Σελίδες

Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2011

Η ΠΑΛΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΕΒΙΖΙΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ T0 ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΣΤΑΔΙΟ - ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ σ. Ε.ΧΟΤΖΙΑ ΣΤΟ 8ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΕΑ


ΖΗΤΩ Η ΔΙΧΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ!




ΖΗΤΩ ΤΟ 8 ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΕΑ !


ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ σ. Ε.ΧΟΤΖΙΑ ΣΤΟ 8ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΚΕΑ




Η ΠΑΛΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΕΒΙΖΙΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ TO ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΣΤΑΔΙΟ





ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ – ΟΡΓΑΝΟ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΤΩΝ ΚΟΜΟΥΝΙΣΤΩΝ ΜΑΡΞΙΣΤΩΝ-ΛΕΝΙΝΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ – Χρονος 1 –Αριθ.φύλλου 2, Φλεβάρης 1982
[ Σημείωση : Τό παραπάνω απόσπασμα από τήν έκθεση του σύντροφου Ενβερ Χότζια στο 8ο συνέδριο
τού Κόμματος Εργασίας Αλβανίας είναι αναδημοοίευση χωρίς συντομεύσεις από τό "Λαϊκό Βήμα" ]




Στην περίοδο που μας χωρίζει από το 7ο Συνέδριο, το Κόμμα μας, παραμένοντας όπως πάντα πιστό στο μαρξισμό-λενινισμό και τον προλεταριακό διεθνισμό, συνέχισε αδιάκοπα την πάλη του ενάντια στο σύγχρονο ρεβιζιονισμό. Βάθυνε η ιδεολογική και πολιτική κριτική κατά του χρουστσιοφικού και του κινέζικου ρεβιζιονισμού, του γιουγκοσλάβικου και του δυτικοευρωπαϊκού) ρεβιζιονισμού, έγιναν πιο καταφανείς οι ιστορικές και κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες της γέννησης και διάδοσης αυτών των ρευμάτων, αναλύθηκε πιο πλατιά το προτσές εκφυλισμού εκείνων των κομμουνιστικών κομμάτων, που μπήκαν στο δρόμο του ρεβιζιονισμού, αναλύθηκαν τα λάθη και οι υποχωρήσεις τους στη στρατηγική και την ταχτική. Στο φώς των γεγονότων, του παρελθόντος και του παρόντος, eπιχειρηματολογήθηκε η σύνδεση του σύγχρονου ρεβιζιονισμού με τη στρατηγική που υιοθέτησε ο ιμπεριαλισμός μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο για τη συντριβή του σοσιαλισμού και την κατάπνιξη της επανάστασης και του απελευθερωτικού κινήματος των λαών.
Αυτές οι αναλύσεις και τα συμπεράσματα χρησίμευσαν στο Κόμμα να γνωρίσει καλύτερα τους κινδύνους που προέρχονται από το ρεβιζιονισμό και που απειλούν το σοσιαλισμό και τη δικτατορία του προλεταριάτου στη χώρα μας και να πάρει τα πιο κατάλληλα και πιο αποτελεσματικά μέτρα για την αποτροπή αυτών των κινδύνων. Χρησίμευσαν επίσης στη διαπαιδαγώγηση των κομμουνιστών και των μαζών, στην άνοδο του θεωρητικού επιπέδου και τη σφυρηλάτηση της επαναστατικής τους συνείδησης. Η πιο βαθιά γνώση της στρατηγικής και της ταχτικής του ιμπεριαλισμού και του ρεβιζιονισμού έκαμε πιο αποτελεσματική την πάλη μας για την υπεράσπιση της υπόθεσης του προλεταριάτου και των λαών.
Η ορθότητα του δρόμου που διάλεξε από την αρχή το Κόμμα μας για να αντιταχτεί στο ρεβιζιονισμό και να τον καταπολεμήσει μέχρι τέλους, επιβεβαιώθηκε και επιβεβαιώνεται κάθε μέρα και περισσότερο από τον πολιτικό εκφυλισμό και τη βαθιά ιδεολογική κρίση του σύγχρονου ρεβιζιονισμού, από τη βαριά οικονομική κατάσταση και το αδιέξοδο όπου έχουν μπει τα ρεβιζιονιστικά κόμματα και οι χώρες στις όποιες αυτά είναι στην εξουσία.
Όταν το Κόμμα μας άρχισε την πάλη ενάντια στο χρουστσιοφικό ρεβιζιονισμό, τα κομμουνιστικά κόμματα, που ενώθηκαν με το Χρουστσιόφ, παρουσιάζονταν λίγο πολύ σαν ακέραιος συνασπισμός, με μια ένιαία γραμμή, που ήταν η γραμμή του 20ου Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Σήμερα όμως, ύστερα από 20 χρόνια, αυτά διασπάστηκαν και διαιρέθηκαν σε πολλά ρεύματα και φράξιες, βρίσκονται σε διαμάχη και συγκρούσεις μεταξύ τους, τα έπνιξε ο αστικός εθνικισμός και ο σοσιαλδημοκρατικός οπορτουνισμός. Αυτά τα πρώην κομμουνιστικά κόμματα μετατράπηκαν σε καθεαυτού κόμματα της άρχουσας νέας αστικής τάξης στις χώρες που είναι στην εξουσία οι ρεβιζιονιστές, η μεταβλήθηκαν σε συστατικά της δομής του αστικού κράτους, όπως συνέβηκε στις παλιές καπιταλιστικές χώρες. Η κρίση του σύγχρονου ρεβιζιονισμού είναι άμεση έκφραση της κρίσης του καπιταλισμού και της αστικής ιδεολογίας γενικά.
Η ρεβιζιονιστική προδοσία, η παλινόρθωση του καπιταλισμού σε μια σειρά πρώην σοσιαλιστικές χώρες δημιούργησαν μεγάλη σύγχυση γύρω από το πρόβλημα του σοσιαλισμού, ο οποίος είναι στο κέντρο της ιδεολογικής πάλης που διεξάγεται σήμερα στον κόσμο. Το ζήτημα είναι ότι οι ρεβιζιονιστές παρουσιάζουν την καπιταλιστική κοινωνία που έχει παλινορθωθεί στις χώρες τους, σαν γνήσια σοσιαλιστική κοινωνία, σαν «αναπτυγμένο» «πραγματικό σοσιαλισμό» και μάλιστα «πολύ αναπτυγμένο». Η σύγχυση αυτή αυξάνει περισσότερο και από το ότι για το σοσιαλισμό μιλούν και πολλά κόμματα και διάφορες πολιτικές δυνάμεις, που απέχουν πολύ από τον επιστημονικό σοσιαλισμό, καθώς και από τις προσπάθειες που κάνει η αστική τάξη και η προπαγάνδα της να παραποιήσει τα πραγματικά σοσιαλιστικά ιδανικά, να απομακρύνει τις μάζες από τον αγώνα για το θρίαμβο τους.
Η σαφήνεια σ' αυτό το ζήτημα, ο αυστηρός καθορισμός μιας οροθετικής γραμμής μεταξύ του πραγματικού σοσιαλισμού και του ψευτοσοσιαλισμού εχει κεφαλαιώδικη σημασία για την επιτυχή διεξαγωγή του αγώνα της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μαζών. Χωρίς να έχει κανείς μια ξεκάθαρη ιδέα για τη σοσιαλιστική κοινωνία, χωρίς να τηρεί τις αρχές και τους γενικούς νόμους της, η επανάσταση μένει μεσοδρομίς. Η επανάσταση και μπορεί να γίνει, μα όταν λείπει η πραγματική σοσιαλιστική προοπτική, μπορεί να παρεκκλίνει και να πάνε χαμένα ο αγώνας και οι θυσίες που έγιναν για το θρίαμβο της.
Το πρώτο ρεβιζιονιστικό ρεύμα στην εξουσία, που έβαλε καθήκον του την υπονόμευση του σοσιαλισμού, ήταν ο γιουγκοσλαβικός ρεβιζιονισμός, ο οποίος γεννήθηκε σε μια στιγμή-κλειδί της πάλης ανάμεσα στο σοσιαλισμό και τον ιμπεριαλισμό.
Ο γιουγκοσλάβικος ρεβιζιονισμός έχει βαθιές ρίζες. Δεν εμφανίστηκε το 1948 και δεν προέκυψε σαν αντίδραση στο «σταλινισμό» και ούτε σαν συνέπεια των ενεργειών του Πληροφοριακού Γραφείου. Είναι συνέπεια των αστικών κοσμοθεωριών που υπήρχαν και πρίν στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας και που δεν εξαλείφτηκαν στη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Η νέα Γιουγκοσλαβία δε μπορούσε να οικοδομηθεί χωρίς ξεκάθαρο προσανατολισμό και χωρίς πολιτική ωριμότητα βασισμένη στην επιστημονική θεωρία του σοσιαλισμού. Το μεγάλο αυτό έργο μπορούσε να το πραγματοποιήσει μόνον ένα γερό και με υγιείς μαρξιστικές - λενινιστικές αρχές κομμουνιστικό κόμμα. Στην πραγματικότητα υπήρχε ένα κομμουνιστικό κόμμα στη Γιουγκοσλαβία, μα δεν είχε πλέρια αυτά τα γνωρίσματα, ούτε τα απόχτησε στη διάρκεια του πολέμου. Αντίθετα, και κείνα που είχε τα έχασε μεταπολεμικά, όταν κλήθηκε από τις περιστάσεις να οικοδομήσει τη νέα Γιουγκοσλαβία σε σοσιαλιστικό δρόμο.
Αν ακούσεις τους αυτοεπαίνους των τιτοϊκων και της γιουγκοσλάβικης αστικής τάξης, μπορεί να νομίσεις ότι υπήρχε και υπάρχει ένα τέτοιο κόμμα. Σ'αυτή την εκτίμηση ευφορίας, όπως και οι άλλοι πέσαμε και εμείς, οι αλβανοί κομμουνιστές, ιδιαίτερα στη διάρκεια του πολέμου και στα πρώτα μεταπελευθερωτικά χρόνια. Η εκτίμηση αυτή είχε τη λογική της, σχετίζονταν με τον ηρωικό αγώνα των λαών της Γιουγκοσλαβίας, που καθοδηγούνταν από το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Μετά την απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας, τόσο στη θεωρία, στις πολιτικές θέσεις, όσο και στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού φάνηκαν μεγάλες παρεκκλίσεις από τις θεμελιακές αρχές του μαρξισμού-λενινισμού. Επίσης, στις σχέσεις με τις σοσιαλιστικές χώρες, ιδιαίτερα με την Αλβανία παρατηρήθηκαν σοβαρές παρεκκλίσεις από μέρους του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας, αυθάδεια και μεγαλοδοξία, ξένες "για ένα κομμουνιστικό κόμμα.
Ήταν ξεκάθαρο πως ο δρόμος αυτός θα κατέληγε σε διάσπαση, όπως και συνέβηκε, όχι από φταίξιμο του Πληροφοριακού Γραφείου, ούτε του Στάλιν, και ούτε του «σταλινισμού», όπως θέλουν να χαρακτηρίζουν το μαρξισμό-λενινισμό οι γιουγκοσλάβοι ρεβιζιονιστές και οι φίλοι τους. Η διένεξη με το Πληροφοριακό Γραφείο ήταν αποτέλεσμα των αντιθέσεων ανάμεσα στις φιλελευθερο-οπορτουνιστικές απόψεις της γιουγκοσλάβικης ηγεσίας και τις μαρξιστικές-λενινιστικές απόψεις σχετικά με τη δομή του κράτους και της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Στην εναντίωσή τους στη μαρξιστική-λενινιστική θεωρία ο Τίτο και οι σύντροφοί του στην αρχή έδωσαν απόχρωση εναντίωσης στο Στάλιν, και αργότερα στο σοβιετικό σοσιαλιστικό σύστημα.
Η στροφή των τιτοϊκων έπρεπε να γίνει και έγινε. Αυτοί πήραν το δρόμο προς τον καπιταλισμό, υιοθετώντας και αρχίζοντας μια «νέα» κοινωνικο-οικονομική συγκρότηση και μια νέα μορφή κρατικής διακυβέρνησης, που άρμοζε στην αντισοσιαλιστική γραμμή, όπως ήταν το σύστημα της «εργατικής αυτοδιαχείρισης». Στην πραγματικότητα αυτό δεν ήταν ένα νέο σύστημα. Δεν ήταν ούτε σοσιαλιστικό ούτε γιουγκοσλάβικο δημιούργημα. Είχε την προέλευση του στον προυντονισμό, στον αναρχισμό του Μπακούνιν και του Κροπότκιν, που ξεσκεπάστηκαν αμείλικτα από το Μαρξ στην εποχή του, αργότερα από το Λένιν και κατόπι από το Στάλιν.
Στη γιουγκοσλάβικη στροφή προς τον καπιταλισμό έγινε μια ξέφρενη ρεκλάμα, απερίγραπτα ωσαννά και στον «Βαραββά» πολλά εγκώμια. Η γιουγκοσλάβικη παρέκκλιση διατυμπανίστηκε σαν μια «νέα περίοδος», σαν μια «νέα αυλακιά», που χάραζε ο Τίτο για την οικοδόμηση ενός «ουμανιστικού» «ιδιόμορφου σοσιαλισμού». Η στροφή αυτή υποστηρίχτηκε και χρηματοδοτήθηκε από τον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό και καπιταλισμό. Φούσκωσε η πανγιουγκοσλάβικη μεγαλομανία και η Γιουγκοσλαβία παρουσιάστηκε σαν «πρωταγωνίστρια και σαν υπόδειγμα για τους λαούς του κόσμου στον απελευθερωτικό τους αγώνα».
Όλο το «σύστημα αυτοδιαχείρισης» στη μορφή και στις ονομασίες της βάσης και του εποικοδομήματος, έπρεπε να φανεί πως ήταν «μαρξιστικό». Στην πραγματικότητα όμως ήταν εντελώς σε αντίθεση με το Μαρξ και με τη θεωρία και πράξη του λενινισμού.
Το πρώτο πλήγμα δόθηκε στην εξουσία της λαϊκής δημοκρατίας, που ήταν μια μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου και που στη Γιουγκοσλαβία ποτέ δεν τη χαρακτήρισαν σαν τέτοια. Οι γιουγκοσλάβοι ρεβιζιονιστές το δικαιολόγησαν αυτό με τον ισχυρισμό ότι η εξουσία των λαϊκών συμβουλίων που εγκαθιδρύθηκε στη διάρκεια του αγώνα και έζησε μέχρι το 1948, δε μπορούσε να διατηρηθεί πια σαν τέτοια με όλα τα προτερήματά της. Έπρεπε να αντικατασταθεί από τα «συμβούλια των εργατών», γιατί, σύμφωνα μ'αυτούς, η πρώτη ήταν τάχα ετατιστική γραφειοκρατική, που γεννάει τη «γραφειοκρατία και το στρώμα της νέας αστικής τάξης», ενώ «τα συμβούλια των εργατών» ήταν μια εξουσία πιο κοντινή στη θεωρία του Μαρξ. Μέσω αυτών είναι δήθεν «οι ίδιοι οι εργάτες που διευθύνουν και κυβερνούν άμεσα» χωρίς τη μεσολάβηση του κράτους, το όποιο, σύμφωνα με τη λογική της γιουγκοσλάβικης ηγεσίας, πρέπει να προκύψει ότι δεν είναι δικό τους. Το τωρινό γιουγκοσλάβικο κράτος μένει, δηλαδή, μόνον ενας «εγγυητής» για να μη θιχτεί αυτό το «νέο σύστημα», να μη εξαρθρωθεί και γι'αυτό η Ομοσπονδία κρατάει στα χέρια της το στρατό, την UDB, την εξωτερική πολιτική και τίποτε άλλο.
Επομένως, το «αυτοδιαχειριστικό σύστημα», αποκέντρωσε, φιλελευθεροποίησε και υπονόμευσε την εξουσία της δικτατορίας του προλεταριάτου. Το κράτος ήταν των «προλετάριων» και έγινε των «εργατών», «είχε βγει από τον αγώνα, είχε βγει από τη βάση», ενώ το «νέο σύστημα», που το απαιτούσε δήθεν η «διαλεκτική» εξέλιξη, επιβλήθηκε από τα πάνω, από τον Τίτο και τον Κάρντελ.
Ο ήγετικός ρόλος του κόμματος σ'αυτό το σύστημα ήταν επόμενο να επαλειφθεί και στην πραγματικότητα μαράθηκε. Στο κόμμα αφέθηκε μόνον κάποιος ξεπλυμένος διαπαιδαγωγικός ρόλος, χωρίς κανένα κύρος. Φαινομενικά το κόμμα δεν εξαλείφτηκε, στην πραγματικότητα όμως έγινε ανύπαρκτο. Το ονόμασαν «Ένωση των Κομμουνιστών» ώστε ονομαστικά να πλησιάζει περισσότερο στον ορισμό του Μαρξ, για να το απομακρύνουν στην πραγματικότητα ακόμα περισσότερο από το ρόλο που ο Μαρξ και ο Λένιν καθορίζουν στο κομμουνιστικό κόμμα.
Οι τιτοϊκοί παρουσιάζουν το ζήτημα σάμπως η Γιουγκοσλαβία με την «αυτοδιαχείριση» έχει μπεί σε στάδιο ανάπτυξης που την κάνει να πλησιάζει στην κομμουνιστική κοινωνία. Ξεκινώντας απ'αυτό, ισχυρίζονται ότι το κράτος βαδίζει προς την απονέκρωση και το κόμμα δε μπορεί να έχει πια εκείνο το ρόλο και εκείνες τις λειτουργίες που είχε στην περίοδο της μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.
Όχι μόνο τόσο, αλλά η «αυτοδιαχείριση», σύμφωνα μ'αυτούς, έχει εξαλείψει επίσης την ταξική πάλη μέσα στο κόμμα, μέσα στη Γιουγκοσλαβία και έξω απ'αυτή. Στην πραγματικότητα ο Τίτο, ο Κάρντελ και οι άνθρωποι που τους ακολουθούσουν, άλλαξαν την κατεύθυνση της ταξικής πάλης. Τη διεξήγαγαν και τη διεξάγουν για να υπερασπίσουν το «αυτοδιαχειριστικό» σύστημά τους ενάντια στους «ινφορμπυροϊστές», τους «σταλινικούς», τους «δογματικούς» κλπ. Στην πραγματικότητα εδώ πρόκειται για πάλη των καπιταλιστικών στοιχείων ενάντια στους επαναστάτες, του καπιταλιστικού συστήματος ενάντια στο σοσιαλιστικό σύστημα, της αστικής ιδεολογίας ενάντια στο μαρξισμό - λενινισμό.
Οι γιουγκοσλάβοι θεωρητικοί σπεκουλάρουν πολύ σχετικά με την ιδιοκτησία πάνω στα μέσα παραγωγής. Σύμφωνα μ'αυτούς, η κοινωνικοποιημένη ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, που υπάρχει στο σύστημα «αυτοδιαχείρισης», αποτελεί την ανώτατη μορφή σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας, ενώ η κρατική ιδιοκτησία αποτελεί την κατώτερη μορφή της. Η τελευταία, ισχυρίζονται οι ίδιοι, μπορεί να χαρακτηριστεί σαν ένα είδος κρατικού καπιταλισμού απ'όπου γεννιέται μια νέα γραφειοκρατική κάστα, που στην πραγματικότητα κατέχει συλλογικά το δικαίωμα πάνω στην ιδιοκτησία. Συνεπώς η κρατική ιδιοκτησία και στο σοσιαλισμό, συμπεραίνουν αυτοί, δεν καταργεί την αλλοτρίωση του εργάτη από τον καπιταλιστή. Η καπιταλιστική σχέση κέρδος-μισθός εργάτη, αντικαταστιέται με τη σχέση κρατική συσσώρευση-μισθός εργάτη. Με άλλα λόγια, σύμφωνα μ'αυτούς, και στα δύο κοινωνικά συστήματα ο εργάτης παραμένει πάντα μισθωτός.
Αύτη είναι μια γνωστή τροτσκιστική θέση, που έχει ξεσκεπαστεί και απορριφτεί από καιρό. Στην πραγματικά σοσιαλιστική κοινωνία, οπού η κοινή ιδιοκτησία διευθύνεται από το κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου με την πλατιά οργανωμένη και αποτελεσματική συμμετοχή της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζόμενων μαζών, σύμφωνα με την αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, και που στη διανομή του κοινωνικού προϊόντος δεν επιτρέπονται μεγάλες διαφορές που οδηγούν στη δημιουργία προνομιούχων στρωμάτων, ο εργάτης δεν είναι μισθωτός, δεν είναι εκμεταλλευόμενος. Απόδειξη γι'αυτό είναι η πραγματικότητα της σοσιαλιστικής Αλβανίας, όπου η εργατική τάξη είναι τάξη στην εξουσία, η οποία, κάτω από την καθοδήγηση του μαρξιστικού-λενινιστικού της Κόμματος, διευθύνει την οικονομία και όλη τη ζωή της χώρας σε όφελος της και σε όφελος όλου του λαού.
Η γιουγκοσλάβικη «αυτοδιαχείριση», που βάζει τάχα στο κέντρο της τον εργάτη, μόνο στη θεωρία έχει το όνομα εργατική, στην πράξη είναι αντεργατική, είναι αντισοσιαλιστική. Το σύστημα αυτό, ανεξάρτητα από το θόρυβο που κάνουν οι τιτοϊκοί, δεν επιτρέπει στην εργατική τάξη ούτε να διευθύνει, ούτε να διοικεί.
Στη Γιουγκοσλαβία, κάθε «αυτοδιαχειριζόμενη» επιχείρηση είναι μια κλειστή οργάνωση στην οικονομική της δραστηριότητα, ενώ η πολιτική της διαχείρισης είναι στα χέρια της ηγετικής ομάδας της, η οποία, το ίδιο όπως και σε κάθε άλλη καπιταλιστική χώρα, χειρίζεται τα φόντα της συσσώρευσης, αποφασίζει για τις επενδύσεις, τους μισθούς, τις τιμές και τη διανομή της παραγωγής. Ισχυρίζονται πως όλο αυτό το οικονομικο-πολιτικό ενέργημα εγκρίνεται από τους εργάτες μέσω των αντιπροσώπων τους. Αυτό όμως είναι απάτη και μεγάλη μπλόφα. Αυτοί οι λεγόμενοι αντιπρόσωποι των εργατών κάνουν κοινή υπόθεση με την κάστα των γραφειοκρατών και τεχνοκρατών στην εξουσία σε βάρος της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζόμενων μαζών. Είναι οι επαγγελματίες διαχειριστές εκείνοι που υπαγορεύουν τη θέλησή του και καθορίζουν την πολιτική στην «αυτοδιαχειριζόμενη» οργάνωση, από τη βάση μέχρι πάνω στη δημοκρατία. Ο διευθυντικός, διοικητικός, οικονομικο-κοινωνικός και πολιτικός ρόλος των εργατών, της τάξης τους, έχει περιοριστεί στο ελάχιστο, για να μη πούμε ότι εξαλείφτηκε ολωσδιόλου.
Ενθαρρύνοντας την ιδιοτέλεια και τον τοπικισμό, αρχίζοντας από τη δημοκρατία, στην περιοχή και ως την κοινότητα, το «σύστημα αυτοδιαχείρισης» έχει εξαλείψει την ενότητα της εργατικής τάξης, έβαλε τους εργάτες σε διαμάχη μεταξύ τους, σαν άτομα, υποθάλποντας τον εγωισμό, και σαν κολεχτίβα, υποθάλποντας τον ανταγωνισμό, ανάμεσα στις επιχειρήσεις. Σ' αυτή τη βάση υπονομεύτηκε και η συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά, η οποία είναι επίσης τεμαχισμένη σε μικρά ατομικά νοικοκυριά και την εκμεταλλεύεται η νέα αστική τάξη στην εξουσία. Όλο αυτό δημιούργησε την αυτάρκεια στην οικονομία, την αναρχία στην παραγωγή, στην κατανομή των κερδών και των επενδύσεων" στην αγορά, στις τιμές οδήγησε στον πληθωρισμό και σε μεγάλη ανεργία.
Η ύπαρξη της εργατικής τάξης στην καθοδήγηση του συστήματος της «εργατικής αυτοδιαχείρισης» στη Γιουγκοσλαβία, είναι μια ψευδαίσθηση, μια ουτοπία. Σ'αυτό το σύστημα η εργατική τάξη δεν είναι στη διεύθυνση, δεν είναι ηγεμόνας. Η δικτατορία του προλεταριάτου έχει εξαλειφτεί, η ηγεσία της εργατικής τάξης, το κομμουνιστικό κόμμα, ή όπως ονομάζεται σ'αυτή τη χώρα η Ένωση των Κομμουνιστών, δε διευθύνει ούτε την εξουσία, ούτε την οικονομία, ούτε την κουλτούρα, ούτε την κοινωνική ζωή.
Σ' αυτό το σύστημα γενικής ακαταστασίας κάποιος άλλος έχει πάρει τις κυρίαρχες και ιθύνουσες πολιτικές θέσεις. Είναι η νέα κάστα των πολιτικών γραφειοκρατών και των τεχνοκρατών βγαλμένη από το στρώμα της αστικοποιημένης διανόησης και της εργατικής αριστοκρατίας. Η κάστα αυτή απέχει πολύ από κάθε προλεταριακή ηθική και κανένας πολιτικός έλεγχος δεν ασκείται πάνω της.
Αυτό το νέο γραφειοκρατικό στρώμα αυτοδιατυμπανίζεται σαν εχθρός της ετατιστικής γραφειοκρατίας και ας είναι το ίδιο μια γραφειοκρατία ακόμη πιο επικίνδυνη, που ανθίζει και δυναμώνει σ'ένα αποκεντρωτικό οικονομικό σύστημα, που διατηρεί και αναπτύσσει την ατομική ιδιοκτησία.
Η «εργατική αυτοδιαχείριση», που στο θεμέλιο της έχει την ιδεολογία του αναρχοσυνδικαλισμού, γέννησε τον εθνικισμό των δημοκρατιών, που κατάρτισε ακόμα και ιδιαίτερους νόμους και κανονισμούς για να υπερασπίσει τα στενά συμφέροντά του. Το οικονομικό μονοπώλιο των δημοκρατιών, που αποτελείται από το μονοπώλιο των δικών τους επιχειρήσεων και τραστ, στην πραγματικότητα έχει μετατραπεί σε πολιτική δύναμη και σε εθνικισμό των δημοκρατιών, που εκδηλώνεται όχι μόνο σε κάθε δημοκρατία, αλλά και σε κάθε περιοχή, σε κάθε κοινότητα, σε κάθε επιχείρηση. Ο καθένας, σαν άτομο, σαν ομάδα, σαν δημοκρατία, πασκίζει πως και πως να πλουτίσει περισσότερο και γρηγορότερα σε βάρος του άλλου.
Ο αστικός εθνικισμός έχει στρογγυλοκαθίσει στη Γιουγκοσλαβία και το σύνθημα «ένωση-αδελφοσύνηη», που ήταν σωστό στη διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, όταν γίνονταν πόλεμος ενάντια στους καταχτητές και την ντόπια αντίδραση για μια νέα κοινωνία βασισμένη στο μαρξισμό-λενινισμό, στο σημερινό γιουγκοσλάβικο σύστημα, το όποιο διαιρεί και διαλύει το πάν, κατάντησε κούφιο σύνθημα και χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Η «ένωση -αδελφοσύνη» των λαών, των εθνών και των εθνοτήτων, των δημοκρατιών και των περιοχών μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο σ'ένα αληθινό σοσιαλιστικό σύστημα, που καθοδηγείται από τη μαρξιστική-λενινιστική ιδεολογία.
Η γιουγκοσλάβικη ομοσπονδιακή ένωση δε δημιουργήθηκε σε μαρξιστικές-λενινιστικές βάσεις, γι'αυτό αναμφίβολα θα γεννιούνταν, όπως και γεννήθηκαν, οι εθνικιστικοί ανταγωνισμοί. Το ίδιο το σύστημα εγκυμονεί αυτές τις αντιθέσεις, υποθάλπει το σεπαρατισμό των εθνών και των εθνοτήτων, των δημοκρατιών και των περιοχών.
Και οι πολλές πιστώσεις του παγκόσμιου καπιταλισμού επενέργησαν σ'αυτή την κατεύθυνση. Η χρησιμοποίηση αυτών των πιστώσεων για να ικανοποιούν τα αστικά γούστα και καπρίτσια της μεγαλομανούς άρχουσας κάστας, η άνιση και με χωρίς υγιή κριτήρια κατανομή στις διάφορες δημοκρατίες, δημιούργησε διαφορές στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο στις δημοκρατίες και τις περιοχές, πράγμα που βαθαίνει παραπέρα τους εθνικούς ανταγωνισμούς.
Το σύστημα «αυτοδιαχείρισης» δε θα είχε μακροζωία αν δεν το είχαν βοηθήσει δύο παράγοντες: ο αντισοβιετισμός της γιουγκοσλάβικης ηγεσίας, που δεν ήταν άλλο παρά ο αντιμαρξισμού και αντιλενινισμός της, με τον όποιο εξασφάλισε την πολιτική συμπαράσταση όλης της παγκόσμιας αντίδρασης και η οικονομική ενίσχυση με μεγάλες και ολόπλευρες πιστώσεις από τις καπιταλιστικές χώρες. Ωστόσο αυτοί οι δύο παράγοντες δε μπόρεσαν να σώσουν αυτό το αντισοσιαλιστικό σύστημα. Αντίθετα, το εξασθένισαν παραπέρα και το έσπρωξαν στην οικονομική και πολιτική χρεωκοπία.
Το φταίξιμο για την αποτυχία αυτού του συστήματος και για όλα τα άλλα κακά που γέννησε, ο Κάρντελ και ο Τίτο το επέρριπταν στην μη «τελειοποίηση» όσο πρέπει του ίδιου του συστήματος, στη συνείδηση των εργαζομένων, «που ακόμα δεν είχε ανέβει στον απαιτούμενο βαθμό», στην ύπαρξη της γραφειοκρατίας κλπ. Αυτοί είδαν τη χρεωκοπία του αντισοσιαλιστικού τους συστήματος, μα δε μπόρεσαν να πισωγυρίσουν. Γι' αυτό είναι γιατροσόφια όλα τα μέτρα που πήρε ο Τίτο, από τότε που ζούσε, για τη διεύθυνση της Ομοσπονδίας και των δημοκρατιών μετά το θάνατο του. Μαζί με τον Τίτο και τον Κάρντελ εξαφανίστηκε και η ευφορία για το «αυτοδιαχειριστικό» σύστημα. Οι διάδοχοι του Τίτο βρίσκονται σε μεγάλη σύγχυση και πελάγωμα και δεν ξέρουν από που να πιαστούν για να βγουν από αυτές τις δύσκολες καταστάσεις στις όποιες βρίσκεται η χώρα τους. Η τιτοϊκή Γιουγκοσλαβία μπήκε τώρα σε βαριά και γενική κρίση των βάσεων και των εποικοδομημάτων της, σε οικονομική και ηθικοπολιτική κρίση.
Ο σοβιετικός ρεβιζιονισμός ήταν και παραμένει το πιο επικίνδυνο ρεύμα του σύγχρονου ρεβιζιονισμού. Περισσότερο από κάθε άλλη ρεβιζιονιστική παραλλαγή διατηρεί τα σοσιαλιστικά προσωπεία και τη λενινιστική φρασεολογία για να καλύψει τη σημερινή καπιταλιστική πραγματικότητα στη Σοβιετική "Ένωση και την ιμπεριαλιστική και επιθετική εξωτερική πολιτική της. Είναι ένας ρεβιζιονισμός που πήρε την εξουσία σε ένα κράτος που αντιπροσωπεύει μια μεγάλη δύναμη και διαθέτει πολλά μέσα και δυνατότητες να ασκεί την επιρροή του στον κόσμο, να ενεργεί, σε πολλές κατευθύνσεις και σε μεγάλες διαστάσεις.
Όπως όλα τ'άλλα ρεβιζιονιστικά ρεύματα, έτσι και ο χρουστσιοφικός ρεβιζιονισμός έχει το προτσές γέννησης κι ανάπτυξής του ώσπου έφτασε στη σημερινή μορφή ενός ολοκληρωμένου ρεβιζιονισμού, που παραμορφώνει όλα τα ζητήματα της μαρξιστικής θεωρίας και της σοσιαλιστικής πραχτικής. Σαν κοινωνικό φαινόμενο και ο χρουστσιοφικός ρεβιζιονισμός έχει τα ιδεολογικά, κοινωνικά και ιστορικά αίτια και ρίζες του.
Το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας έκαμε σ'αυτά τα αίτια μια βαθιά μαρξιστική ανάλυση, από την όποια έβγαλε συμπεράσματα και πήρε σειρά μέτρων να φράξει τους δρόμους γέννησης στη χώρα μας ενός τέτοιου οπισθοδρομικού φαινόμενου. Στο πρόβλημα όμως αυτό εμείς πρέπει συνεχώς να βαθαίνουμε με σκοπό να μη περάσει ποτέ ο ρεβιζιονισμός στην Αλβανία.
Η ομάδα του Χρουστσιόφ έβαλε από την αρχή σαν κύριο σκοπό της να εξαλείψει τη δικτατορία του προλεταριάτου, να υπονομεύσει τις βάσεις της σοσιαλιστικής κοινωνίας, να μπάσει τη Σοβιετική Ένωση στον καπιταλιστικό δρόμο και να τη μετατρέψει σε ιμπεριαλιστική υπερδύναμη. Τώρα όλοι βλέπουν αυτό τον μεγάλο αντεπαναστατικό μετασχηματισμό που συνέβηκε στη Σοβιετική Ένωση. Μόνον η αστική τάξη και ο ιμπεριαλισμός διαφημίζουν τη χώρα αυτή σαν κομμουνιστική. Παρουσιάζοντας τη σημερινή καπιταλιστική Σοβιετική Ένωση σαν χώρα σοσιαλιστική θέλουν να δυσφημίσουν το μαρξισμό-λενινισμό και τον πραγματικό σοσιαλισμό.
Ο χρουστσιοφικός ρεβιζιονισμός είναι η ιδεολογία και η πολιτική του κρατικού καπιταλισμού που κυριαρχεί σε όλη τη ζωή της χώρας. Η επιστροφή της Σοβιετικής Ένωσης στον καπιταλισμό δε μπορούσε να μην είχε τις ιδιομορφίες του και το καπιταλιστικό καθεστώς εκεί δε μπορούσε να μη πάρει ιδιαίτερες μορφές. Αυτές οι ιδιομορφίες και μορφές καθορίζονταν από το γεγονός ότι ο καπιταλισμός εκεί παλινορθώθηκε σαν αποτέλεσμα της ανατροπής του σοσιαλισμού, σαν οπισθοδρομικό προτσές, διαφορετικά από τον καπιταλισμό κλασικού τύπου που έρχεται μετά την ανατροπή του φεουδαρχικού συστήματος, σαν προοδευτικό προτσές.
Βασική ιδιομορφία αυτού του είδους καπιταλισμού είναι ότι εκεί διατηρούνται πολλές μορφές σοσιαλιστικής ίδιοχτησίας, οργάνωσης και διεύθυνσης, το περιεχόμενο τους όμως άλλαξε ριζικά. Σήμερα στη Σοβιετική Ένωση τα μέσα παραγωγής είναι στην πραγματικότητα καπιταλιστική ιδιοκτησία, κρατική ή συλλογική, γιατί χρησιμοποιούνται σε όφελος της νέας αστικής τάξης που είναι στην εξουσία, γιατί είναι ακριβώς αυτή η τάξη που ιδιοποιείται τη δουλειά των εργατών και αγροτών.
Οι νόμοι, οι παλιές παραδόσεις και πραχτικές αντικαταστάθηκαν με νέες που αφήνουν ελεύθερο χέρι στην κρατική και κομματική γραφειοκρατία να εκφράζει και εφαρμόζει ανεμπόδιστα τη θέληση της. Οι νέες αρμοδιότητες που απόχτησε αυτή με βάση τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, χρησιμοποιήθηκαν για την εξασφάλιση και αύξηση των εσόδων και των προνομίων στις διάφορες ιθύνουσες κάστες, για τη διατήρηση και υπεράσπιση της εξουσίας τους από τις δυσαρέσκειες και εξεγέρσεις της εργατικής τάξης και των εργαζόμενων μαζών.
Είναι αλήθεια ότι παρέμεινε η κρατική ιδιοκτησία και τα εργοστάσια δε μοιράστηκαν σε ιδιοκτήτες, ότι τα κολχόζ έμειναν κοινά συλλογικά νοικοκυριά και οι τράπεζες δε δόθηκαν σε μετόχους, όμως εκείνο που άλλαξε ήταν η κατανομή του κοινωνικού προϊόντος, ο προορισμός του.
Όσο και αν λένε ότι εφαρμόζεται η αρχή της αμοιβής ανάλογα με την εργασία, στην πραγματικότητα οι διάφορες ομάδες της νέας αστικής τάξης ιδιοποιούνται την υπεραξία που δημιουργείται από τους εργάτες και τους αγρότες. Όλη αυτή η καταλήστευση παρουσιάζεται σαν κάποιο είδος υλικού κινήτρου για την ενθάρρυνση δήθεν της παραγωγικής δραστηριότητας, της επιστημονικής εργασίας και της καλλιτεχνικής δημιουργίας κλπ. Στην πραγματικότητα αυτό είναι μια καθεαυτού καπιταλιστική εκμετάλλευση.
Για να ανοίξουν το δρόμο στην παλινόρθωση του καπιταλισμού, οι χρουστσιοφικοί ρεβιζιονιστές έπληξαν , τις θεμελιακές θέσεις της μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας σχετικά με την παραγωγή εμπορευμάτων και την δράση του νόμου της αξίας στο σοσιαλισμό. Στη θεωρία και στην πράξη ταυτίζουν τη σοσιαλιστική παραγωγή του εμπορεύματος με την καπιταλιστική παραγωγή του. Σ' αυτή τη βάση μεταρρύθμισαν όλο τον οικονομικό μηχανισμό . Οι οικονομικές επιχειρήσεις, αλλά και πολλά ιδρύματα, πέρασαν βαθμιαία σε μεγαλύτερη ανεξαρτησία από το κρατικό σχέδιο. Στους ιθύνοντες των επιχειρήσεων και των διαφόρων ιδρυμάτων δόθηκαν δικαιώματα και πολλές εξουσίες να διευθύνουν και να διαχειρίζονται την παραγωγή και την κατανομή της, να προσλαμβάνουν και να απολύουν του ανθρώπους από τη δουλειά, να μοιράζουν τα κέρδη κλπ. Περιορίστηκε η συγκεντρωτική κρατική χρηματοδότηση των υπαρχόντων επιχειρήσεων και διευρύνθηκε βαθμιαία η αυτοχρηματοδότηση και η πίστωση.
Οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές ισχυρίζονται ότι η οικονομία τους διευθύνεται και αναπτύσσεται με βάση τα σχέδια που καταρτίζονται τάχα σύμφωνα με την αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Το κρατικό σχέδιο όμως, όπως το αντιλαμβάνονται αυτοί στη θεωρία και όπως το εφαρμόζουν στην πραχτική, δεν είναι και δε μπορεί να είναι σχέδιο μιας πραγματικής σοσιαλιστικής οικονομίας. Στη Σοβιετική Ένωση συζούν ο γραφειοκρατικός συγκεντρωτισμός μονοπωλιακού τύπου με τον εκτεταμένο στη βάση οικονομικό φιλελευθερισμό. Δημιουργείται η επίφαση μιας σχεδιοποιημένης διεύθυνσης της οικονομίας, ενώ στην πράξη έχουν ελεύθερο πεδίο δράσης οι οικονομικοί νόμοι και κατηγορίες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Η παρασιτική κατανάλωση πήρε πρωτοφανείς διαστάσεις. Η αναλογία αμοιβής ανάμεσα στους εργάτες και τους γραφειοκράτες διαχειριστές της παραγωγής, με βάση τις ονομαστικές αποδοχές, φτάνει πάνω από 1 προς 10, ενώ μαζί με τα έσοδα από το μοίρασμα των κερδών, από τα κάθε λογής επιδόματα, από τα αναρίθμητα προνόμια, και άλλα, αυτή η διαφορά είναι ακόμα μεγαλύτερη. Δύσκολο να διακρίνει κανείς αυτές τις διαφορές στους μισθούς και στον τρόπο ζωής από τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στους αστούς διαχειριστές και στους εργάτες στις χώρες της Δύσης.
Στις συνθήκες που η αμοιβή για την άξια της εργατικής δύναμης κατά 35 μέχρι 40 τα εκατό γίνεται αποκεντρωτικά από τη διανομή των κερδών, που οι νόρμες δουλειάς δεν είναι ενιαίες και εφαρμόζονται επίσης αποκεντρωτικά, που τα υλικά κίνητρα σε όφελος της νέας αστικής τάξης έχουν απόλυτη προτεραιότητα και που ο πληθωρισμός αυξάνει συνεχώς, προπαντός σα συνέπεια της στρατιωτικοποίησης της οικονομίας, που καταβροχθίζει το 1/3 του εθνικού εισοδήματος, η κοινωνία έχασε ουσιαστικά τον πραγματικό έλεγχο πάνω στο μέτρο της εργασίας και της κατανάλωσης, που είναι δύο βασικά κλειδιά για μια σοσιαλιστική οικονομία.
Αυτά και μια σειρά άλλα μέτρα καπιταλιστικού χαρακτήρα, που διατυμπανίστηκαν σαν δημιουργική ανάπτυξη της οικονομικής μαρξιστικής - λενινιστικής θεωρίας και πράξης, αποσκοπούσαν και οδήγησαν στο ξεχαρβάλωμα των βάσεων της σοσιαλιστικής οικονομίας.
Οι συνέπειες αυτής της γραμμής φαίνονται στην καθημερινή ζωή του σοβιετικού λαού. Στην αγορά υπάρχει έλλειψη ειδών πρώτης ανάγκης, αυξήθηκε ο πληθωρισμός, η ανεργία, η διακύμανση της εργατικής δύναμης, παρατηρείται δηλωμένη και αδήλωτη άνοδος τιμών στα διάφορα εμπορεύματα. Διευρύνθηκε ο ιδιωτικός τομέας οικονομίας, ανοίχτηκαν οι θύρες στο ξένο μονοπωλιακό κεφάλαιο, ανθίζουν η μαύρη αγορά, οι κερδοσκοπίες, οι καταχρήσεις, οι δωροδοκίες και οι απάτες.
Η σημερινή σοβιετική πραγματικότητα δείχνει ότι το προτσές δε βαδίζει προς την «εξάλειψη των ταξικών διαφορών» και τη «δημιουργία μιας νέας κοινωνικής ενότητας», όπως προπαγανδίζουν οι χρουστσιοφικοί-μπρεζνιεφικοί ρεβιζιονιστές, αλλά προς μια βαθιά κοινωνική διαφοροποίηση ανάμεσα στη νέα αστική τάξη, που αποτελείται από το στρώμα των γραφειοκρατών και τεχνοκρατών και τις πλατιές εργαζόμενες μάζες, που βρίσκονται στις θέσεις μιας απλά παραγωγικής δύναμης. Το χάσμα ανάμεσά τους βαθαίνει συνεχώς όσο περισσότερο ανεβαίνει ο βαθμός εκμετάλλευσης των εργαζόμενων και όσο περισσότερο αυξάνουν τα κέρδη της αστικής τάξης. Η κατάσταση αυτή δημιούργησε και μια ολόκληρη ιδεολογία και πολιτική, που δικαιολογεί και υπερασπίζει αυτό το νέο σύστημα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Η εξουσία των σοβιέτ δεν είναι πια των σοβιέτ, δεν είναι των εργατών και των αγροτών. Ξεκόπηκε απ'αυτούς και έγινε σαν μια δύναμη καθαυτή και ξένη γι'αυτούς. Και τυπικά οι χρουστσιοφικοί ρεβιζιονιστές κήρυξαν εξαλειμμένη τη δικτατορία του προλεταριάτου. Ονόμασαν το κράτος παλλαϊκό για να κρύψουν την πραγματικότητα, γιατί δεν είναι πια κράτος του λαού, αλλά δικτατορία της νέας σοβιετικής αστικής τάξης. Ο καπιταλιστικός χαρακτήρας του φαίνεται καθαρά απ'όλη την εσωτερική και εξωτερική πολιτική που ακολουθεί, πολιτική που υπηρετεί τα συμφέροντα της άρχουσας αστικής τάξης. Το σοβιετικό κράτος, που έχει στα χέρια του τα κυριότερα μέσα παραγωγής και διευθύνει όλη την οικονομία, μετατράπηκε σε εκπρόσωπο και υπερασπιστή των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης.
Οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές, για να διατηρήσουν τα σοσιαλιστικά προσωπεία τους και να «αποδείξουν» ότι η Σοβιετική Ένωση είναι σοσιαλιστική χώρα, λένε πως εκεί υπάρχει μόνον ένα κόμμα, ότι αυτό είναι κομμουνιστικό και ότι ο ηγετικός του ρόλος έχει κατοχυρωθεί στο σύνταγμα. Το γεγονός ότι υπάρχει μόνον ένα ιθύνον κόμμα και ότι η αδιαίρετη εξουσία του αναγνωρίζεται με νόμο δεν το κάνει να είναι κομμουνιστικό. Είναι πολλές οι αστικές χώρες στις όποιες υπάρχει μόνον ένα κυρίαρχο κόμμα. Το χαρακτήρα ενός πολιτικού κόμματος δεν τον προσδιορίζει η θέση του στο κράτος. Ο χαρακτήρας ενός κόμματος προσδιορίζεται, κατά πρώτο λόγο, από το γεγονός σε ποιά τάξη ανήκει και ποιόν υπηρετεί, από ποιά ιδεολογία καθοδηγείται και τί πολιτική ακολουθεί.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης είναι σήμερα ο άμεσος εκπρόσωπος της άρχουσας αστικής τάξης, ασκεί την εξουσία στο όνομά της, υπηρετεί την ανάπτυξη και το δυνάμωμα του καπιταλιστικού συστήματος που παλινορθώθηκε. Αυτό μόνο το όνομα έχει κομμουνιστικό. Η διατήρηση του ονόματος κομμουνιστικό και η χρησιμοποίηση από μέρους του ορισμένων μαρξιστικών φράσεων και σοσιαλιστικών συνθημάτων έχουν υποκριτικό χαρακτήρα και καθαρά δημαγωγικό. Όλο αυτό είναι μέρος εκείνης της απατηλής προπαγάνδας που θέλει να κρατήσει στο σκοτάδι τις μάζες και να τις κάμει να πιστέψουν ότι ζουν στο σοσιαλισμό και όχι σε μια καπιταλιστική, καταπιεστική και εκμεταλλεύτρια κοινωνία. Από παράδοση, για καμουφλάρισμα ή απλώς από κεκτημένη ταχύτητα, σε πολλά κόμματα έμειναν οι ονομασίες «δημοκρατικό», «λαϊκό», «σοσιαλιστικό» κλπ τη στιγμή που αυτά είναι καθεαυτού αστικά και αντιδραστικά.
Η ρεβιζιονιστική και καπιταλιστική πολιτική, που εφαρμόζεται στη Σοβιετική Ένωση, ανάστησε τους παλιούς δαίμονες της τσαρικής αυτοκρατορίας, όπως είναι η εθνική καταπίεση, ο αντισημιτισμός, ο σλάβικος ρατσισμός, ο ορθόδοξος θρησκευτικός μυστικισμός, η λατρεία της στρατιωτικής κάστας, ο αριστοκρατισμός των διανοουμένων, ο γραφειοκρατικός τσινοβνισμός κλπ. Οι θεωρίες των σοβιετικών ρεβιζιονιστών για τη δημιουργία τάχα μιας «νέας ιστορικής κοινότητας», του «ενιαίου σοβιετικού λαού» επινοήθηκαν για να κρύψουν αυτή ακριβώς τη γεμάτη από βαθιές κοινωνικές, ταξικές και εθνικές αντιθέσεις πραγματικότητα.
Εκείνο που επικρατεί σήμερα στη Σοβιετική Ένωση είναι η δύναμη του σοβιετικού στρατού. Η εντατική στρατιωτικοποίηση της ζωής της χώρας αυτής, τα μεγάλα βάρη των στρατιωτικών δαπανών, που έφτασαν αστρονομικούς αριθμούς και συγκλονίζουν ολοένα και περισσότερο τη σοβιετική οικονομία, παραμορφώνουν την ανάπτυξή της, φτωχαίνουν το λαό.
Η παλινόρθωση του καπιταλισμού στη χώρα αυτή δε μπορούσε να μη οδηγήσει και σε μια μεγάλη ανατροπή στη σφαίρα των διεθνών σχέσεων και της εξωτερικής πολιτικής του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος και κράτους. Ο χρουστσιοφικός ρεβιζιονισμός μετατράπηκε βαθμιαία σε ιδεολογία και πολιτική της νέας ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης, που δικαιολογεί και υπερασπίζει τον επεκτατισμό, την επιδρομή και τους πολέμους για την εγκαθίδρυση της παγκόσμιας κυριαρχίας. Γέννημα αυτής της ιδεολογίας και πολιτικής είναι οι διαβόητες θεωρίες της «περιορισμένης ανεξαρτησίας», της «διεθνούς κατανομής της εργασίας», της «οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής ενσωμάτωσης» των χωρών της λεγόμενης σοσιαλιστικής κοινότητας, που έδεσαν χειροπόδαρα αυτές τις χώρες, τις μετέτρεψαν σε υποτελή κράτη. Τις σχέσεις αυτές ο Μπρέζνιεφ στο 26ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ τις ονόμασε «σχέσεις μεταξύ των λαών», για να σβήσει, έτσι κάθε ταυτότητα έθνους και κράτους.
Για να πραγματοποιήσει τους επεκτατικούς νεοαποικιοκρατικούς στόχους του, ο σοβιετικός σοσιαλιμπεριαλισμός δημιούργησε μια θεωρία, σύμφωνα με την οποία καμιά χώρα δε μπορεί να απελευθερωθεί και να υπερασπίσει τον εαυτό της από τον ιμπεριαλισμό και να αναπτυχθεί ανεξάρτητα χωρίς τη σοβιετική βοήθεια και κηδεμονία. Ο σοβιετικός σοσιαλιμπεριαλισμός σπεκουλάρει με το σύνθημα της «διεθνιστικής βοήθειας» για να αναλαμβάνει επιθέσεις και να καταληστεύει τον πλούτο των άλλων χωρών.
Όλη η επεκτατική, ηγεμονιστική και επιθετική εξωτερική πολιτική της σοσιαλιμπεριαλιστικής Σοβιετικής Ένωσης είναι μια άλλη απόδειξη και μαρτυρία ότι το σοβιετικό σύστημα είναι σύστημα καπιταλιστικό, γιατί μόνον ένα τέτοιο σύστημα μπορεί να ακολουθήσει τέτοια πολιτική στο διεθνή στίβο. Όπως λέει ο Λένιν, η εξωτερική πολιτική είναι συνέχεια της εσωτερικής πολιτικής και οι δύο μαζί είναι συμπυκνωμένη έκφραση των οικονομικών σχέσεων που υπάρχουν σε μια χώρα. Τα σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά προσωπεία που πασκίζουν να διατηρήσουν ακόμα οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές, ξεσκίζονται καθημερινά μπροστά στην καπιταλιστική τους πραγματικότητα και στη σοσιαλιμπεριαλιστική πολιτική που ακολουθούν.
Πόσο θα συνεχίσει να πιάνει η μεγάλη απάτη στο σοβιετικό λαό ότι ζει τάχα στο σοσιαλισμό, πόσο θα συνεχίσει η σοβιετική εργατική τάξη να ζει με ψευδαισθήσεις, αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, εσωτερικούς και εξωτερικούς. Εύγλωττα για τις καταστάσεις που αναμένουν τις χώρες όπου κυριαρχεί ο χρουστσιοφικός ρεβιζιονισμός είναι τα γεγονότα της Πολωνίας. Γεγονός είναι ότι εκεί ξέσπασε η ταξική διένεξη ανάμεσα στους εργαζόμενους και την άρχουσα αστική τάξη που αντιπροσωπεύεται από το ρεβιζιονιστικό κόμμα. Ανεξάρτητα από τα πώς την χειρίστηκαν οι δεξιές δυνάμεις, ουσιαστικά η εξέγερση της πολωνικής εργατικής τάξης δείχνει ότι αυτή συνειδητοποίησε τη θέση της σαν καταπιεζόμενη και εκμεταλλευόμενη, ότι η υπάρχουσα εξουσία στην Πολωνία ανήκει σε μια τάξη ανταγωνιστική προς αυτή, ότι ο σοσιαλισμός προδόθηκε. Ποιός θάρθει μετά την Πολωνία; Τα προτσές ταξικής διαφοροποίησης άναβράζουν σ'όλες τις ρεβιζιονιστικές χώρες. Οι ταξικές διενέξεις φουντώνουν ολοταχώς. Από αυτά δεν εξαιρείται ούτε η Σοβιετική Ένωση, παρόλο που από εξωτερική όψη φαίνεται σαν η πιο σταθερή ανάμεσά τους. Οι πληγές που άνοιξε η παλινόρθωση του καπιταλισμού, μπορεί να θεραπευτούν μόνο με την ανατροπή του ρεβιζιονισμού και την επανεγκαθίδρυση του σοσιαλισμού.
Το Κόμμα μας διεξήγαγε μεγάλη, ανοιχτή πάλη άρχων ενάντια στον κινέζικο ρεβιζιονισμό, ενάντια στην ιδεολογία, την πολιτική, τις θέσεις και τις πράξεις του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας. Ο κινέζικος ρεβιζιονισμός είναι ένα οπορτουνιστικό ρεύμα στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα και η σκέψη Μάο Τσέ Ντούν είναι η βάση του, είναι μια ιδεολογία με αρχαϊκά γνωρίσματα, ένα αμάλγαμα παλιών κινέζικων θεωριών του Κομφούκιου και του Μέγκιου και νεώτερες παραφρασμένες θεωρίες χωρίς οργανική και δομική σύνδεση, αλειμμένες με μαρξιστική φρασεολογία. Η σκέψη Μάο Τσέ Ντούν αντιπροσωπεύει μια ηγεμονιστική ιδεολογία παγκόσμιας κυριαρχίας, που βασίζεται σε ένα σωρό ετερογενή, αντιφατικά και πραγματιστικά θεωρήματα και σκέψεις. Στα νερά αυτής της ιδεολογίας έπλεε με αλλοπρόσαλλη κατεύθυνση, πότε δεξιά και πότε αριστερά, η κινέζικη βάρκα, όταν η Κίνα άρχισε την οικοδόμηση του νέου κινέζικου κράτους, που βγήκε από τον απελευθερωτικό αγώνα. Από δω προέρχονταν εκείνες οι ταλαντεύσεις της Κίνας και κείνος ο ακαθόριστος χαρακτήρας του πολιτικού και οικονομικού της συστήματος.
Η θεωρία που καθοδηγούσε την νέα Κίνα δεν ήταν ο μαρξισμός - λενινισμός. Οι μαρξιστικές πινελιές στην πρόσοψη σου δημιουργούσαν την ψεύτικη εντύπωση ότι υπήρχαν ορισμένα γνωρίσματα του επιστημονικού σοσιαλισμού. Αυτές οι πινελιές δεν άφηναν να φανούν καθαρά οι συνεχείς παρεκκλίσεις.
Όταν στην Κίνα τονίζονταν ο ρόλος της δικτατορίας του προλεταριάτου, κάτω απ'αυτό συγκαλύπτονταν και αναπτύσσονταν η δικτατορία των αντιπάλων ομάδων και προσωπικοτήτων. Όταν τονίζονταν ο ηγετικός ρόλος του κόμματος, κάτω απ'αυτό κρύβονταν μια χαώδης οργάνωση και μια ανύπαρκτη ηγεσία του. Όταν μιλούσαν για ηγεμονία της εργατικής τάξης, ο ηγετικός της ρόλο στην πραγματικότητα αφήνονταν στην αγροτιά, γιατί ήταν η μικροαστική της ιδεολογία που επικρατούσε στην Κίνα. Όταν μιλούσαν για αλλαγή της ταξικής δομής, τίποτε στην ουσία δε σάλευε από τον τόπο του.
Η κινέζικη οικονομία βάδιζε χωλαίνοντας βαριά χωρίς ξεκάθαρους προσανατολισμούς και προοπτικές, άσχετα από την ύπαρξη κάποιου σχεδίου, που ούτε εξ αποστάσεως είχε τα επαναστατικά γνωρίσματα και ακόμα περισσότερο τα χαρακτηριστικά ενός σχεδίου βασισμένου σε ένα συγκεντρωτικό σύστημα. Μάλιστα δεν είχε ούτε τα χαρακτηριστικά ενός αποκεντρωτικού σχεδίου. Η κινέζικη οικονομία βάδιζε από κεκτημένη ταχύτητα.
Σ'αυτή την οργάνωση και σ'αυτή την ιδεολογία χωρίς ραχοκοκαλιά επικρατούσε η ιδέα του ηγεμονισμού του μεγάλου κινέζικου κράτους, που «είχε κληθεί από την ιστορία» να αντιπροσωπεύσει το νέο υπόδειγμα της σοσιαλιστικής κοινωνίας, να αντιπροσωπεύσει «το μαρξισμό - λενινισμό των νέων χρόνων», που ήταν η σκέψη Μάο Τσέ Ντούν.
Χρειάστηκε να διακρίνουμε σ'αυτή την εξέλιξη της Κίνας ότι κάτω από το μανδύα της «επανάστασης» κρύβονταν η αντεπανάσταση, ότι κάτω από το μανδύα της σκέψης Μάο Τσέ Ντούν κρύβονταν ο αντιμαρξισμός, κρύβονταν ένα ρεύμα του σύγχρονου ρεβιζιονισμού που αναζητούσε πολιτικές, ιδεολογικές, οργανωτικές και κρατικές μορφές και δομές, κατάλληλες για την «κινέζικη ήπειρο» και για τις καπιταλιστικές και ιμπεριαλιστικές της επιθυμίες.
Ο «αντιιμπεριαλισμός», ο «αντισοβιετισμός», ο «αντιαμερικανισμός» της Κίνας του Μάο Τσέ Ντούν που εναλλάσσονταν μεταξύ τους ήταν συγκυριακοί. Δεν ήταν ιδεολογικές πεποιθήσεις, δεν ήταν θέσεις αρχών, παρά μανούβρες για την ισορροπία των ισχυρών εξουσιών του κόσμου, ένα παιγνίδι με τις ιμπεριαλιστικές πολιτικο - στρατιωτικές δυνάμεις για το δυνάμωμα της Κίνας στη διεθνή σκακιέρα.
Μ' αυτές τις κοσμοαντιλήψεις, μ'αυτές τις εκλεκτικές και οπορτουνιστικές θέσεις, τόσο στο εσωτερικό πλαίσιο της Κίνας όσο και στο εξωτερικό, διεξήχτηκε η «Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση» των χουνβεϊμπίνων και διεξάγεται σήμερα η ρεβανσιστική «επανάσταση» των αντιδραστικών γερόντων και όλων των υπολειμμάτων της παλιάς Κίνας. Πάνω σ'αυτές τις βάσεις δημιουργήθηκε η άτυχη θεωρία των «τριών κόσμων» και των «συμμαχιών αυτών των τριών κόσμων», έγιναν οι απότομες κινέζικες στροφές στη διεθνή πολιτική με πολύ επικίνδυνες συνέπειες για την παγκόσμια ειρήνη.
Χρειάστηκε στο Κόμμα μας λίγο πολύ μακρός χρόνος για να διακρίνει αυτό τον αντιμαρξιστικό δρόμο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας και του κινέζικου κράτους, με τα όποια είχαμε καλές φιλικές σχέσεις. Για το Κόμμα μας είχε μεγάλη σημασία η θεωρητικό - πολιτική ουσία αυτής της φιλίας, είχε σημασία η υπόθεση της πάλης για τη διαφύλαξη της καθαρότητας του μαρξισμού - λενινισμού, η υπόθεση του σοσιαλισμού και της επανάστασης.
Αρχικά κάναμε πάλη άρχων με συζητήσεις, όπως ανάμεσα σε συντρόφους, βαθμιαία όμως αυτή η πάλη οξύνθηκε εξαιτίας των αντιμαρξιστικών θέσεων της Κίνας. Ήταν μια πάλη χωρίς υποχωρήσεις από μέρους του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας, αλλά και άνιση και δύσκολη. Αν δε γίνονταν αυτή η πάλη, θα κινδύνευε η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην Αλβανία.
Η σημασία της πάλης του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας βρίσκονταν στο γεγονός ότι γκρέμισε δύο μύθους: το μύθο ότι στην Κίνα οικοδομούνταν ο σοσιαλισμός και το μύθο ότι η σκέψη Μάο Τσέ Ντούν ήταν ο μαρξισμός - λενινισμός της εποχής μας. Στην πάλη του αυτή για την υπεράσπιση των αρχών, το Κόμμα μας πήρε υπόψη του κάθε οικονομική δυσκολία που μπορούσε να δημιουργηθεί στη χώρα.
Η σκέψη Μάο Τσέ Ντούν, που προπαγανδίζονταν σαν «παραπέρα επιστημονική ανάπτυξη του μαρξισμού - λενινισμού», μπορούσε να επιδράσει, όπως και επέδρασε στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και ιδιαίτερα σε μερικά μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα. Για πολλούς λόγους, αυτά τα κόμματα μη μπορώντας να κάμουν μια βαθιά ανάλυση αυτού του ρεβιζιονιστικού ιδεολογικού ρεύματος, νόμιζαν ότι στη μεγάλη Κίνα και το Μάο Τσέ Ντούν είχαν τους ηγέτες της προλεταριακής επανάστασης, τους αποφασιστικούς συμπαραστάτες στον αγώνα κατά του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού, νόμιζαν ότι είχαν τους φυσικούς υπερασπιστές των δίκαιων εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων των λαών.
Έπρεπε, λοιπόν, να διεξαχθεί αποφασιστική πάλη, πάλη αρχών για να φωτιστούν οι ξεγελασμένοι. Την πάλη αυτή την ανέλαβε το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας. Αυτό είναι γεγονός που το ζήσαμε και επιβεβαιώθηκε τόσο στον καιρό που ζούσε ο Μάο Τσέ Ντούν όσο και μετά το θάνατο του. Στην πάλη αυτή η σοσιαλιστική Αλβανία δεν απομονώθηκε από τον κόσμο, όπως ισχυρίζονταν οι γιουγκοσλάβοι ρεβιζιονιστές. Το αντίθετο συνέβηκε, το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας και η Λαϊκή Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αλβανίας δυνάμωσαν περισσότερο τις εσωτερικές και τις διεθνείς θέσεις τους.
Σ' αυτή την πάλη για την υπεράσπιση του μαρξισμού - λενινισμού, της επανάστασης και για την αντίταξη στην ψευτομαρξιστική ιδεολογία της σκέψης Μάο Τσέ Ντούν αγωνίστηκαν με σύνεση, με επαναστατική αποφασιστικότητα και έδωσαν την πολύτιμη συμβολή τους και άλλα αδελφά μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα.
Το ξεσκέπασμα της Κίνας σαν μη σοσιαλιστική χώρα και της σκέψης Μάο Τσέ Ντουν σαν αντιμαρξιστική θεωρία εξάλειψε μια επικίνδυνη αυταπάτη στο διεθνές μαρξιστικό - λενινιστικό κίνημα, όπως συνέβηκε και με το σοβιετικό, το γιουγκοσλάβικο ρεβιζιονισμό και με τ'άλλα ρεβιζιονιστικά αντιδραστικά ρεύματα.
Κάθε καμουφλάρισμα, κάθε παραχάραξη, κάθε παρέκκλιση από την επιστημονική θεωρία του μαρξισμού - λενινισμού δε μπορεί να έχεε μακροζωία. Γρήγορα ή αργά ξεσκεπάζεται, γιατί άρχεται σε αντίθεση με τα ιδανικά της εργατικής τάξης, των λαών που παλεύουν για απελευθέρωση, για πραγματική δημοκρατία, για το σοσιαλισμό, για μια κοινωνία χωρίς εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους.
Οι σημερινές εξελίξεις στην Κίνα, όλη η εσωτερική και εξωτερική πολιτική της κινέζικης ηγεσίας, επιβεβαιώνουν ότι οι αναλύσεις και τα συμπεράσματα του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας ήταν απόλυτα ακριβή και ορθά. Η κινέζικη ηγεσία άφησε ελεύθερο πεδίο ανάπτυξης στην καπιταλιστική οικονομία, άνοιξε τις θύρες στην εισροή των ξένων υποδηλωτικών κεφαλαίων, ενώθηκε σε στενή συμμαχία με τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό και με την πιο μαύρη διεθνή αντίδραση. Η Κίνα βγήκε ανοιχτά σαν μια ιμπεριαλιστική επιθετική δύναμη και με αξιώσεις για ηγεμονία στον κόσμο. Έγινε ένα από τα κυριότερα κέντρα της παγκόσμιας αντεπανάστασης, που πασκίζει με όλα τα μέσα να έμποδίσει την απελευθέρωση των λαών, να καταπνίξει την επανάσταση. Ο κινέζικος ρεβιζιονισμός βγήκε σήμερα ανοιχτά σαν αντιδραστικό ρεύμα, διέκοψε κάθε δεσμό όχι μόνον με τα επαναστατικά και απελευθερωτικά κινήματα, αλλά και με κάθε δημοκρατικό και προοδευτικό κίνημα. Σε κάθε περίπτωση τάσσεται με το μέρος των πιο σκοτεινών, πιο σκοταδιστικών και φασιστικών δυνάμεων στον κόσμο.
Η ακαταστασία, ο εκφυλισμός, η σύγχυση και οι συγκρούσεις που συνέβηκαν και συμβαίνουν στην Κίνα, είναι άμεση συνέπεια της σκέψης Μάο Τσέ Ντούν. Η κριτική που οι κινέζοι ηγέτες κάνουν σήμερα στο Μάο Τσέ Ντούν δεν έχεε καθόλου σχέση με τη μαρξιστική κριτική που του κάνουμε εμείς. Η κριτική τους αυτή δε σχετίζεται με το περιεχόμενο των ιδεών του, τις όποιες διατηρούν και εφαρμόζουν στην πράξη οι σημερινοί κινέζοι ηγέτες. Η κριτική τους είναι έκφραση της πάλης για εξουσία ανάμεσα στις διάφορες αντίπαλες μαοϊκές ομάδες. Οι ομάδες αυτές δε μπορεί να απορρίψουν το Μάο Τσέ Ντούν, γιατί στις ιδέες του βρίσκουν όλοι στήριγμα και αιτιολόγηση των πράξεών τους. Το προλεταριάτο και ο κινέζικος λαός, δε θα μπορέσουν να βρουν το σωστό δρόμο που οδηγεί στο σοσιαλισμό, χωρίς να απαλλαγούν από τη σκέψη Μάο Τσέ Ντούν.
Το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας και στο μέλλον θα συνεχίσει με συνέπεια την πάλη αρχών για το ολοκληρωτικό ξεσκέπασμα του κινέζικου ρεβιζιονισμού, για να χαράξει μια ξεκάθαρη και οριστική διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο μαρξισμό - λενινισμό και τις αντιμαρξιστικές ιδέες του Μάο Τσέ Ντούν. Χωρίς να καταγγελθεί και απορριφθεί η σκέψη Μάο Τσέ Ντούν, χωρίς να καταπολεμηθεί, και ξεριζωθεί κάθε επίδραση της στο επαναστατικό κίνημα δε μπορεί να γίνεται σοβαρά λόγος για πάλη ενάντια στον κινέζικο ρεβιζιονισμό ούτε και ενάντια στο σύγχρονο ρεβιζιονισμό γενικά, δε μπορεί να παγιωθεί και να αναπτυχτεί όπως πρέπει το μαρξιστικό - λενινιστικό κίνημα και να προωθηθεί με επιτυχία η υπόθεση της επανάστασης.
Όσο περισσότερο βαθαίνουν οι αντιθέσεις του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού και όσο περισσότερο πλησιάζει το κύμα της επανάστασης, τόσο περισσότερο αποκαλύπτεται το αντιμαρξιστικό και αντεπαναστατικό πρόσωπο του άλλου ρεβιζιονιστικού ρεύματος, του ευρωκομμουνισμού.
Ο ευρωκομμουνισμός είναι προϊόν του εκφυλισμού των κομμουνιστικών κομμάτων που μπήκαν στο δρόμο του ρεβιζιονισμού, της διάσπασης που συνέβηκε στο ρεβιζιονιστικά στρατόπεδο σαν αποτέλεσμα της υπεροχής που πήρε στους κόλπους του ο αστικός εθνικισμός.
Ο ευρωκομμουνισμός είναι ιδεολογία της εργατικής αριστοκρατίας που τρέφεται με ψίχουλα από τα κέρδη της αστικής τάξης. Ο ευρωκομμουνισμός, που είναι η πιο καθαρή ιδεολογία του αστικού ρεφορμισμού παίζει το ρόλο «πέμπτης φάλαγγας» στους κόλπους του εργατικού κινήματος.
Οι ευρωκομμουνιστές, που ήταν από τους πιο φλογερούς θιασώτες της εκστρατείας ενάντια στο Στάλιν, για την επιστροφή δήθεν στο Λένιν, τώρα ενώθηκαν ανοιχτά με όλη τη χορωδία της αστικής τάξης και των σοσιαλδημοκρατών για να επιτεθούν ενάντια στο Λένιν και το λενινισμό. Ο ίδιος ο όρος «ευρωκομμουνισμός» είναι έκφραση της απομάκρυνσης από το μαρξισμό - λενινισμό, της άρνησης των γενικών νόμων της επανάστασης και της οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Οι ευρωκομμουνιστές ξέθαψαν και έθεσαν ξανά σε κυκλοφορία τις παλιές οπορτουνιστικές θεωρίες του Λασάλ και του Μπερνστάϊν, του Κάουτσκι και της Δεύτερης Διεθνούς, που τις διαφημίζουν σαν την τελευταία λέξη της δημιουργικής ανάπτυξης του μαρξισμού στις μέρες μας. Η μετωπική και ανοιχτή επίθεση από αντικομουνιστικές θέσεις ενάντια στα βασικά διδάγματα του μαρξισμού - λενινισμού είναι η λογική απόληξη όλου του σύγχρονου ρεβιζιονισμού, όλων των ρευμάτων του.
Τα κηρύγματα των ευρωκομμουνιστών για υπερταξικό καπιταλιστικό κράτος, για δημοκρατία για όλους, για ειρηνικό, κοινοβουλευτικό και δημοκρατικό δρόμο προς το σοσιαλισμό, για μεταρρυθμίσεις δομής στα πλαίσια του αστικού συντάγματος κλπ, έχουν μόνο ένα σκοπό, την υπονόμευση της επανάστασης, την υπεράσπιση και διαιώνιση του καπιταλιστικού συστήματος. Όταν οι ιταλοί, γάλλοι και ισπανοί ρεβιζιονιστές μιλούν για «ιστορικό συμβιβασμό», για «ιστορικό συνασπισμό της αριστεράς» κλπ, ή όταν παλεύουν να μπουν στις αστικές κυβερνήσεις, αυτό το κάνουν όχι για να αρπάξουν την εξουσία από την αστική τάξη, όχι για να εξαλείψουν το καπιταλιστικό σύστημα, αλλά για να το προφυλάξουν από την επανάσταση και να αναλάβουν οι ίδιοι τη διεύθυνση των υποθέσεων της αστικής τάξης. Στο ρόλο αυτό θέλουν να αντικαταστήσουν τη σοσιαλδημοκρατία που έχει εκτεθεί και δυσφημιστεί πια στα μάτια των μαζών σαν ανοιχτός υπηρέτης της αστικής τάξης.
Ενώ εξωραΐζουν τον καπιταλισμό, οι ευρωκομμουνιστές εκδηλώνουν ανοιχτή έχθρα προς το σοσιαλισμό. Σύμφωνα μ'αυτούς, μέχρι σήμερα ούτε υπήρχε και ούτε υπάρχει κανένας πραγματικός < σοσιαλισμός. Γι ‘αυτούς «πραγματικός σοσιαλισμός» είναι κείνος που είχαν εφεύρει οι ίδιοι, ο λεγόμενος «δημοκρατικός σοσιαλισμός», «ο πλουραλιστικός σοσιαλισμός» ή ο «τρίτος δρόμος».
Ο «σοσιαλισμός» όπως τον φαντάζονται οι ευρωκομμουνιστές είναι ένας σοσιαλισμός χωρίς δικτατορία του προλεταριάτου, χωρίς την αδιαίρετη καθοδήγηση του κομμουνιστικού κόμματος, χωρίς μαρξιστική - λενινιστική θεωρία. Σ’αυτό το σοσιαλισμό η εξουσία θα ανήκει σ'όλες τις τάξεις, στην καθοδήγηση θα έρθουν διάφορα κόμματα σύμφωνα με τις ψήφους που θα πάρουν σε εκλογές, η μαρξιστική ιδεολογία θα συζεί με όλες τις άλλες αστικές, μικροαστικές και θρησκευτικές ιδεολογίες. Στο σοσιαλισμό των ευρωκομμουνιστών θα υπάρχουν διάφορες μορφές της οικονομίας, η κοινωνικοποιημένη ιδιοκτησία και η ιδιωτική πρωτοβουλία, τα ιμπεριαλιστικά κεφάλαια και οι πολυεθνικές εταιρίες.
Επομένως σ'αυτή τη λεγόμενη πλουραλιστική κοινωνία θα πλέκονται και θα συζούν σε πλήρη ειρήνη και αρμονία, τάξεις, κόμματα, ιδεολογίες, διάφορες ιδιοκτησίες, σοσιαλιστικά και καπιταλιστικά στοιχεία στην οικονομία και στην πολιτική, στη βάση και το εποικοδόμημα, σ'όλη τη ζωή της κοινωνίας. Μια τέτοια όμως ανάμικτη καπιταλιστικό - σοσιαλιστική κοινωνία ούτε υπήρχε ποτέ ούτε μπορεί να υπάρχει. Μπορεί να υπάρξει μόνο στη φαντασία των ευρωκομμουνιστών. Ο σοσιαλισμός και ο καπιταλισμός είναι δύο κοινωνικά συστήματα που αλληλοαποκλείονται. Η νέα κοινωνία που διακηρύσσουν οι ευρωκομμουνιστές δεν είναι τίποτε άλλο παρά η σημερινή καπιταλιστική κοινωνία αλειμμένη με σοσιαλιστικό χρώμα.
Η εμφάνιση του ευρωκομμουνισμού διαφημίστηκε με μεγάλο θόρυβο από την αστική τάξη, που έλπιζε ότι η ρεφορμιστική ιδεολογία του θα επισκίαζε την επαναστατική ιδεολογία του μαρξισμού - λενινισμού. Έλπιζε ότι ο ευρωκομμουνισμός θα διαδίδονταν πλατιά και θα γίνονταν σημαία που θα ένωνε όλους τους ρεβιζιονιστές, της Δύσης και της Ανατολής. Η αποτυχία όμως ήταν πλέρια. Στα ίδια τα ευρωκομμουνιστικά κόμματα αυξήθηκαν οι φράξιες και οι διχασμοί∙ ανάμεσα στα διάφορα ευρωκομμουνιστικά κόμματα άρχισε η πάλη για αρχηγία. Οι φαγωμάρες και οι διχασμοί με τα άλλα ρεβιζιονιστικά κόμματα μεγάλωσαν ακόμα περισσότερο. Το κόμμα του Μαρσέ εγκατέλειψε το ευρωκομμουνισμό στρατόπεδο και προσεγγίζει ολοένα και περισσότερο τους σοβιετικούς ρεβιζιονιστές. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ισπανίας χωρίστηκε σε διάφορες φράξιες, σε ορθόδοξους και αιρετικούς ευρωκομμουνιστές, σε φιλοσοβιετικούς και αντισοβιετικούς. Ενώ το Κόμμα του Μπερλίγκουερ περνάει βαριά ιδεολογική και πολιτική κρίση. Το σημαντικότερο είναι ότι τα ευρωκομμουνιστικά κόμματα έχασαν πολύ από την επιρροή που είχαν στις μάζες, πράγμα που παρατηρείται και στις αποτυχίες που παθαίνουν συνεχώς στις εκλογικές καμπάνιες που τις θεωρούν σαν τον πολεμιστήριο ίππο τους.
Οι ιδέες του πραγματικού σοσιαλισμού ήταν και παραμένουν μεγάλη δύναμη έμπνευσης, κινητοποίησης και οργάνωσης της επαναστατικής πάλης των μαζών.
Σήμερα δεν υπάρχει ανάγκη να εφευρεθούν νέοι «σοσιαλισμοί», ούτε να αντιγραφούν οι λεγόμενοι σοσιαλισμοί των σύγχρονων ρεβιζιονιστών, όπως ο σοβιετικός, ο γιουγκοσλάβικος, ο κινέζικος και άλλοι, που μονάχα το όνομα έχουν σοσιαλισμός.
Το τι είναι ο σοσιαλισμός, τι αντιπροσωπεύει και τι πραγματοποιεί, πώς επιτυγχάνεται και πώς οικοδομείται η σοσιαλιστική κοινωνία, δεν είναι κάτι το άγνωστο. Υπάρχει μια θεωρία και μια πραχτική του επιστημονικού σοσιαλισμού. Τη θεωρία αυτή μας τη διδάσκουν οι Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν και Στάλιν. Την πραχτική του τη βρίσκουμε σ'εκείνη την πλούσια πείρα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση στον καιρό του Λένιν και του Στάλιν, τη βρίσκουμε σήμερα και στην Αλβανία, όπου η νέα κοινωνία οικοδομείται σύμφωνα με τα διδάγματα του μαρξισμού - λενινισμού.
Ασφαλώς, ο σοσιαλισμός, όπως λέει ο Λένιν, θα πάρει διάφορες μορφές και σε διάφορες χώρες θα έχει τις δικές του ιδιομορφίες, που απορρέουν από τις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες, από το δρόμο στον οποίο διεξάγεται η επανάσταση, από τις παραδόσεις, από τις διεθνείς συνθήκες κλπ. Οι βασικές όμως αρχές των γενικών νόμων του σοσιαλισμού παραμένουν αδιασάλευτες και είναι απαραίτητες για όλες τις χώρες.
Οι μαρξιστές - λενινιστές μελετούν προσεχτικά τα επαναστατικά προτσές στις χώρες τους, καθώς και τις εθνικές και διεθνείς συνθήκες στις οποίες αναπτύσσονται. Αυτοί δεν είναι δογματικοί ούτε στη θεωρία ούτε στην πράξη. Γι'αυτούς, ο μαρξισμός - λενινισμός, σαν υλιστική διαλεκτική κοσμοθεωρία, είναι μια ζωντανή δημιουργική θεωρία σε αδιάκοπη ανάπτυξη.
Οι μαρξιστές - λενινιστές δεν είναι συντηρητικοί και φανατικοί, όπως τους κατηγορούν οι ρεβιζιονιστές και οι αστοί. Απεναντίας, είναι οι πιο προοδευτικοί άνθρωποι, αποφασιστικοί αγωνιστές ενάντια σε κάθε τι το παλιό και οπισθοδρομικό. Εμμένουν σταθερά στις θέσεις του καινούργιου και παλεύουν μ'όλες τις δυνάμεις για τη νίκη του. Συντηρητικοί και αντιδραστικοί είναι οι ρεβιζιονιστές και όλοι οι άλλοι οπορτουνιστές, που, σαν υπηρέτες της αστικής τάξης, υπερασπίζουν μια χαμένη υπόθεση, υπερασπίζουν ένα παλιό καταπιεστικό και εκμεταλλευτικό σύστημα. Είναι ακριβώς αυτή η αντιδραστική θέση που έμπασε το σύγχρονο ρεβιζιονισμό σε βαθιά κρίση.
Η απελευθέρωση της συνείδησης του προλεταριάτου και των λαών από τις ανασχετικές επιδράσεις του ρεβιζιονισμού, η διάδοση του μαρξισμού - λενινισμού, που δείχνει το μοναδικό ορθό δρόμο του αγώνα και της νίκης, είναι σήμερα πρωταρχικό καθήκον για την προώθηση του επαναστατικού προτσές σε κάθε χώρα και σε παγκόσμια κλίμακα.
Το καθήκον αυτό γίνεται ακόμα πιο επίκαιρο από το φούντωμα της εξέγερσης και των κινημάτων των μαζών, από την αφύπνιση της ταξικής και εθνικής συνείδησης των λαών, από το γεγονός ότι ο κόσμος βρίσκεται μπροστά σε μεγάλους οικονομικο - κοινωνικούς κλονισμούς.
Οι προσπάθειες όλων των εχθρών αποβλέπουν να απομακρύνουν τις μάζες, από την επανάσταση. Η αστική τάξη, η σοσιαλδημοκρατία, οι σύγχρονοι ρεβιζιονιστές και οι οπορτουνιστές κάθε απόχρωσης κάνουν το πάν να εξαπατήσουν την εργατική τάξη και τις μάζες, να σπείρουν ιδεολογική σύγχυση και διάσπαση, να διαδώσουν την απαισιοδοξία και τη μοιρολατρία, να προκαλέσουν στο λαό τη δυσπιστία προς την επανάσταση και το σοσιαλισμό, να δημιουργήσουν την ψύχωση ότι ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός είναι αδύνατο να καταβληθούν και να ηττηθούν. Το μοναδικό πρόβλημα των εχθρών αυτών είναι να παρουσιάσουν τον καπιταλισμό με πιο «ανθρωπινό πρόσωπο», που σημαίνει ότι οι μεγαλοκαπιταλιστές πρέπει να συνεχίσουν να κυριαρχούν, αλλά και να δίνουν μερικά ψίχουλα στο φτωχό λαό. Στη χορωδία αυτή ενώνονται οι αστοί ιδεολόγοι, οι απολογητές του σοβιετικού ιμπεριαλισμού, οι κήρυκες της θεωρίας των «τριών κόσμων», της «μη δέσμευσης» και τού διαλόγου Βορρά - Νότου, ο πάπας της Ρώμης και οι εργατοκάπηλοι των συνδικάτων.
Μεγάλη πίεση ασκείται στην ευρωπαϊκή εργατική τάξη. Εξαιτίας της επικράτησης του ρεφορμισμού το εργατικό κίνημα στην Ευρώπη δεν αναπτύχθηκε ακόμα σε πραγματικό επαναστατικό κίνημα. Δεν απόχτησε πλήρη συνείδηση ότι για να αλλάξει την κατάστασή του πρέπει να ανατραπεί το καπιταλιστικό σύστημα, πρέπει να εγκαθιδρυθεί η σοσιαλιστική κοινωνία.
Όμως το ευρωπαϊκό προλεταριάτο δε μπορεί να υπακούει αιώνια στους ηγέτες των συνδικάτων και των σοσιαλδημοκρατικών και ρεβιζιονιστικών κομμάτων, που λογοκοπούν ότι μέσω της εξέλιξης των υπαρχόντων αστικών δομών, του κοινοβουλευτικού δρόμου, των μεταρρυθμίσεων ή μέσω της «Ενωμένης Ευρώπης» θα εξασφαλιστεί ένα καλύτερο μέλλον για τις εργαζόμενες μάζες. Η καταπίεση, η βία, η άγρια εκμετάλλευση, η ανεργία, τα ναρκωτικά, ο εκφυλισμός, ο πληθωρισμός, που επικρατούν στις χώρες της Ευρώπης, δε θα κατορθώσουν να φρενάρουν την εξέγερση των υγιών δυνάμεων των ευρωπαϊκών λαών ενάντια στην κυριαρχία του κεφαλαίου. Η «Ενωμένη Ευρώπη» δεν είναι παρά μια εφήμερη λύση, μια αντιδραστική καπιταλιστική πολιτική, που αργά ή γρήγορα θα βρεθεί μπροστά σε αναρίθμητες δυσχέρειες κάθε φύσης. Γι' αυτό θα έρθει μια στιγμή που η αγανάχτηση της εργατικής τάξης της Ευρώπης θα φθάσει στο σημείο που θα ζητήσει οπωσδήποτε επαναστατική λύση.
Σ' αυτές τις συνθήκες πρωταρχική σημασία έχει να καταλάβουν καλά οι κομμουνιστές και μη κομμουνιστές, οι προοδευτικοί άνθρωποι και όλες οι λαϊκές μάζες, ότι ο πραγματικός εχθρός τους είναι ο καπιταλισμός, ότι αυτός πρέπει και μπορεί να ανατραπεί με επαναστατικό αγώνα. Έτσι θα εξαλειφτεί η απαισιοδοξία, θα αυξηθεί το κουράγιο και η πεποίθηση στη νίκη. Την πεποίθηση αυτή του προλεταριάτου και των μαζών τη μεγαλώνει και την κάνει ακατανίκητη η επιστήμη του Μαρξ και του Λένιν.
Το κόμμα και το προλεταριάτο που προετοιμάζονται για επανάσταση και για την κατάληψη της εξουσίας, προσπαθούν να αναλύουν και να κατέχουν καλά τις καταστάσεις, να καθορίζουν επιστημονικά το χαρακτήρα και τα στάδια της επανάστασης σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και, σ'αυτή τη βάση, να επεξεργάζονται τη στρατηγική και τις κατάλληλες ταχτικές. Το κόμμα και το προλεταριάτο μελετούν με τη μεγαλύτερη προσοχή τα διάφορα λαϊκά επαναστατικά ρεύματα που συγκρούονται με τον καπιταλισμό και τα κόμματά του, εκτιμούν τις κατευθύνσεις τους, τον συσχετισμό των δυνάμεων στη συγκεκριμένη κατάσταση και, πάνω σ'αυτή τη βάση, καθορίζουν και εφαρμόζουν όλες εκείνες τις επιδέξιες τακτικές που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να οδηγήσουν σε σωστό και νικηφόρο δρόμο τις λαϊκές μάζες, για να καναλίσουν τους χιλιάδες χείμαρρους στο μεγάλο ποταμό της επανάστασης, όπου θα πνιγεί η καπιταλιστική αστική τάξη.
Το κόμμα και το προλεταριάτο δεν πηγαίνουν μόνα στην επανάσταση. Στην αστική κοινωνία υπάρχουν και άλλα καταπιεζόμενα στρώματα που μισούν το καπιταλιστικό σύστημα, υπάρχουν προοδευτικές δυνάμεις στην αγροτιά, στη νεολαία, υπάρχουν και άλλα δημοκρατικά και φιλελεύθερα στοιχεία που δεν ανέχονται την εκμετάλλευση. Οι κομμουνιστές συσπειρώνουν όλες αυτές τις δυνάμεις και αυτά τα στοιχεία, κάνουν κοινές συμμαχίες για διάφορα ζητήματα και για καθορισμένους στόχους. Οι μαρξιστές - λενινιστές δεν είναι ούτε σεχταριστές, ούτε φιλελευθεριστές∙ είναι επαναστάτες ασάλευτοι στις αρχές, αλλά, ελαστικοί στις τακτικές. Τα μέτωπα που συγκροτούν τα μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα με τις άλλες προοδευτικές δυνάμεις στις καπιταλιστικές χώρες ενάντια στην αστική, τάξη, ενάντια στο φασισμό και τον ιμπεριαλισμό παίρνουν μέρος στη στρατηγική της επανάστασης. Σε κάθε συμμαχία και μέτωπο το κόμμα διατηρεί την προσωπικότητά του και τότε που, για αντικειμενικούς λόγους, δεν τα διευθύνει μόνο του.
Πρόβλημα - κλειδί στις καπιταλιστικές χώρες ήταν και παραμένει η ενότητα του προλεταριάτου. Η αστική τάξη προσπαθεί να μπάσει το προλεταριάτο σε μια σιδερένια μέγγενη, να μη του επιτρέψει να βαδίσει στο δρόμο που του έχει καθορίσει η ιστορία για την ανατροπή των εκμεταλλευτών, για το γκρέμισμα της εξουσίας του κεφαλαίου. Μια απ'αυτές τις μέγγενες είναι τα συνδικάτα, που, στις περισσότερες περιπτώσεις, υποτάσσονται στην αστική τάξη. Οι κομμουνιστές δουλεύουν οχι μόνο για να μπουν και να ρίξουν στέρεες ρίζες στην εργατική τάξη, αλλά και παλεύουν για να πραγματοποιήσουν την ενότητά της. Σήμερα, που η κρίση πέταξε στους δρόμους δεκάδες εκατομμύρια εργάτες και εκατομμύρια άλλοι κατεβαίνουν σε απεργίες και διαδηλώσεις για οικονομικές και πολιτικές διεκδικήσεις, μπορεί ευκολότερα να οργανωθούν και να ενωθούν οι εργάτες στον αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο.
Η ενότητα της εργατικής τάξης πετυχαίνεται με πάλη και με συγκεκριμένες επαναστατικές ενέργειες για την ικανοποίηση των οικονομικών και πολιτικών αιτημάτων του προλεταριάτου. Για το σκοπό αυτό οι μαρξιστές - λενινιστές δουλεύουν ώστε τα υπάρχοντα συνδικάτα να αποσπασθούν από την κυριαρχία των πρακτόρων της αστικής τάξης, των ρεβιζιονιστών και των σοσιαλδημοκρατών και να μετατραπούν σε όργανα ενάντια στο εκμεταλλευτικό σύστημα. Παράλληλα μ'αυτό, σύμφωνα με τις συνθήκες και τις ανάγκες, οι μαρξιστές-λενινιστές δημιουργούν και νέα επαναστατικά συνδικάτα.
Η νεολαία είναι επίσης μια μεγάλη δύναμη, που ποθεί και παλεύει για την αλλαγή της άδικης καπιταλιστικής κοινωνίας, που θέλει το καινούργιο και το προοδευτικό. Αυτό το δρόμο της τον ανοίγει μόνον ο μαρξισμός - λενινισμός και η επανάσταση∙ μόνον ο μαρξισμός-λενινισμός και η επανάσταση σώζουν τις μάζες της νεολαίας από τον πολιτικό και κοινωνικό εκφυλισμό όπου τις οδηγεί η αστική τάξη, ανοίγουν σ'αυτές την προοπτική μιας νέας ζωής, αγνής και ευτυχισμένης, όπου μπορεί να ξεσπάσουν και να αναπτυχθούν πλέρια οι αστείρευτες ενέργειες τους στην υπηρεσία της κοινωνίας και της προόδου. Το κίνημα της νεολαίας παίρνει δύναμη και μπορεί να πετύχει τους αντικειμενικούς σκοπούς του όταν συγχωνεύεται στο επαναστατικό κίνημα της εργατικής τάξης.
Το σημερινό επαναστατικό προτσές έκαμε πιο οξύ το πρόβλημα της στάσης απέναντι στον αστικό στρατό, όχι για να τον θεωρήσει σαν δύναμη που θα κάνει την επανάσταση, αλλά για να τον αποσυνθέσει και διαλύσει, για να μη είναι σε θέση να αντιταχθεί στην επανάσταση. Οι κομμουνιστές δουλεύουν ώστε η μάζα των στρατιωτών, που είναι παιδιά του λαού, όταν ξεσπάσει η επανάσταση να μη υπακούσουν στην κάστα των αξιωματικών, αλλά να στρέψουν τα όπλα ενάντια στις άρχουσες αντιδραστικές δυνάμεις και να ενωθούν με τους επαναστατημένους όπως συνέβηκε στο Ιράν.
Η επανάσταση είναι βασικό καθήκον της εργατικής τάξης. Η επανάσταση όμως αυτή προετοιμάζεται στην πάλη για τη λύση των πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών, πολιτιστικών προβλημάτων που απασχολούν καθημερινά τις εργαζόμενες μάζες. Είναι αυτές οι κινητοποιήσεις, αυτές οι καθημερινές μάχες που ανεβάζουν τη συνείδηση της τάξης, που δυναμώνουν την οργάνωση και την ένωσή της, που την προετοιμάζουν και την οδηγούν στην επανάσταση. Μέσω των μαχών αυτών, το κόμμα συνδέεται με τις μάζες και μπαίνει επικεφαλής τους. Πραγματικά κόμματα της εργατικής τάξης είναι τα κόμματα της επαναστατικής δράσης.
Για να εκφοβίσει τις μάζες και να προετοιμάσει τον ερχομό του φασισμού, το μεγάλο κεφάλαιο υποκινεί και την τρομοκρατία, που σε πολλές χώρες πήρε πλατιές διαστάσεις. Με την τρομοκρατία η αστική τάξη επιδιώκει, επίσης, να σπιλώσει και το πραγματικό επαναστατικό κίνημα, να μπάσει σε εσφαλμένο δρόμο διάφορα στοιχεία που εξεγείρονται ενάντια στην καταπίεση που ασκεί η αστική τάξη. Αυτή ταυτίζει σκόπιμα τον επαναστατικό αγώνα με την τρομοκρατία για να δημιουργήσει στις μάζες την εντύπωση ότι δήθεν και οι κομμουνιστές, οι πατριώτες και οι επαναστάτες, που αγωνίζονται ενάντια στην εθνική και κοινωνική καταπίεση, είναι τρομοκράτες και αναρχικοί, που σκοτώνουν και ληστεύουν. Οι πραγματικοί επαναστάτες στη θεωρία και στην πράξη, είναι ενάντια στην τρομοκρατία και τον αναρχισμό.
Η εργατική τάξη και οι εργαζόμενες μάζες στις καπιταλιστικές χώρες αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο το εθνικό πρόβλημα, που σήμερα έχει γίνει πολύ οξύ. Η σοσιαλδημοκρατία και οι ρεβιζιονιστές αρνούνται την ύπαρξη ενός τέτοιου προβλήματος στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, όπως είναι οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης, η Ιαπωνία, ο Καναδάς κλπ. Δε θέλουν να δουν το γεγονός ότι, σαν αποτέλεσμα της επίθεσης των πολυεθνικών εταιρειών, πίσω από τις οποίες βρίσκεται ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός, η διεύρυνση των υπερεθνικών αρμοδιοτήτων των στρατιωτικών συνασπισμών και των διεθνών οικονομικών οργανισμών, η επέκταση των βάσεων και η εγκατάσταση των αμερικανικών οπλών στα εδάφη τους περιορίζουν ακόμα περισσότερο την εθνική κυριαρχία, περιορίζουν την ανεξάρτητη πολιτική δράση των χωρών τους, τις μετατρέπουν βαθμιαία σε υποτελή κράτη.
Την υπεράσπιση της κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας, που η αστική τάξη και η σοσιαλδημοκρατική και ρεβιζιονιστική πτέρυγα έχουν εγκαταλείψει, πρέπει να την πάρει στα χέρια της η εργατική τάξη. Το προλεταριάτο των ευρωπαϊκών και άλλων χωρών δεν πρέπει να εξαπατηθεί από την προπαγάνδα των Ενωμένων Πολιτειών, της Σοβιετικής Ένωσης ή της Κίνας, που η καθεμιά για τα δικά της συμφέροντα, σείει το μπαμπούλα του κινδύνου που διατρέχει η λευτεριά και η εθνική ανεξαρτησία από την αντίπαλη υπερδύναμη. Με την προπαγάνδα τους αυτή αποσκοπούν να τους στερήσουν τη λευτεριά και την ανεξαρτησία και να εγκαθιδρύσουν την ιμπεριαλιστική κυριαρχία της μιας ή της άλλης υπερδύναμης.
Οι ταξικές και εθνικές στιγμές αποτελούν ένα μεγάλο πρόβλημα και στις χώρες που κυριαρχούν οι ρεβιζιονιστές. Ιδιαίτερα σ'αυτές τις χώρες δε μπορεί να επιτευχθεί η κοινωνική απελευθέρωση χωρίς να αποκρούσουν και αποτινάξουν το ζυγό του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού, που έχει εγκαθιδρύσει σ'αυτές την πλήρη οικονομική, πολιτική και στρατιωτική κυριαρχία του.
Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός και οι άλλες δυτικές καπιταλιστικές χώρες, υποκρίνονται τον υποστηριχτή του εργατικού και εθνικού κινήματος σ'αυτές τις χώρες, τον υποστηριχτή των απελευθερωτικών πόθων των λαών αυτών των χωρών. Αυτό είναι δημαγωγία και ένα επικίνδυνο παιχνίδι που έχει σκοπό να εξαπατήσει τους προλετάριους και τις εργαζόμενες μάζες. Η ιμπεριαλιστική αστική τάξη επιδιώκει μόνο να αποσπάσει αυτές τις χώρες από τη ζώνη της επιρροής του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού και να τις μπάσει στη σφαίρα της κυριαρχίας της.
Η υπόθεση της προλεταριακής επανάστασης είναι αναπόσπαστη από την ανάπτυξη του απελευθερωτικού κινήματος των λαών. Σημαντικό χαρακτηριστικό των σημερινών εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων είναι ότι η πολιτική αφύπνιση για την απόχτηση και την υπεράσπιση της λευτεριάς και της πλήρους εθνικής ανεξαρτησίας συνοδεύεται κι από μια κοινωνική αφύπνιση. Τα σημερινά κινήματα των καταπιεζόμενων λαών στρέφονται όλο και πιο πολύ όχι μόνον ενάντια στον ξένο ιμπεριαλισμό, αλλά και ενάντια στους πράκτορές του στις χώρες τους. Είναι γεγονός ότι οι λαοί των καταπιεζόμενων χωρών παρά την οικονομικοκοινωνική καθυστέρηση, δείχνουν μεγάλη ζωτικότητα και προσφέρουν σημαντική συμβολή στην αντιιμπεριαλιστική δημοκρατική επανάσταση, που ανοίγει το δρόμο στην προλεταριακή επανάσταση.
Ιδιαίτερη προσοχή αξίζουν οι λαϊκές εξεγέρσεις με «ισλαμική έμπνευση», όπως θέλουν να αποκαλούν τα κινήματα αυτά η αστική τάξη και οι ρεβιζιονιστές, με σκοπό να αρνηθούν τον αντιιμπεριαλιστικό και επαναστατικό τους χαρακτήρα. Είναι γεγονός ότι, στις μουσουλμανικές χώρες υπάρχουν επαναστατικά κινήματα, αλλά οι ερμηνείες που δίνονται από την αστική τάξη και τους ρεβιζιονιστές είναι κακόβουλες και δυσφημιστικές. Υποκρύπτουν υποδουλωτικές βλέψεις απέναντι στους λαούς.
Εμείς οι μαρξιστές-λενινιστές, έχουμε δηλώσει και δηλώνουμε ότι η θρησκεία είναι όπιο για τους λαούς. Στο ζήτημα αυτό σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται να μεταβάλουμε την άποψή μας. Και η μουσουλμανική θρησκεία στο περιεχόμενο της δε διαφέρει από τις άλλες.
Οι πλατιές μάζες των μουσουλμανικών λαών στις διάφορες χώρες ξεσηκώθηκαν και ξεσηκώνονται σε αγώνα όχι για το ζήτημα της θρησκείας, αλλά για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωση. Η πίστη στη θρησκεία είναι σχετική και δεν υπερέχει της πολιτικής. Οι άνθρωποι των χωρών αυτών πιστεύουν και σέβονται το ισλάμ, αλλά όταν θίγονται τα ζωτικά συμφέροντα του λαού, η λευτεριά και η ανεξαρτησία της χώρας, ξεσηκώνονται σε αγώνα ενάντια στον επιδρομέα, ακόμα και όταν είναι της ίδιας θρησκείας. Δεν είναι η θρησκευτική έμπνευση εκείνη που προκαλεί τις εξεγέρσεις και την επαναστατική αφύπνιση των λαών, αλλά είναι οι πολιτικο-κοινωνικές συνθήκες, είναι η ιμπεριαλιστική καταπίεση και καταλήστευση, είναι η φτώχια και τα δεινά που τους βαραίνουν.
Οι Άραβες και οι άλλοι μουσουλμανικοί λαοί, είναι γενναίοι αγωνιστές και με αρχαία κουλτούρα. Οι αντιιμπεριαλιστικές, αντιαποικιακές και αντιφεουδαρχικές εξεγέρσεις και αγώνες των λαών αυτών δείχνουν ότι αυτοί είναι προοδευτικοί και φιλελεύθεροι. Αν δεν ήταν τέτοιοι, δε θα ξεσηκώνονταν σε αγώνα για λευτεριά και εθνική ανεξαρτησία, ενάντια στη διπλή καταπίεση, εσωτερική και εξωτερική.
Στις περιοχές που κατοικούνται από μουσουλμανικούς λαούς οι ιμπεριαλιστές και οι σοσιαλιμπεριαλιστές είναι σε δύσκολη θέση. Δύσκολη είναι και η θέση των ανδρεικέλων τους. Τα πράγματα στις περιοχές αυτές μιλάνε για μια επαναστατική κατάσταση, για ένα μεγάλο κοινωνικό κίνημα των λαών αυτών, άσχετα που από πρώτη όψη έχει θρησκευτικό χαρακτήρα, και που το ακολουθούν θρήσκοι και μη θρήσκοι άνθρωποι.
Σήμερα σε αρκετές χώρες υπάρχουν η δημιουργούνται επαναστατικές καταστάσεις, άλλα δε μπαίνει παντού σαν άμεσο καθήκον η σοσιαλιστική επανάσταση. Στον κόσμο αναπτύσσονται και άλλα κινήματα με δημοκρατικό, αντιιμπεριαλιστικό, απελευθερωτικό χαρακτήρα. Όλα αυτά είναι αναπόσπαστο μέρος του παγκόσμιου επαναστατικού προτσές, είναι δίκαιοι αγώνες, που εξασθενίζουν το ιμπεριαλιστικό μέτωπο και συμβάλλουν στην επίσπευση των επαναστατικών προτσές, χτυπούν και σαπίζουν παραπέρα το καπιταλιστικό σύστημα. Γι'αυτό, όπως μας διδάσκει ο Λένιν, η εργατική τάξη σαν η πιο προοδευτική τάξη και το κομμουνιστικό της κόμμα πρέπει να βοηθούν, να υποστηρίζουν δραστήρια αυτούς τους αγώνες και να μπαίνουν επικεφαλής τους. Και σε περίπτωση που αρχικά δεν έχουν παγιώσει τις καθοδηγητικές τους θέσεις πάλι πρέπει να σταθούν στις πρώτες γραμμές της πάλης και των θυσιών, γιατί μονάχα έτσι μπορεί να βγουν επικεφαλής του κινήματος και να πραγματοποιήσουν τους στόχους του, μονάχα έτσι μπορεί να ανοίξει ο δρόμος στην ανάπτυξη της δημοκρατικής, λαϊκής, αντιιμπεριαλιστικής επανάστασης σε σοσιαλιστική επανάσταση.
Στον αγώνα τους για εθνική και κοινωνική απελευθέρωση η εργατική τάξη και οι εργαζόμενες μάζες αντιμετωπίζουν κάθε μέρα την άγρια βία του ιμπεριαλισμού, της αστικής τάξης και των δυνάμεων της αντίδρασης. Στις συνθήκες αυτές είναι υποχρεωμένες να απαντήσουν στην αντιδραστική βία με την επαναστατική βία, οι μορφές της οποίας είναι, και δε μπορεί να μη είναι διάφορες, σύμφωνα με τις συνθήκες κάθε χώρας και τις καταστάσεις όπου εξελίσσονται. Σε μερικές χώρες η βία αυτή έχει πάρει και μπορεί να πάρει και τη μορφή της ένοπλης εξέγερσης. Γι'αυτό οι μαρξιστές-λενινιστές τηρούν εξαιρετικά σοβαρή στάση στο ζήτημα αυτό. Παλεύουν τόσο ενάντια στις νιχιλιστικές θέσεις, όσο και ενάντια στον μικροαστικό τυχοδιωκτισμό, ξεσκεπάζουν και απορρίπτουν τόσο τα μαοϊκά κηρύγματα σχετικά «με την περικύκλωση της πόλης από το χωριό» κλπ, όσο και τις ψευτομαρξιστικές θεωρίες που αρνούνται τον αποφασιστικό ρόλο των λαϊκών μαζών στον αγώνα και την καθοδήγηση των μαρξιστικών -λενινιστικών κομμάτων.
Για τα μαρξιστικά-λενινιστικά κόμματά μας οι καιροί είναι επαναστατικοί. Τα νέα μαρξιστικά-λενινιστικά κόμματα σε όλο τον κόσμο, πληθαίνουν και σφυρηλατούνται, μεγαλώνουν ο ρόλος και η δραστηριότητά τους, οι δεσμοί και η επιρροή τους στην εργατική τάξη και στις μάζες. Νέα κόμματα έχουν ιδρυθεί σε αρκετές χώρες και σε διάφορες περιοχές. Υπάρχουν όλες οι συνθήκες να δημιουργηθούν και εκεί που δεν υπάρχουν πραγματικά επαναστατικά κόμματα της εργατικής τάξης. Αυτό είναι επιτακτικό αγωνιστικό καθήκον των επαναστατικών και πιο συνειδητών στοιχείων του προλεταριάτου.
Η ευνοϊκή αντικειμενική κατάσταση δεν επισκιάζει καθόλου τα φλέγοντα προβλήματα και τα μεγάλα καθήκοντα που μπαίνουν στους μαρξιστές-λενινιστές. Είναι αλήθεια ότι οι δυνάμεις μας είναι σε αδιάκοπη άνοδο και οι καταστάσεις εξελίσσονται υπέρ της επανάστασης, αλλά και η αντίδραση ενεργεί. Η αστική τάξη, η σοσιαλδημοκρατία και οι διάφοροι ρεβιζιονιστές, ανεξάρτητα από τις βαθιές και ασυμβίβαστες αντιθέσεις τους, σ’ένα πράγμα ενώνονται και δρουν από κοινού: στην πάλη ενάντια στο μαρξισμό -λενινισμό και την επανάσταση. Προσπαθούν να σπείρουν δυσπιστία και φόβο στις μάζες του λαού για να τις απομακρύνουν από την επανάσταση και το σοσιαλισμό, να χτυπήσουν και να βλάψουν τα μαρξιστικά-λενινιστικά κόμματα σε ιδιαίτερες χώρες και το κομμουνιστικό επαναστατικό κίνημα γενικά.
Πριν, όταν η σκέψη Μάο Τσέ Ντούν ασκούσε την επιρροή της σε αρκετά κόμματα, οι ιμπεριαλιστές και οι σοσιαλιμπεριαλιστές ήταν πιο ήσυχοι, επειδή ήξεραν ότι το ρεβιζιονιστικό αυτό ρεύμα έκανε την υπονομευτική του δουλειά στο μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα. Τώρα που το ρεύμα αυτό ξεσκεπάστηκε, οι εχθροί πασκίζουν να προκαλέσουν σύγχυση, διαδίδοντας κάθε είδους ψευτομαρξιστικές θεωρίες, να διασπάσουν και να εξασθενίσουν τα κόμματα με φραξιονιστική πάλη, να επεξεργαστούν τα αδύνατα και αδιαμόρφωτα στοιχεία με διάφορες μορφές και να τα ρίξουν σε ρεβιζιονιστικές θέσεις.
Τα μαρξιστικά-λενινιστικά κόμματα όμως έχουν τώρα μεγάλη πείρα πάλης ενάντια στα διάφορα αντιμαρξιστικά ρεύματα και είναι καλύτερα εξοπλισμένα ενάντια στις ταχτικές που χρησιμοποιούν η αστική τάξη και οι ρεβιζιονιστές. Η πείρα αυτή τα βοηθάει να διεξάγουν με επιτυχία την πάλη ενάντια στους εχθρούς, να οξύνουν την επαγρύπνηση, να ανεβάζουν συνεχώς το ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο των κομματικών μελών, να τα εξοπλίζουν με τη μαρξιστική-λενινιστική θεωρία. Η επαναστατική πάλη έχει διδάξει τα μαρξιστικά-λενινιστικά κόμματα να δυναμώνουν τούς δεσμούς με τις μάζες, να μπαίνουν στα διάφορα κοινωνικά στρώματα και να τα οργανώνουν, να εκμεταλλεύονται και να συνδυάζουν σωστά τη νόμιμη με την παράνομη δουλειά καταπολεμώντας τις εκδηλώσεις λεγκαλισμού και αστικού φιλελευθερισμού, καθώς και τις εκδηλώσεις στενού σεχταρισμού και κλειστής δουλειάς.
Μπροστά στη συντονισμένη δράση των ιμπεριαλιστών και των ρεβιζιονιστών ενάντια στο μαρξισμό - λενινισμό και στην επαναστατική πάλη του προλεταριάτου και των λαών, το παραπέρα δυνάμωμα της ενότητας του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος είναι απαραίτητη ανάγκη.
Η δύναμη του διεθνούς κομμουνιστικού μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος έγκειται στην ορθότητα των ιδεών για τις οποίες αγωνίζεται και στην ενότητά του. Τα μαρξιστικά-λενινιστικά κόμματα καθοδηγούνται στην πάλη τους από τα διδάγματα των μεγάλων κλασικών μας, αξιοποιούν την πλούσια και ολόπλευρη κληρονομιά της Κομιντέρν, στηρίζονται στην πείρα της πάλης τους ενάντια στη ρεβιζιονιστική προδοσία, έχουν υπόψη την αρνητική πείρα των κομμάτων που εκφυλίστηκαν σε ρεβιζιονισμό. Όλα αυτά τα διδάγματα και η πείρα είναι ένας πολύ μεγάλος ιδεολογικός, πολιτικός, οργανωτικός, θεωρητικός και πραχτικός θησαυρός, για τη σφυρηλάτηση και το δυνάμωμα των κομμάτων και του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος σε κάθε κατεύθυνση.
Πολύτιμη συμβολή για την ενίσχυση της ενότητας του μαρξιστικού - λενινιστικού κινήματος προσφέρουν οι συναντήσεις και οι συνομιλίες μεταξύ των αδελφών κομμάτων. Έτσι μπορεί να επωφεληθούν αμοιβαία από την πείρα τους, να καταλήγουν σε κοινές εκτιμήσεις των καταστάσεων και σε ενότητα σκέψης και δράσης. Η πείρα ενός κόμματος δε μπορεί να αντικαταστήσει την πείρα πολλών κομμάτων, αντίθετα, είναι η πείρα όλων των μαρξιστικών - λενινιστικών κομμάτων που κάνουν ακατάβλητο το κίνημα.
Το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας, μένοντας πιστό στα διδάγματα του προλεταριακού διεθνισμού, προσπάθησε και θα προσπαθεί πάντα να προσφέρει τη συμβολή του για την ενίσχυση της ενότητας του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος και της συνεργασίας ανάμεσα στα αδελφά κόμματα.
Το Κόμμα μας Εργασίας θεωρεί τιμή του που, στο μεγάλο και ιστορικό αγώνα για την υπόθεση του μαρξισμού- λενινισμού, της επανάστασης και του σοσιαλισμού, βρίσκεται πλάι πλάι με τα άλλα μαρξιστικά-λενινιστικά κόμματα, που είναι ισότιμα τμήματα του επαναστατικού κινήματος της εργατικής τάξης. Οι αλβανοί κομμουνιστές και όλος ο λαός μας εκτιμούν εξαιρετικά την αλληλεγγύη, την αγάπη και την εμπιστοσύνη που δείχνουν προς το Κόμμα Εργασίας και προς τη σοσιαλιστική Αλβανία τα αδελφά μαρξιστικά -λενινιστικά κόμματα, το προλεταριάτο και οι επαναστατικοί και φιλελεύθεροι λαοί. Αυτά είναι μια ισχυρή υποστήριξη και ενθάρρυνση για μας. Το Κόμμα και ο λαός μας σε κάθε περίπτωση και σε κάθε κατάσταση θα παλέψουν για να εκπληρώσουν με τιμή τα εθνικά και διεθνιστικά τους καθήκοντα, για να οικοδομήσουν με επιτυχία το σοσιαλισμό στην Αλβανία και να υπερασπίσουν ένθερμα την επαναστατική υπόθεση των προλετάριων και των λαών.


Αγαπητοί σύντροφοι,
Οι επιτυχίες που πραγματοποίησε ο λαός μας κάτω από την καθοδήγηση του Κόμματος είναι μεγάλες, οι μάχες που κέρδισε είναι μεγαλειώδικες. Μαρτυρούν ότι ο λαός μας έχει ανεξάντλητες δυνάμεις, ότι είναι αισιόδοξος και αποφασισμένος να αναλάβει νέες μάχες για να κάνει τη ζωή του πιο ευτυχισμένη, να ανεβάσει πιο ψηλά το όνομα της σοσιαλιστικής του Πατρίδας, να στερεώνει τη λευτεριά και την ανεξαρτησία, τη λαϊκή εξουσίας που γεννήθηκε στη φωτιά της επανάστασης.
Είναι αυτή η υπέροχη πραγματικότητα, είναι η αδιάσπαστη ενότητα του λαού με το Κόμμα, είναι η ωριμότητα, το θάρρος και η αποφασιστικότητα των κομμουνιστών που δίνουν στο λαό και στο Κόμμα σιγουριά και εγγύηση ότι οι στόχοι που θα καθορίσει τούτο το Συνέδριο θα επιτευχθούν και θα ξεπεραστούν.
Ο ενθουσιασμός που προκάλεσε το Σχέδιο Οδηγιών για το έβδομο πεντάχρονο, η κινητοποίηση των εργαζόμενων μαζών για την πραγματοποίηση των καθηκόντων αυτής της χρονιάς, τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα που σημειώνονται, και πάνω απ'όλα, η ομόφωνη, αποφασιστική και φλογερή υποστήριξη που δίνουν οι άνθρωποι μας στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική του Κόμματος, δείχνουν ότι όλη η χώρα είναι έτοιμη και κινητοποιημένη να βαδίσει με πεποίθηση και αποφασιστικότητα στο δρόμο που μας καθοδηγεί το Κόμμα, για να δρέψει νέες νίκες.
Αύτη την επαναστατική ορμή, αυτή την απέραντη αγάπη προς το ένδοξο Κόμμα μας, αυτή την ακλόνητη πεποίθηση προς το μέλλον, ας τις μετατρέψουμε, αγαπητοί σύντροφοι και συντρόφισσες, σε μια μεγάλη κινητήρια δύναμη για να πραγματοποιήσουμε τα καθήκοντα σε όλους τούς τομείς, για να ξεπεράσουμε όλες τις δυσκολίες που θα συναντήσουμε, για να ενισχύσουμε και παγιώσουμε παραπέρα τις νίκες μας, τις ατράνταχτες βάσεις του σοσιαλισμού στην Αλβανία.


Ζήτω το 8ο Συνέδριο του Κόμματος!


Ζήτω ο ηρωικός, ταλαντούχος και φιλόπονος αλβανικός λαός!


Ζήτω το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας, συνετός, γενναίος και δοκιμασμένος καθοδηγητής, ο οργανωτής όλων των νικών μας στο φωτεινό δρόμο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης!


Δόξα στο μαρξισμό - λενινισμό!


Η έκθεση του συντρόφου Ένβέρ Χότζια ακούστηκε με ξεχωριστό ενδιαφέρον και με μεγάλη προσοχή. Συχνά διακόπηκε από φλογερά χειροκροτήματα, επευφημίες και ζητωκραυγές όλων των συνέδρων. Συχνά στην αίθουσα ξεσπούσαν οι κραυγές «Ζήτω το Κόμμα Εργασίας Αλβανίας!», «Ζήτω ο σύντροφος Ένβέρ Χότζια!», «Κόμμα-Ένβέρ, πάντοτ'έτοιμ'είμαστε!», «Δόξα στο μαρξισμό - λενινισμό!», «Ζήτω ο προλεταριακός διεθνισμός!», «Ζήτω τα μαρξιστικά - λενινιστικά κόμματα!» κλπ. Οι αντιπρόσωποι σηκώνονταν όρθιοι .και επευφημούσαν για την ατσάλινη ενότητα Κόμμα - λαός, για τις νίκες του Κόμματος και του λαού μας, για το διεθνές προλεταριάτο και για τούς λαούς που σηκώθηκαν σε επανάσταση και αγωνίζονται αποφασιστικά ενάντια στις υπερδυνάμεις, τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, το σοβιετικό σοσιαλιμπεριαλισμό και τον κινέζικο σοσιαλιμπεριαλισμό, ενάντια στο ρεβιζιονισμό και την αντίδραση.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου