θεωρία, ιδιαίτερα για ένα κόμμα σαν το δικό μας, έχοντας υπόψη το ρόλο του πρωτοπόρου αγωνιστή του διεθνούς προλεταριάτου που του έλαχε να παίξει και την πολύπλοκη εσωτερική και διεθνή κατάσταση μέσα στην οποία βρίσκεται. Μαντεύοντας, από το 1902 ακόμα, αυτόν τον ιδιαίτερο ρόλο του κόμματός μας, θεώρησε απαραίτητο από τότε κιόλας να θυμίσει ότι:

«Το ρόλο του πρωτοπόρου αγωνιστή μπορεί να τον παίξει μονάχα ένα κόμμα που καθοδηγείται από μια πρωτοπόρα θεωρία». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. IV, σελ. 380).

Δε χρειάζεται να αποδείξουμε πως τώρα που πραγματοποιήθηκε η πρόγνωση αυτή του Λένιν για το ρόλο του κόμματός μας, η θέση του αυτή αποχτά ιδιαίτερη δύναμη και ιδιαίτερη σημασία.

Ίσως σαν η λαμπρότερη έκφραση της μεγάλης σημασίας που έδινε ο Λένιν στη θεωρία, θα έπρεπε να θεωρηθεί το γεγονός ότι ο Λένιν, κι όχι κανένας άλλος, ήταν εκείνος που καταπιάστηκε να πραγματοποιήσει το σοβαρότατο καθήκον: να γενικεύσει στο πεδίο της υλιστικής φιλοσοφίας τα σπουδαιότερα, από όσα έδωσε η επιστήμη από τον καιρό του Ένγκελς ως το Λένιν και να υποβάλει σε ολόπλευρη κριτική τα αντιυλιστικά ρεύματα που υπήρχαν μέσα στους μαρξιστές. Ο Ένγκελς έλεγε ότι: «ο υλισμός είναι υποχρεωμένος να παίρνει καινούργια μορφή με κάθε νέα μεγάλη ανακάλυψη». Είναι γνωστό πως αυτό το καθήκον το πραγματοποίησε στην εποχή του μονάχα ο Λένιν στο περίφημο βιβλίο του «Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός». Είναι γνωστό ακόμα ότι ο Πλεχάνοφ, που του άρεσε να ειρωνεύεται την «αφροντισιά» του Λένιν για τη φιλοσοφία, δεν είχε αποφασίσει να καταπιαστεί στα σοβαρά με ένα τέτιο καθήκον. Προς Περιεχόμενα

2. Η κριτική της «θεωρίας» του αυθόρμητου, ή ο ρόλος της πρωτοπορίας στο κίνημα. Η «θεωρία» του αυθόρμητου είναι θεωρία του οππορτουνισμού, η θεωρία της υπόκλισης μπρος στο αυθόρμητο του εργατικού κινήματος, η θεωρία που αρνείται στην πράξη τον καθοδηγητικό ρόλο της πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, του κόμματος της εργατικής τάξης.

Η θεωρία της υπόκλισης μπρος στο αυθόρμητο στρέφεται αποφασιστικά ενάντια στον επαναστατικό χαραχτήρα του εργατικού κινήματος, τάσσεται ενάντια στο γεγονός ότι το κίνημα πρέπει να ακολουθήσει τη γραμμή της πάλης ενάντια στις βάσεις του καπιταλισμού, υποστηρίζει ότι το κίνημα πρέπει να ακολουθεί αποκλειστικά τη γραμμή της υποβολής «πραγματοποιήσιμων» και «παραδεχτών» από τον καπιταλισμό διεκδικήσεων, τάσσεται ολοκληρωτικά υπέρ της «γραμμής της μικρότερης αντίστασης». Η θεωρία του αυθόρμητου είναι η ιδεολογία του τρέϊντ-γιουνιονισμού.

Η θεωρία της υπόκλισης μπρος στο αυθόρμητο αντιτίθεται αποφασιστικά στο να δοθεί συνειδητός, σχεδιασμένος χαραχτήρας στο αυθόρμητο κίνημα, αντιτίθεται στο να προπορεύεται το κόμμα από την εργατική τάξη, στο να ανεβάζει το κόμμα τις μάζες ως το επίπεδο της συνειδητότητας, στο να οδηγεί το κόμμα μαζί του το κίνημα. Υποστηρίζει ότι τα συνειδητά στοιχεία του κινήματος δεν πρέπει να εμποδίζουν το κίνημα να τραβάει το δρόμο του, ότι το κόμμα πρέπει μόνο να αφουγκράζεται το αυθόρμητο κίνημα και να σέρνεται στην ουρά του. Η θεωρία του αυθόρμητου είναι η θεωρία που μειώνει το ρόλο του συνειδητού στοιχείου μέσα στο κίνημα, είναι η ιδεολογία του «χβοστισμού», (Χβοστισμός=πολιτική της ουράς, Από τη ρούσικη λέξη χβοστ που θα πει ουρά, Σημ. Μετ.) η λογική βάση κάθε οππορτουνισμού.

Πραχτικά αυτή η θεωρία, που παρουσιάστηκε στη σκηνή πριν ακόμα από την πρώτη επανάσταση στη Ρωσία, οδήγησε τους οπαδούς της, τους λεγάμενους «οικονομιστές», στο ν' αρνηθούν την ανάγκη της ύπαρξης ενός ανεξάρτητου εργατικού κόμματος στη Ρωσία, να κηρυχτούν ενάντια στον επαναστατικό αγώνα της εργατικής τάξης για την ανατροπή του τσαρισμού, να κηρύττουν την τρείντ-γιουνιονιστική πολιτική μέσα στο κίνημα και γενικά να βάζουν το εργατικό κίνημα κάτω απ' την ηγεμονία της φιλελεύθερης αστικής τάξης.

Ο αγώνας της παλιάς «Ίσκρα» και η λαμπρή κριτική της θεωρίας του «χβοστισμού», που έγινε με το βιβλίο του Λένιν «Τι να κάνουμε;», δεν τσάκισαν μονάχα το λεγόμενο«οικονομισμό», μα και δημιούργησαν τις θεωρητικές βάσεις για ένα πραγματικά επαναστατικό κίνημα της ρούσικης εργατικής τάξης.

Χωρίς αυτή την πάλη δε θα μπορούσαμε ούτε καν να σκεφθούμε για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου εργατικού κόμματος στη Ρωσία και για τον καθοδηγητικό ρόλο του στην επανάσταση.

Η θεωρία όμως της υπόκλισης μπρος στο αυθόρμητο δεν είναι μονάχα ρωσικό φαινόμενο. Έχει διαδοθεί πολύ πλατιά, είναι αλήθεια με λίγο διαφορετική μορφή, σ’ όλα χωρίς εξαίρεση τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς. Έχω υπόψη μου τη λεγόμενη θεωρία των «παραγωγικών δυνάμεων» που, εκχυδαϊσμένη από τούς ηγέτες της ΙΙης Διεθνούς, όλα τα δικαιολογεί και όλους τους συμβιβάζει, που διαπιστώνει τα γεγονότα και τα εξηγεί μόνο όταν έχουν γίνει πια βαρετά σ’ όλους και ικανοποιείται με τη διαπίστωσή τους. Ο Μαρξ έλεγε ότι η υλιστική θεωρία δεν μπορεί να περιορίζεται στην εξήγηση του κόσμου, ότι πρέπει και να τον αλλάξει. Μα οι Καούτσκι και Σία δεν ενδιαφέρονται για όλα αυτά, προτιμούν να σταματούν μόνο στο πρώτο μέρος της διατύπωσης του Μαρξ. Να ένα από τα πολλά παραδείγματα για την εφαρμογή αυτής της «θεωρίας». Λένε πως πριν από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς απειλούσαν ότι θα κηρύξουν «πόλεμο στον πόλεμο», αν οι ιμπεριαλιστές άρχιζαν τον πόλεμο. Λένε πως λίγο πριν αρχίσει ο πόλεμος, τα κόμματα αυτά βάλανε στο χρονοντούλαπο το σύνθημα «πόλεμος στον πόλεμο» και εφάρμοσαν στη ζωή το αντίθετο σύνθημα: «πόλεμος υπέρ της ιμπεριαλιστικής πατρίδας». Λένε ότι το αποτέλεσμα αυτής της αλλαγής των συνθημάτων ήταν να σκοτωθούν εκατομμύρια εργάτες. Όμως θάταν λάθος να νομίσει κανείς ότι κάποιος φταίει γι' αυτό, ότι κάποιος απάτησε ή πρόδωσε την εργατική τάξη. Τίποτα απ’ όλα αυτά! Όλα έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν. Πρώτα, γιατί η Διεθνής είναι ένα «όργανο της ειρήνης» και όχι του πολέμου. Δεύτερο, γιατί με το «επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων», που υπήρχε τότε, δε μπορούσε να γίνει τίποτε άλλο. «Φταίνε οι παραγωγικές δυνάμεις». Αυτά ακριβώς «μας» εξηγεί η θεωρία των «παραγωγικών δυνάμεων» του κυρίου Καούτσκι. Κι όποιος δεν πιστεύει σ’ αυτή τη «θεωρία» δεν είναι μαρξιστής. Και ο ρόλος των κομμάτων; Η σημασία τους στο κίνημα; Μα τι μπορεί να κάνει το κόμμα μπρος σ' ένα τέτιο αποφασιστικό παράγοντα, όπως είναι το «επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων»; ...

Θα μπορούσαμε ν’ αναφέρουμε ένα σωρό τέτια παραδείγματα πλαστογράφησης του μαρξισμού.

Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι ο πλαστογραφημένος αυτός «μαρξισμός», που έχει για προορισμό να κρύβει τη γύμνια του οππορτουνισμού, δεν είναι παρά εκείνη η ευρωπαϊκή παραλλαγή της θεωρίας του «χβοστισμού», που την καταπολέμησε ο Λένιν πριν ακόμα από την πρώτη ρωσική επανάσταση.

Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι το τσάκισμα αυτής της πλαστογράφησης της θεωρίας αποτελεί τον προκαταβολικό όρο για τη δημιουργία πραγματικών επαναστατικών κομμάτων στη Δύση.

3. Η θεωρία της προλεταριακής επανάστασης . Η λενινιστική θεωρία της προλεταριακής επανάστασης ξεκινά από τρεις βασικές θέσεις.

Πρώτη θέση. Η κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου στις προχωρημένες χώρες του καπιταλισμού, η έκδοση άξιων (Σημ.Μετ: τίτλων, μετοχών, ομολόγων κλπ) σαν μια από τις σπουδαιότερες επιχειρήσεις του χρηματιστικού κεφαλαίου, η εξαγωγή κεφαλαίου στις πηγές πρώτων υλών, σαν μια από τις βάσεις του ιμπεριαλισμού, η παντοδυναμία της χρηματιστικής ολιγαρχίας, σαν αποτέλεσμα της κυριαρχίας του χρηματιστικού κεφαλαίου, όλα αυτά αποκαλύπτουν το χτηνώδικο παρασιτικό χαραχτήρα του μονοπωλιακού καπιταλισμού, κάνουν εκατό φορές πιο αισθητό το ζυγό των καπιταλιστικών τραστ και συνδικάτων, δυναμώνουν το μεγάλωμα της αγανάχτησης της εργατικής τάξης ενάντια στις βάσεις του καπιταλισμού, οδηγούν τις μάζες στην προλεταριακή επανάσταση, σαν τη μοναδική σωτηρία. (Βλ. Λένιν: «Ο ιμπεριαλισμός»).

Απ' εδώ βγαίνει σαν πρώτο συμπέρασμα: Η όξυνση της επαναστατικής κρίσης μέσα στις καπιταλιστικές χώρες, η αύξηση των στοιχείων έκρηξης στο εσωτερικό, προλεταριακό μέτωπο στις «μητροπόλεις». Προς Περιεχόμενα

Δεύτερη Θέση. Το δυνάμωμα της εξαγωγής κεφαλαίων στις αποικιακές και εξαρτημένες χώρες, η επέχταση των «σφαιρών επιροής» και των αποικιακών κτήσεων, ως που αγκάλιασαν όλη τη γήινη σφαίρα, η μετατροπή του καπιταλισμού σε ένα παγκόσμιο σύστημα οικονομικής υποδούλωσης και αποικιακής καταπίεσης της τεράστιας πλειοψηφίας του πληθυσμού της γης από μια χούφτα «προχωρημένες» χώρες – όλα αυτά, από το ένα μέρος μετάτρεψαν τις ξεχωριστές εθνικές οικονομίες και τα εθνικά εδάφη σε κρίκους μιας ενιαίας αλυσίδας, που λέγεται παγκόσμια οικονομία, και από το άλλο μέρος χώρισαν τον πληθυσμό της γήινης σφαίρας σε δυο στρατόπεδα, σε μια χούφτα «προχωρημένες» καπιταλιστικές χώρες, που εκμεταλλεύονται και καταπιέζουν εχτεταμένες αποικιακές και εξαρτημένες χώρες και στην τεράστια πλειοψηφία των αποικιακών και εξαρτημένων χωρών, που είναι αναγκασμένες να διεξάγουν αγώνα για την απελευθέρωσή τους από τον ιμπεριαλιστικό ζυγό. (Βλ. Λένιν : «Ο ιμπεριαλισμός»).

Απ’ εδώ βγαίνει σαν δεύτερο συμπέρασμα: η όξυνση της επαναστατικής κρίσης στις αποικιακές χώρες, και η αύξηση των στοιχείων αγανάχτησης ενάντια στον ιμπεριαλισμό, στο εξωτερικό αποικιακό μέτωπο.

Τρίτη Θέση. Η μονοπωλιακή κυριαρχία πάνω στις «σφαίρες επιρροής» και στις αποικίες, η ανισόμετρη ανάπτυξη των διαφόρων καπιταλιστικών χωρών, που οδηγεί σ' έναν λυσσασμένο αγώνα για το ξαναμοίρασμα του κόσμου ανάμεσα στις χώρες που έχουν πια αρπάξει εδάφη και τις χώρες που ζητούν να πάρουν το «μερίδιό» τους. Οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, σαν μοναδικό μέσο για να αποκατασταθεί η διαταραγμένη «ισορροπία», όλα αυτά οδηγούν στο δυνάμωμα της πάλης στο τρίτο μέτωπο, στο μέτωπο ανάμεσα στις καπιταλιστικές χώρες, που εξασθενίζει τον ιμπεριαλισμό και που διευκολύνει τη συνένωση ενάντια στον ιμπεριαλισμό των δύό πρώτων μετώπων, του επαναστατικού προλεταριακού μετώπου και του αποικιακού απελευθερωτικού μετώπου. (Βλ. Λένιν : «Ο ιμπεριαλισμός»).

Απ’ εδώ βγαίνει σαν τρίτο συμπέρασμα: το αναπότρεπτο των πολέμων στον ιμπεριαλισμό και το αναπόφευκτο του συνασπισμού της προλεταριακής επανάστασης στην Ευρώπη με την αποικιακή επανάσταση στην Ανατολή, σ’ ένα ενιαίο παγκόσμιο μέτωπο της επανάστασης, ενάντια στο παγκόσμιο μέτωπο του ιμπεριαλισμού.

Όλα αυτά τα συμπεράσματα τα συννενώνει ο Λένιν σ’ ένα γενικό συμπέρασμα, ότι «ο ιμπεριαλισμός είναι η παραμονή της σοσιαλιστικής επανάστασης». (Βλ. Λένιν: Άπαντα, τομ. ΧΙΧ σελ. 71). (η υπογράμμιση δική μου, I. Στάλιν).

Ανάλογα μ’ αυτά αλλάζει και ο τρόπος που εξετάζεται το ζήτημα της προλεταριακής επανάστασης, ο χαραχτήρας της επανάστασης, η έκτασή της, το βάθος της, το σχήμα της επανάστασης γενικά.

Παλιά, συνήθιζαν να κάνουν την ανάλυση των προϋποθέσεων της προλεταριακής επανάστασης από την άποψη της οικονομικής κατάστασης τούτης ή εκείνης της ξεχωριστής χώρας. Τώρα είναι ανεπαρκής αυτός ο τρόπος εξέτασης. Τώρα πρέπει να εξετάζουμε το ζήτημα απ’ την άποψη της οικονομικής κατάστασης όλων ή της πλειοψηφίας των χωρών, απ’ την άποψη της κατάστασης της παγκόσμιας οικονομίας, γιατί οι ξεχωριστές χώρες και οι ξεχωριστές εθνικές οικονομίες έπαψαν να είναι αυτάρκεις μονάδες, μετατράπηκαν σε κρίκους μιας ενιαίας αλυσίδας που λέγεται παγκόσμια οικονομία, γιατί ο παλιός «πολιτισμένος» καπιταλισμός εξελίχτηκε σε ιμπεριαλισμό και ο ιμπεριαλισμός είναι ένα παγκόσμιο σύστημα οικονομικής υποδούλωσης και αποικιακής καταπίεσης της τεράστιας πλειοψηφίας του πληθυσμού της γης από μια χούφτα «προχωρημένες» χώρες.

Παλιά, συνήθιζαν να μιλούν για την ύπαρξη ή την έλλειψη των αντικειμενικών συνθηκών της προλεταριακής επανάστασης στις ξεχωριστές χώρες, ή ακριβέστερα σε τούτην ή σε κείνη την αναπτυγμένη χώρα. Η άποψη αυτή είναι πια ανεπαρκής. Τώρα πρέπει να μιλούμε για την ύπαρξη των αντικειμενικών συνθηκών της επανάστασης μέσα σε όλο το σύστημα της παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής οικονομίας, σαν ένα ενιαίο σύνολο, οπότε η ύπαρξη σ’ αυτό το σύστημα ορισμένων χωρών, που βιομηχανικά δεν είναι αρκετά αναπτυγμένες, δε μπορεί ν’ αποτελεί αξεπέραστο εμπόδιο για την επανάσταση, αν το σύστημα σα σύνολο, ή, πιο σωστά, μια και το σύστημα σα σύνολο είναι πια ώριμο για την επανάσταση.

Παλιά, συνήθιζαν να μιλούν για την προλεταριακή επανάσταση σε τούτη ή σ’ εκείνη την αναπτυγμένη χώρα, σαν ένα ξεχωριστό αυτάρκες μέγεθος, που αντιπαραθέτονταν στο ξεχωριστό εθνικό μέτωπο του κεφαλαίου, σαν αντίποδάς του. Τώρα είναι πια ανεπαρκής η άποψη αυτή. Τώρα πρέπει να μιλούμε για παγκόσμια προλεταριακή επανάσταση, γιατί τα ξεχωριστά εθνικά μέτωπα του κεφαλαίου μετατράπηκαν σε κρίκους μιας ενιαίας αλυσίδας που λέγεται παγκόσμιο μέτωπο του ιμπεριαλισμού, και σ’ αυτό πρέπει να αντιπαραταχθεί το ενιαίο μέτωπο του επαναστατικού κινήματος όλων των χωρών.

Παλιά, εξέταζαν την προλεταριακή επανάσταση αποκλειστικά σαν αποτέλεσμα της εσωτερικής ανάπτυξης μιας δοσμένης χώρας. Τώρα είναι πια ανεπαρκής αυτή η άποψη. Τώρα πρέπει να εξετάζουμε την προλεταριακή επανάσταση, πριν απ’ όλα, σαν αποτέλεσμα της ανάπτυξης των αντιθέσεων μέσα στο παγκόσμιο σύστημα του ιμπεριαλισμού, σαν αποτέλεσμα του σπασίματος της αλυσίδας του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού μετώπου σε τούτη ή σ’ εκείνη τη χώρα.

Που θ’ αρχίσει η επανάσταση; Που μπορεί να σπάσει πιο μπροστά το μέτωπο του κεφαλαίου, σε ποια χώρα;

Εκεί όπου η βιομηχανία είναι περισσότερο αναπτυγμένη, όπου το προλεταριάτο αποτελεί την πλειοψηφία, όπου υπάρχει περισσότερος πολιτισμός, όπου υπάρχει περισσότερη δημοκρατία - συνήθιζαν ν’ απαντούν παλιά.

Όχι, απαντά η λενινιστική θεωρία της επανάστασης. Όχι υποχρεωτικά εκεί όπου η βιομηχανία είναι περισσότερο αναπτυγμένη κλπ. Το μέτωπο του κεφαλαίου θα σπάσει εκεί όπου η αλυσίδα του ιμπεριαλισμού είναι πιο αδύνατη, γιατί η προλεταριακή επανάσταση είναι το αποτέλεσμα του σπασίματος της αλυσίδας του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού μετώπου στο πιο αδύνατο σημείο του, οπότε μπορεί να αποδειχτεί ότι η χώρα που άρχισε την επανάσταση, η χώρα που έσπασε το μέτωπο του κεφαλαίου, είναι καπιταλιστικά λιγότερο αναπτυγμένη από άλλες περισσότερο αναπτυγμένες χώρες, που ωστόσο έμειναν στα πλαίσια του καπιταλισμού.

Το 1917 η αλυσίδα του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού μετώπου αποδείχτηκε στη Ρωσία πιο αδύνατη από τις άλλες χώρες. και έσπασε εκεί, δίνοντας διέξοδο στην προλεταριακή επανάσταση. Γιατί; Γιατί στη Ρωσία ξετυλιγόταν η μεγαλύτερη λαϊκή επανάσταση που επικεφαλής της βάδιζε το επαναστατικό προλεταριάτο, που είχε ένα τόσο σοβαρό σύμμαχο όπως ήταν τα εκατομμύρια της αγροτιάς, που τα καταπίεζαν και τα εκμεταλλεύονταν οι τσιφλικάδες. Γιατί η επανάσταση είχε απέναντί της έναν τόσο αποτρόπαιο εκπρόσωπο του ιμπεριαλισμού, σαν τον τσαρισμό, που δεν είχε καμιά ηθική υπόσταση και που συγκέντρωνε το γενικό μίσος του πληθυσμού. Στη Ρωσία η αλυσίδα αποδείχτηκε πια αδύνατη παρ’ όλο που η Ρωσία ήταν από καπιταλιστική άποψη λιγότερο αναπτυγμένη, π.χ., από τη Γαλλία ή τη Γερμανία, την Αγγλία ή την Αμερική.

Που θα σπάσει η αλυσίδα στο κοντινό μέλλον; Πάλι εκεί όπου είναι πιο αδύνατη. Δεν αποκλείεται η αλυσίδα να σπάσει, ας πούμε, λ.χ., στις Ινδίες. Γιατί; Γιατί εκεί υπάρχει ένα νεαρό μαχητικό επαναστατικό προλεταριάτο, που έχει έναν τέτιο σύμμαχο, σαν το εθνικό απελευθερωτικό κίνημα, σύμμαχο που είναι αναμφισβήτητα μεγάλος και σοβαρός. Γιατί η επανάσταση εκεί έχει ένα τέτιο πασίγνωστο αντίπαλο όπως ο ξένος ιμπεριαλισμός, που δεν έχει κανένα ηθικό κύρος και που συγκεντρώνει το γενικό μίσος των καταπιεζομένων και εκμεταλλευόμενων μαζών των Ινδιών.

Επίσης είναι ολότελα δυνατό η αλυσίδα να σπάσει στη Γερμανία. Γιατί; Γιατί οι παράγοντες που δρουν, π.χ., στις Ινδίες, αρχίζουν να δρουν και στη Γερμανία. Και φυσικά είναι ευνόητο πως η τεράστια διαφορά στο επίπεδο ανάπτυξης που υπάρχει ανάμεσα στις Ινδίες και τη Γερμανία, δε μπορεί παρά να βάλει τη σφραγίδα της στην πορεία και στην έκβαση της επανάστασης στη Γερμανία.

Να γιατί ο Λένιν λέει ότι:

«Οι δυτικό-ευρωπαικές καπιταλιστικές χώρες θα ολοκληρώσουν την ανάπτυξή τους προς το σοσιαλισμό ... Όχι με την ισόμετρη „ωρίμανση“του σοσιαλισμού στις χώρες αυτές, μα με την εκμετάλλευση ορισμένων κρατών από τα άλλα, με την εκμετάλλευση του πρώτου από τα ηττημένα στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο κράτη, εκμετάλλευση που συνδυάζεται με την εκμετάλλευση όλης της Ανατολής. Από το άλλο μέρος, ίσα-ίσα εξαιτίας αυτού του πρώτου ιμπεριαλιστικού πολέμου, η Ανατολή πέρασε οριστικά στο επαναστατικό κίνημα και τραβήχτηκε οριστικά στο γενικό στρόβιλο του παγκόσμιου επαναστατικού κινήματος» (Βλ. Λενιv, Άπαντα, τομ. XXVII, σελ. 415-416).

Με λίγα λόγια: Η αλυσίδα του ιμπεριαλιστικού μετώπου, πρέπει κατά κανόνα να σπάσει εκεί οπού οι κρίκοι της αλυσίδας είναι πιο αδύνατοι και, πάντως, όχι υποχρεωτικά εκεί όπου ο καπιταλισμός είναι περισσότερο αναπτυγμένος, όπου οι προλετάριοι αποτελούν τόσα ή τόσα στα εκατό του πληθυσμού, οι αγρότες τόσα, κ.ο κ.

Να γιατί οι στατιστικοί υπολογισμοί για το ποσοστό του προλεταριάτου στη σύνθεση του πληθυσμού σε μια ξεχωριστή χώρα, χάνουν την αποκλειστική εκείνη σημασία για τη λύση του ζητήματος της προλεταριακής επανάστασης, που τους έδιναν με τόση ευχαρίστηση οι σχολαστικοί της ΙΙης Διεθνούς, που δεν κατάλαβαν τι είναι ιμπεριαλισμός και που φοβούνται την επανάσταση σαν την πανούκλα.

Παρακάτω. Οι ήρωες της ΙΙης Διεθνούς ισχυρίζονται (και εξακολουθούν να ισχυρίζονται) ότι ανάμεσα στην αστικοδημοκρατική επανάσταση από το ένα μέρος και την προλεταριακή επανάσταση από το άλλο, υπάρχει μια άβυσσος, ή, εν πάση περιπτώσει, ένα σινικό τείχος, που χωρίζει τη μια από την άλλη με ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Στο διάστημα αυτό η αστική τάξη που ήρθε στην εξουσία, αναπτύσσει τον καπιταλισμό, ενώ το προλεταριάτο συγκεντρώνει τις δυνάμεις του και προετοιμάζεται για τον «αποφασιστικό» αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό. Το χρονικό αυτό διάστημα υπολογίζεται συνήθως σε πολλές δεκάδες χρόνια αν όχι σε περισσότερα. Δεν είναι καν ανάγκη να αποδείξουμε πως αυτή η «θεωρία» του σινικού τείχους μέσα στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού δεν έχει κανένα επιστημονικό νόημα, πως είναι και δε μπορεί παρά να είναι, η συγκάλυψη και ο εξωραϊσμός των αντεπαναστατικών πόθων της αστικής τάξης. Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι μέσα στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού που εγκυμονεί συγκρούσεις και πολέμους, μέσα στις συνθήκες της «παραμονής της σοσιαλιστικής επανάστασης», όταν ο καπιταλισμός που «ανθίζει»μετατρέπεται σε καπιταλισμό «που πεθαίνει» (Λένιν) και το επαναστατικό κίνημα αναπτύσσεται σε όλες τις χώρες του κόσμου, όταν ο ιμπεριαλισμός ενώνεται με όλες χωρίς εξαίρεση τις αντιδραστικές δυνάμεις, ακόμα και με τον τσαρισμό και τη δουλοπαροικία, κάνοντας έτσι απαραίτητο το συνασπισμό όλων των επαναστατικών δυνάμεων, από το προλεταριακό κίνημα της Δύσης ως το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα της Ανατολής, όταν δε μπορεί να εξαλειφθούν τα υπολείμματα του φεουδαρχικού συστήματος χωρίς την επαναστατική πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό, δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε, ότι μέσα σε τέτιες συνθήκες, η αστικοδημοκρατική επανάσταση πρέπει, σε μια περισσότερο ή λιγότερο αναπτυγμένη χώρα, να πλησιάσει την προλεταριακή επανάσταση, ότι η πρώτη πρέπει να μετεξελιχτεί στη δεύτερη. Η ιστορία της επανάστασης στη Ρωσία απόδειξε ολοφάνερα την ορθότητα και το αναμφισβήτητο αυτής της θέσης. Δεν είχε άδικο ο Λένιν όταν, ακόμα από το1905, στις παραμονές της πρώτης ρούσικης επανάστασης, στο βιβλίο του «Οι δυο ταχτικές», παρίστανε την αστικοδημοκρατική επανάσταση και τη σοσιαλιστική ανατροπή, σαν δυο κρίκους της ίδιας αλυσίδας, σαν ενιαία και ολοκληρωμένη εικόνα της ορμής της ρούσικης επανάστασης: Προς Περιεχόμενα

«Το προλεταριάτο πρέπει να φέρει ίσαμε το τέλος τη δημοκρατική ανατροπή, παίρνοντας μαζί του τη μάζα της αγροτιάς, για να τσακίσει με τη βία την αντίσταση της απολυταρχίας και να παραλύσει την αστάθεια της αστικής τάξης. Το προλεταριάτο πρέπει να πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική ανατροπή παίρνοντας μαζί του τη μάζα των μισοπρολεταριακών στοιχείων του πληθυσμού, για να συντρίψει με τη βία την αντίσταση της αστικής τάξης και να παραλύσει αστάθεια τής αγροτιάς καί των μικροαστών. Αυτά είναι τα καθήκοντα του προλεταριάτου, καθήκοντα που τόσο στενά τα παρουσιάζουν οι νεοισκριστές σ' όλες τις κρίσεις τους και σ' όλες τις αποφάσεις τους για την έκταση της επανάστασης». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. VIII σ. 96).

Δε μιλώ πια για τα άλλα, τα κατοπινά έργα του Λένιν, οπού η ιδέα της μετεξέλιξης της αστικής επανάστασης σε προλεταριακή φαίνεται πιο ανάγλυφα, απ’ ότι φαίνεται στο βιβλίο «Οι δυο ταχτικές», σαν ένα από τα αγκωνάρια της Λενινιστικής θεωρίας της επανάστασης.

Όπως φαίνεται, μερικοί σύντροφοι νομίζουν ότι ο Λένιν έφτασε σ’ αυτή την ιδέα μόνο το 1916, ότι ως τότε είχε τάχα τη γνώμη πως η επανάσταση στη Ρωσία θα περιοριστεί στα αστικά πλαίσια, ότι, συνεπώς, η εξουσία από τα χέρια του οργάνου της διχτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς θα περάσει στα χέρια της αστικής τάξης και όχι του προλεταριάτου. Λένε ότι ο ισχυρισμός αυτός διείσδυσε ακόμα και στον κομμουνιστικό μας τύπο. Είμαι υποχρεωμένος να πω ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι ολότελα λαθεμένος και δεν ανταποκρίνεται καθόλου στην πραγματικότητα.

Θα μπορούσα ν’ αναφερθώ στο γνωστό λόγο του Λένιν στο ΙΙΙο συνέδριο του κόμματος (1905), όπου χαρακτήρισε τη διχτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς, δηλαδή τη νίκη της δημοκρατικής επανάστασης, όχι σαν «οργάνωση τάξης», μα σαν«οργάνωση πολέμου». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. VII, σελ. 264).

Θα απορούσα ακόμα ν’ αναφερθώ στα γνωστά άρθρα του Λένιν: «Για την προσωρινή κυβέρνηση» (1905), όπου, εκθέτοντας τις προοπτικές ανάπτυξης της ρούσικης επανάστασης, βάζει μπροστά στο κόμμα το καθήκον «να πετύχει ώστε η ρούσικη επανάσταση να μη γίνει ένα κίνημα μερικών μηνών, μα κίνημα πολλών χρόνων και να μην οδηγήσει μόνο σε μικρές παραχωρήσεις από μέρος αυτών που κρατούν την εξουσία, μα στην πλήρη ανατροπή αυτής της εξουσίας». Στα άρθρα αυτά, αναπτύσσοντας παραπέρα αυτή την προοπτική και συνδέοντάς τη με την επανάσταση στην Ευρώπη, συνεχίζει:

«Αν πετύχει αυτό, τότε... τότε η επαναστατική πυρκαϊά θ' ανάψει στην Ευρώπη. Ο απηυδισμένος από το καθεστώς της αστικής αντίδρασης ευρωπαίος εργάτης θα ξεσηκωθεί με τη σειρά του και θα μας δείξει “πως γίνεται αυτό“. Τότε η επαναστατική άνοδος στην Ευρώπη θα επιδράσει με τη σειρά της πάνω στη Ρωσία και θα κάνει την εποχή των μερικών επαναστατικών χρόνων, εποχή μερικών επαναστατικών δεκαετιών...». (Βλ. Στον ίδιο τόμ. σελ. 191).

Θα μπορούσα ακόμα να αναφερθώ στο γνωστό άρθρο του Λένιν, που δημοσιεύτηκε το Νοέμβρη του 1915, όπου γράφει:

«Το προλεταριάτο πάλαιβε και θα παλαίβει με αυταπάρνηση για την κατάχτηση της εξουσίας, για τη Δημοκρατία, για την κατάσχεση της γης...για τη συμμετοχή των “μη προλεταριακών λαϊκών μαζών” στην απελευθέρωση της αστικής Ρωσίας από το στρατιωτικο-φεουδαρχικό..”ιμπεριαλισμό" (τσαρισμό). Και το προλεταριάτο θα επωφεληθεί αμέσως απ’ αυτήν την απελευθέρωση της αστικής Ρωσίας από τον τσαρισμό και απ' την κυριαρχία των τσιφλικάδων πάνω στη γη, όχι για να βοηθήσει τους εύπορους αγρότες στην πάλη τους ενάντια στους εργάτες γης, μα για να πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική επανάσταση σε συμμαχία με τους προλετάριους της Ευρώπης». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XVIII, σελ. 318).

Θα μπορούσα τέλος ν' αναφερθώ στο γνωστό μέρος της μπροσούρας του Λένιν «Η προλεταριακή επανάσταση και ο Αποστάτης Καούτσκι», όπου αναφέρεται στο πάρα πάνω απόσπασμα από το βιβλίο «Οι δυο ταχτικές», για την έχταση της ρούσικης επανάστασης και φτάνει στο παρακάτω συμπέρασμα:

«Όλα έγιναν ακριβώς όπως τα λέγαμε. Η πορεία της επανάστασης επιβεβαίωσε την ορθότητα του συλλογισμού μας. Πρώτα, μαζί με “όλη” την αγροτιά ενάντια στη μοναρχία, ενάντια στους τσιφλικάδες, ενάντια στο μεσαίωνα (και κατά τούτο η επανάσταση παραμένει αστική, αστικοδημοκρατική). Ύστερα, μαζί με τη φτωχή αγροτιά, μαζί με τους μισοπρολετάριους, μαζί με όλους τους εκμεταλλευόμενους, ενάντια στον καπιταλισμό και ενάντια στους πλούσιους του χωριού, τους κουλάκους, τους κερδοσκόπους. και κατά τούτο η επανάσταση γίνεται σοσιαλιστική. Κάθε· προσπάθεια να υψωθεί ένα τεχνητό σινικό τείχος ανάμεσα σ' αυτές τις δυο επαναστάσεις, να ξεχωρίσει η μια από την άλλη με οτιδήποτε άλλο εκτός από το βαθμό της προετοιμασίας του προλεταριάτου και το βαθμό της συνένωσής του με τη φτωχολογιά του χωριού, αποτελεί την πιο μεγάλη διαστρέβλωση του μαρξισμού, τον εκχυδαϊσμό του, την αντικατάστασή του με το φιλελευθερισμό».(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. ΧΧΙΙΙ, σελ. 391).

Νομίζω πως αυτά είναι αρκετά.

Καλά, θα μας πουν. Όμως τότε γιατί ο Λένιν καταπολεμούσε την ιδέα της «διαρκούς (αδιάκοπης) επανάστασης»;

Την καταπολεμούσε, γιατί ο Λένιν πρότεινε να «εξαντλήσουμε» τις επαναστατικές ικανότητες της αγροτιάς και να χρησιμοποιήσουμε πέρα για πέρα όλη την επαναστατική της δραστηριότητα για την ολοκληρωτική εξάλειψη του τσαρισμού, για το πέρασμα στην προλεταριακή επανάσταση, ενώ οι οπαδοί της«διαρκούς επανάστασης» δεν καταλάβαιναν το σοβαρό ρόλο της αγροτιάς στη ρωσική επανάσταση, υποτιμούσαν τη δύναμη της επαναστατικής δραστηριότητας της αγροτιάς, υποτιμούσαν τη δύναμη και την ικανότητα του ρούσικου προλεταριάτου να οδηγήσει την αγροτιά, και δυσχέραιναν έτσι το έργο της απελευθέρωσης της αγροτιάς από την επιρροή της αστικής τάξης, το έργο της συσπείρωσης της αγροτιάς γύρω από το προλεταριάτο.

Γιατί ο Λένιν πρότεινε να στεφανώσουμε το έργο της επανάστασης με το πέρασμα της εξουσίας στο προλεταριάτο, ενώ οι οπαδοί της διαρκούς επανάστασης σκέφτονταν ν’ αρχίσουν απευθείας με την εξουσία του προλεταριάτου, χωρίς να καταλαβαίνουν πως μ’ αυτό κλείνουν τα μάτια τους μπροστά σε μια τέτια «λεπτομέρεια», όπως είναι οι επιβιώσεις της δουλοπαροικίας, και δεν παίρνουν υπόψη τους μια τόσο σοβαρή δύναμη, όπως είναι η ρούσικη αγροτιά, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι μια τέτια πολιτική μπορεί μόνο να φρενάρει την υπόθεση της κατάχτησης της αγροτιάς με το μέρος του προλεταριάτου.

Ο Λένιν πολεμούσε, συνεπώς, τους οπαδούς της «διαρκούς» επανάστασης όχι για το ζήτημα της διάρκειας, γιατί και ο ίδιος ο Λένιν ήταν με την άποψη της διαρκούς επανάστασης, μα γιατί υποτιμούσαν το ρόλο της αγροτιάς που είναι η μεγαλύτερη εφεδρεία του προλεταριάτου, γιατί δεν κατανοούσαν την ιδέα της ηγεμονίας του προλεταριάτου.

Η ιδέα της «διαρκούς» επανάστασης δεν είναι καινούργια. Πρώτος τη διατύπωσε ο Μαρξ στα τέλη της δεκαετίας 1840-1850 στη γνωστή «Προσφώνησή» του προς την «Ένωση των Κομμουνιστών» (1850). Απ’ αυτό το ντοκουμέντο πήραν και οι δικοί μας «οπαδοί της διαρκούς επανάστασης» την ιδέα για τη διαρκή επανάσταση. Πρέπει να σημειώσουμε πως οι δικοί μας«οπαδοί της διαρκούς επανάστασης» όταν πήραν την ιδέα αυτή του Μαρξ την τροποποίησαν λιγάκι και, τροποποιώντας την, την «χάλασαν», την έκαναν ακατάλληλη για πραχτική χρήση.

Χρειάστηκε το έμπειρο χέρι του Λένιν για να διορθώσει αυτό το λάθος, για να πάρει την ιδέα της διαρκούς επανάστασης του Μαρξ στην καθαρή της μορφή και να την κάνει ένα από τα αγκωνάρια της θεωρίας του για την επανάσταση

Αφού πρώτα απαριθμεί στην «Προσφώνησή» του μια σειρά επαναστατικές-δημοκρατικές διεκδικήσεις, που για την κατάχτησή τους καλεί τους κομμουνιστές, ο Μαρξ λέει τα παρακάτω για τη συνεχή επανάσταση:

«Ενώ οι δημοκράτες μικροαστοί θέλουν ν' αποτελειώσουν την επανάσταση όσο το δυνατό πιο γρήγορα και με την πραγματοποίηση το πολύ-πολύ των παραπάνω διεκδικήσεων, συμφέρο δικό μας και καθήκον δικό μας είναι να κάνουμε την επανάσταση διαρκή, ώσπου όλες οι λίγο-πολύ ιδιοχτήτριες τάξεις ν' απωθηθούν από την εξουσία, ώσπου να καταχτηθεί η κρατική εξουσία από το προλεταριάτο και ώσπου η συνένωση των προλετάριων, όχι μονάχα σε μια χώρα, αλλά σ' όλες τις κυρίαρχες χώρες της γης, να έχει προχωρήσει τόσο, που νάχει σταματήσει ο συναγωνισμός ανάμεσα στους προλετάριους αυτών των χωρών και ώσπου να συγκεντρωθούν στα χέρια των προλετάριων τουλάχιστον οι πιο αποφασιστικές παραγωγικές δυνάμεις».

Μ’ άλλα λόγια:

α) ο Μαρξ σε αντίθεση με τα σχέδια των ρώσων «οπαδών της διαρκούς επανάστασης» δεν πρότεινε καθόλου ν' αρχίσει το έργο της επανάστασης στη Γερμανία του 1850-1860 κατευθείαν με την προλεταριακή εξουσία.

β) ο Μαρξ πρότεινε μόνο να στεφανωθεί το έργο της επανάστασης με την προλεταριακή κρατική εξουσία, απωθώντας από το ύψος της εξουσίας βήμα προς βήμα τη μια ομάδα της αστικής τάξης ύστερα απ’ την άλλη, έτσι που το προλεταριάτο που κατάχτησε την εξουσία, να ανάψει ύστερα την επανάσταση σ' όλες τις χώρες, πράγμα που ανταποκρίνεται απόλυτα σ' όλα εκείνα που μας διδάσκει ο Λένιν και που τα εφάρμοσε στη ζωή στην πορεία της επανάστασής μας, ακολουθώντας τη θεωρία του για την προλεταριακή επανάσταση μέσα στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού.

Απ' εδώ βγαίνει πως οι δικοί μας, οι ρώσοι «οπαδοί της διαρκούς επανάστασης», όχι μονάχα υποτίμησαν το ρόλο της αγροτιάς στη ρωσική επανάσταση και τη σημασία της ιδέας της ηγεμονίας του προλεταριάτου, μα και τροποποίησαν (προς το χειρότερο) την ιδέα του Μαρξ για τη «διαρκή» επανάσταση κάνοντάς την ακατάλληλη για την πράξη.

Να γιατί ο Λένιν ειρωνευόταν τη θεωρία των δικών μας

«οπαδών της διαρκούς επανάστασης», αποκαλώντας την «πρωτότυπη» και «θαυμάσια» και τους κατηγορούσε ότι δε θέλουν «να σκεφθούν για ποιο λόγο η ζωή επί δέκα ολόκληρα χρόνια περνούσε αδιάφορη μπροστά απ’ αυτή τη θαυμάσια θεωρία». (Άρθρο του Λένιν γραμμένο το 1915, 10 χρόνια ύστερα από την εμφάνιση της θεωρίας των «οπαδών της διαρκούς επανάστασης»), (Βλ. Λένιν: Άπαντα, τόμ. XVII, σελ. 317)

Να γιατί ο Λένιν θεωρούσε τη θεωρία αυτή μισομενσεβίκικη, λέγοντας ότι «παίρνει από τους μπολσεβίκους την έκκληση για μια αποφασιστική επαναστατική πάλη του προλεταριάτου και για την κατάχτηση της πολιτικής εξουσίας απ’ αυτό, και από τους μενσεβίκους την “άρνηση” του ρόλου της αγροτιάς». (Βλ. το άρθρο του Λένιν: «Οι δυο γραμμές της επανάστασης», στον ίδιο τόμο).

Έτσι έχει το ζήτημα της ιδέας του Λένιν για τη μετεξέλιξη της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε προλεταριακή και για τη χρησιμοποίηση της αστικής επανάστασης για το «άμεσο»πέρασμα στην προλεταριακή επανάσταση.

Παρακάτω. Πριν, θεωρούσαν πως είναι αδύνατη η νίκη της επανάστασης σε μια χώρα, υποθέτοντας πως για τη νίκη ενάντια στην αστική τάξη χρειάζεται η κοινή δράση των προλετάριων όλων των προοδευμένων χωρών, ή τουλάχιστο της πλειοψηφίας αυτών των χωρών. Τώρα αυτή η άποψη δεν ανταποκρίνεται πια στην πραγματικότητα. Τώρα πρέπει να ξεκινούμε από τη δυνατότητα μιας τέτιας νίκης, γιατί ο ανισόμετρος και αλματικός χαραχτήρας της ανάπτυξης των διαφόρων καπιταλιστικών χωρών μέσα στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού, η ανάπτυξη των καταστρεπτικών αντιθέσεων μέσα στον ιμπεριαλισμό, που οδηγούν σε αναπόφευχτους πολέμους, η ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος σ’ όλες τις χώρες του κόσμου, όλα αυτά κάνουν όχι μόνο δυνατή, μα και αναγκαία τη νίκη του προλεταριάτου σε ξεχωριστές χώρες. Η ιστορία της επανάστασης στη Ρωσία αποτελεί μια άμεση απόδειξη γι’ αυτό. Είναι απαραίτητο μόνο να θυμόμαστε ότι η ανατροπή της αστικής τάξης μπορεί να γίνει με επιτυχία μονάχα στην περίπτωση που θα υπάρχουν μερικοί τελείως απαραίτητοι οροί, που χωρίς αυτούς, δε μπορούμε ούτε καν να σκεφτόμαστε για την κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο.

Να τι λέει ο Λένιν γι’ αυτούς τους ορούς στη μπροσούρα του «Η παιδική αρρώστια»:

«Ο βασικός νόμος της επανάστασης, που επιβεβαιώνεται απ' όλες τις επαναστάσεις και ειδικά από τις τρεις ρούσικες επαναστάσεις του 20ού αιώνα, συνίσταται στα παρακάτω: για την επανάσταση δε φτάνει οι εκμεταλλευόμενες και καταπιεζόμενες μάζες να κατανοήσουν πως δεν είναι δυνατό να ζουν όπως πρώτα και να ζητούν αλλαγή. Για την επανάσταση χρειάζεται οι εκμεταλλευτές να μη μπορούν να ζουν και να κυβερνούν όπως πρώτα. Μόνο όταν οι «κάτω» δε θέλουν το παλιό και οι «πάνω» δε μπορούν να συνεχίσουν όπως παλιά, μόνο τότε μπορεί να νικήσει η επανάσταση. Η αλήθεια αυτή εκφράζεται διαφορετικά με τα λόγια: η επανάσταση είναι αδύνατο να γίνει χωρίς μια πανεθνική (που θίγει και τους εκμεταλλευτές και τους εκμεταλλευόμενους) κρίση. Δηλαδή για την επανάσταση χρειάζεται πρώτα να πετύχουμε ώστε η πλειοψηφία των εργατών (ή οπωσδήποτε η πλειοψηφία των συνειδητών, των σκεπτόμενων και των πολίτικα δραστήριων εργατών) να κατανοήσει πέρα για πέρα την ανάγκη της ανατροπής και να είναι έτοιμη να βαδίσει στο θάνατο γι’ αυτή. Δεύτερο, χρειάζεται οι κυρίαρχες τάξεις να περνούν μια κυβερνητική κρίση, που τραβά στην πολιτική ακόμα και τις πιο καθυστερημένες μάζες... που εξασθενεί την κυβέρνηση και κάνει δυνατή για τους επαναστάτες τη γρήγορη ανατροπή της». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV σελ. 222). (Η υπογράμμιση δική μου, Ι. Στάλιν)

Με το να γκρεμίσεις όμως την εξουσία της αστικής τάξης και με το να εγκαθιδρύσεις την εξουσία του προλεταριάτου σε μια χώρα, δε σημαίνει ακόμα ότι εξασφαλίζεις την πλέρια νίκη του σοσιαλισμού. Το προλεταριάτο της νικήτριας χώρας, αφού στερεώσει την εξουσία του και οδηγώντας πίσω του την αγροτιά, μπορεί και πρέπει να χτίσει τη σοσιαλιστική κοινωνία. Μήπως όμως αυτό σημαίνει ότι έτσι θα πετύχει την πλήρη και οριστική νίκη του σοσιαλισμού, δηλαδή, μήπως αυτό σημαίνει πως μπορεί με τις δυνάμεις μιας μόνο χώρας να εδραιώσει οριστικά το σοσιαλισμό και να εξασφαλίσει απόλυτα τη χώρα από μια επέμβαση, επομένως και από την παλινόρθωση; Όχι, δε σημαίνει αυτό. Για να γίνει αυτό χρειάζεται η νίκη της επανάστασης τουλάχιστον σε μερικές χώρες. Γι’ αυτό η ανάπτυξη και η υποστήριξη της επανάστασης στις άλλες χώρες αποτελεί ουσιαστικό καθήκον της νικήτριας επανάστασης. Γι’ αυτό η επανάσταση στη νικήτρια χώρα δεν πρέπει να θεωρείται σα μια αυτάρκης μονάδα, μα σα στήριγμα, σα μέσο, για την επιτάχυνση της νίκης του προλεταριάτου στις άλλες χώρες.

Ο Λένιν εξέφρασε αυτή τη γνώμη με δυο λέξεις, λέγοντας ότι, καθήκον της νικήτριας επανάστασης είναι να πραγματοποιήσει «το ανώτατο όριο εκείνου, που μπορεί να πραγματοποιηθεί σε μια χώρα, για την ανάπτυξη, την υποστήριξη, το ξύπνημα της επανάστασης σ’ όλες τις χώρες» (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXIIΙ σελ. 385).

Αυτά είναι, γενικά, τα χαραχτηριστικά γνωρίσματα της λενινιστικής θεωρίας για την προλεταριακή επανάσταση.

Επιστροφή στην Περιεχόμενα

IV

Η ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ

Από το θέμα αυτό πιάνω τρία βασικά ζητήματα:

α) τη διχτατορία του προλεταριάτου σαν όργανο της προλεταριακής επανάστασης,

ο) τη διχτατορία του προλεταριάτου σαν κυριαρχία του προλεταριάτου πάνω στην αστική τάξη,

Υ) τη Σοβιετική εξουσία σαν κρατική μορφή της διχτατορίας του προλεταριάτου.

1. Η διχτατορία του προλεταριάτου σαν όργανο της προλεταριακής επανάστασης. Το ζήτημα της διχτατορίας του προλεταριάτου είναι πριν απ’ όλα το ζήτημα που αφορά το βασικό περιεχόμενο της προλεταριακής επανάστασης. Η προλεταριακή επανάσταση, η κίνησή της, η έχτασή της, οι καταχτήσεις της, παίρνουν σάρκα και οστά μονάχα με τη διχτατορία του προλεταριάτου. Η διχτατορία του προλεταριάτου είναι το όπλο της προλεταριακής επανάστασης, το όργανό της, το πιο βασικό σημείο στήριξής της, που δημιουργήθηκε, πρώτα, για να καταπνίξει την αντίσταση των εκμεταλλευτών που ανατράπηκαν και να σταθεροποιήσει τις καταχτήσεις της, δεύτερο, για να οδηγήσει ίσαμε το τέλος την προλεταριακή επανάσταση, για να οδηγήσει την επανάσταση ως την πλήρη νίκη του σοσιαλισμού. Η επανάσταση μπορεί να νικήσει την αστική τάξη, ν’ ανατρέψει την εξουσία της και χωρίς τη διχτατορία του προλεταριάτου. Η επανάσταση όμως δεν είναι πια σε θέση να πνίξει την αντίσταση της αστικής τάξης, να διατηρήσει τη νίκη και να τραβήξει παραπέρα για την οριστική νίκη του σοσιαλισμού, αν δε δημιουργήσει σε μια ορισμένη βαθμίδα της ανάπτυξής της, ένα ειδικό όργανο με τη μορφή της διχτατορίας του προλεταριάτου, σαν βασικό της στήριγμα.

«Το βασικό ζήτημα της επανάστασης είναι το ζήτημα της εξουσίας» (Λένιν). Μήπως αυτό σημαίνει ότι πρέπει να περιοριστεί στο πάρσιμο της εξουσίας, στην κατάληψή της; Όχι, δε σημαίνει αυτό. Η κατάληψη της εξουσίας είναι μονάχα η αρχή. Η αστική τάξη που ανατράπηκε σε μια χώρα μένει, για πολύν καιρό και για πολλές αιτίες, πιο ισχυρή από το προλεταριάτο που την ανάτρεψε. Γι’ αυτό όλο το ζήτημα βρίσκεται στο να κρατήσουμε την εξουσία, να τη στερεώσουμε, να την κάνουμε ακατανίκητη. Τι χρειάζεται για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός; Γι' αυτό είναι απαραίτητο να εκπληρώσουμε τρία τουλάχιστον βασικά καθήκοντα, που μπαίνουν μπροστά στη διχτατορία του προλεταριάτου από την «επομένη» κιόλας της νίκης:

α) Να τσακίσουμε την αντίσταση των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών, που ανατράπηκαν και απαλλοτριώθηκαν από την επανάσταση, να εκμηδενίσουμε κάθε προσπάθειά τους για την παλινόρθωση της εξουσίας του κεφαλαίου.

β) Να οργανώσουμε την ανοικοδόμηση στο πνεύμα της συσπείρωσης όλων των εργαζομένων γύρω από το προλεταριάτο και να προσανατολίσουμε αυτή τη δουλιά προς την κατεύθυνση που προετοιμάζει την εξάλειψη, την κατάργηση των τάξεων.

γ) Να εξοπλίσουμε την επανάσταση, να οργανώσουμε το στρατό της επανάστασης για την πάλη ενάντια στους εξωτερικούς εχθρούς, για την πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό.

Η διχτατορία του προλεταριάτου είναι απαραίτητη για να εκπληρωθούν και να πραγματοποιηθούν αυτά τα καθήκοντα.

«Το πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό - λέει ο Λένιν - αποτελεί μιαν ολόκληρη ιστορική εποχή. Εφόσον δεν έχει τερματιστεί το πέρασμα αυτό, οι εκμεταλλευτές διατηρούν αναπόφευχτα την ελπίδα για την παλινόρθωση, κι αυτή η ελπίδα μετατρέπεται σε απόπειρες για παλινόρθωση. Ύστερα όμως από την πρώτη σοβαρή ήττα, οι γκρεμισμένοι εκμεταλλευτές, που δεν περίμεναν το γκρέμισμα τους, δεν πίστευαν σ’ αυτό, που δεν επέτρεπαν στον εαυτό τους ούτε τη σκέψη γι’ αυτό, ρίχνονται στη μάχη με δεκαπλασιασμένη δραστηριότητα, με λυσσασμένο πάθος, με εκατονταπλάσιο μίσος, για να ξαναφέρουν για τις οικογένειές τους τον ”παράδεισο”, που τους τον αφαίρεσαν, για τις οικογένειές τους που ζούσαν τόσο ευχάριστα και που τώρα ο “χυδαίος όχλος“ τις καταδικάζει στην καταστροφή και την εξαθλίωση (ή στη ,”χυδαία δουλιά".....). Και πίσω απ’ τους εκμεταλλευτές - καπιταλιστές σέρνεται η πλατιά μάζα των μικροαστών, που, όπως μας το δείχνουν δεκάδες χρόνια ιστορικής πείρας όλων των χωρών, διστάζει και ταλαντεύεται, σήμερα ακολουθεί το προλεταριάτο, αύριο τρομάζει μπρος στις δυσκολίες της ανατροπής, πανικοβάλλεται από την πρώτη ήττα ή μισοήττα των εργατών, νευριάζει, ρίχνεται εδώ και κει, γκρινιάζει, περνά από το ένα στρατόπεδο στο άλλο». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXIII σελ. 355)

Η αστική τάξη όμως έχει τους λόγους της να κάνει απόπειρες παλινόρθωσης, γιατί ύστερα από την ανατροπή της παραμένει για πολύ καιρό ακόμα ισχυρότερη από το προλεταριάτο που την ανέτρεψε.

«Αν οι εκμεταλλευτές συντριβούν μόνο σε μια χώρα - λέει ο Λένιν - κι αυτή είναι βέβαια η τυπική περίπτωση γιατί η ταυτόχρονη επανάσταση σε μια σειρά χώρες αποτελεί σπάνια εξαίρεση, τότε οι εκμεταλλευτές εξακολουθούν να παραμένουν, παρ' όλα αυτά, πιο δυνατοί από τους εκμεταλλευόμενους». (Βλ. στον ιδιο τομ. σελ. 354).

Που βρίσκεται η δύναμη της γκρεμισμένης αστικής τάξης;

Πρώτα, «στη δύναμη του διεθνούς κεφαλαίου, στη δύναμη και τη σταθερότητα των διεθνών δεσμών της αστικής τάξης». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ, XXV σελ. 173).

Δεύτερο, στο ότι «οι εκμεταλλευτές για πολύν καιρό ύστερα από την ανατροπή διατηρούν αναπόφευχτα μια σειρά από τεράστια πραγματικά πλεονεχτήματα: τους μένουν τα χρήματα (δε μπορεί να καταργηθούν αμέσως τα χρήματα), τους μένει κάποια κινητή περιουσία που είναι συχνά σημαντική, τους μένουν οι δεσμοί, η πείρα της οργάνωσης και διακυβέρνησης, η γνώση όλων των “μυστικών” (συνήθειες, τρόποι, μέσα, δυνατότητες) της διοίκησης, τους μένει μια μεγαλύτερη μόρφωση, οι σχέσεις με το ανώτερο τεχνικό προσωπικό (που ζει και σκέπτεται αστικά), τους μένει η ασύγκριτα μεγαλύτερη πείρα στα στρατιωτικά ζητήματα (αυτό είναι πολύ σπουδαίο) κλπ, κλπ». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXIII σελ. 354).

Τρίτο, «στη δύναμη της συνήθειας, στη δύναμη της μικρής παραγωγής. Γιατί, δυστυχώς, πολύ, πάρα πολύ μικρή παραγωγή υπάρχει ακόμα στον κόσμο, και η μικρή παραγωγή γεννά τον καπιταλισμό και την αστική τάξη συνεχώς, κάθε μέρα, κάθε ώρα, αυθόρμητα και σε μαζική κλίμακα» ... «γιατί να εξαλείψεις τις τάξεις δε σημαίνει μόνο να διώξεις τους τσιφλικάδες και τους καπιταλιστές—αυτό εμείς το κάναμε σχετικά εύκολα - σημαίνει επίσης να εξαλείψεις τους μικρούς εμπορευματοπαραγωγούς. Αυτούς όμως δε μπορούμε να τους διώξουμε, δε μπορούμε να τους καταπνίξουμε, μ' αυτούς πρέπει να τα ταιριάσουμε, αυτούς μπορούμε (και πρέπει) να τους ξαναφτιάσουμε, να τους αναδιαπαιδαγωγήσουμε, μόνο με μια πολύ μακρόχρονη, αργή, προσεχτική οργανωτική δουλιά».(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXV σελ. 173 και 189).

Να γιατί ο Λένιν λέει ότι: Προς Περιεχόμενα

«Η διχτατορία του προλεταριάτου είναι ο πιο ανεπιφύλαχτος και ο πιο αμείλιχτος πόλεμος της νέας τάξης ενάντια σ' έναν πιο ισχυρό εχθρό, ενάντια στην αστική τάξη, που η αντίστασή της δεκαπλασιάζεται με το γκρέμισμά της». Ότι «η διχτατορία του προλεταριάτου, είναι ένας επίμονος αγώνας, αιματηρός και αναίμαχτος, βίαιος και ειρηνικός, στρατιωτικός και οικονομικός, παιδαγωγικός και διοικητικός, εναντία στις δυνάμεις και τις παραδόσεις της παλιάς κοινωνίας». (Στόν όδιο τόμο, σελ. 173 και 190).

Δεν είναι καν ανάγκη ν' αποδείξουμε ότι είναι απόλυτα αδύνατο να εκπληρωθούν αυτά τα καθήκοντα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, να πραγματοποιηθούν όλα αυτά μέσα σε λίγα χρόνια. Γι’ αυτό η διχτατορία του προλεταριάτου, το πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό, δεν πρέπει να θεωρείται σαν μια σύντομη παροδική περίοδος με μια σειρά «υπερ-επαναστατικές» πράξεις και διατάγματα, μα σαν μια ολάκερη ιστορική εποχή, γεμάτη από εμφύλιους πολέμους και εξωτερικές συγκρούσεις, από επίμονη οργανωτική δουλιά και οικονομική ανοικοδόμηση, από επιθέσεις και υποχωρήσεις, νίκες και ήττες. Η ιστορική αυτή εποχή είναι απαραίτητη όχι μόνο για να δημιουργήσει τις οικονομικές και εκπολιτιστικές προϋποθέσεις για την πλήρη νίκη του σοσιαλισμού, μα και για να δώσει στο προλεταριάτο τη δυνατότητα, πρώτα, να διαπαιδαγωγηθεί και να ατσαλωθεί το ίδιο σαν η δύναμη εκείνη που θα είναι ικανή να διοικήσει τη χώρα, και, δεύτερο, για να αναπαιδαγωγήσει και να αναμορφώσει τα μικροαστικά στρώματα προς την κατεύθυνση που εξασφαλίζει την οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής.

«Είστε υποχρεωμένοι—έλεγε ο Μαρξ στους εργάτες—να περάσετε 15, 20, 50 χρόνια εμφύλιους πολέμους και διεθνείς μάχες, όχι μόνο για να αλλάξετε τις σχέσεις που υπάρχουν, μα για να αλλάξετε και τον ίδιο τον εαυτό σας και να γίνετε ικανοί για την πολιτική κυριαρχία». (Βλ. Άπαντα Κ.Μαρξ και Φ. Ένγκελς, τομ. VIII της ρούσικης έκδοσης, σελ. 506).

Ο Λένιν συνεχίζοντας και αναπτύσσοντας παραπέρα τη σκέψη του Μαρξ γράφει:

«Στη διχτατορία του προλεταριάτου θα χρειασθεί να αναδιαπαιδαγωγηθούν εκατομμύρια αγρότες και μικρονοικοκυραίοι, εκατοντάδες χιλιάδες ιδιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι, αστοί διανοούμενοι, και θα χρειασθεί να υποταχθούν όλοι τους στο προλεταριακό κράτος και στην προλεταριακή καθοδήγηση, να νικηθούν μέσα τους οι αστικές συνήθειες και παραδόσεις, “όπως θα χρειασθεί ακόμα“ ... να αναδιαπαιδαγωγηθούν... με μια μακρόχρονη πάλη, πάνω στο έδαφος της διχτατορίας του προλεταριάτου, και οι ίδιοι οι προλετάριοι, που δεν απαλλάσσονται από τις μικροαστικές τους προλήψεις με μιας, με κάποιο θαύμα, με την εντολή της Παναγιάς, με την εντολή ενός συνθήματος, μιας απόφασης, ενός διατάγματος, άλλα μόνο με μια μακρόχρονη και δύσκολη μαζική πάλη, ενάντια στις μαζικές μικροαστικές επιρροές». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXV, σελ. 248 και 247).

2. Η διχτατορία του προλεταριάτου σαν κυριαρχία του προλεταριάτου πάνω στην αστική τάξη. Απ' αυτά που είπαμε πιο πάνω φαίνεται κιόλας πως η διχτατορία του προλεταριάτου δεν είναι μια απλή αλλαγή προσώπων στην κυβέρνηση, μια αλλαγή του «Υπουργικού συμβουλίου» κλπ, χωρίς να θιχτούν οι παλιοί οικονομικοί και πολιτικοί θεσμοί. Οι μενσεβίκοι και οι οππορτουνιστές όλων των χωρών, που φοβούνται σαν τη φωτιά τη διχτατορία και που υποκαθιστούν από τον τρόμο τους την έννοια της διχτατορίας με την έννοια της «κατάχτησης της εξουσίας», εννοούν συνήθως με την «κατάχτηση της εξουσίας» την αλλαγή του«Υπουργικού Συμβουλίου», την εμφάνιση μιας κυβέρνησης από ανθρώπους σαν τον Σάΐντεμαν και το Νόσκε, το Μακντόναλντ και τον Χέντερσον. Δε χρειάζεται να εξηγήσουμε πως τέτιες ή άλλες παρόμοιες αλλαγές στα Υπουργικά συμβούλια, δεν έχουν τίποτα το κοινό με τη διχτατορία του προλεταριάτου, με την κατάχτηση της πραγματικής εξουσίας από το πραγματικό προλεταριάτο. Με τους Μακντόναλντ και Σάΐντεμαν στην εξουσία, με άθιχτους τους παλιούς αστικούς θεσμούς, οι λεγόμενες κυβερνήσεις τους δε μπορούν να είναι τίποτα άλλο, παρά ένας μηχανισμός που εξυπηρετεί την αστική τάξη, ένα σκέπασμα που κρύβει τις ανοιχτές πληγές του ιμπεριαλισμού, ένα όργανο στα χέρια της αστικής τάξης ενάντια στο επαναστατικό κίνημα των καταπιεζόμενων και εκμεταλλευόμενων μαζών. Οι κυβερνήσεις αυτές χρειάζονται στο κεφάλαιο σαν προπέτασμα όταν δεν του είναι βολικό, όταν του είναι ασύμφορο και δύσκολο να καταπιέζει και να εκμεταλλεύεται τις μάζες χωρίς προπέτασμα. Φυσικά η εμφάνιση τέτιων κυβερνήσεων, δείχνει πως «σ’ αυτούς εκεί πέρα» (δηλ. στους καπιταλιστές) δεν επικρατεί ηρεμία στο Στενό του Σίπκα. («στο Στενό του Σίπκα» είναι ρούσικη έκφραση που χρονολογείται απ’ το ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78. Στις μάχες που έγιναν στο Στενό του Σίπκα, οι ρώσοι είχαν σημαντικές απώλειες. Το Επιτελείο του τσαρικού στρατού ωστόσο έλεγε στα ανακοινωθέντα του πως: στο Στενό του Σίπκα επικρατεί ηρεμία, Σημ. Μετ.). Παρ’ όλα αυτά όμως οι κυβερνήσεις αυτού του είδους παραμένουν αναπόφευχτα φκιασιδωμένες κυβερνήσεις του κεφαλαίου. Η κυβέρνηση του Μακντόναλντ ή του Σάΐντεμαν απέχει τόσο από την κατάχτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο, όσο η γη από τον ουρανό. Η διχτατορία του προλεταριάτου δεν είναι μια αλλαγή κυβέρνησης, μα ένα καινούργιο κράτος, με καινούργια όργανα εξουσίας στο κέντρο και τοπικά, κράτος του προλεταριάτου που γεννήθηκε πάνω στα ερείπια του παλιού κράτους, του κράτους της αστικής τάξης.

Η διχτατορία του προλεταριάτου δε γεννιέται πάνω στη βάση του αστικού καθεστώτος, μα στην πορεία της συντριβής του, ύστερα από την ανατροπή της αστικής τάξης, στην πορεία της απαλλοτρίωσης των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών, στην πορεία της κοινωνικοποίησης των βασικών οργάνων και μέσων παραγωγής, στην πορεία της βίαιης επανάστασης του προλεταριάτου. Η διχτατορία του προλεταριάτου είναι εξουσία επαναστατική, που στηρίζεται στη βία ενάντια στην αστική τάξη.

Το κράτος είναι μια μηχανή στα χέρια της κυρίαρχης τάξης για την κατάπνιξη της αντίστασης των ταξικών της αντιπάλων. Απ’ αυτή την άποψη η διχτατορία του προλεταριάτου στην ουσία, δε διαφέρει καθόλου από τη διχτατορία οποιασδήποτε άλλης τάξης, γιατί το προλεταριακό κράτος είναι μια μηχανή για την κατάπνιξη της αστικής τάξης. Υπάρχει όμως εδώ μια ουσιαστική διαφορά. Η διαφορά είναι ότι όλα τα ταξικά κράτη που υπήρξαν ως τα τώρα ήταν διχτατορίες της εκμεταλλεύτριας μειοψηφίας πάνω στην εκμεταλλευόμενη πλειοψηφία, ενώ η διχτατορία του προλεταριάτου είναι η διχτατορία της εκμεταλλευομένης πλειοψηφίας πάνω στην εκμεταλλεύτρια μειοψηφία.

«Με λίγα λόγια: η διχτατορία του προλεταριάτου είναι η κυριαρχία του προλεταριάτου πάνω στην αστική τάξη, κυριαρχία που δεν περιορίζεται από το νόμο, που στηρίζεται στη βία και έχει τη συμπάθεια και την υποστήριξη των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων μαζών». (Λένιν, «Κράτος και επανάσταση».)

Απ' αυτά βγαίνουν δυο βασικά συμπεράσματα:

Πρώτο συμπέρασμα. Η διχτατορία του προλεταριάτου δε μπορεί να είναι «πλήρης» δημοκρατία, δημοκρατία για όλους και για τους πλούσιους και για τους φτωχούς. Η διχτατορία του προλεταριάτου «πρέπει να είναι ένα, με νέο τρόπο δημοκρατικό κράτος για τους προλετάριους και τους αχτήμονες γενικά, και με νέο τρόπο διχτατορικό κράτος, ενάντια στην αστική τάξη. . . » (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXI, σελ. 393). Οι φλυαρίες του Καούτσκι και Σία για γενική ισότητα, για «καθαρή» δημοκρατία, για «τέλεια» δημοκρατία κλπ, είναι ένα αστικό περικάλυμμα για το αναμφισβήτητο γεγονός ότι δε μπορεί να υπάρχει ισότητα ανάμεσα στους εκμεταλλευόμενους και στους εκμεταλλευτές. Η θεωρία για την «καθαρή»δημοκρατία είναι η θεωρία του ανώτερου στρώματος της εργατικής τάξης, που το ημέρεψαν και που το ταΐζουν οι ιμπεριαλιστές ληστές. Η θεωρία αυτή δημιουργήθηκε για να κρύβει τις πληγές του καπιταλισμού, για να φκιασιδώνει τον ιμπεριαλισμό και να του προσδίνει ηθική δύναμη στον αγώνα ενάντια στις εκμεταλλευόμενες μάζες. Δεν υπάρχουν και δε μπορεί να υπάρχουν στον καπιταλισμό πραγματικές «ελευθερίες» για τους εκμεταλλευόμενους, έστω και μονάχα γιατί τα χτίρια, τα τυπογραφεία, οι αποθήκες χαρτιού κλπ, που είναι απαραίτητα για την άσκηση των «ελευθεριών», είναι προνόμιο των εκμεταλλευτών. Δεν υπάρχει και δε μπορεί να υπάρχει στον καπιταλισμό «πραγματική συμμετοχή των εκμεταλλευομένων μαζών στη διακυβέρνησή της χώρας, έστω και μονάχα γιατί μέσα στις συνθήκες του καπιταλισμού, ακόμα και στα πιο δημοκρατικά καθεστώτα, οι κυβερνήσεις δεν ορίζονται από το λαό, μα από τους Ρότσιλντ και Στίνες, από τους Ροκφέλερ και Μόργκαν. Η δημοκρατία στον καπιταλισμό είναι δημοκρατία καπιταλιστική, δημοκρατία της εκμεταλλεύτριας μειοψηφίας, που στηρίζεται στον περιορισμό των δικαιωμάτων της εκμεταλλευόμενης πλειοψηφίας και που στρέφεται ενάντια σ' αυτήν την πλειοψηφία. Μόνο στη διχτατορία του προλεταριάτου μπορεί να υπάρχουν πραγματικές «ελευθερίες» για τους εκμεταλλευόμενους και πραγματική συμμετοχή των προλετάριων και των αγροτών στη διακυβέρνηση της χώρας. Στη διχτατορία του προλεταριάτου η δημοκρατία είναι δημοκρατία προλεταριακή, δημοκρατία της εκμεταλλευόμενης πλειοψηφίας, που στηρίζεται στον περιορισμό των δικαιωμάτων της εκμεταλλεύτριας μειοψηφίας και που στρέφεται ενάντια σ’ αυτή τη μειοψηφία. Προς Περιεχόμενα

Δεύτερο συμπέρασμα. Η διχτατορία του προλεταριάτου δε μπορεί να γεννηθεί σαν αποτέλεσμα της ειρηνικής ανάπτυξης της αστικής κοινωνίας και της αστικής δημοκρατίας. Μπορεί να γεννηθεί μονάχα σαν αποτέλεσμα της συντριβής της αστικής κρατικής μηχανής, του αστικού στρατού, του αστικού υπαλληλικού μηχανισμού, της αστικής αστυνομίας.

«Η εργατική τάξη δε μπορεί να κάνει απλώς κτήμα της την έτοιμη κρατική μηχανή και να τη βάλει σε κίνηση για τους δικούς της σκοπούς», λένε ο Μαρξ και ο Ενγκελς στον πρόλογο του “Κομμουνιστικού Μανιφέστου”. Καθήκον της προλεταριακής επανάστασης είναι «. . .. όχι να μεταβιβάσει τη γραφειοκρατική και στρατιωτική μηχανή από το ένα χέρι στο άλλο, όπως γινόταν ως τα τώρα, μα να την τσακίσει . . .Αυτός είναι ο προκαταβολικός όρος για κάθε πραγματική λαϊκή επανάσταση στην ηπειρωτική Ευρώπη», λέει ο Μαρξ το 1871 σ' ένα από τα γράμματά του προς τον Κούγκελμαν.

Ο περιορισμός που χάνει εδώ ο Μαρξ σχετικά με την ηπειρωτική Ευρώπη, έδωσε αφορμή στους οππορτουνιστές και τους μενσεβίκους όλων των χωρών να ξεφωνίζουν, ότι ο Μαρξ παραδεχόταν, συνεπώς, ότι είναι δυνατή η ειρηνική εξέλιξη της αστικής δημοκρατίας σε προλεταριακή δημοκρατία, τουλάχιστον σε μερικές χώρες που δεν περιλαβαίνονται στην ευρωπαϊκή ήπειρο (Αγγλία, Αμερική). Ο Μαρξ πραγματικά παραδεχόταν μια τέτια δυνατότητα, και είχε λόγο να την παραδέχεται για την Αγγλία και την Αμερική του 1870-1880, όταν δεν υπήρχε ακόμα ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, όταν δεν υπήρχε ο ιμπεριαλισμός και δεν υπήρχε ακόμα σ’ αυτές τις χώρες, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών της ανάπτυξής τους, αναπτυγμένη στρατοκρατία και γραφειοκρατισμός. Έτσι είχαν τα πράγματα ως την εμφάνιση του αναπτυγμένου ιμπεριαλισμού. Αργότερα όμως, ύστερα από τριάντα-σαράντα χρόνια, όταν η κατάσταση στις χώρες αυτές άλλαξε ριζικά, όταν ο ιμπεριαλισμός αναπτύχθηκε και αγκάλιασε όλες, χωρίς εξαίρεση, τις καπιταλιστικές χώρες, όταν η στρατοκρατία και ο γραφειοκρατισμός παρουσιάστηκαν και στην Αγγλία και στην Αμερική, όταν εξέλειπαν οι ιδιαίτερες συνθήκες για την ειρηνική ανάπτυξη της Αγγλίας και της Αμερικής, έπρεπε να λείψει μόνος του και ο περιορισμός σχετικά με αυτές τις χώρες.

«Τώρα - λέει ο Λένιν - το 1917, στην εποχή του πρώτου μεγάλου ιμπεριαλιστικού πολέμου, ο περιορισμός αυτός του Μαρξ πέφτει. Και η Αγγλία και η Αμερική, οι πιο μεγάλοι και τελευταίοι - σόλο τον κόσμο - εκπρόσωποι της αγγλοσαξονικήςελευθερίας“, με την έννοια ότι απουσίαζαν εκεί η στρατοκρατία και ο γραφειοκρατισμός, κύλησαν ολότελα στον πανευρωπαϊκά βρωμερό, ματωβαμένο βούρκο των γραφειοκρατικών και στρατιωτικών θεσμών, που όλα τα υποτάσσουν και όλα τα καταπνίγουν. Τώρα και στην Αγγλία και στην Αμερική ..προκαταβολικός όρος για κάθε πραγματικά λαϊκή επανάσταση είναι το τσάκισμα, η καταστροφή της “έτοιμης κρατικής μηχανής" (που το 1914-1917 έφτασε στις χώρες αυτές σε μια “ευρωπαϊκή πανιμπεριαλιστική τελειότητα».(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXI σελ.395).

Μ’ άλλα λόγια ο νόμος για τη βίαιη επανάσταση του προλεταριάτου, ο νόμος για τη συντριβή της αστικής κρατικής μηχανής, σαν προκαταβολικός όρος για μια τέτια επανάσταση, είναι νόμος αναπόφευχτος για το επαναστατικό κίνημα των ιμπεριαλιστικών χωρών του κόσμου.

Φυσικά, στο απώτερο μέλλον, όταν το προλεταριάτο νικήσει στις σπουδαιότερες χώρες του καπιταλισμού και όταν η σημερινή καπιταλιστική περικύκλωση αντικατασταθεί από μια σοσιαλιστική περικύκλωση, θα είναι πέρα για πέρα δυνατός ο «ειρηνικός» δρόμος εξέλιξης για μερικές καπιταλιστικές χώρες, που οι καπιταλιστές τους, λόγω της «δυσμενούς» διεθνούς κατάστασης, θα θεωρήσουν σκόπιμο να κάνουν «θεληματικά» σοβαρές παραχωρήσεις στο προλεταριάτο. Αυτή όμως η υπόθεση αφορά μονάχα το απώτερο και πιθανό μέλλον. Για το κοντινό μέλλον η υπόθεση αυτή δεν έχει καμιά, απόλυτα καμιά βάση.

Γι’ αυτό είχε δίκιο ο Λένιν όταν έλεγε:

«η προλεταριακή επανάσταση είναι αδύνατο να γίνει χωρίς τη βίαιη συντριβή της αστικής κρατικής μηχανής και χωρίς την αντικατάστασή της με μια καινούργια». (Βλ. Λένιν, Άπαντα τομ. XXIII σελ. 342).

3. Η Σοβιετική εξουσία σαν κρατική μορφή της διχτατορίας του προλεταριάτου. Η νίκη της διχτατορίας του προλεταριάτου σημαίνει κατάπνιξη της αστικής τάξης, τσάκισμα της αστικής κρατικής μηχανής, αντικατάσταση της αστικής δημοκρατίας με την προλεταριακή δημοκρατία. Αυτό είναι ολοκάθαρο. Τι είδους όμως είναι αυτές οι οργανώσεις, που με τη βοήθειά τους μπορεί να πραγματοποιηθεί η τεράστια αυτή δουλιά; Δε χωρά αμφιβολία ότι οι παλιές μορφές οργάνωσης του προλεταριάτου, που αναπτύχθηκαν πάνω στη βάση του αστικού κοινοβουλευτισμού, είναι ανεπαρκείς για μια τέτια δουλιά. Τι είδους λοιπόν είναι οι καινούργιες μορφές οργάνωσης του προλεταριάτου, που είναι ικανές να παίξουν το ρόλο του νεκροθάφτη της αστικής κρατικής μηχανής, που είναι ικανές όχι μονάχα να τσακίσουν αυτή τη μηχανή και όχι μονάχα να αντικαταστήσουν την αστική δημοκρατία με την προλεταριακή δημοκρατία, μα και να γίνουν οι βάσεις της προλεταριακής κρατικής εξουσίας;

Αυτή η καινούργια μορφή της οργάνωσης του προλεταριάτου είναι τα Σοβιέτ.

Σε τι συνίσταται η δύναμη των Σοβιέτ σε σύγκριση με τις παλιές μορφές οργάνωσης;

Στο γεγονός ότι τα Σοβιέτ είναι οι πιο πλατιές μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου, γιατί αυτά, και μόνο αυτά, αγκαλιάζουν όλους χωρίς εξαίρεση τους εργάτες.

Στο γεγονός ότι τα Σοβιέτ είναι οι μοναδικές μαζικές οργανώσεις, που αγκαλιάζουν όλους τους καταπιεζόμενους και τους εκμεταλλευόμενους, τους εργάτες και τους αγρότες, τους στρατιώτες και τους ναύτες και όπου, χάρη σ’ αυτό, μπορεί να πραγματοποιείται πιο εύκολα και πιο πλέρια η πολιτική καθοδήγηση της πάλης των μαζών, απ’ την πρωτοπορία των μαζών, από το προλεταριάτο.

Στο γεγονός ότι τα Σοβιέτ είναι τα πιο ισχυρά όργανα της επαναστατικής πάλης των μαζών, της πολιτικής δράσης των μαζών, της εξέγερσης των μαζών, όργανα ικανά να τσακίσουν την παντοδυναμία του χρηματιστικού κεφαλαίου και των πολιτικών του εξαρτημάτων.

Στο γεγονός ότι τα Σοβιέτ είναι οι άμεσες οργανώσεις των ίδιων των μαζών, δηλαδή οι πιο δημοκρατικές και συνεπώς, με το μεγαλύτερο κύρος οργανώσεις των μαζών, που διευκολύνουν στον ανώτατο βαθμό τη συμμετοχή τους στην οργάνωση και στη διακυβέρνηση του νέου κράτους και που ξετυλίγουν στον ανώτατο βαθμό την επαναστατική δραστηριότητα, την πρωτοβουλία, τη δημιουργική ικανότητα των μαζών, στον αγώνα για την καταστροφή του παλιού καθεστώτος, στον αγώνα για το καινούργιο προλεταριακό καθεστώς

Η σοβιετική εξουσία είναι η συνένωση και η διαμόρφωση των τοπικών Σοβιέτ σε μια κοινή, γενική, κρατική οργάνωση, σε κρατική οργάνωση του προλεταριάτου, σαν πρωτοπορίας των καταπιεζομένων και εκμεταλλευομένων μαζών και σαν κυρίαρχης τάξης - είναι η συνένωσή τους σε μια δημοκρατία των Σοβιέτ.

Η ουσία της Σοβιετικής εξουσίας βρίσκεται στο γεγονός, ότι οι πιο μαζικές και οι πιο επαναστατικές οργανώσεις εκείνων ακριβώς των τάξεων που καταπιέζονταν από τους καπιταλιστές και τους τσιφλικάδες, αποτελούν τώρα «τη σταθερή και μοναδική βάση όλης της κρατικής εξουσίας, όλου του κρατικού μηχανισμού». Ότι «ακριβώς εκείνες οι μάζες, που ακόμα και στις πιο δημοκρατικές αστικές δημοκρατίες», ενώ έχουν ίσα δικαιώματα σύμφωνα με το νόμο, «στην πραγματικότητα όμως παρεμποδίζεται με χίλιους δυο τρόπους και τεχνάσματα η συμμετοχή τους στην πολιτική ζωή και η άσκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών τους, τραβιούνται τώρα στη διαρκή, απαραίτητη και παράλληλα, αποφασιστική συμμετοχή στη δημοκρατική διακυβέρνηση του κράτους». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXIV, αελ.13). (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν)

Να γιατί η Σοβιετική εξουσία είναι μια νέα μορφή κρατικής οργάνωσης που διαφέρει κατ’ αρχήν από τις παλιές αστικοδημοκρατικές και κοινοβουλευτικές μορφές, ένας νέος τύπος κράτους, που είναι προσαρμοσμένος όχι στα καθήκοντα της εκμετάλλευσης και καταπίεσης των εργαζομένων μαζών, μα στα καθήκοντα της ολοκληρωτικής απελευθέρωσής τους από κάθε καταπίεση και εκμετάλλευση, στα καθήκοντα της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Ο Λένιν είχε δίκιο όταν έλεγε πως με την εμφάνιση της Σοβιετικής εξουσίας «τέλειωσε η εποχή του αστικοδημοκρατικού κοινοβουλευτισμού κι άρχισε ένα καινούργιο κεφάλαιο της παγκόσμιας ιστορίας: η εποχή της διχτατορίας του προλεταριάτου».

Σε τι συνίστανται τα χαραχτηριστικά γνωρίσματα της Σοβιετικής εξουσίας;

Στο γεγονός ότι η Σοβιετική εξουσία μέσα στις συνθήκες της ύπαρξης των τάξεων, είναι η πιο μαζική και η πιο δημοκρατική κρατική οργάνωση, απ’ όλες τις δυνατές κρατικές οργανώσεις. Είναι τέτια, γιατί αποτελώντας το πεδίο συνένωσης και συνεργασίας των εργατών και των εκμεταλλευομένων αγροτών, στον αγώνα ενάντια στους εκμεταλλευτές, και στηριζόμενη στη δράση της σ’ αυτή τη συνένωση και σ’ αυτή τη συνεργασία, είναι η εξουσία της πλειοψηφίας του πληθυσμού πάνω στην μειοψηφία, το κράτος αυτής της πλειοψηφίας, η έκφραση της διχτατορίας της.

Στο γεγονός ότι η Σοβιετική εξουσία είναι η πιο διεθνιστική απ’ όλες τις κρατικές οργανώσεις της ταξικής κοινωνίας, γιατί καταργώντας κάθε εθνική καταπίεση και στηριζόμενη στη συνεργασία των εργαζομένων μαζών των διαφόρων εθνοτήτων, διευκολύνει τη συνένωση αυτών των μαζών σε μια ενιαία κρατική ένωση.

Στο γεγονός ότι η Σοβιετική εξουσία, από αυτή την ίδια της τη διάρθρωση, διευκολύνει το έργο της καθοδήγησης των καταπιεζόμενων και εκμεταλλευομένων μαζών από την πρωτοπορία αυτών των μαζών, από το προλεταριάτο, που είναι ο πιο συσπειρωμένος και ο πιο συνειδητός πυρήνας των Σοβιέτ. Προς Περιεχόμενα

«H πείρα όλων των επαναστάσεων και όλων των κινημάτων των καταπιεζομένων τάξεων, η πείρα του παγκόσμιου σοσιαλιστικού κινήματος μας διδάσκει - λέει ο Λένιν - ότι μόνο το προλεταριάτο είναι σε θέση να συνενώσει και να οδηγήσει τα σκόρπια και καθυστερημένα στρώματα του εργαζόμενου και εκμεταλλευομένου πληθυσμού». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXIV, σελ. 14). Η διάρθρωση της Σοβιετικής εξουσίας διευκολύνει να εφαρμοστούν στη ζωή τα διδάγματα απ’ αυτή την πείρα.

Στο γεγονός ότι η Σοβιετική εξουσία, συνενώνοντας τη νομοθετική και την εχτελεστική εξουσία σε μια ενιαία κρατική οργάνωση και αντικαθιστώντας τις εδαφικές εκλογικές περιφέρειες με τις παραγωγικές μονάδες, τα εργοστάσια και τις φάμπρικες, συνδέει άμεσα τους εργάτες και γενικά τις εργαζόμενες μάζες με το μηχανισμό της κρατικής διοίκησης, τους μαθαίνει να κυβερνούν τη χώρα.

Στο γεγονός ότι μονάχα η Σοβιετική εξουσία είναι ικανή ν’ απαλλάξει το στρατό από την υποταγή του στην αστική διοίκηση και να τον μετατρέψει από όργανο καταπίεσης του λαού, όπως είναι στα αστικά καθεστώτα, σε όργανο απελευθέρωσης του λαού από το ζυγό της αστικής τάξης, της ντόπιας και της ξένης.

Στο γεγονός ότι «μονάχα η σοβιετική οργάνωση του κράτους είναι σε θέση να τσακίσει πραγματικά με μιας, και να συντρίψει οριστικά τον παλιό, δηλαδή τον αστικό, υπαλληλικό και δικαστικό μηχανισμό» (στο ίδιο).

Στο γεγονός ότι η σοβιετική μορφή του κράτους που τραβάει τις μαζικές οργανώσεις των εργαζομένων και των εκμεταλλευομένων στη διαρκή και απόλυτη συμμετοχή τους στην κρατική διοίκηση, είναι ικανή να προετοιμάσει την απονέκρωση εκείνη του θεσμού του κράτους, που είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της μελλοντικής, χωρίς κράτος, κομμουνιστικής κοινωνίας.

Έτσι η δημοκρατία των Σοβιέτ είναι η πολιτική εκείνη μορφή, που την αναζητούσαν και που βρέθηκε επιτέλους, που στα πλαίσιά της πρέπει να πραγματοποιηθεί η οικονομική απελευθέρωση του προλεταριάτου, η πλέρια νίκη του σοσιαλισμού.

Η Παρισινή Κομμούνα ήταν το έμβρυο αυτής της μορφής. Η Σοβιετική εξουσία είναι η ανάπτυξη και η τελειοποίησή της.

Να γιατί ο Λένιν λέει ότι:

«Η δημοκρατία των Σοβιέτ των αντιπροσώπων των εργατών, στρατιωτών και αγροτών δεν είναι μόνο μια μορφή ανώτερου τύπου δημοκρατικών θεσμών... μα και η μοναδική μορφή που είναι ικανή να εξασφαλίσει το πιο ανώδυνο πέρασμα στο σοσιαλισμό». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXII σελλ- 131) (Η υπογράμμιση είναι δική μου, Ι. Στάλιν).

Επιστροφή στην Περιεχόμενα



V

ΤΟ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

Από το θέμα αυτό πιάνω τέσσερα ζητήματα:

α) την τοποθέτηση του ζητήματος,

β) την αγροτιά στη διάρκεια της αστικοδημοκρατικής επανάστασης,

γ) την αγροτιά στη διάρκεια της προλεταριακής επανάστασης,

ο) την αγροτιά ύστερα από τη στερέωση της Σοβιετικής εξουσίας.

1. Η τοποθέτηση του ζητήματος. Μερικοί νομίζουν ότι το βασικό στο λενινισμό είναι το αγροτικό ζήτημα, ότι η αφετηρία του λενινισμού είναι το ζήτημα της αγροτιάς, ο ρόλος της, το ειδικό της βάρος. Αυτό δεν είναι καθόλου σωστό. Το βασικό ζήτημα στο λενινισμό, η αφετηρία του, δεν είναι το αγροτικό ζήτημα, μα το ζήτημα της διχτατορίας του προλεταριάτου, των όρων της κατάχτησής της, των όρων της στερέωσής της. Το αγροτικό ζήτημα, σαν ζήτημα του συμμάχου του προλεταριάτου στον αγώνα του για την εξουσία, είναι παράγωγο ζήτημα.

Το γεγονός όμως αυτό δεν του αφαιρεί καθόλου τη σοβαρή και ζωτική σημασία που έχει αναμφισβήτητα για την προλεταριακή επανάσταση. Είναι γνωστό ότι η σοβαρή μελέτη του αγροτικού ζητήματος στις γραμμές των ρώσων μαρξιστών άρχισε ακριβώς στις παραμονές της πρώτης επανάστασης (1905), όταν το ζήτημα της ανατροπής του τσαρισμού και της πραγματοποίησης της ηγεμονίας του προλεταριάτου ορθώνονταν μ’ όλο του το ανάστημα μπροστά στο κόμμα και όταν είχε αποκτήσει ζωτικότατο χαραχτήρα το ζήτημα των συμμάχων του προλεταριάτου στην επικείμενη αστική επανάσταση. Είναι γνωστό επίσης ότι το αγροτικό ζήτημα στη Ρωσία πήρε ακόμα πιο επίκαιρο χαραχτήρα στη διάρκεια της προλεταριακής επανάστασης, όταν το ζήτημα της διχτατορίας του προλεταριάτου, το ζήτημα της κατάχτησης και της διατήρησής της, είχε οδηγήσει στο ζήτημα ποιοι θα είναι οι σύμμαχοι του προλεταριάτου στην επικείμενη προλεταριακή επανάσταση. Κι αυτό είναι αυτονόητο, γιατί όποιος τραβά και ετοιμάζεται για την εξουσία δε μπορεί να μην ενδιαφέρεται για το ζήτημα των πραγματικών του συμμάχων.

Με την έννοια αυτή το αγροτικό ζήτημα αποτελεί μέρος του γενικού ζητήματος της διχτατορίας του προλεταριάτου, και σαν τέτιο, αποτελεί ένα από τα πιο ζωτικά ζητήματα του λενινισμού.

Η αδιάφορη, ακόμα και άμεσα αρνητική στάση των κομμάτων της ΙΙης Διεθνούς απέναντι στο αγροτικό ζήτημα, δεν εξηγιέται μονάχα με τις ιδιαίτερες συνθήκες ανάπτυξης στη Δύση. Εξηγιέται πριν απ’ όλα με το γεγονός ότι τα κόμματα αυτά δεν πιστεύουν στη διχτατορία του προλεταριάτου, φοβούνται την επανάσταση και δε σκέφτονται να οδηγήσουν το προλεταριάτο στην εξουσία. Και οποίος φοβάται την επανάσταση, όποιος δε θέλει να οδηγήσει τους προλετάριους στην εξουσία, δε μπορεί να ενδιαφέρεται για το ζήτημα των συμμάχων του προλεταριάτου στην επανάσταση - γι’ αυτόν το ζήτημα των συμμάχων είναι ζήτημα αδιάφορο και όχι επίκαιρο. Η ειρωνική στάση των ηρώων της ΙΙης Διεθνούς απέναντι στο αγροτικό ζήτημα θεωρούνταν από αυτούς σαν ένδειξη καλής συμπεριφοράς, σαν ένδειξη «γνήσιου» μαρξισμού. Στην πραγματικότητα όμως δεν υπάρχει εδώ ούτε κόκος μαρξισμού, γιατί η αδιαφορία για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα όπως το αγροτικό, στις παραμονές της προλεταριακής επανάστασης, είναι η άλλη όψη της άρνησης της διχτατορίας του προλεταριάτου, ένα αναμφισβήτητο γνώρισμα της ανοιχτής προδοσίας του μαρξισμού.

Το ζήτημα μπαίνει έτσι: Έχουν πια άραγε εξαντληθεί ή όχι οι επαναστατικές δυνατότητες που κρύβονται μέσα στην αγροτιά, εξαιτίας ορισμένων συνθηκών της ζωής της; Και αν δεν έχουν εξαντληθεί, υπάρχει μήπως ελπίδα, βάση, να χρησιμοποιηθούν αυτές οι δυνατότητες για την προλεταριακή επανάσταση, να μετατραπεί η αγροτιά, η εκμεταλλευόμενη πλειοψηφία της, από εφεδρεία της αστικής τάξης, όπως ήταν στην εποχή των αστικών επαναστάσεων στη Δύση και όπως παραμένει και τώρα, σε εφεδρεία του προλεταριάτου, σε σύμμαχό του;

Στο ζήτημα αυτό ο λενινισμός απαντά καταφατικά, δηλαδή παραδέχεται ότι υπάρχουν επαναστατικές ικανότητες στις γραμμές της πλειοψηφίας της αγροτιάς και ότι είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν για τα συμφέροντα της διχτατορίας του προλεταριάτου. Η ιστορία των τριών επαναστάσεων στη Ρωσία επιβεβαιώνει πέρα για πέρα τα συμπεράσματα του λενινισμού σχετικά μ' αυτό. Προς Περιεχόμενα

Απ’ εδώ βγαίνει το πραχτικό συμπέρασμα ότι πρέπει να υποστηρίζουμε, να υποστηρίζουμε υποχρεωτικά, τις εργαζόμενες μάζες της αγροτιάς στον αγώνα τους ενάντια στην υποδούλωση και την εκμετάλλευση, στον αγώνα για την απολύτρωσή τους από την καταπίεση και την αθλιότητα. Αυτό όμως δε σημαίνει βέβαια πως το προλεταριάτο πρέπει να υποστηρίζει κάθε αγροτικό κίνημα. Εδώ πρόκειται για την υποστήριξη εκείνου του κινήματος και εκείνου του αγώνα της αγροτιάς, που διευκολύνει άμεσα ή έμμεσα το απελευθερωτικό κίνημα του προλεταριάτου, που έτσι ή αλλιώς χύνει νερό στο αυλάκι της προλεταριακής επανάστασης και που συντελεί στο να μετατραπεί η αγροτιά σε εφεδρεία και σύμμαχο της εργατικής τάξης.

2. Η αγροτιά στο διάστημα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης. Η περίοδος αυτή περιλαβαίνει το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την πρώτη ρούσικη επανάσταση (1905), ως τη δεύτερη (Φλεβάρης 1917) συμπεριλαμβανομένη. Το χαραχτηριστικό γνώρισμα αυτής της περιόδου είναι η απελευθέρωση της αγροτιάς από την επιρροή της φιλελεύθερης αστικής τάξης, η απομάκρυνση της αγροτιάς από τους καντέ, η στροφή της αγροτιάς προς το προλεταριάτο, προς το κόμμα των μπολσεβίκων.

Η ιστορία αυτής της περιόδου είναι η ιστορία της πάλης των καντέ (φιλελεύθερη αστική τάξη) και των μπολσεβίκων (προλεταριάτο) για την κατάχτηση της αγροτιάς. Η τύχη αυτής της πάλης κρίθηκε την περίοδο που υπήρχαν οι Δούμες, γιατί η περίοδος με τις τέσσερις Δούμες χρησίμευσε στους αγρότες σα χειροπιαστό μάθημα, και το μάθημα αυτό έδειξε ξεκάθαρα στους αγρότες, ότι δεν πρόκειται να πάρουν από τα χέρια των καντέ ούτε γη ούτε λευτεριά, ότι ο τσάρος είναι πέρα για πέρα με τους τσιφλικάδες και ότι οι καντέ υποστηρίζουν τον τσάρο, ότι η μοναδική δύναμη, που μπορούν να υπολογίζουν στη βοήθειά της, είναι το προλεταριάτο, οι εργάτες της πόλης. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος επικύρωσε μονάχα, τα διδάγματα της περιόδου της Δούμας, ολοκληρώνοντας την απομάκρυνση της αγροτιάς από την αστική τάξη, ολοκληρώνοντας την απομόνωση της φιλελεύθερης αστικής τάξης, γιατί τα χρόνια του πολέμου έδειξαν πόσο μάταιες και πόσο απατηλές ήταν οι ελπίδες να περιμένουν ειρήνη από τον τσάρο και τους αστούς συμμάχους του. Χωρίς τα εξόφθαλμα διδάγματα της περιόδου της Δούμας θα ήταν αδύνατη η ηγεμονία του προλεταριάτου.

Έτσι διαμορφώθηκε η συμμαχία εργατών και αγροτών στην αστικοδημοκρατική επανάσταση. Έτσι διαμορφώθηκε η ηγεμονία (ηγεσία) του προλεταριάτου στον κοινό αγώνα για την ανατροπή του τσαρισμού, ηγεμονία που οδήγησε στην επανάσταση του Φλεβάρη του 1917.

Οι αστικές επαναστάσεις στη Δύση (Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία) ακολούθησαν όπως είναι γνωστό έναν άλλο δρόμο. Εκεί η ηγεμονία της επανάστασης δεν ανήκε στο προλεταριάτο, που επειδή ήταν αδύνατο, δεν αποτελούσε και δε μπορούσε ν’ αποτελεί ανεξάρτητη πολιτική δύναμη, μα ανήκε στη φιλελεύθερη αστική τάξη. Εκεί, την απελευθέρωσή της από το καθεστώς της δουλοπαροικίας, η αγροτιά δεν την πήρε από το προλεταριάτο, που ήταν αριθμητικά μικρό και ανοργάνωτο, μα απ’ την αστική τάξη. Εκεί, η αγροτιά τράβηξε ενάντια στο παλιό καθεστώς μαζί με τη φιλελεύθερη αστική τάξη. Εκεί, η αγροτιά αποτελούσε εφεδρεία της αστικής τάξης. Εκεί, η επανάσταση οδήγησε, χάρη σ' αυτό, σ’ ένα τεράστιο δυνάμωμα της πολιτικής βαρύτητας της αστικής τάξης.

Στη Ρωσία, απεναντίας, η αστική επανάσταση έδοσε εντελώς αντίθετα αποτελέσματα. Η επανάσταση στη Ρωσία δεν οδήγησε στο δυνάμωμα, μα στην εξασθένιση της αστικής τάξης σαν πολιτική δύναμη, δεν οδήγησε στην αύξηση των πολιτικών της εφεδρειών, μα στην απώλεια της βασικής της εφεδρείας, στην απώλεια της αγροτιάς. Η αστική επανάσταση στη Ρωσία δεν προώθησε στην πρώτη γραμμή τη φιλελεύθερη αστική τάξη, μα το επαναστατικό προλεταριάτο, συσπειρώνοντας γύρω σ’ αυτό τα εκατομμύρια της αγροτιάς.

Μ' αυτό, ανάμεσα στ’ άλλα, εξηγείται και το γεγονός ότι η αστική επανάσταση στη Ρωσία πέρασε σε προλεταριακή επανάσταση, μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Η ηγεμονία του προλεταριάτου ήταν το έμβρυο και η μεταβατική βαθμίδα για τη διχτατορία του προλεταριάτου.

Πως εξηγιέται αυτό το ιδιόμορφο φαινόμενο στη ρούσικη επανάσταση, που δεν έχει το προηγούμενό του στην ιστορία των αστικών επαναστάσεων της Δύσης; Από που προέρχεται αυτή η ιδιομορφία;

Εξηγείται με το γεγονός ότι στη Ρωσία η αστική επανάσταση ξετυλίχτηκε μέσα σε πιο αναπτυγμένες συνθήκες ταξικής πάλης από τη Δύση, ότι το ρούσικο προλεταριάτο κατόρθωσε εκείνον τον καιρό να γίνει ανεξάρτητη πολιτική δύναμη, ενώ η φιλελεύθερη αστική τάξη, τρομαγμένη απ’ την επαναστατικότητα του προλεταριάτου, έχασε κάθε ίχνος επαναστατικότητας, ιδιαίτερα ύστερα από τα διδάγματα του 1905, και έκλεισε συμμαχία με τον τσάρο και τους τσιφλικάδες ενάντια στην επανάσταση, ενάντια στους εργάτες και τους αγρότες.

Πρέπει να προσέξουμε τα παρακάτω γεγονότα που καθόρισαν την ιδιομορφία της ρούσικης αστικής επανάστασης:

α) Την πρωτοφανή συγκέντρωση της ρούσικης βιομηχανίας στις παραμονές της επανάστασης. Είναι γνωστό, λόγου χάρη, ότι στις επιχειρήσεις με πάνω από 500 εργάτες δούλευαν στη Ρωσία τα 54% όλων των εργατών, ενώ σε μια τόσο αναπτυγμένη χώρα, όπως η Βόρεια Αμερική, στις αντίστοιχες επιχειρήσεις δούλευαν μόνο τα 33% όλων των εργατών. Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε πως αυτό και μόνο το γεγονός μαζί με την ύπαρξη ενός τέτιου επαναστατικού κόμματος, όπως το κόμμα των μπολσεβίκων, έκανε την εργατική τάξη της Ρωσίας τη μεγαλύτερη δύναμη της πολιτικής ζωής της χώρας.

β) Τις αποκρουστικές μορφές εκμετάλλευσης στις επιχειρήσεις μαζί με το αφόρητο αστυνομικό καθεστώς των μπράβων του τσάρου, που μετέτρεπαν κάθε σοβαρή απεργία των εργατών σε τεράστια πολιτική πράξη και που ατσάλωναν την εργατική τάξη και την έκαναν μια ως το τέλος επαναστατική δύναμη.

γ) Την πολιτική πλαδαρότητα της ρούσικης αστικής τάξης, που μετατράπηκε ύστερα από την επανάσταση του 1905 σε δουλοπρέπεια απέναντι στον τσαρισμό και σε ανοιχτή αντεπαναοτατικότητα, γεγονός που εξηγείται όχι μονάχα με την επαναστατικότητα του ρούσικου προλεταριάτου, που έριξε τη ρούσικη αστική τάξη στην αγκαλιά του τσαρισμού, μα και με την άμεση εξάρτηση της αστικής τάξης από τις παραγγελίες του δημοσίου. Προς Περιεχόμενα

ο) Την ύπαρξη των πιο αποκρουστικών και των πιο αφόρητων φεουδαρχικών επιβιώσεων στο χωριό, που συμπληρώνονταν με την παντοδυναμία του τσιφλικά, πράγμα που έριχνε την αγροτιά στην αγκαλιά της επανάστασης.

ε) Τον τσαρισμό, που στραγγάλιζε καθετί το ζωντανό και που με την αυθαιρεσία του επιδείνωνε το ζυγό του καπιταλιστή και του τσιφλικά, γεγονός που συνένωνε την πάλη των εργατών και των αγροτών σ’ ένα ενιαίο επαναστατικό χείμαρρο.

στ) Τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, που έσμιγε όλες αυτές τις αντιθέσεις της πολίτικης ζωής της Ρωσίας σε μια βαθιά επαναστατική κρίση και έδινε στην επανάσταση απίστευτη δύναμη κρούσης

Που ν’ απευθυνόταν η αγροτιά κάτω από τέτιες συνθήκες; Από ποιόν να ζητούσε υποστήριξη ενάντια στην παντοδυναμία του τσιφλικά, ενάντια στην αυθαιρεσία του τσάρου, ενάντια στον καταστρεπτικό πόλεμο, που ρήμαζε το νοικοκυριό της; Από τη φιλελεύθερη αστική τάξη; Μα αυτή ήταν εχθρός. Αυτό το έδειχνε η μακρόχρονη πείρα και από τις τέσσερις Δούμες. Από τους εσέρους; Οι εσέροι, φυσικά, ήταν «καλύτεροι» από τους καντέ και το πρόγμαμμά τους «κατάλληλο», σχεδόν αγροτικό. Μα τι μπορούν να δόσουν οι εσέροι όταν, σκέφτονται να στηριχτούν μονάχα στους αγρότες και όταν είναι αδύνατοι στην πόλη, απ’ όπου πριν απ’ όλα αντλεί τις δυνάμεις του ο εχθρός; Που είναι η καινούργια εκείνη δύναμη, που δε σταματά μπροστά σε τίποτα, ούτε στο χωριό, ούτε στην πόλη, που θα τραβήξει θαρρετά στις πρώτες γραμμές του αγώνα ενάντια στον τσάρο και στον τσιφλικά και θα βοηθήσει την αγροτιά να απαλλαγεί από την υποδούλωση, από την αχτημοσύνη, από την καταπίεση και τον πόλεμο; Υπήρχε άραγε μια τέτια δύναμη στη Ρωσία; Ναι, υπήρχε. Ήταν το ρούσικο προλεταριάτο που είχε δείξει από τα 1905 κιόλας τη δύναμή του, την ικανότητά του να πολεμά ως το τέλος, την τόλμη του, την επαναστατικότητά του.

Εν πάση περιπτώσει, άλλη τέτια δύναμη δεν υπήρχε και ούτε μπορούσε να παρθεί από πουθενά αλλού.

Να γιατί η αγροτιά που ξεμάκραινε από τους καντέ και πλεύριζε τους εσέρους, κατανόησε ταυτόχρονα την ανάγκη να υποταχθεί στην ηγεσία ενός τέτιου γενναίου αρχηγού της επανάστασης, όπως είναι το ρούσικο προλεταριάτο.

Αυτά είναι τα γεγονότα που καθόρισαν την ιδιομορφία της ρούσικης αστικής επανάστασης.

3. Η αγροτιά στο διάστημα της προλεταριακής επανάστασης. Η περίοδος αυτή περιλαβαίνει το χρονικό διάστημα από την επανάσταση του Φλεβάρη (1917), ως την επανάσταση του Οχτώβρη (1917). Η περίοδος αυτή είναι σχετικά μικρή, βάσταξε όλο-όλο οχτώ μήνες. Αυτοί όμως οι οχτώ μήνες, απ’ την άποψη της πολιτικής διαφώτισης και της επαναστατικής διαπαιδαγώγησης των μαζών, μπορούνε θαρρετά να εξισωθούν με ολόκληρες δεκαετίες συνηθισμένης συνταγματικής εξέλιξης, γιατί αποτελούν οχτώ μήνες επανάστασης. Χαραχτηριστικό γνώρισμα αυτής της περιόδου είναι η παραπέρα επαναστατικοποίηση της αγροτιάς, η απογοήτευσή της από τους εσέρους, η απομάκρυνσή της από τους εσέρους, η καινούργια στροφή της αγροτιάς για άμεση συσπείρωσή της γύρω από το προλεταριάτο, σαν τη μοναδική ως το τέλος επαναστατική δύναμη, που είναι ικανή να οδηγήσει τη χώρα στην ειρήνη. H ιστορία αυτής της περιόδου είναι η ιστορία της πάλης των εσέρων (μικροαστική δημοκρατία) με τους μπολσεβίκους (προλεταριακή δημοκρατία), για την αγροτιά, για την κατάχτηση της πλειοψηφίας της αγροτιάς. Την τύχη αυτής της πάλης την έκρινε η περίοδος του συνασπισμού, η περίοδος του Κερένσκι, η άρνηση των εσέρων και των μενσεβίκων να κατάσχουν τη γη των τσιφλικάδων, η πάλη των εσέρων και μενσεβίκων για να συνεχιστεί ο πόλεμος, η επίθεση στο μέτωπο τον Ιούνη, η θανατική ποινή για τους φαντάρους, η εξέγερση του Κορνίλοφ.

Ενώ πριν, στην περίοδο που προηγήθηκε, το βασικό ζήτημα της επανάστασης ήταν η ανατροπή του τσάρου και της εξουσίας των τσιφλικάδων, τώρα, στην περίοδο μετά την επανάσταση του Φλεβάρη, τώρα, που δεν υπήρχε πια ο τσάρος και ο ατέλειωτος πόλεμος συμπλήρωνε την καταστροφή της οικονομίας της χώρας και κατάστρεφε τελείως την αγροτιά, βασικό ζήτημα για την επανάσταση έγινε το ζήτημα να σταματήσει ο πόλεμος. Το κέντρο του βάρους μετατοπίστηκε ολοφάνερα, από τα ζητήματα που είχαν καθαρά εσωτερικό χαραχτήρα, στο βασικό ζήτημα του πολέμου. Να «τελειώσει ο πόλεμος», «να βγούμε από τον πόλεμο», αυτή ήταν η γενική κραυγή της εξαντλημένης χώρας και πρώτα-πρώτα της αγροτιάς.

Μα για να βγούμε από τον πόλεμο ήταν απαραίτητο να ανατρέψουμε την Προσωρινή Κυβέρνηση, ήταν απαραίτητο να ανατρέψουμε την εξουσία της αστικής τάξης, ήταν απαραίτητο να ανατρέψουμε την εξουσία των εσέρων και των μενσεβίκων, γιατί αυτοί, και μόνον αυτοί, ήθελαν να παρατείνουν τον πόλεμο ως το «νικηφόρο τέρμα». Στην πράξη δεν υπήρχε άλλος δρόμος για να βγούμε από τον πόλεμο, έκτος από το δρόμο της ανατροπής της αστικής τάξης.

Αυτή ήταν μια καινούργια επανάσταση, μια επανάσταση προλεταριακή, γιατί θα πετούσε από την εξουσία την τελευταία άκρα αριστερή ομάδα της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης, το κόμμα των εσέρων και των μενσεβίκων, για να δημιουργήσει μια καινούργια, την προλεταριακή εξουσία, την εξουσία των Σοβιέτ, για να ανεβάσει στην εξουσία το κόμμα του επαναστατικού προλεταριάτου, το κόμμα των Μπολσεβίκων, το κόμμα του επαναστατικού αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, για μια δημοκρατική ειρήνη. Η πλειοψηφία της αγροτιάς υποστήριξε τον αγώνα των εργατών για την ειρήνη, για την εξουσία των Σοβιέτ.

Δεν υπήρχε άλλη διέξοδος για την αγροτιά. Και ούτε μπορούσε να υπάρχει άλλη διέξοδος.

Έτσι, η περίοδος του Κερένσκι αποτέλεσε για τις εργαζόμενες μάζες της αγροτιάς το πιο μεγάλο χειροπιαστό μάθημα, γιατί απόδειξε ξεκάθαρα ότι κάτω από το καθεστώς της εξουσίας των εσέρων και των μενσεβίκων δε θα βγει η χώρα από τον πόλεμο, δε θα δουν οι αγρότες ούτε γη, ούτε λευτεριά, ότι οι μενσεβίκοι και οι εσέροι διαφέρουν από τους καντέ μόνο στα γλυκά λόγια και στις ψεύτικες υποσχέσεις, ότι όμως στην πραγματικότητα ακολουθούν την ίδια ιμπεριαλιστική πολιτική των καντέ, ότι η μοναδική εξουσία, που είναι ικανή να βγάλει τη χώρα από το αδιέξοδο, είναι μονάχα η εξουσία των Σοβιέτ. Η παραπέρα παράταση του πολέμου επιβεβαίωνε μόνο την ορθότητα αυτού του μαθήματος, κινούσε την επανάσταση μπρος και έσπρωχνε τις μάζες των εκατομμυρίων αγροτών και φαντάρων στο δρόμο της άμεσης συσπείρωσής τους γύρω από την προλεταριακή επανάσταση. Η απομόνωση των εσέρων και των μενσεβίκων είχε γίνει αμετάτρεπτο γεγονός. Χωρίς τα εξόφθαλμα αυτά διδάγματα της περιόδου του συνασπισμού, θα ήταν αδύνατη η διχτατορία του προλεταριάτου.

Αυτά είναι τα γεγονότα που διευκόλυναν το προτσές του περάσματος της αστικής επανάστασης σε επανάσταση προλεταριακή.

Έτσι διαμορφώθηκε η διχτατορία του προλεταριάτου στη Ρωσία.

4. Η αγροτιά ύστερα από τη στερέωση της Σοβιετικής εξουσίας. Αν προηγούμενα, στην πρώτη περίοδο της επανάστασης, επρόκειτο κυρίως για την ανατροπή του τσαρισμού και αργότερα, ύστερα από την επανάσταση του Φλεβάρη, επρόκειτο πρώτ' απ' όλα για την έξοδο απ' τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο με την ανατροπή της αστικής τάξης, τώρα, ύστερα από το ξεκαθάρισμα του εμφύλιου πολέμου και τη στερέωση της Σοβιετικής εξουσίας, έμπαιναν στην πρώτη γραμμή τα προβλήματα της οικονομικής ανοικοδόμησης. Να δυναμώσουμε και να αναπτύξουμε την εθνικοποιημένη βιομηχανία. Να συνδέσουμε για το σκοπό αυτό τη βιομηχανία με την αγροτική οικονομία μέσο του εμπορίου, που ρυθμίζεται από το κράτος. Να αντικαταστήσουμε την υποχρεωτική παράδοση των σιτηρών με το φόρο σε είδος, για να φτάσουμε ύστερα, ελαττώνοντας σιγά-σιγά αυτό το φόρο, στην ανταλλαγή των προϊόντων της βιομηχανίας με τα προϊόντα της αγροτικής οικονομίας. Να αναζωογονήσουμε το εμπόριο και να αναπτύξουμε τους συνεταιρισμούς, τραβώντας σ' αυτούς τα εκατομμύρια της αγροτιάς. Να, πως σκιαγράφησε ο Λένιν τα άμεσα καθήκοντα της οικονομικής ανοικοδόμησης στο δρόμο για τη δημιουργία των βάσεων της σοσιαλιστικής οικονομία.

Λένε πως το καθήκον αυτό μπορεί να ξεπερνά τις δυνάμεις μιας τέτιας αγροτικής χώρας, σαν τη Ρωσία. Μερικοί σκεπτικιστές λένε ακόμα γι’ αυτό ότι είναι απλούστατα ουτοπία και δε μπορεί να πραγματοποιηθεί, γιατί η αγροτιά είναι αγροτιά, αποτελείται από μικρούς παραγωγούς και γι’ αυτό δε μπορεί τα χρησιμοποιηθεί για την οργάνωση των βάσεων της σοσιαλιστικής παραγωγής.

Οι σκεπτικιστές όμως πέφτουν έξω γιατί δεν παίρνουν υπόψη τους ορισμένους παράγοντες, που στη δοσμένη περίπτωση έχουν αποφασιστική σημασία. Ας εξετάσουμε τους κυριότερους απ’ αυτούς.

Πρώτο. Δεν πρέπει να συγχέουμε την αγροτιά της Σοβιετικής Ένωσης με την αγροτιά της Δύσης. Η αγροτιά που πέρασε από το σχολείο τριών επαναστάσεων, που πάλαιψε ενάντια στον τσάρο και την αστική εξουσία, μαζί με το προλεταριάτο και με επικεφαλής το προλεταριάτο, η αγροτιά που πήρε τη γη και την ειρήνη από τα χέρια της προλεταριακής επανάστασης και έγινε χάρη σ’ αυτό εφεδρεία του προλεταριάτου - η αγροτιά αυτή δε μπορεί παρά να διαφέρει από την αγροτιά που πάλαιψε στον καιρό της αστικής επανάστασης με επικεφαλής τη φιλελεύθερη αστική τάξη, που πήρε τη γη από τα χέρια αυτής της αστικής τάξης, και που, χάρη σ’ αυτό, έγινε εφεδρεία της αστικής τάξης. Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι η σοβιετική αγροτιά, που συνήθισε να εχτιμά την πολιτική φιλία και την πολιτική συνεργασία με το προλεταριάτο και που χρωστά τη λευτεριά της σ’ αυτή τη φιλία και σ’ αυτή τη συνεργασία, δε μπορεί παρά ν’ αποτελεί εξαιρετικά κατάλληλο υλικό για την οικονομική συνεργασία με το προλεταριάτο.

Ο Ένγκελς έλεγε ότι «η κατάχτηση της πολιτικής εξουσίας από το σοσιαλιστικό κόμμα έγινε ζήτημα του άμεσου μέλλοντος» και ότι «για να καταχτήσει την πολιτική εξουσία το κόμμα, πρέπει πρώτα να πάει απ’ την πόλη στο χωριό και να γίνει μια δύναμη στην ύπαιθρο». (Βλ. «Το αγροτικό ζήτημα στη Γαλλία και στη Γερμανία» του 'Ενγκελς, εκδ. 1922). Αυτά τα έγραφε την τελευταία δεκαετία του περασμένου αιώνα, έχοντας υπόψη του την αγροτιά της Δύσης. Χρειάζεται άραγε να αποδείξουμε ότι οι ρώσοι κομμουνιστές, που στο διάστημα τριών επαναστάσεων έκαναν μια τεράστια δουλιά πάνω στο ζήτημα αυτό, κατόρθωσαν πια να αποχτήσουν στο χωριό μια τέτια επιροή κι ένα τέτιο στήριγμα, που δεν τολμούν καν να το ονειρευτούν οι σύντροφοί μας της Δύσης; Πως μπορεί να αρνηθεί κανείς ότι το γεγονός αυτό δε μπορεί παρά να διευκολύνει ριζικά το έργο της ρύθμισης της οικονομικής συνεργασίας ανάμεσα στην εργατική τάξη και την αγροτιά της Ρωσίας; Προς Περιεχόμενα

Οι σκεπτικιστές μιλούν πάντα για τους μικρούς αγρότες σα για ένα παράγοντα που είναι ασυμβίβαστος με τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση. Ακούστε όμως τι λέει ο Ένγκελς για τους μικρούς αγρότες της Δύσης:

«Είμαστε αποφασιστικά στο πλευρό του μικρού αγρότη, θα κάνουμε όλα, όσα μπορούν να γίνουν, για να κάνουμε πιο υποφερτή την τύχη του, για να διευκολύνουμε το πέρασμα του στο συνεταιρισμό, αν το αποφασίσει να πάει σ’ αυτόν, και, στην περίπτωση που δε μπορεί ακόμα να πάρει αυτή την απόφαση, θα του παραχωρήσουμε όσο είναι δυνατό περισσότερο καιρό για να σκεφθεί πάνω στο κομμάτι της γης του. Και το κάνουμε αυτό όχι μονάχα γιατί θεωρούμε το μικρό αγρότη που δουλεύει ο ίδιος για τον εαυτό του, ότι μπορεί ν’ ανήκει σε μας, μα ακόμα και από άμεσο κομματικό συμφέρον. Όσο πιο μεγάλος θα είναι ο αριθμός των αγροτών που θα τους γλυτώσουμε από το πραγματικό τους κατρακύλισμα στο προλεταριάτο, που θα μπορέσουμε να τους καταχτήσουμε, όσο θα είναι ακόμα αγρότες, τόσο πιο γρήγορα και πιο εύκολα θα πραγματοποιηθεί ο κοινωνικός μετασχηματισμός. Δε θα μας ωφελούσε αν θα είμασταν υποχρεωμένοι να περιμένουμε το μετασχηματισμό αυτό, ως που νάχει εξελιχθεί η καπιταλιστική παραγωγή παντού ως τις τελευταίες συνέπειές της, ως που να πέσει θύμα της καπιταλιστικής μεγάλης επιχείρησης και ο τελευταίος μικροχειροτέχνης και ο τελευταίος μικροαγρότης. Οι υλικές θυσίες που με την έννοια αυτή θα χρειαστεί να γίνουν από τα δημόσια μέσα προς το συμφέρον των αγροτών, μπορούν από την άποψη της καπιταλιστικής οικονομίας, να φαίνονται σαν πεταμένα στον αέρα χρήματα, μα παρ’ όλα αυτά αποτελούν μια θαυμάσια τοποθέτηση, γιατί εξοικονομούν ίσως δεκαπλάσιο ποσό από τα έξοδα της κοινωνικής αναδιοργάνωσης γενικά. Μ’ αυτή την έννοια μπορούμε λοιπόν να φερθούμε πολύ γενναιόδωρα απέναντι στους αγρότες».( Ένγκελς, στο ίδιο)

Έτσι μιλούσε ο Ένγκελς, έχοντας υπόψη του την αγροτιά της Δύσης. Μα δεν είναι τάχα ξεκάθαρο ότι αυτά, που είχε πει ο Ένγκελς, πουθενά άλλου δε μπορούν να πραγματοποιηθούν τόσο εύκολα και τόσο πλέρια, όπως στη χώρα της διχτατορίας του προλεταριάτου; Μήπως δεν είναι ξεκάθαρο πως μονάχα στη Σοβιετική Ρωσία μπορούν να εφαρμοστούν στη ζωή, τώρα και στο ακέραιο και «το πέρασμα με το μέρος μας του μικρού αγρότη, που δουλεύει ο ίδιος για τον εαυτό του» και οι απαραίτητες γι’ αυτό «υλικές θυσίες» και η απαιτούμενη «γενναιόδωρη συμπεριφορά απέναντι στους αγρότες», ότι αυτά και άλλα παρόμοια μέτρα προς όφελος των αγροτών εφαρμόζονται κιόλας στη Ρωσία; Πως μπορεί κανείς να αρνηθεί, ότι το γεγονός αυτό πρέπει με τη σειρά του να διευκολύνει και να προωθήσει το έργο της οικονομικής ανοικοδόμησης της Σοβιετικής χώρας;

Δεύτερο. Δεν πρέπει να συγχέουμε την αγροτική οικονομία της Ρωσίας με την αγροτική οικονομία της Δύσης. Εκεί η ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας ακολουθεί το συνηθισμένο δρόμο του καπιταλισμού, μέσα στις συνθήκες της βαθιάς διαφοροποίησης της αγροτιάς, με τα μεγάλα χτήματα και τα ιδιωτικο-καπιταλιστικά λατιφούντια στον ένα πόλο και με την εξαθλίωση, τη φτώχια και τη μισθωτή δουλεία στον άλλο (Λατιφούντια λέγαν στην αρχαία Ρώμη τα μεγάλα αγροχτήματα των δουλοχτητών, όπου δούλευαν εκατοντάδες δούλοι, Σημ. Μετ.). Γι’ αυτό, το ξεχαρβάλωμα και η αποσύνθεση είναι εκεί πέρα για πέρα φυσικά φαινόμενα. Δε συμβαίνει όμως το ίδιο στη Ρωσία. Στη χώρα μας η ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας δε μπορεί ν’ ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο, έστω και μονάχα γιατί η ύπαρξη της Σοβιετικής εξουσίας και η εθνικοποίηση των βασικών εργαλείων και μέσων παραγωγής δεν επιτρέπουν μια τέτια ανάπτυξη. Στη Ρωσία η ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας πρέπει ν’ ακολουθήσει έναν άλλο δρόμο, το δρόμο της συνεταιριστικής οργάνωσης των εκατομμυρίων μικρών και μεσαίων αγροτών, το δρόμο της ανάπτυξης μαζικών συνεταιρισμών στο χωριό, που το κράτος τους υποστηρίζει δίνοντάς τους προνομιακές πιστώσεις. Ο Λένιν, στα άρθρα του για τους συνεταιρισμούς, έδειξε σωστά πως η ανάπτυξη της αγροτικές οικονομίας στη χώρα μας πρέπει ν’ ακολουθήσει έναν καινούργιο δρόμο, το δρόμο που θα της επιτρέψει να τραβήξει με τους συνεταιρισμούς την πλειοψηφία των αγροτών στη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, το δρόμο που μπάζει βαθμιαία στην αγροτική οικονομία τις αρχές του κολλεχτιβισμού, πρώτα στον τομέα της κατανάλωσης και ύστερα στον τομέα της παραγωγής των αγροτικών προϊόντων. Προς Περιεχόμενα

Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχουν απ’ αυτή την άποψη ορισμένα καινούργια φαινόμενα στο χωριό, που έχουν σχέση με τη δουλιά του αγροτικού συνεταιρισμού. Είναι γνωστό πως μέσα στην Ένωση των Αγροτικών Συνεταιρισμών γεννήθηκαν καινούργιες μεγάλες οργανώσεις για τους ξεχωριστούς κλάδους της αγροτικής οικονομίας, για το λινάρι, τις πατάτες, το βούτυρο κα, οργανώσεις με μεγάλο μέλλον (Η Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών υπήρχε απ' τον Αύγουστο του 1921 ως τον Ιούνη του 1929, Σημ. Μετ.). Απ’ αυτές το Κέντρο του Λιναριού, λογουχάρη, έχει ένα ολάκερο δίχτυ από παραγωγικές συντροφιές λιναροπαραγωγών. Το κέντρο αυτό προμηθεύει στους αγρότες σπόρους και εργαλεία παραγωγής, έπειτα αγοράζει από αυτούς τους ίδιους αγρότες όλη την παραγωγή του λιναριού, την πουλά χοντρικά στην αγορά, εξασφαλίζει στους αγρότες τη συμμετοχή στα κέρδη και συνδέει έτσι την αγροτική οικονομία με την κρατική βιομηχανία μέσον της Ένωσης ’Αγροτικών Συνεταιρισμών. Πως να την ονομάσουμε αυτή τη μορφή οργάνωσης της παραγωγής; Αυτό είναι, κατά τη γνώμη μου, το οικιακό σύστημα της μεγάλης κρατικοσοσιαλιστικής παραγωγής στον τομέα της αγροτικής οικονομίας. Μιλώ εδώ για οικιακό σύστημα της κρατικοσοσιαλιστικής παραγωγής σε αντιστοιχία με το σύστημα της δουλιάς στο σπίτι, στον καπιταλισμό, στον τομέα λχ, της υφαντουργίας, όπου οι χειροτέχνες, παίρνοντας από τον καπιταλιστή τις πρώτες ύλες και τα εργαλεία και παραδίνοντάς του όλη την παραγωγή, ήταν στην πραγματικότητα μισο-μεροκαματιάρηδες εργάτες στο σπίτι. Αυτή είναι μια από τις πολλές ενδείξεις για το δρόμο που πρέπει να πάρει η ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας στη χώρα μας. Δε θα αναφέρω άλλες παρόμοιες ενδείξεις από άλλους τομείς της αγροτικής οικονομίας.

Δεν είναι καν ανάγκη να αποδείξουμε πως η τεράστια πλειοψηφία της αγροτιάς θ’ ακολουθήσει πρόθυμα αυτόν τον καινούργιο δρόμο ανάπτυξης, στέλνοντας κατά διαβόλου το δρόμο των ιδιωτικο-καπιταλιστικών λατιφούντιων και της μισθωτές δουλείας, το δρόμο της αθλιότητας και της καταστροφής.

Να Τι λέει ο Λένιν για τους δρόμους ανάπτυξης της αγροτικής μας οικονομίας:

«Η εξουσία του κράτους πάνω σ’ όλα τα μεγάλα μέσα παραγωγής, η εξουσία του κράτους στα χέρια του προλεταριάτου, η συμμαχία αυτού του προλεταριάτου με τα πολλά εκατομμύρια τους μικρούς και τους πολύ μικρούς αγρότες, η εξασφάλιση της καθοδήγησης της αγροτιάς από αυτό το προλεταριάτο κλπ, μήπως όλα αυτά δεν είναι ό,τι χρειάζεται για να μπορέσουμε με το συνεταιρισμό και μόνο με το συνεταιρισμό, που πριν τον θεωρούσαμε μικροεμπορευματική επιχείρηση και που από ορισμένη πλευρά έχουμε δίκιο να τον θεωρούμε τέτιο, ακόμα και σήμερα στην περίοδο της ΝΕΠ, μήπως όλα αυτά δεν είναι ό,τι χρειάζεται για να χτίσουμε την πλήρη σοσιαλιστική κοινωνία; Αυτό δεν είναι ακόμα ανοικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας, μα είναι ό,τι χρειάζεται και ο,τι είναι αρκετό για αυτή την ανοικοδόμηση». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVII, σελ. 392).

Μιλώντας παρακάτω για την ανάγκη να δοθεί οικονομική και άλλη βοήθεια στους συνεταιρισμούς, σαν «οργάνωση του πληθυσμού που στηρίζεται σε νέα αρχή» και σαν νέο «κοινωνικό σύστημα» μέσα στις συνθήκες της διχτατορίας του προλεταριάτου, ο Λένιν συνεχίζει:

«Κάθε κοινωνικό σύστημα εμφανίζεται μονάχα με την οικονομική υποστήριξη μιας ορισμένης τάξης. Δε θ' αναφέρω τις εκατοντάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια ρούβλια που στοίχισε η γέννηση του «ελεύθερου» καπιταλισμού. Τώρα πρέπει να καταλάβουμε και να κάνουμε πράξη ότι κοινωνική οργάνωση, που πρέπει να υποστηρίζουμε σήμερα περισσότερο απ’ όλες, είναι η συνεταιριστική οργάνωση. Πρέπει όμως να την υποστηρίζουμε με την πραγματική σημασία αυτής της λέξης, δηλαδή, δε φτάνει να εννοούμε αυτή την υποστήριξη σαν υποστήριξη κάθε συνεταιριστικής κίνησης. Με τη λέξη υποστήριξη πρέπει να εννοούμε την υποστήριξη εκείνης της συνεταιριστικής κίνησης, στην οποία πραγματικά συμμετέχουν οι πραγματικές μάζες του πληθυσμού». (Βλ. στον ίδιο τόμο, σελ. 393).

Τι δείχνουν όλα αυτά τα γεγονότα;

Δείχνουν ότι οι σκεπτικιστές δεν έχουν δίκιο.

Δείχνουν ότι δίκιο έχει ο Λενινισμός, που θεωρεί τις εργαζόμενες μάζες της αγροτιάς εφεδρεία του προλεταριάτου.

Δείχνουν ότι το προλεταριάτο, που βρίσκεται στην εξουσία, μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιήσει αυτή την εφεδρεία για να συνδέσει τη βιομηχανία με την αγροτική οικονομία, για να προωθήσει τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση και να δημιουργήσει για τη διχτατορία του προλεταριάτου το απαραίτητο εκείνο θεμέλιο, που χωρίς αυτό είναι αδύνατο να γίνει το πέρασμα στη σοσιαλιστική οικονομία.

Επιστροφή στην Περιεχόμενα



VI

ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

Από το θέμα αυτό πιάνω δυο κύρια ζητήματα:

α) την τοποθέτηση του ζητήματος,

β) το απελευθερωτικό κίνημα των καταπιεζομένων λαών και η προλεταριακή επανάσταση.

1. Η τοποθέτηση του ζητήματος. Στο διάστημα, των τελευταίων δεκαετιών, στο εθνικό ζήτημα έγιναν μια σειρά πολύ σοβαρές αλλαγές. Το εθνικό ζήτημα στην περίοδο της ΙΙης Διεθνούς και το εθνικό ζήτημα στην περίοδο του λενινισμού δεν είναι καθόλου το ίδιο πράγμα. Διαφέρουν ριζικά, όχι μόνο στην έκτασή τους, μα και στον εσωτερικό τους χαραχτήρα.

Παλιότερα, το εθνικό ζήτημα περιοριζότανε συνήθως σ’ ένα στενό κύκλο από ζητήματα που αφορούσαν κυρίως τις «πολιτισμένες» εθνότητες. Οι Ιρλανδοί, οι Ούγγροι, οι Πολωνοί, οι Φιλλανδοί, οι Σέρβοι και μερικές άλλες εθνότητες της Ευρώπης, αυτός ήταν ο κύκλος των μη ισότιμων λαών, που για την τύχη τους ενδιαφέρονταν οι ήρωες της ΙΙης Διεθνούς. Δεκάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια των λαών της Ασίας και της Αφρικής, που υπόφεραν κάτω από τον εθνικό ζυγό, στην πιο ωμή και πιο απάνθρωπή του μορφή, αφήνονταν συνήθως στο περιθώριο. Δεν αποφάσιζαν να βάλουν στην ίδια μοίρα τους λευκούς και τους μαύρους, τους «πολιτισμένους» και τους «απολίτιστους». Δυο-τρεις κούφιες και γλυκανάλατες αποφάσεις, που παράκαμπταν με προσοχή το ζήτημα της απελευθέρωσης των αποικιών, ήταν το μόνο που είχαν για να παινευτούν οι παράγοντες της ΙΙης Διεθνούς. Τώρα πρέπει να θεωρείται πως έχει εξαλειφθεί αυτή η διπλοπροσωπία και η αναποφασιστικότητα στο εθνικό ζήτημα. Ο λενινισμός ξεσκέπασε την καταφανή αυτή ασυμφωνία, γκρέμισε τα τείχη, που ορθώνονταν ανάμεσα στους λευκούς και στους μαύρους, ανάμεσα στους ευρωπαίους και στους ασιάτες, στους «πολιτισμένους» και τους «απολίτιστους» σκλάβους του ιμπεριαλισμού και συνέδεσε έτσι το εθνικό ζήτημα με το ζήτημα των αποικιών. Έτσι, το εθνικό ζήτημα μετατράπηκε από ζήτημα μερικό και εσωκρατικό σε ζήτημα γενικό και διεθνές, σε παγκόσμιο ζήτημα για την απελευθέρωση των καταπιεζομένων λαών των εξαρτημένων χωρών και των αποικιών από το ζυγό του ιμπεριαλισμού.

Παλιότερα, την αρχή της αυτοδιάθεσης των εθνών την ερμήνευαν συνήθως λαθεμένα και, όχι σπάνια, τη στένευαν σε δικαίωμα του έθνους για αυτονομία. Μερικοί μάλιστα ηγέτες της ΙΙης Διεθνούς έφτασαν στο σημείο να μετατρέψουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης σε δικαίωμα εκπολιτιστικής αυτονομίας, δηλαδή σε δικαίωμα των καταπιεζομένων εθνών να έχουν δικά τους εκπολιτιστικά ιδρύματα, αφήνοντας όλη την πολιτική εξουσία στα χέρια του κυρίαρχου έθνους. Το γεγονός αυτό έκανε ώστε η ιδέα της αυτοδιάθεσης να κινδυνεύσει να μετατραπεί από όπλο πάλης ενάντια στις προσαρτήσεις, σε όπλο δικαιολόγησης των προσαρτήσεων. Τώρα αυτή η σύγχυση πρέπει να θεωρείται ξεπερασμένη. Ο λενινισμός πλάτυνε την έννοια της αυτοδιάθεσης, ερμηνεύοντάς την σαν δικαίωμα των καταπιεζομένων λαών των εξαρτημένων χωρών και των αποικιών, για πλήρη αποχωρισμό, σαν δικαίωμα των εθνών να υπάρχουν σαν ανεξάρτητα κράτη. Έτσι αποκλείστηκε η δυνατότητα να δικαιολογούνται οι προσαρτήσεις, με την ερμηνεία που έδιναν στο δικαίωμα για αυτοδιάθεση σαν δικαίωμα για αυτονομία. Έτσι και η αρχή της αυτοδιάθεσης μετατράπηκε από μέσο εξαπάτησης των μαζών, που τέτιο αναμφισβήτητα ήταν στα χέρια των σοσιαλσωβινιστών, στο διάστημα του ιμπεριαλιστικού πολέμου, σε μέσο για το ξεσκέπασμα όλων των ειδών των ιμπεριαλιστικών ορέξεων και των σωβινιστικών μηχανοραφιών, σε μέσο για την πολιτική διαφώτιση των μαζών στο πνεύμα του διεθνισμού.

Παλιότερα, το ζήτημα των καταπιεζόμενων εθνών το έβλεπαν συνήθως σαν ζήτημα καθαρά νομικό. Πανηγυρικές προκηρύξεις για την εθνική ισοτιμία, αναρίθμητες διακηρύξεις για την «ισότητα των εθνών», να με τι ασχολούνταν τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς, σκεπάζοντας το γεγονός ότι η «ισότητα των εθνών» μέσα στον ιμπεριαλισμό, όπου μια ομάδα από έθνη (η μειοψηφία) ζει από την εκμετάλλευση μιας άλλης ομάδας από έθνη, αποτελεί χλευασμό των καταπιεζόμενων λαών. Τώρα αυτή η αστική νομική άποψη για το εθνικό ζήτημα πρέπει να θεωρείται ότι έχει πια ξεσκεπαστεί. Από τα ύψη των πομπωδών διακηρύξεων, ο λενινισμός προσγείωσε στο έδαφος το εθνικό ζήτημα, τονίζοντας ότι οι διακηρύξεις για την «ισοτιμία των εθνών» είναι κούφιες και πλαστές διακηρύξεις, όταν δεν ενισχύονται από τα προλεταριακά κόμματα με την άμεση υποστήριξη του απελευθερωτικού αγώνα των καταπιεζόμενων λαών. Έτσι το ζήτημα των καταπιεζόμενων εθνών έγινε ζήτημα υποστήριξης και βοήθειας, πραγματικής και συνεχούς βοήθειας, στα καταπιεζόμενα έθνη, στον αγώνα τους ενάντια στον ιμπεριαλισμό, για την πραγματική ισότητα των εθνών, για την ανεξάρτητη κρατική τους ύπαρξη.

Παλιότερα, το εθνικό ζήτημα το εξέταζαν ρεφορμιστικά, σαν ένα ξεχωριστό ανεξάρτητο ζήτημα, έξω από τη σχέση του με τα γενικά ζητήματα της εξουσίας του κεφαλαίου, της ανατροπής του ιμπεριαλισμού, της προλεταριακής επανάστασης. Προϋπόθεταν σιωπηρά ότι είναι δυνατή η νίκη του προλεταριάτου στην Ευρώπη, χωρίς την άμεση συμμαχία με το απελευθερωτικό κίνημα των αποικιών, ότι η λύση του εθνικοαποικιακού ζητήματος μπορεί να πραγματοποιηθεί στα κρυφά, «αυθόρμητα», έξω από το μεγάλο δρόμο της προλεταριακής επανάστασης, χωρίς επαναστατική πάλη ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Τώρα αυτή η αντεπαναστατική άποψη πρέπει να θεωρείται ξεσκεπασμένη. Ο λενινισμός απόδειξε και ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος και η επανάσταση της Ρωσίας βεβαίωσαν, ότι το εθνικό ζήτημα μπορεί να λυθεί μονάχα σε σύνδεση με την προλεταριακή επανάσταση και πάνω στο έδαφος της, ότι ο δρόμος της νίκης της επανάστασης στη Δύση περνά από την επαναστατική συμμαχία με το απελευθερωτικό κίνημα των αποικιών και των εξαρτημένων χωρών, ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Το εθνικό ζήτημα είναι μέρος του γενικού ζητήματος της προλεταριακής επανάστασης, μέρος του ζητήματος της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Το ζήτημα μπαίνει έτσι: Έχουνε κιόλας εξαντληθεί οι επαναστατικές δυνατότητες, που κρύβονται στους κόλπους του επαναστατικοαπελευθερωτικού κινήματος των καταπιεζόμενων χωρών, ή όχι; Και αν δεν έχουν εξαντληθεί, υπάρχει άραγε ελπίδα, βάση, να χρησιμοποιηθούν αυτές οι δυνατότητες για την προλεταριακή επανάσταση, να μετατραπούν οι εξαρτημένες και αποικιακές χώρες από εφεδρεία της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης, σε εφεδρεία του επαναστατικού προλεταριάτου, σε σύμμαχό του; Προς Περιεχόμενα

Ο λενινισμός απαντά σ’ αυτή την ερώτηση καταφατικά, δηλαδή παραδέχεται πως υπάρχουν επαναστατικές δυνατότητες στους κόλπους του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος των καταπιεζόμενων χωρών και παραδέχεται ότι οι δυνατότητες αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανατροπή του κοινού εχθρού, για την ανατροπή του ιμπεριαλισμού. Ο μηχανισμός της ανάπτυξης του ιμπεριαλισμού, ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος και η επανάσταση στη Ρωσία επιβεβαίωσαν ολοκληρωτικά τα συμπεράσματα του λενινισμού πάνω σ' αυτό το ζήτημα.

Απ’ εδώ βγαίνει η ανάγκη για το προλεταριάτο να υποστηρίζει, και να υποστηρίζει αποφασιστικά και δραστήρια, το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα των καταπιεζομένων και εξαρτημένων λαών.

Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως το προλεταριάτο είναι υποχρεωμένο να υποστηρίζει κάθε εθνικό κίνημα, παντού και πάντα, σ’ όλες τις ξεχωριστές συγκεκριμένες περιπτώσεις. Πρέπει να υποστηρίζει εκείνα τα εθνικά κινήματα, που τείνουν στην εξασθένιση, στο γκρέμισμα του ιμπεριαλισμού και όχι στο δυνάμωμα και τη διατήρησή του. Υπάρχουν περιπτώσεις, που τα εθνικά κινήματα ορισμένων καταπιεζόμενων χωρών έρχονται σε σύγκρουση με τα συμφέροντα της ανάπτυξης του προλεταριακού κινήματος. Είναι αυτονόητο ότι σε μια τέτια περίπτωση δε μπορεί ούτε λόγος να γίνει για υποστήριξη. Το ζήτημα για τα δικαιώματα των εθνών δεν είναι απομονωμένο και αυτοτελές ζήτημα, αλλά μέρος του γενικού ζητήματος της προλεταριακής επανάστασης, που υποτάσσεται στο σύνολο και που απαιτεί να το εξετάζουμε από την άποψη του συνόλου. Στη δεκαετία 1840-1850, ο Μαρξ ήταν υπέρ του εθνικού κινήματος των Πολωνών και των Ούγγρων και ενάντια στο εθνικό κίνημα των Τσέχων και των Νότιων Σλάβων. Γιατί; Γιατί οι Τσέχοι και οι Νότιοι Σλάβοι ήταν τότε «αντιδραστικοί λαοί», «προφυλακές της Ρωσίας» στην Ευρώπη, προφυλακές του απολυταρχισμού, ενώ οι Πολωνοί και οι Ούγγροι ήταν «επαναστατικοί λαοί» που πάλαιβαν ενάντια στην απολυταρχία. Γιατί η υποστήριξη του εθνικού κινήματος των Τσέχων και των Νότιων Σλάβων σήμαινε τότε έμμεση υποστήριξη του τσαρισμού, που ήταν ο πιο επικίνδυνος εχθρός για το επαναστατικό κίνημα στην Ευρώπη.

«Οι ξεχωριστές απαιτήσεις της δημοκρατίας—λέει ο Λένιν—μαζί και η αυτοδιάθεση, δεν είναι κάτι το απόλυτο, άλλα μέρος του γενικότερου δημοκρατικού (σήμερα του γενικότερου σοσιαλιστικού) παγκόσμιου κινήματος. Είναι δυνατό σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις το μέρος να αντιτίθεται στο σύνολο και τότε πρέπει να απορρίπτεται». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XIX σελλ. 257-258).

Έτσι έχει το ζήτημα για τα ξεχωριστά εθνικά κινήματα, για τον ενδεχόμενο αντιδραστικό χαραχτήρα αυτών των κινημάτων, αν, φυσικά, δεν τα κρίνουμε τυπικά, ούτε από τη σκοπιά του αφηρημένου δικαίου, αλλά απ’ την άποψη των συμφερόντων του επαναστατικού κινήματος.

Το ίδιο πρέπει να πούμε για τον επαναστατικό χαραχτήρα τον εθνικών κινημάτων γενικά. Η αναμφισβήτητη επαναστατικότητα της τεράστιας πλειοψηφίας των εθνικών κινημάτων είναι τόσο σχετική και ιδιόμορφη, όσο σχετική και ιδιόμορφη είναι η πιθανή αντιδραστικότητα μερικών ξεχωριστών εθνικών κινημάτων. Μέσα στις συνθήκες της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης, ο επαναστατικός χαραχτήρας του εθνικού κινήματος δεν προϋποθέτει καθόλου την υποχρεωτική ύπαρξη προλεταριακών στοιχείων στο κίνημα, του επαναστατικού ή δημοκρατικού προγράμματος στο κίνημα, την ύπαρξη δημοκρατικής βάσης σ’ αυτό. Ο αγώνας του Εμίρη του Αφγανιστάν, για την ανεξαρτησία του Αφγανιστάν, αντικειμενικά είναι επαναστατικός αγώνας, παρ’ όλες τις μοναρχικές αντιλήψεις του Εμίρη και των οπαδών του, γιατί εξασθενίζει, αποσυνθέτει, υποσκάπτει τον ιμπεριαλισμό, ενώ ο αγώνας που έκαναν στη διάρκεια του ιμπεριαλιστικού πολέμου τέτιοι «τρομεροί» δημοκράτες και «σοσιαλιστές» «επαναστάτες» και ρεμπουπλικάνοι, όπως πχ, ο Κερένσκι και ο Τσερετέλι, ο Ρενοντέλ και ο Σάϊντεμαν, ο Τσέρνοφ και ο Νταν, ο Χέντερσον και ο Κλάϊνς, ήταν αγώνας αντιδραστικός, γιατί είχε σα συνέπεια το φκιασίδωμα, το δυνάμωμα, τη νίκη του ιμπεριαλισμού. Ο αγώνας των αιγύπτιων εμπόρων και αστών διανοουμένων, για την ανεξαρτησία της Αιγύπτου, είναι για τις ίδιες αίτιες ένας αγώνας αντικειμενικά επαναστατικός, παρ’ όλη την αστική προέλευση και τον αστικό τίτλο των ηγετών του αιγυπτιακού εθνικού κινήματος, παρ’ όλο που τάσσονται ενάντια στο σοσιαλισμό, ενώ ο αγώνας της αγγλικής εργατικής κυβέρνησης για τη διατήρηση της Αιγύπτου στη θέση μιας εξαρτημένης χώρας είναι για τις ίδιες αίτιες ένας αγώνας αντιδραστικός, παρ’ όλη την προλεταριακή προέλευση και τον προλεταριακό τίτλο των μελών αυτής της κυβέρνησης, παρ' όλο που είναι «υπέρ» του σοσιαλισμού. Δε μιλώ πια για το εθνικό κίνημα άλλων μεγαλύτερων αποικιών και εξαρτημένων χωρών, όπως οι Ινδίες και η Κίνα, που κάθε βήμα τους στο δρόμο της απελευθέρωσής τους, και αν ακόμα παραβαίνει τις απαιτήσεις της τυπικής δημοκρατίας, είναι ένα δυνατό χτύπημα με βαριά στο κεφάλι του ιμπεριαλισμού, δηλαδή ένα βήμα αναμφισβήτητα επαναστατικό.

Ο Λένιν είχε δίκιο όταν έλεγε ότι το εθνικό κίνημα των καταπιεζόμενων χωρών δεν πρέπει να το κρίνουμε από την άποψη της τυπικής δημοκρατίας, μα από την άποψη των πραγματικών αποτελεσμάτων που φέρνει στο γενικό ισοζύγιο του αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, δηλαδή, «όχι απομονωμένα, μα σε παγκόσμια κλίμακα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XIX σελ. 257).

2. Το απελευθερωτικό κίνημα των καταπιεζόμενων λαών και η προλεταριακή επανάσταση. Στη λύση του εθνικού ζητήματος ο λενινισμός ξεκινά από τις παρακάτω θέσεις:

α) ο κόσμος είναι χωρισμένος σε δυο στρατόπεδα: στο στρατόπεδο μιας χούφτας πολιτισμένων εθνών, που κατέχουν το χρηματιστικό κεφάλαιο και εκμεταλλεύονται την τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού της γήινης σφαίρας, και στο στρατόπεδο των καταπιεζόμενων και εκμεταλλευόμενων λαών των αποικιών και των εξαρτημένων χωρών, που αποτελούν αυτή την πλειοψηφία.

β) Οι αποικίες και οι εξαρτημένες χώρες, που τις καταπιέζει και τις εκμεταλλεύεται το χρηματιστικό κεφάλαιο, αποτελούν τη μεγαλύτερη εφεδρεία και τη σοβαρότερη πηγή δύναμης του ιμπεριαλισμού.

γ) Ο επαναστατικός αγώνας των καταπιεζόμενων λαών, των εξαρτημένων και των αποικιακών χωρών ενάντια στον ιμπεριαλισμό είναι ο μοναδικός δρόμος για την απελευθέρωσή τους από την καταπίεση και την εκμετάλλευσή.

ο) Οι σπουδαιότερες αποικιακές και εξαρτημένες χώρες έχουν πια μπει στο δρόμο του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, που δε μπορεί παρά να οδηγήσει στην κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού.

ε) Τα συμφέροντα του προλεταριακού κινήματος στις αναπτυγμένες χώρες και του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος στις αποικίες απαιτούν τη συνένωση αυτών των δυο μορφών του επαναστατικού κινήματος σ’ ένα κοινό μέτωπο ενάντια στον κοινό εχθρό, ενάντια στον ιμπεριαλισμό.

στ) Η νίκη της εργατικής τάξης στις αναπτυγμένες χώρες και η απελευθέρωση των καταπιεζόμενων λαών από το ζυγό του ιμπεριαλισμού είναι αδύνατες χωρίς τη συγκρότηση και τη στερέωση ενός κοινού επαναστατικού μετώπου.

ζ) Η συγκρότηση κοινού επαναστατικού μετώπου είναι αδύνατη αν το προλεταριάτο των εθνών που καταπιέζουν, δεν υποστηρίζει άμεσα και αποφασιστικά το απελευθερωτικό κίνημα των καταπιεζόμενων λαών, ενάντια στο δικό του, το «ντόπιο» ιμπεριαλισμό, γιατί «δε μπορεί να είναι ελεύθερος ένας, λαός, που καταπιέζει άλλους λαούς» (Μαρξ).

η) Η υποστήριξη αυτή σημαίνει διεκδίκηση, υπεράσπιση, εφαρμογή στη ζωή του συνθήματος για το δικαίωμα των εθνών για αποχωρισμό, για την ανεξάρτητη κρατική τους ύπαρξη.

θ) Χωρίς την πραγματοποίηση αυτού του συνθήματος είναι αδύνατο να γίνει η συνένωση και η συνεργασία των εθνών, μέσα στην ενιαία παγκόσμια οικονομία, που αποτελεί την υλική βάση για τη νίκη του σοσιαλισμού. Προς Περιεχόμενα

ι) Η συνένωση αυτή μπορεί να είναι μόνο εθελοντική, που γεννιέται πάνω στη βάση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και των αδελφικών σχέσεων των λαών μεταξύ τους.

Απ' εδώ προκύπτουν οι δυο πλευρές, οι δυο τάσεις στο εθνικό ζήτημα: η τάση για την πολιτική απελευθέρωση από τα ιμπεριαλιστικά δεσμά και για τη συγκρότηση ενός ανεξάρτητου εθνικού κράτους, τάση που γεννήθηκε πάνω στη βάση της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης και της αποικιακής εκμετάλλευσης, και η τάση για την οικονομική προσέγγιση των εθνών, τάση που γεννήθηκε σε σχέση με τη δημιουργία μιας παγκόσμιας αγοράς και μιας παγκόσμιας οικονομίας,

«Ο αναπτυσσόμενος καπιταλισμός - λέει ο Λένιν - γνωρίζει δυο ιστορικές τάσεις στο εθνικό ζήτημα. Πρώτη τάση: η αφύπνιση της εθνικής ζωής και των εθνικών κινημάτων, ο αγώνας ενάντια σε κάθε εθνικό ζυγό, η δημιουργία εθνικών κρατών. Δεύτερη τάση: η ανάπτυξη και η σύσφιξη κάθε είδους σχέσεων ανάμεσα στα έθνη, το γκρέμισμα κάθε εθνικού φραγμού, η δημιουργία μιας διεθνούς ενότητας του κεφαλαίου, της οικονομικές ζωής γενικά, της πολιτικής, της επιστήμης κλπ. Και οι δυο αυτές τάσεις αποτελούν παγκόσμιο νόμο του καπιταλισμού. Η πρώτη υπερισχύει στην αρχή της ανάπτυξής του, η δεύτερη χαρακτηρίζει τον ώριμο καπιταλισμό, που βαδίζει προς τη μετατροπή του σε σοσιαλιστική κοινωνία».(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XVII. σελ. 139-140).

Για τον ιμπεριαλισμό οι δυο αυτές τάσεις αποτελούν ασυμφιλίωτες αντιθέσεις, γιατί ο ιμπεριαλισμός δε μπορεί να ζει χωρίς να εκμεταλλεύεται και να κρατά με τη βία τις αποικίες μέσα στα πλαίσια του «ενιαίου συνόλου», γιατί ο ιμπεριαλισμός μπορεί να σμίγει τα έθνη μόνο με τις προσαρτήσεις και με τις αποικιακές καταχτήσεις και, μιλώντας γενικά, δεν είναι νοητός χωρίς αυτές.

Για τον κομμουνισμό, αντίθετα, οι δυο αυτές τάσεις δεν είναι παρά οι δυο πλευρές μιας και της αυτής υπόθεσης, της υπόθεσης της απελευθέρωσης των καταπιεζόμενων λαών από το ζυγό του ιμπεριαλισμού, γιατί ο κομμουνισμός ξέρει ότι η συνένωση των λαών σε μια ενιαία παγκόσμια οικονομία μπορεί να γίνει μόνο πάνω στη βάση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και της εθελοντικής συγκατάθεσης, ότι ο δρόμος για τη δημιουργία μιας εθελοντικής ένωσης των λαών περνά μέσα απ’ τον αποχωρισμό των αποικιών από το «ενιαίο» ιμπεριαλιστικό «σύνολο», περνά από την μετατροπή τους σε ανεξάρτητα κράτη.

Απ’ εδώ προκύπτει η ανάγκη για μια επίμονη, αδιάκοπη, αποφασιστική πάλη ενάντια στο μεγαλοσωβινισμό των «σοσιαλιστών» των κυρίαρχων εθνών (Αγγλία, Γαλλία, Αμερική, Ιταλία, Ιαπωνία κλπ), που δε θέλουν να παλαίψουν ενάντια στις ιμπεριαλιστικές τους κυβερνήσεις, που δε θέλουν να υποστηρίξουν τον αγώνα των καταπιεζόμενων λαών των αποικιών «τους» για την απελευθέρωσή τους από την καταπίεση, για τον αποχωρισμό τους σε κράτη.

Χωρίς έναν τέτιο αγώνα δεν είναι νοητή η διαπαιδαγώγηση της εργατικής τάξης των κυρίαρχων εθνών στο πνεύμα του πραγματικού διεθνισμού, στο πνεύμα της προσέγγισης με τις εργαζόμενες μάζες των εξαρτημένων χωρών και των αποικιών, στο πνεύμα της πραγματικής προετοιμασίας της προλεταριακής επανάστασης.

Η επανάσταση στη Ρωσία δε θα νικούσε και ο Κολτσάκ με το Ντενίκιν δεν θα συντρίβονταν, αν το ρωσικό προλεταριάτο δεν είχε τη συμπάθεια και την υποστήριξη των καταπιεζόμενων λαών της πρώην ρωσικής αυτοκρατορίας. Μα για να καταχτήσει τη συμπάθεια και την υποστήριξη αυτών των λαών έπρεπε πρώτα να σπάσει τις αλυσίδες του ρωσικού ιμπεριαλισμού και να απελευθερώσει τους λαούς αυτούς από τον εθνικό ζυγό. Χωρίς αυτό θα ήταν αδύνατο να στερεωθεί η Σοβιετική εξουσία, να καλλιεργηθεί ο πραγματικός διεθνισμός και να δημιουργηθεί η θαυμαστή εκείνη οργάνωση της συνεργασίας των λαών, που ονομάζεται Ένωση των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών και που αποτελεί το ζωντανό πρότυπο για τη μελλοντική συνένωση των λαών σε μια ενιαία παγκόσμια οικονομία.

Απ’ εδώ προκύπτει η ανάγκη της πάλης ενάντια στον εθνικό περιορισμό, τη στενότητα και την απομόνωση των σοσιαλιστών των καταπιεζόμενων χωρών, που δε θέλουν να δουν πιο μακρυά απ’ ότι βλέπουν, από το ύψος του εθνικού τους καμπαναριού και που δεν καταλαβαίνουν τη σχέση που έχει το απελευθερωτικό κίνημα της χώρας τους με το προλεταριακό κίνημα των κυρίαρχων χωρών.

Χωρίς αυτή την πάλη δε μπορεί να διατηρηθεί η ανεξάρτητη πολιτική του προλεταριάτου των καταπιεζόμενων εθνών και η ταξική του αλληλεγγύη με το προλεταριάτο των κυρίαρχων χωρών, στον αγώνα για την ανατροπή του κοινού εχθρού, στον αγώνα για την ανατροπή του ιμπεριαλισμού. Χωρίς αυτή την πάλη θάταν αδύνατος ο διεθνισμός

Αυτός είναι ο δρόμος για τη διαπαιδαγώγηση των εργαζόμενων μαζών των κυρίαρχων και των καταπιεζόμενων εθνών στο πνεύμα του επαναστατικού διεθνισμού.

Να τι λέει ο Λένιν γι’ αυτό το διπλό έργο του κομμουνισμού σχετικά με τη διαπαιδαγώγηση των εργατών στο πνεύμα του διεθνισμού:

«Μπορεί άραγε η διαπαιδαγώγηση αυτή... νάναι συγκεκριμένα η ίδια στα μεγάλα έθνη που καταπιέζουν και στα μικρά που καταπιέζονται; Στα έθνη που προσαρτούν άλλα και σ’ αυτά που προσαρτιένται;

Ολοφάνερα όχι: Ο δρόμος για τον ίδιο σκοπό, για την πλήρη ισοτιμία, τη στενότερη προσέγγιση και την παραπέρα συγχώνευση όλων των εθνών, ακολουθεί σ’ αυτήν την περίπτωση ολοφάνερα διαφορετικούς συγκεκριμένους δρόμους, όπως ακριβώς, για να φθάσουμε πχ, σ’ ένα σημείο που βρίσκεται στο κέντρο μιας δοσμένης σελίδας, ένας δρόμος που ξεκινά από τη μια άκρη της σελίδας, πάει προς τα αριστερά, κι ένας άλλος που ξεκινά από την αντίθετη άκρη, πάει προς τα δεξιά. Αν ένας σοσιαλιστής ενός μεγάλου έθνους που καταπιέζει και προσαρτά, ενώ παραδέχεται γενικά τη συγχώνευση των εθνών, ξεχνά έστω και για μια στιγμή πως ο Νικόλαος ο 2ος “του”, ο Γουλιέλμος “του”, ο Γεώργιος “του”, ο Πουανκαρέ “του” κλπ, είναι επίσης υπέρ τής συγχώνευσης με τα μικρά έθνη (με το μέσο της προσάρτησης) - ο Νικόλαος ο 2ος υπέρ της “συγχώνευσης” με τη Γαλικία, ο Γουλιέλμος ο 2ος υπέρ της “συγχώνευσης” με το Βέλγιο κλπ—ο σοσιαλιστής αυτός δεν είναι παρά ένας γελοίος δογματιστής στη θεωρία και ένας βοηθός του ιμπεριαλισμού στην πράξη.

Το κέντρο του βάρους για τη διεθνιστική διαπαιδαγώγηση των εργατών στις χώρες που καταπιέζουν, πρέπει αναπότρεπτα να βρίσκεται στην προπαγάνδιση και την υπεράσπιση, από μέρους αυτών των εργατών, της ελευθερίας του αποχωρισμού των καταπιεζόμενων χωρών. Χωρίς αυτό δεν υπάρχει διεθνισμός. Έχουμε το δικαίωμα και είμαστε υποχρεωμένοι να θεωρούμε ιμπεριαλιστή και παλιάνθρωπο κάθε σοσιαλιστή, που ανήκει ο’ ένα από τα καταπιέζοντα έθνη και που δεν διεξάγει μια τέτια προπαγάνδα. Αυτή είναι μια απόλυτη διεκδίκηση, έστω κι αν η περίπτωση αποχωρισμού πριν από το σοσιαλισμό είναι δυνατή και “πραγματοποιήσιμη” μονάχα σε μια, μέσα σε χίλιες περιπτώσεις....

Αντίθετα, ο σοσιαλιστής ενός μικρού έθνους πρέπει να τοποθετεί το κέντρο του βάρους της διαφωτιστικής του δουλιάς στη δεύτερη λέξη της γενικής μας διατύπωσης: εθελοντική συνένωση” των εθνών. Μπορεί, χωρίς να παραβαίνει τις υποχρεώσεις του σαν διεθνιστής, να είναι υπέρ της πολιτικής ανεξαρτησίας του έθνους του και υπέρ της προσχώρησης του στο γειτονικό, Χ, Ψ, Ω, κλπ κράτος. Μα σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να παλαίβει ενάντια στη μικροεθνική στενότητα, στον περιορισμό και την απομόνωση, παίρνοντας υπόψη το σύνολο και το γενικό, υποτάσσοντας τα συμφέροντα του μερικού στα συμφέροντα του γενικού.

ΟΙ άνθρωποι που δεν εμβαθύνουν σ’ αυτά το ζήτημα βρίσκουν “αντιφατικό" το γεγονός ότι οι σοσιαλιστές των εθνών που καταπιέζουν επιμένουν στην “ελευθερία για αποχωρισμό" ενώ οι σοσιαλιστές των εθνών που καταπιέζονται επιμένουν στην “ελευθερία για συνένωση". Λίγη όμως σκέψη αποδείχνει ότι εκτός από αυτή τη δοσμένη θέση, δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρχει άλλος δρόμος για τον διεθνισμό και τη συγχώνευση των εθνών, άλλος δρόμος προς αυτόν το σκοπό».(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XIX σελ. 261-262).

Επιστροφή στην Περιεχόμενα



VII

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑΧΤΙΚΗ

Από το θέμα αυτό πιάνω έξι ζητήματα:

α) η στρατηγική και η ταχτική, σαν επιστήμη της διεύθυνσης της ταξικής πάλης του προλεταριάτου,

β) οι σταθμοί της επανάστασης και η στρατηγική,

γ) η άνοδος και η ύφεση του κινήματος και η ταχτική,

δ) η στρατηγική διεύθυνση,

ε) η ταχτική διεύθυνση και

στ) ο ρεφορμισμός και ο επαναστατισμός.

1. Η στρατηγική και η ταχτική, σαν επιστήμη της διεύθυνσης της ταξικής πάλης του προλεταριάτου. Η περίοδος της κυριαρχίας της ΙΙης Διεθνούς ήταν κυρίως περίοδος διαμόρφωσης και εκπαίδευσης των προλεταριακών στρατών μέσα στις συνθήκες μιας λίγο-πολύ ειρηνικής ανάπτυξης. Ήταν η περίοδος που ο κοινοβουλευτισμός επικρατούσε σα μορφή της ταξικής πάλης. Τα ζητήματα που αφορούν τις μεγάλες ταξικές συγκρούσεις, την προετοιμασία του προλεταριάτου για τις επαναστατικές μάχες, τους δρόμους για την κατάχτηση της διχτατορίας του προλεταριάτου, δεν έμπαιναν τότε, όπως φαίνεται, στην πρώτη σειρά. Το καθήκον που έμπαινε ήταν να χρησιμοποιηθούν όλοι οι δρόμοι της νόμιμης ανάπτυξης για τη συγκρότηση και την εκπαίδευση των προλεταριακών στρατιών, να χρησιμοποιηθεί ο κοινοβουλευτισμός ανάλογα με τις συνθήκες, μέσα στις οποίες το προλεταριάτο έμενε και που όπως φαινόταν, έπρεπε να μένει, στη θέση της αντιπολίτευσης. Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι σε μια τέτια περίοδο και με μια τέτια αντίληψη για τα καθήκοντα του προλεταριάτου, δε μπορούσε να υπάρχει ούτε ολοκληρωμένη στρατηγική, ούτε επεξεργασμένη ταχτική. Υπήρχαν κομμάτια, ξέχωρες σκέψεις για τη στρατηγική και την ταχτική, μα δεν υπήρχε όμως στρατηγική και ταχτική.

Το θανάσιμο αμάρτημα της ΙΙης Διεθνούς, δεν είναι ότι εφάρμοζε στον καιρό της την ταχτική της χρησιμοποίησης των κοινοβουλευτικών μορφών πάλης, μα ότι υπερεχτιμούσε τη σημασία αυτών των μορφών, θεωρώντας τες σχεδόν σα μοναδικές μορφές πάλης και ότι, όταν ήρθε η περίοδος των ανοιχτών επαναστατικών συγκρούσεων και στην πρώτη σειρά έμπαινε τα ζήτημα των εξωκοινοβουλευτικών μορφών πάλης, τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς γύρισαν τις πλάτες τους στα νέα καθήκοντα, δεν τα αποδέχτηκαν.

Μόνο στην κατοπινή περίοδο, στην περίοδο των ανοιχτών εξορμήσεων του προλεταριάτου, στην περίοδο της προλεταριακής επανάστασης, όταν το ζήτημα για την ανατροπή της αστικής τάξης έγινε ζήτημα της άμεσης πραχτικής, όταν το ζήτημα για τις εφεδρείες του προλεταριάτου (στρατηγική) έγινε ένα από τα πιο ζωτικά ζητήματα, όταν όλες οι μορφές οργάνωσης και πάλης, και οι κοινοβουλευτικές και οι εξωκοινοβουλευτικές (ταχτική), εκδηλώθηκαν οριστικά, μόνο σ’ αυτή την περίοδο μπορούσε να καταστρωθεί μια ολοκληρωμένη στρατηγική και μια επεξεργασμένη ταχτική της πάλης του προλεταριάτου. Ακριβώς σ’ αυτή την περίοδο ο Λένιν ξανάφερε στο φως της ημέρας τις μεγαλοφυείς σκέψεις του Μαρξ και του Ένγκελς για την ταχτική και τη στρατηγική, που τις είχαν καταχωνιάσει οι οππορτουνιστές της ΙΙης Διεθνούς. Όμως ο Λένιν δεν περιορίστηκε μόνο στο να αποκαταστήσει τις ξεχωριστές θέσεις ταχτικής του Μαρξ και του Ένγκελς. Τις ανάπτυξε παραπέρα και τις συμπλήρωσε με νέες σκέψεις και θέσεις, ενώνοντάς τες σ’ ένα σύστημα από κανόνες και καθοδηγητικές αρχές για τη διεύθυνση της ταξικής πάλης του προλεταριάτου. Οι μπροσούρες του Λένιν, όπως το «Τι να κάνουμε;», οι «Δύο ταχτικές», ο «Ιμπεριαλισμός», το«Κράτος και επανάσταση», «Η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Καούτσκι», «Η παιδική αρρώστια», θα μπουν αναμφισβήτητα σαν πολυτιμότατη συνεισφορά στο γενικό θησαυροφυλάκιο του μαρξισμού, στο επαναστατικό του οπλοστάσιο. Η στρατηγική και η ταχτική του λενινισμού είναι η επιστήμη της διεύθυνσης της επαναστατικής πάλης του προλεταριάτου.

2. Οι σταθμοί της επανάστασης και η στρατηγική. Στρατηγική είναι ο καθορισμός της κατεύθυνσης του κύριου χτυπήματος του προλεταριάτου με βάση το δοσμένο σταθμό της επανάστασης, η επεξεργασία του αντίστοιχου σχεδίου διάταξης των επαναστατικών δυνάμεων (κύριες και δευτερεύουσες εφεδρείες), ο αγώνας για την εφαρμογή αυτού του σχεδίου σ’ όλη τη διάρκεια του δοσμένου σταθμού της επανάστασης.

Η επανάστασή μας πέρασε κιόλας δυο σταθμούς και ύστερα από την Οχτωβριανή ανατροπή μπήκε στον τρίτο σταθμό. Αντίστοιχα άλλαζε και η στρατηγική.

Πρώτος σταθμός. 1903 - Φλεβάρης του 1917. Σκοπός: Ανατροπή του τσαρισμού, ολοκληρωτική εξάλειψη των επιβιώσεων του μεσαίωνα. Βασική δύναμη της επανάστασης: το προλεταριάτο. Άμεση εφεδρεία: η αγροτιά. Κατεύθυνση του βασικού χτυπήματος: απομόνωση της φιλελεύθερο – μοναρχικής αστικής τάξης, που προσπαθεί να κερδίσει την αγροτιά και να σβήσει την επανάσταση με μια συνεννόηση με τον τσαρισμό. Σχέδιο διάταξης των δυνάμεων: συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά. «Το προλεταριάτο πρέπει να φέρει ίσα με το τέλος τη δημοκρατική ανατροπή, παίρνοντας μαζί του τη μάζα της αγροτιάς, για να τσακίσει με τη βία την αντίσταση της απολυταρχίας και να παραλύσει την αστάθεια της αστικής τάξης». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. VIII αελ. 96)

Δεύτερος σταθμός. Μάρτης του 1917 - Οχτώβρη του 1917. Σκοπός: η ανατροπή του ιμπεριαλισμού στη Ρωσία και η έξοδος απ’ τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Βασική δύναμη της επανάστασης: το προλεταριάτο. Άμεση εφεδρεία: η φτωχή αγροτιά. Το προλεταριάτο των γειτονικών χωρών, σαν πιθανή εφεδρεία. Ο πόλεμος που τραβούσε σε μάκρος και η κρίση του ιμπεριαλισμού, σαν ευνοϊκός παράγοντας. Κατεύθυνση του βασικού χτυπήματος: απομόνωση της μικροαστικής δημοκρατίας (μενσεβίκοι, εσέροι), που προσπαθούν να κερδίσουν τις εργαζόμενες μάζες της αγροτιάς και να τερματίσουν την επανάσταση με μια συνεννόηση με τον ιμπεριαλισμό. Σχέδιο διάταξης των δυνάμεων: συμμαχία του προλεταριάτου με τη φτωχή αγροτιά. «Το προλεταριάτο πρέπει να πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική ανατροπή, παίρνοντας μαζί του τη μάζα των μισοπρολεταριακών στοιχείων του πληθυσμού, για να συντρίψει με τη βία την αντίσταση της αστικής τάξης και να παραλύσει την αστάθεια της αγροτιάς και των μικροαστών». (Βλ. Λένιν, στο ίδιο).

Τρίτος σταθμός. Άρχισε ύστερα από την Οχτωβριανή ανατροπή. Σκοπός, το στερέωμα της διχτατορίας του προλεταριάτου σε μια χώρα, χρησιμοποίησή της και σα σημείο στήριξης για την ανατροπή του ιμπεριαλισμού σ’ όλες τις χώρες. Η επανάσταση ξεπερνά τα πλαίσια μιας χώρας, άρχισε η εποχή της παγκόσμιας επανάστασής. Βασικές δυνάμεις της επανάστασης: η διχτατορία του προλεταριάτου σε μια χώρα, το επαναστατικό κίνημα του προλεταριάτου σ’ όλες τις χώρες. Κύριες εφεδρείες: οι μισοπρολεταριακές και μικροαγροτικές μάζες στις αναπτυγμένες χώρες, το απελευθερωτικό κίνημα στις αποικίες και στις εξαρτημένες χώρες. Κατεύθυνση του βασικού χτυπήματος: απομόνωση της μικροαστικής δημοκρατίας, απομόνωση των κομμάτων της ΙΙης Διεθνούς, που αποτελούν το βασικό στήριγμα για την πολιτική της συνεννόησης με τον ιμπεριαλισμό. Σχέδιο διάταξης των δυνάμεων: συμμαχία της προλεταριακής επανάστασης με το απελευθερωτικό κίνημα των αποικιών και των εξαρτημένων χωρών.

Η στρατηγική έχει να κάνει με τις βασικές δυνάμεις της επανάστασης και με τις εφεδρείες τους. Αλλάζει με το πέρασμα της επανάστασης από τον ένα σταθμό στον άλλο, παραμένοντας βασικά αμετάβλητη στη διάρκεια όλης της περιόδου του δοσμένου σταθμού. Προς Περιεχόμενα

3. Η άνοδος και η ύφεση του κινήματος και η ταχτική. Ταχτική είναι ο καθορισμός της γραμμής για το πως θα φερθεί το προλεταριάτο στο σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα της ανόδου ή της ύφεσης του κινήματος, του ανεβάσματος ή της πτώσης της επανάστασης, ο αγώνας για την εφαρμογή αυτής της γραμμής με την αντικατάσταση των παλιών μορφών πάλης και οργάνωσης με άλλες καινούργιες, με την αντικατάσταση των παλιών συνθημάτων με καινούργια, με το συνδυασμό αυτών των μορφών κλπ. Αν η στρατηγική έχει για σκοπό να κερδίσει τον πόλεμο, λχ, με τον τσαρισμό ή με την αστική τάξη, να οδηγήσει ως το τέλος τον αγώνα ενάντια στον τσαρισμό ή στην αστική τάξη, η ταχτική βάζει μπροστά της λιγότερο ουσιαστικούς σκοπούς, γιατί προσπαθεί να κερδίσει όχι τον πόλεμο στο σύνολό του, μα αυτές ή εκείνες τις μάχες, αυτούς ή εκείνους τους αγώνες, να διεξάγει με επιτυχία αυτή ή εκείνη την καμπάνια, αυτή ή εκείνη τη δράση, που ανταποκρίνεται στη συγκεκριμένη κατάσταση της περιόδου της δοσμένης ανόδου ή πτώσης της επανάστασης. Η ταχτική είναι μέρος της στρατηγικής, υποτάσσεται σ’ αυτήν, την εξυπηρετεί.

Η ταχτική αλλάζει σε εξάρτηση με την άνοδο και την ύφεση του κινήματος. Ενώ στην περίοδο του πρώτου σταθμού της επανάστασης (1903-1917, Φλεβάρης) το στρατηγικό σχέδιο παρέμενε αμετάβλητο, η ταχτική άλλαζε σ’ αυτό το διάστημα κάμποσες φορές. Στην περίοδο 1903-1905 η ταχτική του κόμματος ήταν επιθετική, γιατί είχαμε άνοδο της επανάστασης, το κίνημα ανέβαινε και η ταχτική έπρεπε να ξεκινά από το γεγονός αυτό. Αντίστοιχα και οι μορφές της πάλης ήταν επαναστατικές, έτσι που ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις της ανόδου της επανάστασης. Τοπικές πολιτικές απεργίες, πολιτικές διαδηλώσεις, γενική πολιτική απεργία, μποϋκοτάρισμα της Δούμας, εξέγερση, επαναστατικά μαχητικά συνθήματα, αυτές οι μορφές πάλης διαδέχονταν η μια την άλλη σ’ αυτή την περίοδο. Ανάλογα με τις μορφές της πάλης άλλαζαν τότε και οι μορφές της οργάνωσης. Εργοστασιακές επιτροπές, αγροτικές επαναστατικές επιτροπές, απεργιακές επιτροπές, Σοβιέτ των εργατών αντιπροσώπων, λίγο πολύ νόμιμο εργατικό κόμμα, τέτιες ήταν οι μορφές οργάνωσης την περίοδο αυτή.

Στην περίοδο 1907-1912, το κόμμα αναγκάστηκε να περάσει στην ταχτική της υποχώρησης γιατί είχαμε πτώση του επαναστατικού κινήματος, ύφεση της επανάστασης, και η ταχτική δε μπορούσε να μην υπολογίσει αυτό το γεγονός. Ανάλογα μ’ αυτό άλλαξαν και οι μορφές πάλης, καθώς και οι μορφές οργάνωσης. Αντί το μποϋκοτάρισμα της Δούμας, είχαμε συμμετοχή στη Δούμα, αντί ανοιχτές εξωκοινοβουλευτικές επαναστατικές ενέργειες, είχαμε δουλιά και δράση μέσα στη Δούμα, αντί γενικές πολιτικές απεργίες, είχαμε μερικές οικονομικές απεργίες ή απλώς ηρεμία. Είναι ευνόητο ότι το κόμμα έπρεπε να περάσει στο διάστημα αυτής της περιόδου στην παρανομία και οι μαζικές επαναστατικές οργανώσεις αντικαταστάθηκαν με εκπολιτιστικές και διαφωτιστικές οργανώσεις, με συνεταιρισμούς, με ασφαλιστικά ταμεία, και με άλλες νόμιμες οργανώσεις.

Το ίδιο πρέπει να πούμε και για το δεύτερο και τον τρίτο σταθμό της επανάστασης, που στη διάρκειά τους η ταχτική άλλαζε δεκάδες φορές, ενώ τα στρατηγικά σχέδια παρέμεναν αμετάβλητα.

Η ταχτική έχει να κάνει με τις μορφές πάλης και τις μορφές οργάνωσης του προλεταριάτου, με την αλλαγή τους, με το συνδυασμό τους. Πάνω στη βάση ενός δοσμένου σταθμού της επανάστασης η ταχτική μπορεί ν’ αλλάξει κάμποσες φορές, ανάλογα με την άνοδο ή την ύφεση, το ανέβασμα ή την πτώση της επανάστασης.

4. Η στρατηγική διεύθυνση. Εφεδρείες της επανάστασης υπάρχουν:

Άμεσες: α) η αγροτιά και γενικά τα ενδιάμεσα στρώματα της χώρας, β) το προλεταριάτο των γειτονικών χωρών, γ) το επαναστατικό κίνημα στις αποικίες και τις εξαρτημένες χώρες, δ) οι καταχτήσεις και οι επιτεύξεις της διχτατορίας του προλεταριάτου. Το προλεταριάτο μπορεί προσωρινά να παραιτηθεί από ένα μέρος απ’ αυτές, αφού θάχει πρώτα εξασφαλίσει την υπεροχή δυνάμεων, για να εξαγοράσει έτσι έναν ισχυρό αντίπαλο και να κερδίσει μιαν ανάπαυλα. και,

Έμμεσες: α) Οι αντιθέσεις και οι συγκρούσεις ανάμεσα στις μη προλεταριακές τάξεις της χώρας του, που μπορεί να τις χρησιμοποιήσει το προλεταριάτο για να εξασθενίσει τον αντίπαλο και να δυναμώσει τις δικές του τις εφεδρείες, β) Οι αντιθέσεις, οι συγκρούσεις και οι πόλεμοι (λχ, ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος) ανάμεσα στα εχθρικά προς το προλεταριακό κράτος αστικά κράτη, που μπορεί να τις εκμεταλλευτεί το προλεταριάτο, όταν επιτίθεται ‘ή όταν ελίσσεται σε περίπτωση αναγκαστικής υποχώρησης.

Δε χρειάζεται να επεχταθούμε στις εφεδρείες της πρώτης κατηγορίας, μια και είναι κατανοητή η σημασία τους σε όλους και στον καθένα. Όσον άφορά τις εφεδρείες της δεύτερης κατηγορίας, που η σημασία τους δεν είναι πάντα φανερή, χρειάζεται να πούμε ότι έχουν κάποτε πρωταρχική σημασία για την πορεία της επανάστασης. Δε χρειάζεται καν ν’ αρνηθούμε την τεράστια σημασία που είχε π.χ., η σύγκρουση ανάμεσα στη μικροαστική δημοκρατία (εσέροι) και τη φιλελεύθερη μοναρχική αστική τάξη (καντέ), τον καιρό της πρώτης επανάστασης και ύστερα απ’ αυτήν, σύγκρουση που χωρίς αμφιβολία, έπαιξε το ρόλο της στην απελευθέρωση της αγροτιάς από την επιροή της αστικής τάξης. Ακόμα λιγότερο υπάρχει λόγος ν’ αρνηθεί κανείς την τεράστια σημασία που είχε το γεγονός του θανάσιμου πολέμου που γινόταν ανάμεσα στις βασικές ομάδες των ιμπεριαλιστών στην περίοδο της Οχτωβριανής ανατροπής, όταν οι ιμπεριαλιστές, απασχολημένοι με τον πόλεμο μεταξύ τους, δεν είχαν τη δυνατότητα να συγκεντρώσουν δυνάμεις ενάντια στη νεαρή Σοβιετική εξουσία και γι’ αυτό ακριβώς, το προλεταριάτο απόχτησε τη δυνατότητα να καταπιαστεί άμεσα με την οργάνωση των δυνάμεών του, με τη στερέωση της εξουσίας του και με την προετοιμασία της συντριβής του Κολτσάκ και του Ντενίκιν. Πρέπει να υποθέσουμε πως τώρα που οι αντιθέσεις ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές ομάδες γίνονται όλο και πιο βαθιές και που ο νέος πόλεμος ανάμεσά τους γίνεται αναπόφευχτος, οι εφεδρείες αυτού του είδους θα έχουν όλο και σοβαρότερη σημασία για το προλεταριάτο.

Το καθήκον της στρατηγικής διεύθυνσης συνίσταται στη σωστή χρησιμοποίηση όλων αυτών των εφεδρειών, για την πραγματοποίηση του βασικού σκοπού της επανάστασης στο δοσμένο σταθμό της ανάπτυξής της.

Σε τι συνίσταται η σωστή χρησιμοποίηση των εφεδρειών;

Στην εκπλήρωση ορισμένων όρων απαραίτητων, που κυριότεροί τους πρέπει να θεωρούνται οι παρακάτω:

Πρώτο. Συγκέντρωση των κύριων δυνάμεων της επανάστασης την αποφασιστική στιγμή, στο πιο τρωτό σημείο του αντίπαλου, όταν η επανάσταση έχει πια ωριμάσει, όταν η επίθεση προχωρεί ολοταχώς, όταν η εξέγερση χτυπά στην πόρτα και όταν η συσπείρωση των εφεδρειών γύρω από την πρωτοπορία αποτελεί τον αποφασιστικό όρο για τη νίκη. Σαν παράδειγμα που μας δείχνει την τέτια χρησιμοποίηση των εφεδρειών μπορεί να θεωρείται η στρατηγική του κόμματος στην περίοδο από τον Απρίλη ως τον Οχτώβρη του 1917. Δε χωρά αμφιβολία ότι το πιο τρωτό σημείο του εχθρού, στην περίοδο αυτή, ήταν ο πόλεμος. Δε χωρά αμφιβολία ότι πάνω σ’ αυτό ακριβώς το ζήτημα, σα βασικό που ήταν, το κόμμα συγκέντρωσε γύρω από την προλεταριακή πρωτοπορία τις πιο πλατιές μάζες του πληθυσμού. Η στρατηγική του κόμματος στην περίοδο αυτή ήταν: εκπαιδεύοντας την πρωτοπορία με τις διαδηλώσεις και τα συλλαλητήρια στους αγώνες των δρόμων, να συσπειρώσει, ταυτόχρονα με τα Σοβιέτ στα μετόπισθεν και με τις επιτροπές των φαντάρων στο μέτωπο, τις εφεδρείες γύρω στην πρωτοπορία. Η έκβαση της επανάστασης απόδειξε ότι ήταν σωστή η χρησιμοποίηση των εφεδρειών.

Να τι λέει ο Λένιν γι’ αυτό τον όρο της στρατηγικής χρησιμοποίησης των δυνάμεων της επανάστασης, επεξηγώντας τη γνωστή θέση του Μαρξ και του Ένγκελς για την εξέγερση:

«Ποτέ δεν πρέπει να παίζουμε με την εξέγερση, μα αρχίζοντάς την πρέπει να ξέρουμε καλά, ότι πρέπει να πάμε ως το τέλος. Είναι απαραίτητο να συγκεντρώσουμε μεγάλη υπεροχή δυνάμεων στο αποφασιστικό σημείο και την αποφασιστική στιγμή, γιατί διαφορετικά ο εχθρός, που είναι καλύτερα προετοιμασμένος και οργανωμένος, θα τσακίσει τους εξεγερμένους. Όταν έχει πια αρχίσει η εξέγερση, πρέπει να δράσουμε με την πιο μεγάλη αποφασιστικότητα, πρέπει απαραίτητα και εξάπαντος να περάσουμε στην επίθεση. “Η άμυνα είναι ο θάνατος της ένοπλης εξέγερσης”. Πρέπει να προσπαθήσουμε να αιφνιδιάσουμε τον εχθρό, να πιέσουμε τη στιγμή που τα στρατεύματά του είναι ακόμα σκόρπια. Χρειάζεται να σημειώνουμε κάθε μέρα έστω και μικρές επιτυχίες (αν πρόκειται για μια πόλη, τότε μπορούμε να πούμε κάθε ώρα) διατηρώντας έτσι με κάθε θυσία την “ηθική υπεροχή". (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXI, σελ. 319-320.)

Δεύτερο. Η εκλογή της στιγμής για το αποφασιστικό χτύπημα, της στιγμής για το αρχίνημα της εξέγερσης, πρέπει να υπολογιστεί έτσι, ώστε να συμπίπτει με τη στιγμή που η κρίση έφτασε στο ανώτατο σημείο, που η πρωτοπορία είναι έτοιμη ν’ αγωνιστεί ως το τέλος, που η εφεδρεία είναι έτοιμη να υποστηρίξει την πρωτοπορία και που επικρατεί η πιο μεγάλη σύγχυση στις γραμμές του αντιπάλου.

«Μπορεί - έλεγε ο Λένιν - η αποφασιστική μάχη να θεωρείται ότι είναι πέρα για πέρα ώριμη, όταν “όλες οι εχθρικές σε μας ταξικές δυνάμεις έχουν αρκετά μπερδευτεί, αρκετά αλληλοαρπαχτεί, αρκετά εξασθενίσει, σ’ έναν αγώνα που ξεπερνά τις δυνάμεις τους", όταν “όλα τα ταλαντευόμενα, κλονιζόμενα, ασταθή ενδιάμεσα στοιχεία, δηλαδή η μικροαστική τάξη, η μικροαστική δημοκρατία, σε διάκριση από την αστική τάξη, έχουν αρκετά ξεσκεπαστεί μπροστά στο λαό, αρκετά ρεζιλευτεί με την πραχτική χρεωκοπία τους", όταν “μέσα στο προλεταριάτο άρχισε και ανεβαίνει ορμητικά η μαζική διάθεση για την υποστήριξη των πιο αποφασιστικών, των χωρίς επιφυλάξεις τολμηρών επαναστατικών ενεργειών, ενάντια στην αστική τάξη. Τότε η επανάσταση είναι ώριμη, τότε η νίκη είναι δική μας, αν έχουμε υπολογίσει σωστά όλους τους πιο πάνω ... όρους και αν διαλέξαμε σωστά τη στιγμή, τότε η νίκη μας είναι εξασφαλισμένη"». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 229).

Σαν υπόδειγμα τέτιας στρατηγικής μπορεί να θεωρείται η διεξαγωγή της εξέγερσης του Οχτώβρη.

Η παράβαση αυτού του ορού οδηγεί σε ένα επικίνδυνο λάθος, που λέγεται «χάσιμο του ρυθμού», όταν το κόμμα μένει πίσω απ’ την πορεία του κινήματος ή τρέχει πολύ μπροστά, δημιουργώντας τον κίνδυνο της αποτυχίας. Σαν παράδειγμα για το «χάσιμο του ρυθμού», σαν παράδειγμα για τον τρόπο που δε θα πρέπει να διαλέγουμε τη στιγμή της εξέγερσης, πρέπει να θεωρείται η απόπειρα ενός μέρους των συντρόφων να αρχίσουν την εξέγερση με τη σύλληψη της Δημοκρατικής Σύσκεψης το Σεπτέμβρη του 1917, όταν στα Σοβιέτ παρατηρούνταν ακόμα ταλαντεύσεις, όταν ο στρατός στο μέτωπο βρισκόταν ακόμα στο σταυροδρόμι και όταν οι εφεδρείες δεν είχαν ακόμα συσπειρωθεί γύρω από την πρωτοπορία.

Τρίτο. Να ακολουθιέται χωρίς κλονισμούς η πορεία που χαράχτηκε και που έγινε πια αποδεχτή, μέσα από όλες και τις κάθε είδους δυσκολίες και περιπλοκές, στο δρόμο προς το σκοπό. Αυτό είναι απαραίτητο, για να μη χάσει η πρωτοπορία από μπροστά της το βασικό σκοπό του αγώνα και για να μη παραπλανηθούν απ’ το δρόμο οι μάζες, που τραβούν για το σκοπό αυτό και που προσπαθούν να συσπειρωθούν γύρω στην πρωτοπορία.

Η παράβαση αυτού του όρου οδηγεί σ’ ένα τεράστιο λάθος, που οι ναυτικοί το ξέρουν πολύ καλά και που το λένε «χάσιμο του μπούσουλα». Σαν παράδειγμα για τέτιο «χάσιμο του μπούσουλα» πρέπει να θεωρούμε τη λαθεμένη στάση του κόμματός μας, αμέσως μετά τη Δημοκρατική σύσκεψη, που είχε πάρει την απόφαση να συμμετάσχει στο Προκοινοβούλιο. Το κόμμα σαν νάχε ξεχάσει εκείνη τη στιγμή, ότι το Προκοινοβούλιο ήταν μια απόπειρα της αστικής τάξης να τραβήξει τη χώρα από το δρόμο των Σοβιέτ στο δρόμο του αστικού κοινοβουλευτισμού, ότι η συμμετοχή του κόμματος σ’ έναν τέτιο θεσμό μπορούσε να μπερδέψει όλα τα χαρτιά και να κάνει τους εργάτες και τους αγρότες, που είχαν ριχτεί στον επαναστατικό αγώνα με το σύνθημα: «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ», να χάσουν το δρόμο. Το λάθος αυτό διορθώθηκε με την αποχώρηση των μπολσεβίκων από το Προκοινοβούλιο.

Τέταρτο. Ο ελιγμός με τις εφεδρείες που αποβλέπει στη σωστή υποχώρηση, όταν ο εχθρός είναι ισχυρός, όταν η υποχώρηση είναι αναπόφευχτη, όταν είναι ολοφάνερα ασύμφορη η αποδοχή της μάχης που επιβάλλει ο εχθρός, όταν η υποχώρηση με το δοσμένο συσχετισμό των δυνάμεων αποτελεί το μοναδικό μέσο για να αποτραβήξουμε την πρωτοπορία από το χτύπημα και να διατηρήσουμε τις εφεδρείες της.

«Τα επαναστατικά κόμματα - λέει ο Λένιν - πρέπει να συμπληρώσουν τη μάθησή τους. Έμαθαν να επιτίθενται. Τώρα χρειάζεται να καταλάβουν ότι αυτή την επιστήμη είναι απαραίτητο να τη συμπληρώσουν με την επιστήμη πως να υποχωρούν πιο σωστά. Χρειάζεται να καταλάβουν - και η επαναστατική τάξη με την ίδια της την πικρή πείρα μαθαίνει να καταλαβαίνει - ότι δε μπορούν να νικήσουν αν δε μάθουν σωστά να επιτίθενται και σωστά να υποχωρούν». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 177).

Ο σκοπός μιας τέτιας στρατηγικής είναι να κερδίσει χρόνο, να αποσυνθέσει τον αντίπαλο και να συγκεντρώσει τις δυνάμεις για να περάσει ύστερα στην επίθεση.

Σαν πρότυπο για μια τέτια στρατηγική μπορεί να θεωρείται η συνθήκη ειρήνης του Μπρέστ-Λιτόφσκ, που έδοσε στο κόμμα τη δυνατότητα να κερδίσει χρόνο, να εκμεταλλευθεί τις συγκρούσεις στο στρατόπεδο του ιμπεριαλισμού, ν’ αποσυνθέσει τις δυνάμεις του αντιπάλου, να κρατήσει μαζί του την αγροτιά και ένα συγκεντρώσει δυνάμεις για να προετοιμάσει την επίθεση ενάντια στον Κολτσάκ και το Ντενίκιν.

«Κλείνοντας χωριστή ειρήνη - έλεγε τότε ο Λένιν – απαλλασσόμαστε, στο μεγαλύτερο δυνατό για τη δοσμένη στιγμή βαθμό, από τις δυο εχθρικές ιμπεριαλιστικές ομάδες, επωφελούμενοι από την εχθρότητα και τον πόλεμό τους, που τους δυσκολεύει να συνεννοηθούν ενάντιά μας. Έτσι μας λύνονται για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα τα χέρια, για να συνεχίσουμε και να δυναμώνουμε τη σοσιαλιστική επανάσταση».(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXII, σελ. 198)

«Σήμερα και ο πιο κουτός βλέπει»— έλεγε ο Λένιν τρία χρόνια ύστερα από την ειρήνη του Μπρέστ-Λιτόφσκ—«ότι η ειρήνη του Μπρέστ ήταν μια υποχώρηση, που εμάς μας δυνάμωσε και που διέσπασε τις δυνάμεις του διεθνούς ιμπεριαλισμού». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVII, σελ. 7).

Αυτοί είναι οι κύριοι όροι που εξασφαλίζουν τη σωστή στρατηγική διεύθυνση.

5. Η ταχτική διεύθυνση. Η ταχτική διεύθυνση είναι μέρος της στρατηγικής διεύθυνσης και υποτάσσεται στα καθήκοντα και στις απαιτήσεις της τελευταίας. Το καθήκον της ταχτικής διεύθυνσης είναι να κάνει χτήμα της όλες τις μορφές οργάνωσης και πάλης του προλεταριάτου και να εξασφαλίζει τη σωστή τους χρησιμοποίηση, έτσι που - με το δοσμένο συσχετισμό των δυνάμεων - να πετυχαίνει το ανώτατο όριο των αποτελεσμάτων, πράγμα απαραίτητο για να προετοιμαστεί η στρατηγική επιτυχία. Προς Περιεχόμενα

Σε τι συνίσταται η σωστή χρησιμοποίηση των μορφών πάλης και οργάνωσης του προλεταριάτου;

Στην εκπλήρωση μερικών απαραίτητων όρων, που κυριότεροι τους πρέπει να θεωρούνται οι παρακάτω:

Πρώτο. Προώθηση στην πρώτη γραμμή εκείνων ακριβώς των μορφών οργάνωσης και πάλης που ανταποκρίνονται περισσότερο απ' όλες στις συνθήκες της δοσμένης ανόδου ή ύφεσης του κινήματος και που είναι ικανές να διευκολύνουν και να εξασφαλίζουν το τράβηγμα των μαζών στις επαναστατικές θέσεις, το τράβηγμα εκατομμυρίων μαζών στο μέτωπο της επανάστασης και τη διάταξή τους σ’ αυτό.

Το ζήτημα δεν είναι να νιώσει η πρωτοπορία ότι είναι αδύνατο να διατηρηθεί η παλιά τάξη πραγμάτων και ότι είναι αναπόφευχτο το σάρωμά της. Το ζήτημα είναι οι μάζες, τα εκατομμύρια των μαζών, να καταλάβουν ότι αυτό είναι αναπόφευχτο και να δείξουν ότι είναι πρόθυμες να υποστηρίξουν την πρωτοπορία. Αυτό όμως οι μάζες μπορούν να το καταλάβουν μονάχα με την ίδια τους την πείρα. Το καθήκον συνίσταται, στο να δόσουμε στα εκατομμύρια των μαζών τη δυνατότητα να κατανοήσουν με την ίδια τους την πείρα, ότι είναι αναπόφευχτη η ανατροπή της παλιάς εξουσίας, στο να προωθούμε τέτιες μέθοδες πάλης και τέτιες μορφές οργάνωσης, που θα διευκόλυναν τις μάζες να νιώσουν με την πείρα τους την ορθότητα των επαναστατικών συνθημάτων.

Η πρωτοπορία θ’ αποκοβόταν από την εργατική τάξη και η εργατική τάξη θάχανε τη σύνδεσή της με τις μάζες, αν το κόμμα δεν αποφάσιζε έγκαιρα να συμμετάσχει στη Δούμα, αν δεν αποφάσιζε να συγκεντρώσει τις δυνάμεις για τη δουλιά μέσα ατή Δούμα και να αναπτύξει τον αγώνα πάνω στη βάση αυτής της δουλιάς, για να διευκολύνει τις μάζες να κατανοήσουν με την ίδια τους την πείρα, ότι η Δούμα είναι ανώφελη, ότι οι υποσχέσεις των καντέ είναι ψεύτικες, ότι η συνεννόηση με τον τσαρισμό είναι αδύνατη, ότι είναι αναπόφευχτη η συμμαχία της αγροτιάς με την εργατική τάξη. Χωρίς την πείρα των μαζών της περιόδου της Δούμας, θάταν αδύνατο το ξεσκέπασμα των καντέ και η ηγεμονία του προλεταριάτου.

Ο κίνδυνος από την ταχτική του οτζοβισμού ήταν ότι απειλούσε να αποσπάσει την πρωτοπορία από τα εκατομμύρια των εφεδρειών της. (Οτσοβισμός=από την ρούσικη λέξη οτοσβάτ – ανακαλώ. Μικροαστική οππορτουνιστική τάση που παρουσιάστηκε στα χρόνια της αντίδρασης (1908-1912) στο μπολσεβίκικο κόμμα. Οι οτζοβιστές ζητούσαν να ανακληθούν οι σοσιαλδημοκράτες βουλευτές από την κρατική Δούμα και να εγκαταλειφθεί η δουλιά στα συνδικάτα και στις άλλες νόμιμες εργατικές οργανώσεις, Σημ. Μετ.)

Το κόμμα θα αποκοβόταν από την εργατική τάξη και η εργατική τάξη θάχανε την επιροή της πάνω στις πλατιές μάζες των αγροτών και των στρατιωτών, Αν το προλεταριάτο ακολουθούσε τους αριστερούς κομμουνιστές, που καλούσαν σε εξέγερση τον Απρίλη του 1917, όταν οι μενσεβίκοι και οι εσέροι δεν είχαν ακόμα προλάβει να ξεσκεπαστούν σαν οπαδοί του πολέμου και του ιμπεριαλισμού, όταν οι μάζες δεν είχαν ακόμα κατορθώσει να κατανοήσουν με την ίδια τους την πείρα όλη την ψευτιά που έκρυβαν οι λόγοι των μενσεβίκων και των εσέρων, για ειρήνη, γη και λευτεριά. Χωρίς την πείρα των μαζών στην περίοδο του Κερένσκι δε θα είχαν απομονωθεί οι μενσεβίκοι και οι εσέροι και η διχτατορία του προλεταριάτου θάταν αδύνατη. Γι’ αυτό η ταχτική της «υπομονητικής εξήγησης» των λαθών των μικροαστικών κομμάτων και της ανοιχτής πάλης μέσα στα Σοβιέτ, αποτελούσε τη μοναδική σωστή ταχτική.

Ο κίνδυνος από την ταχτική των αριστερών κομμουνιστών ήταν ότι απειλούσε να μετατρέψει το κόμμα, από ηγέτη της προλεταριακής επανάστασης, σε μια χούφτα από κούφιους και ανεδαφικούς συνωμότες.

«Δε μπορούμε να νικήσουμε - έλεγε ο Λένιν - μόνο με την πρωτοπορία. Να ρίξουμε στην αποφασιστική μάχη μονάχα την πρωτοπορία εφόσον όλη η τάξη, εφόσον οι πλατιές μάζες δεν πήραν ακόμα τη θέση, είτε της άμεσης υποστήριξης της πρωτοπορίας, είτε τουλάχιστον, της ευμενούς ουδετερότητας απέναντί της... δε θα ήταν μονάχα ανοησία, μα και έγκλημα. Για να μπορέσει όμως πραγματικά όλη η τάξη, για να μπορέσουν πραγματικό οι πλατιές εργαζόμενες και από το κεφαλαίο καταπιεζόμενες μάζες να πάρουν μια τέτια θέση, δε φτάνουν μονάχα η προπαγάνδα και η ζύμωση. Γι’ αυτό απαιτείται η πολιτική πείρα αυτών των ίδιων των μαζών. Αυτός είναι ο βασικός νόμος όλων των μεγάλων επαναστάσεων, που επιβεβαιώθηκε σήμερα με επιβλητική δύναμη και ανάγλυφα, όχι μόνο στη Ρωσία, μα και στη Γερμανία. Όχι μονάχα οι μάζες της Ρωσίας, που είναι απολίτιστες και σε μεγάλο βαθμό αγράμματες, αλλά και οι πολιτισμένες και γραμματισμένες μάζες της Γερμανίας, για να στραφούν αποφασιστικά προς τον κομμουνισμό και να διαλέξουν σα μοναδική λύση τη διχτατορία του προλεταριάτου, χρειάζεται να δοκιμάσουν στην πλάτη τους όλη την αδυναμία, όλη την έλλειψη χαραχτήρα, όλη την ανικανότητα, όλο το λακεδισμό μπροστά στην αστική τάξη, όλη την προστυχιά της κυβέρνησης των ιπποτών της 2ης Διεθνούς, όλο το αναπόφευχτο της διχτατορίας των άκρων αντιδραστικών (του Κορνίλοφ στη Ρωσία, του Καππ και Σία στη Γερμανία». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXV, σελ 228).

Δεύτερο. Σε κάθε δοσμένη στιγμή πρέπει να βρίσκουμε εκείνο τον ειδικό κρίκο μέσα στην αλυσίδα των γεγονότων, που, αν πιαστούμε απ’ αυτόν, θα μπορούμε να κρατούμε όλη την αλυσίδα και να προετοιμάσουμε τους όρους για την επίτευξη της στρατηγικής επιτυχίας.

Το ζήτημα είναι από τη σειρά των καθηκόντων που μπαίνουν μπροστά στο κόμμα, να ξεχωρίζεις εκείνο ακριβώς το άμεσο καθήκον, που η λύση του αποτελεί το κεντρικό σημείο και που η εκπλήρωσή του εξασφαλίζει την επιτυχημένη λύση των υπόλοιπων άμεσων καθηκόντων.

Τη σημασία αυτής της θέσης θα μπορούσαμε να τη δείξουμε με δυο παραδείγματα, που το ένα θα μπορούσε να παρθεί από το μακρινό παρελθόν (περίοδος διαμόρφωσης του κόμματος) και το άλλο από το πολύ κοντινό παρόν (περίοδος της ΝΕΠ).

Στην περίοδο της διαμόρφωσης του κόμματος, όταν οι αναρίθμητοι κύκλοι και οργανώσεις δεν είχαν ακόμα συνδεθεί μεταξύ τους, όταν η δουλιά που γινόταν με χειροτεχνικό τρόπο και οι στενοί κύκλοι κατέτρωγαν το κόμμα από πάνω ως κάτω, όταν η ιδεολογική διασπορά αποτελούσε το χαρακτηριστικό γνώρισμα της εσωτερικής ζωής του κόμματος, την περίοδο αυτή ο βασικός κρίκος και το βασικό καθήκον στην αλυσίδα των κρίκων και στην αλυσίδα των καθηκόντων, που έμπαιναν τότε μπροστά στο κόμμα, ήταν η δημιουργία μιας πανρωσικής παράνομης εφημερίδας. Γιατί; Γιατί, μέσα στις τοτινές συνθήκες, μόνο με μια πανρωσική παράνομη εφημερίδα θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένας ομοιογενής πυρήνας του κόμματος, ικανός να συνδέσει σ’ ένα σύνολο τους αναρίθμητους κύκλους και οργανώσεις, να προετοιμάσει τις προϋποθέσεις για την ιδεολογική και ταχτική ενότητα και να βάλει έτσι τα θεμέλια για τη δημιουργία ενός πραγματικού κόμματος.

Στην περίοδο του περάσματος από τον πόλεμο στην οικονομική ανοικοδόμηση, όταν η βιομηχανία φυτοζωούσε πιασμένη στα νύχια της καταστροφής και η αγροτική οικονομία υπόφερε από έλλειψη προϊόντων της πόλης, όταν η σύνδεση της κρατικής βιομηχανίας με την αγροτική οικονομία έγινε βασικός όρος για την επιτυχία της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης, την περίοδο αυτή ο βασικός κρίκος στην αλυσίδα των γεγονότων, το βασικό καθήκον ανάμεσα στ’ άλλα καθήκοντα, ήταν η ανάπτυξη του εμπορίου. Γιατί; Γιατί μέσα στις συνθήκες της ΝΕΠ, η σύνδεση της βιομηχανίας με την αγροτική οικονομία δε μπορούσε να γίνει χωρίς το εμπόριο, γιατί η παραγωγή χωρίς την κατανάλωση, μέσα στις συνθήκες της ΝΕΠ, σημαίνει το θάνατο για τη βιομηχανία, γιατί η βιομηχανία μπορεί να επεχταθεί μονάχα με την επέχταση της κατανάλωσης με την ανάπτυξη του εμπορίου, γιατί μόνο αν δυναμώσουμε στον τομέα του εμπορίου, μόνο αν καταχτήσουμε το εμπόριο, μόνο αν καταχτήσουμε αυτό τον κρίκο, μπορούμε να ελπίζουμε πως θα συνδέσουμε στενά τη βιομηχανία με την αγροτική αγορά και θα λύσουμε με επιτυχία τα άλλα άμεσα καθήκοντα, με σκοπό να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για να χτίσουμε τα θεμέλια της σοσιαλιστικής οικονομίας.

«Δε φτάνει να είσαι επαναστάτης και οπαδός του σοσιαλισμού ή κομμουνιστής γενικά... - λέει ο Λένιν - .Πρέπει να ξέρεις να βρίσκεις σε κάθε στιγμή τον ιδιαίτερο εκείνο κρίκο της αλυσίδας, απ' όπου πρέπει να πιαστείς μ’ όλες σου τις δυνάμεις, για να κρατάς όλη την αλυσίδα και για να προετοιμάσεις σοβαρά το πέρασμα στον επόμενο κρίκο. . . Στη δοσμένη στιγμή. . . ο κρίκος αυτός είναι η αναζωογόνηση του εσωτερικού εμπορίου που θα ρυθμίζεται (θα κατευθύνεται) σωστά από το κράτος.

Το εμπόριο - να ποιος είναι ο “κρίκος" της ιστορικής αλυσίδας των γεγονότων στις μεταβατικές μορφές της σοσιαλιστικής μας ανοικοδόμησης, τώρα, στα 1921-1922, ”απ’ όπου πρέπει να πιαστούμε μ’ όλες μας τις δυνάμεις“ ...» (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVII, σελ.82).

Αυτές είναι οι βασικές προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν τη σωστή ταχτική διεύθυνση.

6. Ρεφορμισμός και επαναστατισμός. Σε τι διαφέρει η επαναστατική ταχτική από την ταχτική των ρεφορμιστών;

Μερικοί νομίζουν ότι ο λενινισμός είναι ενάντια στις μεταρρυθμίσεις, ενάντια στους συμβιβασμούς και τις συμφωνίες γενικά. Αυτό δεν είναι καθόλου σωστό. Οι μπολσεβίκοι ξέρουν εξίσου καλά, όπως όλοι οι άλλοι, ότι με μια ορισμένη έννοια «κάθε προσφορά είναι δεχτή», πως, κάτω από ορισμένες συνθήκες, οι μεταρρυθμίσεις, γενικά, οι συμβιβασμοί και οι συμφωνίες, ειδικά, είναι απαραίτητες και ωφέλιμες.

«Να κάνεις πόλεμο - λέει ο Λένιν - για να ανατρέψεις τη διεθνή αστική τάξη, έναν πόλεμο εκατό φορές πιο δύσκολο, πιο μακρόχρονο, πιο πολύπλοκο, από τον πιο σκληρό συνηθισμένο πόλεμο ανάμεσα στα κράτη, και ν’ αρνιέται εκ των προτέρων τον ελιγμό, την εκμετάλλευση των αντιθέσεων (έστω και προσωρινών) ανάμεσα στα συμφέροντα των εχθρών, τις συμφωνίες και τους συμβιβασμούς με τους πιθανούς (έστω και προσωρινούς, ασταθείς, δισταχτικούς, σχετικούς), συμμάχους, μήπως αυτό δεν αποτελεί ένα χωρίς όρια γελοίο πράγμα. Μήπως αυτό δε μοιάζει σαν να θέλουμε να κάνουμε μια δύσκολη αναρίχηση σ’ ένα ανεξερεύνητο και απρόσιτο ως τα τώρα βουνό και να αρνιούμαστε εκ των προτέρων να πηγαίνουμε που και που με ζικ-ζακ, να γυρίζουμε καμιά φορά πίσω, ν’ αφήνουμε την κατεύθυνση που είχαμε διαλέξει και να δοκιμάζουμε διάφορες άλλος κατευθύνσεις;» (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV σeλ. 210).

Είναι φανερό ότι δεν πρόκειται εδώ για τις μεταρρυθμίσεις ή τους συμβιβασμούς και τις συμφωνίες αυτές καθαυτές, αλλά για το πως χρησιμοποιούν οι άνθρωποι αυτές τις μεταρρυθμίσεις και τις συμφωνίες.

Για το ρεφορμιστή, η μεταρρύθμιση είναι το πάν, ενώ η επαναστατική δουλιά γίνεται έτσι, για να βρισκόμαστε σε κουβέντα, για τα μάτια του κόσμου. Γι’ αυτό, με τη ρεφορμιστική ταχτική μέσα στις συνθήκες της αστικής εξουσίας, η μεταρρύθμιση μετατρέπεται αναπόφευχτα σε όργανο για τη στερέωση αυτής της εξουσίας, σε όργανο για την αποσύνθεση της επανάστασης.

Για τον επαναστάτη, αντίθετα, το βασικό είναι η επαναστατική δουλιά και όχι η μεταρρύθμιση. Γι’ αυτόν η μεταρρύθμιση είναι ένα δευτερεύον προϊόν της επανάστασης. Γι’ αυτό με την επαναστατική ταχτική, μέσα στις συνθήκες της αστικής εξουσίας, η μεταρρύθμιση μετατρέπεται, φυσικά, σε όργανο για την αποσύνθεση αυτής της εξουσίας, σε όργανο για το δυνάμωμα της επανάστασης, σε σημείο στήριξης για την παραπέρα ανάπτυξη του επαναστατικού κινήματος.

Ο επαναστάτης δέχεται τη μεταρρύθμιση για να την χρησιμοποιήσει σαν μέσο για το συνδυασμό της νόμιμης με την παράνομη δουλιά, για να τη χρησιμοποιήσει σαν προπέτασμα για το δυνάμωμα της παράνομης δουλιάς, με σκοπό την επαναστατική προετοιμασία των μαζών για την ανατροπή της αστικής τάξης.

Αυτού βρίσκεται η ουσία της επαναστατικής χρησιμοποίησης των μεταρρυθμίσεων και των συμφωνιών μέσα στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού.

Ο ρεφορμιστής, αντίθετα, δέχεται τις μεταρρυθμίσεις για να παραιτηθεί από κάθε παράνομη δουλιά, για να υποσκάψει το έργο της προετοιμασίας των μαζών για την επανάσταση και για να εφησυχάζει κάτω από τη σκιά της μεταρρύθμισης που του«χάρισαν».

Αυτού βρίσκεται η ουσία της ρεφορμιστικής ταχτικές.

Έτσι έχει το ζήτημα με τις μεταρρυθμίσεις και τις συμφωνίες μέσα στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού.

Η υπόθεση όμως αλλάζει κάπως ύστερα από την ανατροπή του ιμπεριαλισμού, στη διχτατορία του προλεταριάτου. Κάτω από ορισμένες συνθήκες, σε ορισμένες περιπτώσεις, η προλεταριακή εξουσία μπορεί να βρεθεί στην ανάγκη να εγκαταλείψει προσωρινά το δρόμο της επαναστατικής μετατροπής της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων και ν’ ακολουθήσει το δρόμο του βαθμιαίου, τους μετασχηματισμούς, το «ρεφορμιστικό δρόμο», όπως έλεγε ο Λένιν στο γνωστό του άρθρο «Για τη σημασία του χρυσού», το δρόμο των κυκλωτικών κινήσεων, το δρόμο των μεταρρυθμίσεων και των υποχωρήσεων απέναντι στις μη προλεταριακές τάξεις, με σκοπόν’ αποσυνθέσει αυτές τις τάξεις, να δόσει στην επανάσταση μια ανάπαυλα, να συγκεντρώσει δυνάμεις και να προετοιμάσει τους όρους για μια καινούργια επίθεση. Δε μπορούμε ν’ αρνηθούμε ότι ο δρόμος αυτός, με μια ορισμένη έννοια, είναι δρόμος ρεφορμιστικός. Πρέπει μονάχα να θυμόμαστε ότι εδώ υπάρχει μια βασική ιδιομορφία που συνίσταται στο γεγονός ότι στη δοσμένη περίπτωση, η μεταρρύθμιση γίνεται από την προλεταριακή εξουσία, ότι δυναμώνει την προλεταριακή εξουσία, της δίνει την απαραίτητη ανάπαυλα και έχει για προορισμό ν’ αποσυνθέσει όχι την επανάσταση, αλλά τις μη προλεταριακές τάξεις.

Έτσι η μεταρρύθμιση, κάτω από αυτές τις συνθήκες, μετατρέπεται στην αντίθεσή της.

Η εφαρμογή μιας τέτιας πολιτικής από την προλεταριακή εξουσία γίνεται δυνατή μόνο και μόνο γιατί η ορμή της επανάστασης στην περίοδο που προηγήθηκε, ήταν αρκετά μεγάλη και δημιούργησε έτσι αρκετά ευρύ χώρο, για να έχει που να υποχωρήσει, όταν την ταχτική της επίθεσης θα την έχει αντικαταστήσει με την ταχτική της προσωρινής υποχώρησης, με την ταχτική των κυκλωτικών κινήσεων.

Έτσι, αν προηγούμενα μέσα στο καθεστώς της αστικής εξουσίας οι μεταρρυθμίσεις ήταν δευτερεύον προϊόν της επανάστασης, τώρα στη διχτατορία του προλεταριάτου, πηγή των μεταρρυθμίσεων είναι οι επαναστατικές καταχτήσεις του προλεταριάτου, οι εφεδρείες που συσσωρεύτηκαν στα χέρια του προλεταριάτου, και που αποτελούνται απ’ αυτές τις καταχτήσεις.

«Η σχέση ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις και την επανάσταση - λέει ο Λένιν - καθορίστηκε με ακρίβεια και σωστά μονάχα από το μαρξισμό. Όμως ο Μαρξ δε μπορούσε να δει αυτή τη σχέση παρά μονάχα από τη μια πλευρά, δηλαδή μέσα στις συνθήκες που υπήρχαν πριν από την πρώτη, κάπως σταθερή, κάπως μακρόχρονη νίκη του προλεταριάτου, έστω και σε μια μονάχα χώρα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες η βάση της σωστής σχέσης ήταν ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι ένα δευτερεύον προϊόν της επαναστατικής ταξικής πάλης του προλεταριάτου... Ύστερα από τη νίκη του προλεταριάτου, έστω και σε μια χώρα, παρουσιάζεται κάτι το καινούργιο στη σχέση ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις και στην επανάσταση. Από άποψη αρχής τα πράγματα παραμένουν όπως ήταν, παρουσιάζεται όμως μια αλλαγή στη μορφή, που ο Μαρξ προσωπικά δε μπορούσε να την προβλέψει και που εμείς όμως δε μπορούμε να την κατανοήσουμε παρά μονάχα πάνω στο έδαφος της φιλοσοφίας και της πολιτικής του μαρξισμού... Ύστερα από τη νίκη, αυτές (δηλαδή οι μεταρρυθμίσεις, I. Στάλιν) (που σε διεθνή κλίμακα εξακολουθούν να είναι “δευτερεύον προϊόν") αποτελούν για τη χώρα όπου κερδήθηκε η νίκη, χώρια από αυτό, και μια απαραίτητη και νόμιμη ανάπαυλα στις περιπτώσεις που, ύστερα από μια υπερένταση των δυνάμεων στον ανώτατο βαθμό, είναι ολοφάνερο ότι οι δυνάμεις δεν φτάνουν για την επαναστατική πραγματοποίηση αυτής η εκείνης της μετατροπής. Η νίκη δίνει ένα τέτιο “απόθεμα δυνάμεων" που μας επιτρέπει να κρατηθούμε ακόμα και σε περίπτωση αναγκαστικής υποχώρησης, να κρατηθούμε και με την υλική και με την ηθική έννοια». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXVII, σελ. 84-85).

Επιστροφή στην Περιεχόμενα



VIII

ΤΟ ΚΟΜΜΑ

Στην προεπαναστατική περίοδο, στην περίοδο της λίγο-πολύ ειρηνικής εξέλιξης, όταν τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς αποτελούσαν μέσα στο εργατικό κίνημα την κυρίαρχη δύναμη και οι κοινοβουλευτικές μορφές πάλης θεωρούνταν οι βασικές μορφές - μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες το κόμμα δεν είχε και δε μπορούσε να έχει τη σοβαρή και αποφασιστική εκείνη σημασία που απόχτησε αργότερα, μέσα στις συνθήκες των ανοιχτών επαναστατικών συγκρούσεων. Υπερασπίζοντας τη ΙΙη Διεθνή από τις επιθέσεις που της γίνονταν, ο Κάουτσκι λέει ότι τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς είναι όργανα ειρήνης και όχι πολέμου και ότι γι’ αυτό ακριβώς δε στάθηκαν ικανά να επιχειρήσουν κάτι το σοβαρό στο διάστημα του πολέμου, στην περίοδο των επαναστατικών εξορμήσεων του προλεταριάτου. Αυτό είναι απόλυτα σωστό. Τι σημαίνει όμως αυτό; Σημαίνει ότι τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς δεν είναι κατάλληλα για την επαναστατική πάλη του προλεταριάτου, ότι δεν είναι μαχητικά κόμματα του προλεταριάτου, που οδηγούν τους εργάτες στην εξουσία, μα ένας εκλογικός μηχανισμός προσαρμοσμένος στις κοινοβουλευτικές εκλογές και την κοινοβουλευτική πάλη. Έτσι ουσιαστικά εξηγιέται και το γεγονός ότι στην περίοδο της κυριαρχίας των οππορτουνιστών της ΙΙης Διεθνούς, η βασική πολιτική οργάνωση του προλεταριάτου δεν ήταν το κόμμα, αλλά η κοινοβουλευτική ομάδα. Είναι γνωστό ότι πραγματικά στην περίοδο αυτή το κόμμα ήταν εξάρτημα και υπηρέτης της κοινοβουλευτικής ομάδας. Δε χρειάζεται ν’ αποδείξουμε ότι μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες και με ένα τέτιο κόμμα επικεφαλής, δε μπορούσε ούτε λόγος να γίνεται για προετοιμασία του προλεταριάτου για την επανάσταση.

Τα πράγματα όμως άλλαξαν ριζικά με τον ερχομό της νέας περιόδου. Η νέα περίοδος είναι η περίοδος των ανοιχτών ταξικών συγκρούσεων, η περίοδος των επαναστατικών ενεργειών του προλεταριάτου, η περίοδος της προλεταριακής επανάστασης, η περίοδος της άμεσης προετοιμασίας των δυνάμεων για την ανατροπή του ιμπεριαλισμού και την κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο. Η περίοδος αυτή βάζει μπροστά στο προλεταριάτο καινούργια καθήκοντα για την αναδιοργάνωση όλης της κομματικής δουλιάς με καινούργιο επαναστατικό τρόπο, για τη διαπαιδαγώγηση των εργατών στο πνεύμα της επαναστατικής πάλης για την εξουσία, για την προετοιμασία και τη συγκέντρωση των εφεδρειών, για τη συμμαχία με τους προλετάριους των γειτονικών χωρών, για την αποκατάσταση στέρεων δεσμών με το απελευθερωτικό κίνημα των αποικιών και των εξαρτημένων χωρών κλπ, κλπ. Το να νομίζει κανείς πως τα καινούργια αυτά καθήκοντα μπορούν να πραγματοποιηθούν με τις δυνάμεις των παλιών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, που έχουν διαπαιδαγωγηθεί μέσα στις ειρηνικές συνθήκες του κοινοβουλευτισμού, είναι σαν να καταδικάζει τον εαυτό του σε μια απελπιστική απογοήτευση, σε αναπόφευχτη ήττα. Το να μένει κανείς με τα παλιά κόμματα επικεφαλής, τη στιγμή που επωμίζεται τέτια καθήκοντα, είναι σα να μένει τελείως αφοπλισμένος. Δεν είναι καν ανάγκη ν' αποδείξουμε πως το προλεταριάτο δε μπορούσε να συμβιβαστεί μ' αυτή την κατάσταση.

Απαυτού προέκυψε η ανάγκη για ένα καινούργιο κόμμα, για ένα κόμμα μαχητικό, για ένα κόμμα επαναστατικό, αρκετά θαρραλέο για να οδηγήσει τους προλετάριους στην πάλη για την εξουσία, αρκετά έμπειρο για να τα βγάζει πέρα μέσα στις πολύπλοκες συνθήκες της επαναστατικής κατάστασης και αρκετά ευλύγιστο για να παρακάμπτει κάθε σκόπελο στο δρόμο προς τη νίκη.

Χωρίς ένα τέτιο κόμμα δε μπορούσε να γίνει καν σκέψη για την ανατροπή του ιμπεριαλισμού, για την κατάχτηση της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Το νέο αυτό κόμμα είναι το κόμμα του λενινισμού. Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαραχτηριστικά αυτού του νέου κόμματος; Προς Περιεχόμενα

1. Το κόμμα σαν πρωτοπόρο τμήμα της εργατικής τάξης. Το κόμμα πρέπει πρώτ’ απ’ όλα να είναι το πρωτοπόρο τμήμα της εργατικής τάξης. Το κόμμα πρέπει να δεχθεί μέσα του όλα τα καλύτερα στοιχεία της εργατικής τάξης, την πείρα τους, την επαναστατικότητά τους, την απεριόριστη αφοσίωσή τους στην υπόθεση του προλεταριάτου. Για να είναι όμως το κόμμα ένα πραγματικά πρωτοπόρο τμήμα πρέπει να είναι εξοπλισμένο με την επαναστατική θεωρία, με τη γνώση των νόμων του κινήματος, με τη γνώση των νόμων της επανάστασης. Χωρίς αυτό δεν είναι σε θέση να διευθύνει τον αγώνα του προλεταριάτου, να οδηγεί το προλεταριάτο. Το κόμμα δε μπορεί να είναι ένα πραγματικό κόμμα, αν περιορίζεται στο να καταγράφει μονάχα όσα αισθάνεται και σκέφτεται η μάζα της εργατικής τάξης, αν σέρνεται στην ούρα του αυθόρμητου κινήματος, αν δεν ξέρει να υπερνικά τη ρουτίνα και την πολιτική αδιαφορία του αυθόρμητου κινήματος, αν δε μπορεί ν' ανυψώνεται πάνω από τα στιγμιαία συμφέροντα του προλεταριάτου, αν δε μπορεί ν’ ανεβάζει τις μάζες ως το επίπεδο των ταξικών συμφερόντων του προλεταριάτου. Το κόμμα πρέπει να βαδίζει επικεφαλής της εργατικής τάξης, πρέπει να βλέπει μακρύτερα απ’ την εργατική τάξη, πρέπει να οδηγεί το προλεταριάτο και όχι να σέρνεται πίσω στην ουρά του αυθόρμητου. Τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς, που κηρύττουν τον«χβοστισμό» είναι φορείς της αστικής πολιτικής, που καταδικάζει το προλεταριάτο στο ρόλο του οργάνου στα χέρια της αστικής τάξης. Μόνο ένα κόμμα που τάσσεται με την άποψη της πρωτοπορίας του προλεταριάτου και που είναι ικανό ν’ ανεβάζει τις μάζες ως το επίπεδο των ταξικών συμφερόντων του προλεταριάτου, μόνο ένα τέτιο κόμμα είναι ικανό να τραβήξει την εργατική τάξη από το δρόμο του τρέϊντγιουνιονισμού και να την μετατρέψει σε ανεξάρτητη πολιτική δύναμη. Το κόμμα είναι ο πολιτικός ηγέτης της εργατικής τάξης.

Μίλησα πιο πάνω για τις δυσκολίες του αγώνα της εργατικής τάξης, για τις πολύπλοκες συνθήκες του αγώνα, για τη στρατηγική και την ταχτική, για τις εφεδρείες και τους ελιγμούς, για την επίθεση και την υποχώρηση. Οι συνθήκες αυτές είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο πολύπλοκες από τις συνθήκες του πολέμου. Ποιος μπορεί να τα βγάλει πέρα μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, ποιος μπορεί να δόσει σωστό προσανατολισμό στα εκατομμύρια του προλεταριάτου; Κανένας στρατός δε μπορεί να τα βγάλει πέρα στον πόλεμο χωρίς ένα έμπειρο επιτελείο, έκτος αν θέλει να καταδικάσει τον εαυτό του σε ήττα. Μήπως δεν είναι φανερό ότι πολύ περισσότερο το προλεταριάτο δε μπορεί να τα βγάλει πέρα χωρίς ένα τέτιο επιτελείο, αν δε θέλει να γίνει βορά των άσπονδων εχθρών του; Ποιο είναι αυτό το επιτελείο; Το επιτελείο αυτό μπορεί να είναι μονάχα το επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου. Η εργατική τάξη χωρίς επαναστατικό κόμμα είναι ένας στρατός χωρίς επιτελείο. Το κόμμα είναι το μαχητικό επιτελείο του προλεταριάτου.

Όμως το κόμμα δε μπορεί να είναι μόνο η πρωτοπορία. Πρέπει να είναι ταυτόχρονα και τμήμα της τάξης, ένα μέρος της τάξης, στενά συνδεμένο μ’ αυτήν με όλες τις ρίζες της ύπαρξής του. Η διαφορά ανάμεσα στο πρωτοπόρο τμήμα και την υπόλοιπη μάζα της εργατικής τάξης, ανάμεσα στους κομματικούς και τους εξωκομματικούς, δε μπορεί να εξαλειφθεί, όσο δε θα έχουν εξαλειφθεί οι τάξεις, όσο το προλεταριάτο θα εξακολουθεί να συμπληρώνεται από ανθρώπους που προέρχονται από άλλες τάξεις, όσο η εργατική τάξη στο σύνολό της δε θα έχει τη δυνατότητα ν’ ανέβει ως το επίπεδο της πρωτοπορίας. Το κόμμα όμως θα έπαυε να είναι κόμμα αν αυτή η διαφορά μετατρεπόταν σε διάσπαση, αν κλεινόταν στον εαυτό του και αν αποκοβόταν από τις εξωκομματικές μάζες. Το κόμμα δε μπορεί να καθοδηγήσει την τάξη, αν δε συνδέεται με τις εξωκομματικές μάζες, αν δεν υπάρχει στενή σύνδεση ανάμεσα στο κόμμα και τις εξωκομματικές μάζες, αν οι μάζες αυτές δεν αποδέχονται την καθοδήγησή του, αν το κόμμα δεν έχει ηθικό και πολιτικό κύρος στις μάζες. Τελευταία μπήκαν στο κόμμα μας διακόσιες χιλιάδες καινούργια μέλη, που προέρχονται απ’ την εργατιά. Το αξιοσημείωτο σ’ αυτή την περίπτωση δεν είναι τόσο ότι οι άνθρωποι αυτοί ήρθαν μόνοι τους στο κόμμα, όσο ότι τους έστειλε όλη η υπόλοιπη εξωκομματική μάζα, που πήρε δραστήρια μέρος στη στρατολογία νέων μελών και που χωρίς την έγκρισή της δε γίνονταν γενικά δεχτά τα νέα μέλη. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι οι πλατιές μάζες των εξωκομματικών εργατών θεωρούν το κόμμα μας σαν δικό τους κόμμα, σαν ένα κόμμα αγαπητό και προσφιλές, ότι ενδιαφέρονται ζωτικά για το πλάτεμα και το δυνάμωμά του και ότι εμπιστεύονται εθελοντικά την τύχη τους στην καθοδήγησή του. Δεν είναι καν ανάγκη ν' αποδείξουμε ότι χωρίς αυτά τα ασύλληπτα ηθικά νήματα που συνδέουν το κόμμα με τις εξωκομματικές μάζες, το κόμμα δε θα μπορούσε να γίνει η αποφασιστική δύναμη της τάξης του. Το κόμμα είναι αναπόσπαστο τμήμα της εργατικής τάξης. Προς Περιεχόμενα

«Είμαστε το κόμμα μιας τάξης - λέει ο Λένιν - και γι’ αυτό σχεδόν όλη η τάξη (και στον καιρό του πολέμου, την εποχή του εμφύλιου πολέμου, απόλυτα όλη η τάξη) πρέπει να δρα κάτω απ’ την καθοδήγηση του κόμματός μας, πρέπει να συσπειρώνεται όσο το δυνατό πιο στενά γύρω από το κόμμα μας. Θάταν όμως μανιλοφισμός (=Αδράνεια, αδιαφορία, τεμπέλικη ονειροφαντασιά, Ο Μανίλοφ είναι ένας από τους ήρωες του βιβλίου ‘Νεκρές Ψυχές’ του Γκόγκολ, Σημ. Μετ.) και “πολιτική της ουράς" να σκεφθεί κανείς ότι μπορεί ποτέ μέσα στον καπιταλισμό σχεδόν όλη η τάξη, ή όλη η τάξη, ν’ ανυψωθεί ως τη συνειδητότητα και τη δραστηριότητα της πρωτοπορίας της, του σοσιαλιστικού της κόμματος. Ως τώρα κανένας λογικός σοσιαλιστής δεν αμφέβαλλε ότι μέσα στον καπιταλισμό ακόμα και η συνδικαλιστική οργάνωση (πιο πρωτόγονη, πιο προσιτή στο βαθμό της συνειδητότητας των μη αναπτυγμένων στρωμάτων) δεν είναι σε θέση να περιλάβει σχεδόν όλη ή όλη την εργατική τάξη. Μόνο που θα ξεγελούσαμε τον εαυτό μας, θα κλείναμε τα μάτια μπροστά στον τεράστιο όγκο των καθηκόντων μας, θα περιορίζαμε αυτά τα καθήκοντα, αν ξεχνούσαμε τη διαφορά ανάμεσα στην πρωτοπορία και σ’ όλες τις μάζες, που τείνουν προς αυτήν, αν ξεχνούσαμε τη διαρκή υποχρέωση της πρωτοπορίας ν’ ανεβάζει όλο και πλατύτερα στρώματα σ’ αυτό το πρωτοποριακό επίπεδο». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. VI, σελ. 205-206).

2. Το κόμμα σαν οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης. Το κόμμα δεν είναι μονάχα το πρωτοπόρο τμήμα της εργατικής τάξης. Αν θέλει πραγματικά να καθοδηγεί τον αγώνα της τάξης πρέπει νάναι ταυτόχρονα και το οργανωμένο τμήμα της τάξης του. Τα καθήκοντα του κόμματος στον καπιταλισμό είναι εξαιρετικά μεγάλα και ποικιλόμορφα.

Το κόμμα πρέπει να καθοδηγεί τον αγώνα του προλεταριάτου μέσα στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες της εσωτερικής και εξωτερικής εξέλιξης, πρέπει να οδηγεί το προλεταριάτο στην επίθεση, όταν η κατάσταση απαιτεί επίθεση, πρέπει να τραβά το προλεταριάτο μακρυά από τα χτυπήματα του ισχυρού εχθρού, όταν η κατάσταση απαιτεί υποχώρηση, πρέπει να μπάζει στις πολυάριθμες μάζες των ανοργάνωτων εξωκομματικών εργατών το πνεύμα της πειθαρχίας και της μεθοδικότητας στην πάλη, το πνεύμα της οργάνωσης και της αντοχής. Το κόμμα όμως μπορεί να εκπληρώσει αυτά τα καθήκοντα μονάχα στην περίπτωση που το ίδιο θ’ αποτελεί την προσωποποίηση της πειθαρχίας και της οργάνωσης, αν αυτό το ίδιο είναι οργανωμένο τμήμα του προλεταριάτου. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις ούτε καν λόγος μπορεί να γίνεται για πραγματική καθοδήγηση από μέρους του κόμματος των εκατομμυρίων μαζών του προλεταριάτου. Το κόμμα είναι το οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης.

Η σκέψη ότι το κόμμα πρέπει να είναι οργανωμένο σύνολο, κατοχυρώθηκε με τη γνωστή διατύπωση του Λένιν στο πρώτο άρθρο του Καταστατικού του Κόμματός μας, οπού το κόμμα θεωρείται σαν ένα άθροισμα από οργανώσεις και τα κομματικά μέλη σαν μέλη μιας από τις οργανώσεις του κόμματος. Οι μενσεβίκοι, που ήταν αντίθετοι μ’ αυτή τη διατύπωση ακόμα από το 1903, πρότειναν στη θέση της το «σύστημα»της αυτοανακήρυξης των μελών του κόμματος, το «σύστημα»της επέχτασης του «τίτλου» του μέλους του κόμματος σε κάθε«καθηγητή» ή και «γυμνασιόπαιδο», σε κάθε «συμπαθούντα»και «απεργό», που υποστηρίζει το κόμμα με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μα που δεν ανήκει και δε θέλει να ανήκει σε καμιά κομματική οργάνωση. Δεν είναι καν ανάγκη να αποδείξουμε ότι αν θα επικρατούσε το πρωτότυπο αυτό «σύστημα», θα οδηγούσε αναπόφευχτα στο παραγέμισμα του κόμματος με καθηγητές και γυμνασιόπαιδα και στον εκφυλισμό του σε ένα ακαθόριστο, άμορφο, ανοργάνωτο «σχηματισμό», που χάνεται μέσα στη θάλασσα των «συμπαθούντων», που εξαλείφει τα όρια ανάμεσα στο κόμμα και την τάξη, και που ανατρέπει το καθήκον του κόμματος για το ανέβασμα των ανοργάνωτων μαζών ως το επίπεδο της πρωτοπορίας. Δε χρειάζεται να πούμε ότι με ένα τέτιο οππορτουνιστικό «σύστημα» το κόμμα μας δε θα μπορούσε να εκπληρώσει το ρόλο του οργανωτικού πυρήνα της εργατικής τάξης στην πορεία της επανάστασής μας.

«Από την άποψη του Μάρτοφ—λέει ο Λένιν—τα όρια του κόμματος μένουν τελείως ακαθόριστα, γιατί ο ”κάθε απεργός" μπορεί να ”αυτοανακηρύσσεται μέλος του κόμματος". Ποιο θα είναι το κέρδος απ’ αυτήν την ασάφεια; Η πλατιά διάδοση ενός “τίτλου". Η ζημία που θα φέρει όμως είναι ότι θα μπάσει την αποσυνθετική ιδέα της σύγχυσης της τάξης με το κόμμα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. V, σελ. 211).

Το κόμμα όμως δεν είναι μονάχα το άθροισμα των κομματικών οργανώσεων. Το κόμμα είναι ταυτόχρονα και το ενιαίο σύστημα αυτών των οργανώσεων, η τυπική τους συνένωση σ’ ένα ενιαίο σύνολο, με ανώτερα και κατώτερα όργανα καθοδήγησης, με την υποταγή της μειοψηφίας στην πλειοψηφία, με πραχτικές αποφάσεις, υποχρεωτικές για όλα τα μέλη του κόμματος. Χωρίς αυτούς τους ορούς το κόμμα δε μπορεί να είναι ένα ενιαίο οργανωμένο σύνολο, ικανό να διευθύνει σχεδιασμένα και οργανωμένα τον αγώνα της εργατικής τάξης.

«Προηγούμενα—λέει ο Λένιν—το κόμμα μας δεν ήταν ένα τοπικά οργανωμένο σύνολο, μα μονάχα ένα άθροισμα από χωριστές ομάδες και ανάμεσα σ’ αυτές τις ομάδες δε μπορούσε να υπάρχουν άλλες σχέσεις εκτός από την ιδεολογική επίδραση. Τώρα γίναμε ένα οργανωμένο κόμμα και αυτό σημαίνει τη δημιουργία μιας εξουσίας, τη μετατροπή του κύρους των ιδεών σε κύρος εξουσίας, την υποταγή των κατώτερων κομματικών διοργανώσεων στα ανώτερα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. VI, σελ. 291).

Η αρχή της υποταγής της μειοψηφίας στην πλειοψηφία, η αρχή της καθοδήγησης της κομματικής δουλιάς από το κέντρο, προκαλεί πολλές φορές επιθέσεις από μέρους των ασταθών στοιχείων, κατηγορίες για «γραφειοκρατισμό», «φορμαλισμό» κλπ. Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι χωρίς την εφαρμογή αυτών των αρχών, θάταν αδύνατη η σχεδιασμένη δουλιά του κόμματος σαν σύνολο και η καθοδήγηση της πάλης της εργατικής τάξης. Ο λενινισμός στα οργανωτικά ζητήματα είναι η σταθερή εφαρμογή αυτών των αρχών. Την πάλη ενάντια σ’ αυτές τις αρχές ο Λένιν την ονομάζει «ρωσικό μηδενισμό» και«αρχοντικό αναρχισμό», που δεν αξίζει παρά να τον ειρωνευόμαστε και να τον απορίπτουμε.

Να τι λέει ο Λένιν γι’ αυτά τα ασταθή στοιχεία στο βιβλίο του «Ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω»: Προς Περιεχόμενα

«Ο αρχοντικός αυτός αναρχισμός είναι ιδιαίτερο γνώρισμα του ρωσικού μηδενισμού. Η κομματική οργάνωση του φαίνεται μια τερατώδικη ”φάμπρικα", η υποταγή του μέρους στο σύνολο και της μειοψηφίας στην πλειοψηφία του φαίνεται σαν “υποδούλωση"..., ο καταμερισμός της δουλιάς κάτω από την καθοδήγηση του κέντρου τον κάνει να βγάζει κωμικοτραγικές κραυγές ενάντια στη μετατροπή των ανθρώπων σε ”ροδίτσες και βιδίτσες..., η υπόμνηση των οργανωτικών άρθρων του καταστατικού του κόμματος προκαλεί τον περιφρονητικό μορφασμό και την περιφρονητική...παρατήρηση ότι θα μπορούσε και να έλειπε ολότελα το καταστατικό...» «Μου φαίνεται πως είναι ξεκάθαρο ότι οι κραυγές για τον περίφημο γραφειοκρατισμό κρύβουν απλώς δυσαρέσκεια για την προσωπική σύνθεση των κέντρων, ότι είναι το φύλλο συκής... Είσαι γραφειοκράτης γιατί σε διόρισε το συνέδριο παρά και ενάντια στη θέληση μου. Είσαι φορμαλιστής, γιατί στηρίζεται στις τυπικές αποφάσεις του συνεδρίου και όχι στη συγκαταθεσή μου. Ενεργείς χοντροκομμένα – μηχανικά - γιατί στηρίζεσαι στη ”μηχανική" πλειοψηφία του συνεδρίου και δεν υπολογίζεις την επιθυμία μου να προσληφθώ κι εγώ. Είσαι δεσποτικός γιατί δε θέλεις να δόσεις την εξουσία στην παλιά, καλή παρέα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. VI, σελ. 310 και 287). (πρόκειται για την “παρέα” Άξελροντ, Μαρτόφ, Ποτρέσοφ κ.α. που δεν υποτάσσονταν στις αποφάσεις του ΙΙου συνεδρίου και κατηγορούσαν το Λένιν για “γραφειοκρατισμό”, Ι. Σταλιν)

3. Το κόμμα σαν ανώτατη μορφή της ταξικής οργάνωσης του προλεταριάτου. Το κόμμα είναι το οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης. Όμως το κόμμα δεν είναι η μοναδική οργάνωση της εργατικής τάξης. Το προλεταριάτο έχει ακόμα μια ολάκερη σειρά από άλλες οργανώσεις, που χωρίς αυτές δε μπορεί να διεξάγει μ’ επιτυχία τον αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο: τα συνδικάτα, τους συνεταιρισμούς, τις οργανώσεις στα εργοστάσια και στις φάμπρικες, τις κοινοβουλευτικές ομάδες, τις εξωκομματικές ενώσεις γυναικών, τον τύπο, τις εκπολιτιστικο-διαφωτιστικές οργανώσεις, τις ενώσεις των νέων, τις επαναστατικο-μαχητικές οργανώσεις (τον καιρό των ανοιχτών επαναστατικών ενεργειών), τα Σοβιέτ των αντιπροσώπων σαν κρατική μορφή οργάνωσης (αν το προλεταριάτο βρίσκεται στην εξουσία) κλπ. Η τεράστια πλειοψηφία αυτών των οργανώσεων είναι εξωκομματικές και μονάχα ένα μέρος απ’ αυτές ανήκει άμεσα στο κόμμα ή αποτελεί τα παρακλάδια του. Όλες αυτές οι οργανώσεις είναι κάτω από ορισμένες συνθήκες απόλυτα απαραίτητες για την εργατική τάξη, γιατί χωρίς αυτές είναι αδύνατο να στερεωθούν οι ταξικές θέσεις του προλεταριάτου στις πολύμορφες σφαίρες του αγώνα, γιατί χωρίς αυτές είναι αδύνατο να ατσαλωθεί το προλεταριάτο σαν δύναμη, που έχει την αποστολή ν’ αντικαταστήσει το αστικό καθεστώς με το σοσιαλιστικό. Πως όμως θα πραγματοποιηθεί η ενιαία διεύθυνσή με μια τέτια πληθώρα από οργανώσεις; Ποια είναι η εγγύηση ότι η ύπαρξη τόσων οργανώσεων δε θα οδηγήσει σε διχογνωμίες στη διεύθυνση; Μπορεί να μας πουν ότι κάθε μια απ’ αυτές τις οργανώσεις δουλεύει στη δική της χωριστή σφαίρα και γι’ αυτό δε μπορούν να εμποδίζουν η μια την άλλη. Αυτό φυσικά είναι σωστό. Είναι όμως επίσης σωστό, ότι όλες αυτές οι οργανώσεις πρέπει να δουλεύουν προς μια κατεύθυνση, γιατί εξυπηρετούν μ ι α τάξη, την τάξη των προλετάριων. Μπαίνει το ερώτημα: ποιος καθορίζει τη γραμμή εκείνη, τη γενική εκείνη κατεύθυνση, που πρέπει ν’ ακολουθήσουν στη δουλιά τους όλες αυτές οι οργανώσεις; Ποια είναι η κεντρική εκείνη οργάνωση, που όχι μόνο είναι ικανή, επειδή έχει την απαραίτητη πείρα, να επεξεργάζεται τη γενική αυτή γραμμή, μα έχει και τη δυνατότητα, γιατί διαθέτει το απαραίτητο γι’ αυτό κύρος, να παρακινεί όλες αυτές τις οργανώσεις να εφαρμόζουν στην πράξη αυτή τη γραμμή για να επιτυγχάνεται η ενότητα στη διεύθυνση και να αποκλείεται η δυνατότητα ανωμαλιών;

Η οργάνωση αυτή είναι το κόμμα του προλεταριάτου.

Το κόμμα συγκεντρώνει όλα τα δεδομένα γι’ αυτό. Πρώτο, γιατί το κόμμα είναι το σημείο συγκέντρωσης των καλύτερων στοιχείων της εργατικής τάξης, που συνδέονται άμεσα με τις εξωκομματικές οργανώσεις του προλεταριάτου και που πολύ συχνά τις καθοδηγούν. Δεύτερο, γιατί το κόμμα, σα σημείο συγκέντρωσης των καλύτερων ανθρώπων της εργατικής τάξης, είναι το καλύτερο σχολειό για τη διαμόρφωση ηγετών της εργατικής τάξης, ικανών να καθοδηγούν κάθε μορφή οργάνωσης της τάξης τους. Τρίτο, γιατί το κόμμα, σαν το καλύτερο σχολειό ηγετών της εργατικής τάξης, είναι με την πείρα και το κύρος του η μοναδική οργάνωση, που είναι ικανή να συγκεντρώνει τη διεύθυνση της πάλης του προλεταριάτου και να μετατρέπει έτσι όλες τις εξωκομματικές οργανώσεις της εργατικής τάξης σε εξυπηρετικά όργανα και λουριά μεταβίβασης που συνδέουν το κόμμα με την τάξη. Το κόμμα είναι η ανώτατη μορφή ταξικής οργάνωσης του προλεταριάτου.

Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι οι εξωκομματικές οργανώσεις, τα συνδικάτα, οι συνεταιρισμοί κλπ, πρέπει τυπικά να υποτάσσονται στην κομματική καθοδήγηση. Το ζήτημα είναι τα κομματικά μέλη που βρίσκονται σ’ αυτές τις οργανώσεις και που είναι αναμφισβήτητα άνθρωποι με επιροή, να χρησιμοποιούν όλα τα μέσα της πειθούς, έτσι ώστε οι εξωκομματικές οργανώσεις να πλησιάζουν στη δουλιά τους το κόμμα του προλεταριάτου και να αποδέχονται εθελοντικά την πολιτική του καθοδήγηση.

Να γιατί ο Λένιν λέει ότι το κόμμα είναι «η ανώτατη μορφή της ταξικής ένωσης των προλετάριων», που η πολιτική της καθοδήγηση πρέπει να επεχτείνεται σ' όλες τις άλλες μορφές οργάνωσης του προλεταριάτου. (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. ΧΧV, σελ. 194).

Να γιατί η οππορτουνιστική θεωρία για την «ανεξαρτησία» και την «ουδετερότητα» των εξωκομματικών οργανώσεων, που γεννά ανεξάρτητους κοινοβουλευτικούς και αποκομένους από το κόμμα δημοσιογραφικούς παράγοντες, στενοκέφαλους συνδικαλιστές και συνεταιριστές, που μετατράπηκαν σε μικροαστούς, είναι τελείως ασυμβίβαστη με τη θεωρία και την πραχτική του λενινισμού.

4. Το κόμμα σαν όργανο της διχτατορίας του προλεταριάτου. Το κόμμα είναι η ανώτατη μορφή οργάνωσης του προλεταριάτου. Το κόμμα είναι η βασική καθοδηγητική αρχή μέσα στην τάξη των προλετάριων και στις οργανώσεις αυτής της τάξης.

Απ’ αυτό όμως καθόλου δε βγαίνει ότι το κόμμα μπορεί να θεωρείται αυτοσκοπός, σαν αυτάρκης δύναμη. Το κόμμα δεν είναι μόνο η ανώτατη μορφή ταξικής ένωσης του προλεταριάτου, μα είναι ταυτόχρονα και όργανο στα χέρια του προλεταριάτου γ ι α την κατάχτηση της διχτατορίας, όταν ακόμα δεν έχει καταχτηθεί, γ ι α τη στερέωση και την επέχταση της διχτατορίας, όταν έχει πια καταχτηθεί. Το κόμμα δε θα μπορούσε ν’ ανεβάσει τόσο ψηλά τη σημασία του και δε θα μπορούσε να ξεπεράσει όλες τις υπόλοιπες μορφές οργάνωσης του προλεταριάτου, αν το προλεταριάτο δε βρισκόταν μπροστά στο ζήτημα της εξουσίας, αν οι συνθήκες του ιμπεριαλισμού, το αναπόφευχτο των πολέμων κι η ύπαρξη της κρίσης δεν απαιτούσαν τη συγκέντρωση όλων των δυνάμεων του προλεταριάτου σ’ ένα σημείο, τη συνένωση όλων των νημάτων του επαναστατικού κινήματος σ’ ένα μέρος, για την ανατροπή της αστικής τάξης και για την κατάχτηση της διχτατορίας του προλεταριάτου. Το κόμμα είναι απαραίτητο στο προλεταριάτο, πριν απ' όλα, σα μαχητικό του επιτελείο, απαραίτητο για να επιτύχει την κατάληψη της εξουσίας. Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι χωρίς ένα κόμμα ικανό να συσπειρώνει γύρω του τις μαζικές οργανώσεις του προλεταριάτου και, στην πορεία του αγώνα, να συγκεντρώνει τη διεύθυνση όλου του κινήματος, το προλεταριάτο της Ρωσίας δε θα μπορούσε να πραγματοποίηση την επαναστατική του διχτατορία.

Το κόμμα όμως είναι απαραίτητο στο προλεταριάτο όχι μόνο για να καταχτήσει τη διχτατορία του, είναι απαραίτητο ακόμα περισσότερο για να κρατήσει τη διχτατορία, να τη στ£στερεώσει και να την επεχτείνει προς το συμφέρον της ολοκληρωτικής νίκης του σοσιαλισμού.

«Τώρα ασφαλώς όλοι σχεδόν βλέπουν - λέει ο Λένιν - ότι οι μπολσεβίκοι δε θα κρατιούνταν στην εξουσία όχι 2 1/2 χρόνια, μα ούτε 2 1/2 μήνες, χωρίς την πιο αυστηρή, πραγματικά σιδερένια πειθαρχία στο κόμμα μας, χωρίς την απόλυτη και απεριόριστη υποστήριξη του κόμματος απ’ όλη τη μάζα της εργατικής τάξης, δηλαδή, από ότι υπάρχει σ’ αυτήν λογικό, τίμιο, γεμάτο αυταπάρνηση, με επιροή και ικανό να οδηγήσει ή να τραβήξει μαζί του τα καθυστερημένα στρώματα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXV ,σελ. 173).

Τι σημαίνει όμως να «κρατήσεις» και να «επεχτείνεις» τη διχτατορία; Σημαίνει να μπάσεις στα εκατομμύρια των μαζών των προλεταρίων το πνεύμα της πειθαρχίας και της οργάνωσης, σημαίνει να δημιουργήσεις μέσα στις προλεταριακές μάζες ένα στήριγμα και έναν προμαχώνα ενάντια στη διαβρωτική επίδραση του μικροαστικού στοιχείου και των μικροαστικών συνηθειών. Σημαίνει να δυναμώσεις την οργανωτική δουλιά των προλετάριων για τη μετεκπαίδευση και την αναμόρφωση των μικροαστικών στρωμάτων. Σημαίνει να βοηθάς τις προλεταριακές μάζες να διαπαιδαγωγήσουν τον εαυτό τους, σα δύναμη ικανή να εξαλείψει τις τάξεις και να προετοιμάσει τις προϋποθέσεις για την οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής. Όλα αυτά όμως είναι αδύνατο να γίνουν χωρίς ένα κόμμα, που να είναι ισχυρό με τη συσπείρωση και την πειθαρχία του.

«Η διχτατορία του προλεταριάτου - λέει ο Λένιν - είναι ένας επίμονος αγώνας, αιματηρός και αναίμαχτος, βίαιος και ειρηνικός, στρατιωτικός και οικονομικός, παιδαγωγικός και διοικητικός ενάντια στις δυνάμεις και τις παραδόσεις της παλιάς κοινωνίας. Η δύναμη της συνήθειας εκατομμυρίων και δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων είναι η πιο τρομερή δύναμη. Δίχως ένα κόμμα σιδερένιο και ατσαλωμένο στον αγώνα, δίχως ένα κόμμα, που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη κάθε τίμιου στοιχείου που ύπαρχει στη δοσμένη τάξη, δίχως ένα κόμμα που να ξέρει να παρακολουθεί τις διαθέσεις των μαζών και να επιδρά πάνω ο’ αυτές, δεν είναι δυνατό να διεξαχθεί με επιτυχία ένας τέτιος αγώνας». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 190).

Το προλεταριάτο χρειάζεται το κόμμα, γ ι α να καταχτήσει και να διατηρήσει τη διχτατορία. Το κόμμα είναι όργανο της διχτατορίας του προλεταριάτου.

Απ’ αυτό όμως βγαίνει ότι με την εξάλειψη των τάξεων, με την απονέκρωση της διχτατορίας του προλεταριάτου, υποχρεωτικά πεθαίνει και το κόμμα. Προς Περιεχόμενα

5. Το κόμμα σαν ενότητα θέλησης, ασυμβίβαστης με την ύπαρξη ομάδων. Η κατάχτηση και η διατήρηση της διχτατορίας του προλεταριάτου δε μπορεί να γίνει δίχως ένα κόμμα που να είναι ισχυρό με τη συσπείρωση και τη σιδερένια πειθαρχία του. Η σιδερένια όμως πειθαρχία μέσα στο κόμμα δεν είναι νοητή, δίχως την ενότητα θέλησης, δίχως την πλήρη και απόλυτη ενότητα δράσης όλων των μελών του κόμματος. Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι αποκλείεται η δυνατότητα πάλης γνωμών μέσα στο κόμμα. Αντίθετα, η σιδερένια πειθαρχία δεν αποκλείει, μα προϋποθέτει την κριτική και την πάλη γνωμών μέσα στο κόμμα. Αυτό ακόμα περισσότερο, δε σημαίνει ότι η πειθαρχία πρέπει να είναι «τυφλή». Αντίθετα, η σιδερένια πειθαρχία δεν αποκλείει μα προϋποθέτει τη συνειδητή και εθελοντική υποταγή, γιατί μόνο μια συνειδητή πειθαρχία μπορεί να είναι πραγματικά σιδερένια πειθαρχία. Όταν όμως τελειώσει η πάλη των γνωμών, εξαντληθεί η κριτική και παρθεί η απόφαση, η ενότητα θέλησης και η ενότητα δράσης όλων των μελών του κόμματος είναι ο απαραίτητος εκείνος όρος, που, χωρίς αυτόν, δεν είναι νοητό ούτε ενιαίο κόμμα, ούτε σιδερένια πειθαρχία μέσα στο κόμμα.

«Στη σημερινή εποχή του οξυμένου εμφύλιου πολέμου - λέει ο Λένιν - το Κομμουνιστικό Κόμμα θα μπορέσει να εκπληρώσει το χρέος του μόνο αν είναι οργανωμένο με τον πιο συγκεντρωτικό τρόπο, αν κυριαρχεί μέσα σ’ αυτό μια σιδερένια πειθαρχία, που να συνορεύει με τη στρατιωτική πειθαρχία κι αν το κομματικό του κέντρο είναι κυρίαρχο όργανο με κύρος και με πλατιά δικαιοδοσία και αν έχει τη γενική εμπιστοσύνη των μελών του κόμματος». (Βλ. «Όροι για την προσχώρηση στην Κομμουνιστική Διεθνή», Λένιν, Άπαντα, τόμ XXV, σελ. 282-283).

Έτσι μπαίνει το ζήτημα της πειθαρχίας μέσα στο κόμμα στις συνθήκες του αγώνα πριν από την κατάχτηση της διχτατορίας.

Το ίδιο πρέπει να πούμε, όμως σε μεγαλύτερο ακόμα βαθμό, για την πειθαρχία μέσα στο κόμμα ύστερα από την κατάχτηση της διχτατορίας.

«Όποιος αδυνατίζει έστω και λίγο - λέει ο Λένιν - τη σιδερένια πειθαρχία του κόμματος του προλεταριάτου (ιδιαίτερα στο διάστημα της διχτατορίας του), στην πραγματικότητα βοηθά την αστική τάξη ενάντια στο προλεταριάτο». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXV, σελ. 190).

Απ’ αυτό όμως βγαίνει ότι η ύπαρξη ομάδων (φράξιων) δε συμβιβάζεται ούτε με την ενότητα του κόμματος, ούτε με τη σιδερένια πειθαρχία του. Δεν είναι καν ανάγκη ν’ αποδείξουμε ότι η ύπαρξη ομάδων οδηγεί στην ύπαρξη πολλών κέντρων, και η ύπαρξη πολλών κέντρων σημαίνει την απουσία ενός γενικού κέντρου μέσα στο κόμμα, τη διάσπαση της ενιαίας θέλησης, την εξασθένηση και την αποσύνθεση της πειθαρχίας, την εξασθένηση και την αποσύνθεση της διχτατορίας. Φυσικά τα κόμματα της ΙΙης Διεθνούς, που παλαίβουν ενάντια στη διχτατορία του προλεταριάτου και που δε θέλουν να οδηγήσουν τους προλετάριους στην εξουσία, μπορούν να επιτρέπουν στον εαυτό τους έναν τέτιο φιλελευθερισμό, σαν την ελευθερία των ομάδων, γιατί δεν τους χρειάζεται καθόλου η σιδερένια πειθαρχία. Τα κόμματα όμως της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που οργανώνουν τη δουλιά τους με βάση το καθήκον της κατάχτησης και της στερέωσης της διχτατορίας του προλεταριάτου, δε μπορούν να παραδεχτούν ούτε το «φιλελευθερισμό», ούτε την ελευθερία των ομάδων. Το κόμμα είναι η ενότητα θέλησης, που αποκλείει κάθε φραξιονισμό και κάθε διάσπαση της εξουσίας μέσα στο κόμμα.

Γι’ αυτό και ο Λένιν έκανε την διευκρίνιση για τον «κίνδυνο που κλείνει ο φραξιονισμός, για την ενότητα του κόμματος και για την πραγματοποίηση της ενότητας θέλησης της πρωτοπορίας του προλεταριάτου, που είναι βασικός όρος για την επιτυχία της διχτατορίας του προλεταριάτου» και που κατοχυρώθηκε σε ειδική απόφαση του 10ου συνεδρίου του κόμματος μας: «για την ενότητα του κόμματος».

Γι’ αυτό και ο Λένιν απαιτεί «τη πλήρη εξάλειψη κάθε φραξιονισμού» και την «άμεση διάλυση όλων χωρίς εξαίρεση των ομάδων που συγκροτήθηκαν πάνω σε τούτο ή εκείνο το πρόγραμμα», με την απειλή της «άμεσης και ασυζήτητης διαγραφής από το κόμμα». (Βλ. Απόφαση «για την ενότητα του κόμματος»).

6. Το κόμμα δυναμώνει όταν ξεκαθαρίζεται απ’ τα οππορτουνιστικά στοιχεία. Η πηγή του φραξιονισμού μέσα στο κόμμα είναι τα οππορτουνιστικά του στοιχεία. Το προλεταριάτο δεν είναι κλειστή τάξη. Έρχονται αδιάκοπα σ’ αυτό αγρότες, μικροαστοί, διανοούμενοι, που η ανάπτυξη του καπιταλισμού τους κάνει προλετάριους. Ταυτόχρονα συντελείται το προτσές της αποσύνθεσης των ανώτερων στρωμάτων του προλεταριάτου, κυρίως των συνδικαλιστικών και κοινοβουλευτικών παραγόντων που η αστική τάξη τους ταΐζει από τα αποικιακά υπερκέρδη. «Το στρώμα αυτό των αστοποιημένων εργατών - έλεγε ο Λένιν - ή “η εργατική αριστοκρατία, που είναι πέρα για πέρα μικροαστική απ’ τον τρόπο της ζωής τους, από το μέγεθος του μισθού τους, απ’ όλη την κοσμοθεωρία τους, είναι το κύριο στήριγμα της ΙΙης Διεθνούς, και στις μέρες μας, το κύριο κοινωνικό (όχι στρατιωτικό) στήριγμα της αστικής τάξης. Γιατί είναι πραγματικοί πράχτορες της αστικής τάξης μέσα στο εργατικό κίνημα, εργατικοί υπάλληλοι της τάξης των καπιταλιστών, πραγματικοί φορείς του ρεφορμισμού και του σωβινισμού» (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XIX, σελ. 77).

Όλες αυτές οι μικροαστικές ομάδες διεισδύουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μέσα στο κόμμα, φέρνοντας μαζί τους το πνεύμα της ταλάντευσης και του οππορτουνισμού, το πνεύμα της αποσύνθεσης και της αβεβαιότητας. Αυτές είναι κυρίως οι πηγές για το φραξιονισμό και τη διάλυση, οι πηγές για την αποδιοργάνωση και την υπονόμευση του κόμματος από τα μέσα. Να πολεμάς τον ιμπεριαλισμό έχοντας πίσω σου τέτιους «συμμάχους», θα πει ότι πέφτεις στη θέση των ανθρώπων που βάλλονται από δυο μεριές, και κατά μέτωπο και από τα νώτα. Γι’ αυτό ο αμείλιχτος αγώνας ενάντια σ’ αυτά τα στοιχεία, το διώξιμό τους από το κόμμα, είναι ο προκαταβολικός όρος για την επιτυχία της πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Περιεχόμενα

Η θεωρία για την «υπερνίκηση» των οππορτουνιστικών στοιχείων με τον ιδεολογικό αγώνα μέσα στο κόμμα, η θεωρία για τη «βαθμιαία» απαλλαγή απ’ αυτά τα στοιχεία, μέσα στα πλαίσια του ίδιου του κόμματος, είναι μια θεωρία σάπια και επικίνδυνη, που απειλεί να καταδικάσει το κόμμα σε παράλυση και σε κατάσταση χρόνιας αρρώστιας, απειλεί να το δόσει βορά στον οππορτουνισμό. Απειλεί να αφήσει το προλεταριάτο δίχως επαναστατικό κόμμα, απειλεί να το στερήσει από το κυριότερο όπλο του στον αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Το κόμμα μας δε θα μπορούσε να βρει το δρόμο του, δε θα μπορούσε να καταλάβει την εξουσία και να οργανώσει τη διχτατορία του προλεταριάτου, δε θα μπορούσε να βγει νικητής από τον εμφύλιο πόλεμο, αν είχε στις γραμμές του τους Μάρτοφ και Ντάν, τούς Ποτρέσοφ και Άξελροντ. Αν το κόμμα μας κατόρθωσε να δημιουργήσει την εσωτερική του ενότητα και την πρωτοφανή συνοχή των γραμμών του, αυτό οφείλεται πρώτ’ απ’ όλα στο ότι μπόρεσε να ξεκαθαριστεί έγκαιρα απ’ τη βρωμιά του οππορτουνισμού, μπόρεσε να πετάξει έξω από το κόμμα τους λικβινταριστές και τους μενσεβίκους. Ο δρόμος για την ανάπτυξη και το δυνάμωμα των προλεταριακών κομμάτων περνά μέσα από το ξεκαθάρισμά τους από τους οππορτουνιστές και τους ρεφορμιστές, από τους σοσιαλιμπεριαλιστές και τους σοσιαλσωβινιστές, από τους σοσιαλπατριώτες και τους σοσιαλπασιφιστές. Το κόμμα δυναμώνει όταν ξεκαθαρίζεται από τα οππορτουνιστικά στοιχεία.

«Είναι αδύνατο να νικήσουμε στην προλεταριακή επανάσταση, είναι αδύνατο να την υπερασπίσουμε- - λέει ο Λένιν - όταν έχουμε στις γραμμές μας ρεφορμιστές και μενσεβίκους. Αυτό είναι ξεκάθαρο ζήτημα αρχής. Το επιβεβαίωσε πεντακάθαρα η πείρα και της Ρωσίας και της Ουγγαρίας. . . Στη Ρωσία πολλές φορές η κατάσταση ήταν δύσκολη και ασφαλώς θα ανατρεπόταν το σοβιετικό καθεστώς, αν οι μενσεβίκοι, οι ρεφορμιστές, οι μικροαστοί δημοκράτες είχαν παραμείνει μέσα στο κόμμα μας... Στην Ιταλία, όπως αναγνωρίζεται απ' όλους, τα πράγματα τραβούν προς αποφασιστικές μάχες του προλεταριάτου με την αστική τάξη για την κατάχτηση της κρατικής εξουσίας. Σε τέτιες στιγμές δεν είναι μονάχα απόλυτα απαραίτητο να απομακρυνθούν οι μενσεβίκοι, οι ρεφορμιστές και οι οπαδοί του Τουράτι από το κόμμα, μα μπορεί να είναι ωφέλιμη και η απομάκρυνση από κάθε υπεύθυνη θέση και πολύ καλών κομμουνιστών, που μπορεί να ταλαντευτούν και που ταλαντεύονται στο ζήτημα της “ενότητας" με τους ρεφορμιστές... Στις παραμονές της επανάστασης και τη στιγμή του πιο σκληρού αγώνα για τη νίκη της, και η πιο παραμικρή ταλάντευση μέσα στο κόμμα, είναι ικανή να καταστρέψει το παν, να τορπιλίσει την επανάσταση, να αποσπάσει την εξουσία από τα χέρια του προλεταριάτου, γιατί η εξουσία αυτή δεν είναι ακόμα σταθερή, γιατί η επίθεση που δέχεται είναι ακόμα πολύ ισχυρή. Αν οι ταλαντευόμενοι ηγέτες αποχωρήσουν σε μια τέτια στιγμή, αυτό δεν εξασθενεί, μα δυναμώνει και το κόμμα και το εργατικό κίνημα και την επανάσταση» (Βλ. Λένιν , Άπαντα, τόμ. XXV, σελ. 462-464.)

Επιστροφή στην Περιεχόμενα



IX

ΤΟ ΣΤΥΛ ΣΤΗ ΔΟΥΛΙΑ

Δεν πρόκειται για το λογοτεχνικό στυλ. Έχω υπόψη μου το στυλ της δουλιάς, εκείνο το ιδιαίτερο και ιδιόμορφο που υπάρχει στην πραχτική του λενινισμού, που δημιουργεί τον ιδιαίτερο τύπο του λενινιστή στελέχους. Ο λενινισμός είναι μια θεωρητική και πραχτική σχολή, που διαμορφώνει έναν ιδιαίτερο τύπο από κομματικά και κρατικά στελέχη, που δημιουργεί ένα ιδιαίτερο λενινιστικό στυλ στη δουλιά. Ποια είναι τα χαραχτηριστικά γνωρίσματα αυτού του στυλ; Ποιες οι ιδιομορφίες του; Οι ιδιομορφίες του είναι δυο:
α) η ρούσικη επαναστατική έξαρση και
β) το αμερικάνικο πραχτικό πνεύμα. Το στυλ του λενινισμού συνίσταται στην ένωση των δυο αυτών ιδιομορφιών στην κομματική και στην κρατική δουλιά.

Η ρούσικη επαναστατική έξαρση είναι το αντίδοτο ενάντια στην αδράνεια, τη ρουτίνα, τη συντηρητικότητα, τη στασιμότητα της σκέψης, τη δουλική στάση μπρος στις πατροπαράδοτες παραδόσεις. Η ρούσικη επαναστατική έξαρση είναι η ζωοδότρα δύναμη, που ξυπνά τη σκέψη, που κινεί προς τα μπρος, που τσακίζει το παλιό, που δίνει προοπτική. Χωρίς αυτήν είναι αδύνατη κάθε κίνηση προς τα μπρος. Η ρούσικη όμως επαναστατική έξαρση έχει όλες τις πιθανότητες να εκφυλιστεί στην πράξη σ’ έναν κούφιο «επαναστατικό» μανιλοφισμό, αν δε συνδεθεί με το αμερικάνικο πραχτικό πνεύμα στη δουλιά. Παραδείγματα τέτιου εκφυλισμού υπάρχουν άφθονα. Ποιος δεν ξέρει την αρρώστια της «επαναστατικής» φαντασιοπληξίας και «επαναστατικής» σχεδιομανίας, που ξεκινά από τη βεβαιότητα ότι οι εντολές μπορούν όλα να τα κανονίσουν και όλα να τα μεταβάλουν; Ένας ρώσος συγγραφέας, ο Ίλ. Έρενμπουργκ, περιέγραψε στο διήγημα«Ουσκόμτσελ» (ο τελειοποιημένος κομμουνιστής άνθρωπος), τον τύπο ενός «μπολσεβίκου» που πάσχει απ’ αυτή την αρρώστια, που είχε βάλει για σκοπό του να χαράξει το σχήμα για ένα ιδανικό τέλειο άνθρωπο και που... «βούλιαξε» σ' αυτή τη «δουλιά». Το διήγημα έχει πολλές υπερβολές, δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι ο συγγραφέας πιάνει σωστά την αρρώστια. Κανένας όμως δεν ειρωνευότανε τόσο τσουχτερά και αμείλιχτα αυτούς τους άρρωστους, όσο ο Λένιν. «Κομμουνιστική ξιπασιά», έτσι ονόμαζε την αρρωστιάρικη αυτή πίστη στη φαντασιοπληξία και τη μανία των εντολών.

«Κομμουνιστική ξιπασιά, θα πει - λέει ο Λένιν - ότι ένας άνθρωπος, που βρίσκεται στο κομμουνιστικό κόμμα και που δε διώχτηκε ακόμα απ’ αυτό, φαντάζεται ότι όλα τα προβλήματά του μπορεί να τα λύσει με κομμουνιστικά διατάγματα». (Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμ. XXVIΙ, σελ. 50-51).

Στην «επαναστατική» αερολογία ο Λένιν αντιπαράθετε συνήθως τα απλά και καθημερινά έργα, υπογραμμίζοντας έτσι ότι η «επαναστατική» φαντασιοπληξία είναι αντίθετη προς το πνεύμα και το γράμμα του πραγματικού λενινισμού.

«Λιγότερες πομπώδεις φράσεις - λέει ο Λένιν - και περισσότερη απλή καθημερινή δουλιά... Λιγότερο πολιτικό θόρυβο, περισσότερη προσοχή για τα πιο άπλα, μα ζωντανά γεγονότα, της κομμουνιστικής ανοικοδόμησης. . .»(Βλ. Λένιν, Άπαντα, τομ. XXIV, σελ. 343-335)

Το αμερικάνικο πραχτικό πνεύμα, αντίθετα, είναι το αντίδοτο ενάντια στον «επαναστατικό» μανιλοφισμό και τις ονειροπαρμένες φαντασιοπληξίες. Το αμερικάνικο πραχτικό πνεύμα είναι η αδάμαστη εκείνη δύναμη, που δεν ξέρει και δεν παραδέχεται κανένα φραγμό, που με την πραχτική του επιμονή σαρώνει όλα τα εμπόδια, που οπωσδήποτε θα οδηγήσει ως το τέλος το έργο που άρχισε, ακόμα και αν πρόκειται για μικρό. Χωρίς αυτό δεν μπορεί να νοηθεί σοβαρή ανοικοδομητική δουλιά. Το αμερικάνικο όμως πραχτικό πνεύμα έχει όλες τις πιθανότητες να εκφυλιστεί σ' ένα στενό χωρίς αρχές πραχτικισμό, αν δε συνδεθεί με τη ρούσικη επαναστατική έξαρση. Ποιος δεν ξέρει την αρρώστια του στενού χωρίς αρχές πραχτικισμού, που οδηγεί συχνά μερικούς «μπολσεβίκους» στον εκφυλισμό και στην απομάκρυνσή τους από το έργο της επανάστασης; Αυτή η ιδιόμορφη αρρώστια βρήκε την αντανάκλασή της στο διήγημα του Β. Πιλνιάκ: «Ο γυμνός χρόνος», που περιγράφει τύπους ρώσων «μπολσεβίκων», που είναι γεμάτοι θέληση και πραχτική αποφασιστικότητα, που «δρουν» πολύ «δραστήρια», μα που δεν έχουν προοπτική, που δεν ξέρουν «τι τους γίνεται», και που γι’ αυτό απομακρύνονται απ’ το δρόμο της επαναστατικής δουλιάς. Κανένας δεν ειρωνευόταν αυτή την αρρώστια τόσο τσουχτερά,όσο ο Λένιν. «Στενοκέφαλο πραχτικισμό», «άμυαλο πραχτικισμό», χαρακτήριζε ο Λένιν αυτή την αρρώστια. Και αντιπαράθετε συνήθως στην αρρώστια αυτή τη ζωντανή επαναστατική δουλιά και την ανάγκη της επαναστατικής προοπτικής σε όλες τις υποθέσεις της καθημερινής μας δουλιάς, υπογραμμίζοντας μ’ αυτό ότι ο χωρίς αρχές στενός πραχτικισμός είναι τόσο αντίθετος με τον πραγματικό λενινισμό, όσο αντίθετη είναι και η «επαναστατική» φαντασιοπληξία.

Η σύνδεση της ρούσικης επαναστατικής έξαρσης με το αμερικάνικο πραχτικό πνεύμα, είναι η ουσία του λενινισμού στην κομματική και κρατική δουλιά.

Μονάχα αυτή η σύνδεση μας δίνει τον τέλειο τύπο του λενινιστή-στελέχους, το στυλ του λενινισμού στη δουλιά.

Επιστροφή στην Περιεχόμενα



Από το “ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΛΕΝΙΝΙΣΜΟΥ”, Εκδοτικό της Κεντρικης Επιτροπής του ΚΚΕ, σελ. 1 - 99

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου